Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Βούλευμα παραπεμπτικό, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία.
Περίληψη:
Παράβαση αρ. 66 παρ. 2 στοιχ. β περ β΄ και 3 εδ. β Ν. 2121/1993. 1) Έλλειψη αιτιολογίας, 2) Εσφαλμένη εφαρμογή ποινικής διάταξης. Απορρίπτει αναίρεση.
ΑΡΙΘΜΟΣ 470/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη και Ιωάννη Παπουτσή - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασιλείου Μαρκή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 4 Δεκεμβρίου 2007, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 2506/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 9 Φεβρουαρίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 273/2007.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασίλειος Μαρκής, εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου με αριθμό 248/20.6.07, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Εισάγω ενώπιον του Δικαστηρίου σας , σύμφωνα με το άρθρο 485 παρ., 1 Κ.Π.Δ., την υπ'αριθμ. 25/2007 αίτηση αναίρεσης του κατηγορουμένου Χ1 και εκθέτω τα ακόλουθα:
Το Συμβούλιο Πλημ/κών Αθηνών με το υπ'αριθμ. 725/2006 βούλευμα του, παρέπεμψε τον κατηγορούμενο στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών , για να δικασθεί για την αξιόποινη πράξη της παραβάσεως του άρθρου 66 παρ. 2 στοιχ. Β'περιπτ. β'και 3εδ.β'του Ν. 2121/1993. Μετά από έφεση που άσκησε ο κατηγορούμενος κατά του βουλεύματος αυτού, εκδόθηκε το προσβαλλόμενο βούλευμα, με το οποίο απορρίφθηκε κατ' ουσία η κριθείσα έφεση και επικυρώθηκε το εκκληθέν. Το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών επιδόθηκε στον κατηγορούμενο στις .... (δειτ. σχετικό αποδεικτικό ) και η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε στις 9-2-2007 ενώπιον του γραμματέα του Ποινικού Τμήματος του Εφετείου Αθηνών . Είναι συνεπώς αυτή νομότυπη και εμπρόθεσμη (άρθρα 473 παρ.1 και 474παρ. 1 Κ:Π.Δ.)και περιέχει συγκεκριμένους λόγους αναίρεσης , ήτοι α) της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (άρθρο 484 παρ. 1δ ΚΠΔ), και β) της εσφαλμένης εφαρμογής της ουσιαστικής διάταξης που εφαρμόσθηκε στο βούλευμα (άρθρο 484 παρ. 1β ΚΠΔ). Είναι λοιπόν παραδεκτή η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και πρέπει να ερευνηθούν οι προβαλλόμενοι λόγοι αναίρεσης. Κατά τη διάταξη του άρθρο 66 παρ. 2 β'περιπτ.β " Με την ίδια ποινή (της παραγράφου 1 ) τιμωρείται όποιος κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου ή διατάξεων των κυρωμένων με νόμο διεθνών συμβάσεων για την προστασία συγγενικών δικαιωμάτων προβαίνει στις ακόλουθες πράξεις:(Β περιπτ. β') "Χωρίς την άδεια των παραγωγών φωνογραφημάτων (παραγωγών υλικών φορέων ήχου ) προβαίνει σε διανομή στο κοινό των ως άνω υλικών φορέων ή κατέχει με σκοπό διανομής. Περαιτέρω κατά την παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου "Αν το όφελος που επιδιώχθηκε ή η ζημία που απειλήθηκε από τις πράξεις των παραγράφων 1 και 2 είναι ιδιαίτερα μεγάλη , επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή 2 έως 10 εκατομμυρίων δραχμών . Αν ο υπαίτιος τελεί τις παραπάνω πράξεις κατ'επάγγελμα (ή σε εμπορική κλίμακα) ή αν οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες έγινε η πράξη μαρτυρούν ότι ο υπαίτιος είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας ή των συγγενικών δικαιωμάτων , επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι 10 ετών και χρηματική ποινή 5 έως 20 εκατομμυρίων δραχμών.....Θεωρείται ότι η πράξη έχει τελεσθεί κατ'επάγγελμα και όταν ο δράστης έχει καταδικασθεί για αδικήματα του παρόντος άρθρου ή για παράβαση των διατάξεων περί πνευματικής ιδιοκτησίας που ίσχυαν πριν απ'αυτό με αμετάκλητη απόφαση σε ποινή στερητική της ελευθερίας...". Για τον προσδιορισμό δε της κατ' επάγγελμα τελέσεως των εγκλημάτων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 66 του Ν. 2121/1993, λαμβάνεται υπ'όψη όχι μόνο η διάταξη του άρθρου 66 παρ. 3, αλλά και εκείνη του άρθρου 13 εδ. στ'του Π.Κ., κατά την οποία κατ' επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης ή από την υποδομή που είχε διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης της πράξης, προκύπτει σκοπός του δράστη για πορισμό εισοδήματος (ΑΠ 865/2003 Π.Χρ.ΝΔ/212).
Εξάλλου το παραπεμπτικό βούλευμα έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία , η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 484 παρ.1 στοιχ. δ'του ιδίου Κώδικα, όταν αναφέρονται σ'αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση για τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν ,καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες κρίθηκε ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακραατήριο .Δεν απαιτείται δε για την πληρότητα της αιτιολογίας του βουλεύματος η χωριστή αναφορά καθενός αποδεικτικού στοιχείου σε συνδυασμό με το τι αποδείχθηκε από το καθένα, αλλά αρκεί η γενική αναφορά τους στο σύνολο του είδους τους. Η μη ορθή εκτίμηση των αποδείξεων από το Συμβούλιο, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχέτισης δεν συνιστά λόγο αναίρεσης από τους περιοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο 484 παρ. 1 ΚΠΔ, καθ' όσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του Συμβουλίου . Η επιβαλλόμενη από τις παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ αιτιολογία γίνεται δεκτό ότι υπάρχει και όταν το Συμβούλιο αναφέρεται εξ ολοκλήρου στην ενσωματωμένη στο βούλευμα εισαγγελική πρόταση, αφού η τελευταία αποτελεί τμήμα του ίδιου βουλεύματος και το Συμβούλιο αποδέχεται όλα τα διαλαμβανόμενα σ'αυτή, με την προϋπόθεση ότι εκτίθενται στην πρόταση με σαφήνεια και πληρότητα τα προκύψαντα από την ανάκριση ή προανάκριση πραγματικά περιστατικά, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνάγονται αυτά και οι σκέψεις και οι συλλογισμοί που στηρίζουν την παραπεμπτική κρίση, με την οποία συντάσσεται και η κρίση του Συμβουλίου, ώστε θα ήταν άσκοπη και τυπολατρική η επανάληψη από το Συμβούλιο των ιδίων περιστατικών, αποδείξεων και συλλογισμών (ΑΠ 865/2003 Π.Χρ. ΝΔ/212 και ΑΠ 501/2006 Π.Χρ.ΜΖ/39). Η αιτιολογία προκειμένου περί βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών , επιτρεπτώς γίνεται και με αναφορά στην πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών και δι'αυτής στο πρωτόδικο βούλευμα και την ενσωματωμένη σ' αυτό εισαγγελική πρόταση (ΑΠ 1138/2004, ΑΠ 1566/98 Π.Χρ.ΜΘ'/907). Ακόμη εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν ο δικαστής δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε στη διάταξη που εφαρμόσθηκε (ΑΠ 747/2000 Π.Χρ.ΝΑ/69).
Στην προκειμένη περίπτωση το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών με καθολική αναφορά στην ενσωματωμένη στο προσβαλλόμενο βούλευμα πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών και δι' αυτής στο πρωτόδικο βούλευμα και στην ενσωματωμένη σ' αυτό πρόταση το οικείου Εισαγγελέα , δέχθηκε τα ακόλουθα: Στην προκειμένη περίπτωση, από το αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας και ειδικώτερα απο τις καταθέσεις των μαρτύρων και από τα έγγραφα, σε συνδυασμό προς την απολογία του εκκαλούντα κατηγορουμένου, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στο γραφείο του Τμήματος Δημόσιας Ασφάλειας της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Αθηνών είχαν περιέλθει πληροφορίες ότι σε υπόγειο διαμέρισμα επί της οδού ... αρ... στην .... διαμένει έγχρωμος αλλοδαπός , ο οποίος αποθηκεύει εκεί και διακινεί μεγάλο αριθμό κλεψίτυπων ψηφιακών δίσκων (CD), σε έρευνα δε που έγινε σ'αυτό , την 19-5-04 και ώρα 16.10', βρέθηκαν 9.200 ψηφιακοί δίσκοι, οι οποίοι περιείχαν το ηχητικό (μουσικό) περιεχόμενο διαφόρων νόμιμα παραχθέντων ψηφιακών δίσκων των εταιρειών ΑΛΦΑ ΡΕΚΟΡΝΤΣ ΑΕ, BMG, CHART RECORDS, EROS MUSIC A.E, HEAVEN MUSIC AE, LEGEND AE, LYRA, MBI, MINOS EMI AE, NITRO MUSIC, SONY MUSIC ENTERTAINMENT AE, UNIVERSAL MUSIC AE, V2, VASIPAR, BERTZIN EPE, WARNER MUSIC GREECE AE, καθώς και συλλογές με μουσικές εκτελέσεις που είχαν νόμιμα παραχθεί από διάφορες εταιρείες , χωρίς την άδεια των παραπάνω εταιρειών - παραγωγών των περιεχομένων στους ως άνω υλικούς φορείς φωνογραφημάτων, ειδικότερα δε οι 9.200 κλεψίτυποι ψηφιακοί δίσκοι που βρέθηκαν, αναφέρονται λεπτομερώς ανά καλλιτέχνη, τίτλο , εταιρεία παραγωγής και ποσότητα τεμαχίων στο προσβαλλόμενο βούλευμα. Οι ως άνω ψηφιακοί δίσκοι κατασχέθηκαν και παραδόθηκαν υπό μεσεγγύηση στον υπάλληλο της 'Ένωσης Ελλήνων Παραγωγών Ηχογραφημάτων (ΕΕΠΗ) Γ1.Επίσης , εντός του ως άνω διαμερίσματος βρέθηκε και ένα σχολικό τετράδιο χρώματος μπλε στις σελίδες του οποίου αναγράφεται πλήθος αριθμών και πράξεων και είναι προφανώς τετράδιο παραγγελιών κλεψίτυπων ψηφιακών δίσκων, η ύπαρξη δε του ως άνω τετραδίου καθιστά σαφές ότι ο κάτοχός του είχε διοχετεύσει στην αγορά νωρίτερα και άλλους κλεψίτυπους ψηφιακούς δίσκους , πλην βεβαίως αυτών που κατασχέθηκαν και ότι μοναδικός σκοπός του κατόχου των κατασχεθέντων ήταν αυτός της διανομής τους. Κάτοχοι του διαμερίσματος, κατά την 19-5-2004 , που βρέθηκαν εντός αυτού οι κλεψίτυποι ψηφιακοί δίσκοι και το τετράδιο παραγγελιών, ήταν ο εκκαλών Χ1, σύμφωνα με το από ...... μισθωτήριο συμφωνητικό κατοικίας μεταξύ της ιδιοκτήτριας εκμισθώτριας αυτού Ζ1 και του εκκαλούντα για δύο έτη από 1-12-2001 έως 30-11-03 και κατόπιν σιωπηρής παράτασης της μίσθωσης από 30-11-03 και εφεξής, σύμφωνα με την από 3-7-2004 κατάθεση της Ζ1, ενώ τυγχάνει εντελώς αναπόδεικτος ο ισχυρισμός του εκκαλούντα ότι, αφού από 26-6-03 μίσθωσε ένα διαμέρισμα επί της οδού .... αριθμ..... , όπου μεταφέρθηκε μετά της συζύγου του την 8-7-03 και διαμένουν σ' αυτό , εγκατέλειψε το διαμέρισμα της οδού .... αριθμ..... και χρήση αυτού έκανε πλέον από τότε ο συμπατριώτης του Δ1 αγνώστων λοιπών στοιχείων , κατόπιν παρακλήσεώς του , με τον οποίο συμφώνησε να καταβάλει αυτός πλέον το μίσθωμα μέσω Τραπέζης , όπως καταβαλόταν και από αυτόν, δεδομένου ότι ο εκκαλών δεν ενημέρωσε σχετικά την ιδιοκτήτρια του διαμερίσματος Ζ1 , όπως θα έπρεπε να πράξει , εφόσον εγκατέλειψε το διαμέρισμα και δεν κατέβαλε πλέον αυτός το μίσθωμα , ενώ αναφέρει αόριστα το όνομα Δ1 , χωρίς όμως περισσότερα στοιχεία και πληροφορίες για το άτομο αυτό. Κατόπιν των ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι κάτοχος του διαμερίσματος και των κλεψίτυπων ψηφιακών δίσκων που βρέθηκαν σ' αυτό ήταν ο εκκαλών, ο οποίος δρούσε κατ' επάγγελμα , καθόσον από την υποδομή που είχε διαμορφώσει με πρόθεση επανειλημμένης δράσης και ειδικότερα από τον πολύ μεγάλο αριθμό ψηφιακών δίσκων που είχαν αναπαραχθεί χωρίς την άδεια των παραγωγών τους, που βρέθηκαν στην κατοχή του με προφανή σκοπό την διανομή τους, από την ιδιαίτερα μεγάλη οικονομική τους αξία , από το γεγονός ότι είχε μισθώσει και διατηρούσε διαμέρισμα πολυκατοικίας ως αποθηκευτικό χώρο των άνω ψηφιακών δίσκων , ενώ ο ίδιος διέμενε οικογενειακώς σε άλλη οικία επί της οδού ... αρ. .. στην ..., και το γεγονός ότι τηρούσε ειδικό τετράδιο παραγγελιών των κλεψίτυπων ψηφιακών δίσκων και από το γεγονός ότι, όπως ο ίδιος ομολογεί , έχει καταδικασθεί στο παρελθόν σε φυλάκιση 15 ημερών για παράβαση του Ν.2121/93, προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος και καθίσταται σαφές ότι είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτηαίας και των συγγενικών δικαιωμάτων.
Κατόπιν των ανωτέρω εκτεθέντων στοιχειοθετείται πλήρως σε βάρος του εκκαλούντα Χ1 το αδίκημα της παραβάσεως του αρθρ.66 παρ. 2β'περ .β'και 3 β'Ν.2121/93, όπως η παρ. 2 αρ.66 αντικ. με αρ. 81 παρ. 10 Ν.3057/02 και ορθώς το προσβαλλόμενο βούλευμα, υιοθετώντας την Εισαγγελική πρόταση, κατέληξε σε παραπεμπτική κρίση σε βάρος του και πρέπει ως εκ τούτου η υπό κρίση έφεσή του να απορριφθεί ως και κατ'ουσία αβάσιμη, να επικυρωθεί το προσβαλλόμενο βούλευμα και να του επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα , εκ 210 Ευρώ, κατ' ανάλογη εφαρμογή αρ.583 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως αντικ. με αρ. 55παρ. 1 Ν.3160/03.
Με αυτά που δέχθηκε, ως άνω, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σ' αυτό, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ενεργηθείσα κυρία ανάκριση και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του ως άνω αδικήματος για το οποίο διώχθηκε και παραπέμφθηκε ο αναιρεσείων, οι αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα προκύψαντα πραγματικά περιστατικά στις πιο πάνω ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφάρμοσε. Ο ισχυρισμός δε του αναιρεσείοντος ότι θα πρέπει για να θεωρηθεί η πράξη της παραβάσεως του άρθρου 66 παρ. 2β περιπτ. β'και 3 β του Ν. 2121/93 ως τελεσθείσα σε βαθμό κακουργήματος , η ζημία που απειλήθηκε ή το όφελος που επιδιώχθηκε να είναι ιδιαίτερα μεγάλα, δεν έχει έρεισμα στο νόμο , αφού η ιδιαίτερα μεγάλη ζημία ή το ιδιαίτερα μεγάλο όφελος αποτελούν επιβαρυντική περίπτωση με αυτοτελή κύρωση και μάλιστα τιμωρούμενη με φυλάκιση δύο ετών και χρηματική ποινή 2 έως 10 εκατομμυρίων δραχμών (άρθρο 66 παρ. 3 Ν.2121/1993). Η πράξη δε των παραγράφων 1 και 2 , με ή χωρίς τις επιβαρυντικές αυτές περιπτώσεις , διώκονται και τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος όταν γίνονται κατ' επάγγελμα , καθώς και με την προϋπόθεση που διαγράφει η παράγραφος 3 εδ. β'του ιδίου Νόμου.
Επομένως οι από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β'και δ'του ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως με τους οποίους προβάλλεται το αντίθετο, είναι αβάσιμοι. Οι άλλες αιτιάσεις που περιλαμβάνονται στην αναίρεση , είτε ευθέως , είτε υπό την επίφαση των ανωτέρω λόγων αναιρέσεως, πλήττουν την επί της ουσίας κρίση του Συμβουλίου Εφετών και είναι ως εκ τούτου απορριπτέες, ως απαράδεκτες. Μετά ταύτα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα.
Για τους λόγους αυτούς----------------Προτείνω: Να απορριφθεί ως αβάσιμη η υπ'αριθμ.25/2007 αίτηση αναιρέσεως του κατηγορουμένου Χ1 , κατά του υπ'αριθμ. 2506/06 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα.
Αθήνα 15-5-2007
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Νικόλαος Μαύρος
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Το παραπεμπτικό βούλευμα έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. δ' του ίδιου Κώδικα, όταν αναφέρονται σ' αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση για τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες κρίθηκε ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Δεν απαιτείται δε για την πληρότητα της αιτιολογίας του βουλεύματος η χωριστή αναφορά καθενός αποδεικτικού στοιχείου σε συνδυασμό με το τι αποδείχθηκε από το καθένα, αλλά αρκεί η γενική αναφορά τους στο σύνολο του είδους τους. Η μη ορθή εκτίμηση των αποδείξεων από το Συμβούλιο, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχέτισης δεν συνιστά λόγο αναίρεσης από τους περιοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο 484 παρ. 1 ΚΠΔ, καθ' όσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του Συμβουλίου. Η επιβαλλόμενη από τις παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ αιτιολογία γίνεται δεκτό ότι υπάρχει και όταν το Συμβούλιο αναφέρεται εξ ολοκλήρου στην ενσωματωμένη στο βούλευμα εισαγγελική πρόταση, αφού η τελευταία αποτελεί τμήμα του ίδιου βουλεύματος και το Συμβούλιο αποδέχεται όλα τα διαλαμβανόμενα σ' αυτή, με την προϋπόθεση ότι εκτίθενται στην πρόταση με σαφήνεια και πληρότητα τα προκύψαντα από την ανάκριση ή προανάκριση πραγματικά περιστατικά, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνάγονται αυτά και οι σκέψεις και οι συλλογισμοί που στηρίζουν την παραπεμπτική κρίση, με την οποία συντάσσεται και η κρίση του Συμβουλίου, ώστε θα ήταν άσκοπη και τυπολατρική η επανάληψη από το Συμβούλιο των ίδιων περιστατικών, αποδείξεων και συλλογισμών. Περαιτέρω, εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υφίσταται όταν ο δικαστής αποδίδει σ' αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει, όταν δικαστής δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, που αποτελεί λόγο αναιρέσεως, κατά το άρθρα 510 παρ.1 στοιχ.Ε'και 484 παρ. 1 στοιχ. β' ΚΠΔ, υπάρχει και όταν η παράβαση γίνεται εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της απόφασης ή του βουλεύματος, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Αρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε του βούλευμα στερείται νόμιμης βάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο βούλευμα, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, που το εξέδωσε, έκρινε ότι το Πρωτοβάθμιο Δικαστικό Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών, ορθώς αποφάνθηκε ότι προέκυπταν σοβαρές ενδείξεις σε βάρος του αναιρεσείοντος, για την πράξη της παράβασης του άρθρου 66 παρ. 2, στοιχ. β, περίπτ. Β' και 3 εδ. Β' του Ν. 2121/1993 και τον παρέπεμψε συνακόλουθα ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών για να δικασθεί ως υπαίτιος της πράξης αυτής και απέρριψε την εκ μέρους του αναιρεσείοντος ασκηθείσα έφεση. Ειδικότερα, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με καθολική αναφορά στην ενσωματωμένη στο βούλευμα πρόταση του Εισαγγελέα, δέχθηκε ότι, από το αποδεικτικό υλικό της δικογραφίας και ειδικότερα από τις καταθέσεις των μαρτύρων και από τα έγγραφα, σε συνδυασμό προς την απολογία του εκκαλούντος κατηγορουμένου, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στο γραφείο του Τμήματος Δημόσιας Ασφάλειας της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Αθηνών είχαν περιέλθει πληροφορίες ότι, σε υπόγειο διαμέρισμα επί της οδού ... αρ. .., στην ....., διαμένει έγχρωμος αλλοδαπός, ο οποίος αποθηκεύει εκεί και διακινεί μεγάλο αριθμό κλεψίτυπων ψηφιακών δίσκων (CD), σε έρευνα δε που έγινε σ' αυτό, την 19-5-04 και ώρα 16.10', βρέθηκαν 9.200 ψηφιακοί δίσκοι, οι οποίοι περιείχαν το ηχητικό (μουσικό) περιεχόμενο διαφόρων νόμιμα παραχθέντων ψηφιακών δίσκων των εταιρειών ΑΛΦΑ ΡΕΚΟΡΝΤΣ ΑΕ, ΒΜG, CHART RECORDS, EROS MUSIC A.E., HEAVEN MUSIC AE, LEGEND AE, LYRA, MBI, MINOS EMI AE, NITRO MUSIC, SONY MUSIC ENTERTAINMENT AE, UNIVERDAL MUSIC AE, V2, VASIPAR, BERTZIN EPE, WARNER MUSIC GREECE AE, καθώς και συλλογές με μουσικές εκτελέσεις που είχαν νόμιμα παραχθεί από διάφορες εταιρείες, χωρίς την άδεια των παραπάνω εταιρειών - παραγωγών των περιεχομένων στους ως άνω υλικούς φορείς φωνογραφημάτων, ειδικότερα δε οι 9.200 κλεψίτυποι ψηφιακοί δίσκοι που βρέθηκαν, αναφέρονται λεπτομερώς ανά καλλιτέχνη, τίτλο, εταιρεία παραγωγής και ποσότητα τεμαχίων στο προσβαλλόμενο βούλευμα. Οι ως άνω ψηφιακοί δίσκοι κατασχέθηκαν και παραδόθηκαν υπό μεσεγγύηση στον υπάλληλο της Ενωσης Ελλήνων Παραγωγών Ηχογραφημάτων (ΕΕΠΗ) Γ1. Επίσης, εντός του ως άνω διαμερίσματος, βρέθηκε και ένα σχολικό τετράδιο, χρώματος μπλε, στις σελίδες του οποίου αναγράφεται πλήθος αριθμών και πράξεων και είναι προφανώς τετράδιο παραγγελιών κλεψίτυπων ψηφιακών δίσκων, η ύπαρξη δε του ως άνω τετραδίου καθιστά σαφές ότι ο κάτοχός του είχε διοχετεύσει στην αγορά νωρίτερα και άλλους κλεψίτυπους ψηφιακούς δίσκους, πλην βεβαίως αυτών που κατασχέθηκαν και ότι μοναδικός σκοπός του κατόχου των κατασχεθέντων ήταν αυτός της διανομής τους. Κάτοχος του διαμερίσματος, κατά την 19-5-2004, που βρέθηκαν εντός αυτού οι κλεψίτυποι ψηφιακοί δίσκοι και το τετράδιο παραγγελιών, ήταν ο εκκαλών Χ1, σύμφωνα με το από ...... μισθωτήριο συμφωνητικό κατοικίας μεταξύ της ιδιοκτήτριας εκμισθώτριας αυτού Ζ1 και του εκκαλούντα, για δύο έτη, από 1-12-2001 έως 30-11-03 και κατόπιν σιωπηρής παράτασης της μίσθωσης από 30-11-03 και εφεξής, σύμφωνα με την από 3-7-2004 κατάθεση της Ζ1, ενώ τυγχάνει εντελώς αναπόδεικτος ο ισχυρισμός του εκκαλούντα ότι, αφού από 26-6-03 μίσθωσε ένα διαμέρισμα, επί της οδού ... αριθμ. ..., όπου μεταφέρθηκε μετά της συζύγου του την 8-7-03 και διαμένουν σ' αυτό, εγκατέλειψε το διαμέρισμα της οδού .... αριθμ. ... και χρήση αυτού έκανε πλέον από τότε ο συμπατριώτης του Δ1, αγνώστων λοιπών στοιχείων, κατόπιν παρακλήσεώς του, με τον οποίο συμφώνησε να καταβάλει αυτός πλέον το μίσθωμα μέσω Τραπέζης, όπως καταβαλλόταν και από αυτόν, δεδομένου ότι ο εκκαλών δεν ενημέρωσε σχετικά την ιδιοκτήτρια του διαμερίσματος Ζ1, όπως θα έπρεπε να πράξει, εφόσον εγκατέλειψε το διαμέρισμα και δεν κατέβαλε πλέον αυτός το μίσθωμα, ενώ αναφέρει αόριστα το όνομα Δ1, χωρίς όμως περισσότερα στοιχεία και πληροφορίες για το άτομο αυτό. Κατόπιν των ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι κάτοχος του διαμερίσματος και των κλεψίτυπων ψηφιακών δίσκων που βρέθηκαν σ' αυτό ήταν ο εκκαλών, ο οποίος δρούσε κατ' επάγγελμα, καθόσον από την υποδομή που είχε διαμορφώσει με πρόθεση επανειλημμένης δράσης και ειδικότερα από τον πολύ μεγάλο αριθμό ψηφιακών δίσκων που είχαν αναπαραχθεί χωρίς την άδεια των παραγωγών τους, που βρέθηκαν στην κατοχή του με προφανή σκοπό τη διανομή τους, από την ιδιαίτερα μεγάλη οικονομική τους αξία, από το γεγονός ότι είχε μισθώσει και διατηρούσε διαμέρισμα πολυκατοικίας ως αποθηκευτικό χώρο των άνω ψηφιακών δίσκων, ενώ ο ίδιος διέμενε οικογενειακώς σε άλλη οικία, επί της οδού .... αρ. .., στην ..., και το γεγονός ότι τηρούσε ειδικό τετράδιο παραγγελιών των κλεψίτυπων ψηφιακών δίσκων και από το γεγονός ότι, όπως ο ίδιος ομολογεί, έχει καταδικασθεί στο παρελθόν σε φυλάκιση 15 ημερών για παράβαση του ν. 2121/93, προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος και καθίσταται σαφές ότι είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων".
Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του, την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτό, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τη διενεργηθείσα κύρια ανάκριση και τα οποία συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του ως άνω αδικήματος, για το οποίο κρίθηκε παραπεμπτέος ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους νομικούς συλλογισμούς, με τους οποίους υπήγαγε αυτά στην εφαρμοσθείσα ποινική διάταξη (άρθρ. 66 παρ. 2 στοιχ. Β περ. Β και 3 εδ. Β' του Ν. 2121/93) την οποία ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου. Ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος, ότι, για να θεωρηθεί η πράξη της παραβάσεως του άρθρου 66 παρ. 2β περ. β' και 3β του Ν. 2121/1993 ότι τελέστηκε σε βαθμό κακουργήματος, θα έπρεπε η ζημία που απειλήθηκε ή το όφελος που επιδιώχθηκε να είναι ιδιαίτερα μεγάλα, δεν βρίσκει στήριγμα στο νόμο διότι, η ιδιαίτερα μεγάλη ζημία ή το ιδιαίτερα μεγάλο όφελος, αποτελούν επιβαρυντική περίπτωση με ιδιαίτερη (αυτοτελή) κύρωση, αυτών εκείνης της ποινής της φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών και της χρηματικής ποινής δύο (2) έως δέκα (10) εκατομμυρίων δραχμών (άρθ. 66 παρ. 3 εδ. α Ν. 2121/1993). Οι πράξεις δε των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 66 του ως άνω νόμου, με ή χωρίς τις επιβαρυντικές αυτές περιπτώσεις, διώκονται και τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος, όταν γίνονται κατ' επάγγελμα, καθώς και με την προϋπόθεση που διαγράφει η παράγραφος 3 εδ. β του άρθρου 66 του ως άνω νόμου, δηλαδή "όταν ο δράστης έχει καταδικασθεί για αδικήματα του παρόντος άρθρου... με αμετάκλητη απόφαση σε ποινή στερητική της ελευθερίας", προϋποθέσεις που, σύμφωνα με το προσβαλλόμενο βούλευμα, συνέτρεξαν εν προκειμένω. Επομένως, οι από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. Β' και Δ' του Κ.Π.Δ. μοναδικοί λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους προβάλλονται αντίθετες αιτιάσεις, πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμοι. Μετά από αυτά και ενόψει του ότι οι άλλες αιτιάσεις που περιέχονται στην αναίρεση, είτε ευθέως, είτε υπό την επίφαση των ανωτέρω λόγων, πλήττουν απαραδέκτως την επί της ουσίας κρίση του Συμβουλίου Εφετών, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη η ένδικη αίτηση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (αρ. 583 παρ. 1 Κ.Π.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την υπ' αρ. 25/9.2.2007 αίτηση του Χ1(......), για αναίρεση του υπ' αρ. 2506/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 15 Ιανουαρίου 2008. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 26 Φεβρουαρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ