Αριθμός 292/2018
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ελένη Διονυσοπούλου, Ευγενία Προγάκη, Ασπασία Μαγιάκου, και Γεώργιο Παπανδρέου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, την 15η Νοεμβρίου 2017, με την παρουσία και της γραμματέως Σπυριδούλας Τζαβίδη, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1.Φ., χήρας Α., Κ., 2 Μ. Κ. του Α., 3Ι. Κ. του Α., 4 Δ. Κ. του Χ., κατοίκων .... Οι 2η και 4ος δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο. Οι 1η και 3η εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Αριστείδη Μόκα με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Των αναιρεσίβλητων: 1.Ε. Β. του Α., κατοίκου ..., 2. Ε. Β. του Α., κατοίκου ..., 3. Μ. Χ. του Α., κατοίκου ..., 4. Α. Ε. του Ν., συζ. Α. Τ., κατοίκου ..., 5. Α. Ε. του Δ., κατοίκου ..., 6.Ν. Ε. του Δ. κατοίκου ..., 7. ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρίας με την επωνυμία "..." (προηγούμενη επωνυμία "Α. ..."), η οποία εδρεύει στη … και εκπροσωπείται νόμιμα. Οι 1η 2η 3η 4η 6ος 7η εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Κωνσταντίνο Παπαγεωργίου. Ο 5ος δεν παραστάθηκε. Στο σημείο αυτό ο ως άνω πληρεξούσιος δικηγόρος δήλωσε τη βίαιη διακοπή της δίκης λόγω θανάτου του αναιρεσιβλήτου και τη συνέχισή της από τους εκ διαθήκης κληρονόμους του : α. Γ. Ε. του Α., κάτοικος ..., β. Φ. Ε. του Κ. και Α., κάτοικος ..., γ. Σ. Ε. του Γ. και Φ., ο οποίος γεννήθηκε το έτος 2000 και εκπροσωπείται εν προκειμένω από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα αυτού Φ. Ε. του Κ. και Γ. Ε. του Α., αμφοτέρων κατοίκων ..., δ. Β. Ε. του Γ. και Φ., γεννήθηκε το έτος 2002 και εκπροσωπείται εν προκειμένω από τους ασκούντες τη γονική μέριμνα αυτής Φ. Ε. του Κ. και Γ. Ε. του Α., αμφοτέρων κατοίκων ..., ε. Της Ζ. Δ. του Β. συζ. Δ. Ε. του Ν., κατοίκου ... που εκπροσωπήθηκαν από τον ίδιο ως άνω δικηγόρο.
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου στο σημείο αυτό, δήλωσε ότι η 7η αναιρεσίβλητη ομόρρυθμη εταιρεία μετατράπηκε σε ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 3-1-2001 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης.
Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 34506/2007 του ιδίου Δικαστηρίου, 463/2010 Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης, ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 17-6-2010 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Γεώργιος Παπανδρέου, ανέγνωσε την από 3-11-2017 έκθεσή του με την οποία εισηγείται την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος των παρόντων αναιρεσειόντων ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης, ο πληρεξούσιος των αναιρεσίβλητων να απορριφθεί, καθένας δε να καταδικασθεί το αντίδικο μέρος στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με το άρθρο 576 παρ.2 ΚΠολΔ, αν ο αντίδικος εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί, αλλά δεν λάβει μέρος σ’ αυτήν με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση επιδόθηκε νομότυπα προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί. Στην προκείμενη περίπτωση,η συζήτηση της υπόθεσης γίνεται με επιμέλεια των αναιρεσίβλητων. Από την προσκομιζόμενη από τους αναιρεσίβλητους ... /18-7-2017 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή Εφετείου Θεσσαλονίκης ,προκύπτει ότι επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως στον υπογράφοντα την αίτηση αναίρεσης πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητο (ΑΠ 1461/2003) των δεύτερης και τέταρτου αναιρεσειόντων, ακριβές αντίγραφο της από 17-6-2010 αιτήσεως αναιρέσεως, με την πράξη καταθέσεως και την κάτω από αυτήν πρόσκληση των αναιρεσειόντων, για να παρασταθούν κατά τη δικάσιμο της 15-11-2017. Αυτοί, όμως, δεν εμφανίστηκαν στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υποθέσεως με τη σειρά της από το πινάκιο, ούτε κατέθεσαν κατ’ άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ δήλωση μη παραστάσεως κατά τη δικάσιμο αυτή. Επομένως, πρέπει να συζητηθεί η υπόθεση παρά την απουσία των δεύτερης και τέταρτου αναιρεσειόντων, σαν να ήταν παρόντες(άρθρ. 576 παρ.2 ΚΠολΔ).
Με την από 17-6-2010 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η αντιμωλία των διαδίκων εκδοθείσα 463/2010 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης(τακτικής διαδικασίας ) , με την οποία απορρίφθηκε κατ` ουσία η έφεση των αναιρεσειόντων -εκκαλούντων -εναγόντων κατά της 34.506/2007 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης , (με την οποία είχε απορριφθεί η με αριθμ. έκθ. κατάθ. ...2001 αναγνωριστική κυριότητας ακινήτου αγωγή τους).Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ. 552, 553, 556, 558,564, 566§1 Κ.Πολ.Δ .Είναι συνεπώς παραδεκτή( άρθρ. 577§1 Κ.Πολ.Δ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 577§3 Κ.Πολ.Δ).Τον προσδιορισμό της συζήτηση της αναίρεσης επιμελήθηκαν οι αναιρεσίβλητοι με κλήση τους κατ’ άρθρο 143 ΚΠολΔ προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητο των αναιρεσειόντων που υπογράφει το ένδικο δικόγραφο,όπως προκύπτει από την ... /18-7-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης Δ. Γ. Μ.. Στη θέση του πέμπτου αναιρεσίβλητου Ν. Ε. του Δ., υπεισήλθαν οι εκ διαθήκης κληρονόμοι του ( Γ. Ε. του Α., Φ. Ε. του Κ.,Σ. Ε. του Γ.,Β. Ε. του Γ. και Ζ. Δ. του Β. ,έβδομος έως και ενδέκατη αναιρεσίβλητοι ,οι οποίοι γνωστοποίησαν το λόγο της βιαίας διακοπής της δίκης(κατ’ άρθρο 286,287 ΚΠολΔ) και συνεχίζουν εκουσίως με ρητή δήλωση στα πρακτικά (άρθρο 290 ΚΠολΔ )τη δίκη στη θέση του αποβιώσαντος. Ομοίως στη θέση της έβδομης εφεσίβλητης ομόρρυθμης εταιρείας υπεισέρχεται και συνεχίζει τη δίκη (κατόπιν τροποποίησης του καταστατικού της και μετατροπής της σε ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία), η εταιρεία με την επωνυμία ‘ ... ‘ .
Επειδή από τις διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 1337/1983 για επέκταση των πολεοδομικών σχεδίων και οικιστική ανάπτυξη, σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 49 παρ. 2 και 3 του Ν.947/1979 περί οικιστικών περιοχών, συνάγεται ότι με την κύρωση της πράξεως εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης οριστικοποιούνται οι αναφερόμενες σ`αυτήν εδαφικές μεταβολές, σε συσχετισμό με τους φερόμενους ιδιοκτήτες τους, οι οποίοι από της μεταγραφής της αποκτούν πρωτοτύπως κυριότητα επί των αναγραφομένων ιδιοκτησιών, υπό την προϋπόθεση ότι είναι κύριοι των ακινήτων που αποτέλεσαν τη βάση διαμορφώσεώς τους. (ΑΠ 261/2013).Αν δεν συντρέχει η προϋπόθεση αυτή, ο αληθινός κύριος του ως άνω βασικού ακινήτου δύναται να διεκδικήσει το αντίστοιχο που διαμορφώθηκε, ασκώντας τη σχετική αγωγή κατά του φερόμενου στον κτηματολογικό πίνακα ως δικαιούχου ή των διαδόχων του (Ολ.ΑΠ 1236/1982, Ολ.ΣτΕ 1730/2000). Τούτο σαφώς συνάγεται από τις διατάξεις του προαναφερομένου άρθρου 12 του Ν.1337/1983, κατά το πνεύμα των οποίων η οριστικοποίηση της πράξεως εφαρμογής που επέρχεται με την κύρωσή της, αναφέρεται στις περιεχόμενες σ`αυτήν μεταβολές που κρίθηκαν αναγκαίες για την ολοκλήρωση του πολεοδομικού σχεδιασμού, γι` αυτό και ορίζεται ότι τυχόν διαφορές ως προς το μέγεθος της εισφοράς και το μέγεθος των ιδιοκτησιών, που βεβαιώνεται με απόφαση των αρμοδίων δικαστηρίων, μετατρέπονται σε χρηματική αποζημίωση όπως ειδικότερα ορίζεται με την κανονιστική απόφαση με τον τίτλο "Διαδικασία και τρόπος σύνταξης της πράξης εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης (υπ`αριθμ..../6.12.1984 απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ Β`862) που εκδόθηκε κατ`εξουσιοδότηση της παρ. 10 του αυτού άρθρου 12. Δηλαδή η χρηματική αποζημίωση δεν αφορά στην κυριότητα του διαμορφούμενου ακινήτου, αλλά στο μέγεθος της εισφοράς σε γη και στο μέγεθος της ιδιοκτησίας. Εξάλλου κατά τις διατάξεις του ίδιου άρθρου 12 και ειδικότερα της διατάξεως της περ.ε της παρ.7, όπως αυτή είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 4 του Ν. 1772/1988 και ίσχυε προ της εκ νέου αντικαταστάσεως της περιπτώσεως αυτής με την παρ. 1 του άρθρου 11 του Ν.3212/2003 δεν είναι επιτρεπτή, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερομένου, η επάνοδος της Διοικήσεως επί του περιεχομένου πράξεως εφαρμογής, μετά την οριστικοποίησή της, ήτοι μετά το πέρας της ειδικής διοικητικής διαδικασίας εκδόσεώς της, μη υποκειμένης έκτοτε σε ανασύνταξη ούτε για λόγους νομιμότητος. Δεν επιτρέπεται κατά τις αυτές διατάξεις, οι οποίες κατά τα ήδη κριθέντα είναι συνταγματικώς επιτρεπτές (Ολ.ΣτΕ 1732/2000 3826/2007, 2601/2008) η ανάκληση ή ανασύνταξη κυρωθείσας πράξεως εφαρμογής ακόμη και στην περίπτωση, κατά την οποία, με απόφαση των αρμοδίων κατά το Σύνταγμα δικαστηρίων βεβαιώνονται διαφορές ως προς το μέγεθος της εισφοράς σε γή και το μέγεθος των ιδιοκτησιών, γιατί όπως προαναφέρθηκε, ο νόμος στην περίπτωση αυτή προβλέπει την μετατροπή των διαφορών αυτών σε χρηματική αποζημίωση (ΑΠ 2248/2014,ΑΠ 1429/2010, ΣτΕ 4489/2009).Και ναι μεν με το ως άνω άρθρο 11 παρ. 1 του Ν. 3212/2003 αντικαταστάθηκαν οι εν λόγω ρυθμίσεις και επετράπει η κατ`εξαίρεση για λόγους νομιμότητας ή για πλάνη περί τα πράγματα, εν όλω ή εν μέρει ανάκληση κυρωθείσας πράξεως εφαρμογής. Η διάταξη όμως αυτή δεν έχει, όπως προκύπτει από το γράμμα της και την επ`αυτής εισηγητική έκθεση, ερμηνευτικό χαρακτήρα, ούτε αναδρομική ισχύ και δεν μπορεί, ως εκ τούτου, να προσδώσει κύρος σε προγενέστερες της θέσεώς της σε ισχύ (31.12.2003 - άρθρο 24 Ν. 3212/2003-) ατομικές πράξεις με τις οποίες είχε επιχειρηθεί, ανεπιτρεπτώς κατά τα ανωτέρω, η ανάκληση ή τροποποίηση κυρωθεισών πράξεων εφαρμογής (ΣτΕ 4573/2009). Περαιτέρω από τη διάταξη του άρθρου 2 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι τα τακτικά πολιτικά δικαστήρια όταν κρίνουν τις υπαγόμενες σε αυτά κατά το άρθρο 1 του ίδιου κώδικα ιδιωτικές διαφορές επιτρέπεται να εξετάσουν παρεμπιπτόντως το κύρος και τη νομιμότητα των πράξεων της διοικήσεως, εφόσον τούτο δεν έχει αποκλεισθεί από το νόμο και δεν έχει εκδοθεί περί του κύρους αυτών απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία να δεσμεύει τα πολιτικά δικαστήρια. Τα τελευταία περιορίζονται να ερευνήσουν, εάν τα όργανα τα διοικήσεως ενήργησαν κατά τους διαγραφόμενους από το νόμο όρους και τύπους μέσα στα πλαίσια της εξουσίας τους, χωρίς να μπορούν να ελέγξουν και την ουσιαστική κρίση αυτών, ως προς την ύπαρξη, ή μη των πραγματικών προϋποθέσεων. Έλεγχο δε της νομιμότητας συνιστά και η εξέταση της ύπαρξης ή μη αιτιολογίας της διοικητικής πράξης, όταν τούτο επιβάλλεται ειδικώς από το νόμο ή από τη φύση της υποθέσεως, καθώς και η εξέταση της παραβιάσεως του συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματος ακροάσεως. Ο παρεμπίπτων έλεγχος δεν αποκλείεται, όταν η υπό κρίση διοικητική πράξη κατέστη απρόσβλητη, επειδή έχει παρέλθει άπρακτη η προθεσμία για την προσφυγή ή την αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του εκάστοτε αρμοδίου δικαστηρίου (ΑΠ 1354/2014).
Τέλος, από τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι λόγος αναίρεσης για ευθεία παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου ιδρύεται αν αυτός δεν εφαρμόστηκε, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του ή αν εφαρμόστηκε ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ` ουσίαν, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης αν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν φανερή την παραβίαση και τούτο συμβαίνει όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των περιστατικών στη διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται.(ΑΠ 2248/2014).
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση του,απορρίφθηκε έφεση των εναγόντων αναιρεσειόντων κατά της υπ’ αριθμ.34506/2010 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης που απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την ...10-1-2001 διεκδικητική αγωγή ακινήτου των αναιρεσειόντων με τις ακόλουθες παραδοχές:’ ‘ Οι αρχικοί ενάγοντες Α. και Δ. Κ. με την υπ’ αριθμ. καταθ. ...2001 αγωγή τους, που άσκησαν στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, εξέθεταν ότι δυνάμει των υπ’ αριθμ. .../1987, .../1987 και .../1987 συμβολαίων του σύμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης I. Κ., που μεταγράφηκαν νόμιμα στα, βιβλία μεταγραφών του οικείου Υποθηκοφυλακείου απέκτησαν από τους α) Σ. Γ. Γ. Ι., ) Ι. Ι. Γ. του Ι. και ) Γ. Γ. του Ι. αντίστοιχα, κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, κοινώς, αδιαιρέτως και κατ’ ισομοιρία, ποσοστό 60% (από 20%, με καθένα από τα προαναφερόμενα συμβόλαια), ενός διαιρετού τμήματος, εμβαδού 2.757,83 τμ, από το υπ’ αριθμ. ... κατηγορίας κληροτεμάχιο, που βρίσκεται στην εποικισθείσα περιοχή Θεσσαλονίκης, συνολικού εμβαδού του ως άνω κληροτεμαχίου 17.938 τμ. Ότι με τα από 12.07.1988 και 25.05.1989 προεδρικά διατάγματα εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη περιοχής επέκτασης της Κοινότητας ..., περιοχή για την οποία συντάχθηκαν οι υπ’ αριθμ. .../1993 πράξεις εφαρμογής πολεοδομικής μελέτης που κυρώθηκαν νόμιμα. Ότι δυνάμει του υπ’ αριθμ. ...1994 συμβολαίου πωλήσεως του ίδιου συμβολαιογράφου, που συντάχθηκε σε εκτέλεση του υπ’ αριθμ. ...1992 προσυμφώνου πωλήσεως του αυτού Συμβολαιογράφου, και μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του οικείου Υποθηκοφυλακείου, απέκτησαν από τον Ε. Γ., κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, κοινώς, αδιαιρέτως και κατ’ ισομοιρίαν, ποσοστό 30,9648%, στο οποίο αντιστοιχεί αδιαίρετη έκταση, εμβαδού 774,99 τμ, από ένα οικόπεδο με αριθμ. ..., εμβαδού 2.502,81 τμ, το οποίο προέκυψε μετά την ένταξη στο πολεοδομικό σχέδιο του προαναφερόμενου διαιρετού τμήματος του υπ’ ... κληροτεμαχίου. Ότι με την υπ’ ...1993 πράξη εφαρμογής, διαμορφώθηκε το π ιό πάνω οικόπεδο και προσδιορίστηκε ότι, για το ποσοστό συνιδιοκτησίας 30% εξ αδιαιρέτου εκάστου, δικαιούται ο καθένας επί του διαμορφωθέντος οικοπέδου ποσοστό 19,0352%, το οποίο αντιστοιχεί σε έκταση εμβαδού 476,415 τμ, ενώ για το ποσοστό συνιδιοκτησίας 20% εξ αδιαιρέτου ο δικαιοπάροχος τους στο υπ’ αριθμ. .../1994 συμβόλαιο Ε. Γ. δικαιούται επί του ίδιου οικοπέδου ποσοστό 30,9648%, το οποίο αντιστοιχεί σε έκταση εμβαδού 774,99 τ.μ., και αποτέλεσε το αντικείμενο της ως άνω αγοραπωλησίας από αυτόν προς τους ενάγοντες. Ότι, συνεπεία της εν λόγω υπ’ ...1993 πράξεως εφαρμογής, κατέστησαν συγκύριοι
κατ’ ισομοιρία του οικοπέδου τούτου κατά ποσοστό 69,0352%, το οποίο αντιστοιχεί σε έκταση εμβαδού 1.721,76 τ.μ., ενώ συνεπεία των εκ των υστέρων εκδοθεισών υπ’ αριθμούς... τροποποιητικών πράξεων εφαρμογής, που επίσης κυρώθηκαν νόμιμα, κατέστησαν συγκύριοι του ίδιου οικοπέδου, κατά ποσοστό 49,2834%, το οποίο αντιστοιχεί σε έκταση εμβαδού 1.233,47 τ.μ., ήτοι μειώθηκε το ποσοστό συνιδιοκτησίας τους κατά ποσοστό 19,7518%, που αντιστοιχεί σε έκταση εμβαδού 494,29 τ.μ. Ότι, με την υπ’ αριθμ. …1995 πράξη εφαρμογής δημιουργήθηκε το υπ1 ... οικόπεδο του Ο.Τ. ... της Κοινότητας ..., εμβαδού 3.474 τ.μ., ενώ συνεπεία των παραπάνω τροποποιητικών πράξεων εφαρμογής, κατέστησαν συγκύριοι του εν λόγω οικοπέδου κατά ποσοστό 7,11415% ο καθένας και συνολικά 14,2283%, το οποίο αντιστοιχεί σε έκταση, εμβαδού 494, 29 τ.μ. Περαιτέρω εκθέτουν ότι οι έξι πρώτοι εναγόμενοι, συγκύριοι ο καθένας κατά το ιδανικό μερίδιο που αναφέρεται στην αγωγή, του πιο πάνω με ... οικοπέδου του Ο.Τ. ..., προσήλθαν σε συμφωνία με την έβδομη εναγομένη εργολάβο εταιρία για την ανέγερση στο οικόπεδο συγκροτήματος πέντε κτιρίων, με το σύστημα της αντιπαροχής και πρόσφατα άρχισαν οι οικοδομικές εργασίες, με την ενέργεια τους δε αυτή προσέβαλαν οι εναγόμενοι τη συγκυριότητα των εναγόντων στο επίδικο, αφού το κατέβαλαν παράνομα και αυθαίρετα. Με βάση το ιστορικό αυτό ζήτησαν, όπως το αίτημα της αγωγής παραδεκτά περιορίσθηκε από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό,α) να αναγνωρισθούν συγκύριοι του υπ’ ... οικοπέδου του Ο.Τ. ..., κατά ποσοστό 7,11415% ο καθένας και συνολικά 14,2283%, στο οποίο αντιστοιχεί έκταση εμβαδού 494,29 τ.μ., β)ν’ απειληθεί χρηματική ποινή 1.000.000 δραχμών για κάθε μελλοντική διατάραξη, γ) να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι αντίδικοι τους στην πληρωμή των δικαστικών τους εξόδων. Αρχικά ε της αγωγής αυτής εκδόθηκε η 17745/2003 μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία ανεστάλη η εκδίκαση της κατ’ άρθρο 249 ΚΠολΔ έως την έκδοση από το Συμβούλιο Επικρατείας απόφασης επί της από 25-11-2002 έφεσης. Μετά την έκδοση της ως άνω μη οριστικής απόφασης απεβίωσε στις 8-6-2004 ο πρώτος των αρχικώς εναγόντων Α. Κ., χωρίς να αφήσει διαθήκη και κληρονομήθηκε από τη σύζυγο του Φ. Κ. και τα τέκνα του Μ. και Ι. Κ., οι οποίοι μετά από σχετική κλήση των εναγομένων, που επανέφεραν προς συζήτηση την αγωγή μετά την έκδοση της απόφασης από το Συμβούλιο Επικρατείας, υπεισήλθαν στη δικονομική θέση του αποβιώσαντος και εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 34508/2007 οριστική Απόφαση με την οποία, αφού κρίθηκε νόμιμη η αγωγή (όπως και πράγματι είναι, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1033, 369, 161, 513, 1192, 1198 του ΑΚ και στις διατάξεις των άρθρων 8 και 12 Ν. 1337/2983), εκτός από τα παρεπόμενα υπό στοιχείο β και γ αιτήματά της που απορρίφθηκαν ως μη νόμιμα,στη συνέχεια απορρίφθηκε ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Κατά της "απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες κληρονόμοι του αρχικού πρώτου ενάγοντα και ο δεύτερος ενάγων- με την υπό κρίση έφεσή τους και ζητούν, για όσους λόγους περιλαμβάνονται στο δικόγραφο, την εξαφάνιση της εκκαλούμενης προκειμένου να γίνει δεκτή n αγωγή του.
Περαιτέρω όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 2, 3, 6, 7, 8, 9 και 12 του ν. 1337/1983 "Επέκταση των πολεοδομικών σχεδίων, οικιστική ανάπτυξη και σχετικές ρυθμίσεις" (όπως οι διατάξεις αυτές συμπληρώθηκαν και τροποποιήθηκαν με το άρθρο 8 παρ. 5α του ν. 1512/1985 και με το άρθρο 6 παρ. 5 του ν. 2242/1994), για την επέκταση σχεδίων πόλεων, καθώς και οικισμών που υπάρχουν πριν από το έτος 1923, όπως και για την ένταξη σε πολεοδομικό σχέδιο και επέκταση οικισμών μεταγενέστερων του 1923, καταρτίζεται και εγκρίνεται, με απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. γενικό πολεοδομικό σχέδιο, ακολούθως συντάσσεται και εγκρίνεται με π.δ/μα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. πολεοδομική μελέτη και τέλος καταρτίζεται πράξη εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης, συνοδευόμενη από κτηματολογικό διάγραμμα και πίνακα εφαρμογής, η οποία κυρώνεται με απόφαση του Νομάρχη και μεταγράφεται στο οικείο Υποθηκοφυλακείο. Η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης έχει τις συνέπειες της έγκρισης σχεδίου πόλης. Για τη δημιουργία των κοινόχρηστων χώρων που ,αυτή προβλέπει, καθιερώνεται, σε αρμονία με το άρθρο 24 παρ. 3 του Συντάγματος, εκτός των άλλων, και υποχρέωση εισφοράς σε γη εκ μέρους των ιδιοκτητών. Η εισφορά σε γη πραγματοποιείται με την πράξη εφαρμογής. Αυτή καθορίζει τα τμήματα που αφαιρούνται από κάθε ιδιοκτησία για εισφορά σε γη. Τα εδαφικά τμήματα, που προέρχονται από την εισφορά γης, διατίθενται κατά πρώτο για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων μέσα στην ίδια πολεοδομική ενότητα και ακολούθως για την παραχώρηση οικοπέδων σε ιδιοκτήτες της ίδιας πολεοδομικής ενότητας των οποίων τα οικόπεδα ρυμοτομούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ποσοστό μεγαλύτερο από εκείνο με το οποίο αυτά βαρύνονται με εισφορά γης. Μετά την κύρωσή της, με απόφαση του Νομάρχη, η πράξη εφαρμογής, η οποία μεταγράφεται στο οικείο Υποθηκοφυλακείο, γίνεται οριστική και αμετάκλητη και αποτελεί ταυτόχρονα και πράξη βεβαίωσης για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων εισφορά σε γη, όπως και κάθε μεταβολής που επέρχεται με αυτή στα ακίνητα. Με τη μεταγραφή, ειδικότερα, της πράξης εφαρμογής επέρχονται όλες οι αναφερόμενες σε αυτήν μεταβολές στις ιδιοκτησίες, εκτός από εκείνες για τις οποίες οφείλεται αποζημίωση και για την εκτέλεση των οποίων πρέπει να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες του ν.δ. από 17-7- 1923 και του ν.δ. 797/1971 (ήδη του ν. 2882/2001 - Κ.Α.Α.). Αν, λοιπόν, πρόκειται για μεταβολή, που δεν εμπίπτει στην περίπτωση στην οποία οφείλεται αποζημίωση, με τη μεταγραφή της πράξης εφαρμογής επέρχεται άμεση απόσβεση κάθε εμπραγμάτου δικαιώματος στο τμήμα που αφαιρέθηκε ως εισφορά γης. Αν ο ιδιοκτήτης του ακινήτου αμφισβητεί το μέγεθος της ιδιοκτησίας, καθώς και το μέγεθος της εισφοράς σε γη, όπως αυτή καθορίστηκε με την πράξη εφαρμογής, δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει την ανάκληση ή ανασύνταξη της πράξης αυτής (ολΣτΕ 1730/2000). Το δικαίωμα της κυριότητάς του στο επιπλέον τμήμα ακινήτου που έπρεπε να του είχε χορηγηθεί με την πράξη εφαρμογής, καθώς και στο τμήμα που δεν έπρεπε να περιληφθεί στην εισφορά σε γη, μετατρέπεται σε ενοχική αξίωση χρηματικής αποζημίωσης, την ικανοποίηση της οποία μπορεί να επιδιώξει δικαστικώς (ΑΠ 356/2007, ΑΠ. 1226/2005 ΝΟΜΟΣ). Δηλαδή από τις διατάξεις του άρθρου 12 ν. 1337/1983, όπως είχε πριν τροποποιηθεί με το άρθρο 11 ν. 3212/2003, η πράξη εφαρμογής πολεοδομικής μελέτης εκδίδεται κατά ειδική διοικητική διαδικασία, που περιλαμβάνει και στάδιο ενστάσεων από τους ενδιαφερομένους, κατόπιν προσκλήσεως τους, πριν από την κύρωση της πράξεως. Εξάλλου, με την πράξη αυτή επέρχονται, μετά την κύρωση και μεταγραφή της, οι αναγκαίες για την εφαρμογή του ρυμοτομικού σχεδίου εμπράγματες μεταβολές στα ακίνητα της περιοχής. Κατά τον ρητό δε ορισμό αλλά και την έννοια της διατάξεως της περ. ε’ της παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 1337/1983 (όπως είχε πριν τροποποιηθεί με το άρθρο 11 ν. 3212/2003) η πράξη αυτή καθίσταται οριστική και αμετάκλητη μετά την κύρωση της.
Συνεπώς (πριν την ανωτέρω τροποποίηση) δεν ήταν δυνατή, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήματος ενδιαφερομένου, η επάνοδος της διοικήσεως επί του θέματος, οι πράξεις δε αυτές δεν υπέκειντο σε ανάκληση ή ανασύνταξη ούτε για λόγους νομιμότητας. Οι ρυθμίσεις αυτές κρίθηκαν συνταγματικώς θεμιτές, διότι δικαιολογούνται από την ανάγκη ταχείας εκκαθαρίσεως των σχετικών διαφορών και αποφυγής της διηνεκούς αμφισβητήσεως του επιβληθέντος με την πράξη εφαρμογής νέου ιδιοκτησιακού καθεστώτος της περιοχής αλλά και από την ανάγκη προστασίας εκείνων που καλόπιστα αποκτούσαν ακίνητα μετά τη μεταγραφή της πράξεως εφαρμογής εμπραγμάτων δικαιωμάτων (Στ’ Εολομ 1730/2000 Δνη 42.1080, ΑΠ 1226/2005 ΝΟΜΟΣ).
Και ναι μεν η περίπτωση ε’ της παρ. 7 του άρθρου 12 του Ν. 1337/1983 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 ν. 3212/2003 ως εξής: "Η πράξη εφαρμογής μετά την κύρωση της γίνεται οριστική και, με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, αμετάκλητη. Η Διοίκηση κατ’ εξαίρεση μόνο επιτρέπεται να ανακαλεί έν όλω ή εν μέρει την πράξη εφαρμογής, για λόγους νομιμότητας ή για πλάνη περί τα πράγματα που αποδεικνύεται από στοιχεία που δεν ήταν γνωστά κατά το χρόνο κύρωσης της πράξης ή από τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Η ανάκληση γίνεται αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Η πράξη ανακαλείται μόνο κατά το μέρος που διαπιστώνεται η παράβαση ή η πλάνη, μέσα σε εύλογο χρόνο από την κύρωση της πράξης εφαρμογής και συντάσσεται διορθωτική πράξη. Κατά τη σύνταξη της διορθωτικής πράξης λαμβάνεται υπόψη η πραγματική και νομική κατάσταση που είχαν οι ιδιοκτησίες κατά το χρόνο σύνταξης της αρχικής πράξης. Αν κατά την αιτιολογημένη κρίση της Διοίκησης η αυτούσια διόρθωση δεν είναι δυνατή για λόγους που επιβάλλονται από τις αρχές της καλής πίστης και της ασφάλειας του δικαίου, οι διαφορές που προκύπτουν κατά τη σύνταξη της διορθωτικής πράξης μετατρέπονται σε χρηματική αποζημίωση. Με τη ,διορθωτική πράξη καθορίζεται ο υπόχρεος και ο δικαιούχος της αποζημίωσης, το ύψος της οποίας καθορίζεται συμφωνά με τις διατάξεις του Ν. 2882/2001". Όμως, η νέα αυτή ρύθμιση ισχύει από την 1.1.2004 για τις πράξεις εφαρμογής που δεν είχαν καταστεί μέχρι τότε αμετάκλητες διότι δεν έχει αναδρομική ισχύ (ΑΠ 563/2006, ΣτΕ 2228/2008 ΝΟΜΟΣ). Δεν έχει δε αναδρομική δύναμη διότι ούτε ρητά ορίζεται κάτι τέτοιο, ούτε από το όλο περιεχόμενο του νόμου μπορεί να συναχθεί σιωπηρά μεν αλλά σαφώς αναδρομική δύναμη. Άλλωστε, αποκλείεται η δια του νόμου ανατροπή ή προσβολή των δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν υπό το καθεστώς του παλιού νόμου, εάν τα δικαιώματα αυτά είναι από εκείνα που προστατεύονται από το Σύνταγμα ή , την ΕΣΔΑ, όπως λ. χ. το δικαίωμα κυριότητας που προστατεύεται από τα άρθρα 17 Συντάγματος και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (ΑΠ 1087/1996, ΕφΛαρ 261/2007 ΝΟΜΟΣ).
Τέλος από τις διατάξεις του άρθρου .12 του Ν. 1337/1983 για επέκταση των πολεοδομικών σχεδίων και οικιστική ανάπτυξη, σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 49 παρ. 2 Ν. .947/1979 περί οικιστικών περιοχών, συνάγεται ότι με την κύρωση της πράξεως εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης οριστικοποιούνται οι αναφερόμενες σ’ αυτήν εδαφικές μεταβολές σε συσχετισμό με τους φερομένους ιδιοκτήτες τους, οι οποίοι από της μεταγραφής της αποκτούν πρωτοτύπως κυριότητα επί των αναγραφομένων ιδιοκτησιών, υπό την προϋπόθεση ότι είναι οι πραγματικοί κύριοι των ακινήτων που αποτέλεσαν τη βάση διαμορφώσεως τους. Αν δεν συντρέχει η προϋπόθεση αυτή, κατά την ορθότερη άποψη, ο αληθινός κύριος του ως άνω βασικού ακινήτου δύναται να διεκδικήσει το αντίστοιχο που διαμορφώθηκε ασκώντας τη σχετική αγωγή κατά του φερομένου στο κτηματολογικό πίνακα ως δικαιούχου ή των διαδόχων του (πρβλ. Ολ ΑΠ. 1236/82 ΝοΒ 31 117, Ολ - ΣτΕ. 1730/2000 ο.π., ΑΠ 261/2003 Δνη 2004.801, ΕΑ 499/2002 Δνη• 2003.84 9, Χορομίδης Μερικά νομικά και συνταγματικά ζητήματα στην πράξη εφαρμογής Αρμ. 1995.1528-1538). Τούτο σαφώς συνάγεται, και από τις διατάξεις του αυτού άρθρου 12 Ν. 1337/1983, κατά το πνεύμα των οποίων η οριστικοποίηση της πράξεως εφαρμογής που επέρχεται με την κύρωση της, αναφέρεται στις περιεχόμενες σ’ αυτήν μεταβολές που κρίθηκαν αναγκαίες για την ολοκλήρωση του πολεοδομικού σχεδιασμού, γι’ αυτό και ορίζεται ότι τυχόν διαφορές ως προς το μέγεθος της εισφοράς σε γη και το μέγεθος των ιδιοκτησιών, που βεβαιώνεται με απόφαση των αρμοδίων δικαστηρίων, μετατρέπονται, όπως προαναφέρεται, σε χρηματική αποζημίωση.
Στην προκείμενη περίπτωση από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα υπ’ αριθμ. .../2002 πρακτικά, οι οποίες (καταθέσεις) εκτιμώνται (άρθρο 340 ΚΠολΔ) καθ’ εαυτές και σε συνδυασμό μεταξύ τους και προς τις υπόλοιπες αποδείξεις κατά το λόγο της γνώσεως και της αξιοπιστίας του κάθε μάρτυρα (ΑΠ1286/2003 Δνη 46.406), από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται, τα οποία το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (αρθ. 339 σε συνδ. με αρθ. 395 ΚΠολΔ.), για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά παρακάτω, χωρίς όμως, να έχει παραλειφθεί "κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς, αποδείχθηκαν κατά τη κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα περιστατικά: Δυνάμει των υπ’ αριθμ. .../1987, .../1987 και .../1987 συμβολαίων του συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης I. Κ., που μεταγράφηκαν νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του οικείου Υποθηκοφυλακείου, απέκτησαν οι αρχικοί ενάγοντες Α. και Δ. Κ. από τους α)Σ. Γ. Γ. του Ι., )Ι. Ι. Γ. του Ι. και )Γ. Γ. του Ι., αντίστοιχα, κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, κοινώς, αδιαιρέτως και κατ’ ισομοιρία, ποσοστό 60% (από 20%, με καθένα από τα προαναφερόμενα συμβόλαια), ενός διαιρετού τμήματος εμβαδού 2.757,83 τ.μ., από το υπ’ αριθμ. ... κατηγορίας κληροτεμάχιο, που βρίσκεται στην εποικισθείσα περιοχή του αγροκτήματος "...", ήδη ... Νομού Θεσσαλονίκης, συνολικού εμβαδού του ως άνω κληροτεμαχίου 17.938 τ.μ. Το εν λόγω διαιρετό τμήμα βρίσκεται δεξιά σε σχέση με τον ανερχόμενο στην δημόσια οδό .... Με το από 12.07.1988 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 712 Δ 788) εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη περιοχής επέκτασης ..., τότε ... και ήδη ... Ν. Θεσσαλονίκης, περιοχή για την οποία συντάχθηκε η με ...1993 Πράξη Εφαρμογής της Πολεοδομικής Μελέτης (εφεξής αρχική πράξη εφαρμογής), που στη συνέχεια κυρώθηκε χωρίς αλλαγή με την υπ’ αριθμ. ΔΠ/ΤΤΑ/45990/1993 Απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, που μεταγράφηκε στον τόμο ... με αύξ. αριθμό 3 του αρμοδίου Υποθηκοφυλακείου Θεσσαλονίκης. Μετά την ένταξη στο πολεοδομικό σχέδιο του προαναφερθέντος διαιρετού τμήματος, εμβαδού 2.757,83 τ.μ. από το υπ’ αριθμ. ... κατηγορίας κληροτεμάχιο δημιουργήθηκε ένα νέο οικόπεδο εμβαδού 2.502,8 τ. μ., με αριθμό οικοπέδου …, στο 0.Τ… και κτηματολογικής αρίθμησης .... Στο οικόπεδο αυτό τα ποσοστά συγκυριότητας με την υπ’ ...1993 πράξη εφαρμογής διαμορφώθηκαν ως εξής: Οι αρχικοί ενάγοντες Α. και Δ. Κ., οι οποίοι ήταν συγκύριοι με ποσοστό 30% εξ αδιαιρέτου ο καθένας του αρχικού αγρού, κρίθηκαν δικαιούχοι του νέου οικοπέδου με ποσοστό 19,0352% ο καθένας, στο ως άνω δε ποσοστό αναλογεί έκταση 476,415 τ.μ. Ο Ε. Γ., ο οποίος κατά το χρόνο συντάξεως της εν λόγω πράξεως εφαρμογής ήταν εισέτι κύριος ετέρου ποσοστού 20% του ίδιου αγρού, αλλά και συγκύριος σε άλλα ακίνητα, όπως εκτίθεται κατωτέρω, στην ίδια περιοχή, η οποία εντάχθηκε στο σχέδιο πόλεως, κρίθηκε δικαιούχος ποσοστού 30,9648%, το οποίο αντιστοιχεί σε 774,99 τ.μ., δηλαδή του παραχωρήθηκε στο νέο οικόπεδο, μεγαλύτερο ποσοστό συγκυριότητας από αυτό που είχε στον αγρό πριν την ένταξη του τελευταίου στο σχέδιο πόλεως και μεγαλύτερη αναλογία σε έδαφος, δηλαδή 774,99 τ.μ., αντί των 458,936 τμ, του οποίου ήταν συγκύριος στο αγρό, αφού όπως προεκτέθηκε αυτός ήταν κύριος και ετέρων ακινήτων στην ίδια περιοχή, προκει μένου να λάβει τα μέτρα που του αναλογούν. Επίσης με την ίδια πράξη εφαρμογής και για το ίδιο ως άνω λόγο οι κληρονόμοι της Ζ. Κ., το γένος Ι. Γ., αδελφής του Ε. Γ., αν και συγκύριοι με ποσοστό 20% του αρχικού αγρού, κρίθηκαν δικαιούχοι ίδιου ποσοστού με τον Ε. Γ. (30,9648%). Στο μεταξύ ο Ε. Γ. και οι αρχικοί ενάγοντες έλαβαν γνώση του περιεχομένου της με ...1993 πράξεως εφαρμογής πριν τη κύρωση και μεταγραφής αυτής. Εκ του λόγου τούτου προέβησαν στη κατάρτιση του υπ’ αριθμ. ...12.12.1992 προσυμφώνου συμβολαίου πωλήσεως του συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Ι. Κ., με το οποίο ο πρώτος ως συγκύριος, με ποσοστό 20% του προπεριγραφέντος αγρού, το οποίο ευρέθη να έχει έκταση 2.291,98 τ.μ., και όχι 2.757,83 τ.μ., δήλωσε ότι σύμφωνα με το νέο ρυμοτομικό σχέδιο και την πράξη εφαρμογής, η οποία ήθελε εγκριθεί, θα συμμετέχει με ποσοστό συνιδιοκτησίας 30,9638% στο νέο οικόπεδο εμβαδού, μετά από προσκυρώσεις και ρυμοτομίες, 2.502,81 τ.μ., και θα αντιστοιχεί σ’ αυτό έκταση μέτρων 774,99 και υποσχέθηκε να πωλήσει και να μεταβιβάσει κατά κυριότητα νομή και κατοχή ποσοστό 30,9648% του νέου (μέλλοντος να δημιουργηθεί) ενιαίου οικοπέδου. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι με το υπ’ αριθμ. .../12.12.1994 συμβόλαιο πωλήσεως του ίδιου συμβολαιογράφου, που συντάχθηκε σε εκτέλεση του ως άνω υπ’ αριθμ....1992 προσυμφώνου πωλήσεως του αυτού Συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του οικείου Υποθηκοφυλακείου στον τόμο ... και με ..., οι αρχικοί ενάγοντες φέρεται ότι απέκτησαν από τον Ε. Γ. κατά πλήρη κυριότητςχ νομή και κατοχή, κοινώς, αδιαιρέτως και κατ’ ισομοιρία, το ως άνω αναφερόμενο ποσοστό 30,9648%, στο οποίο ποσοστό αντιστοιχεί αδιαίρετη έκταση 774,99 τ.μ., από το νέο οικόπεδο εμβαδού 2.502,81 τ.μ., με αριθμό οικοπέδου … στο Ο.Τ. … και κτηματολογικής αρίθμησης .... Επίσης αποδείχθηκε ότι με το από 25.5.1989 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 309 τ. Δ/89) εγκρίθηκε η Πολεοδομική Μελέτη περιοχή επέκτασης ..., τότε ... και ήδη ... Ν. Θεσσαλονίκης, για την οποία συντάχθηκε υπ’ αριθμ. …1995 πράξη
εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. ...25.09.1995 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, που μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο ... με αυξ. ... του Υποθηκοφυλακείου Θεσσαλονίκης στις 4.12. 1995. Με την εν λόγω πράξη εφαρμογής αντί ετέρου αγρού εμβαδού 4.132,23 τ.μ. με αριθμό κληροτεμαχίου … στο οποίο ο Ε. Γ., δικαιοπάροχος των αρχικώς εναγόντων στο προπεριγραφέν τεμάχιο αγρού, ήταν κύριος με ποσοστό 20% εξ αδιαιρέτου, δυνάμει του νομίμως μεταγραφέντος .../1982 συμβολαίου διανομής του ίδιου ως άνω συμβολαιογράφου, κρίθηκε δικαιούχος με ποσοστό 21,82% στο οποίο αναλογεί έκταση 981,53 τ.μ., του νέου ενιαίου ακινήτου, εμβαδού 4.499,18 τ.μ., ήτοι του … οικοπέδου του Ο.Τ. ..., με αριθμό κτηματογράφησης .... Με την υπ’ αριθμ. .../1996 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης τροποποιήθηκαν οι προαναφερόμενες υπ1 αριθμ. .../1995 πράξεις εφαρμογής ως ... της πολεοδομικής μελέτης περιοχής επέκτασης της ... (...) Ν.Θεσσαλονίκης. Με τις ως άνω τροποποιητικές πράξεις εφαρμογής το ποσοστό του Ε. Γ. στο οικόπεδο … του Ο.Τ. … μειώθηκε από 30,9648 σε 13,561% και του αφαιρέθηκαν 494,29 τ.μ. και αυξήθηκε το ποσοστό συνιδιοκτησίας του στο οικόπεδο … του Ο.Τ. ... κατά 13,3162%, το οποίο αντιστοιχεί σε 462,605 τ.μ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι οι αρχικοί ενάγοντες με την υπ’ αριθμ. Πρωτ. .../20.6.1997 αίτηση-ένστασή τους ζήτησαν την ακύρωση των υπ’ ....../1 διορθωτικών πράξεων εφαρμογής των πολεοδομικών μελετών περιοχών επέκτασης ... (...) πρώην Συνοικισμού του ... Νομού Θεσσαλονίκης. Επί της εν λόγω αιτήσεως εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. ....../...27.10.1997 απόφαση της Προϊσταμένης του Τμήματος πολεοδομικών Εφαρμογών της Διεύθυνσης Πολεοδομίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, με την οποία απορρίφθηκε. Στη συνέχεια οι ίδιοι άσκησαν ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας την υπ’ αριθμ. καταθ. ...1997 αίτηση τους, με την οποία ζητούσαν την ακύρωση της προαναφερόμενης απόφασης του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, με την οποία τροποποιήθηκαν οι αρχικές πράξεις εφαρμογής καθώς και την ακύρωση της προαναφερόμενης απάντησης της Προϊσταμένης του Τμήματος Πολεοδομικών Εφαρμογών. Η εκδίκαση της υπόθεσης παραπέμφθηκε λόγω αρμοδιότητας στο Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης, το οποίο με την υπ’ ...329/2002 οριστική απόφαση του, έκανε δεκτή την αίτηση ακύρωσης και ακύρωσε την .../18.6.1996 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, η οποία ενέκρινε τις τροποποιητικές με ....../1 πράξεις εφαρμογής. Κατά της αποφάσεως αυτής ασκήθηκε, από τους εναγόμενους έφεση, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο με την υπ’ αριθμ. 3845/2005 τελεσίδικη απόφαση του, δέχθηκε την έφεση τους, εξαφάνισε τη προσβαλλόμενη 1329/2002 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης και απέρριψε την αίτηση ακύρωσης ως εκπροθέσμως ασκηθείσα και ως εκ τούτου ισχύουν οι με ....../1 τροποποιητικές πράξεις εφαρμογής. Μετά τα παραπάνω οι προαναφερόμενες πράξεις εφαρμογής κατέστησαν οριστικές και αμετάκλητες, τα δε ποσοστά συνιδιοκτησίας στα ως άνω ακίνητα διαμορφώθηκαν οριστικά ως εξης: α)στο με ... οικόπεδο του Ο.Τ ... και με αριθμό κτηματογράφησης ... εμβαδού 2.502,81 τ.μ., οι αρχικοί ενάγοντες κατέστησαν συγκύριοι με ποσοστό 17,8612% εξ αδιαιρέτου ο καθένας, ο Ε. Γ. με ποσοστό 13,561% εξ αδιαιρέτου (στα ποσοστά αυτά αντιστοιχεί έκταση 447,032 και 339,406 τ.μ. αντίστοιχα) και τέλος, οι κληρονόμοι της Ζ. Κ. κατέστησαν συγκύριοι του υπολοίπου 50,7166% εξ αδιαιρέτου, β)στο με ... οικόπεδο του Ο. Τ. ... και με αριθμό κτηματογράφησης ... ο Ε. Γ. και ειδικότερα οι κληρονόμοι αυτού, κατέστησαν συγκύριοι με ποσοστό 35,1362%, που αντιστοιχεί σε 1.220,631 τ.μ., και ήδη συγκύριοι αυτού είναι οι έξι πρώτοι εναγόμενοι, μετά τις αναφερόμενες στην αγωγή μεταβιβάσεις, μετά την κύρωση των πράξεων εφαρμογής, που δεν συντρέχει λόγος να αναφερθούν ειδικότερα. Πλην, όμως, οι αρχικοί ενάγοντες δεν κατέστησαν συγκύριοι κατά το ποσοστό στο οποίο αυξήθηκε το ποσοστό του δικαιοπαρόχου τους στο τελευταίο ακίνητο, όπως αβάσιμα ισχυρίζονται. Τούτο δε διότι κατά το χρόνο, πού κυρώθηκε η πράξη εφαρμογής …1993, ο δικαιοπάροχος τους ήταν συγκύριος κατά ποσοστό 20% εξ αδιαιρέτου α) του αρχικου οικοπέδου διαιρετού τμήματος του με αριθμ. ... κληροτεμαχίου), στο οποίο συγκύριοι ήταν και οι ενάγοντες και β)ομοίως κατά το χρόνο κυρώσεως της με αριθμ. …1995 ο ίδιος ήταν συγκύριος (με το ίδιο ποσοστό) και του με αριθμ. Τεμαχίου … αγρού. Επομένως, εφόσον ο δικαιοπάροχος των εναγόντων ήταν κύριος των ως άνω δύο βασικών ακινήτων, μετά την οριστικοποίηση των πράξεων εφαρμογής που επέρχεται με την αμετάκλητη κύρωση τους, οι περιεχόμενες σ1 αυτές μεταβολές που κρίθηκαν αναγκαίες για την ολοκλήρωση του πολεοδομικού σχεδιασμού, μετατρέπονται, όπως προαναφέρεται στην νομική σκέψη, σε χρηματική αποζημίωση.
Συνεπώς, για το ποσοστό κυριότητας του δικαιοπαρόχου των εναγόντων, που μετά την κύρωση και μεταγραφή της αρχικής πράξης εφαρμογής 10/1993 (που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. ΔΠ/ΤΤΑ/45990/1993 Απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, που μεταγράφηκε στον τόμο ... με αύξ. αριθμό … του αρμοδίου Υποθηκοφυλακείου
Θεσσαλονίκης, κατά τα προαναφεθέντα, τους μεταβιβάσθηκε με το προαναφερόμενο υπ’ αριθμ. .../12.12.1994 οριστικό συμβόλαιο, οι τελευταίοι έχουν μόνο αξίωση χρηματικής αποζημίωσης έναντι των κληρονόμων του δικαιοπαρόχου τους και δεν απέκτησαν αντίστοιχο δικαίωμα συγκυριότητας στο έτερο με ... οικόπεδο του Ο.Τ. ..., όπως αβάσιμα αυτοί ισχυρίζονται, στο οποίο οι κληρονόμοι του Ε. Γ., ήτοι η σύζυγος του Ε. και οι θυγατέρες του Μ. και Α., απέκτησαν κατά πρωτότυπο τρόπο συγκυριότητα με τη μεταγραφή της πράξης εφαρμογής και στο οποίο είναι πλέον συγκύριοι οι έξι πρώτοι εναγόμενοι, ο καθένας κατά το ιδανικό μερίδιο που αναφέρεται στην αγωγή μετά τις γενόμενες και αναφερόμενες στην αγωγή προς αυτούς μεταβιβάσεις από τους παραπάνω κληρονόμους.
Οι προβαλλόμενοι με τον πρώτο λόγο της έφεσης ισχυρισμοί ότι κρίσιμος χρόνος κατά τον οποίο κρίνεται το πρόσωπο του αληθινού κυρίου είναι αυτός της κύρωσης και μεταγραφής της τροποποιητικής πράξης εφαρμογής και όχι της αρχικής και ότι ως κρίσιμες "αρχικές ιδιοκτησίες" ως προς τις οποίες κρίνεται το πρόσωπο του "αληθινού κυρίου", πρέπει να θεωρηθούν αυτές που διαμορφώθηκαν κατά το χρόνο της τροποποιητικής πράξης, εφόσον με την τελευταίος δεν γίνει διαφορετικός υπολογισμός των υποχρεώσεων σε γη και χρήμα και απλώς "ανακατανεμηθούν" κατά τρόπο διαφορετικό οι εκτάσεις που αποδίδονται σε συγκεκριμένο πρόσωπο, όπως συνέβη και με τον δικαιοπάροχο τους Ε. Γ., αφού με τις τροποποιητικές πράξεις ανακατανεμήθηκε "κατα τόπους" η αποδοθείσα σ’ αυτόν συνολική οικοπεδική έκταση και ειδικότερα μειώθηκε η έκταση που του αποδόθηκε στο υπ’ ... οικόπεδο του Ο.Τ. ... από 30,9648% σε 13,561%, που αντιστοιχεί σε αφαίρεση 494,29 τ.μ., ΐα οποία μεταφέρθηκαν στο υπ’ ... οικόπεδο του Ο.Τ. ..., που είχε διαμορφωθεί αρχικά με την …1995 πράξη εφαρμογής και έτσι η έκταση των 494,29 τ.μ., που είχε μεταβιβαστεί στους ενάγοντες, μεταφέρθηκε, επ’ ονόματι των κληρονόμων του δικαιοπάροχου τους σε άλλο σημείο και συγκεκριμένα στο υπ’ ... οικόπεδο του Ο.Τ. ..., είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι, καθόσον και σύμφωνία με όσα εκτέθηκαν κατά τη σύνταξη της διορθωτικής πράξης λαμβάνεται υπόψη η πραγματική και νομική κατάσταση που είχαν οι ιδιοκτησίες κατά το χρόνο σύνταξης της αρχικής πράξης, αφού ακόμα και μετά την αντικατάσταση της παρ. 7 περ.ε’ του άρθρου 12 του Ν. 1337/1983 με το άρθρο 11 ν. 3212/2003, που επιτρέπει την ανάκληση της πράξης εφαρμογής και ισχύει από την 1.1.2004 (που δεν καταλαμβάνει όμως και τις προαναφερθείσες πράξεις εφαρμογής, αφού αυτές είχαν ήδη καταστεί αμετάκλητες), κατά τη σύνταξη της διορθωτικής πράξης, λαμβάνεται υπόψη η πραγματική και νομική κατάσταση που είχαν οι ιδιοκτησίες κατά το χρόνο σύνταξης της αρχικής πράξης. Εξάλλου το γεγονός ότι οι ενάγοντες είχαν ήδη με το υπ’ αριθμ. ...12-12-1992 προσύμφωνο του συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Ι. Κ. προσυμφωνήσει την αγορά του ποσοστού συγκυριότητας από τον πωλητή Ε. Γ. στο οικόπεδο που προέκυψε με την μεταγενέστερη 10/1993 πράξη εφαρμογής δεν ασκεί έννομη επιρροή στο ότι κατά το χρόνο σύνταξης της πράξης εφαρμογής οι ενάγοντες δεν είχαν αποκτήσει κυριότητα και του προσυμφωνηθέντος ιδανικού μεριδίου κατά τα προαναφερθέντα, καθόσον το προσύμφωνο αποτελεί ενοχική-υποσχετική σύμβαση και με αυτό δεν μεταβιβάσθηκε η κυριότητα, αφού για την μεταβίβαση της κυριότητας ακινήτου απαιτείται, πλην άλλων, και μεταγραφή του συμβολαιογραφικού εγγράφου, όσα δε αντίθετα ισχυρίζονται οι εκκαλούντες με τον δεύτερο λόγο της έφεσής τους, είναι μη νόμιμα και απορριπτέα.
Συνεπώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη οριστική απόφασή του δέχθηκε τα ίδια περιστατικά και με βάση αυτά απέρριψε την υπ’ αριθμ.
κατ....10-1-2001 αναγνωριστική συγκυριότητας αγωγή (μετά το νόμιμο περιορισμό από την αρχικά διεκδικητική αγωγή) ως ουσιαστικά αβάσιμη, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και στη συνέχεια προέβη σε ορθή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, και οι περί του αντιθέτου λοιποί λόγοι της έφεσης, για τους οποίους δεν έγινε ειδικότερη αναφορά παραπάνω και μ’ ε τους οποίους προβάλλονται αιτιάσεις κατά της εκκαλούμενης απόφασης για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι.
Με αυτά που δέχθηκε το εφετείο και απέρριψε την έφεση κατά της πρωτόδικης 34506/2007 αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που είχε τα αυτά δεχθεί, δεν παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 7 του ν. 1337/1983, και 49 παρ.2 Ν.947/1979 τις οποίες ορθά εφάρμοσε και ερμήνευσε σύμφωνα με τις επιμέρους αναλυτικά εκτεθείσες σκέψεις και παραδοχές της. Είναι, συνεπώς, απορριπτέος ως αβάσιμος ο μοναδικός από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος του δικογράφου της αναιρέσεως, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αιτίαση, ότι ερμήνευσε και εσφαλμένα εφάρμοσε τις πιο πάνω ουσιαστικές διατάξεις.
Κατ` ακολουθίαν όλων των ως άνω αναφερθέντων και ενόψει της μη προβολής άλλου (αναιρετικού) λόγου προς έρευνα πρέπει ν` απορριφθεί στο σύνολό της η ένδικη αίτηση αναίρεσης, και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων (άρθρο 176 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 14-6-2010 και με αριθμ. Κατάθ. …2010 αίτηση αναίρεσης της 463/2010 τελεσίδικης απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων που ορίζει στο ποσό των δυο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 24 Ιανουαρίου 2018.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 7 Φεβρουαρίου 2018.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ