Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 624 / 2010    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Αποζημίωση προσωρινά κρατηθέντος.




Περίληψη:
Αίτηση αναιρέσεως αυτοτελώς κατ' αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου με την οποία απερρίφθη αίτηση της ήδη αναιρεσείουσας για επιδίκαση σ' αυτή αποζημιώσεως κατ' άρθρο 533 επ. ΚΠΔ από το Ελληνικό Δημόσιο λόγω κράτησής της σε εκτέλεση άλλων καταδικαστικών σε βάρος της αποφάσεων, που αναιρέθηκαν από τον Άρειο Πάγο κατά το μέρος που αναφέρονταν στη μη χορήγηση αναστολής εκτελέσεως των επιβληθεισών ποινών και μετά παραπομπή στο Τριμελές Εφετείο που επιλήφθηκε εκ νέου διέταξε αναστολή των επιβληθεισών σ' αυτήν στερητικών της ελευθερίας ποινών. Απορρίπτεται ως απαράδεκτη η αίτηση αναιρέσεως που απέρριψε την περί επιδικάσεως αποζημιώσεως αυτοτελή αίτηση της αναιρεσείουσας που υπεβλήθη μεταγενεστέρως της αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου που διέτασσε την αναστολή της επιβληθείσης στην αναιρεσείουσα στερητικής της ελευθερίας ποινής, διότι η απόφαση που απέρριψε την αίτηση αποζημίωσης δεν είναι από τις τελειωτικές επί της κατηγορίας, αφού δεν αποφαίνεται επί της ενοχής και κατ' αυτής δεν είναι δυνατό να ασκηθεί αυτοτελής αίτηση αναιρέσεως.




Αριθμός 624/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοϊνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Ανδρέα Ξένο- Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 10 Φεβρουαρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικόλαο Τσάγγα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης, ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιο δικηγόρο της Αλεξάνδρα Ζηνέλη, περί αναιρέσεως της 962/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.

Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα-κατηγορούμενη ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Απριλίου 2009 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 706/2009.

Αφού άκουσε
Την πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι διατάξεις των άρθρων 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για τα δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) που εξασφαλίζουν σε κάθε πρόσωπο το δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας, η δε τελευταία και το συνακόλουθο δικαίωμα να δικάζεται κάθε άτομο δίκαια, δημόσια και αμερόληπτα, δεν διασφαλίζουν και το δικαίωμα ασκήσεως ένδικων μέσων κατά των αποφάσεων που θα εκδοθούν. Κατά συνέπεια, τα ένδικα μέσα μπορεί κατ' αρχήν να προβλέπονται ή όχι και να καταργούνται ή να περιορίζονται από τον κοινό εθνικό νομοθέτη, σε ορισμένες κατηγορίες υποθέσεων, με σκοπό την ταχύτερη διεξαγωγή των δικών και την αποτελεσματικότερη λειτουργία της δικαιοσύνης. Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 504 παρ. 1 του Κ.Ποιν.Δ. όταν ο νόμος δεν ορίζει ειδικά κάτι άλλο, αίτηση αναιρέσεως επιτρέπεται μόνο κατά της αποφάσεως που, όπως απαγγέλθηκε, δεν προσβάλλεται με έφεση και κατά της αποφάσεως του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου που εκδόθηκε ύστερα από άσκηση εφέσεως, αν με τις αποφάσεις αυτές το δικαστήριο αποφάνθηκε τελειωτικά για την κατηγορία ή αν έπαυσε οριστικά ή κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη (Κ.Ποιν.Δ. 370). Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, εφόσον στο νόμο δεν ορίζεται ειδικά κάτι άλλο, σε αναίρεση υπόκεινται οι αποφάσεις με τις οποίες περατώνεται η ποινική δίωξη και το δικαστήριο απεκδύεται από κάθε περαιτέρω εξουσία για να επιληφθεί και πάλι της κατηγορίας. Από το περιεχόμενο δε των διατάξεων των άρθρων 533 μέχρι 544 του Κ.Ποιν.Δ. που καθορίζουν την αποζημίωση των κρατηθέντων και μετέπειτα αθωωθέντων, (όπως έχουν αντικατασταθεί με το άρθρο 26 ν. 2915/2001), προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι το ένδικο μέσο της αναιρέσεως δεν παρέχεται αυτοτελώς κατά της αποφάσεως με την οποία απορρίφθηκε, είτε ως απαράδεκτη είτε ως αβάσιμη αίτηση αποζημιώσεως από το Δημόσιο εκείνου που κρατήθηκε προσωρινά με διάταξη του ανακριτή ή με βούλευμα ή και με δικαστική απόφαση και μετέπειτα αθωώθηκε με αμετάκλητη δικαστική απόφαση ή καταδικάσθηκε σε ποινή κατώτερη εκείνης την οποία είχε εκτίσει προσωρινά. Εάν δε ασκηθεί αναίρεση κατά τέτοιας αποφάσεως αυτοτελώς, αυτή είναι απαράδεκτη, γιατί στρέφεται κατά αποφάσεως που δεν υπόκειται στο ένδικο αυτό μέσο αφού το δικαστήριο δεν αποφαίνεται με αυτή τελειωτικά για την κατηγορία και δεν υπάρχει διάταξη που να ορίζει ειδικά κάτι άλλο και ως εκ τούτου απορρίπτεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 476 παρ. 1 και 513 παρ. 1 του Κ.Ποιν.Δ. Στην προκείμενη περίπτωση με την προσβαλλόμενη 962/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης απερρίφθη η από 8/12/2008 αίτηση της ήδη αναιρεσείουσας με την οποία ζητούσε αυτή την επιδίκαση αποζημιώσεως από το Ελληνικό Δημόσιο κατά τα άρθρα 533 επ. Κ.Ποιν.Δ. λόγω της αδίκου, κατά τους ισχυρισμούς της φυλακίσεως της επί 218 ημέρες (από 13.9.2007 έως και 17.4.2008 στο κατάστημα κράτησης ... σε εκτέλεση α) της 128/16.1.2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης που την κήρυξε (δικάζοντας κατ' έφεση) ενοχή πλαστογραφίας με χρήση κατ' εξακολούθηση και την καταδίκασε σε φυλάκιση δύο ετών, μετατραπείσα σε χρηματική προς 440 ευρώ ανά ημέρα φυλακίσεως και β) της 129/16.1.2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, που επίσης κατ' έφεση την κήρυξε ένοχη πλαστογραφίας με χρήση κατ' εξακολούθηση και της επέβαλε ποινή φυλακίσεως δύο ετών, μετατραπείσα ομοίως προς 4,40 ευρώ ημερησίως. Ασκήθηκαν οι από 16/5/2007 αιτήσεις αναιρέσεως κατά των άνω αποφάσεων και εκδόθηκαν από τον Άρειο Πάγο η 1723/2008 απόφαση που αναίρεσε εν μέρει την 128/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και αφ' ετέρου η 1545/2008 απόφαση που αναίρεσε την 129/2007 απόφαση του ιδίου Τριμελούς Εφετείου κατά το μέρος που αναφέρονταν στην μη χορήγηση αναστολής εκτελέσεως των επιβληθείσων ποινών αν και συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις χορηγήσεως αυτής και, μετά παραπομπή κατά το αναιρεθέν μέρος των στο ίδιο άνω δικαστήριο, εξεδόθη από το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης στη δικάσιμο της 4/12/2008 απόφαση που διέτασσε την αναστολή της επιβληθείσης σ' αυτήν πονής. Επί της εν συνεχεία κατατεθείσης από 8/12/2008 αιτήσεως από την ήδη αναιρεσείουσα περί αποζημιώσεως της από το Ελληνικό Δημόσιο για το μέρος της ποινής φυλακίσεως που εξέτεισε πριν, εξεδόθη η προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης που την εξέδωσε έκρινε ότι δεν συμπεριλαμβανόταν μεταξύ των περιπτώσεων επιδικάσεως αποζημιώσεως η επικαλούμενη από την αναιρεσείουσα. Η απόφαση αυτή, όπως προαναφέρθηκε, δεν είναι τελειωτική επί της κατηγορίας αφού δεν αποφαίνεται επί της ενοχής και κατ' αυτής δεν είναι δυνατό να ασκηθεί αυτοτελής αναίρεση. Κατ' ακολουθία η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 476 παρ. 1 και 533 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ. και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (Κ.Ποιν.Δ. 583 παρ. 1).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 21 Απριλίου 2009 αίτηση της .... για αναίρεση της 962/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 3 Μαρτίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 26 Μαρτίου 2010.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή