Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 874 / 2010    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Υπέρβαση εξουσίας, Τραπεζική επιταγή, Έγκληση.




Περίληψη:
Καταδικαστική απόφαση για έκδοση ακάλυπτης επιταγής. Απορρίπτονται ως αβάσιμοι στην ουσία οι λόγοι της αναίρεσης για έλλειψη αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Απορρίπτεται επίσης, ως αβάσιμος στην ουσία, και ο λόγος για υπέρβαση εξουσίας (άρθρ. 510 §1 στ. Η' περ.δ΄ ΚΠΔ), καθόσον είχε υποβληθεί νομίμως η απαιτούμενη έγκληση από την διαχειρίστρια - εταίρο της μηνύτριας ΕΠΕ, που την εκπροσωπούσε νομίμως.




Αριθμός 874/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Δημάδη, Βιολέττα Κυτέα, Γεώργιο Αδαμόπουλο και Αικατερίνη Βασιλακοπούλου - Κατσαβριά - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Μαρτίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αντώνιο Βουλγαράκη, περί αναιρέσεως της 71561/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Με πολιτικώς ενάγουσα την Σ1, ως νόμιμη εκπρόσωπο και διαχειρίστρια της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία "ΔΑΜ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΙ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΕΠΕ", που εδρεύει στην Κατερίνη και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.

Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21.1.2010 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 185/2010.

Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκειμένη αίτηση αναιρέσεως.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 79 παρ. 1 Ν. 5960/1933 "περί επιταγής όπως η παρ. 1 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ΝΔ 1325/1972, όποιος εκδίδει επιταγή που δεν πληρώθηκε από τον πληρωτή, γιατί δεν είχε σ' αυτόν αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο της εκδόσεως της επιταγής ή της πληρωμής της, τιμωρείται με τις προβλεπόμενες ποινές. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το έγκλημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής είναι τυπικό και γι' αυτό απαιτείται για τη στοιχειοθέτηση του, αφ' ενός έκδοση έγκυρης επιταγής, που συντελείται με την συμπλήρωση των υπό του νόμου απαιτούμενων στοιχείων επί του εντύπου και τη θέση της υπογραφής του εκδότη, αφ' ετέρου έλλειψη αντιστοίχων διαθεσίμων κεφαλαίων στον πληρωτή, κατά το χρόνο οπωσδήποτε της πληρωμής, και γνώση του εκδότη για την έλλειψη αυτή, χωρίς να εξετάζεται το έγκυρο ή άκυρο ή υποστατό της υποκείμενης σχέσεως. Το ουσιώδες στοιχείο της ημερομηνίας εμφανίσεως της επιταγής στην πληρώτρια Τράπεζα, πρέπει να αναφέρεται στην απόφαση του δικαστηρίου, ώστε να καθίσταται εφικτός ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο για το εμπρόθεσμο της εμφανίσεώς της προς πληρωμή. Η αξιόποινη αυτή πράξη διωκόταν αρχικά αυτεπαγγέλτως, αλλά μετά την ισχύ του Ν. 2408/ 4/6/1996, στο άρθρο 4 παρ.1 περ. Α του οποίου ορίζεται ότι προστίθεται στο άρθρο 79 του Ν. 5960/1933 η παρ. 5, κατά την οποία "η ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση του κομιστή της επιταγής που δεν πληρώθηκε", η ποινική της δίωξη χωρεί μετά από έγκληση. Σε σχέση με την υποβολή της εγκλήσεως επί της επιταγής, ισχύουν τα οριζόμενα στις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 42 του ΚΠΔ, στις οποίες ρητά παραπέμπει το άρθρο 46 του ίδιου κώδικα, κατά τις οποίες η έγκληση γίνεται απ' ευθείας στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, αλλά και στους ανακριτικούς υπαλλήλους, είτε από τον ίδιο τον εγκαλούντα, είτε από ειδικό πληρεξούσιο. Εξ άλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 16, 17 και 18 του Ν. 3190/1955 "Περί εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης", προκύπτει ότι η Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης εκπροσωπείται επί δικαστηρίου και εξωδίκως από τους διαχειριστές, εταίρους, οι οποίοι δρουν συλλογικώς, εφόσον δεν συμφωνήθηκε άλλως, δηλαδή, δύναται με το καταστατικό ή με απόφαση της συνελεύσεως των εταίρων, η διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων και η εκπροσώπηση της εταιρείας, να ανατεθεί σε έναν ή περισσότερους εταίρους ή μη εταίρους.
Η καταδικαστική απόφαση έχει την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία που απαιτείται κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, όταν σ' αυτή περιέχονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την διαδικασία στο ακροατήριο σχετικά με τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα αποδειχθέντα περιστατικά στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Εξ άλλου κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως κατά αποφάσεως αποτελεί και η υπέρβαση εξουσίας, η οποία υπάρχει όταν το δικαστήριο άσκησε δικαιοδοσία που δεν του δίδει ο νόμος. Τέτοια δικαιοδοσία ασκεί το δικαστήριο και όταν καταδικάζει για έγκλημα, για το οποίο δεν υποβλήθηκε νομότυπα η απαιτούμενη έγκληση.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το ως Εφετείο δίκασαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών που την εξέδωσε, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί των πραγμάτων κρίση του, ότι από τα αποδεικτικά στοιχεία που κατ' είδος αναφέρει, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο κατηγορούμενος έχει τελέσει την πράξη που του αποδίδει το κατηγορητήριο και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος, διότι στην Αθήνα στις ... με πρόθεση εξέδωσε την με αριθμό... επιταγή, γνωρίζοντας ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια στον υπ' αριθμ. ... λογαριασμό του που τηρούσε στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, επί του οποίου εσύρετο η ως άνω επιταγή, κατά το χρόνο έκδοσης και πληρωμής αυτής, ποσού 17.415,56 ευρώ, πληρωτέα από την ως άνω τράπεζα σε διαταγή της εταιρείας "ΔΑΜ Ε.Π.Ε."- εγκαλούσας, η οποία (επιταγή) όταν εμφανίσθηκε προς πληρωμή από την νόμιμη κομίστριά της εγκαλούσα εταιρεία στις ...δεν πληρώθηκε από την ανωτέρω πληρώτρια τράπεζα, γιατί δεν υπήρχε αντίκρισμα. Με τις παραδοχές αυτές, με βάση τις οποίες ο κατηγορούμενος κηρύχθηκε ένοχος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, το δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης, όπως γι' αυτήν καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, και τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς επίσης και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στην ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 79 παρ. 1 του Ν. 5960/1933, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 του Ν.Δ. 1325/1972 την οποία ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε. Επομένως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι δεύτερος και τρίτος λόγος της αίτησης, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως (άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε του ΚΠΔ).
Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτός επισκοπούνται για την έρευνα της βασιμότητας του προβαλλόμενου αναιρετικού λόγου, την μήνυση εναντίον του κατηγορουμένου ..., για την έκδοση της επίμαχης ακάλυπτης τραπεζικής επιταγής, την υπέβαλε η εκδότρια και τελευταία κομίστρια αυτής Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία "ΔΑΜ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΙ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΕΠΕ", δια της διαχειρίστριάς της και νόμιμης εκπροσώπου της Σ1, η οποία την υπέγραψε και την εγχείρισε αυτοπροσώπως στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Κατερίνης στις 28/6/2002, δυνάμει της από 26/6/2002 εξουσιοδοτήσεως των μελών της εταιρείας προς αυτήν (διαχειρίστρια) για την υποβολή μηνύσεως κατά του κατηγορουμένου για την έκδοση της ως άνω επιταγής και για παράσταση πολιτικής αγωγής ενώπιον του ποινικού δικαστηρίου για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης της εταιρείας, περί της οποίας εξουσιοδότησης συνετάγη το υπάρχον στη δικογραφία με αριθμό 11 πρακτικό που φέρει σε πρωτότυπο τις υπογραφές των εταίρων. Επομένως, το δίκασαν δικαστήριο, το οποίο καταδίκασε τον αναιρεσείοντα για το έγκλημα της εκδόσεως ακάλυπτης επιταγής, για το οποίο είχε υποβληθεί νομίμως η απαιτούμενη έγκληση, δεν υπερέβη την εξουσία του και συνεπώς ο συναφής από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η του ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Εξ άλλου, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, κατά την εκδίκαση της εφέσεως του κατηγορουμένου, παρέστη η ως άνω μηνύτρια εταιρεία, νομίμως εκπροσωπούμενη από την διαχειρίστρια αυτής Σ1 και δήλωσε παράσταση πολιτικής για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης για το πρωτοδίκως επιδικασθέν ποσόν των 40 ευρώ, δυνάμει της προαναφερθείσας από 26/6/2002 (πρακτικό με αριθμό 11) εξουσιοδοτήσεως των μελών της εταιρείας προς αυτήν. Το δικαστήριο της ουσίας μετά την καταδίκη του αναιρεσείοντος δέχθηκε κατ' ουσίαν το αίτημα της πολιτικώς ενάγουσας εταιρείας και επεδίκασε σ' αυτήν για την παραπάνω αιτία το αιτηθέν ποσόν των 40 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη από το αδίκημα. Επομένως, η αιτίαση του αναιρεσείοντος ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επεδίκασε χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης στην διαχειρίστρια της εταιρείας προσωπικά Σ1 και όχι στην παραστάσα ως πολιτικώς ενάγουσα, εταιρεία, στηρίζεται επί αναληθούς προϋποθέσεως και είναι απορριπτέα, αφού από τα πρακτικά της δίκης προκύπτει ότι η επιδίκαση έγινε στην παραστάσα πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία, νομίμως εκπροσωπουμένη από την διαχειρίστριά της Σ1, και όχι στην τελευταία ατομικά.
Κατ' ακολουθίαν και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης προς έρευνα, η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 21/1/2010 αίτηση του ...., κατοίκου ...., για αναίρεση της υπ' αριθμ. 71561/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ 220 ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα 16 Απριλίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 30 Απριλίου 2010.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή