Θέμα
Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Κατηγορίας μεταβολή, Δωροδοκία.
Περίληψη:
Ποινική δίωξη για δωροδοκία κατ’ εξακολούθηση. Δύο μερικότερες πράξεις, εξ ων η 2η κατά χρόνο εκδίκασης ήταν ανέγκλητη, γιατί αναφερόταν σε τελειωμένες ενέργειες. Καταδίκη από Εφετείο για δωροδοκία (μεταξύ αυτών και η 2η πράξη, αφού μεταβλήθηκε ο χρόνος της σε προγενέστερο). Ανεπίτρεπτη μεταβολή κατηγορίας
Αριθμός 2368/2007
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ΄ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Κυριτσάκη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Μιχαήλ Δέτση, Γρηγόριο Μάμαλη-Εισηγητή, Αιμιλία Λίτινα και Θεοδώρα Γκοΐνη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 5 Δεκεμβρίου 2006, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Στέλιου Γκρόζου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου ......, που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Πέτρο Μηλιαράκη, για αναίρεση της 1531/2005 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών.
Το Τριμελές Εφετείο Πατρών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ΄ αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 19 Δεκεμβρίου 2005 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 3/2006.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 235 του ΠΚ, (όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο δεύτερο του ν. 2802/2000, που ισχύει από 3-3-2000), "τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους ο υπάλληλος, ο οποίος κατά παράβαση των καθηκόντων του ζητεί ή λαμβάνει, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, για τον εαυτό του ή για τρίτο ωφελήματα οποιασδήποτε φύσης ή δέχεται υπόσχεση τούτων, προκειμένου να προβεί σε ενέργεια ή παράλειψη που ανάγεται στα καθήκοντά του ή αντίκειται σε αυτά". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η αξιόποινη πράξη της παθητικής δωροδοκίας του υπαλλήλου στοιχειοθετείται μόνο για τις μελλοντικές ενέργειες ή παραλείψεις αυτού, ενώ προκειμένου για ήδη τελειωμένη ενέργεια ή παράλειψη η πράξη αυτή κατέστη ανέγκλητη. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 98 παρ. 1 του ΠΚ "αν περισσότερες από μία πράξεις του ίδιου προσώπου συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, το Δικαστήριο μπορεί, αντί να εφαρμόσει τη διάταξη του άρθρου 94 παρ. 1, να επιβάλλει μία και μόνο ποινή' για την επιμέτρησή της το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το όλο περιεχόμενο των μερικότερων πράξεων". Από τη διάταξη αυτή που έχει θεσπιστεί προς το σκοπό επιεικέστερης μεταχειρίσεως του κατηγορουμένου, προκύπτει ότι το κατ΄ εξακολούθηση έγκλημα είναι μία ιδιάζουσα περίπτωση ομοειδούς πραγματικής συρροής εγκλημάτων, που συνέχονται μεταξύ τους λόγω της ενότητας του δόλου του δράστη και της μορφής του αδικήματος που επαναλαμβάνονται από τον ίδιο αυτουργό, στην οποία (συρροή) όμως το Δικαστήριο μπορεί, αντί να καταγνώσει στο δράστη συνολική ποινή, να επιβάλλει μία (ενιαία) ποινή, λαμβάνοντας υπόψη το όλο περιεχόμενο των μερικότερων πράξεων, μέσα στα πλαίσια της ποινής του οικείου εγκλήματος.
Συνεπώς, η καθεμιά από τις μερικότερες πράξεις, που συγκροτούν το κατ΄ εξακολούθηση έγκλημα, διατηρεί την αυτοτέλειά της. Ο χρόνος δε τελέσεως εκάστης των μερικοτέρων πράξεων αποτελεί, σύμφωνα μα τη διάταξη του άρθρου 17 ΠΚ, πραγματικό περιστατικό και για το λόγο αυτόν υπόκειται στην ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο έχει τη δυνατότητα να καθορίσει χρόνο τελέσεως εκάστης εξ αυτών διαφορετικό από τον αναφερόμενο στο κλητήριο θέσπισμα ή το παραπεμπτικό βούλευμα, μόνο εάν η μεταβολή αυτή δεν επηρεάζει την ταυτότητα της πράξεως ή δεν αποκλείει την παραγραφή. Τέλος, από τις περί ασκήσεως της ποινικής διώξεως διατάξεις των άρθρων 27 επ., 43 και 49 του Κ.Ποιν.Δ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 57 επ., 246 επ., 250 και 321 του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι το Δικαστικό Συμβούλιο ή το Δικαστήριο μπορούν να αποφαίνονται μόνο για την πράξη για την οποία ασκήθηκε από τον Εισαγγελέα ποινική δίωξη, όχι δε για κάποια άλλη, έστω και συναφή, γιατί διαφορετικά επέρχεται απόλυτη ακυρότητα κατά το άρθρο 171 παρ. 1 στοιχ. β΄ του Κ.Ποιν.Δ. Όταν δε η πράξη, για την οποία καταδικάσθηκε ο κατηγορούμενος είναι ουσιωδώς διαφορετική από εκείνη, για την οποία ασκήθηκε η ποινική δίωξη και παραπέμφθηκε να δικασθεί, κατά τόπο, χρόνο και λοιπές ιστορικές συνθήκες, ώστε να αποτελεί νέο έγκλημα, αντικειμενικά διαφορετικό, υφίσταται μεταβολή κατηγορίας, η οποία ιδρύει λόγο αναιρέσεως κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α΄ του Κ.Ποιν.Δ για απόλυτη ακυρότητα. Στην προκείμενη περίπτωση, ασκήθηκε κατά του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου ποινική δίωξη για την πράξη της δωροδοκίας κατ΄ εξακολούθηση, για την οποία και παραπέμφθηκε να δικασθεί, με την πρωτόδικη δε υπ΄ αριθ. 2742/2003 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών καταδικάσθηκε αυτός για το ότι: "Στην Πάτρα κατά του παρακάτω χρόνους με πολλές πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση ενός και του αυτού εγκλήματος, ως υπάλληλος στον οποίο νομίμως είχε ανατεθεί η άσκηση δημόσιας υπηρεσίας, απαίτησε και έλαβε δώρα, που δεν εδικαιούτο, για ενέργειές του αναγόμενες στην υπηρεσία του. Συγκεκριμένα, ως ιατρός του Εθνικού Συστήματος Υγείας (Ε.Σ.Υ.), ο οποίος υπηρετεί στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Πατρών "ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ" ως Διευθυντής της Πλαστικής Χειρουργικής Κλινικής: α)κατά μήνα Οκτώβρη του 2000 και σε μη ειδικότερα εξακριβωμένη ημερομηνία απαίτησε και έλαβε από τον Χ1 το χρηματικό ποσό των 70.000 δραχμών ως αμοιβή για χειρουργική επέμβαση που πραγματοποίησε στη σύζυγό του ....., το οποίο δεν εδικαιούτο λόγω της προαναφερόμενης ιδιότητάς του ως ιατρού του Ε.Σ.Υ. και β)την 8-5-2001 και ώρα 13.00 απαίτησε και έλαβε από τον ανωτέρω παθόντα Χ1 το χρηματικό ποσό των 100.000 δραχμών, ως αμοιβή για χειρουργική επέμβαση που είχε πραγματοποιήσει την προηγούμενη ημέρα στη νοσηλευόμενη στο νοσοκομείο σύζυγό του ...., ποσό το οποίο δεν εδικαιούτο κατά τα διαληφθέντα στο υπό στοιχείο α΄ του κατηγορητηρίου", ενώ με την προσβαλλόμενη υπ΄ αριθ. 1531/2005 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων για το ότι: "Στην Πάτρα ως υπάλληλος, στον οποίο είχε ανατεθεί η άσκηση δημόσιας υπηρεσίας, απαίτησε και έλαβε χρήματα που δεν εδικαιούτο, για ενέργειές του αναγόμενες στα καθήκοντά του. Συγκεκριμένα, όντας ιατρός του Εθνικού Συστήματος Υγείας (Ε.Σ.Υ), ο οποίος υπηρετεί στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Πατρών "ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ" ως Διευθυντής της Πλαστικής Χειρουργικής Κλινικής, κατά το μήνα Οκτώβριο του έτους 2000 και σε μη ειδικότερα εξακριβωμένη ημερομηνία απαίτησε από τον .... το χρηματικό ποσό των 170.000 δραχμών ως αμοιβή του για χειρουργικές επεμβάσεις της συζύγου του ....., που θα πραγματοποιούσε ο ίδιος στην ανωτέρω κλινική, από το οποίο χρηματικό ποσό 70.000 δραχμές καταβλήθηκαν σ΄ αυτόν από τον παραπάνω σύζυγο της ασθενούς την ως άνω ημερομηνία και 100.000 δραχμές την 8-5-2001, μετά την πραγματοποίηση και της τελευταίας χειρουργικής επεμβάσεως, ενώ, όπως προαναφέρθηκε, δεν εδικαιούτο αμοιβή για της ιατρικές αυτές πράξεις του, γιατί ανάγονταν στα καθήκοντά του". Έτσι, όμως, επήλθε μεταβολή της κατηγορίας από δωροδοκία κατ΄ εξακολούθηση, για την οποία ασκήθηκε κατά του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου ποινική δίωξη και καταδικάσθηκε αυτός από το πρωτοβάθμιο πιο πάνω Δικαστήριο, σε δωροδοκία, για την οποία καταδικάσθηκε από το Τριμελές Εφετείο, ενόψει του ότι στην καταδικαστική αυτή απόφαση περιλαμβάνεται και η δεύτερη αυτοτελής μερικότερη πράξη, η οποία κατά το χρόνο της εκδικάσεώς της ήταν ανέγκλητη (μη αξιόποινη), καθόσον αναφερόταν σε ήδη τελειωμένη (παρελθούσα) ενέργεια του αναιρεσείοντος, αφού μεταβλήθηκε ο χρόνος τελέσεώς της σε προγενέστερο με αποτέλεσμα η μεταβολή αυτή να επηρεάσει την ταυτότητα της πράξεως. Η μεταβολή δε αυτή της κατηγορίας είναι, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν στη νομική σκέψη, ανεπίτρεπτη και κατά συνέπεια επήλθε εν προκειμένω απόλυτη, κατά το άρθρο 171 παρ. 1 στοιχ. β΄ του Κ.Ποιν.Δ., ακυρότητα. Κατ΄ ακολουθίαν, λοιπόν τούτων, πρέπει, κατά παραδοχή ως βασίμου του σχετικού, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α΄ Κ.Ποιν.Δ, πρώτου λόγου αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, ενώ παρέλκει μετά ταύτα η εξέταση των λοιπών λόγων αυτής, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη πιο πάνω απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που την εξέδωσε, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 Κ.Ποιν.Δ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΝΑΙΡΕΙ την υπ΄ αριθ. 1531/2005 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Πατρών. Και ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 30 Μαρτίου 2007.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 24 Δεκεμβρίου 2007.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ