Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Βούλευμα παραπεμπτικό, Αυτοπρόσωπη εμφάνιση, Υπεξαίρεση.
Περίληψη:
Αιτιολογία βουλεύματος για κακουργηματική υπεξαίρεση από κοινού. Απορρίπτει αίτημα για αυτοπρόσωπη εμφάνιση. Απορρίπτει.
Ε.Σ
Αριθμός 1594/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' Ποιν. Τμήμα-ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Ηρακλή Κωνσταντινίδη), ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Ελευθέριο Νικολόπουλο και Αναστάσιο Λιανό-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Βλάσση (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 16 Μαΐου 2008, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ1, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 2120/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 16 Νοεμβρίου 2007 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1998/2007. Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεωργίου Βλάσση, εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου-Πρίαμου Λεκκού, με αριθμό 200/18-4-2008, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Εισάγων, μετά της σχετικής δικογραφίας, την από 16-11-2007 αίτηση αναιρέσεως του κατηγορουμένου Χ1, κατά του υπ' αριθμ. 2120/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, νομοτύπως, εμπροθέσμως και παραδεκτώς ασκηθείσα, εκθέτω τα εξής: Διά του ως άνω προσβαλλομένου βουλεύματος απερρίφθη κατ' ουσίαν η έφεση του αναιρεσείοντος, ως και εκείνη της συγκατηγορουμένης του Χ2, κατά του υπ' αριθμ. 57/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, αναδιετυπώθη το παραπεμπτικό διατακτικό του τελευταίου και παραπέμπονται οι εν λόγω κατηγορούμενοι στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (Κακουργημάτων), διά να δικασθούν δι' υπεξαίρεση αντικειμένου συνολικής αξίας υπερβαινούσης το ποσό των 25.000.000 δραχμών (73.000 ευρώ), από κοινού. Προβάλλει δε ο αναιρεσείων, ως λόγους αναιρέσεως, την εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως και την έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (άρθρ. 484§1 στοιχ. β', δ' ΚΠΔ). Επειδή, κατά το άρθρ. 375§1 ΠΚ, ως συνεπληρ. δι' άρθρ. 14§3α Ν. 2721/1999, όποιος ιδιοποιείται παρανόμως ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα που περιήλθε στην κατοχή του με οποιονδήποτε τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και αν το αντικείμενο της υπεξαίρεσης είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Αν η συνολική αξία υπερβαίνει το ποσό των είκοσι πέντε εκατομμυρίων (25.000.000) δραχμών, ο υπαίτιος τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Από την διάταξη αυτή προκύπτει, ότι διά την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της υπεξαιρέσεως απαιτείται η συνδρομή των ακολούθων στοιχείων : α) ξένο εν όλω ή εν μέρει κινητό πράγμα, τέτοιο δε θεωρείται αυτό που ευρίσκεται σε ξένη, εν σχέσει προς τον δράστη, κυριότητα, όπως αυτή διαπλάσσεται στο αστικό δίκαιο, β) να περιήλθε αυτό με οποιονδήποτε τρόπο στην κατοχή του δράστη και να ήταν κατά το χρόνο της πράξεως στην κατοχή του, γ) παράνομη ιδιοποίηση του πράγματος από τον δράστη, που υπάρχει όταν αυτή γίνεται χωρίς τη συναίνεση του ιδιοκτήτη ή χωρίς την ύπαρξη άλλου δικαιώματος που παρέχεται στον δράστη από τον νόμο και δ) δολία προαίρεση του δράστη, η οποία εκδηλώνεται με οποιαδήποτε ενέργειά του, που εμφανίζει εξωτερίκευση της θελήσεώς του να ενσωματώση στην δική του περιουσία το ξένο κινητό πράγμα που ευρίσκεται στην κατοχή του, χωρίς νόμιμο δικαιολογητικό λόγο (ΑΠ 384/2006, εις ΠΧ/ΝΣΤ'/901). Στην προκειμένη περίπτωση, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το προσβαλλόμενο βούλευμά του, εδέχθη, κατά την ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του, ότι από την εκτίμηση των κατ' είδος αναφερομένων αποδεικτικών στοιχείων, προέκυψαν τα εξής, κατά τα ουσιώδη μέρη των, πραγματικά περιστατικά: Η μηνύτρια εταιρία "SPACEPHONE ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΕ" είναι δυνάμει συμβάσεως με την COSMOTE ΑΕ κύρια εμπορική αντιπρόσωπος αυτής, ενεργώντας με δική της επιχειρηματική οργάνωση και για λογαριασμό της COSMOTE ΑΕ, ως μεσολαβήτρια, σύναψη συμβάσεων παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών της COSMOTE ΑΕ, με συνδρομητές έναντι προμήθειας. Η εταιρία αυτή στις 5-6-2000 συνήψε με την εταιρία "Γ.Θ. ΙΝΤΕΡΝΑΣΙΟΝΑΛ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΕΛΛΑΣ ΑΕ", εκπροσωπούμενη από τη δεύτερη κατηγορουμένη Χ2, σύμβαση παρεπόμενης εμπορικής αντιπροσωπείας, με την οποία της ανέθεσε τη για λογαριασμό της COSMOTE, προώθηση της εμπορικής δραστηριότητάς της και μεσολάβηση για τη σύναψη αιτήσεων-συμβάσεων συνδρομής, έναντι προμήθειας. Προς το σκοπό αυτό η SPACEPHONE ανέλαβε την υποχρέωση να προμηθεύει τη "Γ.Θ. ΙΝΤΕΡΝΑΣΙΟΝΑΛ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΕΛΛΑΣ ΑΕ" (παρεπόμενος αντιπρόσωπος) με επαρκές απόθεμα καρτών SIM, αιτήσεων-συμβάσεων συνδρομής και πληροφοριακού ή διαφημιστικού υλικού. Ειδικά για τις κάρτες SIM συμφωνήθηκε ότι ο παρεπόμενος αντιπρόσωπος θα χρεώνεται με την αξία των καρτών που του διαθέτει η SPACEPHONE και στη συνέχεια η SPACEPHONE θα χρεώνεται με την αξία των αντίστοιχων καρτών που έχουν ενεργοποιηθεί κατά τη διαδικασία που θα ορίζει με εγκυκλίους η COSMOTE-SPACEPHONE. Σε εκτέλεση της σύμβασης αυτής η SPACEPHONE προμήθευσε την "ΙΝΤΕΡΝΑΣΙΟΝΑΛ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΕΛΛΑΣ ΑΕ" κατά το χρονικό διάστημα από 20-10-2000 έως 22-12-2000 με τηλεπικοινωνιακό υλικό, (κάρτες ανανέωσης χρόνου ομιλίας, COSMOKARTES) συνολικής αξίας 111.515.774 δραχμών, όπως το υλικό αυτό περιγράφεται στα εκδοθέντα για λογιστικούς και φορολογικούς λόγους και αναφερόμενα στην κατηγορία τιμολόγια πώλησης-δελτία αποστολής, στα οποία αναγράφεται ο όρος της παρακράτησης της κυριότητος των εμπορευμάτων μέχρις εξοφλήσεως του μνημονευομένου τιμήματος - αξίας τους. Ο όρος αυτός, ο οποίος είναι έντυπος, δεν ασκεί εν προκειμένω καμμία έννομη επιρροή, διότι οι παραπάνω κάρτες παραδίδονταν στην παρεπόμενη αντιπρόσωπο όχι σε εκτέλεση συμβάσεως πωλήσεως, αλλά για να τις κρατήσει στις αποθήκες της υπό τη μορφή παρακαταθήκης, προκειμένου εν συνεχεία αυτή να τις διαθέσει σε υποψήφιους συνδρομητές της COSMOTE AE, σε εκτέλεση της ως άνω σύμβασης παρεπόμενης εμπορικής αντιπροσωπείας, έναντι της συμφωνηθείσης αμοιβής (προμήθειας), άλλως να τις επιστρέψει στη μηνύτρια. Οι εκκαλούντες, οι οποίοι κατά τη σύναψη της ως άνω συμβάσεως, ασκούσαν από κοινού τη διοίκηση και διαχείριση της κατά τα άνω αντισυμβαλλομένης, ως παρεπομένης αντιπροσώπου εταιρείας, όπως τούτο προκύπτει από τα απολογητικά υπομνήματά τους ενώπιον της Ανακρίτριας, παρέλαβαν δε για λογαριασμό της ίδιας εταιρείας και με τις ίδιες ιδιότητες το τηλεπικοινωνιακό υλικό, για το οποίο εκδόθηκαν τα προαναφερόμενα τιμολόγια - δελτία αποστολής (κάρτες ανανέωσης χρόνου ομιλίας, COSMOKARTES), δεν απέδωσαν στην μηνύτρια εταιρεία μέχρι και 30-4-2001, την αξία των καρτών αυτών με παράδοση και αντίστοιχη ενεργοποίησή τους σε τελικούς συνδρομητές της COSMOTE, ούτε επέστρεψαν σ' αυτή (μηνύτρια) τις ως άνω κάρτες κατά την ίδια ημερομηνία (30-4-2001), κατά την οποία η τελευταία εζήτησε την επιστροφή τους, αλλά τις παρακράτησαν και τις ιδιοποιήθηκαν παράνομα. Τα όσα αντίθετα οι ίδιοι ισχυρίζονται με τις εφέσεις τους και με τα υπομνήματά τους ενώπιον του Συμβουλίου αυτού, δηλαδή για έλλειψη δόλου υπεξαιρέσεως των επίδικων καρτών ή του τιμήματός τους δεν ευσταθούν, ενώ είναι άνευ εννόμου επιρροής οι ισχυρισμοί, με τους οποίους προβάλλουν αστικές αξιώσεις κατά της μηνύτριας εταιρείας από τη μεταξύ τους σύμβαση, καθώς και αυτοί που στηρίζονται στις διατάξεις της πωλήσεως κινητού πράγματος με παρακράτηση της κυριότητος αυτού από τον πωλητή, αφού, όπως προαναφέρθηκε, η εταιρεία τους δεν συνδέεται με την μηνύτρια με σύμβαση πωλήσεως. Από τα παραπάνω προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ότι οι εκκαλούντες, ενεργούντες από κοινού και με κοινή πρόθεση ιδιοποιήθηκαν παράνομα το ως άνω τηλεπικοινωνιακό υλικό, το οποίο περιήλθε στην κατοχή τους υπό την προαναφερόμενη ιδιότητά τους και το οποίο δεν απέδωσαν στην μηνύτρια εταιρεία, η οποία ζήτησε την απόδοσή του στις 30-4-2001, ούτε απέδωσαν σ' αυτή (μηνύτρια) την αξία του με παράδοση και ενεργοποίηση των σχετικών καρτών σε τελικούς συνδρομητές της COSMOTE, κατά τα προβλεπόμενα στη μεταξύ τους σύμβαση. Μετά από αυτά, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, αφού συνεπλήρωσε και προσδιώρισε σαφέστερα την ως άνω αξιόποινη πράξη, αναδιετύπωσε το παραπεμπτικό του εκκαλουμένου βουλεύματος, απέρριψε την έφεση του αναιρεσείοντος και εκείνη της συγκατηγορουμένης του και παρέπεμψε αυτούς στο ακροατήριο του ανωτέρω δικαστηρίου διά να δικασθούν διά την πράξη αυτή. Με αυτά που εδέχθη το ανωτέρω συμβούλιο εφετών διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτουμένη από τα άρθρα 93 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση, εν σχέσει προς τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία της ανωτέρω αξιοποίνου πράξεως, τα αποδεικτικά μέσα που θεμελιώνουν τα περιστατικά αυτά και τις σκέψεις και τους συλλογισμούς με τους οποίους υπήγαγε αυτά στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 375§1 ΠΚ και έκρινε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις, ικανές να στηρίξουν την κατηγορία και την παραπομπή του αναιρεσείοντος στο ακροατήριο. Συγχρόνως, ορθώς ερμήνευσε και εφήρμοσε την εν λόγω ουσιαστική ποινική διάταξη και δεν παρεβίασε αυτή, ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου. Οι δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενες υπό του αναιρεσείοντος αιτιάσεις είναι αβάσιμες, ενώ καθ' ο μέρος πλήττεται η ανέλεγκτη αναιρετικώς ουσιαστική κρίση του συμβουλίου, οι σχετικές αιτιάσεις είναι απαράδεκτες. Περαιτέρω, διά την πληρότητα της αιτιολογίας του προσβαλλομένου βουλεύματος δεν ήτο απαραίτητη η αναφορά των επικαλουμένων από τον αναιρεσείοντα επί πλέον στοιχείων. Κατ' ακολουθία, πρέπει να απορριφθή η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθή ο αναιρέσεων στα δικαστικά έξοδα. Τέλος το αίτημα του αναιρεσείοντος, περί αυτοπροσώπου εμφανίσεώς του ενώπιον του Συμβουλίου του Αρείου Πάγου, πρέπει να απορριφθή κατ'ουσίαν, διότι οι περιλαμβανόμενες στο αναιρετήριο αιτιάσεις δεν έχουν ανάγκη προφορικών διευκρινίσεων.
Για τους λόγους αυτούς - Προτείνω Να απορριφθή η από 16-11-2007 αίτηση αναιρέσεως του Χ1, κατά του υπ' αριθμ. 2120/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Να απορριφθή το αίτημα του αναιρεσείοντος, περί αυτοπροσώπου εμφανίσεώς του ενώπιον του Συμβουλίου του Αρείου Πάγου. Και Να καταδικασθή ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα.
Αθήναι 27 Φεβρουαρίου 2008
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Δημήτριος - Πρίαμος Λεκκός
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 309 παρ.2 ΚΠοινΔ που εφαρμόζεται και στον Άρειο Πάγο, σύμφωνα με το άρθρο 485 του ίδιου Κώδικα, το δικαστικό συμβούλιο, με αίτηση ενός από τους διαδίκους, διατάσσει υποχρεωτικά την ενώπιον αυτού εμφάνιση του αιτούντος για να παράσχει κάθε διευκρίνιση. Τότε μόνο είναι δυνατόν να απορρίψει την αίτηση για εμφάνιση, όταν συντρέχουν ορισμένοι λόγοι που αναφέρονται ειδικά στο βούλευμα. Στην προκείμενη περίπτωση, το αίτημα του αναιρεσείοντος διατυπούμενο κατά λέξη στην από 16-11-2007 αίτηση αναιρέσεως "..ζητώ να εμφανιστώ προσωπικά και να ακουστώ από το Συμβούλιο του Αρείου Πάγου, προκειμένου να μου δοθεί η δυνατότητα να αποσαφηνίσω και δια ζώσης και στα πλαίσια των λόγων αναίρεσης μία σειρά από ζητήματα που έχουν να κάνουν τόσο με τη λειτουργία της σύμβασης μεταξύ της μηνύτριας εταιρείας και της "Γ.Θ. ΙΝΤΕΡΝΑΣΙΟΝΑΛ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΕΛΛΑΣ Α.Ε.", όσο και με τη μη τέλεση του αποδιδομένου εγκλήματος ....'' πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο, γιατί με το δικόγραφο της αναιρέσεως ο αναιρεσείων διεξοδικά προβάλλει και αναλύει τους λόγους αναιρέσεως του βουλεύματος, ώστε να παρέλκει η αυτοπρόσωπη εμφάνισή του στο Συμβούλιο για περαιτέρω διευκρίνιση αυτών .
Με το προσβαλλόμενο υπ' αριθμ. 2120/2007 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, απορρίφθηκαν κατ' ουσίαν οι εφέσεις του αναιρεσείοντος και της συγκατηγορουμένης του, Χ2, κατά του πρωτοδίκου υπ' αριθμ. 57/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το οποίο παραπέμφθηκαν αυτοί στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, για να δικασθούν για υπεξαίρεση από κοινού αντικειμένου συνολικής αξίας υπερβαινούσης το ποσό των 25.000.000 δραχμών (73.000 ευρώ) (άρθρ. 1, 14. στ', 26 παρ.1α, 27 παρ.1, 45, 51, 52, , και 375 παρ. 1 εδ. α και γ Π.Κ.) πράξη που φέρεται από αυτούς τελεσθείσα στην Αθήνα την 30-4-2001 . Για τους λόγους που εκτίθενται στην εισαγγελική πρόταση, στους οποίους ως ορθούς, νομίμους και βασίμους και το Συμβούλιο αυτό αναφέρεται εξ ολοκλήρου για την αποφυγή άσκοπων επαναλήψεων, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, αφού οι περιεχόμενοι σ' αυτή λόγοι από το άρθρο 484 παρ. 1 περ. β' και δ' ΚΠΔ και συγκεκριμένα για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων, 45, και 375 παρ.1 εδαφ.α και γ Π.Κ. είναι αβάσιμοι. Ειδικότερα, με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών και αναφέρονται διεξοδικώς στην εισαγγελική πρόταση διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού περιέχονται σ' αυτό με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση και στοιχειοθετούν την αποδιδόμενη στον αναιρεσείοντα ως άνω αξιόποινη πράξη της κακουργηματικής υπεξαίρεσης, κατά συναυτουργία, οι αποδείξεις από τις οποίες πείσθηκε ότι προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις, για την παραπομπή του κατηγορουμένου -αναιρεσείοντος στο ακροατήριο, καθώς επίσης και οι συλλογισμοί με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 45, και 375 παρ.1 εδαφ.α και γ Π.Κ., τις οποίες εφάρμοσε σωστά, χωρίς να τις παραβιάσει εκ πλαγίου και να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Οι λοιπές αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, που υπό την επίκληση των λόγων της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής των ως άνω διατάξεων πλήττουν την ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του Συμβουλίου Εφετών είναι απαράδεκτες, εφόσον ο 'Αρειος Πάγος ελέγχει τη νομιμότητα του προσβαλλόμενου βουλεύματος σχετικά με τις παραδοχές αυτού και δεν συνιστά λόγο αναιρέσεως, από τους περιοριστικά αναφερόμενους στη διάταξη του άρθρου 484 ΚΠΔ, η εσφαλμένη εκτίμηση πραγματικών περιστατικών. Επομένως, μετά την απόρριψη της αιτήσεως αναιρέσεως, πρέπει να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 16-11-2007 αίτηση του Χ1για αυτοπρόσωπη εμφάνισή του στο Συμβούλιο του Αρείου Πάγου. Και
Απορρίπτει την υπ' αριθμ.263/16-11-2007 αίτηση του ανωτέρω Χ1, για αναίρεση του υπ' αριθμ. 2120/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών . Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται στα διακόσια είκοσι (220) ευρώ .
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις % Ιουνίου 2008 Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 13 Ιουνίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
1594/2008 - σελ.28