Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Βούλευμα παραπεμπτικό, Καταχραστές Δημοσίου.
Περίληψη:
Απαράδεκτες οι αναιρέσεις. Στρέφονται κατά παραπεμπτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών, για εγκλήματα που προβλέπονται από το άρθρο 1 Ν. 1608/50 και για τα οποία αποφαίνεται αμετάκλητα το ως άνω Συμβούλιο (άρθρ. 308 παρ. 1 εδ. γ΄ ΚΠΔ).
ΑΡΙΘΜΟΣ 76/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα και Ιωάννη Παπουτσή - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Νικολούδη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 14 Οκτωβρίου 2008, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση των αναιρεσειουσών - κατηγορουμένων: 1. .... και 2. ...., που δεν παραστάθηκαν στο συμβούλιο, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 347/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και οι αναιρεσείουσες - κατηγορούμενες ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 14 Απριλίου 2008 δύο αιτήσεις τους αναιρέσεως, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 870/2008.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Παναγιώτης Νικολούδης εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αντωνίου Μύτη με αριθμό 303/6.6.08, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Εισάγω ενώπιον του Δικαστηρίου σας, μετά της σχετικής δικογραφίας τις με αριθ. 68/14-4-2008 και 69/14-4-2008 αιτήσεις αναιρέσεως των α) ... και β) ..., κατά του υπ' αριθ. 347/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, δια του οποίου παρεπέμφθησαν ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (Κακουργημάτων) για να δικασθούν ως υπαίτιοι νομιμοποίησης εσόδων που προήλθαν από εγκληματική δραστηριότητα, κατ' εξακολούθησιν (άρθρ. 98 Π.Κ. και 2 §§1, 6, 8 ν.2231/1995) και επάγομαι τα ακόλουθα:
Ι) Από την διάταξη του άρθρ. 308 §1 εδ. β' Κ.Π.Δ., όπως προσετ. με το άρθρ. 5 §7 ν.1738/1987, στην οποία ορίζεται ότι "στα εγκλήματα που προβλέπονται από το άρθρ. 1 ν.1608/1950 η περάτωση της κυρίας ανάκρισης κηρύσσεται από το Συμβούλιο Εφετών. Για τον σκοπό αυτό η δικογραφία διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία ανακριτική πράξη στον Εισαγγελέα Εφετών, ο οποίος αν κρίνει ότι η ανάκριση δεν χρειάζεται συμπλήρωση την εισάγει με πρότασή του στο Συμβούλιο Εφετών που αποφαίνεται αμετακλήτως ακόμη και για τα συναφή πλημμελήματα", σαφώς προκύπτει ότι κατά των παραπεμπτικών βουλευμάτων για εγκλήματα που προβλέπονται από το άρθρ. 1 ν.1608/50 και εξεδόθησαν κατά την οριζόμενη στην διάταξη αυτή διαδικασία δεν επιτρέπεται στον κατηγορούμενο το ένδικο μέσο της αναίρεσης και ότι ο περιορισμός αυτός καταλαμβάνει όχι μόνο τα αμιγώς παραπεμπτικά βουλεύματα αλλά και εκείνα τα οποία μαζί με την παραπεμπτική διάταξη περιέχουν και απαλλακτικές υπέρ του κατηγορουμένου διατάξεις και αυτό λόγω του σκοπού του νόμου, ο οποίος είναι η ταχεία περαίωση των υποθέσεων αυτών που αφορούν κατάχρηση δημοσίου χρήματος, εκτείνεται δε και στα συναφή εγκλήματα ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα τους, ως κακουργήματα ή πλημμελήματα (Α.Π. 298/2004 Ποιν.Χρ. ΝΕ' σελ. 58, Α.Π. 309/2004 Ποιν.Χρ. ΝΕ' σελ. 121). Εξάλλου κατά την διάταξη του άρθρ. 476 §1 Κ.Π.Δ., όταν το ένδικο μέσο ησκήθη, μεταξύ άλλων περιπτώσεων για τις οποίες δεν πρόκειται, και εναντίον βουλεύματος για το οποίο δεν προβλέπεται, όπως είναι και το αμετάκλητο βούλευμα, το Δικαστικό Συμβούλιο ή το Δικαστήριο σε Συμβούλιο, το κηρύσσει απαράδεκτο (Α.Π. 1040/2005 Ποιν.Χρ. ΝΣΤ' σελ. 129).
II) Στην προκειμένη περίπτωση, το προσβαλλόμενο υπ' αριθ. 347/2008 παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, εξεδόθη μετά την άσκησιν τόσον εις βάρος των συγκατηγορουμένων των αναιρεσειόντων για τις πράξεις α) της πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ' εξακολούθησιν και μη με σκοπό περιουσιακού οφέλους εις βάρος του Δημοσίου, από την οποία η ζημία που προξενήθηκε υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δρχ. και β) απάτης κατ' εξακολούθησιν και μη εις βάρος του Δημοσίου από την οποία η ζημία που προεκλήθη υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δρχ., όσον και εις βάρος των αναιρεσειουσών για την πράξη της νομιμοποίησης εσόδων από τις προαναφερόμενες αξιόποινες πράξεις, με την συνδρομή δηλαδή του άρθρ. 1 ν.1608/50, μετά δε την περάτωσιν της κυρίας ανάκρισης που ενηργήθη σχετικώς και επερατώθη νομίμως, η υπόθεση εισήχθη από τον Εισαγγελέα Εφετών εις το Συμβούλιο Εφετών, το οποίον και παρέπεμψε τους κατηγορουμένους, μεταξύ των οποίων και τις αναιρεσείουσες, εις το ακροατήριο του αρμοδίου Δικαστηρίου και συγκεκριμένα του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (επί κακουργημάτων), προκειμένου να δικασθούν για τις προαναφερόμενες πράξεις, τις οποίες θεώρησε ως στρεφομένας εις βάρος του Δημοσίου, η ζημία του οποίου υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ και επομένως θεώρησε ότι συντρέχουν αι προϋποθέσεις του άρθρ. 1 ν.1608/50. Έτσι η δυνατότητα αναιρέσεως του βουλεύματος αυτού, δηλαδή το αμετάκλητο ή μη του βουλεύματος, θα κριθεί, σύμφωνα με όσα ανεφέρθησαν, εκ των πράξεων για τις οποίες ησκήθη η ποινική δίωξις και παρεπέμφθησαν οι κατηγορούμενοι. Και εφ' όσον η ποινική δίωξις ησκήθη με την συνδρομή του ν.1608/50, το προσβαλλόμενο βούλευμα είναι αμετάκλητο, μη υποκείμενο σε αναίρεση. Επομένως αι υπό κρίσιν αιτήσεις αναιρέσεως των κατηγορουμένων, ως στρεφομένας κατά του παραπάνω αμετακλήτου βουλεύματος, είναι απαράδεκτες και ως τοιαύτες πρέπει να απορριφθούν κατ' άρθρ. 476 §1 Κ.Π.Δ. και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα εις βάρος των αναιρεσειόντων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ. 583 §1 Κ.Π.Δ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣΠροτείνω: I) Να απορριφθούν, ως απαράδεκτες, αι υπ' αριθ. 68/14-4-2008 και 69/14-4-2008 αιτήσεις αναιρέσεως των α) ... και β) ...., κατά του υπ' αριθ. 347/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
II) Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα εις βάρος των αναιρεσειουσών.
Αθήναι την 27/5/2008 Ο Αντεισαγγελεύς του Αρείου Πάγου
Αντώνιος Μύτης
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Κατά το άρθρο 308 παρ. 1 εδ. γ' Κ.Π.Δ., όπως αυτό ισχύει μετά την προσθήκη του εδαφίου αυτού με το άρ. 5 παρ. 7 του Ν. 1738/1987, στα εγκλήματα που προβλέπονται από το άρ. 1 Ν. 1608/1950, η περάτωση της κυρίας ανάκρισης κηρύσσεται από το Συμβούλιο Εφετών. Για το σκοπό αυτό η δικογραφία διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία ανακριτική πράξη στον Εισαγγελέα Εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι η ανάκριση δεν χρειάζεται συμπλήρωση, την εισάγει με πρότασή του στο Συμβούλιο Εφετών, που αποφαίνεται αμετάκλητα ακόμη και για τα συναφή πλημμελήματα. Από τη διάταξη αυτή, που αποσκοπεί στην ταχεία εκκαθάριση των προβλεπομένων στο Ν. 1608/1950 εγκλημάτων, προκύπτει ότι, αν έχει προηγηθεί κυρία ανάκριση για κακούργημα, από τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 Ν. 1608/1950, όπως ήδη ισχύει, η οποία περατώθηκε με παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετείου, δεν επιτρέπεται η άσκηση του ένδικου μέσου της αναιρέσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, με το προσβαλλόμενο υπ' αρ. 347/2008 παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, οι αναιρεσείουσες ... και .... μετά τη νόμιμη περάτωση της διεξαχθείσας κυρίας ανάκρισης και την εισαγωγή της υπόθεσης, με σχετική πρόταση, από τον Εισαγγελέα Εφετών στο Συμβούλιο Εφετών, παραπέμφθηκαν για να δικασθούν για την πράξη της νομιμοποίησης εσόδων από τις πράξεις της πλαστογραφίας και της απάτης, των λοιπών συγκατηγορουμένων τους, που στρέφονται κατά του Ελληνικού Δημοσίου και το όφελος που πέτυχε ή επιδίωξε ο δράστης ή η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δραχμών, με τη συνδρομή δηλαδή των επιβαρυντικών περιστάσεων του άρθρου 1 του Ν. 1608/1950. Επομένως, οι κρινόμενες υπ' αρ. 68/14-4-2008 και 69/14-4-2008 αιτήσεις αναιρέσεως, είναι απαράδεκτες, κατά το άρθρο 476 παρ. 1 Κ.Π.Δ., αφού στρέφονται κατά αμετακλήτου βουλεύματος και ως τοιαύτες πρέπει θα απορριφθούν και θα καταδικασθούν οι αναιρεσείουσες στα δικαστικά έξοδα (άρ. 476 παρ. 1 και 583 παρ. 1 Κ.Π.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τις υπ' αρ. 68/14-4-2008 και 69/14-4-2008 αιτήσεις των .... και ...., για αναίρεση του υπ' αρ. 347/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και
Καταδικάζει τις αναιρεσείουσες στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ η κάθε μία.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 21 Οκτωβρίου 2008. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 13 Ιανουαρίου 2009.-
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ