Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Αοριστία λόγου αναιρέσεως, Απάτη, Βούλευμα παραπεμπτικό.
Περίληψη:
Αιτιολογίας επάρκεια. Επί παρα-πομπής για κακουργηματική απάτη κατά συναυτουργία και κατ’ εξακο-λούθηση, το βούλευμα έχει επαρκή αιτιολογία. Απορρίπτεται η αναίρεση
ΑΡΙΘΜΟΣ 1930/2007
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ΄ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη - Εισηγητή και Ανδρέα Τσόλια, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ρούσσο - Εμμανουήλ Παπαδάκη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 9 Οκτωβρίου 2007, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1. Χ1 και 2. Χ2 περί αναιρέσεως του υπ΄ αριθμ. 80/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ΄ αυτό, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 26 Μαρτίου 2007 (δύο) αιτήσεις τους αναιρέσεως, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 746/2007.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ρούσσος - Εμμανουήλ Παπαδάκης εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα με αριθμό 214/4.6.2007, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Φέρομεν ενώπιον του Δικαστηρίου υμών, συμφώνως με το άρθρον 485 παρ. 1 Κ.Π.Δ., τας παραδεκτώς, κατά τας διατάξεις των άρθρων 465 παρ. 1, 473 παρ. 1, 474 και 482 παρ. 1 ιδίου Κώδικος, ασκηθείσας υπό των κατηγορουμένων 1) Χ2 και 2) Χ1, από 26 Μαρτίου 2007 αιτήσεις αναιρέσεως, κατά του υπ΄αριθμ. 80/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών και εκθέτομεν τα εξής:
Ι. Δια του πληττομένου βουλεύματος απερρίφθησαν κατ΄ουσίαν αι εφέσεις των ανωτέρω κατηγορουμένων κατά του υπ΄αριθμ. 1729/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών και επεκυρώθη το βούλευμα τούτο, που τους παρέπεμψεν εις το ακροατήριον δια να δικασθούν δι΄απάτην κατά συναυτουργίαν και κατ΄εξακολούθησιν, εκ της οποίας το περιουσιακόν όφελος και η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνουν συνολικώς το ποσόν των 73.000 ευρώ (άρθρον 386 παρ. 1 και 3 στοιχ. β΄ Π.Κ.). Κατά του βουλεύματος τούτου παραπονούνται ήδη οι αναιρεσείοντες, προβάλλοντες τον υπό του άρθρου 484 παρ. 1 στοιχ. δ΄ Κ.Π.Δ. λόγον της ελλείψεως ειδικής αιτιολογίας.
ΙΙ. ΄Ελλειψις της απαιτουμένης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας του παραπεμπτικού βουλεύματος, η οποία ιδρύει τον υπό του άρθρου 484 παρ. 1 στοιχ. δ΄ Κ.Π.Δ. προβλεπόμενον λόγον αναιρέσεως, υπάρχει όταν εις το βούλευμα του Συμβουλίου δεν εκτίθενται με πληρότητα, σαφήνειαν και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκρισιν ή προανάκρισιν σχετικώς με την αποδιδομένην εις τον κατηγορούμενον αξιόποινον πράξιν, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και αι σκέψεις με τας οποίας έκρινεν, ότι υπάρχουν αποχρώσαι ενδείξεις ενοχής δια την παραπομπήν του κατηγορουμένου εις το ακροατήριον (Α.Π. 572/2005 Π Λογ 2005 σελ. 521 κ.ά.).
ΙΙΙ. Εκ της διατάξεως του άρθρου 386 παρ. 1 Π.Κ. προκύπτει, ότι προς στοιχειοθέτησιν του εγκλήματος της απάτης απαιτείται: α) σκοπός του δράστου να αποκομίση ο ίδιος ή άλλος παράνομον περιουσιακόν όφελος, όχι δε και πραγματοποίησις του οφέλους αυτού, β) εν γνώσει παράστασις ψευδών γεγονότων ως αληθών ή αθέμιτος απόκρυψις ή παρασιώπησις αληθών, εκ της οποίας παρεπλανήθη άλλος και γ) βλάβη ξένης περιουσίας, τελούσης εις αιτιώδη συνάφειαν με τας παραπλανητικάς ενεργείας ή παραλείψεις (Α.Π. 587/2006, 2415/2005 Ποιν Χρ ΝΖ΄σελ. 57, Ποιν Δικ 2006 σελ. 671 αντιστ. κ.ά.). Περαιτέρω κατά την παρ. 3 εδ. β΄ ιδίου άρθρου 386, όπως αντικατεστάθη δι΄άρθρου 14 παρ. 4 ν.1721/1999, η απάτη προσλαμβάνει κακουργηματικόν χαρακτήρα, εάν το περιουσιακόν όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει συνολικώς το ποσόν των 73.000 ευρώ (Α.Π. 2415/2005 ενθ΄ανωτ. κ.ά.).
IV. Εις την προκειμένην περίπτωσιν το Συμβούλιον Εφετών, που εξέδωσε το πληττόμενον βούλευμα, εδέχθη κατά την ανέλεγκτον περί πραγμάτων κρίσιν του, ότι από την εκτίμησιν των αναφερομένων αποδεικτικών στοιχείων, ήτοι καταθέσεων μαρτύρων και πολιτικώς ενάγοντος, εγγράφων της δικογραφίας, απολογιών κατηγορουμένων και υπομνημάτων αυτών, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Οι κατηγορούμενοι στην Αθήνα κατά το χρονικό διάστημα από αρχές Ιουνίου 2000 μέχρι την 18-1-2001 από κοινού ενεργώντας και κατόπιν συναπόφασης, με περισσότερες από μια πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, με σκοπό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος, έβλαψαν ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη με την εν γνώσει τους παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, το δε περιουσιακό όφελος τους ως και η προξενηθείσα ζημία είναι ιδιαίτερα μεγάλη, υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 25.000.000 δρχ. (=73.000 ευρώ), και συγκεκριμένα με τον προαναφερθέντα σκοπό, έβλαψαν την περιουσία του εγκαλούντος Ψ1 παριστάνοντας εν γνώσει ψευδώς σ' αυτόν ότι η Χ1 είναι στέλεχος Υπουργείου και ασχολείται με τις επιδοτήσεις των επιχειρήσεων, ότι λόγω των γνώσεων της και της εμπειρίας της στα θέματα αυτά μπορούσε να του συντάξει οικονομοτεχνική μελέτη για ένα νέο κυλινδρόμυλο που ήθελε ο εγκαλών να εξοπλίσει, προκειμένου να τον λειτουργήσει στην ...... Βοιωτίας, ότι λόγω των πολλών γνωριμιών της με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα θα μπορούσε να μεσολαβήσει, προκειμένου να λάβει ο εγκαλών επιχορηγήσεις-επιδοτήσεις ποσού 100.000.000 δρχ. για τον καινούργιο κυλινδρόμυλο που δεν είχε θέσει ακόμα σε λειτουργία και 210.000.000 δρχ. για τον παλιό κυλινδρόμυλο, που ήδη λειτουργούσε, ότι σύντομα η μελέτη θα ήταν έτοιμη, ότι με την υποβολή της στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες θα έπαιρνε ο εγκαλών τις ανωτέρω επιδοτήσεις από τα κοινοτικά προγράμματα, ότι για να επιτευχθεί αυτό θα έπρεπε να "λαδώσει" η Χ1 τους γνωστούς, που είχε, διότι ναι μεν είχε ο εγκαλών τις προϋποθέσεις για να λάβει τις επιδοτήσεις, αλλά είχε δυσμενείς και χαμηλούς τζίρους και ότι έπρεπε να κάνουν κάποιοι τα "στραβά μάτια" για να παρακαμφθούν οι δυσκολίες και να λάβει ο εγκαλών γρήγορα τις επιδοτήσεις αυτές, ότι μεταξύ των γνωριμιών της είναι και ο πρώην Υπουργός Χ2 και άλλοι κυβερνητικοί παράγοντες, ότι τις επιδοτήσεις θα τις έπαιρνε σε δύο δόσεις, ότι έπρεπε ο εγκαλών να καταβάλει κάποια ποσά για "λάδωμα", ότι ήταν εύκολο να βρει αρκετά χρήματα ως δάνειο μέσω leasing από την Α.Τ.Ε., όπου η Χ1 είχε πολλές γνωριμίες, ότι μέσω των μηχανημάτων που ο εγκαλών είχε ήδη προμηθευτεί για τη λειτουργία του νέου κυλινδρόμυλου και κάποιων παλαιών μηχανημάτων που είχε στον παλιό κυλινδρόμυλο, θα αγόραζε αυτόν τον εξοπλισμό, τον οποίο θα τον χρηματοδοτούσε με leasing η ΑΤΕ και έτσι θα έπαιρνε έμμεσο δάνειο αρκετά χρήματα και θα είχε να της δώσει να πληρώσει τα ανωτέρω στελέχη, ότι κάποια χρήματα (150.000 δρχ.) από το δάνειο που αυτός θα έπαιρνε θα έπρεπε να τα δώσει σε κάποιον υπάλληλο της ΑΤΕ leasing, για να προωθήσει το θέμα της εκταμίευσης του δανείου και κάποια άλλα χρήματα (135.000 δρχ.) απαιτούντο για έξοδα λήψης του δανείου και μάλιστα η Χ1 εντός του χρονικού διαστήματος από τον Σεπτέμβριο του 2000 μέχρι τον Νοέμβριο του 2000, προκειμένου να πείσει τον εγκαλούντα ότι όλα έβαιναν καλώς, εμφανίσθηκε στις επιχειρήσεις του εγκαλούντος στους κυλινδρόμυλους μαζί με τον Γ1, τον οποίο τον συνέστησε ως ανώτερο στέλεχος του Υπουργείου και εκτιμητή, ο οποίος μάλιστα κυκλοφορούσε με αυτοκίνητο, που έφερε κρατικές πινακίδες και μια άλλη κυρία αγνώστων στοιχείων ταυτότητας και διαβεβαίωναν τον εγκαλούντα ότι ήταν ανώτερο κυβερνητικό στέλεχος σε Υπουργείο, και έτσι έπεισαν τον εγκαλούντα: Α) να καταβάλει: 1) στην Χ1: την υπ'αριθμ. ...... επιταγή της Ε.Τ.Ε., ποσού 500.000 δρχ., με ημερομηνία πληρωμής ......, την υπ'αριθμ. ....... επιταγή της Ε.Τ.Ε., ποσού 500.000 δρχ. με ημερομηνία πληρωμής ...... και την υπ'αριθμ. ....... επιταγή της Ε.Τ.Ε., ποσού 190.000 δρχ., με ημερομηνία πληρωμής ....., και σε μετρητά την ....... 500.000 δρχ. και την ....... 400.000 δρχ., 2) στον Χ2: Την ...... 200.000 δρχ. σε μετρητά και την ....... 200.000 δρχ. σε μετρητά, Β) να εγχειρίσει στην Χ1 μια επιταγή της Τράπεζας Εργασίας του πελάτη του Β1, ποσού 1.000.000 δρχ. με ημερομηνία πληρωμής ......., την υπ'αριθμ. ...... λευκή επιταγή της Ε.Τ.Ε., την οποία η τελευταία συμπλήρωσε με ποσό 7.500.000 δρχ. και ημερομηνία ......, την υπ'αριθμ. ....... λευκή επιταγή της ΕΤΕ, την οποία η τελευταία συμπλήρωσε με ποσό 1.000.000 δρχ. και ημερομηνία πληρωμής ......., και την υπ'αριθμ. ...... λευκή επιταγή της ΕΤΕ, την οποία η τελευταία συμπλήρωσε με ποσό 2.731.200 δρχ. Γ) να υπογράψει την ....... για λογαριασμό της εταιρίας "..........ΟΕ" την υπ'αριθμ. ......... σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, με την οποία θα ελάμβανε έμμεσο δάνειο συνολικού ποσού 52.614.888 δρχ. και να καταβάλει στην Χ1: α) την ........ 150.000 δρχ. (αρ. εμβάσματος ......), β) την ....... 135.000 δρχ., για δωροδοκία υπαλλήλου της ΑΤΕ, από την οποία θα έπαιρνε το δάνειο και έξοδα δανείου αντίστοιχα, γ) την ........ 9.000.000 δρχ., ποσό που ο εγκαλών της κατέβαλε αμέσως μετά την εκταμίευση της πρώτης δόσης του δανείου, δ) την ........ 200.000 δρχ., την ...... 50.000 δρχ. και την ......... 325.000 δρχ., για δωροδοκία υπαλλήλων της Α.Τ.Ε. για προώθηση του δανείου του, ε) την ........ 15.000.000 δρχ., ποσό που ο εγκαλών της κατέβαλε μετά την εκταμίευση της δεύτερης δόσης του δανείου του και στ) την ........ 10.430.000 δρχ., ποσό που της κατέβαλε μετά την εκταμίευση της τελευταίας δόσης του δανείου του.
Όμως, οι κατηγορούμενοι γνώριζαν την αναλήθεια όλων των ανωτέρω, που παρέστησαν στον εγκαλούντα, ότι η Χ1 δεν ήταν στέλεχος Υπουργείου, ότι δεν ασχολείτο με τις επιδοτήσεις των επιχειρήσεων, ότι δεν είχε γνώση και εμπειρία στα θέματα αυτά, ότι δεν μπορούσε να συντάξει οικονομοτεχνική μελέτη για τον κυλινδρόμυλο, που ήθελε ο εγκαλών να εξοπλίσει και να λειτουργήσει στην ....... Βοιωτίας, ότι ο εγκαλών δεν εδικαιούτο επιδοτήσεων ότι η Χ1 δεν ηδύνατο να μεσολαβήσει μέσω γνωριμιών της με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα, για να λάβει ο εγκαλών επιχορηγήσεις-επιδοτήσεις ύψους 310.000.000 δρχ., αλλά είχαν σκοπό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος και έβλαψαν έτσι την περιουσία του εγκαλούντος κατά τον προαναφερόμενο τρόπο, αποσπώντας του χρήματα και επιταγές, και το συνολικό όφελος τους ως και η προξενηθείσα στον εγκαλούντα ζημία που είναι ιδιαίτερα μεγάλη, υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ και ανέρχονται στο ποσό των 146.503,89 ευρώ (=49.921.200 δρχ.), απέβλεψαν δε με τις παραπάνω μερικότερες πράξεις τους να προσπορίσουν στον εαυτό τους το ανωτέρω χρηματικό ποσό με αντίστοιχη ζημία του εγκαλούντος.
V. Mε αυτά που εδέχθη το Συμβούλιον Εφετών διέλαβεν εις το πληττόμενον βούλευμα την απαιτουμένην ειδικήν και εμπεριστατωμένην αιτιολογίαν δια το προαναφερθέν έγκλημα, αφού εκθέτει εις το εν λόγω βούλευμά του, με πληρότητα, σαφήνειαν και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκρισιν, σχετικώς με την ανωτέρω αξιόποινον πράξιν, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τας σκέψεις με τας οποίας έκρινεν, ότι υπάρχουν αποχρώσαι ενδείξεις ενοχής δια την παραπομπήν των κατηγορουμένων εις το ακροατήριον. Ειδικώτερον α) εκτίθεται η συναυτουργική τέλεσις υπό του αναιρεσείοντος Χ2, της εν γνώσει των παραστάσεως προς τον εγκαλούντα των προαναφερθέντων ψευδών γεγονότων ως αληθών και β) δεν απητείτο να αναφερθή, εάν τα χρηματικά ποσά των ανωτέρω επιταγών, που εξεδόθησαν υπό του εγκαλούντος, επληρώθησαν εις τους κατηγορουμένους υπό των πληρωτριών Τραπεζών, δεδομένου ότι η επιταγή αποτελεί μέσον πληρωμής (Ν. Δελούκα, Αξιόγραφα έκδ. 3η, σελ. 229) και είναι αβάσιμοι αι σχετικαί αιτιάσεις των αναιρεσειόντων.
Συνεπώς είναι αβάσιμος ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.
Κατ΄ακολουθίαν αυτών πρέπει να απορριφθούν αι υπό κρίσιν αιτήσεις αναιρέσεως και να καταδικασθή έκαστος των αναιρεσειόντων εις τα δικαστικά έξοδα εκ 220 ευρώ.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Προτείνομεν: Ι. Να απορριφθούν αι από 26 Μαρτίου 2007 αιτήσεις αναιρέσεως των 1) Χ2 και 2) Χ1 , κατά του υπ΄αριθμ. 80/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
ΙΙ. Να καταδικασθή έκαστος των αναιρεσειόντων εις τα δικαστικά έξοδα εκ 220 ευρώ. Αθήνα 6 Μαΐου 2007Ο Αντεισαγγελεύς του Αρείου ΠάγουΑνδρέας Ι. Ζύγουρας
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι κρινόμενες 86/ 26-3-2007 και 85/26-3-2007 αιτήσεις αναιρέσεως των 1) Χ1 και 2) Χ2, αντίστοιχα, στρεφόμενες κατά του 80/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με το οποίο απορρίφθηκαν κατ'ουσίαν οι εφέσεις αυτών κατά του 1729/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών και επικυρώθηκε το βούλευμα αυτό, που τους παρέπεμψε στο ακροατήριο για να δικασθούν για απάτη κατά συναυτουργία και κατ'εξακολούθηση, εκ της οποίας το περιουσιακό όφελος και η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνουν συνολικώς το ποσόν των 73.000 ευρώ (άρθρο 386 παρ. 1 και 3 στοιχ. β' Π.Κ), έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως και από πρόσωπα που δικαιούνται προς τούτο και κατά βουλεύματος υποκειμένου σε αναίρεση, γι΄αυτό και πρέπει να συνεκδικασθούν, ως συναφείς και να γίνουν τυπικά δεκτές. Κατά το άρθρο 386 παρ.1 ΠΚ, όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας άλλον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν η ζημία που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης απαιτούνται: α) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, χωρίς να είναι αναγκαία η πραγμάτωση του οφέλους, β) εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, από τα οποία, ως παραγωγό αιτία, παραπλανήθηκε κάποιος σε πράξη ή παράλειψη ή ανοχή και γ) βλάβη ξένης, κατά το αστικό δίκαιο, περιουσίας, η οποία να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη. Περαιτέρω, μετά την αντικατάσταση της παρ.3 του άρθρου 386 του ΠΚ με το άρθρο 14 παρ.4 του ν. 2721/1999, η απάτη προσλαμβάνει κακουργηματικό χαρακτήρα και στην περίπτωση κατά την οποία το παράνομο περιουσιακό όφελος που επιδίωξε ο δράστης, ή η αντίστοιχη συνολική ζημία που προκλήθηκε, υπερβαίνει το ποσό των 25.000.000 δρχ ( 73.000 ευρώ). Περαιτέρω, η απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως του βουλεύματος, κατά το άρθρο 484 παρ.1 στοιχ. δ' ΚΠοινΔ, υπάρχει όταν περιέχονται σε αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση ή την προανάκριση, και θεμελιώνουν την ύπαρξη επαρκών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου για το έγκλημα για το οποίο ασκήθηκε ποινική δίωξη, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν τα περιστατικά και, τέλος, οι σκέψεις και οι συλλογισμοί, βάσει των οποίων το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι από τα περιστατικά αυτά προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, ικανές να στηρίξουν την κατηγορία. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό του βουλεύματος, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να μνημονεύονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατ' είδος, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα. Ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους, ούτε απαιτείται να προσδιορίζεται ποιο βαρύνει περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης. Απαιτείται μόνο να προκύπτει, ότι το συμβούλιο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε, για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης, όλα τα αποδεικτικά στοιχεία και όχι κατ' επιλογή μερικά εξ αυτών. Στην προκείμενη περίπτωση, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το προσβαλλόμενο βούλευμά του, με επιτρεπτή αναφορά του στην ενσωματωμένη σ' αυτό πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών και μετά από την εκτίμηση και την αξιολόγηση των αναφερομένων σ' αυτό κατ' είδος αποδεικτικών μέσων (καταθέσεις μαρτύρων και πολιτικώς ενάγοντος, έγγραφα της δικογραφίας, απολογίες κατηγορουμένων και υπομνήματα αυτών), δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι, από την εκτίμηση των αναφερομένων αποδεικτικών στοιχείων, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι κατηγορούμενοι, στην Αθήνα, κατά το χρονικό διάστημα από αρχές Ιουνίου 2000 μέχρι την 18-1-2001, από κοινού ενεργώντας και κατόπιν συναπόφασης, με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, με σκοπό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος, έβλαψαν ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη με την εν γνώσει τους παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών, το δε περιουσιακό όφελος τους ως και η προξενηθείσα ζημία είναι ιδιαίτερα μεγάλη, υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 25.000.000 δρχ. (=73.000 ευρώ), και συγκεκριμένα με τον προαναφερθέντα σκοπό, έβλαψαν την περιουσία του εγκαλούντος Ψ1, παριστάνοντας εν γνώσει ψευδώς σ' αυτόν ότι, η Χ1 είναι στέλεχος Υπουργείου και ασχολείται με τις επιδοτήσεις των επιχειρήσεων, ότι, λόγω των γνώσεών της και της εμπειρίας της στα θέματα αυτά, μπορούσε να του συντάξει οικονομοτεχνική μελέτη για ένα νέο κυλινδρόμυλο που ήθελε ο εγκαλών να εξοπλίσει, προκειμένου να τον λειτουργήσει στην ........ Βοιωτίας, ότι, λόγω των πολλών γνωριμιών της με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα, θα μπορούσε να μεσολαβήσει, προκειμένου να λάβει ο εγκαλών επιχορηγήσεις-επιδοτήσεις ποσού 100.000.000 δρχ. για τον καινούργιο κυλινδρόμυλο που δεν είχε θέσει ακόμα σε λειτουργία και 210.000.000 δρχ. για τον παλιό κυλινδρόμυλο, που ήδη λειτουργούσε, ότι σύντομα η μελέτη θα ήταν έτοιμη, ότι, με την υποβολή της στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, θα έπαιρνε ο εγκαλών τις ανωτέρω επιδοτήσεις από τα κοινοτικά προγράμματα, ότι για να επιτευχθεί αυτό θα έπρεπε να "λαδώσει" η Χ1 τους γνωστούς, που είχε, διότι ναι μεν είχε ο εγκαλών τις προϋποθέσεις για να λάβει τις επιδοτήσεις, αλλά είχε δυσμενείς και χαμηλούς τζίρους και ότι έπρεπε να κάνουν κάποιοι τα "στραβά μάτια" για να παρακαμφθούν οι δυσκολίες και να λάβει ο εγκαλών γρήγορα τις επιδοτήσεις αυτές, ότι μεταξύ των γνωριμιών της είναι και ο πρώην Υπουργός Χ2 και άλλοι κυβερνητικοί παράγοντες, ότι τις επιδοτήσεις θα τις έπαιρνε σε δύο δόσεις, ότι έπρεπε ο εγκαλών να καταβάλει κάποια ποσά για "λάδωμα", ότι ήταν εύκολο να βρει αρκετά χρήματα ως δάνειο μέσω leasing από την Α.Τ.Ε., όπου η Χ1 είχε πολλές γνωριμίες, ότι, μέσω των μηχανημάτων που ο εγκαλών είχε ήδη προμηθευτεί για τη λειτουργία του νέου κυλινδρόμυλου και κάποιων παλαιών μηχανημάτων που είχε στον παλιό κυλινδρόμυλο, θα αγόραζε αυτόν τον εξοπλισμό, τον οποίο θα τον χρηματοδοτούσε με leasing η ΑΤΕ και έτσι θα έπαιρνε έμμεσο δάνειο αρκετά χρήματα και θα είχε να της δώσει να πληρώσει τα ανωτέρω στελέχη, ότι κάποια χρήματα (150.000 δρχ.) από το δάνειο που αυτός θα έπαιρνε θα έπρεπε να τα δώσει σε κάποιον υπάλληλο της ΑΤΕ leasing, για να προωθήσει το θέμα της εκταμίευσης του δανείου και κάποια άλλα χρήματα (135.000 δρχ.) απαιτούντο για έξοδα λήψης του δανείου και μάλιστα η Χ1 εντός του χρονικού διαστήματος από τον Σεπτέμβριο του 2000 μέχρι τον Νοέμβριο του 2000, προκειμένου να πείσει τον εγκαλούντα ότι όλα έβαιναν καλώς, εμφανίσθηκε στις επιχειρήσεις του εγκαλούντος στους κυλινδρόμυλους μαζί με τον Γ1, τον οποίο τον συνέστησε ως ανώτερο στέλεχος του Υπουργείου και εκτιμητή, ο οποίος μάλιστα κυκλοφορούσε με αυτοκίνητο, που έφερε κρατικές πινακίδες και μια άλλη κυρία αγνώστων στοιχείων ταυτότητας και διαβεβαίωναν τον εγκαλούντα ότι ήταν ανώτερο κυβερνητικό στέλεχος σε Υπουργείο, και έτσι έπεισαν τον εγκαλούντα: Α) να καταβάλει: 1) στην Χ1: την υπ'αριθμ. ...... επιταγή της Ε.Τ.Ε., ποσού 500.000 δρχ., με ημερομηνία πληρωμής......., την υπ'αριθμ. ........ επιταγή της Ε.Τ.Ε., ποσού 500.000 δρχ. με ημερομηνία πληρωμής ....... και την υπ'αριθμ. ...... επιταγή της Ε.Τ.Ε., ποσού 190.000 δρχ., με ημερομηνία πληρωμής ......., και σε μετρητά την ...... 500.000 δρχ. και την ....... 400.000 δρχ., 2) στον Χ2: Την ...... 200.000 δρχ. σε μετρητά και την ...... 200.000 δρχ. σε μετρητά, Β) να εγχειρίσει στην Χ1 μια επιταγή της Τράπεζας Εργασίας του πελάτη του Β1, ποσού 1.000.000 δρχ. με ημερομηνία πληρωμής ......, την υπ'αριθμ. ....... λευκή επιταγή της Ε.Τ.Ε., την οποία η τελευταία συμπλήρωσε με ποσό 7.500.000 δρχ. και ημερομηνία ......., την υπ'αριθμ. ..... λευκή επιταγή της ΕΤΕ, την οποία η τελευταία συμπλήρωσε με ποσό 1.000.000 δρχ. και ημερομηνία πληρωμής ......., και την υπ'αριθμ....... λευκή επιταγή της ΕΤΕ, την οποία η τελευταία συμπλήρωσε με ποσό 2.731.200 δρχ. Γ) να υπογράψει την ...... για λογαριασμό της εταιρίας ".......... ΟΕ" την υπ'αριθμ. ........ σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, με την οποία θα ελάμβανε έμμεσο δάνειο συνολικού ποσού 52.614.888 δρχ. και να καταβάλει στην Χ1: α) την ..... 150.000 δρχ. (αρ. εμβάσματος .......), β) την ....... 135.000 δρχ., για δωροδοκία υπαλλήλου της ΑΤΕ, από την οποία θα έπαιρνε το δάνειο και έξοδα δανείου αντίστοιχα, γ) την ......... 9.000.000 δρχ., ποσό που ο εγκαλών της κατέβαλε αμέσως μετά την εκταμίευση της πρώτης δόσης του δανείου, δ) την ...... 200.000 δρχ., την ...... 50.000 δρχ. και την ........ 325.000 δρχ., για δωροδοκία υπαλλήλων της Α.Τ.Ε. για προώθηση του δανείου του, ε) την ...... 15.000.000 δρχ., ποσό που ο εγκαλών της κατέβαλε μετά την εκταμίευση της δεύτερης δόσης του δανείου του και στ) την ....... 10.430.000 δρχ., ποσό που της κατέβαλε μετά την εκταμίευση της τελευταίας δόσης του δανείου του. Όμως, οι κατηγορούμενοι γνώριζαν την αναλήθεια όλων των ανωτέρω, που παρέστησαν στον εγκαλούντα, ότι η Χ1 δεν ήταν στέλεχος Υπουργείου, ότι δεν ασχολείτο με τις επιδοτήσεις των επιχειρήσεων, ότι δεν είχε γνώση και εμπειρία στα θέματα αυτά, ότι δεν μπορούσε να συντάξει οικονομοτεχνική μελέτη για τον κυλινδρόμυλο, που ήθελε ο εγκαλών να εξοπλίσει και να λειτουργήσει στην ...... Βοιωτίας, ότι ο εγκαλών δεν εδικαιούτο επιδοτήσεων, ότι η Χ1 δεν ηδύνατο να μεσολαβήσει μέσω γνωριμιών της με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα, για να λάβει ο εγκαλών επιχορηγήσεις - επιδοτήσεις ύψους 310.000.000 δρχ., αλλά είχαν σκοπό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος και έβλαψαν έτσι την περιουσία του εγκαλούντος κατά τον προαναφερόμενο τρόπο, αποσπώντας του χρήματα και επιταγές, και το συνολικό όφελός τους ως και η προξενηθείσα στον εγκαλούντα ζημία, που είναι ιδιαίτερα μεγάλη, υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ και ανέρχονται στο ποσό των 146.503,89 ευρώ (=49.921.200 δρχ.), απέβλεψαν δε με τις παραπάνω μερικότερες πράξεις τους να προσπορίσουν στον εαυτό τους το ανωτέρω χρηματικό ποσό με αντίστοιχη ζημία του εγκαλούντος.
Με βάση τα πιο πάνω περιστατικά, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών έκρινε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή των αναιρεσειόντων κατηγορουμένων στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, για να δικασθούν για απάτη κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση, της οποίας το περιουσιακό όφελος και η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει συνολικά το ποσόν των 73.000 ευρώ (άρθρον 386 παρ. 1 και 3 στοιχ. β' Π.Κ, όπως η παράγραφος 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ.4 του Ν. 2721/1999). Ακολούθως το Συμβούλιο Εφετών απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμες τις εφέσεις των αναιρεσειόντων κατά του πρωτοδίκου 1729/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών. Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση και στοιχειοθετούν τις αποδιδόμενες στους κατηγορούμενους - αναιρεσείοντες πιο πάνω αξιόποινες πράξεις και από τα οποία συνήγαγε την κρίση για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων των αξιόποινων αυτών πράξεων, τις αποδείξεις από τις οποίες πείστηκε ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένων - αναιρεσειόντων στο ακροατήριο, καθώς και τις σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1α, 27 παρ.1, 45, 98, και 386 παρ.1,3β του ΠΚ, όπως ισχύουν, τις οποίες ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε και ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε με ασαφείς και αντιφατικές αιτιολογίες ή με άλλο τρόπο. Για την πληρότητα δε της πιο πάνω αιτιολογίας δεν υπήρχε ανάγκη να διαληφθούν και τα αναφερόμενα στην αίτηση επί πλέον στοιχεία. Ειδικότερα: 1) δεν απαιτείτο να αναφερθεί, εάν τα χρηματικά ποσά των ανωτέρω επιταγών, που εκδόθηκαν από τον εγκαλούντα, πληρώθηκαν στους κατηγορουμένους από τις πληρώτριες Τραπεζες, δεδομένου ότι η επιταγή ενσωματώνει χρηματική αξία και αποτελεί μέσο πληρωμής και, συνεπώς , είναι αβάσιμη η περί του αντιθέτου μοναδική αιτίαση της αναιρεσείουσας Χ1, 2) Οι προβαλλόμενες από τον αναιρεσείοντα Χ2 αιτιάσεις, ότι "ουδόλως αιτιολογείται με το προσβαλλόμενο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών η παραπομπή του αναιρεσείοντος για την κακουργηματική πράξη", για την οποία παραπέμπεται και ότι, "όλες οι αναφορές, που υπάρχουν στο σκεπτικό της Εισαγγελικής πρότασης περί ψευδών παραστάσεων και γεγονότων, που έπεισαν τον μηνυτή να προβεί σε χρηματικές καταβολές, είναι αποκλειστικά για την συγκατηγορουμένη του Χ2", είναι, επίσης, αβάσιμες. Σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών ως αποδειχθέντα, όπως αυτά πιο πάνω έχουν εκτεθεί, και οι δύο κατηγορούμενοι - αναιρεσείοντες, από κοινού ενεργώντας και κατόπιν συναπόφασης, κατ' εξακολούθηση και με σκοπό να αποκομίσουν παράνομο περιουσιακό όφελος, έβλαψαν την περιουσία του εγκαλούντος Ψ1, παριστάνοντας εν γνώσει ψευδώς, όσα πιο πάνω λεπτομερώς αναφέρονται και, συνεπώς, στο προσβαλλόμενο βούλευμα εκτίθεται με πληρότητα και σαφήνεια η συναυτουργική τέλεση και από τον αναιρεσείοντα Χ2 της πράξεως της κακουργηματικής απάτης. Επομένως, ο από τη διάταξη του άρθρου 484 στοιχ. δ ΚΠΔ μοναδικός λόγος των συνεκδικαζομένων αιτήσεων αναιρέσεως, της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Ακολούθως, πρέπει οι κρινόμενες αιτήσεις να απορριφθούν και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα (583 παρ.1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τις 86/26-3-2007 και 85/26-3-2007 αιτήσεις αναιρέσεως των 1) Χ2, και 2) Χ1, αντίστοιχα, στρεφόμενες κατά του 80/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ για τον καθένα.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 23 Οκτωβρίου 2007. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα, στις 30 Οκτωβρίου 2007.
Ο AΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ