Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Βούλευμα παραπεμπτικό, Οργάνωση εγκληματική.
Περίληψη:
Απαράδεκτες αιτήσεις αναιρέσεως κατά βουλεύματος που παραπέμπουν τους κατηγορουμένους για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης.
Αριθμός 291/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ -----
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη και Αναστάσιο Λιανό - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 9 Ιανουαρίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1) Χ1, 2) Χ2, 3) Χ3 και 4) Χ4, που δεν παρέστησαν, περί αναιρέσεως του με αριθμό 826/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης. Με συγκατηγορουμένους τους: 1. ...., 2...., 3. ..., 4. ...., 5. ..., 6. ...., 7. ...., 8. ...., 9. ...., 10. ...., 11. Θ...., 12....,13...., 14. .., 15...., 16. ...., 17. ...., 18. ....,19. ...., 20. .... και 21. .....
Το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 14 Αυγούστου 2008, 25 Αυγούστου 2008, 4 Σεπτεμβρίου 2008 και 4 Σεπτεμβρίου 2008 αιτήσεις τους, αντιστοίχως, οι οποίες καταχω-ρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1.426/2008.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Παντελής εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με τη με αριθμό 505/24.10.2008 έγγραφη πρόταση του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "I) Το συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης με το υπ'αριθμ. 826/2008 βούλευμά του παρέπεμψε στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Α'βαθμού Θεσσαλονίκης - ως καθ'ύλην και κατά τόπον αρμόδιο- και τους Χ1, Χ2, Χ3 και Χ4, για να δικαστούν ως υπαίτιοι τελέσεως συγκρότησης εγκληματικής οργάνωσης (άπαντες) με σκοπό τη διάπραξη των κακουργημάτων απάτης - πλαστογραφίας - απάτης και πλαστογραφίας κατ'επάγγελμα με το συνολικό όφελος - ζημία να υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ κλπ (τον τέταρτο) -άρθρα 187 § 1 ΠΚ, όπως ισχύει μετά τα άρθρ. 11 § 3 ν.3064/2002, 386 § § 1, 3, 216 § § 1-3 Ποιν.Κ., 1 ν.1608/50 σε βάρος τραπεζών που εδρεύουν στην Ελλάδα. Η έκδοση του άνω βουλεύματος έγινε κατ'εφαρμογή του άρθρου 7 ν.2928/2001, όπως αντικ. με το άρθρο 42 § 5 ν.3251/2004, ήτοι αμέσως μετά την περάτωση της κυρίας ανάκρισης. Κατά του άνω βουλεύματος άσκησαν εμπρόθεσμα ενώπιον του γραμματέα Εφετών Θεσσαλονίκης στις 14-8-2008, 25-8-2008, 4-9-2008, 4-9-2008 αντίστοιχα, τις υπ'αριθμ. 14, 15, 16 και 17 αιτήσεις -εκθέσεις αναιρέσεως αντίστοιχα, οι ανωτέρω κατηγορούμενοι, προβάλλοντες τους αναφερομένους σ'αυτές λόγους. Επειδή προ πάσης έρευνας της βασιμότητας ή μη των λόγων του ενδίκου μέσου πρέπει να έχει γίνει δεκτόν ότι τούτο ασκήθηκε νομότυπα, διότι αν αυτό δεν συμβαίνει, τούτο (ένδικο μέσο) απορρίπτεται ως απαράδεκτο και δη όταν έχει ασκηθεί κατά βουλεύματος που δεν υπόκειται σ'αυτό -άρθρο 476 § 1 Κ.Ποιν.Δ.
ΙΙ) Επειδή κατά τη διάταξη του άρθρου 7 ν.2928/2001, όπως τροπ. με το άρθρο 42 § 5 ν.3251/2004, "Η περάτωση της κυρίας ανάκρισης για τα κακουργήματα των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα κηρύσσεται από το συμβούλιο Εφετών. Για το σκοπό αυτόν η δικογραφία διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία ανακριτική πράξη από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών στον Εισαγγελέα Εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι η ανάκριση δεν χρειάζεται συμπλήρωση, την εισάγει με πρότασή του στο συμβούλιο Εφετών, που αποφαίνεται αμετάκλητα ακόμη και για συναφή εγκλήματα, ανεξάρτητα από τη βαρύτητά τους, έστω και αν για κάποιο από αυτά προβλέπεται διαφορετικός τρόπος περάτωσης της ανάκρισης". Πρόκειται για ρύθμιση που ισχύει (σήμερα και) για τα κακουργήματα του ν.1608/50 σύμφωνα με την § 7 του άρθρου 5 ν.1738/87 (=εδ. γ' του άρθρου 308 Κ.Π.Δ.) - σημειώνει η εισηγητική έκθεση του άρθρου 7 ν.2928/2001 (βλ. ΠΧρ ΝΑ σελ. 1012). Η ρύθμιση αυτή, οφειλόμενη στην επιτάχυνση της σχετικής διαδικασίας, δεν αντίκειται σε κάποια διάταξη υπέρ νομοθετικής ισχύος όχι μόνο διότι η καθιέρωση ενδίκων μέσων κατά βουλευμάτων δεν στηρίζεται σε κάποια τέτοια διάταξη αλλά και διότι ο παραπεμπόμενος έχει τη δυνατότητα να αναπτύξει τους ισχυρισμούς στο δικαστήριο -βλ. ΑΠ 209/2005, ΑΠ 843/2005, ΑΠ 456/2003, ΑΠ 177/2005, ΑΠ 464/2003, ΑΠ 1404/2003, ΑΠ 636/2003 κ.α.- πρ βλ ακόμη ΑΠ 1966/2006 ΠΧρ ΝΖ 818. Ενόψει των ανωτέρω οι υπό κρίση αναιρέσεις είναι απαράδεκτες διότι στρέφονται κατά βουλεύματος που δεν υπόκειται σε αναίρεση, αφού είναι με την έκδοσή του αμετάκλητο.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Προτείνω όπως κηρυχθούν απαράδεκτες οι υπ'αριθμ. 14, 15, 16 και 17/2008 αναιρέσεις των Χ1, Χ2, Χ3 και Χ4 κατά του υπ'αριθμ. 826/2008 βουλεύματος του συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης, να επιβληθούν δε στον καθένα τα σχετικά έξοδα. Αθήνα 10 Οκτωβρίου 2008
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αθανάσιος Κ. Κονταξής".
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, που αναφέρθηκε στην προαναφερόμενη έγγραφη εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκαν, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, οι αντίκλητοι των αναιρεσειόντων.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 7 του Ν. 2928/2001, όπως το πρώτο εδάφιο αυτού τροποποιήθηκε με το άρθρο 42 παρ. 5 του Ν. 3251/2004, η περάτωση της κυρίας ανακρίσεως για τα κακουργήματα των άρθρων 187 και 187Α του ΠΚ, κηρύσσεται από το Συμβούλιο Εφετών. Για το σκοπό αυτόν η δικογραφία διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία ανακριτική πράξη από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών στον Εισαγγελέα Εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι η ανάκριση δεν χρειάζεται συμπλήρωση, την εισάγει με πρότασή του στο Συμβούλιο Εφετών, που αποφαίνεται αμετάκλητα, ακόμη και για τα συναφή εγκλήματα, ανεξάρτητα από την βαρύτητά τους, έστω και αν για κάποιο από αυτά προβλέπεται διαφορετικός τρόπος περάτωσης της ανακρίσεως.
Από την ως άνω διάταξη, σαφώς συνάγεται ότι, όταν έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για κακούργημα του άρθρου 187 ΠΚ, η περάτωση της κυρίας ανακρίσεως γίνεται πάντοτε και δη αμετάκλητα από το Συμβούλιο Εφετών, το οποίο είναι το μόνο αρμόδιο προς τούτο, αποφαινόμενο με βούλευμά του, όχι μόνον όταν αυτό κρίνει ότι υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις που αφορούν την κατηγορία για το κακούργημα του άρθρου 187 ΠΚ, παραπέμποντας αμετακλήτως τον κατηγορούμενο στο αρμόδιο δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 313 ΚΠΔ, αλλά και όταν συντρέχει περίπτωση να μη γίνει κατηγορία για τέτοια πράξη, για την οποία έγινε η ανάκριση, σύμφωνα με τα άρθρα 309 παρ. 1α και 310 παρ. 1 εδ. 1 ΚΠΔ, είτε διότι δεν υπάρχουν καθόλου ενδείξεις ή αυτές που υπάρχουν δεν είναι καθόλου σοβαρές για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, είτε διότι το γεγονός που αφορά η κατηγορία δεν συνιστά αξιόποινη η πράξη ή υπάρχουν λόγοι που αποκλείουν το άδικο ή τον καταλογισμό καθώς επίσης και όταν συντρέχει περίπτωση να παύσει οριστικώς η ποινική δίωξη για την πράξη αυτή, σύμφωνα με τα άρθρα 309 παρ. 1β και 310 παρ. 1 εδ. 2 ΚΠΔ.
Στην προκειμένη περίπτωση, από την παραδεκτή επισκόπηση της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Κατά των αναιρεσειόντων 1)Χ1, 2)Χ2, 3)Χ3 και 4)Χ4 ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά των μεν πρώτου, δευτέρου και τρίτης για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης με σκοπό τη διάπραξη κακουργημάτων απάτης και πλαστογραφίας κατά δε του τετάρτου για α)συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης, β)κακουργηματική απάτη κατ' εξακολούθηση, γ)ηθική αυτουργία σε κακουργηματική απάτη τετελεσμένη και σε απόπειρα κατ' εξακολούθηση, δ)κακουργηματική πλαστο-γραφία με χρήση κατ' εξακολούθηση, ε)ηθική αυτουργία σε κακουργηματική χρήση πλαστού εγγράφου, στ) υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης και ζ) ηθική αυτουργία σε υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης (άρθρα 13στ, 26 παρ.1α, 27, 45, 46 παρ.1α, 27 παρ.1, 42, 45, 46 παρ.1α, 47 παρ.1, 94 παρ.1, 98, 187 παρ.1, 316 παρ.1, 2, 3, 220 παρ.1, 386 παρ.3, α, β, και 1 Π.Κ.) διεξήχθη δε και ενεργήθη κυρία ανάκριση, μετά το πέρας της οποίας, το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με το άρθρο 7 Ν. 2928/2001, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 42 παρ. 3 του Ν. 3451/2004, 128, 129 και 130 ΚΠΔ, εξέδωσε το προσβαλλόμενο βούλευμα, με το οποίο παρέπεμψε στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης τους αναιρεσείοντες, για να δικασθούν, ως υπαίτιοι και δη οι πρώτος δεύτερος και τρίτη τούτων για συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης με σκοπό τη διάπραξη κακουργημάτων απάτης και πλαστογραφίας και ο τέταρτος για α)συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης, β)κακουργηματική απάτη κατ' εξακολούθηση, γ)ηθική αυτουργία σε κακουργηματική απάτη τετελεσμένη και σε απόπειρα κατ' εξακολούθηση δ)κακουργηματική πλαστο-γραφία με χρήση κατ' εξακολούθηση, ε)ηθική αυτουργία σε κακουργηματική χρήση πλαστού εγγράφου, στ) υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης και ζ) ηθική αυτουργία σε υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης (άρθρα 13στ, 26 παρ.1α, 27, 45, 46 παρ.1α, 27 παρ.1, 42, 45, 46 παρ.1α, 47 παρ.1, 94 παρ.1, 98, 187 παρ.1, 316 παρ.1, 2, 3, 220 παρ.1, 386 παρ.3, α, β, και 1 Π.Κ.).
Με βάση τα αναπτυχθέντα στη μείζονα νομική σκέψη, και όσα ο Εισαγγελέας αναφορικά με το απαράδεκτο των αιτήσεων προτείνει, στην πρόταση του οποίου και το Συμβούλιο συμπληρωματικώς αναφέρεται, το εκδοθέν και προσβαλλόμενο με τις αιτήσεις αναιρέσεως βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών είναι αμετάκλητο. Άρα, οι κατ' αυτού ασκηθείσες αιτήσεις αναιρέσεως, μετά και την ειδοποίηση των αντικλήτων των αναιρεσειόντων (κατά την επί του φακέλου σημείωση του αρμόδιου Γραμματέα) και τη μη εμφάνισή τους, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 476 παρ. 1 ΚΠΔ, να απορριφθούν, ως απαράδεκτες και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τις υπ' αριθμ 14/14.8.2008, 15/25.8.2008, 16 και 17/4.9.2008 αιτήσεις των Χ1, Χ2, Χ3 και Χ4, αντιστοίχως, για αναίρεση του υπ' αριθμ.826/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ για τον καθένα.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 24 Ιανουαρίου 2009. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 30 Ιανουαρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ