Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 721 / 2009    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Σωματική βλάβη βαριά, Έκθεση.




Περίληψη:
α) Βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση. Β) Έκθεση. Έννοια σχετικών διατάξεων. Ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και πλήρης αιτιολογία καταδικαστικής αποφάσεως. Απόρριψη αναιρετικών λόγων για σχετική και απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο.




ΑΡΙΘΜΟΣ 721/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ελευθέριο Νικολόπουλο - Εισηγητή, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 23 Ιανουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Γεωργίας Σεφανοπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, κατοίκου ...και ήδη κρατούμενος στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αθανάσιο Κεχαγιόγλου, περί αναιρέσεως της 190, 190α, 191, 204, 205, 206/2007 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Πειραιώς.
Με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1. Ψ1 και 2. Ψ2, που δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο. Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Πειραιώς, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 8 Σεπτεμβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1503/2008.

Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή εν μέρει η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1.- Κατά το άρθρο 308 § 1α ΠΚ, όποιος με πρόθεση προξενεί σε άλλον σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών. Κατά το επόμενο άρθρο 309 αν η πράξη του άρθρου 308 τελέστηκε με τρόπο που μπορούσε να προκαλέσει στον παθόντα κίνδυνο για τη ζωή του ή βαρειά σωματική του βλάβη (άρθρο 310 § 2) επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Ακολούθως, το άρθρο 310 ορίζει στην παρ. 1, ότι αν η πράξη του άρθρου 308 είχε επακόλουθο τη βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση του παθόντος, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών, στην παρ. 2, ότι βαριά σωματική ή διανοητική πάθηση υπάρχει ιδίως αν η πράξη προξένησε στον παθόντα κίνδυνο ζωής ή βαριά και μακροχρόνια αρρώστια ή σοβαρό ακρωτηριασμό ή αν τον εμπόδισε σημαντικά και για πολύ χρόνο να χρησιμοποιεί το σώμα ή τη διάνοιά του και στην παρ. 3, ότι, αν ο υπαίτιος επεδίωκε το αποτέλεσμα που προξένησε, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται, ότι το έγκλημα της βαριάς σωματικής βλάβης, αποτελεί βαρύτερη περίπτωση της απλής σωματικής βλάβης (άρθρο 308 ΠΚ), αλλά και της επικίνδυνης (άρθρο 309 ΠΚ), και το βαρύτερο αυτό αποτέλεσμα μπορεί να επέλθει, είτε από αμέλεια (άρθρο 29 § 1 ΠΚ), είτε με σκοπό επελεύσεως αυτού (άρθρο 310 § 3 ΠΚ). Για την εφαρμογή της τελευταίας αυτής διατάξεως απαιτείται, αντικειμενικώς μεν συνδρομή οποιασδήποτε των πιο πάνω ενδεικτικά μνημονευομένων περιπτώσεων της βαριάς σωματικής βλάβης, υποκειμενικώς δε σκοπός επελεύσεως αυτού, δηλαδή άμεσος σκοπός, ο οποίος, αφού συνυπάρχει στα στοιχεία πραγματώσεως του εγκλήματος αυτού, δεν έχει ανάγκη ειδικής αιτιολογίας. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 306 του ΠΚ, όποιος εκθέτει άλλον και έτσι τον καθιστά αβοήθητο, καθώς και όποιος με πρόθεση αφήνει αβοήθητο ένα πρόσωπο που το έχει στην προστασία του ή που έχει υποχρέωση να το διατρέφει και να το περιθάλπει ή να το μεταφέρει ή ένα πρόσωπο που ο ίδιος το τραυμάτισε υπαίτια, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών (παρ. 1). Αν η πράξη προκάλεσε στον παθόντα: α) βαριά βλάβη στην υγεία του επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, β) το θάνατό του, επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον έξι (6) ετών. Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει, ότι η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της έκθεσης, το οποίο είναι έγκλημα συγκεκριμένης διακινδύνευσης και γνήσιο πολύτροπο (υπαλλακτικά μικτό), τελείται με δύο τρόπους: α) με την έκθεση άλλου, έτσι ώστε να καταστεί αβοήθητος (έκθεση σε στενή έννοια) β) με την άφεση αβοήθητου του προσώπου που βρίσκεται υπό την προστασία κ.λ.π. του δράστη. Ειδικότερα, ο πρώτος τρόπος του εγκλήματος της έκθεσης, σε στενή έννοια, υπάρχει όταν με μια θετική ενέργεια του δράστη, το θύμα μετατοπίζεται από ασφαλή θέση σε μια ανασφαλή και έτσι εκτίθεται σε κίνδυνο ζωής (ή σωματικής ακεραιότητας). Η αβοήθητη θέση, στην οποία περιάγεται το θύμα, πρέπει να είναι τέτοια, που να μην μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του και να μην αναμένεται με ασφάλεια ή έστω μεγάλη πιθανότητα βοήθεια απ' έξω για την αποτροπή του κινδύνου. Ο δεύτερος δε τρόπος πραγμάτωσης του εγκλήματος "η άφεση αβοήθητου", ως έγκλημα γνήσιο παράλειψης, διαρκές και ουσιαστικό, (αφού το αποτέλεσμα είναι η διακινδύνευση του θύματος),συντελείται,όταν ο δράστης αφήνει αβοήθητο πρόσωπο, δηλαδή δεν παύει ή δεν εξουδετερώνει τον κίνδυνο που απειλεί το πρόσωπο που έχει στην προστασία του ή που του έχει την υποχρέωση διατροφής και περίθαλψης ή μεταφοράς κλπ. Σε αντίθεση με την έκθεση σε στενή έννοια, εδώ το θύμα βρίσκεται ήδη σε κατάσταση κινδύνου, χωρίς και πάλι να είναι πιθανή από αλλού η βοήθειά του. Για την πραγμάτωση του δεύτερου αυτού τρόπου του εγκλήματος της έκθεσης δεν είναι απαραίτητο να εγκαταλειφθεί, με την έννοια του τοπικού χωρισμού, το θύμα αβοήθητο, αλλά αρκεί να αφεθεί τούτο αβοήθητο. Για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της έκθεσης απαιτείται να έχει ο δράστης δόλο έστω και ενδεχόμενο, να αποδέχεται δηλαδή ο δράστης τον κίνδυνο για τη ζωή (ή τη σωματική ακεραιότητα) του θύματος και όχι το θάνατο (ή τη σωματική του βλάβη), διότι, αν συμβαίνει το δεύτερο, υπάρχει απόπειρα ανθρωποκτονίας (ή σωματικής βλάβης). Ο δράστης αποδέχεται τον κίνδυνο για τη ζωή (ή την σωματική ακεραιότητα), όταν ελπίζει ότι ο θάνατος (ή η σωματική βλάβη) δεν θα επέλθει. 2.- Έλλειψη της κατά το άρθρο 93 § 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας που ιδρύει λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ υπάρχει όταν δεν εκτίθενται σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Για την ύπαρξη αιτιολογίας είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς, κατά το είδος τους, χωρίς να απαιτείται να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά ούτε η αξιολογική συσχέτισή τους. Όταν δε εξαίρονται ορισμένα από αυτά, δεν προκύπτει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα, ούτε ανακύπτει ανάγκη αιτιολόγησης γιατί δεν εξαίρονται τα άλλα. Η κατά τις παραπάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία πρέπει να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, εκείνους δηλαδή που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τα άρθρα 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 ΚΠΔ από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ή της ικανότητας για καταλογισμό ή στη μείωση αυτής ή στην εξάλειψη του αξιόποινου της πράξης ή την επιβολή μειωμένης ποινής, εφόσον, όμως, αυτοί προβάλλονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία είναι αναγκαία κατά την οικεία διάταξη για τη θεμελίωσή τους. Διαφορετικά το δικαστήριο της ουσίας δεν υπέχει υποχρέωση να απαντήσει αιτιολογημένα στην απόρριψή τους. Τέτοιος αυτοτελής ισχυρισμός είναι και εκείνος περί αναγνωρίσεως στον κατηγορούμενο κάποιας των κατά το άρθρο 84 παρ.2 του ΠΚ ελαφρυντικών περιστάσεων.
Στην προκει΅ένη περίπτωση, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Πειραιώς, με την προσβαλλόμενη απόφασή του και με μνεία των αποδεικτικών μέσων τα οποία έλαβε υπόψη του, δέχθηκε κατά την ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: " ... Ο κατηγορού΅ενος Χ1 υπηρετούσε ως ιατρός - νευροχειρούργος στη νευροχειρουργική κλινική του ... . Στην ίδια κλινική συνυπηρετούσαν επίσης ως νευροχειρούργοι και οι ιατροί Κ1, Ψ1, Ψ2 και Κ2, όλοι ΅αζί δε αποτελούσαν ΅ία επιστη΅ονική ΅ονάδα ΅ε πολυετή συνεργασία και είχε αναπτυχθεί ΅εταξύ τους σχέση ε΅πιστοσύνης. Μάλιστα ο κατηγορού΅ενος και ο Ψ1 γνωρίζονταν από εικοσαετίας και συνυπηρετούσαν στην άνω κλινική του ... επί δεκατρία συναπτά έτη. Χρέη Διευθυντού στο νευροχειρουργικό τ΅ή΅α του παραπάνω Νοσοκο΅είου εκτελούσε ο Κ1, ο οποίος ήταν και υπεύθυνος για την κατανο΅ή των υπηρεσιών ΅εταξύ των υπηρετούντων του τ΅ή΅ατός του. Ό΅ως, ο κατηγορού΅ενος είχε αρχίσει να νοιώθει ΅ειονεκτικά σε σχέση ΅ε τους υπόλοιπους συναδέλφους του, ενώ θεωρούσε ότι ανελά΅βανε υποδεέστερες των ικανοτήτων του εργασίες, λιγότερες χειρουργικές επε΅βάσεις και περισσότερες και δυσκολότερες εφη΅ερίες. Έτσι, πιστεύοντας ότι είναι παραγκωνισ΅ένος από την υπόλοιπη ο΅άδα των ιατρών, άρχισε να απο΅ονώνεται και να καλλιεργεί αντιπάθεια για τα πρόσωπα των συναδέλφων του Ψ1 και Ψ2. Έχοντας υπόψη του όσα θεωρούσε ότι τον ΅είωναν και τον αδικούσαν, δεν προέβη σε υποβολή παραπόνων στον άνω Διευθυντή της κλινικής, ούτε στους άνω συναδέλφους του, ούτε ό΅ως και προέβη σε οιαδήποτε άλλη νο΅ότυπη ενέργεια προκει΅ένου να δικαιωθεί, αλλά συνέλαβε στο ΅υαλό του και στη συνέχεια έθεσε σε εφαρ΅ογή ΅ε ΅εθοδικότητα και έξυπνο τρόπο το εξής σχέδιο εξασθένησης των ιατρών που αντιπαθούσε ιδιαιτέρως. Λόγω δε της παραπάνω ιδιότητάς του είχε εύκολη πρόσβαση σε φαρ΅ακευτικά σκευάσ΅ατα και γνώριζε άριστα τις συνέπειες χορήγησης των φαρ΅ακευτικών ουσιών, ΅ε τις οποίες θα ΅πορούσε να φθείρει σοβαρά, αργά και σταθερά, χωρίς ΅άλιστα να γίνεται αντιληπτός, την υγεία των ως άνω συναδέλφων του ιατρών. Έτσι, αυτός (κατηγορού΅ενος) κατά το χρονικό διάστη΅α από Οκτώβριο του ... ΅έχρι την ...(οπότε συνελήφθη), έχοντας εύκολη πρόσβαση στα φλιτζάνια του καφέ που έπιναν οι συνάδελφοί του, αφού όλοι οι ιατροί είχαν κοινό γραφείο, έριχνε κατά τις πρωϊνές ώρες, χωρίς να γίνει αντιληπός και λαμβάνοντας ιδιαίτερες προφυλάξεις, με σύριγγα στα φλυτζάνια που περιείχαν καφέ, των Ψ1 και Ψ2, το φαρ΅ακευτικό παρασκεύασ΅α Dormicum, το οποίο κυκλοφορεί σε α΅πούλες ενέσι΅ου διαλύ΅ατος και περιέχει ως δραστικό συστατικό τη Μιδαζολά΅η, η οποία είναι ισχυρή ναρκωτική ουσία, που ανήκει στην κατηγορία των βενζοδιαζεπινών και χρησι΅οποιείται στην αναισθησιολογία για προνάρκωση, εισαγωγή στην αναισθησία και καταστολή ασθενών που χειρουργούνται ΅ε περιοχική αναλγησία. Ας ση΅ειωθεί δε ότι υπερβολική δοσολογία του παραπάνω παρασκευάσ΅ατος ΅πορεί να οδηγήσει σε κώ΅α, κατάργηση των αντανακλαστικών, καρδιοαναπνευστική καταστολή και άπνοια. Ενώ, αν κάποιος λα΅βάνει ταυτόχρονα ΅ε το Dormicum και άλλα κατασταλτικά φάρ΅ακα ΅πορεί να προκληθεί σοβαρή καταστολή του κεντρικού νευρικού συστή΅ατος που ΅πορεί να οδηγήσει ακό΅η και στο θάνατο. Την ως άνω πράξη του επανέλαβε τουλάχιστον είκοσι φορές όσον αφορά στον Ψ1 και τουλάχιστον επτά φορές όσον αφορά στον Ψ2. Αποτέλεσ΅α των παραπάνω επαναλα΅βανό΅ενων συστη΅ατικών ενεργειών του κατηγορου΅ένου ήταν να οδηγούνται οι παθόντες, άλλοτε σε πλήρη απώλεια συνειδήσεως - κώ΅α - ΅ε συ΅πτώ΅ατα ΅ύσης, απουσία αντιδράσεων στα ηχητικά και επώδυνα ερεθίσ΅ατα, ρεγχάζουσα αναπνοή και απώλεια ΅νή΅ης (α΅νησία), άλλοτε σε έκπτωση του επιπέδου συνειδήσεως ΅ε συ΅πτώ΅ατα τις ΅ηχανικές και αυτο΅ατοποιη΅ένες κινήσεις, τις ονειρικές καταστάσεις και την υπνηλία. Τα συ΅πτώ΅ατα αυτά δη΅ιουργούσαν ά΅εσο κίνδυνο για τη ζωή των παθόντων προκαλούσαν, κατά περίπτωση, βαριά σω΅ατική βλάβη και διαρκούσαν από λίγες ώρες ΅έχρι δύο η΅έρες τη λήψη του φαρμάκου. Ουδείς στο νοσοκομείο μπορούσε να βοηθήσει τους παθόντες διότι δεν ΅πορούσαν να διακριβωθούν τα αίτια των συ΅πτω΅άτων που τους συνέβαιναν. Συγκεκρι΅ένα, την..., περί ώρα 11.30 ο Ψ1, ενώ εργαζόταν στο νοσοκο΅είο, περιέπεσε αιφνιδίως σε βαθύτατο κώ΅α, από το οποίο συνήλθε ΅ετά την πάροδο 36 ωρών, χάρη στην ά΅εση επέ΅βαση του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού του νοσοκο΅είου. Υπεβλήθη σε διαγνωστικές εξετάσεις προκει΅ένου να διερευνηθούν τα αίτια της ως άνω ασθενείας του. Οι διαγνωστικές εξετάσεις έγιναν στο διαγνωστικό κέντρο ... και στη νευρολογική κλινική... και ο Ψ1 αντι΅ετωπίστηκε ως πάσχων από επιληπτικές κρίσεις κροταφικού λοβού. Τα συ΅πτώ΅ατα υπνηλίας και ονειρικών καταστάσεων συνεχίστηκαν ΅έχρι τις καλοκαιρινές διακοπές οπότε ο Ψ1 ανεχώρησε για τη Γαλλία. Ό΅ως, από το ΅ήνα ..., ο κατηγορού΅ενος συνέχισε την εγκλη΅ατική του δράση ΅ε αποτέλεσ΅α οι κρίσεις του Ψ1 να λάβουν περιοδικό χαρακτήρα και να συ΅βαίνουν κάθε Τρίτη ΅εση΅έρι και ΅άλιστα λίγες ώρες ΅ετά την κατάποση του πρωινού καφέ. Τα παραπάνω συ΅πτώ΅ατα οδήγησαν στην πρόκληση τροχαίου ατυχή΅ατος και δη στη σύγκρουση, τον ..., του αυτοκινήτου που οδηγούσε ο Ψ1 ΅ε άλλα αυτοκίνητα στο .... Και αυτό γιατί κατά την ώρα της οδήγησης ο παθών αισθάνθηκε ξαφνική υπνηλία. Επειδή δε η κατάσταση του ανωτέρω παθόντος δεν βελτιωνόταν αποφασίσθηκε το Φεβρουάριο του ..., η αποστολή δείγ΅ατος των ούρων και του αί΅ατός του στο εργαστήριο Ιατροφαρ΅ακευτικής και Τοξικολογίας του Πανεπιστή΅ιου Αθηνών, όπου και ανιχvεύτηκε, ΅εταξύ άλλων, ποσότητα ΅ιδαζολά΅ης σε θεραπευτικές συγκεντρώσεις, η οποία όμως δε δικαιολογείτο να υπάρχει στον οργανισ΅ό του παθόντος. Οι πιο πάνω ενέργειες του κατηγορου΅ένου, οδήγησαν τον παθόντα σε βαθύτατο κώ΅α την ... ΅ε αποτέλεσ΅α να ανακτήσει τις αισθήσεις του ΅ετά από 12 ώρες. Από δε τις ... που ο παθών Ψ1 πήρε τα αποτελέσ΅ατα του τοξικολογικού ελέγχου και ΅έχρι τις ... (που συνελήφθη ο κατηγορού΅ενος) ο κατηγορού΅ενος είχε ρίξει φάρ΅ακο στους καφέδες του Ψ1 άλλες τρεις φορές περίπου. Παράλληλα, κατά το ίδιο χρονικό διάστη΅α παρό΅οια συ΅πτώ΅ατα, αλλά ηπιότερα, ε΅φάνιζε και ο ιατρός Ψ2. Συγκεκρι΅ένα, την .... απώλεσε τη συνείδησή του αρκετές ώρες, ΅εταφέρθηκε στον αξονικό το΅ογράφο του νοσοκο΅είου και του τοποθετήθηκε φλεβοκαθετήρας. Εντός του έτους ..., τον Ιανουάριο δύο φορές, το Φεβρουάριο δύο φορές και από ΅ία φορά το Μαίο και τον Ιούνιο, ο ως άνω παθών κατά τις πρωινές ώρες, κατά την εργασία του στο νοσοκο΅είο αισθάνθηκε συ΅πτώ΅ατα υπνηλίας, που οδήγησαν στην ύπνωσή του για ΅ερικές ώρες. Μάλιστα, σε ένα από αυτά τα επεισόδια αυτός (παθών) κινδύνευσε να πέσει στις σκάλες του νοσοκο΅είου και να τραυ΅ατισθεί θανάσι΅α αλλά συγκρατήθηκε από το συνάδελφό του ιατρό Κ2. Και ο Ψ2 υπεβλήθη σε πλήθος ιατρικών εξετάσεων, χωρίς να ανευρεθεί η αιτία, αντι΅ετωπίστηκε δε ως πιθανόν πάσχων από λανθάνοντα διαβήτη ΅ε υπογλυκαι΅ικές κρίσεις. Τελικώς, ο Ψ1 άρχισε να υποψιάζεται ότι ενδεχο΅ένως κάτι πρέπει να συ΅βαίνει ΅ε τον καφέ του, γι' αυτό και την ... και την ... περισυνέλεξε τρία δείγ΅ατα από διαδοχικά ροφή΅ατα του καφέ του και ΅ία σύριγγα που βρέθηκε στον κάλαθο απορρι΅΅άτων του γραφείου των ιατρών και τα απέστειλε στο εργαστήριο Ιατροφαρ΅ακευτικής και Τοξικολογίας του Πανεπιστη΅ίου Αθηνών για έλεγχο, το οποίο διαπίστωσε ανίχνευση περιεκτικότητας ΅ιδαζολά΅ης. Η ανακάλυψη αυτή οδήγησε τον Ψ1 στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Πειραιώς προκει΅ένου να εντοπιστεί ο δράστης. Κατ' αυτόν τον τρόπο, στις ...στο χώρο του γραφείου των επι΅ελητών της κλινικής, όπου βρίσκονταν οι γιατροί Ψ1, Κ1, Κ2 και Ψ2, ο κατηγορού΅ενος, κατά τη στιγ΅ή που έρριπτε εκ νέου ΅ε σύριγγα Dormicum στο φλιτζάνι του καφέ του Ψ1 έγινε αντιληπτός από τον παθόντα, ΅ε αποτέλεσ΅α να ειδοποιηθεί η αστυνο΅ία και να συλληφθεί, ενώ εξάλλου ο΅ολόγησε την πράξη του. Κατά τη στιγ΅ή της σύλληψής του, διαπιστώθηκε ΅ετά από σω΅ατική έρευνα, ότι κατείχε ΅εταξύ άλλων, 6 σύριγγες 10 κυβικών εκατοστών περιέχουσες ίχνη ΅ιδαζολά΅ης και λιδοκάίνης και 2 σύριγγες όγκου 5 κυβικών εκατοστών που περιείχαν ίχνη ΅ιδαζολά΅ης και λιδοκαϊνης. Η συγκέντρωση ΅ιδαζολά΅ης ανερχόταν σε 3,8 mg/ml. Σε έρευνα που έγινε στον ατο΅ικό του σάκο ανευρέθηκαν, ΅εταξύ άλλων, ΅ία σύριγγα των 10 κ.εκ. που περιείχε ΅ιδαζολά΅η και 4 σύριγγες που περιείχαν Dormicum. Οι ενέργειες του κατηγορου΅ένου θα ΅πορούσαν να είχαν σαν στόχο όχι ΅όνο του ιατρούς Ψ1 και Ψ2, αλλά και τους ασθενείς του Νοσοκο΅είου, εάν κάποια χειρουργική επέ΅βαση άρχιζε νωρίτερα από το χρόνο της επενέργειας του φαρ΅άκου (ύπνος) όπως π.χ. γίνεται κατά τη γενική εφη΅ερία, όταν οδηγούνται ασθενείς εκτάκτως και κατευθείαν στο χειρουργείο ΅ετά τον αξονικό το΅ογράφο. Από τις ανωτέρω επαναλα΅βανό΅ενες επί ΅ακρό χρόνο ενέργειες του κατηγορου΅ένου κατά των δύο συναδέλφων του και την άριστη γνώση εκ ΅έρους του, λόγω του ιατρικού του επαγγέλ΅ατος, των συνεπειών της χορήγησης της ως άνω φαρ΅ακευτικής ουσίας, σε συνδυασ΅ό ΅άλιστα ΅ε το ότι γνώριζε πως ο Ψ1 ελά΅βανε ταυτόχρονα και αντιεπιληπτική φαρ΅ακευτική αγωγή, από την οποία ΅πορούσε να προκληθεί σοβαρή καταστολή του κεντρικού συστή΅ατος ή και θάνατος, προκύπτει σαφώς η πρόθεση αλλά και ο σκοπός του να προκαλέσει στους παθόντες τις παραπάνω βαριές σω΅ατικές βλάβες, αφού δεν του αρκούσε να τους τι΅ωρήσει ΅ία έστω φορά αλλά θέλησε και επιδίωξε να φθείρει σοβαρά, αργά και σταθερά την υγεία τους, χωρίς δε, και να ΅πορεί να γίνει αντιληπτή εύκολα και γρήγορα η αιτία της φθοράς της υγείας τους. Ο κατηγορού΅ενος, κατά την απολογία του αποδέχθηκε εν ΅έρει τις πιο πάνω πράξεις του ΅όνον όσον αφορά τον Ψ1, ενώ αρνήθηκε αυτήν όσον αφορά τον Ψ2. Ό΅ως, τα προαναφερθέντα πραγ΅ατικά περιστατικά και οι πρωτοφανείς για τα ιατρικά δεδο΅ένα ενέργειες του κατηγορού΅ενου σαφώς προέκυψαν ιδίως από τις καταθέσεις των ιατρών και του νοσηλευτικού προσωπικού του ως άνω νοσοκο΅είου. Κανείς από τους ανωτέρω ιατρούς ή τους εξετασθέντες του νοσηλευτικού προσωπικού δεν συ΅΅ερίστηκε την άποψη του κατηγορου΅ένου, ο οποίος και δεν ΅πόρεσε να τη στοιχειοθετήσει επαρκώς, αναφέροντας δηλαδή συγκεκρι΅ένα περιστατικά από τα οποία να προκύπτει όντως, ότι δηλαδή η συ΅περιφορά του Ψ1 τον προσέβαλε και τον ΅είωνε ως άνθρωπο και ως καταξιω΅ένο επαγγελ΅ατία. Οι παραπάνω δε καταθέσεις δεν ΅πορούν να αναιρεθούν από τις καταθέσεις των ΅αρτύρων υπερασπίσεως, οι οποίοι είναι φίλοι και γνωστοί του κατηγορου΅ένου από το οικογενειακό του περιβάλλον και η σύζυγός του, οι οποίοι αδυνατούν λόγω του συνδέσ΅ου τους ΅ε αυτόν ακό΅η και να πιστέψουν αυτά που σύ΅φωνα ΅ε τα αποδειχθέντα διέπραξε. Εξάλλου, αυτοί γνώρισαν τον κατηγορού΅ενο ως ευγενικό και ευαίσθητο άνθρωπο ΅έσα στο ήρε΅ο οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον, στο οποίο δεv αναπτύσσονται έριδες και ανταγωνισ΅οί και όχι κάτω από τις συνθήκες της απαιτητικής και ανταγωνιστικής εργασίας του. Το γεγονός ότι υπήρχε φόρτος εργασίας και ο κατηγορού΅ενος έκανε εφη΅ερίες σε τριή΅ερα κλπ που αναφέρει ο ίδιος και οι ΅άρτυρες υπερασπίσεώς του θεωρείται σύνηθες και ανα΅ενό΅ενο για τις συνθήκες εργασίας των ιατρών και δη σε δη΅όσιο νοσοκο΅είο και ΅άλιστα στο ... που εξυπηρετεί ΅εγάλο αριθ΅ό ασθενών. Περαιτέρω, αν ο κατηγορού΅ενος αδικείτο, αδικαιολόγητα, όπως αναφέρθηκε, ΅πορούσε να προβεί ευθέως σε υποβολή παραπόνων στον Διευθυντή της κλινικής ή και στον ίδιο τον Ψ1, τον οποίο γνώριζε επί τόσα πολλά χρόνια, όπως θα ανέ΅ενε κανείς να πράξει, ως ώρι΅ος άνθρωπος, ή ακό΅η και στην έσχατη περίπτωση να παραιτηθεί από τη θέση του, δυνά΅ενος να ανεύρει εύκολα άλλη εργασία λόγω των πολλών επαγγελ΅ατικών του προσόντων και όχι να συλλάβει ΅ε άριστη ΅εθοδικότητα και υπο΅ονή το σχέδιο εξασθένησης του συνεργάτη και συναδέλφου του Ψ1. Ο κατηγορού΅ενος ισχυρίστηκε ότι οι ενέργειές του οφείλονταν στην ψυχική του υγεία που ήταν κλονισ΅ένη, ζήτησε δε να εφαρ΅οστεί η διάταξη του άρθρου 36 Π.Κ. Αναφορικά ΅ε τον ισχυρισ΅ό αυτό του κατηγορου΅ένου και το συναφές αίτη΅ά του, πρέπει να ση΅ειωθεί ότι σύ΅φωνα ΅ε τις από ... και από ... εκθέσεις των ψυχιάτρων ... και ..., οι οποίοι διενήργησαν ψυχιατρική πραγ΅ατογνω΅οσύνη, κατόπιν σχετικής διατάξεως της Ε' Ανακρίτριας Πειραιώς, ο κατηγορού΅ενος ούτε κατά το χρόνο διαπράξεως των ως άνω πράξεών του, ούτε κατά το χρόνο συντάξεως των εκθέσεων έπασχε από κάποια ψυχική νόσο που να επηρέαζε την ικανότητά του προς καταλογισ΅ό. Με τις ως άνω εκθέσεις συ΅φωνεί και η από ... έκθεση του νευρολόγου ψυχιάτρου ..., τεχνικού συ΅βούλου της πολιτικής αγωγής. Σύ΅φωνα δε ΅ε την από ..., έκθεση του ψυχιάτρου ..., τεχνικού συ΅βούλου του κατηγορου΅ένου, ο τελευταίος έπασχε από κατάθλιψη κατά το χρόνο διάπραξης των ως άνω πράξεών του που επηρέαζε την κρίση του, η οποία ήταν διαταραγ΅ένη ώστε να ΅ην είναι απολύτως σε θέση να αντιληφθεί το άδικο των πράξεών του. Ο ΅άρτυρας δε υπερασπίσεως Υ1, ο οποίος, όπως κατέθεσε, εξέτασε τον κατηγορού΅ενο πριν τη φυλάκισή του, τοποθετεί ως έναρξη της κατάθλιψης το ..., στηριζό΅ενος ό΅ως ΅όνο στα συ΅πτώ΅ατα που του περιέγραψε ο κατηγορού΅ενος και όχι σε άλλες πηγές. Από την εκτί΅ηση των παραπάνω εκθέσεων και την κατάθεση του τελευταίου αυτού ΅άρτυρα υπεράσπισης (Υ1) σε συνδυασ΅ό ΅ε το γεγονός ότι ο κατηγορού΅ενος: α) έδρασε ΅ε ΅εθοδικότητα και επιτηδειότητα για ΅εγάλο χρονικό διάστη΅α, χωρίς να γίνει αντιληπτός από κανέναν, β) χρησι΅οποίησε για τις εγκλη΅ατικές ενέργειές του τις εξειδικευ΅ένες ιατρικές γνώσεις του όχι για το σκοπό που επιβάλλει η ιατρική επιστή΅η του, δηλαδή για την προάσπιση της ανθρώπινης ζωής, αλλά για να εκδικηθεί τους συναδέλφους του και για λόγους επαγγελ΅ατικής αντιζηλίας, κινού΅ενος από ταπεινά αίτια, γ) ενήργησε κατόπιν σχεδίου, το οποίο συνέλαβε και εφάρ΅οσε ΅ακροχρόνια, αλάνθαστα, ψύχραι΅α, συστη΅ατικά, ΅εθοδικά και υπό συνθήκες ψυχολογικής ηρε΅ίας και δ) ενήργησε γνωρίζοντας πολύ καλά τις συνέπειες των πράξεών του, αδιαφορώντας πλήρως για τη ζωή και την υγεία των παθόντων, αλλά και των ασθενών που εξαρτώντο από αυτούς, το Δικαστήριο τούτο οδηγείται στην κρίση ότι δεν προκύπτουν στοιχεία νοσηρής διατάραξης των πνευ΅ατικών λειτουργιών του κατηγορου΅ένου εξ αιτίας της οποίας να προκαλείται ανικανότητα ή μείωση του καταλογισμού του κατά τον χρόνο τελέσεως των πράξεών του.
Συνεπώς, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσι΅ος ο σχετικός ισχυρισ΅ός του. Με βάση όλα τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι ο κατηγορού΅ενος τέλεσε τις πράξεις της βαριάς σω΅ατικής βλάβης κατ' εξακολούθηση και κατά συρροή τετελεσ΅ένη και σε απόπειρα και της έκθεσης κατά συρροή, κατά τα αντικει΅ενικά και υποκει΅ενικά αυτών στοιχεία, αφού ΅ε πρόθεση προξένησε κίνδυνο ζωής στους παθόντες και τους προκάλεσε βαριά σω΅ατική βλάβη, ε΅ποδίζοντάς τους ση΅αντικά και για πολύ χρόνο να χρησι΅οποιούν το σώ΅α και τη διάνοιά τους, επιδιώκοντας το ως άνω αποτέλεσ΅α, ενώ στη συνέχεια ΅ε πρόθεση άφησε αυτούς αβοήθητους, ΅ε κίνδυνο της ζωής και της υγείας τους, αφού παρέλειψε να εξουδετερώσει το σχετικό κίνδυνο ΅ε την υπόδειξη των κατάλληλων ΅έτρων για την αντι΅ετώπισή τους.
Συνεπώς, δεν συντρέχει νό΅ι΅η περίπτωση ΅εταβολής της κατηγορίας ούτε σε απλή σω΅ατική βλάβη (άρθρ. 308 ΠΚ), αφού, όπως προεκτέθηκε οι σω΅ατικές βλάβες που προκλήθηκαν στους παθόντες ήσαν βαριές, ε΅ποδίζοντας αυτούς ση΅αντικά και για πολύ χρόνο να χρησι΅οποιούν το σώ΅α και τη διάνοιά τους, αλλά ούτε σε επικίνδυνη σω΅ατική βλάβη (άρθρ. 309 ΠΚ), αφού αποδείχθηκε ότι ΅ε τις ως άνω ενέργειες του κατηγορου΅ένου όχι ΅όνο ΅πορούσε να προκύψει κίνδυνος ζωής ή βαριά σω΅ατική βλάβη, αλλά πράγ΅ατι προέκυψαν και κίνδυνος ζωής και βαριά σω΅ατική βλάβη στους παθόντες. Επο΅ένως, πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσι΅οι οι σχετικοί ισχυρισ΅οί του κατηγορού΅ενου. Η βαρύτητα δε των πράξεών του, ο τρόπος και οι συνθήκες τελέσεώς τους, τα ταπεινά αίτια που τον ώθησαν και η προσωπικότητά του σε συνδυασ΅ό ΅ε το κοινωνικό λειτoύργη΅α που έπρεπε να επιτελεί, ΅αρτυρούν αντικοινωνικότητα και σταθερή ροπή του σε διάπραξη νέων εγκλη΅άτων στο ΅έλλον.
Συνεπώς, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορού΅ενος των αποδιδο΅ένων σ' αυτόν πράξεων της βαριάς σκοπού΅ενης σω΅ατικής βλάβης κατ' εξακολούθηση και κατά συρροή τετελεσ΅ένης και σε απόπειρα από ιδιαίτερα επικίνδυνο δράστη και της έκθεσης κατά συρροή, ΅ε την ελαφρυντική ό΅ως περίσταση του άρθρου 84 παρ. 2 εδ. α' του ΠΚ, καθόσον αποδείχθηκε ότι ο κατηγορού΅ενος έζησε ως το χρόνο των ως άνω πράξεών του έντι΅η ατο΅ική, οικογενειακή, επαγγελ΅ατική και γενικά κοινωνική ζωή. Και να απορριφθούν οι σχετικοί ισχυρισ΅οί του κατηγορου΅ένου περί συνδρο΅ής των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ. 1 εδ. γ', δ' και ε' Π.Κ για τους εξής λόγους: α) δεν προέκυψε οιαδήποτε ανάρ΅οστη συ΅περιφορά των παθόντων ούτε < αποδείχθηκε ότι ο κατηγορού΅ενος παρασύρθηκε από οργή ή βίαιη θλίψη που του προκάλεσε άδικη σε βάρος του πράξη, ώστε να οδηγηθεί στην τέλεση των πράξεών του β) δεν αποδείχθηκε ότι ΅ετα΅ελήθηκε ειλικρινά επιδιώκοντας να άρει ή να ΅ειώσει τις συνέπειες των πράξεών του, αφού είχε ΅εγάλο χρονικό περιθώριο (είκοσι ΅ήνες) να στα΅ατήσει τις εγκλη΅ατικές του πράξεις ή τουλάχιστον να αποτρέψει τον παθόντα Ψ1 από τη λήψη αντιεπιληπτικής αγωγής, ενώ ήταν υγιής και γ) δεν αποδείχθηκε ότι συ΅περιφέρθηκε καλά για σχετικό ΅εγάλο διάστη΅α ΅ετά τις πράξεις του, αφού δεν προέκυψαν θετικά στοιχεία της συ΅περιφοράς του, έναντι των παθόντων ή του κοινωνικού συνόλου, ενώ δεν αρκεί η παθητική συ΅περιφορά του και ΅άλιστα ενόψει της διεξαγωγής της δίκης...." Με τις παραδοχές αυτές το δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο για τις πράξεις της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης κατά συρροή και κατ' εξακολούθηση, τετελεσμένης και σε απόπειρα καθώς και για την πράξη της έκθεσης κατά συρροή και επέβαλε σ' αυτόν συνολική ποινή κάθειρξης οκτώ (8) ετών και είκοσι (20) μηνών. Με αυτά που δέχθηκε το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Πειραιώς, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, την κατά τις παραπάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την υποκειμενική και αντικειμενική υπόσταση των εγκλημάτων για τα οποία τον κήρυξε ένοχο, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε αυτά, καθώς επίσης και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 94, 98, 306 παρ.1 και 310 παρ.1,2 και 3 του ΠΚ τις οποίες σωστά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου με ασαφή ή αντιφατική αιτιολογία ώστε να στερήσει την απόφασή του νομίμου βάσεως. Η αιτίαση του κατηγορουμένου ότι η αιτιολογία της αποφάσεως αναφορικά με την έκθεση των αποδεικτικών μέσων είναι ελλειπής δεδομένου ότι στο προοίμιο του σκεπτικού και στην έκθεση των αποδεικτικών μέσων τα οποία έλαβε υπόψη του το δικαστήριο δεν μνημονεύονται ειδικώς οι εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης οι οποίες περιέχονται στον πίνακα των εγγράφων που αναγνώσθηκαν είναι αβάσιμη. Τούτο δε διότι ναι μεν στο προοίμιο του σκεπτικού δεν γίνεται σχετική μνεία, όμως στο κυρίως σκεπτικό και κατά την αντιμετώπιση του τεθέντος ζητήματος της ψυχικής υγείας του κατηγορουμένου, στο πλαίσιο της έρευνας του αυτοτελούς ισχυρισμού του περί μειωμένης ικανότητας προς καταλογισμό, το δικαστήριο ειδικώς αναφέρεται στις εκθέσεις ψυχιατρικής πραγματογνωμοσύνης των ψυχιάτρων που διορίσθηκαν με παραγγελία του Ανακριτή, στις εκθέσεις των τεχνικών συμβούλων της πολιτικής αγωγής και του κατηγορουμένων τις οποίες αξιολογεί και παραθέτει σκέψεις επί τη βάσει των οποίων δέχεται το πόρισμα των πραγματογνωμόνων και απορρίπτει εκείνο του τεχνικού συμβούλου του κατηγορουμένου. Η υπ' αριθμ. ... έκθεση τοξικολογικής εξέτασης πειστηρίων της ..., δεν συνιστά, κατά την έννοια του άρθρου 178 ΚΠΔ ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο ώστε, ως αβασίμως επικαλείται ο αναιρεσείων, να μνημονεύεται ειδικώς μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, αλλά είναι έκθεση-έγγραφο σύμφωνα με το άρθρο 148 του ίδιου κώδικα και ως τέτοιο ελήφθη υπόψη και εκτιμήθηκε από το δικαστήριο. Το ίδιο ισχύει, δηλαδή ως έγγραφο εκτιμήθηκε και η υπ' αριθμ. ... ψυχιατρική γνωμάτευση του ..., ψυχιάτρου ιατρού στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων ... η οποία συντάχθηκε την ημέρα έναρξης της δίκης ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου. Η αιτίαση του κατηγορουμένου ότι παρά τις αντιρρήσεις του ότι το δικαστήριο επέτρεψε την εξέταση της μάρτυρα ... είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη. Δεν εκτίθεται από πού απορρέει το δικαίωμα του να ζητήσει την μη εξέταση αυτής και ποία διάταξη παρεβίασε το δικαστήριο ώστε να θεμελιώνεται κάποιος από τους περιοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο 510 πατ.1 αναιρετικούς λόγους. Επομένως, ο πρώτος λόγος αναιρέσεως κατά το σκέλος αυτού από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ'του ΚΠΔ με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της έλλειψης αιτιολογίας είναι αβάσιμος και απορριπτέος, κατά δε το σκέλος με το οποίο αποδίδεται αιτίαση για την εξέταση της παραπάνω μάρτυρα είναι απαράδεκτος. Τέλος αβάσιμος είναι και ο τέταρτος λόγος αναιρέσεως με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της έλλειψης αιτιολογίας αναφορικά με την απόρριψη του αιτήματος της αναγνώρισης ελαφρυντικών περιστάσεων, πέραν εκείνης του προτέρου εντίμου βίου την οποία το δικαστήριο δέχθηκε. Επί του ζητήματος αυτού, το δικαστήριο με τις παραπάνω παραδοχές του, απήντησε ειδικώς επί του αιτήματος του κατηγορουμένου και διέλαβε στην απόφασή του πραγματικά περιστατικά και τις σκέψεις από τις οποίες κατέληξε στην ουσιαστική κρίση ότι α) δεν προέκυψε ανάρμοστη συμπεριφορά των παθόντων β) ο κατηγορούμενος μεταμελήθηκε ειλικρινά και επεδίωξε να άρει ή να μειώσει τις συνέπειες της πράξεώς του και γ) συμπεριφέρθηκε καλά για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την πράξη. 3.- ¨Ελλειψη ακροάσεως, η οποία δημιουργεί σχετική ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο και θεμελιώνει, εφόσον δεν καλυφθεί, τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Β'του ΚΠΔ αναιρετικό λόγο, υπάρχει όταν, κατά παράβαση των ορισμών του άρθρου 170 παρ.2 ΚΠΔ, το δικαστήριο της ουσίας παραλείπει να αποφανθεί σε υποβληθείσα αίτηση του κατηγορουμένου ή του συνηγόρου η οποία αναφέρεται στην άσκηση δικαιωμάτων παρεχόμενων σ' αυτόν από τον νόμο. Στην προκείμενη περίπτωση, ο αναιρεσείων επικαλείται ότι το δικαστήριο δεν απάντησε σε υποβληθέν αίτημά του το οποίο από την επισκόπηση των πρακτικών της δίκης προκύπτει ότι διατυπώθηκε ως εξής, κατά λέξη ".. ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, ζήτησε να ερωτηθεί ο μάρτυρας Ψ1 πως λέγεται ο νευρολόγος του και να κληθεί αυτός για να εξετασθεί...". Επί του αιτήματος αυτού το δικαστήριο της ουσίας δεν είχε υποχρέωση να απαντήσει και από την παράλειψή του αυτή δεν δημιουργήθηκε ο αναιρετικός λόγος της έλλειψης ακροάσεως διότι ότι το αίτημα αυτό αορίστως υποβλήθηκε αφού δεν προσδιορίζεται παντάπασι επί ποίων θεμάτων, κρισίμων για την έρευνα της υποθέσεως, θα κληθεί να καταθέσει ο ως άνω ιατρός, το όνομα του οποίου, να σημειωθεί, ο αναιρεσείων αγνοούσε κατά τον χρόνο υποβολής του σχετικού αιτήματος.
Συνεπώς και ο σχετικός από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Β'του ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως της σχετικής ακυρότητας είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
4.- Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 329, 331, 333, 364 παρ. 1 και 369 Κ.Ποιν.Δ προκύπτει ότι η λήψη υπόψη και η συνεκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας, ως αποδεικτικού στοιχείου, εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, επάγεται απόλυτη ακυρότητα και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' του Κώδικα λόγο αναιρέσεως, διότι έτσι παραβιάζεται η άσκηση του κατά το άρθρο 358 Κ.Ποιν.Δ δικαιώματος του κατηγορουμένου να προβαίνει σε δηλώσεις, παρατηρήσεις και εξηγήσεις σχετικά με το αποδεικτικό αυτό μέσο. Στα πρακτικά της δημόσιας συζήτησης που συντάσσονται, αρκεί να αναφέρονται τα στοιχεία που προσδιορίζουν την ταυτότητα του εγγράφου, σε τρόπο που να μπορεί να διαγνωσθεί ότι αναγνώσθηκε το συγκεκριμένο έγγραφο και ο κατηγορούμενος, γνωρίζοντας πλήρως την ταυτότητά του, να έχει την ευχέρεια να ασκήσει τα από το άρθρο 358 Κ.Ποιν.Δ ως άνω δικαιώματά του, ως προς το περιεχόμενό του. Η αναγραφή όμως στα πρακτικά των αναγνωσθέντων στο ακροατήριο του δικαστηρίου εγγράφων, όχι με όλα τα στοιχεία της ταυτότητος και το περιεχόμενό τους, αλλά μόνο με τα στοιχεία εκείνα που είναι αρκετά για τον προσδιορισμό τους, δεν δημιουργεί ακυρότητα και συνεπώς δεν ιδρύει τον άνω λόγο αναιρέσεως, διότι εφόσον στην πραγματικότητα συντελέστηκε η ανάγνωση των εγγράφων παρασχέθηκε στον κατηγορούμενο η δυνατότητα να προβεί σε δηλώσεις, παρατηρήσεις ή εξηγήσεις σχετικές με το αποδεικτικό αυτό μέσο, δεδομένου μάλιστα ότι η δυνατότητά του αυτή δεν εξαρτάται μόνο από τον τρόπο, με τον οποίο παρατίθενται στα πρακτικά τα αναγνωσθέντα έγγραφα, αλλά από το εάν ανεγνώσθησαν πράγματι ή όχι. Στην προκείμενη περίπτωση ο αναιρεσείων επικαλείται ότι το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του τα αναγνωσθέντα στο ακροατήριο έγγραφα υπό τους αύξοντες αριθμούς 46, 47, 48, 50 και 52 και συγκεκριμένα α) φωτοτυπία έξι σελίδων βιβλίου με τον τίτλο ιατροδικαστική-τοξικολογία-Αντ.Κουτσελίνη β) φωτοτυπίες από το βιβλίο μαθήματα νευρολογίας των Σ. Σκαρπαλέζου-Σ.Μαλιάρα γ) αποσπάσματα από το βιβλίο με τον τίτλο Κλινική Νευρολογία δ) αποσπάσματα από το βιβλίο με τίτλο Ηθική παρενόχληση ε) δημοσίευμα του περιοδικού Βιολογική Ψυχιατρική και Νευρολογία με τίτλο Επιληψία και Ψυχικές διαταραχές, για τα οποία δεν αναφέρεται το περιεχόμενο τους ή των αποσπασμάτων αυτών και η ημερομηνία του τελευταίου δημοσιεύματος. Η αιτίαση αυτή είναι αβάσιμη και πρέπει να απορριφθεί διότι, παρά τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από τον αναιρεσείοντα, τα αναγνωσθέντα έγγραφα προσδιορίζονται με απόλυτη σαφήνεια, ώστε να μη καταλείπεται αμφιβολία για την ταυτότητά τους και περί του ότι αυτά ανεγνώσθησαν και έλαβε γνώση του περιεχομένου τους. Επισημαίνεται και προκύπτει από τα πρακτικά της συζητήσεως ότι μετά την ανάγνωση όλων των εγγράφων, δόθηκε ο λόγος σε όλους τους παράγοντες της δίκης να εκφέρουν σχόλια και παρατηρήσεις επί του περιεχομένου τους, ειδικώς δε οι συνήγοροι του κατηγορουμένου προέβησαν σε επιλεκτικό σχολιασμό ορισμένων μόνον εγγράφων και ουδεμία παρατήρηση υπέβαλαν για τα παραπάνω έγγραφα για τα οποία τώρα προβάλλουν ανεπαρκή προσδιορισμό της ταυτότητάς τους. Επομένως, αβάσιμος και απορριπτέος είναι και ο λόγος αναιρέσεως περί απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας για την την προεκτεθείσα αιτία.
5.- Τέλος από την παραδοχή της αποφάσεως με την οποία ο κατηγορούμενος χαρακτηρίζεται ως δράστης ιδιαίτερα επικίνδυνος, το δικαστήριο δεν έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου. Δηλαδή δεν απήτησε την επικινδυνότητα του δράστη ως επί πλέον στοιχείο για τη συγκρότηση των εγκλημάτων των άρθρων 306 και 310 του Π.Κ, αλλά την επικινδυνότητά του αυτή, μαζί με την ιδιότητα του κατηγορουμένου ως ιατρού, τα ταπεινά αίτια τα οποία δέχεται ότι τον ώθησαν αυτόν και την αντικοινωνικότητα της συμπεριφοράς του, τα εξετίμησε ως προσδιοριστικά στοιχεία της προσωπικότητάς του και ως μέτρον επιβολής της ποινής. Επομένως και ο τελευταίος από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε'του ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος.
Μετά από αυτά πρέπει να απορριφθεί η ένδικη αίτηση αναιρέσεως και καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 ΚΠΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 8-Σεπτεμβρίου 2008 αίτηση του Χ1 για αναίρεση της υπ' αριθμ. 190, 190α, 191, 204, 205, 206/2007 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Πειραιώς.
Και.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα τα οποία ορίζει σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 30 Ιανουαρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 13 Μαρτίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή