Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 5 / 2022    (ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Αριθμός 5/2022

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές της Πλήρους Ολομέλειας:
Μαρία Γεωργίου, Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωστούλα Φλουρή - Χαλεβίδου, Μιλτιάδη Χατζηγεωργίου, Νικόλαο Πιπιλίγκα, Χρήστο Τζανερρίκο και Λουκά Μόρφη, Αντιπροέδρους του Αρείου Πάγου, Ελένη Φραγκάκη, Ζαμπέτα Στράτα, Πηνελόπη Παρτσαλίδου - Κομνηνού, Κωνσταντίνα Μαυρικοπούλου, Θεόδωρο Μαντούβαλο, Πελαγία Ακάσογλου, Βασίλειο Μαχαίρα, Μαρία Μουλιανιτάκη, Αικατερίνη Κρυσταλλίδου, Μαριάνθη Παγουτέλη, Μυρσύνη Παπαχίου, Αναστασία Μουζάκη, Ιωάννα Κλάπα-Χριστοδουλέα, Χρήστο Κατσιάνη, Ασημίνα Υφαντή, Ιωάννα Μαργέλλου - Μπουλταδάκη, Ιωάννη Δουρουκλάκη, Μαρία Κουφούδη, Γεώργιο Καλαμαρίδη, Μαρία Ανδρικοπούλου, Ευστάθιο Νίκα, Μαρία Βάρκα, Σοφία Οικονόμου, Δημήτριο Τράγκα, Κανέλλα Τζαβέλλα - Δημαρά, Τριανταφυλλιά Πατρώνα, Διονύσιο Παλλαδινό, Αθανάσιο Θεοφάνη, Παρασκευή Τσούμαρη, Αγάπη Τζουλιαδάκη, Γεώργιο Αυγέρη, Ασπασία Μεσσηνιάτη - Γρυπάρη, Μαρί Δεργαζαριάν, Παναγιώτη Βενιζελέα, Αλεξάνδρα Αποστολάκη, Μαρία Σιμιτσή - Βετούλα, Βρυσιήδα Θωμάτου, Αριστείδη Βαγγελάτο, Κωνσταντίνα Νάκου, Ελευθέριο Σισμανίδη, Νικόλαο Πουλάκη, Ελένη Χροναίου, Μαρία Χασιρτζόγλου – Εισηγήτρια και Κλεόβουλο – Δημήτριο Κοκκορό, Αρεοπαγίτες, (κωλυομένων των λοιπών δικαστών της σύνθεσης).

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 20 Ιανουαρίου 2022, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Αθανασίου (κωλυομένου του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Aγγελικής Ανυφαντή για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας – καλούσας: Δημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης Αποχέτευσης Κομοτηνής (Δ.Ε.Υ.Α.Κ.) που εδρεύει στην Κομοτηνή και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Λευκή Κιοσσέ – Παυλίδου και Νικόλαο Βαλαβάνη (ο δεύτερος ανακάλεσε την από 20.12.2021 δήλωσή του κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ και παραστάθηκε αυτοπροσώπως), οι oποίοι κατέθεσαν προτάσεις.

Των αναιρεσιβλήτων – καθ’ ών η κλήση:
1) Η. Κ. του Σ.,
2) Α. Γ. του Ρ.,
3) Δ. Α. του Π.,
4) Α. Τ. του Γ.,
5) α. Ε. Χ. του Χ., β. Ε. Χ. του Χ. και γ. Α. Χ. του Χ., ως καθολικών διαδόχων του Χ. Χ. του Α.,
6) Χ. Μ. του Μ.,
7) Β. Τ. του Β.,
8) Κ. Ι. του Σ.,
9) Α. Γ. Μ. του Φ.,
10) Ζ. Κ. του Χ.,
11) Δ. Κ. του Θ.,
12) Ε. Σ. του Θ.,
13) Σ. Α. του Σ.,
14) Γ. Μ. του Π.,
15) Π. Π. του Π.,
16) Γ. Μ. του Χ.,
17) Α. Γ. του Ι.,
18) Δ. Γ. του Α.,
19) Λ. Τ. του Γ.,
20) Π. Β. του Ι.,
21) Ι. Τ. του Α.,
22) Α. Ξ. του Ν.,
23) Α. Τ. του Ι.,
24) Β. Β. του Κ.,
25) Κ. Ρ. του Α.,
26) Γ. Κ. του Κ.,
27) Ν. Κ. του Α.,
28) Κ. Ο. του Χ.,
29) Σ. Μ. του Κ.,
30) Α. Π. του Χ.,
31) Σ. Μ. του Μ.,
32) Κ. Γ. του Β.,
33) Δ. Θ. του Γ.,
34) Α. Μ. του Γ.,
35) Χ. Ζ. του Ν.,
36) Τ. Μ. του Α.,
37) Ε. Τ. του Ν.,
38) α. Ε. Ψ. του Μ., β. Μ. Κ. του Σ. και γ. Ε. Κ. του Σ., ως καθολικών διαδόχων του Σ. Κ. του Ζ.,
39) α. Θ. Α. Χ. Β. και β. Λ. Χ. Κ., ως καθολικών διαδόχων του Φ. Π. του Π.,
40) Ν. Π. του Χ.,
41) Ι. Π. του Ε.,
42) Ν. Φ. του Φ.,
43) Α. Π. του Ν.,
44) Κ. Γ. του Ι.,
45) Κ. Κ. του Σ.,
46) Κ. Γ. του Γ.,
47) Γ. Ι. του Ι.,
48) Γ. Π. του Ι.,
49) Α. Π. του Δ.,
50) Κ. Σ. του Χ.,
51) Π. Μ. του Σ.,
52) Β. Χ. του Χ.,
53) Κ. Τ. του Β.,
54) Ν. Ε. του Ε. και
55) Β. Χ. του Η., απάντων κατοίκων Κομοτηνής.
Εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Δημήτριο Κοντογιάννη και Απόστολο Γκάτζιο, οι οποίοι δήλωσαν ότι ο 46ος (Κ. Γ.) απεβίωσε και κληρονομήθηκε από τους (α) Λ. Γ. του Χ. και (β) Χ. Γ. του Γ. και ότι ο 54ος (Ν. Ε.) απεβίωσε και κληρονομήθηκε από τους (α) Κ. Α. του Ρ., (β) Ζ. Ε. του Μ. και (γ) Θ. Ε. του Ε., οι οποίοι συνεχίζουν τη βιαίως διακοπείσα δίκη και εκπροσωπούνται από τους ίδιους, οι oποίοι κατέθεσαν προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 19.12.2014 (αρ. κατάθεσης 387/2014) αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Κομοτηνής. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 169/2017 του ίδιου Δικαστηρίου και 18/2019 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε η αναιρεσείουσα δημοτική επιχείρηση με την από 18/4/2019 αίτησή της, επί της οποίας εκδόθηκε η 262/2021 απόφαση του Β2' Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, η οποία παρέπεμψε ενώπιον της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου τον πρώτο λόγο της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως εκ του αριθμού 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ περί παραβιάσεως των διατάξεων των άρθρων 1 § 5 ν. 3833/2010 (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 90 § 5 ν. 3842/2010) και του άρθρου τρίτου §§ 4 & 6 του ν. 3845/2010 και συγκεκριμένα το ζήτημα εάν η αναιρεσείουσα ως Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης και Αποχέτευσης υπάγεται ή μη στο ρυθμιστικό πεδίο των διατάξεων των νόμων αυτών και συνακόλουθα εάν οι περικοπές των αποδοχών των εργαζομένων της δυνάμει των νόμων αυτών είναι νόμιμες ή όχι.
Κατόπιν αυτής της απόφασης η υπόθεση φέρεται προς συζήτηση στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την από 30/9/2021 κλήση της καλούσας. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιοι τους ανέπτυξαν και προφορικά τους σχετικούς ισχυρισμούς τους, οι οποίοι αναφέρονται και στις προτάσεις τους και ζήτησαν, οι μεν της αναιρεσείουσας – καλούσας την παραδοχή της αίτησης, οι δε των αναιρεσιβλήτων – καθ’ ών η κλήση την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη τους.
O Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, πρότεινε να γίνει δεκτός ο προβαλλόμενος με την από 18.04.2019 και με αρ. κατάθεσης 25/19/18-04-2019 αίτησης πρώτος λόγος αναιρέσεως της Δημοτική Επιχείρησης 'Υδρευσης Αποχέτευσης Κομοτηνής (Δ.Ε.Υ.Α.Κ.) και να αναιρεθεί η με αρ. 18/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης.

Κατά την 17η Μαρτίου 2022, ημέρα που συγκροτήθηκε το Δικαστήριο τούτο προκειμένου να διασκεφθεί για την ανωτέρω υπόθεση, ήταν απούσα η Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου Κωστούλα Φλουρή - Χαλεβίδου και οι Αρεοπαγίτες Ζαμπέτα Στράτα, Πηνελόπη Παρτσαλίδου – Κομνηνού, Μαριάνθη Παγουτέλη, Αναστασία Μουζάκη, Ιωάννης Δουρουκλάκης, Μαρία Ανδρικοπούλου, Ευστάθιος Νίκας, Σοφία Οικονόμου, Μαρί Δεργαζαριάν και Νικόλαος Πουλάκης, οι οποίες είχαν δηλώσει κώλυμα αρμοδίως. Παρά ταύτα, παρισταμένων, πλην αυτών, πλέον των είκοσι εννέα (29) μελών εκ των συμμετασχόντων στη συζήτηση την υπόθεσης, κατ’ άρθρο 23 παρ.2 του ν. 1756/1988, όπως ισχύει με την τροποποίηση με το άρθρο 44 του ν. 3659/2008, το Δικαστήριο είχε την εκ του νόμου απαρτία για να διασκεφθεί.


ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 286 περ. α', 287, 291 και 292 ΚΠολΔ, οι οποίες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 573 παρ. 1 του ίδιου κώδικα εφαρμόζονται και στη διαδικασία της αναιρετικής δίκης, προκύπτει ότι η δίκη διακόπτεται αν μετά την άσκηση της αίτησης αναίρεσης και μέχρι να τελειώσει η προφορική συζήτηση, μετά την οποία εκδίδεται η οριστική απόφαση του Αρείου Πάγου, αποβιώσει κάποιος διάδικος. Ο θάνατος του διαδίκου που επιφέρει τη βίαιη διακοπή της δίκης, καθώς και η εκούσια επανάληψη αυτής από τους κληρονόμους του, μπορούν να γνωστοποιηθούν διαδοχικά, με ενιαία δήλωση στο ακροατήριο, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης προς συζήτηση, εφόσον δεν υπάρξει αμφισβήτηση της ιδιότητάς τους ως κληρονόμων, οπότε ακολουθεί η άμεση συζήτηση της υπόθεσης.

Συνεπώς νομίμως δηλώθηκε, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, από τους πληρεξούσιους δικηγόρους και νομίμως διορισθέντες αντικλήτους Δημήτριο Κοντογιάννη και Απόστολο Γκάτζιο του Δικηγορικού Συλλόγου Τρικάλων αφ’ ενός η βίαιη διακοπή της δίκης λόγω θανάτου του τεσσαρακοστού έκτου αναιρεσίβλητου Κ. Γ. και του πεντηκοστού τέταρτου αναιρεσίβλητου Ν. Ε., (θάνατοι που επήλθαν μετά την έκδοση της 626/2021 απόφασης του Β1 Τμήματος του Αρείου Πάγου την 06.07.2021 και 05.08.2021, αντίστοιχα), αφετέρου η συνέχιση αυτής για μεν τον Κ. Γ. από τη Λ. Γ. του Χ. και Χ. Γ. του Γ. για δε τον Ν. Ε. από την Κ. Α. του Ρ., Ζ. Ε. του Μ. και Θ. Ε. του Ε., η ιδιότητα των οποίων ως κληρονόμων των αποβιωσάντων εναγόντων αφ’ ενός δεν αμφισβητήθηκε, αφετέρου αποδεικνύεται:
(α) από την προσκομιζόμενη …/2/2021 ληξιαρχική πράξη θανάτου του Ληξιάρχου του Δήμου Κομοτηνής με την οποία βεβαιώνεται ότι ο Κ. Γ. απεβίωσε την 02.07.2021, μόνοι δε πλησιέστεροι συγγενείς και εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του είναι η μητέρα του Λ. Γ. το γένος Χ. Λ. και ο αδελφός του Χ. Γ. του Γ. (σχετικά το .../2021 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών του Δήμου Κομοτηνής, καθώς και τα .../2021 και .../2021 πιστοποιητικά του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής περί μη δημοσιεύσης διαθήκης και μη αποποίησης κληρονομιάς αντίστοιχα) και
(β) από την …/2021 ληξιαρχική πράξη θανάτου του ιδίου ως άνω ληξιάρχου με την οποία βεβαιώνεται ότι την 02.08.2021 απεβίωσε ο Ν. Ε. μόνοι δε πλησιέστεροι συγγενείς και εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του είναι η σύζυγός του Κ. Α. του Ρ., η μητέρα του Ζ. Ε. το γένος Μ. Κ. και ο αδελφός του Θ. Ε. του Ε. (σχετικά το .../2021 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών του Δήμου Κομοτηνής, καθώς και τα .../2021 και .../2021 πιστοποιητικά του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής περί μη δημοσίευσης διαθήκης και μη αποποίησης κληρονομιάς αντίστοιχα).
Επομένως, οι ως άνω, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι των αναιρεσιβλήτων, νομίμως δήλωσαν διά των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στους οποίους παρείχαν τη σχετική εξουσιοδότηση, στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης, την λόγω του θανάτου εκείνων βίαιη διακοπή της δίκης και την εκούσια στο όνομά τους επανάληψή της.


Με την 626/2021 ομόφωνη απόφαση του Β2 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου παραπέμπεται στην πλήρη Ολομέλεια, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 563 παρ. 2 περ. β' ΚΠολΔ και 23 παρ. 2 εδ. γ' του ΚΟΔΚΚΔΛ, για την ενότητα της νομολογίας αλλά και ως ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος, καθώς αφορά σε όσους εργάζονται με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου στις δημοτικές επιχειρήσεις ύδρευσης – αποχέτευσης όλης της Χώρας, ο από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ, πρώτος λόγος της από 18.04.2019 αίτησης της Δημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης Αποχέτευσης Κομοτηνής (ΔΕΥΑΚ) για αναίρεση της 18/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης, που δίκασε ως Εφετείο, με τον οποίο προβάλλεται η αιτίαση ότι το Εφετείο παραβίασε τις ουσιαστικές διατάξεις των νόμων 3833/2010 και 3845/2010. Ο λόγος αυτός (πρώτος της αίτησης αναίρεσης – οι δεύτερος και τρίτος των λόγων αναιρέσεως έχουν ήδη απορριφθεί ως απαράδεκτοι με την παραπεμπτική απόφαση) εισάγεται νομίμως προς συζήτηση με την από 30.09.2021 κλήση της αναιρεσείουσας, η δε δικαστική διαδρομή της υπόθεσης έχει ως εξής:
Με την από 19.12.2014 αγωγή που άσκησαν ενώπιον του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής, οι ήδη αναιρεσίβλητοι ενάγοντες καθώς και οι 5ος, 38ος, 39ος, 46ος και 54ος των εναγόντων, για τους οποίους δηλώθηκε σε διαφορετικά στάδια της δίκης η βίαιη διακοπή αυτής λόγω του θανάτου τους και η συνέχισή της από τους κληρονόμους τους, επικαλούμενοι ότι εργάζονται με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου στην εναγόμενη ΔΕΥΑ Κομοτηνής και ήδη αναιρεσείουσα και ότι η τελευταία προέβη σε περικοπή των μηνιαίων αποδοχών τους και των επιδομάτων εορτών και άδειας για τα έτη 2010 και 2011 εφαρμόζοντας τις διατάξεις των ν. 3833/2010 και 3845/2010 στο προσωπικό της, ενώ αυτό εξαιρείται• ζήτησαν να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον καθένα τα ποσά που περιέκοψε από τις αποδοχές του. Το Ειρηνοδικείο έκανε δεκτή την αγωγή και το Μονομελές Πρωτοδικείο Ροδόπης, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, απέρριψε κατ’ ουσίαν την έφεση που άσκησε η εναγομένη – εκκαλούσα – αναιρεσείουσα.

Κατά το άρθρο 1 παρ. 5 ν. 3833/2010 (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 90 παρ. 5 ν. 3842/2010):
«Οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία προβλεπόμενα των εργαζομένων χωρίς εξαίρεση, σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο κράτος, σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α. ή επιχορηγούνται τακτικά από τον κρατικό προϋπολογισμό ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005, μειώνονται κατά ποσοστό επτά τοις εκατό (7%). Τα επιδόματα των Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας μειώνονται κατά τριάντα τοις εκατό (30%), αντίστοιχα. Από τη μείωση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση ή την υπηρεσιακή εξέλιξη, καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους και το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής, καθώς και της παραγράφου 4 κατισχύουν κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης ή ρήτρας ή όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας».
Κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του ίδιου νόμου:
«Οι πάσης φύσεως αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές που καταβάλλονται στους λειτουργούς ή υπαλλήλους ή μισθωτούς με σχέση εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και του Λιμενικού Σώματος απαγορεύεται να υπερβαίνουν τις αποδοχές Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, όπως αυτές κάθε φορά καθορίζονται, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή παροχή, τα επιδόματα εορτών και αδείας, καθώς και τα επιδόματα των παραγράφων 7, 8 και 9 του άρθρου 12 του ν. 3205/2003. Στο ανωτέρω όριο δεν συνυπολογίζεται το επίδομα για υπηρεσία στην αλλοδαπή, όπως προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις»•
Κατά δε την παρ. 2 του ίδιου άρθρου (όπως αυτή συμπληρώθηκε με το άρθρο 90 παρ. 5 ν. 3842/2010):
«Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή και για τα αιρετά όργανα Ο.Τ.Α., τους διοικητές, υποδιοικητές, προέδρους, αντιπροέδρους και τα μέλη των συλλογικών οργάνων διοίκησης των Ν.Π.Δ.Δ., τους προέδρους, αντιπροέδρους και τα μέλη των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, τους προέδρους, αντιπροέδρους, διευθύνοντες συμβούλους και τα μέλη διοικητικών συμβουλίων, καθώς και στο πάσης φύσεως προσωπικό των Ν.Π.Ι.Δ. που ανήκουν στο κράτος, σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α. ή επιχορηγούνται τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005 [...]».
Στη συνέχεια με το άρθρο τρίτο παρ. 4, 5 και 6 ν. 3845/2010 έλαβε χώρα περαιτέρω μείωση των αποδοχών των λειτουργών, υπαλλήλων και μισθωτών που προαναφέρθηκαν και συγκεκριμένα ορίσθηκαν τα εξής:
«Οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας ή διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία προβλεπόμενα των εργαζομένων, χωρίς εξαίρεση, στους φορείς του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του ν. 3833/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, μειώνονται κατά ποσοστό τρία τοις εκατό (3%). Από τη μείωση του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση ή την υπηρεσιακή εξέλιξη, καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους και το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους» (παρ. 4).
«Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή και για τα αιρετά όργανα Ο.Τ.Α., τους διοικητές, υποδιοικητές, προέδρους, αντιπροέδρους των Ν.Π.Δ.Δ., τους προέδρους, αντιπροέδρους και τα μέλη των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, καθώς και τους προέδρους, αντιπροέδρους, διευθύνοντες συμβούλους και εκτελεστικά μέλη διοικητικών συμβουλίων των Ν.Π.Ι.Δ. που ανήκουν στο Κράτος, σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α. ή επιχορηγούνται τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) του προϋπολογισμού τους ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005» (παρ. 5).
«Τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία, για λειτουργούς, υπαλλήλους και μισθωτούς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των παραγράφων 1 έως και 4, καθώς και για τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 5, καθορίζονται ως εξής: α) Το επίδομα εορτών Χριστουγέννων σε πεντακόσια (500) ευρώ. β) Το επίδομα εορτών Πάσχα σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. γ) Το επίδομα αδείας, σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. Τα επιδόματα του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλονται εφόσον οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων του προηγούμενου εδαφίου, δεν υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, τα τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ. Αν με την καταβολή των επιδομάτων του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές υπερβαίνουν το ύψος αυτό, τα επιδόματα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής καταβάλλονται μέχρι του ορίου των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, με ανάλογη μείωσή τους» (παρ. 6).

Το ζήτημα που τίθεται εν προκειμένω είναι η ερμηνεία του όρου «ανήκουν». Κατά την άποψη που υιοθετήθηκε από τις ενδεικτικά αναφερόμενες 829, 830/2018 και 848/2020 αποφάσεις του Αρείου Πάγου ο όρος «ανήκουν» έχει την έννοια ότι τα Ν.Π.Ι.Δ., στα οποία ο νόμος αναφέρεται, πρέπει να περιλαμβάνονται στο δημόσιο τομέα, προϋπόθεση, η οποία δεν συντρέχει ως προς τις δημοτικές επιχειρήσεις. Ειδικότερα, από τις ως άνω αποφάσεις έγινε δεκτό ότι, εφόσον οι επιχειρήσεις των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, τόσο κατά το ευρωπαϊκό όσο και κατά το εθνικό δίκαιο, δεν ανήκουν στο κράτος ή στο δήμο, δεν επιχορηγούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό και σε κάθε περίπτωση δεν συγκαταλέγονται στους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, όπως αυτοί προσδιορίζονται από το Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης, που τηρείται με ευθύνη της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, αλλά, αντιθέτως διατηρούν διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια έναντι των Ο.Τ.Α., δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων. Κατά την αντίθετη άποψη, όπως διατυπώθηκε στις ομοίως ενδεικτικά αναφερόμενες 1097/2018 και 738/2020 αποφάσεις του Αρείου Πάγου, αλλά και στην παραπεμπτική απόφαση, ο όρος «ανήκουν» ερμηνεύεται χωρίς την ανάγκη παραπομπής σε άλλες διατάξεις, συνέχεται με την ιδιαίτερη φύση και τη στενή σύνδεση των δημοτικών επιχειρήσεων με τους ΟΤΑ, που εποπτεύουν τη λειτουργία τους, διορίζουν και ελέγχουν την πλειοψηφία της διοίκησής τους, με την επιχορήγηση και τον έλεγχο των οικονομικών τους από το Κράτος και, κυρίως, με τον δημόσιο σκοπό που αυτές επιτελούν. Επομένως οι εργαζόμενοι, οι οποίοι απασχολούνται στις επιχειρήσεις αυτές με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου, υπάγονται στο ρυθμιστικό πεδίο των ν. 3833 και 3429/2010 και υποβάλλονται στις μισθολογικές περικοπές που προβλέπονται από τις ανωτέρω διατάξεις.

Με το άρθρο 1 παρ. 1 ν. 1069/1980 «Περί κινήτρων δια την ίδρυση Επιχειρήσεων Υδρεύσεως και Αποχετεύσεως» προβλέφθηκε για την άσκηση των πάσης φύσεως δραστηριοτήτων του κυκλώματος ύδρευσης και αποχέτευσης οικιστικών κέντρων της χώρας (με εξαίρεση τις πόλεις των Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Βόλου και των μειζόνων περιοχών τους), η δυνατότητα της σύστασης σε κάθε δήμο ή κοινότητα ενιαίων επιχειρήσεων ύδρευσης και αποχέτευσης, οι οποίες αποτελούν ίδια νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) κοινωφελούς χαρακτήρα, τα οποία διέπονται από τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά από το νόμο. Σύμφωνα με τις επιμέρους ρυθμίσεις του ως άνω νόμου ορίζεται ότι:
(Άρθρ. 1) «παρ. 1. [...] Οι επιχειρήσεις υδρεύσεως και αποχετεύσεως λειτουργούν υπό μορφή Δημοτικής ή Κοινοτικής επιχειρήσεως και διέπονται ως προς την διοίκηση, οργάνωση και εκτέλεση, λειτουργία, συντήρηση των έργων της αρμοδιότητάς τους καθώς και τις πηγές της χρηματοδοτήσεώς τους από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των σχετικών διατάξεων του «Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα»
[...]
παρ. 3. Οι προβλεπόμενες από την προηγούμενη παράγραφο επιχειρήσεις είναι αρμόδιες για τη μελέτη, κατασκευή, συντήρηση, εκμετάλλευση, διοίκηση και λειτουργία των δικτύων υδρεύσεως και αποχετεύσεως ακαθάρτων και όμβριων υδάτων, ως και μονάδων επεξεργασίας λυμάτων και αποβλήτων της περιοχής αρμοδιότητάς τους.
παρ. 4. Η σύσταση εκάστης επιχειρήσεως ενεργείται δι’ αποφάσεως των οικείων Δημοτικών ή Κοινοτικών Συμβουλίων, δι’ ης θα ορίζεται η επωνυμία, η έδρα, οι δικαιολογούντες τη σύσταση αυτής λόγοι, τα παραχωρούμενα σ' αυτήν περιουσιακά στοιχεία, ο τρόπος εκμεταλλεύσεως των έργων ή υπηρεσιών και τα εξ αυτών έσοδα ως και η περιοχή της επιχειρήσεως».
(Άρθρ. 3) «παρ. 1. Η υπό ενός μόνο Δήμου συνιστάμενη επιχείρηση διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο, του οποίου τα μέλη, ο Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος ορίζονται κατά τις περί συγκροτήσεως της Επιτροπής Δημοτικών Επιχειρήσεων του Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικος διατάξεις. Ένα από τα μέλη του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου που ορίζονται ως μέλη του διοικητικού συμβουλίου της επιχείρησης προέρχεται από τη μειοψηφία.
παρ. 2. Προκειμένου περί επιχειρήσεως συνισταμένης από πλείονες Δήμους ή Κοινότητες [...], αυτή διοικείται από συμβούλιο, ο αριθμός των μελών του οποίου ορίζεται δια των περί συστάσεως της επιχειρήσεως ή μετατροπής του συνδέσμου αποφάσεων των οικείων Δημοτικών ή Κοινοτικών Συμβουλίων. Οι εκπρόσωποι εκάστου Δήμου ή Κοινότητας και οι αναπληρωτές αυτών ορίζονται δι’ αποφάσεως του οικείου Δημοτικού ή Κοινοτικού Συμβουλίου».
[…]
(Άρθρ. 5) «παρ. 1. Το Διοικητικό Συμβούλιο διοικεί την επιχείρηση και διαχειρίζεται την περιουσία και τους πόρους ταύτης, αποφασίζει δε επί παντός αφορώντος την επιχείρηση θέματος.
παρ. 2. Το Διοικητικό Συμβούλιο ιδία [...] ζ) Εγκρίνει τις ετήσιες εκθέσεις οικονομικής καταστάσεως της επιχειρήσεως οι οποίες περιλαμβάνουν απολογισμό εσόδων – εξόδων, ισολογισμό και κατάσταση ρευστότητας και υποβάλλει αυτές το βραδύτερο εντός τεσσάρων μηνών από της λήξεως του οικονομικού έτους στο Νομάρχη (πλέον Περιφερειακό Διευθυντή)».
[…]
(Άρθρ. 7) «παρ. 1. Δι’ Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας συντασσομένου δι’ αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της επιχειρήσεως, εγκρινομένης υπό του Υπουργού Εσωτερικών μετά γνώμη των οικείων Δημοτικών ή Κοινοτικών Συμβουλίων, καθορίζεται η οργάνωση, η σύνθεση και η αρμοδιότητα των υπηρεσιών, ο αριθμός των θέσεων του πάσης φύσεως προσωπικού αναλόγως προς τις ανάγκες της επιχειρήσεως, η κατά μισθολογικά κλιμάκια κατανομή των θέσεων του προσωπικού καθ’ ομάδας ειδικοτήτων και αναλόγως της βαθμίδας εκπαιδεύσεως, οι αποδοχές και ο τρόπος προσλήψεως και απολύσεως και το αρμόδιο προς τούτο όργανο».
(Άρθρ. 8) « […] παρ. 3. Οι διατάξεις περί προστασίας των δημοτικών και κοινοτικών κτημάτων εφαρμόζονται και επί της περιουσίας της επιχειρήσεως».
(Άρθρ. 9) « [...] παρ. 4. Από της συστάσεως της επιχειρήσεως οι συμμετέχοντες στην επιχείρηση Δήμοι και Κοινότητες, ως και Σύνδεσμοι στερούνται του δικαιώματος επιβολής τελών και δικαιωμάτων υδρεύσεως και αποχετεύσεως».
(Άρθρ. 10) «παρ. 1. Πόροι της επιχειρήσεως είναι:
α. Το ειδικό τέλος για τη μελέτη και κατασκευή έργων υδρεύσεως και αποχετεύσεως,
β. Το ειδικό τέλος επί του εισοδήματος εξ οικοδομών,
γ. Το τέλος συνδέσεως μετά του δικτύου αποχετεύσεως,
δ. [...]
ε. Το τέλος συνδέσεως μετά του δικτύου υδρεύσεως,
στ. Το τέλος χρήσεως υπονόμου,
ζ. Η αξία καταναλισκόμενου ύδατος,
[...]
ιβ. Επιχορήγηση εκ του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων για την μελέτη και κατασκευή έργων υδρεύσεως και αποχετεύσεως [...].
παρ. 2. Οι πόροι της επιχειρήσεως της παραγράφου 1 εδάφιο (α) χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς για τη μελέτη, κατασκευή, ανακατασκευή ή επέκτασιν υδρεύσεως και αποχετεύσεως ή την εξόφληση τοκοχρεωλυσίων εκ δανείων [...]».
(Άρθρ. 13) «παρ. 1. Οι μελέτες και οι κατασκευές των πάσης φύσεως έργων που ανήκουν στην αρμοδιότητα των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.) μπορούν να επιχορηγούνται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.) εντός των ορίων των εγκρινόμενων για το σκοπό αυτόν ετήσιων πιστώσεων».
(Άρθρ. 18) «παρ. 1. Ο τακτικός οικονομικός έλεγχος της διαχείρισης της επιχείρησης ενεργείται από δύο (2) ορκωτούς ελεγκτές λογιστές, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Ορκωτών Λογιστών της παρ. 1 του άρθρου 13 του π.δ. 226/1992,
(παρ. 2) επιλέγονται από το διοικητικό συμβούλιο και
(παρ. 3) διορίζονται από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας στην αρχή κάθε οικονομικού έτους».
[…]
(Άρθρ. 20) «παρ. 1. Ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας ασκεί έλεγχο νομιμότητας στις εξής αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου:
α) Για την ψήφιση του προϋπολογισμού της επιχείρησης του τεχνικού προγράμματος έργων καθώς και για κάθε τροποποίησή τους,
β) Για την αγορά και εκποίηση ακινήτων κτημάτων,
γ) Για την επιβάρυνση των ακινήτων της επιχείρησης με εμπράγματα δικαιώματα,
δ) Για τη σύναψη δανείων,
ε) Για τις μελέτες, τα έργα και τις προμήθειες.
παρ. 2. Ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας ελέγχει τον ισολογισμό, τον απολογισμό και την έκθεση των πεπραγμένων και μπορεί να διατάξει τη διενέργεια έκτακτου διαχειριστικού και ταμειακού ελέγχου από ορκωτούς ελεγκτές».
(Άρθρ. 21) «παρ. 1. Με κανονισμούς που συντάσσονται και ψηφίζονται από το διοικητικό συμβούλιο της επιχειρήσεως και ελέγχονται από το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο του δήμου ή της κοινότητας στον οποίο ανήκει η επιχείρηση, ρυθμίζονται κάθε φορά τα σχετικά με τη λειτουργία και διαχείριση της επιχείρησης, σύμφωνα με τις γενικής παραδοχής λογιστικές και οργανωτικές αρχές.
[...]
(παρ. 3) Μέχρι τη σύνταξη των υπό του παρόντος άρθρου προβλεπόμενων κανονισμών λειτουργίας και διαχειρίσεως της επιχειρήσεως εφαρμόζονται οι υπάρχοντες αντίστοιχοι κανονισμοί του Δήμου ή Συνδέσμου και σε περίπτωση μη υπάρξεως τοιούτων οι σχετικές περί Δήμων και Κοινοτήτων διατάξεις».
(Άρθρ. 22) « [...] παρ. 3. Οι εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις του Δημοτικού και Κοινοτικού Κωδικός περί εκσκαφών προς ανεύρεση ύδατος και εγκαταστάσεως δικτύου υδρεύσεως εφαρμόζονται και προκειμένου περί των επιχειρήσεων του παρόντος».
(Άρθρ. 24) «παρ. 1. Τα υπό της επιχειρήσεως εκτελούμενα έργα χαρακτηρίζονται δημοσίας ωφέλειας, τα δε τοιαύτα, ως και για τις συναφείς εγκαταστάσεις αναγκαία ακίνητα, απαλλοτριώνονται αναγκαστικώς υπέρ και με δαπάνες αυτής, κατόπιν αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου, εφαρμοζόμενων κατά τα λοιπά των περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων των Δήμων και Κοινοτήτων εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων. Καθ’ όμοιο τρόπο συνιστώνται αναγκαστικώς και δουλείες οιασδήποτε μορφής».
(Άρθρ. 25) «παρ. 1. Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου που εγκρίνεται από το οικείο δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο καθορίζονται χωριστά τιμολόγια για την υπηρεσία ύδρευσης και αποχέτευσης [...]».
(Άρθρ. 26) «Δι’ αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου εγκρινομένης από το Νομάρχη δύναται να καθορίζεται ειδικό τιμολόγιο υδρεύσεως ή αποχετεύσεως για τους κατοίκους των μετεχόντων της επιχειρήσεως Δήμων ή Κοινοτήτων ή συνοικισμών αυτών, οι οποίοι εξυπηρετούνται εξ ιδίου δικτύου ανεξαρτήτου του ενιαίου τοιούτου της επιχειρήσεως».

Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 276 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (ν. 3463/2006): «παρ. 1. Οι επιχειρήσεις Ύδρευσης – Αποχέτευσης απαλλάσσονται εν γένει από κάθε δημόσιο, άμεσο ή έμμεσο, δημοτικό, κοινοτικό ή λιμενικό φόρο, τέλος, δικαστικό ένσημο και εισφορά υπέρ οποιουδήποτε ταμείου, εισφορά υπέρ της Ε.Ρ.Τ. – Α.Ε., από κρατήσεις και από κάθε δικαστικό τέλος στις δίκες τους, με την επιφύλαξη των εκάστοτε ισχυουσών φορολογικών ρυθμίσεων. Επίσης έχουν όλες ανεξαιρέτως τις ατέλειες και τα δικαστικά, διοικητικά και δικονομικά προνόμια που παρέχονται στο Δημόσιο».

Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι οι ΔΕΥΑ, ναι μεν χαρακτηρίζονται από τον ιδρυτικό τους νόμο ως νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, δεν αποτελούν ωστόσο αυτόνομα νομικά πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα, αλλά πρόκειται για ετεροκαθοριζόμενα νομικά πρόσωπα, τα οποία εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον και παρέχουν δημόσιο – αυτοδιοικητικό σκοπό (ύδρευση – αποχέτευση), τελούν δε σε καθεστώς έντονης εξάρτησης από τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Δήμων και Περιφερειών), στα οποία ανήκουν και υπάγονται, καθώς: α) η σύσταση κάθε επιχείρησης λαμβάνει χώρα με απόφαση του οικείου δημοτικού συμβουλίου, β) το διοικητικό συμβούλιο κάθε επιχείρησης ορίζεται από το οικείο δημοτικό συμβούλιο, γ) ως μέλη του διοικητικού συμβουλίου της επιχείρησης διορίζονται εκλεγμένοι δημοτικοί σύμβουλοι, από τους οποίους ο ένας αναγκαστικά προέρχεται από την εκάστοτε μειοψηφία, δ) ο Οργανισμός Εσωτερικής Υπηρεσίας της επιχείρησης εγκρίνεται από τον Υπουργό Εσωτερικών μετά από γνώμη του οικείου δημοτικού συμβουλίου, ε) ο τακτικός οικονομικός έλεγχος της διαχείρισης κάθε επιχείρησης ενεργείται από δύο ορκωτούς λογιστές που διορίζονται από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας στην αρχή κάθε έτους, στ) ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας ασκεί έλεγχο νομιμότητας των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου για τα σοβαρότερα ζητήματα και συγκεκριμένα για την ψήφιση και κάθε τροποποίηση του προϋπολογισμού της επιχείρησης και του τεχνικού προγράμματος έργων, την αγορά και εκποίηση ακινήτων κτημάτων της επιχείρησης ή την επιβάρυνση αυτών με εμπράγματα δικαιώματα, τη σύναψη δανείων, τις μελέτες, τα έργα και τις προμήθειες, ζ) ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας ελέγχει τον ισολογισμό, τον απολογισμό και την έκθεση πεπραγμένων και μπορεί να διατάξει τη διενέργεια έκτακτου διαχειριστικού και ταμειακού ελέγχου από ορκωτούς ελεγκτές, η) οι κανονισμοί λειτουργίας και διαχείρισης, που ψηφίζονται από το διοικητικό συμβούλιο της επιχείρησης, ελέγχονται από το οικείο δημοτικό συμβούλιο και, τέλος, θ) οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου της επιχείρησης αναφορικά με τα χωριστά τιμολόγια ύδρευσης και αποχέτευσης ή τη διαφοροποίηση των εισπραττόμενων τελών πρέπει να εγκριθούν από το οικείο δημοτικό συμβούλιο. Περαιτέρω στις ανωτέρω επιχειρήσεις απονέμονται προνόμια και ατέλειες με αποτέλεσμα την απαλλαγή τους από τον ανταγωνισμό, ενώ ως πόροι κάθε επιχείρησης ορίζονται, μεταξύ άλλων, διάφορα ανταποδοτικά τέλη. Τέλος, οι ως άνω επιχειρήσεις επιχορηγούνται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων για τη μελέτη και την κατασκευή έργων ύδρευσης και αποχέτευσης κατά ποσοστό 35% από τις πιστώσεις της επιχείρησης που εγκρίνονται κατ’ έτος για τον σκοπό αυτό. Τα έργα που εκτελούνται από την επιχείρηση χαρακτηρίζονται δημόσιας ωφέλειας, με αποτέλεσμα να προβλέπεται δυνατότητα αναγκαστικής απαλλοτρίωσης των αναγκαίων ακινήτων ή σύστασης δουλείας οιασδήποτε μορφής επ’ αυτών, με σχετική απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της επιχείρησης. Εν κατακλείδι από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι η δομή και η οργάνωση, καθώς και η χρηματοδότηση των ΔΕΥΑ ταυτίζεται με την έννοια της δημόσιας επιχείρησης, δηλαδή εκείνης για την οποία νόμος, είτε ιδρυτικός της είτε άλλος, προβλέπει ότι λειτουργεί χάριν του δημόσιου συμφέροντος και η οποία, περαιτέρω, οργανωμένη σε νομικό πρόσωπο, επί του οποίου το κράτος ασκεί αποφασιστική επιρροή (μέσω χρηματοδοτήσεων και οικονομικών ελέγχων), λειτουργεί με κριτήρια επιδιώξεως οικονομικού αποτελέσματος, με την έννοια όχι της κερδοσκοπίας, αλλά της δημιουργίας των οικονομικών δυνατοτήτων για την επίτευξη των βασικών σκοπών της. Επιπλέον, η παροχή υπηρεσιών κοινής ωφελείας δεν συνιστά δραστηριότητα αναπόσπαστη από τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας, επομένως, εφόσον σκοπός των ΔΕΥΑ είναι, όπως προαναφέρθηκε, να μεριμνούν για τον συνεχή εφοδιασμό όσων κατοικούν ή διαμένουν στην περιφέρειά τους με επαρκή για τις προσωπικές και οικογενειακές τους ανάγκες ποσότητα πόσιμου ύδατος, το οποίο πληροί τους απαραίτητους όρους υγιεινής και διατίθεται σε προσιτή τιμή, ταυτοχρόνως δε για την κρίσιμη για την δημόσια υγεία παροχέτευση των ακάθαρτων υδάτων και των λυμάτων, δικαιολογείται η λήψη μέτρων που εντάσσονται σε ενιαία δημοσιονομική πολιτική, όπως η περικοπή των μισθολογικών παροχών, ώστε να εξασφαλιστεί η επίτευξη του δημόσιου σκοπού τους. Οι Υπηρεσίες αυτές παρέχονται μονοπωλιακώς σε πληθυσμό διαβιούντα σε συγκεκριμένο νομό από δίκτυα που είναι μοναδικά και ανήκουν στα πάγια περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης. Αβεβαιότητα ως προς την συνέχεια της παροχής προϊόντων υπηρεσιών κοινής ωφέλειας με αυτόν το βαθμό αναγκαιότητας δε συγχωρείται από το άρθρο 5 παρ. 5 του Συντάγματος που κατοχυρώνει το δικαίωμα στην προστασία της υγείας καθώς και από το άρθρο 21 παρ. 3 του Συντάγματος που ορίζει ότι το κράτος μέριμνα για την υγεία των πολιτών, εξ ου και ο εξοπλισμός των ΔΕΥΑ με την αρμοδιότητα κήρυξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης. Την ένταξη δε των ΔΕΥΑ στα δημοσιονομικά μέτρα που λαμβάνονται για τη μείωση των κρατικών ελλειμάτων δικαιολογεί και η προναφερθείσα επιχορήγησή τους από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων για τη μελέτη και την κατασκευή έργων ύδρευσης και αποχέτευσης.
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο όρος «ανήκει» εκφεύγει των στενών ορίων της έννοιας της ιδιοκτησίας και καταλαμβάνει κάθε Ν.Π.Ι.Δ., η δραστηριότητα του οποίου εξυπηρετεί δημόσιο σκοπό και τελεί υπό τη δημοσιονομική μέριμνα του κράτους, ερμηνεία που επιβάλλεται τελολογικώς από τον σκοπό του νόμου. Επιχείρημα δε υπέρ της ευρύτητας του όρου «ανήκει» προκύπτει και από την εξειδίκευση του όρου σε επόμενα νομοθετήματα. Ειδικότερα στο νόμο 4024/2011 «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο – βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015», με τον οποίον προβλέφθηκε πλαφόν για το μέσο κατά κεφαλή κόστος των πάσης φύσεως αποδοχών των απασχολούμενων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, στο άρθρο 31 του νόμου και υπό τον τίτλο «Αναλογικές ρυθμίσεις για νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα», ορίζονται τα ακόλουθα:
«1. α) Στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) που ανήκουν στο κράτος ή σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α., κατά την έννοια της επίτευξης κρατικού ή δημόσιου ή αυτοδιοικητικού σκοπού, εποπτείας, διορισμού και ελέγχου της πλειοψηφίας της Διοίκησής τους, συμπεριλαμβανομένων των Γενικών και Τοπικών Οργανισμών Εγγείων βελτιώσεων, ή επιχορηγούνται τακτικά, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από πόρους των ως άνω φορέων κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους... εφαρμόζεται ανώτατο όριο μέσου κατά κεφαλή κόστους αμοιβών προσωπικού σύμφωνα με τα οριζόμενα στις επόμενες παραγράφους [...]»
Καθίσταται σαφές ότι η ανωτέρω διάταξη, η οποία θεσπίστηκε για τον ίδιο λόγο όπως και οι επίμαχες, δηλαδή τη λήψη άμεσων δημοσιονομικών μέτρων για την εξοικονόμηση πόρων με μείωση των δημόσιων δαπανών, ώστε η Χώρα να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε με το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΠΣΑ) και να επιτύχει τη δημοσιονομική εξυγίανση με συγκεκριμένους στόχους και σε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, δεν προσδίδει επιπλέον κανονιστικό περιεχόμενο αλλά έχει διευκρινιστική διατύπωση και καθιστά σαφέστερο το νόημα του όρου «ανήκουν», συνδέοντάς τον με την επίτευξη συγκεκριμένου σκοπού, ώστε πλέον να μην καταλείπονται αμφιβολίες για τη γραμματική ερμηνεία της διάταξης, ότι δηλαδή οι δημοτικές επιχειρήσεις περιλαμβάνονται στους δημοσιονομικούς περιορισμούς που οι διατάξεις αυτές προβλέπουν. Επομένως, οι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης υπάγονται στο ρυθμιστικό πεδίο των άρθρων 1 παρ. 5, 2 παρ. 2 ν. 3833/2010 και 3 παρ. 4 και 6 ν. 3845/2010, όπως και σε αυτό των άρθρων 31 παρ. 1α, 3 και 4 ν. 4024/2011 (αλλά και στην περίπτωση 12 της υποπαρ. Γ1 της παρ. Γ του άρθρου πρώτου ν. 4093/2012, που ακολούθησε) και ειδικότερα συγκαταλέγονται στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, αφού είναι επιχειρήσεις ΟΤΑ ειδικού σκοπού, έχουν κοινωφελή χαρακτήρα παρέχοντας ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο υπηρεσίες (ύδρευση-αποχέτευση) και πληρούν το κριτήριο που τάσσεται από τους μνημονιακούς νόμους, δηλαδή ανήκουν σε συγκεκριμένο ΟΤΑ (εν προκειμένω Δήμο Κομοτηνής), υπό την έννοια ότι δημιουργούνται από τους ΟΤΑ χάριν της επίτευξης αυτοδιοικητικού σκοπού, τελούν υπό την εποπτεία τους, ενώ ο έλεγχος και ο διορισμός της πλειοψηφίας της διοίκησής τους γίνεται από τους ΟΤΑ.


Ως εκ τούτου, η μείωση που επέβαλε η αναιρεσείουσα στις αποδοχές των αναιρεσιβλήτων, εφαρμόζοντας τις επίμαχες διατάξεις, είναι νόμιμη. Η δε προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία έκρινε το αντίθετο, παραβίασε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 5 (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 90 παρ. 5 ν. 3842/2010), 2 παρ. 2 ν. 3833/2010 και 3 παρ. 4, 5 και 6 ν. 3845/2010, τις οποίες εσφαλμένα εφάρμοσε. Επομένως, είναι βάσιμος ο από το άρθρο 560 αριθ. 1 ΚΠολΔ μοναδικός λόγος αναιρέσεως που παραπέμφθηκε στην Πλήρη Ολομέλεια, με τον οποίον η αναιρεσείουσα επικαλείται την παραπάνω πλημμέλεια και η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί.

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 580 παρ. 3 εδ. α’ ΚΠολΔ «Αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, μπορεί να κρατήσει την υπόθεση και να τη δικάσει, αν κατά την κρίση του δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση».
Εν προκειμένω, μετά την αναίρεση αναβιώνει η εκκρεμοδικία επί της εφέσεως. Στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κατόπιν εφέσεως της εναγομένης – εκεί εκκαλούσας και ήδη αναιρεσείουσας, είχε μεταβιβασθεί η υπόθεση στο σύνολό της, διότι η αγωγή είχε γίνει δεκτή από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και η εκκαλούσα επιδίωκε την απόρριψή της. Από τις αιτιολογίες που αναφέρθηκαν κατά την έρευνα του μοναδικού λόγου αναιρέσεως, ο οποίος δεν είχε απορριφθεί και παραπέμφθηκε, προκύπτει ότι η αγωγή είναι μη νόμιμη. Επομένως, δεν απαιτείται περαιτέρω έρευνα και, μετά την αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από τον Άρειο Πάγο και να γίνει δεκτή η έφεση της αναιρεσείουσας, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη 169/2017 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής και να απορριφθεί η αγωγή ως μη νόμιμη. Τέλος, πρέπει να συμψηφιστούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων, γιατί η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (179,183 ΚΠολΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΕΧΕΤΑΙ τη δήλωση για συνέχιση της δίκης που διακόπηκε βιαίως με τη γνωστοποίηση του θανάτου του τεσσαρακοστού έκτου αναιρεσίβλητου Κ. Γ. και του πεντηκοστού τέταρτου αναιρεσίβλητου Ν. Ε. από τους αναφερόμενους στο σκεπτικό καθολικούς διαδόχους τους.

ΑΝΑΙΡΕΙ την 18/2019 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης.
ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την υπόθεση.

ΔΕΧΕΤΑΙ την 30/2017 έφεση.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την 169/2017 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Κομοτηνής.
ΚΡΑΤΕΙ και ΔΙΚΑΖΕΙ την 387/2014 αγωγή.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτή.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ εν όλω τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 17 Μαρτίου 2022.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 10 Μαΐου 2022.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή