Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Πολιτική αγωγή, Βούλευμα απαλλακτικό.
Περίληψη:
Απαράδεκτη αναίρεση του πολιτικώς ενάγοντος κατά βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών. Απορρίπτει αίτηση.
Αριθμός 534/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους δικαστές: Δημήτριο Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα και Ιωάννη Παπουτσή - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Παναγιώτη Θάνου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 10 Φεβρουαρίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων - πολιτικώς εναγόντων 1) Ψ1, 2) Ψ2 και 3) Ψ3, που δεν παρέστησαν στο συμβούλιο, περί αναιρέσεως του με αριθμό 251/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιά. Με κατηγορούμενους τους 1) Χ και 2) Χ2, κάτοικο ..... .
Το Συμβούλιο Εφετών Πειραιά, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό και οι αναιρεσείοντες - πολιτικώς ενάγοντες ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 19 Σεπτεμβρίου 2008, τρείς (3) τον αριθμό, αιτήσεις τους, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1.579/2008.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας Αρείου Πάγου Παναγιώτης Θάνος εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με τη με αριθμό 559/8.12.2008 έγγραφη πρόταση του Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου Παναγιώτη Νικολούδη, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "Εισάγω σύμφωνα με το άρθρ. 485 παρ. 1 ΚΠΔ, τις υπ'αριθμ. 50/2008, 51/2008 και 52/2008, αντιστοίχως, αιτήσεις αναίρεσης των πολιτικώς εναγόντων 1) Ψ3, 2) Ψ2 και 3) Ψ1, κατά του υπ'αριθμ. 251/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς, με το οποίο α) απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η υπ'αριθμ. 14/2008 έφεση της πρώτης των αναιρεσειόντων και β) απορρίφθηκαν κατ'ουσία οι υπ'αριθμ. 15 και 16/2008 εφέσεις των δεύτερης και τρίτου αναιρεσειόντων κατά του υπ'αριθμ. 1141/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιώς, το οποίο αποφαινόταν την προσωρινή παύση της ποινικής δίωξης κατά των κατηγορουμένων Χ1 και Χ2 για την πράξη του εμπρησμού από πρόθεση και εκθέτω τα εξής:
Από τις διατάξεις των άρθρων 463 και 476 παρ. 1 ΚΠΔ, κατά τις οποίες, κατά μεν την πρώτη "ένδικο μέσο μπορεί να ασκήσει μόνο εκείνος που ο νόμος του δίνει ρητά αυτό το δικαίωμα.....", κατά δε τη δεύτερη "όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε δικαίωμα...... το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο), που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που εμφανιστούν, κηρύσσει το ένδικο μέσο απαράδεκτο και διατάσσει την εκτέλεση της απόφασης ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο.......".
Από τις διατάξεις των άρθρων 482, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρ. 41 παρ. 1 Ν. 3160/2003, 483 ΚΠΔ, για τον πολιτικώς ενάγοντα ή τρίτο που άσκησε έφεση κατά το άρθρ. 310 παρ. 2 ΚΠΔ, δεν προβλέπεται πλέον δικαίωμα αναίρεσης κατά βουλευμάτων. (ΑΠ 1263, 1760/2006 Ποιν. Δ. 2007, 118, 397).
Για τους λόγους αυτούς - Π ρ ο τ ε ί ν ω
Α) Να κηρυχθούν απαράδεκτες οι υπ'αριθμ. 50, 51 και 52/2008 αιτήσεις αναίρεσης των 1) Ψ3, 2) Ψ2 και 3) Ψ1, αντιστοίχως, κατά του υπ'αριθμ. 251/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς, με το οποίο απορρίφθηκαν οι εφέσεις τους κατά του υπ'αριθμ. 1141/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς.
Αθήνα 18 Νοεμβρίου 2008
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Παναγιώτης Ε. Νικολούδης".
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, που αναφέρθηκε στην προαναφερόμενη εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκε, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, ο αντίκλητος των αναιρεσειόντων.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 463 και 476 § 1 ΚΠΔ κατά τις οποίες κατά μεν την πρώτη "Ένδικο μέσο μπορεί γα ασκήσει μόνο εκείνος που ο νόμος του δίνει ρητά αυτό το δικαίωμα....", κατά δε την δεύτερη "Όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε δικαίωμα ...... το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο) που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που εμφανιστούν, κηρύσσει το ένδικο μέσο απαράδεκτο και διατάσσει την εκτέλεση της απόφασης ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο .....". Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι αναίρεση μπορεί ν' ασκήσει μόνο εκείνος στον οποίο ο νόμος δίνει τέτοιο δικαίωμα και αν ασκηθεί αναίρεση από μη δικαιούμενο στην άσκηση της το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (σε συμβούλιο) κηρύσσει το ένδικο μέσο απαράδεκτο και επιβάλλει τα έξοδα στον ασκήσαντα το ένδικο αυτό μέσο. Τέτοια περίπτωση είναι και η από μέρους του πολιτικώς ενάγοντα άσκηση του ενδίκου μέσου της αναίρεσης κατά βουλεύματος, (το οποίο απορρίπτει στην ουσία της ασκηθείσα έφεση του πολιτικώς ενάγοντα, καθόσον από τις διατάξεις των άρθρων 482 και 483 ΚΠΔ δεν παρέχεται αυτή η δυνατότητα.
Στην προκειμένη περίπτωση, με τις υπ' αρ. 50/2008, 51/2008 και 52/2008, αντιστοίχως, αιτήσεις αναίρεσης των πολιτικώς εναγόντων 1) Ψ3, 2) Ψ2 και 3) Ψ1, κατοίκων ....., προσβάλλεται το υπ' αρ. 251/2008 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς, με το οποίο α) απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η υπ' αριθ. 14/2008 έφεση της πρώτης των αναιρεσειόντων και β) απορρίφθηκαν στην ουσία οι υπ' αρ. 15 και 16/2008 εφέσεις των δεύτερης και τρίτου των αναιρεσειόντων κατά του υπ' αρ. 1.141/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιώς, με το οποίο παύθηκε προσωρινά η ασκηθείσα ποινική δίωξη κατά των κατηγορουμένων Χ1 και Χ2, για την πράξη του εμπρησμού από πρόθεση. Όπως, όμως, προαναφέρθηκε, το ένδικο αυτό μέσο της αναίρεσης, δεν προβλέπεται για τον πολιτικώς ενάγοντα, που άσκησε έφεση κατ' άρθρο 480 Κ.Π.Δ. και απορρίφθηκε αυτή με το προσβαλλόμενο βούλευμα, αφού αυτός (πολιτικώς ενάγων) δεν περιλαμβάνεται στους κατ' άρθρα 482 και 483 Κ.Π.Δ. δικαιούμενους να ασκήσουν το ένδικο αυτό μέσο. Πρέπει, συνεπώς, οι αναφερόμενες αιτήσεις αναίρεσης, να απορριφθούν ως απαράδεκτες και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα (άρ. 476 Κ.Π.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τις υπ' αρ. 50, 51 και 52/2008 αιτήσεις των 1) Ψ3, 2) Ψ2 και 3) Ψ1, αντίστοιχα, κατοίκων Αγ. Ιωάννη Ρέντη Αττικής, για αναίρεση του με αριθμό 251/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς. Και
Καταδικάζει ένα έκαστον των αναιρεσειόντων στα δικαστικά έξοδα, εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 17 Φεβρουαρίου 2009. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 24 Φεβρουαρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ