Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 577 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Αοριστία λόγου αναιρέσεως, Βούλευμα παραπεμπτικό.




Περίληψη:
Αναίρεση κατά βουλεύματος που απέρριψε κατ’ ουσία την έφεση κατά του πρωτόδικου βουλεύματος. Προϋποθέσεις παραδεκτού της αναιρέσεως (484 ΚΠΔ). Ανυπαρξία λόγων αναιρέσεως λόγω αοριστίας. Απορρίπτει την αίτηση ως απαράδεκτη.




Αριθμός 577/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Z' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο, Νικόλαο Ζαΐρη - Εισηγητή και Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 14 Ιανουαρίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ....., που δεν παρέστη, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 346/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 26 Μαρτίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 674/2008.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ανδρέας Ζύγουρας εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασιλείου Μαρκή με αριθμό 362/07.07.2008, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Εισάγω στο Συμβούλιό σας την προκειμένη ποινική δικογραφία και εκθέτω τα εξής:
Ι. Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών με το 184/2007 βούλευμα παρέπεμψε στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, μεταξύ άλλων κατηγορουμένων και τον Χ, κάτοικο ....., για να δικαστεί ως υπαίτιος κακουργηματικής απάτης κατά συναυτουργία (βλ. βούλευμα).
ΙΙ. Κατά του βουλεύματος αυτού ο Χ άσκησε έφεση, όμως το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών με το 346/2008 βούλευμά του δέχθηκε μεν τυπικά την έφεση, αλλά την απέρριψε ως αβάσιμη στην ουσία και επικύρωσε την παραπεμπτική διάταξη του πρωτόδικου βουλεύματος, αφού απέρριψε αίτημα του εκκαλούντος κατηγορουμένου για αυτοπρόσωπη εμφάνισή του ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών (βλ. το 346/2008 βούλευμα).
ΙΙΙ. Το τελευταίο αυτό βούλευμα επιδόθηκε νομοτύπως στον κατηγορούμενο και τον αντίκλητό του (βλ. από 1-4-2008 και το 20-3-2008 αντίστοιχα αποδεικτικά επιδόσεως).
Στις 26-3-2008 εμφανίστηκε στην αρμόδια Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών η δικηγόρος Αθηνών Ευανθία Τσιάνου και δήλωσε ότι ως εκπρόσωπος του κατηγορουμένου Χ ασκεί αναίρεση κατά του 346/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών και έτσι συντάχθηκε η 55/26-3-2008 έκθεση αναίρεσης.
IV. Από τις διατάξεις των άρθρων 148-153, 473 παρ. 2, 474 παρ. 2, 476 παρ. 1 και 509 παρ. 1 εδ. α' του ΚΠΔ, προκύπτει ότι στην έκθεση που περιέχει τη δήλωση ασκήσεως του ενδίκου μέσου της αναιρέσεως, πρέπει να διατυπώνονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο οι λόγοι για τους οποίους ασκείται το ένδικο αυτό μέσο. Διαφορετικά η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται και αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτη. Απλή επανάληψη των διατάξεων του άρθρου 484 ΚΠΔ, που προβλέπουν τους λόγους αναίρεσης κατά βουλεύματος η περιγραφική απλώς αναφορά αυτών δεν αρκεί. Ειδικότερα για την πληρότητα των λόγων αναίρεσης για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, στην οποία περιλαμβάνεται και η έλλειψη νόμιμης βάσης του βουλεύματος πρέπει: α) Στην πρώτη περίπτωση αν ελλείπει παντελώς αιτιολογία και προβάλλεται με την αίτηση αναίρεσης η ανυπαρξία αυτή σε σχέση με συγκεκριμένο ή συγκεκριμένα σημεία του βουλεύματος και αν υπάρχει αιτιολογία, να προσδιορίζεται επί πλέον σε τί συνίσταται η έλλειψη αυτή σε σχέση με το συγκεκριμένο ή τα συγκεκριμένα πληττόμενα κεφάλαια του βουλεύματος και β) στην δεύτερη περίπτωση να αναφέρεται η διάταξη που παραβιάστηκε και να προσδιορίζεται σε τί ακριβώς συνίσταται η παραβίασή της, σε σχέση με τις ουσιαστικές παραδοχές του βουλεύματος (βλ. ΑΠ 2494/2005).
Γίνεται εξάλλου δεκτό ότι όταν κατ'επίφαση προβάλλεται ο αναιρετικός λόγος για έλλειψη αιτιολογίας, ενώ στην πραγματικότητα προβάλλεται εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, ο αναιρετικός αυτός λόγος απορρίπτεται ως απαράδεκτος (βλ. ΑΠ 570/2006).
V. Στην προκειμένη περίπτωση από το περιεχόμενο της 55/26-3-2008 έκθεσης αναίρεσης, προκύπτει ότι σ'αυτή δεν περιέχεται ούτε ένας σαφής, ορισμένος και νόμιμος λόγος αναίρεσης, από εκείνους που περιοριστικά αναφέρονται στο άρθρο 484 ΚΠΔ. Ο αναιρεσείων δεν προσδιορίζει τους λόγους αναίρεσης. Συγκεκριμένα κάτω από τον τίτλο "ΛΟΓΟΣ ΑΝΑΙΡΕΣΗΣ" αναφέρονται κατά λέξη τα εξής: "Όχι ορθά και νόμιμα, αλλά απόλυτα εσφαλμένα και κατά προφανή και σαφέστατη νομική πλάνη και απόλυτα εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία της ένδικης ουσιαστικής ποινικής διάταξης, το αναιρεσιβαλλόμενο βούλευμα, δέχεται ότι τέλεσα το αδίκημα της κακουργηματικής απάτης και χωρίς καμία απολύτως απόδειξη, απέρριψε την ένδικη έφεσή μου και απόλυτα εσφαλμένα επικύρωσε το εκκαλούμενο βούλευμα, ενώ όφειλε να το εξαφανίσει και να το ακυρώσει στο σύνολό του, αποφαινόμενο ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία σε βάρος μου...". Στην συνέχεια της έκθεσης και αφού ο αναιρεσείων δηλώνει ότι αρνείται "με αγανάκτηση την απόλυτα αβάσιμη και απόλυτα κατασκευασμένη από τον ψευδοκατήγορο Α κατηγορία, αναλύει λεπτομερώς τις αντιφάσεις, που κατ'αυτόν υπάρχουν στις από 24-10-2003 και 16-5-2006 καταθέσεις του Α, που δόθηκαν αντιστοίχως κατά την προανάκριση και κυρία ανάκριση, εκθέτει στην αναίρεση το πλήρες κείμενο των δύο καταθέσεων, αποδίδει την καταμήνυσή του σε "ρατσιστικά" κίνητρα και αποδίδει στο Συμβούλιο "μεροληπτική σε βάρος του αξιολόγηση των όσων ψευδέστατα καταθέτει ο απόλυτα αναξιόπιστος και αποδειδεγμένα δόλιος κατήγορος Α" και τελικά προβάλλεται η αιτίαση ότι "... απόλυτα εσφαλμένα απορρίφθηκε χωρίς να γίνει δεκτό, όπως επιβάλλετο, το αίτημα αυτοπρόσωπης εμφάνισης στο Συμβούλιο Εφετών Αθήνας ..." (βλ. την 55/2008 έκθεση αναίρεσης).
VΙ. Από το παραπάνω περιεχόμενο προκύπτει ότι η κρινομένη αναίρεση είναι απαράδεκτη. Ο αναιρεσείων δεν προσδιορίζει τους αναιρετικούς λόγους. Όμως από την παραπάνω αναφορά του μετά τον τίτλο "ΛΟΓΟΣ ΑΝΑΙΡΕΣΗΣ", εκτιμώ ότι αυτός αποδίδει στο βούλευμα έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, με τρόπο όμως εντελώς αόριστο. Συγκεκριμένα και σε σχέση με την έλλειψη αιτιολογίας και δεδομένου ότι στο προσβαλλόμενο βούλευμα υπάρχει αιτιολογία, δεν προσδιορίζεται σε τι συνίσταται η έλλειψη αυτή σε σχέση με τα συγκεκριμένα ή τα συγκεκριμένα πληττόμενα κεφάλαια του βουλεύματος. Αντιθέτως εκείνο το οποίο στην προκειμένη περίπτωση γίνεται είναι να αμφισβητείται κατά τρόπο δικονομικώς απαράδεκτο, με την προσχηματική επίκληση της έλλειψης αιτιολογίας, η ουσιαστική εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων από το Συμβούλιο, πράγμα που προκύπτει από την έκθεση των δύο παραπάνω καταθέσεων, την επισήμανση αντιφάσεων σ'αυτές και όχι στις παραδοχές του Συμβουλίου, τις οποίες και ούτε αναφέρει, την απόδοση "ρατσιστικών κινήτρων" στον μηνυτή και μάρτυρα και "μεροληπτική αξιολόγηση" των καταθέσεων από το Συμβούλιο. Περαιτέρω είναι απολύτως αόριστος ο λόγος αναίρεσης κατά το μέρος που στρέφεται κατά της παρεμπίπτουσας διάταξης με την οποία απορρίφθηκε η περί αυτοπρόσωπης εμφάνισης αίτηση, αφού δεν προσδιορίζεται ποιές ήταν οι παραδοχές του Συμβουλίου για το θέμα αυτό και σε τί συγκεκριμένα συνίσταται η "απολύτως εσφαλμένη" απόρριψη του αιτήματος. Τέλος και σε σχέση με τον περί εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης λόγος αυτός είναι αόριστος, αφού δεν προσδιορίζεται η ουσιαστική αυτή ποινική διάταξη, ούτε ο τρόπος που παραβιάσθηκε με βάση τις παραδοχές του Συμβουλίου, που επίσης δεν προσδιορίζονται.
Πρέπει συνεπώς, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 σε συνδ. με 485 παρ. 1 ΚΠΔ, να απορριφθεί ως απαράδεκτη η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης.
VII. Επικουρικώς και σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο κριθεί τυπικά παραδεκτή η αναίρεση, τότε αυτή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, γιατί το βούλευμα έχει την απαιτουμένη από τα άρθρα 93 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, τόσον για την παρεμπίπτουσα διάταξη περί απορρίψεως της αίτησης αυτοπρόσωπης εμφάνισης, όσον και ως προς την απόρριψη ως ουσιαστικά αβάσιμης της έφεσης κατά του πρωτόδικου παραπεμπτικού βουλεύματος, ενώ περαιτέρω δεν υπάρχει ζήτημα ευθείας ή εκ πλαγίου παραβίασης των άρθρων 45 κα 386 παρ. 1,3 ΠΚ, που εφαρμόσθηκαν.
VIIΙ. Χωρίς οποιαδήποτε σχετική αναφορά στο περιεχόμενο της αναίρεσης, ο αναιρεσείων στο αιτητικό διατυπώνει το εξής αίτημα: "Να διαταχθεί να εμφανισθώ αυτοπροσώπως στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, ώστε να δώσω και προφορικά τις απαραίτητες διευκρινήσεις ..." (βλ. σελ. 10 έκθεσης αναίρεσης). Αν το συμβούλιο σας δεχθεί την κυρία πρότασή μου περί απαραδέκτου της αναιρέσεως, η παραπάνω αίτηση είναι άνευ αντικειμένου, αφού ο αναιρεσείων θα κληθεί να εκθέσει τις απόψεις του περί του παραδεκτού υποχρεωτικά, σύμφωνα με το άρθρο 476 ΚΠΔ. Κι αν όμως γίνει τυπικά παραδεκτή η αναίρεση και το Συμβούλιο σας υπεισέλθει στην εξέταση του ουσιαστικά βασίμου της αναίρεσης, η παραπάνω αίτηση πρέπει να απορριφθεί, δεδομένου ότι ο αναιρεσείων στην δεκασέλιδη αναίρεσή του εκθέτει λεπτομερώς τις απόψεις και τα επιχειρήματά του σε σχέση με την ουσία της υπόθεσης, ώστε η εμφάνισή του στο Συμβούλιό σας να μη συνεισφέρει οτιδήποτε σχετικά με την εξέλιξη της υπόθεσης δεδομένου και των ζητημάτων που κρίνονται στην αναιρετική διαδικασία.
ΙX. Ο αναιρεσείων διατυπώνει το αίτημα να εφαρμοστεί στην κρινομένη περίπτωση το άρθρο 38 ΚΠΔ, ώστε το Συμβούλιό σας, να συντάξει έκθεση και να την διαβιβάσει στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, γιατί από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ότι ο μηνυτής και παθών Α έχει τελέσει σε βάρος του το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης και της ψευδορκίας (βλ. σελ. 8 αίτησης αναίρεσης). Το αίτημα αυτό πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο, γιατί, παρεκτός ότι ο ίδιος αναιρεσείων δηλώνει ότι έχει ήδη καταμηνύσει τον παραπάνω παθόντα για τις πράξεις αυτές στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, δεν συντρέχει νόμιμη περίπτωση, αφού ήδη με βάση τις καταθέσεις και τους ισχυρισμούς του παραπάνω παθόντος, ο αναιρεσείων παραπέμπεται αιτιολογημένα να δικαστεί για κακουργηματική απάτη, ώστε να μην υπάρχει ζήτημα εφαρμογής του άρθρου 38 ΚΠΔ, αφού δεν έχουν ανακύψει γεγονότα, που να θεμελιώνουν τις πράξεις που αναφέρει ο αναιρεσείων.
Τέλος πρέπει να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα.
Για τους λόγους αυτούς
Π ρ ο τ ε ί ν ω Ι. Να απορριφθεί ως απαράδεκτη, άλλως και επικουρικώς ως ουσιαστικά αβάσιμη, η με αριθμό 55/26-3-2008 αναίρεση που ασκήθηκε από τον κατηγορούμενο Χ, κάτοικο ....., δια της πληρεξουσίου του Ευανθίας Τσιάνου, δικηγόρου Αθηνών κατά του 346/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
ΙΙ. Να απορριφθεί η από 26-3-2008 αίτηση του αναιρεσείοντος για αυτοπρόσωπη εμφάνιση του αναιρεσείοντος στο Συμβούλιο του Αρείου Πάγου.
ΙΙΙ. Να απορριφθεί η αίτηση για εφαρμογή του άρθρου 38 ΚΠΔ. Και
IV. Να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα.
Αθήνα 9 Ιουνίου 2008
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Βασίλειος Μαρκής"
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκε, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, ο αντίκλητος του αναιρεσείοντος.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Επειδή, κατά βασική δικονομική αρχή, που προκύπτει από το άρθρο 476 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ., προ πάσης έρευνας της ουσιαστικής βασιμότητας ή μη των λόγων ασκήσεως του ενδίκου μέσου, πρέπει να έχει ασκηθεί αυτό με τήρηση των προϋποθέσεων που θέτει ο νόμος, διότι άλλως τούτο είναι και πρέπει να κηρυχθεί χωρίς άλλο και αυτεπαγγέλτως απαράδεκτο, αφού η τήρηση των διατυπώσεων του νόμου εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον (ασφάλεια δικαίου κλπ) με συνέπεια, εάν δεν τηρηθούν και το αρμόδιο δικαστήριο ή συμβούλιο δεν κηρύξει το ένδικο μέσο απαράδεκτο, η σχετική απόφαση ή το βούλευμα υποπίπτουν σε υπέρβαση εξουσίας (484 παρ. 1 περ. στ, 510 παρ. 1 περ. Η του Κ.Ποιν.Δ.). Μεταξύ δε των διατάξεων που καθιερώνουν τέτοια προϋπόθεση, είναι και η παρ. 2 του άρθρου 474 Κ.Ποιν.Δ. κατά την οποία "Στην έκθεση (ασκήσεως του ενδίκου μέσου) πρέπει να διατυπώνονται και οι λόγοι για τους οποίους ασκείται το ένδικο μέσο". Η διάταξη αυτή καθιερώνει επιτακτικό κανόνα που ισχύει για όλα τα ένδικα μέσα, διότι συνάπτεται με τη φύση και το σκοπό κάθε ενδίκου μέσου και δη ποιό ή ποιά τα παράπονα του ασκούντος αυτό, πόσο μεταβιβάζεται η υπόθεση στο αρμόδιο δικαστήριο-συμβούλιο, αφού η έκθεση αποτελεί το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης για το ένδικο μέσο. Έτσι, στην έκθεση αναίρεσης, πρέπει να περιέχονται κατά τρόπον σαφή και ορισμένο οι λόγοι για τους οποίους ασκείται, έτσι, ώστε να μπορούν να καταστούν αντικείμενο δικαστικής εκτιμήσεως από τον Άρειο Πάγο, διαφορετικά η αναίρεση είναι χωρίς άλλη έρευνα απαράδεκτη. Μάλιστα δε, στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να γίνει λόγος ούτε για αυτεπάγγελτη έρευνα των λόγων αναιρέσεως (άρθρο 484 παρ. 2 Κ.Ποιν.Δ.), αφού η έρευνα αυτή προϋποθέτει ότι η έκθεση αναίρεσης έχει τουλάχιστον έναν λόγο σαφή και ορισμένο και παραδεκτό κατά νόμο. Όπως δε είναι γνωστό οι λόγοι αναιρέσεως κατά βουλευμάτων (αλλά και κατά αποφάσεων) ορίζονται περιοριστικά στο άρθρο 484 Κ.Π.Δ. Μεταξύ αυτών δεν είναι η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, λαμβανομένου υπόψη, ότι ο Άρειος Πάγος ελέγχει μόνο τη νομική ορθότητα του βουλεύματος, ως και την τήρηση ορισμένων δικονομικών διατάξεων, μη δυνάμενος να εισέλθει στην εκτίμηση πραγματικών περιστατικών για τα οποία κρίνει κυριαρχικά το οικείο συμβούλιο. Στην προκείμενη περίπτωση με την κρινόμενη με αριθμό 55/26-3-2008, έκθεση αναιρέσεως, πλήττεται το υπ' αριθμό 346/2008 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με το οποίο απορρίφθηκε κατ' ουσία, η από 30-4-2007 έφεσή του, κατά του υπ' αριθμό 184/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το οποίο ο ήδη αναιρεσείων παραπέμφθηκε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, για να δικασθεί για την πράξη της κακουργηματικής απάτης, από κοινού και κατ' εξακολούθηση. Προς θεμελίωση δε της κρινόμενης με αριθμό 55/26-3-2008 αιτήσεώς του, επικαλείται κατά λέξη και πιστή αντιγραφή από την έκθεση αναιρέσεως τα παρακάτω: "ΑΝΑΙΡΕΣΙΒΑΛΩ, νόμιμα, παραδεκτά και εμπρόθεσμα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 473 παρ. 1, 2, 3 & 4, 482 παρ. 1 & 2 Κ.Π.Δ. και 484 παρ. 1 & 2 του ιδίου Κ.Π.Δ., το με αριθμό 346/7-3-2008 ΒΟΥΛΕΥΜΑ του Συμβουλίου Εφετών ΑΘΗΝΑΣ, το οποίο μου επιδόθηκε την 20-3-2008, μέσα στη δεκαήμερη προθεσμία από την επίδοση του σε μένα για την άσκηση της αναίρεσης, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 4 του προαναφερόμενου άρθρου 473 Κ.Π.Δ., το οποίο ενάντια στο νόμο και τα αληθινά πραγματικά περιστατικά της ένδικης υπόθεσης, απέρριψε την με ημερομηνία 30η Απριλίου 2007 και με αριθμό κατάθεσης 207/2007 ΕΦΕΣΗ ΜΟΥ κατά του εκκαλουμένου με αριθμό 184/2007 ΒΟΥΛΕΥΜΑΤΟΣ του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών ΑΘΗΝΑΣ, το οποίο απόλυτα εσφαλμένα με παραπέμπει στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων ΑΘΗΝΑΣ, προκειμένου να δικαστώ ως δήθεν υπαίτιος της μη τελεσθείσας από μένα με οποιοδήποτε τρόπο κακουργηματικής απάτης σε κάθε περίπτωση κατά προφανή νομική πλάνη, εξακολουθεί δυστυχώς να ποινικοποιεί κατά τρόπο ποινικά απαράδεκτο μια καταφανώς αστική υπόθεση, πέρα από το αναμφισβήτητο γεγονός ότι αξιολογούνται επιλεκτικά, μεροληπτικά και μονομερώς σε βάρος μου, χωρίς την Συνταγματικά και από το νόμο επιβαλλόμενη αμεροληψία και αντικειμενικότητα, όσα ψευδέστατα, αποδεδειγμένα κακόβουλα και απολύτως αναπόδεικτα ισχυρίζεται ο μοναδικός αποδεδειγμένος ψευδοκατήγορός μου Α σε βάρος μου. ΛΟΓΟΣ ΑΝΑΙΡΕΣΗΣ. Όχι ορθά και νόμιμα αλλά απόλυτα εσφαλμένα και κατά προφανή και σαφέστατη νομική πλάνη και απόλυτα εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία της ένδικης ουσιαστικής ποινική διάταξης, το αναιρεσιβαλλόμενο βούλευμα, δέχεται ότι δήθεν τέλεσα το αδίκημα της κακουργηματικής απάτης και χωρίς καμία απολύτως απόδειξη, απέρριψε την ένδικη έφεσή μου και απόλυτα εσφαλμένα επικύρωσε το εκκαλούμενο βούλευμα, ενώ όφειλε να το εξαφανίσει και να το ακυρώσει στο σύνολο του, αποφαινόμενο ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία σε βάρος μου. Αρνούμαι και πάλι με αγανάκτηση και διαμαρτύρομαι το ίδιο εντονότατα για την απολύτως αβάσιμη στο σύνολό της και απόλυτα κατασκευασμένη από το ψευδοκατήγορό μου, Α, κατηγορία που μου αποδίδεται για την ουδέποτε και με οποιοδήποτε τρόπο τελεσθείσα από μένα πράξη της δήθεν κακουργηματικής απάτης, τελεσθείσα δήθεν από υπαίτιο που διαπράττει απάτες κατ' επάγγελμα, με συνολικό όφελος και αντίστοιχη ζημιά που υπερβαίνει το ποσό των 15.000 Ευρώ, για την οποία σχηματίσθηκε αυτεπάγγελτα σε βάρος μου δικογραφία, παντελώς ενάντια στο νόμο, με τη με αριθμό Ζ 2004/7617 Εισαγγελική Παραγγελία και κλήθηκα σε απολογία με τη με Αριθ. πρωτ. 692/19-5-2006 Κλήση της αρμοδίας Κας Ανακριτού ΑΘΗΝΑΣ ως Κατηγορουμένου και ακολούθως υποβλήθηκε προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών ΑΘΗΝΑΣ, η αποδεδειγμένα απόλυτα εσφαλμένη, όσο με αφορά, Έγγραφη Εισαγγελική Πρόταση με αριθμό ΕΙ2-06/276/29, την οποία δυστυχώς το αναιρεσιβαλλόμενο βούλευμα απόλυτα εσφαλμένα τη δέχθηκε και επίσης απόλυτα εσφαλμένα επικύρωσε το απόλυτα εσφαλμένο εκκαλούμενο βούλευμα, απορρίπτοντας κατά απόλυτα εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία της ένδικης ουσιαστικής ποινικής διάταξης την απόλυτα εσφαλμένα κριθείσα από αυτό έφεση μου. Μοναδικό δήθεν στοιχείο της προαναφερομένης ψευδέστατης κατηγορίας σε βάρος μου, στην οποία στηρίζεται το απόλυτα εσφαλμένο εκκαλούμενο βούλευμα και η προαναφερόμενη Έγγραφη Εισαγγελική Πρόταση, είναι οι απολύτως ψευδέστατοι και αποδεδειγμένα δόλιοι ισχυρισμοί του ψευδοκατηγόρου μου Α, οι οποίοι αποδεδειγμένα ψευδέστατοι ισχυρισμοί είναι απόλυτα αντιφατικοί και αλληλοαναιρούμενοι από τα διδάγματα της κοινής πείρας ισχυρισμοί και δεν τεκμηριώνονται ούτε αποδεικνύονται με οποιονδήποτε τρόπο και από κανένα απολύτως αποδεικτικό στοιχείο του συνόλου της δικογραφίας, που απόλυτα εσφαλμένα σχηματίσθηκε σε βάρος μου. Σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει τεκμηρίωση της ψευδέστατης κατηγορίας, όσα ψευδέστατα και κατασκευασμένα αναφέρονται από τον ψευδοκατήγορό μου Α, τον οποίο γνωρίζω και με γνωρίζει, όπως ο ίδιος καταθέτει στην ΕΝΟΡΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΩΣ ΜΑΡΤΥΡΑ, τέσσερις (4) ολόκληρους μήνες μετά τα κατασκευασμένα από το ίδιο δήθεν γεγονότα, την 24η Οκτωβρίου 2003, στον ΑΝΘΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟ Β της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ και το ακριβές περιεχόμενο της οποίας έχει επί λέξει όπως παρακάτω: "... ΕΚΘΕΣΗ ΕΝΟΡΚΗΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΜΑΡΤΥΡΑ (Κ.Π.Δ.) Στο ..... σήμερα την 24 του μήνα Οκτωβρίου του έτους 2003 ημέρα Παρασκευή και ώρα 11, 45 ενώπιον εμού του Ανθ/μου Β της Υποδ/νσης Ασφάλειας Δυτικής Αττικής παρουσία και του κάτωθι προσυπογεγραμμένου Ανθ/μου Γ της ιδίας υπηρεσίας που προσλήφθην ως Β' Ανακριτικού Υπαλλήλου κατοίκων .....- ..... εμφανίστηκε ο κατωτέρω μάρτυρας, ο οποίος αφού ρωτήθηκε για την ταυτότητα του κλπ απάντησε ότι ονομάζεται Α, γεννήθηκε την ..... στα ..... και κατοικεί ..... οδός ..... α/α επαγγέλματος έμπορος εγγράμματος, κάτοχος του υπ' αριθμ. ....., που εκδόθηκε την 30-10-1975 από Π.Α. Ελευσίνος ελληνικής υπηκοότητας και Χ.Ο. και ότι τον κατηγορούμενο...... Έπειτα ο εξεταζόμενος αφού έθεσε την δεξιά αυτού επί του Ιερού Ευαγγελίου ορκίστηκε σύμφωνα με τα άρθρα 218 παρ. 1 και 219 παρ. 1 του Κ.Π.Δ. και εξετάζεται ως ακολούθως: ΕΡΩΤΗΣΗ: Τι προσήλθες να καταθέσεις στην υπηρεσία μας; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Είμαι επιχειρηματίας & διατηρώ οινοποιείο στην περιοχή ..... επί της οδού ..... . Κατά τα έτη 2000-2001, μου έφερνε σταφύλια από την περιοχή ..... που βρίσκεται στην περιοχή ....., ως μεταφορέας ο Χ, γεν. ..... στο ...... κάτοικος ..... (εκ παραδρομής γράφεται .....) - ..... . Αρχές Ιουνίου του έτους 2003 το προαναφερόμενο άτομο, μου έκανε μια συζήτηση εάν θέλω να αγοράσω χρυσές λίρες σε χαμηλή τιμή & μου άφησε δέκα (10) κομμάτια ως δείγμα, εγώ τις πήγα σε κάποιον χρυσοχόο να δω εάν είναι γνήσιες, ο οποίος μου είπε ότι πράγματι οι λίρες είναι γνήσιες. Μετά από δύο - τρεις μέρες (αρχές Ιουνίου) με πήρε τηλέφωνο ο Χ και μου είπε εάν ενδιαφέρομαι να αγοράσω τις λίρες. Εγώ του είπα ότι θέλω να αγοράσω τις λίρες. Αυτός τότε μου είπε ότι θα μου τις φέρει, περίπου τετρακόσια (400) κομμάτια, και να έχω τα λεφτά μετρητοίς. Την επόμενη μέρα ήρθε στο εργοστάσιο στην ..... μου είπε ότι τις λίρες δεν τις έχω μαζί μου και να πάμε σε ένα σπίτι στην περιοχή ..... να τις πάρουμε. Εγώ τον ακολούθησα με το αυτοκίνητο μου και ξαφνικά με σταμάτησε σ' ένα κεντρικό δρόμο του ..... . Κατέβηκε από το αυτοκίνητο του μάρκας BMW (Ι.Χ.Ε.) χρώματος μπλε, τον αριθμό κυκλοφορίας δεν τον θυμάμαι και μου είπε περίμενε εδώ και θα μας τις φέρουνε. Μετά από λίγο ήρθε ένα φορτηγό με τέντα στο οποίο επέβαιναν τέσσερα άτομα. Κατέβηκε ένας εξ αυτών και μου έδωσε μια νάιλον τσάντα χρώματος γκρι, η οποία περιείχε δύο κάλτσες και μέσα σε αυτές υπήρχαν, στην κάθε μια, νάιλον σακουλάκι με κέρματα ευρώ. Εγώ παρέδωσα το χρηματικό ποσό των 17.000 ευρώ (δέκα επτά χιλιάδων) στο Χ, ο οποίος επιβιβάστηκε γρήγορα στο αυτοκίνητο του και τράπηκε σε φυγή. Ταυτόχρονα διέφυγε και το φορτηγό με τα τέσσερα άτομα. Το άτομο που μου παρέδωσε την νάιλον τσάντα ήταν αθίγγανος ηλικίας 30 έως 35 ετών περίπου, ανάστημα 1,75 - 1,80 περίπου με καστανόμαυρα μαλλιά και με σωματική διάπλαση κανονική. Για τα άλλα τρία άτομα δεν μπορώ να συγκρατήσω χαρακτηριστικά και ούτε τον αριθμό κυκλοφορίας του φορτηγού. Εγώ προ ημερών άκουσα στην τηλεόραση ότι στην υπηρεσία σας έχουν συλληφθεί άτομα για απάτη με λίρες όπως στη δική μου περίπτωση. Σήμερα 24-10-2003 προσήλθα στην υπηρεσία σας όπου μου υποδείξατε από το αρχείο σας (κομπιούτερ) φωτογραφίες και προσομοίωσα κατά 60% τον Ε, γεννηθείς ..... στην Αθήνα, κάτοικος ....., οδός ..... αριθμός ..., ως το άτομο που μου παρέδωσε την νάιλον τσάντα με τα κέρματα ευρώ. Επίσης θέλω να προσθέσω μετά το συμβάν επικοινώνησα με τον Χ στο κινητό τηλέφωνο του με αριθμό ..... και ρώτησα γιατί μου το έκανε αυτό και εκείνος με απείλησε να μην κάνω καμιά συζήτηση και καμιά ενέργεια διότι θα έχω άσχημα αποτελέσματα. ΕΡΩΤΗΣΗ: Επιθυμείς την ποινική δίωξη των ανωτέρω δραστών; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ναι επιθυμώ την ποινική δίωξη των δραστών καθώς & την επιστροφή των χρημάτων. Επίσης σας παραδίδω την νάιλον τσάντα η οποία περιέχει τα δύο σακουλάκια με τα κέρματα ευρώ για την εξερεύνηση τους. Τίποτα άλλο δεν έχω να προσθέσω & υπογράφω ...". Την υποχρέωση απόδειξης των ψευδέστατων και κατασκευασμένων κατηγοριών σε βάρος μου φέρει ο ψευδοκατήγορός μου. Δεν αρκούν οι ψευδέστατοι και αποδεδειγμένα κατασκευασμένοι από τον ίδιο ισχυρισμοί του για να προκύψουν έστω και στοιχειώδης ενδείξεις ενοχής σε βάρος μου. Οι ίδιες οι σαφέστατες αντιθέσεις του ψευδοκατηγόρου μου που περιέχονται αρχικά στη κατάθεση του στον ΑΝΘΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟ Β της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ και στη συνέχεια στην ένορκη κατάθεση του σε εσάς την 16η Μαΐου 2006, της οποίας το ακριβές περιεχόμενο έχει επί λέξει όπως παρακάτω: "... ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ 8° ΤΑΚΤΙΚΟ ΑΝΑΚΡΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΜΑΡΤΥΡΑ. Στην Αθήνα σήμερα στις 16-5-06 ημέρα Τρίτη και ώρα 9:10 π.μ., ενώπιον της Ανακρίτριας του 8 Τακτικού Τμήματος Πλημμελειοδικών Αθηνών ΠΕΤΣΑΛΗ Μαρία, Παρουσία και της Γραμματέως Δ, εμφανίσθηκε ο μάρτυρας ο οποίος απάντησε ότι ονομάζεται Α, με Α.Δ.Τ. ..... από Π.Α. ...../30-10-1975, γεννήθηκε στα ..... στις ....., επαγγ. έμπορος, κάτοικος ....., οδός ....., αρ. ..., είναι Χριστιανός Ορθόδοξος και δεν συγγενεύει με τον κατηγορούμενο ή τον παθόντα. Ορκίστηκε στο Ιερό Ευαγγέλιο, κατά τα άρθρα 218 παρ. Ι και 219 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και κατέθεσε τα ακόλουθα: Αναφέρομαι στην προανακριτική μου κατάθεση. Διατηρώ οινοποιείο στην ..... . Γνώριζα το Χ γιατί ερχόταν ως οδηγός και ιδιοκτήτης φορτηγού και μου μετέφερε σταφύλια από διάφορους παραγωγούς. Κάποια μέρα δε θυμάμαι πότε, ήρθε ο Χ και μου είπε αν θέλω να αγοράσω χρυσές λίρες τις οποίες αυτός έδινε σε καλή τιμή. Τις πουλούσε στην τιμή που τις έδινε η τράπεζα αλλά η τράπεζα μου έδινε λίγες και τελικά του είπα ότι θα τις πάρω. Μου έδωσε 10 λίρες να πάω να ελέγξω αν είναι αληθινές. Τις πήγα σε χρυσοχόο, ήταν πράγματι αληθινές και συμφωνήσαμε να τις αγοράσω. Ήρθε από το γραφείο και θα με πήγαινε σε κάποιον στο ..... . Εκεί με πήγε σε μία πλατεία, ήταν μεσημέρι και δεν είχε κίνηση. Εκεί ήταν σταματημένο ένα φορτηγό και κατέβηκαν 3-4 άτομα. Μου έδωσαν 2 κάλτσες που μου είπαν ότι μέσα ήταν οι χρυσές λίρες, που είχα συμφωνήσει να αγοράσω. Εγώ τους είπα να τις μετρήσω. Δε μου άφησαν περιθώριο καθόλου, μου πήραν τα λεφτά, 6 εκατ. δρχ. περίπου και έφυγαν. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι αν έφερνα αντίρρηση, θα μου έκαναν κακό. Στη συνέχεια άνοιξα τις κάλτσες και είδα ότι μέσα ήταν φραγκοδίφραγκα. Στην αστυνομία μου έδειξαν φωτογραφίες και αναγνώρισα κάποια άτομα που αναφέρω στην κατάθεση μου. Έκτοτε δεν έχω ξαναδεί το Χ και τους υπόλοιπους. Άλλο τίποτα δεν έχω να προσθέσω. Αναγνώστηκε, βεβαιώθηκε και υπογράφεται. Ο ΜΑΡΤΥΡΑΣ Η ΑΝΑΚΡΙΤΡΙΑ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ...", αποδεικνύουν τη δόλια κατασκευή από τον ίδιο όσων ψευδέστατα ισχυρίζεται σε βάρος μου. Ειδικότερα: Ενώ αρχικά στη κατάθεσή του στον ΑΝΘΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟ Β της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ καταθέτει επί λέξει ότι δήθεν: "... Μετά από δύο - τρεις μέρες (αρχές Ιουνίου) με πήρε τηλέφωνο ο Χ και μου είπε εάν ενδιαφέρομαι να αγοράσω τις λίρες. Εγώ του είπα ότι θέλω να αγοράσω τις λίρες. Αυτός τότε μου είπε ότι θα μου τις φέρει, περίπου τετρακόσια (400) κομμάτια, και να έχω τα λεφτά μετρητοίς. Την επόμενη μέρα ήρθε στο εργοστάσιο στην ..... μου είπε ότι τις λίρες δεν τις έχω μαζί μου και να πάμε σε ένα σπίτι στην περιοχή ..... να τις πάρουμε. Εγώ τον ακολούθησα με το αυτοκίνητο μου και ξαφνικά με σταμάτησε σ' ένα κεντρικό δρόμο του ..... . Κατέβηκε από το αυτοκίνητο του μάρκας BMW (I.X.Ε.) χρώματος μπλε, τον αριθμό κυκλοφορίας δεν τον θυμάμαι και μου είπε περίμενε εδώ και θα μας τις φέρουνε. Μετά από λίγο ήρθε ένα φορτηγό με τέντα στο οποίο επέβαιναν τέσσερα άτομα. Κατέβηκε ένας εξ αυτών και μου έδωσε μια νάιλον τσάντα χρώματος γκρι, η οποία περιείχε δύο κάλτσες και μέσα σε αυτές υπήρχαν, στην κάθε μια, νάιλον σακουλάκι με κέρματα ευρώ. Εγώ παρέδωσα το χρηματικό ποσό των 17.000 ευρώ (δέκα επτά χιλιάδων) στο Χ, ο οποίος επιβιβάστηκε γρήγορα στο αυτοκίνητο του και τράπηκε σε φυγή. Ταυτόχρονα διέφυγε και το φορτηγό με τα τέσσερα άτομα. Το άτομο που μου παρέδωσε την νάιλον τσάντα ήταν αθίγγανος ηλικίας 30 έως 35 ετών περίπου, ανάστημα 1,75 - 1,80 περίπου με καστανόμαυρα μαλλιά και με σωματική διάπλαση κανονική. Για τα άλλα τρία άτομα δεν μπορώ να συγκρατήσω χαρακτηριστικά και ούτε τον αριθμό κυκλοφορίας του φορτηγού. Εγώ προ ημερών άκουσα στην τηλεόραση ότι στην υπηρεσία σας έχουν συλληφθεί άτομα για απάτη με λίρες όπως στη δική μου περίπτωση. Σήμερα 24-10-2003 προσήλθα στην υπηρεσία σας όπου μου υποδείξατε από το αρχείο σας (κομπιούτερ) φωτογραφίες και προσομοίωσα κατά 60% τον Ε, γεννηθείς ..... στην Αθήνα, κάτοικος ..... , οδός ..... αριθμός ..., ως το άτομο που μου παρέδωσε την νάιλον τσάντα με τα κέρματα ευρώ. Επίσης θέλω να προσθέσω μετά το συμβάν επικοινώνησα με τον Χ στο κινητό τηλέφωνο του με αριθμό ..... και ρώτησα γιατί μου το έκανε αυτό και εκείνος με απείλησε να μην κάνω καμιά συζήτηση και καμιά ενέργεια διότι θα έχω άσχημα αποτελέσματα ...", από τα οποία προκύπτει ότι με γνώριζε από την πρώτη στιγμή ως πρόσωπο όπως επίσης γνώριζε και το κινητό τηλέφωνο μου, στοιχεί τα οποία του επέτρεπαν με βεβαιότητα να απευθυνθεί άμεσα στο τμήμα ασφάλειας, όπως θα έπραττε οποιοσδήποτε κοινός θνητός και νοήμον άνθρωπος, εφόσον του είχαν συμβεί όλα όσα ψευδέστατα καταθέτει σε βάρος μου, χωρίς να περιμένει τέσσερις (4) ολόκληρους μήνες για να το πράξει, γεγονός που αποδεικνύει την δόλια κατασκευή από τον ίδιο όσα ψευδέστατα καταθέτει σε βάρος μου. Το ψευδέστατο των κατηγοριών σε βάρος μου επιβεβαιώνεται πλήρως και αναμφισβήτητα από την ένορκη κατάθεση του σε εσάς που έδωσε την 16-5-2006, στην οποία καταθέτει επί λέξει ότι: "... Ήρθε από το γραφείο και θα με πήγαινε σε κάποιον στο ..... . Εκεί με πήγε σε μία πλατεία, ήταν μεσημέρι και δεν είχε κίνηση. Εκεί ήταν σταματημένο ένα φορτηγό και κατέβηκαν 3-4 άτομα. Μου έδωσαν 2 κάλτσες που μου είπαν ότι μέσα ήταν οι χρυσές λίρες, που είχα συμφωνήσει να αγοράσω. Εγώ τους είπα να τις μετρήσω. Δε μου άφησαν περιθώριο καθόλου, μου πήραν τα λεφτά, 6 εκατ. δρχ. περίπου και έφυγαν. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι αν έφερνα αντίρρηση, θα μου έκαναν κακό. Στη συνέχεια άνοιξα τις κάλτσες και είδα ότι μέσα ήταν φραγκοδίφραγκα. Στην αστυνομία μου έδειξαν φωτογραφίες και αναγνώρισα κάποια άτομα που αναφέρω στην κατάθεση μου. Έκτοτε δεν έχω ξαναδεί το Χ και τους υπόλοιπους...", στην οποία κατάθεση ουδεμία αναφορά κάνει στο ψευδέστατο γεγονός ότι δήθεν παρέδωσε σε εμένα το χρηματικό ποσό των 17.000 ευρώ (δέκα επτά χιλιάδων) και ότι δήθεν επιβιβάστηκα γρήγορα στο αυτοκίνητό μου και τράπηκα σε φυγή, περιγραφή που είναι ουσιώδης για την απόδειξη του ψευδέστατου των ισχυρισμών του, αλλά αναφέρεται αόριστα ότι δήθεν είπε να μετρήσει τις λίρες, δεν του άφησαν περιθώριο καθόλου και ότι δήθεν του πήραν τα λεφτά, έξι εκατομμυρίων (6.000.000) δρχ. περίπου και έφυγαν, αναφερόμενος γενικά και αόριστα σε άγνωστα πρόσωπα σε χρηματικό ποσό έξι εκατομμυρίων (6.000.000) σε δραχμές και όχι στο ποσό των δέκα επτά χιλιάδων (17.000) ευρώ, που δήθεν έδωσε σε εμένα και δήθεν τράπηκα σε φυγή. Πέρα από τις παραπάνω αντιφάσεις, το ψευδέστατο της κατηγορίας, που κατασκεύασε ο ψευδοκατήγορός μου και η απόλυτη αναξιοπιστία του επιβεβαιώνονται απολύτως και από τα διδάγματα της κοινής πείρας τα οποία διδάσκουν ότι εφόσον είχαν πράγματι συμβεί όλα όσα αναφέρει για το πρόσωπο μου ο ψευδοκατήγορός μου, θα είχε άμεσα απευθυνθεί στο αστυνομικό τμήμα για να τα καταγγείλει. Είναι προφανές η έλλειψη των ηθικών φραγμών τον οδήγησε στο να με εμφανίσει ως δήθεν εγκέφαλο της εμφανιζόμενης από αυτόν απάτης σε βάρος του γεγονός που αυτοδιαψεύδεται απ' όσα ο ίδιος αντιφατικά καταθέτει. Επιπλέον ο ψευδοκατήγορός μου ισχυρίζεται στην κατάθεση του της 24-10-2003 ότι δήθεν επικοινώνησε μαζί μου μετά το συμβάν στο κινητό τηλέφωνο μου με αριθμό ..... και δήθεν με ρώτησε γιατί δήθεν του το έκανα αυτό και ότι δήθεν τον απείλησα να μην κάνει καμιά συζήτηση και καμιά ενέργεια διότι θα έχει άσχημα αποτελέσματα, ενώ στην κατάθεση του σ' εσάς καταθέτει ότι από το συμβάν δεν με έχει ξαναδεί. Αποδεικνύεται έτσι ότι τα κίνητρα του ψευδοκατηγόρου μου είναι αποκλειστικώς ρατσιστικά και καμία σχέση δεν έχουν με την δήθεν απάτη σε βάρος του από εμένα, την οποία ουδέποτε και με οποιονδήποτε τρόπο τέλεσα. Επέλεξε την εύκολη λύση να με κατονομάσει ως δήθεν εγκέφαλο της ανύπαρκτης απάτης σε βάρος του, εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι είμαι τσιγγάνος. Η αναξιοπιστία του ψευδοκατηγόρου και το ψευδέστατο των κατασκευασμένων από τον ίδιο ισχυρισμών του αποδεικνύεται επίσης και από το γεγονός ότι αυτές δεν έπεισαν ούτε και την αρμόδια Ασφάλεια Δυτικής Αττικής η οποία στην περίπτωση που έκρινε βάσιμους τους ισχυρισμούς του ψευδοκατηγόρου μου θα προέβαινε σε αιφνίδια έρευνα στην κατοικία μου στην ....., προκειμένου να διερευνήσει για την ύπαρξη ή όχι χρυσών λιρών, για να τεκμηριωθεί έτσι η βασιμότητα των κατηγοριών που μου αποδίδει. Τίποτε από όλα αυτά δεν έγινε. Το δικαίωμα της ελευθερίας του κάθε πολίτη δεν μπορεί να υποκείμενο φυλετικής διάκρισης. Είναι βέβαιο ότι εάν δεν ήμουν τσιγγάνος ο ψευδοκατήγορός μου ουδέποτε θα αναφερόταν στο όνομα μου. σε κάθε περίπτωση όπως προανέφερα δεν αρκούν μόνο οι ψευδέστατοι ισχυρισμοί του ψευδοκατηγόρου μου χωρίς απολύτως κανένα άλλο αποδεικτικό στοιχείο των ισχυρισμών του ώστε στοιχειωδώς να υπάρξουν ενδείξεις ενοχής για τις ψευδέστατες και απολύτως αβάσιμες κατηγορίες που μου αποδίδονται. Τέλος ενώ ο αποδεδειγμένα δόλιος μοναδικός ψευδοκατήγορός μου Α, αρχικά στην παραπάνω αρχική ένορκη εξέταση του, την 24η Οκτωβρίου 2003 ημέρα Παρασκευή και ώρα 11,45 στον Ανθ/μο Β της Υποδ/νσης Ασφάλειας Δυτικής Αττικής παρουσία και του Ανθ/μου Γ της ιδίας υπηρεσίας, αναγνώρισε δήθεν κατά εξήντα τα εκατό (60%), από την φωτογραφία που του επεδείχθη, τον Ε, ως το πρόσωπο που δήθεν του παρέδωσε την επίδικη τσάντα με τις κάλτσες, για να διαπιστωθεί από τον ίδιο, ότι δεν τον αναγνωρίζει, όπως δέχεται το εκκαλούμενο βούλευμα και χωρίς ο ψευδοκατήγορός μου να καταθέσει οτιδήποτε σχετικό με μένα, το ίδιο το εκκαλούμενο βούλευμα δέχεται απόλυτα εσφαλμένα, ότι δήθεν εγώ του παρέδωσα την νάϋλον τσάντες με τα κέρματα και ότι δήθεν ο ψευδοκατήγορός μου παρέδωσε σε μένα το χρηματικό ποσό, απόλυτα αποδεδειγμένα εσφαλμένες και απόλυτα αντιφατικές παραδοχές, αφού αν πράγματι είχε συμβεί αυτό, ο ψευδοκατήγορός μου, θα είχε σπεύσει άμεσα στο αστυνομικό τμήμα να καταγγείλει την απάτη και φυσικά δεν περίμενε τέσσερις (4) ολόκληρους μήνες, να το πράξει, αφού γνώριζε τόσο εμένα όσο και την ακριβή διεύθυνση της κατοικίας μας από τις μακροχρόνιες εμπορικές συναλλαγές μας. Το ότι ο ψευδονηνυτής μου διέκοψε τις επαφές μαζί μου, οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός ότι απόλυτα εσφαλμένα πίστευε ότι δήθεν γνώριζα και δεν του αποκάλυπτα τα ονόματα των φερόμενων ως δραστών και ουδεμία απολύτως σχέση έχουν με την πραγματικότητα και την αλήθεια, όσα απόλυτα εσφαλμένα δέχεται το αναιρεσιβαλλόμενο βούλευμα, ότι δήθεν ο ψευδονηνυτής μου διέκοψε τις επαφές μαζί μου, γιατί δήθεν τέλεσα όσα ψευδέστατα και αποδεδειγμένα δόλια και απολύτως αναπόδεικτα ισχυρίζεται αυτός σε βάρος μου, ΑΙΤΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΑΡΘΡΟΥ 38 Κ.Π.Δ. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι για τα αδικήματα που τέλεσε ο ψευδοκατήγορός μου με αποδεδειγμένο δόλο σε βάρος μου, πρέπει να συνταχθεί από εσάς η προβλεπόμενη από το άρθρο 38 Κ.Π.Δ. έκθεση και να διαβιβασθεί με τα σχετικά έγγραφα της δικογραφίας στον αρμόδιο Κο Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθήνας, προκειμένου να ασκήσει ποινική δίωξη σε βάρος του ψευδοκατήγορού μου, για τη σωρεία των αδικημάτων που αποδεδειγμένα και με δόλο τέλεσε σε βάρος μου. Σε κάθε περίπτωση υπέβαλα ήδη σε βάρος του ψευδοκατηγόρου μου για τα αδικήματα της ψευδορκίας και της συκοφαντικής δυσφήμησης που τέλεσε σε βάρος μου, αντίγραφο της οποίας σας εγχειρίζω. Είναι προφανές ότι η προσπάθεια του ψευδοκατηγόρου μου έμπειρου εμπόρου στο επάγγελμα να εμφανιστεί ως δήθεν αφελής πολίτης που εξαπατήθηκε από εμένα τον τσιγγάνο με τέτοιο χονδροειδή τρόπο, όπως ο ίδιος τον περιγράφει, δεν μπορεί να πείσει ούτε και τον πιο καλόπιστο και αφελή πολίτη, πόσο μάλλον τις αρμόδιες αστυνομικές και δικαστικές αρχές, όσα ο ψευδοκατήγορός μου ισχυρίζεται σε βάρος μου, περί δήθεν απάτης είναι αυτονόητα και αυταπόδεικτα ψευδή, όπως επίσης αυτονόητο είναι και το δόλιο κίνητρο του να εκμεταλλευτεί ρατσιστικά το γεγονός ότι είμαι τσιγγάνος και να πετύχει έτσι εκβιαστικά και δόλια, παραπλανώντας τις αστυνομικές, εισαγγελικές και δικαστικές αρχές προκειμένου να επιτύχει παράνομο περιουσιακό όφελος σε βάρος μου, με το δόλιο σκεπτικό: "τσιγγάνος είναι ποια αρμόδια αρχή θα τον πιστέψει;", δυστυχώς όμως για τον ψευδοκατήγορό μου η αλήθεια είναι μόνο μία και δεν έχει ρατσιστικό χρώμα. Το εκκαλούμενο βούλευμα δυστυχώς δεν διακρίνεται για την αντικειμενικότητα, την αμεροληψία και την ορθή εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών. Επομένως η προαναφερόμενη παραπομπή μου με την εντελώς αβάσιμη κατηγορία είναι στο σύνολο της απολύτως εσφαλμένη και προσβάλλει βάναυσα τη τιμή και την υπόληψη μου η οποία αποκλειστικά και μόνο για λόγους ορθής, αμερόληπτης και αντικειμενικής απονομής της δικαιοσύνης, επιβάλλεται να αποκατασταθεί άμεσα" ΕΠΕΙΔΗ αποδεδειγμένα δεν τέλεσα με οποιονδήποτε τρόπο τα εγκλήματα για τα οποία απολύτως αβάσιμα κατηγορούμε. ΕΠΕΙΔΗ οι ισχυρισμοί του ψευδοκατηγόρου μου είναι ψευδέστατοι και δόλια κατασκευασμένη από τον ίδιο. ΕΠΕΙΔΗ δεν προκύπτουν στοιχειώδης ενδείξεις ενοχής για τις κατηγορίες οι οποίες εντελώς αβάσιμα μου αποδίδονται. ΕΠΕΙΔΗ συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 38 του Κ.Π.Δ. ΕΠΕΙΔΗ έγινε μεροληπτική σε βάρος μου αξιολόγηση των όσων ψευδέστατα καταθέτει ο απόλυτα αναξιόπιστος και αποδεδειγμένα δόλιος κατήγορος μου Α, όπως αυτό αποδεικνύεται από το αποδεδειγμένο και αναμφισβήτητο γεγονός ότι δεν αναγνώρισε ούτε το δήθεν συνεργό μου Ε. ΕΠΕΙΔΗ ο ψευδοκατήγορός μου με συκοφαντεί αποδεδειγμένα και προσβάλει την τιμή και την υπόληψή μου. ΕΠΕΙΔΗ απόλυτα εσφαλμένα απορρίφθηκε χωρίς να γίνει δεκτό, όπως επιβάλλετο, το αίτημα μου αυτοπρόσωπης εμφάνισης μου στο Συμβούλιο ΕΦΕΤΩΝ ΑΘΗΝΑΣ. ΕΠΕΙΔΗ συντρέχουν οι λόγοι να μου χορηγηθεί η εισαγγελική πρόταση σε αντίγραφο όταν εισαχθεί για συζήτηση στο δικαστικό συμβούλιο ώστε να μπορέσω να δώσω και προφορικές διευκρινίσεις μου στο Δικαστικό Συμβούλιο. ΕΠΕΙΔΗ η αναίρεσή μου είναι νόμιμη, βάσιμη, εμπρόθεσμη αφού το εκκαλούμενο βούλευμα μου επιδόθηκε την 20-3-2008 και ασκείται σήμερα 27-3-2008, εντός της προβλεπόμενης δεκαήμερης προθεσμίας σύμφωνα με τις διατάξεις του προαναφερόμενου άρθρου 473 Κ.Π.Δ., ουσιαστικά βάσιμη στο σύνολο της και αληθινή σε όλα τα πραγματικά περιστατικά της.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΖΗΤΑΩ: Να γίνει δεκτή η αναίρεσή μου. Να εξαφανισθεί και να ακυρωθεί στο σύνολό του αναιρεσιβαλλόμενο βούλευμα το οποίο επικυρώνει απόλυτα εσφαλμένα το εκκαλούμενο βούλευμα που απόλυτα εσφαλμένα και ενάντια στο νόμο με παραπέμπει να δικαστώ στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων ΑΘΗΝΑΣ. Να αποφανθεί το ανώτατο αρμόδιο Δικαστικό Συμβούλιο, ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία σε βάρος μου για το παντελώς ανυπόστατο αδίκημα που μου αποδίδεται και να αποκατασταθεί η τιμή και η υπόληψή μου. Να μου χορηγηθεί αντίγραφο της εισαγγελικής πρότασης επί της αναίρεσής μου, προς το Δικαστικό Συμβούλιο. Να διαταχθεί να ΕΜΦΑΝΙΣΘΩ ΑΥΤΟΠΡΟΣΩΠΩΣ στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, ώστε να δώσω και προφορικά τις απαραίτητες διευκρινήσεις. ΤΕΛΟΣ ΝΑ ΕΦΑΡΜΟΣΘΕΙ το άρθρο 38 Κ. Π.Δ., ώστε να σχηματισθεί σχετική έκθεση με τα αδικήματα που διεπράχθησαν από το ψευδομηνυτή μου Α".
Από την παραδεκτή, όμως, επισκόπηση του δικογράφου της αναιρέσεως, ο αναιρεσείων δεν προσδιορίζει συγκεκριμένα, με σαφήνεια και πληρότητα τις πλημμέλειες του προσβαλλόμενου βουλεύματος, και ειδικότερα σε τι συνίστανται οι ελλείψεις, ως προς την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των παραδοχών του, καθώς και τις πλημμέλειες ως προς τη μη ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων. Αντίθετα, ο αναιρεσείων στην κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, εκτός από την άρνηση της εναντίον του κατηγορίας, περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο σε ανάλυση των αντιφάσεων που περιέχονται στην από 24-10-2003, ενώπιον του προανακριτικού υπαλλήλου, κατάθεση του Α, καθώς και στην από 16-5-2006, ενώπιον του τακτικού Ανακριτή του 8ου τμήματος του Πρωτοδικείου Αθηνών, κατάθεση του ιδίου (Α), παραθέτοντας στο δικόγραφο της αναιρέσεως και προς ενίσχυση των απόψεών του, το πλήρες περιεχόμενο των καταθέσεων αυτών. Ενόψει, όμως, των ανωτέρω, λόγω της πρόδηλης αοριστίας, αφενός των προβαλλόμενων με το δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως, κατ' εκτίμηση λόγων αναιρέσεως, α) της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και β) της εσφαλμένης εφαρμογής και ερμηνείας των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, αφετέρου και του προβαλλόμενου, επίσης, κατά τρόπον αόριστο ισχυρισμού του, περί απορρίψεως του αιτήματός του, προκειμένου να εμφανιστεί ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών και εκθέσει τις απόψεις του, η υπό κρίση αναίρεση η οποία ναι μεν ασκήθηκε εμπρόθεσμα (473 παρ. 1 εδ. τελ. Κ.Π.Δ.) και κατά βουλεύματος που υπόκειται σ' αυτήν ( άρθρο 482 ΚΠΔ), πλην, όμως, δεν περιέχει κανένα λόγο αναιρέσεως, από αυτούς που ορίζει περιοριστικά το άρθρο 484 Κ.Ποιν.Δ., πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Μετά από αυτά, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρα 476 παρ. 1 και 583 παρ. 1 του Κ.Π.Δ.). Σημειώνεται ότι για την απόρριψη της αιτήσεως αυτής, ως απαράδεκτης, κλήθηκε να προσέλθει και να εκθέσει τις απόψεις του στο Συμβούλιο τούτο ο αντίκλητος του αναιρεσείοντος (άρθρο 476 παρ. 1 εδ. τελευταίο Κ.Π.Δ.), όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση του αρμόδιου γραμματέα επί του φακέλου της δικογραφίας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 26 Μαρτίου 2008 αίτηση του Χ, κατοίκου ....., για αναίρεση του υπ' αριθμό 346/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220.00) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 30 Ιανουαρίου 2009 . Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 26 Φεβρουαρίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή