Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2242 / 2009    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Βούλευμα παραπεμπτικό, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Συναυτουργία, Υπεξαίρεση.




Περίληψη:
Υπεξαίρεση αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας κατ' εξακολούθηση και κατά συναυτουργία. Στοιχεία της υποκειμενικής και αντικειμενικής υπόστασης του ανωτέρω κακουργήματος. Παραπεμπτικό βούλευμα. Λόγοι αναίρεσης για έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου. Απόρριψη των λόγων αυτών ως αβάσιμων και για τον ίδιο λόγο των σχετικών αιτήσεων αναίρεσης.




Αριθμός 2242/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού και Παναγιώτη Ρουμπή - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Κολιοκώστα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 3 Νοεμβρίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1) Χ1 και 2) Χ2, κατοίκων ..., περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 272/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ.

Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 30.3.2009 αιτήσεις τους αναιρέσεως, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 492/2009.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Κολιοκώστας εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Βλάσση με αριθμό 192/21.5.2009, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Εισάγω, σύμφωνα με το άρθρο 481 παρ. 1 ΚΠΔ τις υπ' αριθμ. 54/30-3-2009 και 55/30-3-2009 αιτήσεις αναιρέσεως των κατηγορουμένων Χ2, κατοίκου ... και Χ1, κατοίκου ..., αντιστοίχως, κατά του υπ' αριθμ. 272/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, ως και το αίτημα του πρώτου για αυτοπρόσωπη εμφάνισή του ενώπιον του Συμβουλίου σας, και εκθέτω τα εξής:
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το υπ' αριθμ. 2426/2008 βούλευμά του, παρέπεμψε τους αναιρεσείοντες-κατηγορουμένους στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών για να δικασθούν, για υπεξαίρεση αντικειμένων ιδιαίτερα μεγάλης αξίας το οποίο, τους είχαν εμπιστευθεί λόγω της ιδιότητάς τους ως διαχειριστών ξένης περιουσίας, κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση (αρ. 26 παρ. 1, 27 παρ. 1, 45, 98 και 375 παρ. 2 εδ. α'- 1 Π.Κ., όπως ισχύει). Μετά από εφέσεις που άσκησαν οι αναιρεσείοντες-κατηγορούμενοι εκδόθηκε το προσβαλλόμενο 272/2009 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, το οποίο απέρριψε κατ' ουσία τις εφέσεις αυτών και επικύρωσε το εκκαλούμενο βούλευμα.
Κατά του εφετειακού αυτού βουλεύματος στρέφονται πλέον οι αναιρεσείοντες με τις υπό κρίση αιτήσεις τους, οι οποίες ασκήθηκαν από τους ίδιους στις 30-3-2009 ενώπιον της αρμοδίας γραμματέως του Τμήματος Βουλευμάτων του Εφετείου Αθηνών, νομοτύπως, παραδεκτώς και εμπροθέσμως, εφόσον το προσβαλλόμενο βούλευμα επιδόθηκε στον μεν πρώτο στις 20-3-2009 στη δε δεύτερη, με θυροκόλληση, στις 17-3-2009 και στον αντίκλητο αυτής δικηγόρο Αθηνών Θεμιστοκλή Σκούρα στις 18-3-2009 (βλ. σχετικά αποδεικτικά). Περιέχουν δε ως λόγους αναιρέσεως την εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης και την έλλειψη ειδικής αιτιολογίας (αρ. 484 παρ. 1 στοιχ. β' και δ' ΚΠΔ), ενώ το βούλευμα αυτό υπόκειται στο ένδικο μέσο της αναίρεσης, αφού παραπέμπονται οι αναιρεσείοντες-κατηγορούμενοι για κακούργημα (αρ. 462, 463, 473 παρ. 1, 474 παρ. 1 και 482 παρ. 1α, 2 ΚΠΔ).
Συνεπώς, οι υπό κρίση αιτήσεις αναιρέσεως πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν οι προβαλλόμενοι λόγοι αναιρέσεως.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 375§1 ΠΚ, όποιος ιδιοποιείται παρανόμως ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα που περιήλθε στην κατοχή του με οποιονδήποτε τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και, αν το αντικείμενο της υπεξαίρεσης είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της υπεξαίρεσης απαιτούνται τα εξής: 1) ξένο κινητό πράγμα, ολικά ή εν μέρει, τέτοιο δε θεωρείται αυτό που ανήκει σε ξένη προς τον δράστη κυριότητα, όπως αυτή διαπλάσσεται από το αστικό δίκαιο, 2) να περιήλθε αυτό με οποιονδήποτε τρόπο στο δράστη και να είναι κατά το χρόνο της πράξης στην κατοχή του, 3) παράνομη ιδιοποίηση από το δράστη. Παράνομη είναι η ιδιοποίηση όταν γίνεται χωρίς τη συναίνεση του ιδιοκτήτη και χωρίς άλλο, παρεχόμενο από το νόμο, δικαίωμα, και 4) δολία προαίρεση του δράστη, η οποία καταδηλώνεται με οποιαδήποτε ενέργεια αυτού, που εμφανίζει εξωτερίκευση της θέλησης του να ενσωματώσει στην περιουσία του το ξένο κινητό πράγμα που ευρίσκεται στην κατοχή του, χωρίς νόμιμη δικαιολογητική αιτία (ΑΠ 580/2006 Ποιν. Χρον. ΝΖ' σ. 53, ΑΠ 372/2003 Ποιν. Χρον. ΝΓ' σ. 1081, ΑΠ 1596/2000 Ποιν. Χρον. ΝΑ'σ. 639, ΑΠ 134/1998 Ποιν. Χρον. ΜΗ' σ. 772, ΑΠ 1336/1996 Ποιν. Χρον. ΜΖ'σ. 823, ΑΠ 1624/1995 Ποιν. Χρον. ΜΣΤ'σ. 1029, ΑΠ 1408/1995 Ποιν. Χρον. ΜΣΤ'σ. 657, ΑΠ 1054/1995 Ποιν. Χρον. ΜΣΤ' σ. 91, ΑΠ 1182/1994 Ποιν.Χρον. ΜΔ'σ. 978, ΑΠ 992/1994 Ποιν. Χρον. ΜΔ'σ. 936 κ.ά, Ι. Μανωλεδάκη Εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας, 2002, σ. 223 επομ.).
Εξ άλλου, κατά τη διάταξη της παρ. 2 του αρθ. 375 ΠΚ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθ. 1 §9 του Ν. 2408/1996, αν πρόκειται για αντικείμενο (της υπεξαίρεσης) ιδιαίτερα μεγάλης αξίας που το έχουν εμπιστευθεί στον υπαίτιο λόγω ανάγκης ή λόγω της ιδιότητας του ως εντολοδόχου, επιτρόπου ή κηδεμόνα του παθόντος ή ως μεσεγγυούχου ή διαχειριστή ξένης περιουσίας, ο υπαίτιος τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η κακουργηματική μορφή της υπεξαίρεσης προϋποθέτει πάντοτε ότι το αντικείμενο της είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και επί πλέον ότι συντρέχει μία από τις ειδικά και περιοριστικά πλέον προβλεπόμενες περιπτώσεις κατάχρησης εμπιστοσύνης όπως και εκείνη του εντολοδόχου ή διαχειριστή ξένης περιουσίας. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής για να έχει ο υπαίτιος της υπεξαίρεσης την ιδιότητα του διαχειριστή ξένης περιουσίας πρέπει να ενεργεί διαχείριση, δηλαδή να ενεργεί όχι απλώς υλικές, αλλά νομικές πράξεις με εξουσία αντιπροσώπευση του εντολέα, με δυνατότητα ανάπτυξης πρωτοβουλίας καν λήψης αποφάσεων με κίνδυνο και ευθύνη αυτού. Την εξουσία αυτή μπορεί να έλκει είτε από το νόμο είτε από σύμβαση, πρέπει όμως το ιδιοποιούμενο απ' αυτόν παρανόμως πράγμα να περιήλθε στην κατοχή του λόγω της ιδιότητας του αυτής (ΑΠ 1120/2006 Ποιν. Χρον. ΝΖ' σ. 419, ΑΠ 1600/2004 Ποιν. Χρον. ΝΕ' σ. 645, ΑΠ 1307/2004 Ποιν. Χρον. ΝΕ' σ. 535). Αλλά ως διαχειριστής νοείται και ο εν τοις πράγμασι (de facto) ασκών τη διαχείριση (ΑΠ 1786/1997 Ποιν. Χρον. ΜΗ' σ. 594).
Περαιτέρω, με το αρθ. 14 § 11 του νόμου αυτού (2721/1999) προστέθηκε δεύτερη παράγραφος στο αρθ. 98 ΠΚ, σύμφωνα με την οποία η αξία του αντικειμένου της πράξης και η περιουσιακή βλάβη ή το περιουσιακό όφελος που προκύπτουν από την κατ' εξακολούθηση τέλεση του εγκλήματος λαμβάνονται συνολικά υπ' όψη αν ο δράστης απέβλεπε με τις μερικότερες πράξεις του στο αποτέλεσμα αυτό. Στις περιπτώσεις αυτές ο ποινικός χαρακτήρας της πράξης προσδιορίζεται με βάση τη συνολική αξία του αντικειμένου και τη συνολική περιουσιακή βλάβη ή το συνολικό περιουσιακό όφελος που ανάλογα με το έγκλημα επήλθε ή σκοπήθηκε. Επομένως, σε περίπτωση υπεξαίρεσης κατ' εξακολούθηση, για την κρίση σχετικά με την αξία του αντικειμένου (αν είναι ιδιαίτερα μεγάλη) και για τον ποινικό χαρακτήρα της πράξης, λαμβάνεται υπ' όψη η συνολική αξία του αντικειμένου όλων των επί μέρους πράξεων, αν ο δράστης απέβλεπε με τις μερικότερες πράξεις του στο αποτέλεσμα αυτό (Ολ.ΑΠ 5/2002 Ποιν. Χρον. ΝΒ'σ. 697, ΑΠ 974/2001 Ποιν. Χρον. ΝΒ' σ. 334, ΑΠ 765/2000 Ποιν. Χρον. ΝΑ' σ. 13).
Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 45 ΠΚ, αν δύο ή περισσότεροι τέλεσαν από κοινού αξιόποινη πράξη, καθένας τους τιμωρείται ως αυτουργός της πράξης. Με τον όρο "από κοινού" νοείται αντικειμενικά σύμπραξη στην εκτέλεση της κύριας πράξης και υποκειμενικά κοινός δόλος, δηλαδή ότι κάθε συμμέτοχος θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί πράττουν με δόλο τέλεσης του ιδίου εγκλήματος. Η σύμπραξη στην εκτέλεση της κύριας πράξης μπορεί να συνίσταται ή στο ότι ο καθένας πραγματώνει την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος ή στο ότι το έγκλημα πραγματώνεται με συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις των συμμετοχών, ταυτόχρονες ή διαδοχικές. Ειδικότερα επί υπεξαίρεσης υπάρχει συναυτουργία όταν το υλικό αντικείμενο της πράξης περιέρχεται στην συγκατοχή των πλειόνων δραστών οι οποίοι ενεργούν από κοινού λόγω της μεταξύ τους ιδιαίτερης σχέσης και των ειδικών, στη συγκεκριμένη περίπτωση, συνθηκών (ΑΠ 1604/2006 Ποιν. Χρον. ΝΖ' σ. 732, ΑΠ 1388/2006 Ποιν. Χρον. ΝΖ' σ. 620, ΑΠ 163/2003 Ποιν. Χρον. ΝΓ' σ. 917, ΑΠ 1317/2001 Ποιν. Χρον. ΝΒ' σ. 435, ΑΠ 692/1997 Ποιν. Χρον. ΜΗ'σ. 179, ΑΠ 1028/94 Ποιν. Χρον. ΜΔ' σ. 823 ).
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο βούλευμα, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, που το εξέδωσε, με επιτρεπτή καθολική αναφορά στην ενσωματωμένη σ'αυτό εισαγγελική πρόταση, δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του, ότι από τη συνεκτίμηση των αναφερομένων στο βούλευμα κατ'είδος αποδεικτικών μέσων, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
Με το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών Ζωής Κοροβήλου-Οικονόμου συνεστήθη η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", με έδρα το ... και με κύριο αντικείμενο την αγορά, επεξεργασία και εμπορία μαρμάρων. Μέτοχοι της εταιρίας ήταν ο ΑΑ, κατά ποσοστό 55% (κατείχε 11.000 μετοχές) και ο μηνυτής Ψ, αδελφός της συζύγου του πρώτου, κατά ποσοστό 45% (κατείχε 9.000 μετοχές). Με την από 25-6-2001 απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων της εταιρίας και το από 26-6-2001 πρακτικό του διοικητικού συμβουλίου (Δ.Σ.) αυτής, που καταχωρήθηκαν στο μητρώο ανωνύμων εταιριών της Νομαρχίας Αθηνών και δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ τ. Α.Ε. και Ε.Π.Ε. 10403/22-11-2001), εκλέχθηκαν ως μέλη του Δ.Σ. της εταιρίας αυτής α) ο ΑΑ, διευθύνων σύμβουλος, β) η Χ1, μέλος του Δ.Σ. και γ) ο Χ2, πρόεδρος του Δ.Σ. της εταιρίας. Η θητεία του προαναφερόμενου Δ.Σ. της εταιρίας αυτής ορίσθηκε για το μέχρι την 30-6-2006 χρονικό διάστημα. Επίσης, με τις προαναφερόμενες αποφάσεις της Γ.Σ. και του Δ.Σ. της πιο πάνω εταιρίας ανατέθηκε στον Χ2 η ενάσκηση όλων των αρμοδιοτήτων του Δ.Σ. της εταιρίας και παράλληλα προβλέφθηκε ότι αυτός θα εκπροσωπεί την εταιρία αυτή δικαστικά και εξώδικα χωρίς κανένα περιορισμό. Την 8-2-2003, απεβίωσε ο ΑΑ. Ακολούθως, συγκλήθηκε εκ νέου η γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρίας, την 31-3-2003 και αποφάσισε την εκλογή νέου Δ.Σ. αποτελούμενου από τους εκκαλούντες κατηγορουμένους Χ2 και Χ1 καθώς και τη μητέρα τους ΒΒ, η θητεία του οποίου ορίστηκε για το μέχρι την 30-6-2008 χρονικό διάστημα. Επίσης, με το από 1-4-2003 πρακτικό του Δ.Σ. ο Χ2 ορίστηκε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, η ΒΒ ορίσθηκε αντιπρόεδρος και η Χ1 ορίσθηκε μέλος του Δ.Σ. της εταιρίας και συνδιευθύνουσα σύμβουλος, ενώ, παράλληλα, ανατέθηκε στους Χ2 και Χ1 η ενάσκηση όλων των αρμοδιοτήτων του Δ.Σ. της εταιρίας και προβλέφθηκε ότι αυτοί θα εκπροσωπούν την εταιρία δικαστικά και εξώδικα χωρίς κανένα περιορισμό είτε από κοινού είτε χωριστά ο καθένας. Η προαναφερόμενη από 31-3-2003 απόφαση της Γ.Σ. και το από 1-4-2003 πρακτικό του Δ.Σ. της εταιρίας αυτής καταχωρήθηκαν στο μητρώο ανωνύμων εταιριών της Νομαρχίας Αθηνών την 8-7-2003 και δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ τ. Α.Ε. και Ε.Π.Ε. 7.297/11-7-2003). Ήδη όμως μεταξύ των ως άνω κληρονόμων του ΑΑ και του μηνυτή ανέκυψαν διαφορές και προστριβές οι οποίες εξελίχθηκαν σε αντιδικία. Για τις ανάγκες της εμπορικής της δραστηριότητας η ως άνω ανώνυμη εταιρία διατηρούσε κατάστημα στο ..., επί της οδού ... αριθ. ..., στο οποίο είχε αποθηκευμένα τα μάρμαρα και δεχόταν τις παραγγελίες των πελατών της. Κατά το χρονικό διάστημα από 9-1-2003 έως 2-4-2003 οι εκκαλούντες κατηγορούμενοι πώλησαν σε διάφορους πελάτες της εταιρίας ποσότητες μαρμάρων και εισέπραξαν το τίμημα, χωρίς όμως να αναγραφεί στα σχετικά παραστατικά (τιμολόγια - αποδείξεις) της εταιρίας το πράγματι εισπραχθέν τίμημα, αλλά διαφορετικό και μάλιστα πολύ μικρότερο από το πραγματικό. Στο ταμείο δε της εταιρίας εισήχθη μόνο το μέρος εκείνο του τιμήματος που ανεγράφη στα παραστατικά αυτά, ενώ το υπόλοιπο παρακρατήθηκε από τους εκκαλούντες Χ2 και Χ1 οι οποίοι το ιδιοποιήθηκαν παρανόμως. Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι τις διαπραγματεύσεις με τους πελάτες της εταιρίας αυτής για τον καθορισμό του τιμήματος, τον τρόπο και τον χρόνο πληρωμής αυτού, διεξήγαγε ο εκ των κατηγορουμένων Χ2 ο οποίος κατέγραψε λεπτομερώς τις πωλήσεις αυτές και τις επί μέρους πραγματικές συμφωνίες για το τίμημα και τους όρους καταβολής του, σε ανεπίσημες χειρόγραφες σημειώσεις που έχουν επισυναφθεί στη δικογραφία και η γνησιότητα τους ουδέποτε αμφισβητήθηκε από τους κατηγορουμένους. Σημειώνεται εξάλλου, ότι ο Χ2 ήταν καθ' όλο το επίδικο χρονικό διάστημα πρόεδρος του Δ.Σ. της εταιρίας με δικαίωμα δικαστικής και εξωδικαστικής εκπροσώπησης της. Παράλληλα, και η Χ1, η οποία μέχρι την 31-3-2003 ήταν μέλος του Δ.Σ. της εταιρίας αυτής και στη συνέχεια συνδιευθύνουσα σύμβουλος με δικαίωμα δικαστικής και εξωδικαστικής εκπροσώπησης της εταιρίας, συμμετείχε στη διαχείριση των οικονομικών της εταιρίας αυτής, γνώριζε τις συναλλαγές της με τους τρίτους-πελάτες, ενώ παράλληλα λάμβανε γνώση και υπέγραφε τις ετήσιες οικονομικές της καταστάσεις.
Ειδικότερα, κατά το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα έλαβαν χώρα και οι ακόλουθες πωλήσεις μαρμάρων προς τρίτους, πελάτες της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.":
1) Την 9-1-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 451,70 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... τιμολόγιο - δελτίο αποστολής της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν.ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στο οποίο όμως αναγράφηκε ως τίμημα το ποσό των 22,57 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έλαβαν χώρα την 30-12-2002, οπότε ο ... έδωσε ως προκαταβολή το ποσό των 100,00 ευρώ. Τα μάρμαρα αυτά παραδόθηκαν στον αγοραστή την 9-1-2003, ήτοι λίγες μόνο ημέρες μετά την αρχική συμφωνία, αφού ο χρόνος που μεσολάβησε ήταν ο αναγκαίος για την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που ζήτησε ο αγοραστής.
2) Την 14-1-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 58,26 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... τιμολόγιο της ως άνω εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν.ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στο οποίο όμως αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 4,27 ευρώ.
3) Την 20-1-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 755,40 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ| αριθμ. ... δελτίο αποστολής - λιανικής πώλησης της ως άνω εταιρίας, στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 43,60 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έλαβαν χώρα την 8-1-2003, οπότε ο ... έδωσε ως προκαταβολή στην εταιρία το ποσό των 50,00 ευρώ. Τα μάρμαρα αυτά παραδόθηκαν στον αγοραστή την 20-1-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που ζήτησε ο πιο πάνω αγοραστής.
4) Την 30-1-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 477,94 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... τιμολόγιο-δελτίο αποστολής της ως άνω εταιρίας, στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα το ποσό των 17,96 ευρώ.
5) Την 3-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην εταιρία "... και ΣΙΑ Ο.Ε." ποσότητα μαρμάρου, αξίας 18.946,01 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκαν τα υπ' αριθμ. ... και ... τιμολόγια της ως άνω εταιρίας, στα οποία αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 5.195,16 ευρώ.
6) Την 5-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 27.762,83 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκαν οι υπ' αριθμ. ... και ... αποδείξεις λιανικής πώλησης της ως άνω εταιρίας, στις οποίες αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το συνολικό ποσό των 1.297,70 ευρώ.
7) Την 18-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην εταιρία "ΑΦΟΙ ... Ο.Ε." ποσότητα μαρμάρου, αξίας 331,15 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ αριθμ. ... τιμολόγιο της ως άνω εταιρίας, στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 15,28 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έγιναν την 29-1-2003. Τα μάρμαρα αυτά παραδόθηκαν στον αγοραστή την 18-2-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που αυτός ζήτησε.
8) Την 18-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην εταιρία "...- ... Ο.Ε." ποσότητα μαρμάρου, πραγματικής αξίας 5.477,63 ευρώ, ποσόν το οποίο πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκαν τα υπ' αριθμ. ... και ... τιμολόγια της ως άνω εταιρίας, στα οποία αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 1.316,93 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έγιναν την 25-1-2003, οπότε η αγοράστρια εταιρία έδωσε ως προκαταβολή το ήμισυ του συμφωνηθέντος τιμήματος. Τα πωληθέντα μάρμαρα παραδόθηκαν την 18-2-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που ζήτησε η αγοράστρια εταιρία.
9) Την 18-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 450,68 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... δελτίο αποστολής - απόδειξης της ανωτέρω εταιρίας, στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 12,88 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έγιναν την 11-2-2003, οπότε η ... έδωσε ως προκαταβολή το ποσό των 100,00 ευρώ. Τα πωληθέντα μάρμαρα παραδόθηκαν την 18-2-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που ζήτησε η αγοράστρια.
10) Την 24-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 1.471,35 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... δελτίο αποστολής - απόδειξη λιανικής πώλησης της ως άνω εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 685,74 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έγιναν την 30-1-2003, οπότε ο ... έδωσε ως προκαταβολή το ποσό των 300,00 ευρώ. Τα μάρμαρα αυτά παραδόθηκαν την 24-2-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που ζήτησε ο αγοραστής.
11) Την 4-3-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην εταιρία "... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε." ποσότητα μαρμάρου, αξίας 468,77 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... τιμολόγιο της ως άνω εταιρίας, στο οποίο όμως αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 84,15 ευρώ.
12) Την 18-3-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην εταιρία "... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε." ποσότητα μαρμάρου, αξίας 435,55 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... τιμολόγιο της ως άνω εταιρίας, στο οποίο όμως αναγράφηκε ως τίμημα το ποσό των 24,89 ευρώ.
13) Την 20-3-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 532,66 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... δελτίο αποστολής της ανωτέρω εταιρίας, στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 61,43 ευρώ.
14) Στις 24-3-2003 και 1-4-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στη ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 7.144,33 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκαν οι υπ' αριθμ. ...και ... αποδείξεις λιανικής πώλησης της ανωτέρω εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στις οποίες αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το συνολικό ποσό των 1.080,70 ευρώ.
15) Την 27-3-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 5.228,97 ευρώ, ποσό το οποίο πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκαν οι υπ' αριθμ. ... και ... αποδείξεις λιανικής πώλησης της ανωτέρω εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στις οποίες αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 195,83 ευρώ.
16) Την 29-3-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στη ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 2.419,76 ευρώ, ποσό το οποίο πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε σχετικά η υπ' αριθμ. ... απόδειξη λιανικής πώλησης της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν.ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στην οποία αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 990,27 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έλαβαν χώρα λίγες ημέρες πριν την παράδοση των επιδίκων μαρμάρων, οπότε η η ... έδωσε ως προκαταβολή το ποσό των 800,00 ευρώ.
17) Την 2-4-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 1.201,50 ευρώ, ποσόν το οποίο πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε η υπ' αριθμ. ... απόδειξη λιανικής πώλησης της ανωτέρω εταιρίας, στην οποία αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 417,60 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έλαβαν χώρα την 28-3-2003. Τα μάρμαρα αυτά παραδόθηκαν στον αγοραστή την 2-4-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που αυτός ζήτησε.
Έτσι, κατά τα προαναφερόμενα, το τίμημα το οποίο οι εκκαλούντες κατηγορούμενοι Χ2 και Χ1 εισέπραξαν για λογαριασμό της εκπροσωπούμενης από αυτούς εταιρίας με την επωνυμία "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε." από τις πιο πάνω πωλήσεις μαρμάρων, ανήλθε συνολικά στο ποσό των 73.614,49 ευρώ. Πλην, όμως, από το συνολικό αυτό ποσό μόνο ένα μικρό μέρος, ανερχόμενο σε 11.466,96 ευρώ, εισήγαγαν στο ταμείο της εταιρίας αυτής και το υπόλοιπο ποσό, ήτοι συνολικά (73.614,49 - 11.466,96)= 62.147,53 ευρώ, το παρακράτησαν ενσωματώνοντας το στην ατομική τους περιουσία, χωρίς να έχουν σχετικό δικαίωμα και έτσι το ιδιοποιήθηκαν παράνομα. Στις ανεπίσημες σημειώσεις που κρατούσε ο Χ2 καταγράφονται όλα τα σχετικά με τις επίδικες πωλήσεις στοιχεία, όπως τα ακριβή μέτρα, οι διαστάσεις, το σχήμα, η ποιότητα του πωλουμένου μαρμάρου, ο χρόνος παράδοσης και το ύψος του τιμήματος, καθώς και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ο χρόνος και ο τρόπος εξόφλησης του τιμήματος. Επίσης, στις χειρόγραφες αυτές σημειώσεις ο Χ2 κατέγραφε και κάθε μεταβολή της αρχικής παραγγελίας των πελατών-αγοραστών ως προς τις διαστάσεις ή την ποιότητα των μαρμάρων. Πλην όμως, στις υπό κρίση περιπτώσεις, καμία εγγραφή δεν υπάρχει, από την οποία να προκύπτει ότι η αρχική παραγγελία των πιο πάνω πελατών της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε." τροποποιήθηκε στη συνέχεια. Επίσης, πρέπει να επισημανθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις η προκαταβολή που οι πελάτες έδωσαν για την αγορά των επιδίκων μαρμάρων υπερβαίνει κατά πολύ το αναγραφόμενο στα αντίστοιχα τιμολόγια και αποδείξεις τίμημα της πώλησης, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε. Περαιτέρω, προέκυψε ότι οι εκκαλούντες κατηγορούμενοι απέβλεπαν κατά την τέλεση κάθε επιμέρους πράξης στο συνολικό ποσό της επίδικης υπεξαίρεσης, το οποίο είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, δεδομένου ότι ενήργησαν βάσει σχεδίου, με μέθοδο και τεχνάσματα που επινόησαν και εφήρμοσαν για μακρό χρονικό διάστημα.
Ο ισχυρισμός των εκκαλούντων κατηγορουμένων ότι η διαφορά μεταξύ των ιδιόχειρων εγγραφών του Χ2 και των τιμολογίων και αποδείξεων οφείλεται είτε σε εκπτώσεις που έγιναν από την πωλήτρια εταιρία είτε σε υπαναχώρηση των αγοραστών δεν κρίνεται βάσιμος. Και τούτο διότι η διαφορά στην τιμή πραγματικής πώλησης και στην αναγραφόμενη στα πιο πάνω τιμολόγια και αποδείξεις δεν οφείλεσαι σε εκπτώσεις, αλλά στο ότι στα τιμολόγια και στις αποδείξεις εμφανιζόταν να έχει πωληθεί η ίδια μεν ποσότητα μαρμάρων, αλλά, δήθεν, διαφορετική και πολύ φθηνότερη ποιότητα. Εξάλλου, η τιμή που αναγράφεται στα τιμολόγια είναι η τιμή που προβλέπεται στον τιμοκατάλογο της πωλήτριας εταιρίας και επομένως δεν μπορεί να γίνει λόγος περί εκπτώσεων. Αλλά και ο ισχυρισμός των κατηγορουμένων ότι στις επίδικες περιπτώσεις οι αγοραστές υπαναχώρησαν από την αρχική τους παραγγελία και τελικά ζήτησαν διαφορετική (πολύ φθηνότερη) ποιότητα μαρμάρων είναι αβάσιμος, αφού η συνολική τιμή των πωληθέντων μαρμάρων ήταν γνωστή στους αγοραστές ήδη από το χρόνο της παραγγελίας και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις είχε δοθεί από τους αγοραστές προκαταβολή έναντι του συνολικού τιμήματος, η οποία, σε ορισμένες περιπτώσεις, υπερέβαινε το αναγραφόμενο στα τιμολόγια και στις αποδείξεις τίμημα. Το πιο πάνω συμπέρασμα δεν ανατρέπεται ούτε από τις καταθέσεις ορισμένων από τους αγοραστές των μαρμάρων, δεδομένου ότι οι μάρτυρες αυτοί δεν ανέφεραν καθόλου την ύπαρξη αρχικής συμφωνίας για μεγαλύτερο τίμημα και το λόγο που τους οδήγησε στην παραλαβή διαφορετικής ποιότητας μαρμάρων, ούτε τι απέγινε η μεγαλύτερη προκαταβολή που είχαν ήδη καταβάλει σε ορισμένες περιπτώσεις. Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται ούτε από το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η διενεργηθείσα κατά την κυρία ανάκριση πραγματογνωμοσύνη, ότι δηλαδή δεν προέκυψε υποτιμολόγηση για το έτος 2003, δεδομένου ότι οι πραγματογνώμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα αυτό ελέγχοντας αποκλειστικά τις λογιστικές εγγραφές στα βιβλία της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", χωρίς να λάβουν υπόψη τις ανεπίσημες λεπτομερείς σημειώσεις του Χ2 και θεωρώντας αληθή την ποιότητα που αναγράφηκε στα παραστατικά ότι πωλήθηκε.
Τέλος, στις εκθέσεις των εφέσεων τους, οι κατηγορούμενοι ισχυρίζονται ότι κατά το χρονικό διάστημα από τον θάνατο του ΑΑ, την 8-2-2003, μέχρι την 31-3-2003, οπότε εκλέχθηκε νέο διοικητικό συμβούλιο, δεν είχαν την ιδιότητα του διαχειριστή ξένης περιουσίας επειδή δεν υπήρχε διοικητικό συμβούλιο και επομένως, τα εκδοθέντα κατά το χρονικό αυτό διάστημα τιμολόγια (υπ' αριθμ. 7 έως 16), δεν έπρεπε να περιληφθούν στην κατηγορία και το ποσό των 18.992,75 ευρώ, κατά το οποίο φέρεται ότι υποτιμολογήθηκαν συνολικά τα τιμολόγια αυτά, πρέπει να αφαιρεθεί από το ποσό των 62.147,63 ώστε να απομείνει υπόλοιπο 43.154,88 ευρώ. Ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι και το ποσό αυτό, των 43.153,88 ευρώ, είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και, επομένως, είναι πρόσφορο για τη στοιχειοθέτηση της υπεξαίρεσης σε βαθμό κακουργήματος, ο ως άνω ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος διότι οι κατηγορούμενοι και κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα εξακολούθησαν να ασκούν εν τοις πράγμασι τη διαχείριση της περιουσίας της εταιρίας όπως αβίαστα προκύπτει από τις πραγματοποιηθείσες πωλήσεις κατά το διάστημα αυτό.
Από τα πραγματικά αυτά περιστατικά προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής των εκκαλούντων κατηγορουμένων για την αποδιδόμενη σ' αυτούς πράξη της υπεξαίρεσης από κοινού κατ' εξακολούθηση αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, που τους είχαν εμπιστευθεί λόγω της ιδιότητας τους ως διαχειριστών ξένης περιουσίας.
Επομένως, ορθά εκτιμήθηκαν και αξιολογήθηκαν τα πραγματικά περιστατικά που προκύπτουν από το αποδεικτικό υλικό, από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών, το οποίο με το εκκαλούμενο βούλευμα του ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προπαρατεθείσες διατάξεις και ορθά παρέπεμψε τους εκκαλούντες στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου (κακουργημάτων) Αθηνών.
Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών και ακολούθως απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμες τις εφέσεις των αναιρεσειόντων-κατηγορουμένων, αφενός διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμα του την επιβαλλομένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφετέρου ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1, 45, 98 παρ. 1, 2 και 375 παρ. 2 εδ. α'- 1 ΠΚ (όπως προστ. η παρ. 2 του αρ. 98 με το αρ. 14 παρ. 11 του ν. 2721/99 και αντικ. η παρ. 2 του αρ. 375 με το αρ. 1 παρ. 9 του ν. 2408/96) τις οποίες ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, αφού δεν έδωσε στις διατάξεις αυτές διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχουν και σωστά υπήγαγε σε αυτές τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την κυρία ανάκριση και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του προαναφερομένου εγκλήματος για το οποίο κρίθηκαν παραπεμπτέοι οι αναιρεσείοντες. Δεν εμφιλοχώρησε δε οποιαδήποτε αντίφαση, ασάφεια ή λογικό κενό στην αιτιολογία του βουλεύματος, ώστε να εμποδίζεται ο αναιρετικός έλεγχος ως προς την ορθή ή μη εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Ειδικότερα, αιτιολογείται πλήρως ότι οι αναιρεσείοντες είχαν, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, εν τοις πράγμασι τη διαχείριση της ανωνύμου εταιρείας με την επωνυμία "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ ΑΕ", την οποία και εκπροσωπούσαν, και ότι ενώ εισέπραξαν από τρίτους για λογαριασμό της τελευταίας συνολικά 73.614,49 ευρώ, εισήγαγαν στο ταμείο της εταιρείας αυτής μόνο 11.466,96 ευρώ, ιδιοποιηθέντες από κοινού παράνομα το υπόλοιπο ποσό, ήτοι συνολικά 62.147,53 ευρώ, που είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, στο οποίο και απέβλεπαν κατά την τέλεση κάθε μερικότερης πράξης, αφού δέχεται αιτιολογημένα ότι ενήργησαν βάσει σχεδίου, με μέθοδο και τεχνάσματα που επινόησαν και εφήρμοσαν για μακρό χρονικό διάστημα.
Επίσης αιτιολογημένα απέκρουσε το πόρισμα της λογιστικής πραγματογνωμοσύνης, καθώς και τον ισχυρισμό των αναιρεσειόντων στο κατά το επίδικο χρονικό διάστημα δεν είχαν την ιδιότητα του διαχειριστή ξένης περιουσίας. Επομένως, οι αντίθετοι λόγοι αναιρέσεως από τις διατάξεις του άρθρου 484 παρ. 1 στοιχ. β' και δ' ΚΠΔ με τους οποίους πλήττεται το προσβαλλόμενο βούλευμα για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των πιο πάνω ποινικών διατάξεων και για έλλειψη της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας είναι αβάσιμοι, οι δε λοιπές αιτιάσεις που πλήττουν την αναιρετικά ανέλεγκτη ουσιαστική κρίση του Συμβουλίου είναι απαράδεκτες.
Συνακόλουθα, οι υπό κρίση αιτήσεις αναιρέσεως πρέπει να απορριφθούν και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα στους αναιρεσείοντες. Τέλος, το αίτημα του αναιρεσείοντος Χ2 για αυτοπρόσωπη εμφάνισή του ενώπιον του Συμβουλίου σας πρέπει να απορριφθεί, αφού με πληρότητα στην αίτηση αναιρέσεως αναπτύσσει τις απόψεις του και δεν χρειάζεται να δώσει οποιαδήποτε διευκρίνιση.
Για τους λόγους αυτούς
Π ρ ο τ ε ί ν ω: Α) Να απορριφθεί το αίτημα του αναιρεσείοντος Χ2 για αυτοπρόσωπη εμφάνιση ενώπιον του Συμβουλίου σας.
Α) να απορριφθούν οι υπ' αριθμ. 54/30-3-2009 και 55/30-3-2009 αιτήσεις αναιρέσεως των κατηγορουμένων Χ2, κατοίκου ... και Χ1, κατοίκου ..., αντιστοίχως, κατά του υπ' αριθμ. 272/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα στους αναιρεσείοντες.
Αθήνα 11 Μαΐου 2009
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Γεώργιος Βλάσσης"

Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με τις κρινόμενες υπ' αρ. 54/30-3-2009 και 55/30-4-2009 αιτήσεις αναίρεσης των κατηγορουμένων Χ2 και Χ1 ζητείται η αναίρεση του υπ' αριθμ. 272/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών και επιπλέον με την πρώτη αυτών η αυτοπρόσωπη εμφάνιση του πρώτου αναιρεσείοντος ενώπιον του Συμβουλίου τούτου του Αρείου Πάγου. Οι αιτήσεις αυτές ασκήθηκαν εμπρόθεσμα και παραδεκτά και πρέπει, συνεκδικαζόμενες, να εξετασθούν περαιτέρω.
Κατά τα άρθρα 485 παρ. 1 και 309 παρ. 2 του ΚΠΔ, το Ποινικό τμήμα του Αρείου Πάγου, που συνεδριάζει με τριμελή σύνθεση ως συμβούλιο, δεν είναι υποχρεωμένο να διατάσσει, ύστερα από αίτηση του κατηγορουμένου, την αυτοπρόσωπη ενώπιον αυτού εμφάνισή του, εάν κρίνει ότι ο κατηγορούμενος έχει εκθέσει επαρκώς τους ισχυρισμούς του ως προς τις πλημμέλειες του προσβαλλόμενου με την αναίρεση βουλεύματος, ή αν οι προβαλλόμενες με την αναίρεση πλημμέλειες δεν δικαιολογούν ως εκ της φύσεώς τους αυτοπρόσωπη εμφάνιση του κατηγορουμένου, ή αν το σχετικό αίτημα υποβάλλεται εντελώς αορίστως χωρίς προσδιορισμό των σημείων του προσβαλλόμενου βουλεύματος, τα οποία, ενόψει της κρινόμενης αναίρεσης, έχουν ανάγκη προφορικής ανάπτυξης εκ μέρους του αναιρεσείοντος. Επομένως, το αίτημα του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου Χ2, που υποβάλλει με την παραπάνω κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, για εμφάνισή του ενώπιον του Συμβουλίου του, χωρίς να προσδιορίζονται σ' αυτό τα σημεία τα οποία, σε σχέση με τους λόγους αναίρεσης, θέλει να αναπτύξει αυτός προφορικά ενώπιον του Συμβουλίου, αναφέροντας για την παραδοχή του εν λόγου αιτήματός του κατά λέξη μόνο "για την παροχή διευκρινίσεων ως προς τις ιδιομορφίες των μαρμάρων και της τιμής που διαμορφώνεται με βάση τις ιδιομορφίες αυτές", είναι απορριπτέο προεχόντως ως αόριστο, ανεξαρτήτως του ότι οι αποδιδόμενες με την αναίρεση πλημμέλειες δεν έχουν ανάγκη ιδιαίτερης προφορικής ανάπτυξης. Κατά τη διάταξη του άρθρου 375 παρ. 1 ΠΚ, όποιος ιδιοποιείται παρανόμως ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα που περιήλθε στην κατοχή του με οποιονδήποτε τρόπο, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και, αντο αντικείμενο της υπεξαίρεσης είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της υπεξαίρεσης απαιτούνται τα εξής: 1) ξένο κινητό πράγμα, ολικά ή εν μέρει, τέτοιο δε θεωρείται αυτό που ανήκει σε ξένη προς τον δράστη κυριότητα, όπως αυτή διαπλάσσεται από το αστικό δίκαιο, 2) να περιήλθε αυτό με οποιονδήποτε τρόπο στο δράστη και να είναι κατά το χρόνο της πράξης στην κατοχή του, 3) παράνομη ιδιοποίηση από τον δράστη. Παράνομη είναι η ιδιοποίηση όταν γίνεται χωρίς τη συναίνεση του ιδιοκτήτη και χωρίς άλλο, παρεχόμενο από το νόμο, δικαίωμα, και 4) δολία προαίρεση του δράστη, η οποία καταδηλώνεται με οποιαδήποτε ενέργεια αυτού, που εμφανίζει εξωτερίκευση της θέλησής του να ενσωματώσει στην περιουσία του το ξένο κινητό πράγμα που ευρίσκεται στην κατοχή του, χωρίς νόμιμη δικαιολογητική αιτία.
Εξάλλου, κατά την διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 375 ΠΚ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 9 του ν. 2408/1996, αν πρόκειται για αντικείμενο (της υπεξαίρεσης) ιδιαίτερα μεγάλης αξίας που το έχουν εμπιστευθεί στον υπαίτιο λόγω ανάγκης ή λόγω της ιδιότητάς του ως εντολοδόχου, επιτρόπου ή κηδεμόνα του παθόντος ή ως μεσεγγυούχου ή διαχειριστή ξένης περιουσίας, ο υπαίτιος τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η κακουργηματική μορφή της υπεξαίρεσης προϋποθέτει πάντοτε ότι το αντικείμενό της είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και επί πλέον ότι συντρέχει μία από τις ειδικά και περιοριστικά πλέον προβλεπόμενες περιπτώσεις κατάχρησης εμπιστοσύνης, όπως και εκείνη του εντολοδόχου ή διαχειριστή ξένης περιουσίας. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, για να έχει ο υπαίτιος της υπεξαίρεσης την ιδιότητα του διαχειριστή ξένης περιουσίας πρέπει να ενεργεί διαχείριση, δηλαδή να ενεργεί όχι απλώς υλικές, αλλά νομικές πράξεις, με εξουσία αντιπροσώπευση του εντολέα, με δυνατότητα ανάπτυξης πρωτοβουλίας και λήψης αποφάσεων με κίνδυνο και ευθύνη αυτού. Την εξουσία αυτή μπορεί να έλκει είτε από το νόμο είτε από σύμβαση, πρέπει όμως το ιδιοποιούμενο απ' αυτόν παρανόμως πράγμα να περιήλθε στην κατοχή του λόγω της ιδιότητάς του αυτής. Αλλά ως διαχειριστής νοείται και ο εν τοις πράγμασι (de facto) ασκών την διαχείριση. Περαιτέρω, με το αρθ. 14 § 11 του νόμου αυτού (2721/1999) προστέθηκε δεύτερη παράγραφος στο αρθ. 98 ΠΚ, σύμφωνα με την οποία η αξία του αντικειμένου της πράξης και η περιουσιακή βλάβη ή το περιουσιακό όφελος που προκύπτουν από την κατ' εξακολούθηση τέλεση του εγκλήματος λαμβάνονται συνολικά υπ' όψη αν ο δράστης απέβλεπε με τις μερικότερες πράξεις του στο αποτέλεσμα αυτό. Στις περιπτώσεις αυτές, ο ποινικός χαρακτήρας της πράξης προσδιορίζεται με βάση τη συνολική αξία του αντικειμένου και τη συνολική περιουσιακή βλάβη ή το συνολικό περιουσιακό όφελος που, ανάλογα με το έγκλημα, επήλθε ή σκοπήθηκε. Επομένως, σε περίπτωση υπεξαίρεσης κατ' εξακολούθηση, για την κρίση σχετικά με την αξία του αντικειμένου (αν είναι ιδιαίτερα μεγάλη) και για τον ποινικό χαρακτήρα της πράξης, λαμβάνεται υπ' όψη η συνολική αξία του αντικειμένου όλων των επί μέρους πράξεων, αν ο δράστης απέβλεπε με τις μερικότερες πράξεις του στο αποτέλεσμα αυτό (Ολ. ΑΠ 5/2002 Ποιν. Χρον. ΝΒ'σ. 697).
Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 45 ΠΚ, αν δύο ή περισσότεροι τέλεσαν από κοινού αξιόποινη πράξη, καθένας τους τιμωρείται ως αυτουργός της πράξης. Με τον όρο "από κοινού" νοείται αντικειμενικά σύμπραξη στην εκτέλεση της κύριας πράξης και υποκειμενικά κοινός δόλος, δηλαδή ότι κάθε συμμέτοχος θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί πράττουν με δόλο τέλεσης του ιδίου εγκλήματος. Η σύμπραξη στην εκτέλεση της κύριας πράξης μπορεί να συνίσταται ή στο ότι ο καθένας πραγματώνει την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος ή στο ότι το έγκλημα πραγματώνεται με συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις των συμμετόχων, ταυτόχρονες ή διαδοχικές. Ειδικότερα, επί υπεξαίρεσης υπάρχει συναυτουργία αν το υλικό αντικείμενο της πράξης περιέχεται στη συγκατοχή των πλειόνων δραστών, οι οποίοι ενεργούν από κοινού λόγω της μεταξύ τους ιδιαίτερης σχέσης και των ειδικών στη συγκεκριμένη περίπτωση συνθηκών.
Περαιτέρω, το παραπεμπτικό βούλευμα έχει την επιβαλλόμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος, και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον προβλεπόμενο από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. δ του ίδιου Κώδικα λόγο αναίρεσης, όταν αναφέρονται σ' αυτό με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση (κυρία ή προανάκριση) για τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι σκέψεις με τις οποίες το Συμβούλιο υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη και έκρινε, ότι προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις για την πραγμάτωση του εγκλήματος και την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Τέλος, υπάρχει εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης, όταν το Συμβούλιο αποδίδει σ' αυτή έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται, όταν το Συμβούλιο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δ' εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, που αποτελεί λόγο αναίρεσης κατ' άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β του ΚΠΔ, υπάρχει και όταν η παραβίαση αυτής γίνεται εκ πλαγίου, δηλαδή όταν δεν αναφέρονται στο βούλευμα κατά τρόπο σαφή, πλήρη και χωρίς λογικά κενά τα προκύψαντα πραγματικά γεγονότα ή κατά την έκθεση αυτήν υπάρχει αντίφαση είτε στην ίδια την αιτιολογία, είτε μεταξύ αυτής και του διατακτικού, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος, ο έλεγχος για την ορθή ή μη εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διάταξης, οπότε το βούλευμα δεν έχει νόμιμη βάση. Το συμβούλιο, εξάλλου, οφείλει να λάβει υπόψη και να αξιολογήσει το σύνολο των αποδεικτικών στοιχείων που συγκομίσθηκαν και υπερβαίνει γι' αυτό (αρνητικά) την εξουσία που του παρέχουν τα άρθρα 309, 310 και 313 ΚΠΔ, αν περιορισθεί στον έλεγχο και την αξιολόγηση μόνο των στοιχείων που ενισχύουν τις ενδείξεις ή μόνον εκείνων που τις αποδυναμώνουν. Εάν, όμως, κατά την έρευνα και αξιολόγηση των αποδεικτικών στοιχείων, δεχθεί το συμβούλιο ως αληθινά ή όχι τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αποδιδομένου στον κατηγορούμενο εγκλήματος, δεν υπερβαίνει την εξουσία του, εφόσον οι σχετικές παραδοχές στηρίζουν την κρίση του για την ύπαρξη ή ανυπαρξία σοβαρών ενδείξεων (Ολ. ΑΠ 9/2001).
Στην προκειμένη περίπτωση, το προσβαλλόμενο υπ' αριθμ. 272/2009 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, απέρριψε ως κατ' ουσίαν αβάσιμες τις υπ' αριθμ. 468/6-10-2008 και 469/6-10-2008 εφέσεις των αναιρεσειόντων Χ1, κατοίκου ..., και Χ2, κατοίκου ..., κατά του υπ' αριθμ. 2426/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το οποίο έχουν παραπεμφθεί αυτοί στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου (Κακουργημάτων) Αθηνών για να δικασθούν ως υπαίτιοι για την αξιόποινη πράξη της υπεξαίρεσης από κοινού και κατ' εξακολούθηση αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, το οποίο τους είχαν εμπιστευθεί λόγω της ιδιότητάς τους ως διαχειριστών ξένης περιουσίας, που φέρεται ότι τελέσθηκε από αυτούς στο ..., κατά το χρονικό διάστημα από 9-1-2003 έως 2-4-2003. Ειδικότερα, το προσβαλλόμενο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών δέχθηκε, με καθολική αναφορά στην πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών, ότι προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Με το υπ' αριθμ. ... συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αθηνών Ζωής Καραβάλου-Οικονόμου συνεστήθη η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν ΜΑΛΤΕΖΟΣ ΑΕ", με έδρα το ... και με κύριο αντικείμενο την αγορά, επεξεργασία και εμπορία μαρμάρων. Μέτοχοι της εταιρίας ήταν ο ΑΑ, κατά ποσοστό 55% (κατείχε 11.000 μετοχές) και ο μηνυτής Ψ, αδελφός της συζύγου του πρώτου, κατά ποσοστό 45% (κατείχε 9.000 μετοχές). Με την από 25.6.2001 απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων της εταιρίας και το από 26-6-2001 πρακτικό του διοικητικού συμβουλίου (Δ.Σ.) αυτής, που καταχωρήθηκαν στο μητρώο ανωνύμων εταιριών της Νομαρχίας Αθηνών και δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ τ. Α.Ε. και Ε.Π.Ε. 10403/22-11-2001), εκλέχθηκαν ως μέλη του Δ.Σ. της εταιρίας αυτής α) ο ΑΑ, διευθύνων σύμβουλος, β) η Χ1, μέλος του Δ.Σ. και γ) ο Χ2, πρόεδρος του Δ.Σ. της εταιρίας. Η θητεία του προαναφερόμενου Δ.Σ. της εταιρίας αυτής ορίσθηκε για το μέχρι την 30-6-2006 χρονικό διάστημα. Επίσης, με τις προαναφερόμενες αποφάσεις της Γ.Σ. και του Δ.Σ. της πιο πάνω εταιρίας ανατέθηκε στον Χ2 η ενάσκηση όλων των αρμοδιοτήτων του Δ.Σ. της εταιρίας και παράλληλα προβλέφθηκε ότι αυτός θα εκπροσωπεί την εταιρία αυτή δικαστικά και εξώδικα χωρίς κανένα περιορισμό. Την 8-2-2003, απεβίωσε ο ΑΑ. Ακολούθως, συγκλήθηκε εκ νέου η γενική συνέλευση των μετόχων της εταιρίας, την 31-3-2003, και αποφάσισε την εκλογή νέου Δ.Σ. αποτελούμενου από τους εκκαλούντες κατηγορουμένους Χ2 και Χ1 καθώς και τη μητέρα τους ΒΒ, η θητεία του οποίου ορίστηκε για το μέχρι την 30-6-2008 χρονικό διάστημα. Επίσης, με το από 1-4-2003 πρακτικό του Δ.Σ. ο Χ2 ορίστηκε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, η ΒΒ ορίσθηκε αντιπρόεδρος και η Χ1 ορίσθηκε μέλος του Δ.Σ. της εταιρίας και συνδιευθύνουσα σύμβουλος, ενώ, παράλληλα, ανατέθηκε στους Χ2 και Χ1 η ενάσκηση όλων των αρμοδιοτήτων του Δ.Σ. της εταιρίας και προβλέφθηκε ότι αυτοί θα εκπροσωπούν την εταιρία δικαστικά και εξώδικα χωρίς κανένα περιορισμό, είτε από κοινού είτε χωριστά ο καθένας. Η προαναφερόμενη από 31-3-2003 απόφαση της Γ.Σ. και το από 1-4-2003 πρακτικό του Δ.Σ. της εταιρίας αυτής καταχωρήθηκαν στο μητρώο ανωνύμων εταιριών της Νομαρχίας Αθηνών την 8-7-2003 και δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ τ. Α.Ε. και Ε.Π.Ε. 7.297/11-7-2003). Ήδη όμως μεταξύ των ως άνω κληρονόμων του ΑΑ και του μηνυτή ανέκυψαν διαφορές και προστριβές, οι οποίες εξελίχθηκαν σε αντιδικία. Για τις ανάγκες της εμπορικής της δραστηριότητας η ως άνω ανώνυμη εταιρία διατηρούσε κατάστημα στο ..., επί της οδού ..., αριθ. ..., στο οποίο είχε αποθηκευμένα τα μάρμαρα και δεχόταν τις παραγγελίες των πελατών της. Κατά το χρονικό διάστημα από 9-1-2003 έως 2-4-2003, οι εκκαλούντες κατηγορούμενοι πώλησαν σε διάφορους πελάτες της εταιρίας ποσότητες μαρμάρων και εισέπραξαν το τίμημα, χωρίς όμως να αναγραφεί στα σχετικά παραστατικά (τιμολόγια - αποδείξεις) της εταιρίας το πράγματι εισπραχθέν τίμημα, αλλά διαφορετικό και μάλιστα πολύ μικρότερο από το πραγματικό. Στο ταμείο δε της εταιρίας εισήχθη μόνο το μέρος εκείνο του τιμήματος που ανεγράφη στα παραστατικά αυτά, ενώ το υπόλοιπο παρακρατήθηκε από τους εκκαλούντες Χ2 και Χ1, οι οποίοι το ιδιοποιήθηκαν παρανόμως. Πρέπει εδώ να σημειωθεί, ότι τις διαπραγματεύσεις με τους πελάτες της εταιρίας αυτής για τον καθορισμό του τιμήματος, τον τρόπο και τον χρόνο πληρωμής αυτού, διεξήγαγε ο εκ των κατηγορουμένων Χ2, ο οποίος κατέγραψε λεπτομερώς τις πωλήσεις αυτές και τις επί μέρους πραγματικές συμφωνίες για το τίμημα και τους όρους καταβολής του, σε ανεπίσημες χειρόγραφες σημειώσεις που έχουν επισυναφθεί στη δικογραφία και η γνησιότητά τους ουδέποτε αμφισβητήθηκε από τους κατηγορουμένους. Σημειώνεται εξάλλου, ότι ο Χ2 ήταν καθ' όλο το επίδικο χρονικό διάστημα πρόεδρος του Δ.Σ. της εταιρίας, με δικαίωμα δικαστικής και εξωδικαστικής εκπροσώπησής της. Παράλληλα και η Χ1, η οποία μέχρι την 31-3-2003 ήταν μέλος του Δ.Σ. της εταιρίας αυτής και στη συνέχεια συνδιευθύνουσα σύμβουλος με δικαίωμα δικαστικής και εξωδικαστικής εκπροσώπησης της εταιρίας, συμμετείχε στη διαχείριση των οικονομικών της εταιρίας αυτής, γνώριζε τις συναλλαγές της με τους τρίτους-πελάτες, ενώ παράλληλα ελάμβανε γνώση και υπέγραφε τις ετήσιες οικονομικές της καταστάσεις. Ειδικότερα, κατά το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, έλαβαν χώρα και οι ακόλουθες πωλήσεις μαρμάρων προς τρίτους, πελάτες της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν.ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.": 1) Την 9-1-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 451,70 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... τιμολόγιο - δελτίο αποστολής της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν.ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στο οποίο όμως αναγράφηκε ως τίμημα το ποσό των 22,57 ευρώ. Για την πώληση αυτή, οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έλαβαν χώρα την 30-12-2002, οπότε ο ... έδωσε ως προκαταβολή το ποσό των 100,00 ευρώ. Τα μάρμαρα αυτά παραδόθηκαν στον αγοραστή την 9-1-2003, ήτοι λίγες μόνον ημέρες μετά την αρχική συμφωνία, αφού ο χρόνος που μεσολάβησε ήταν ο αναγκαίος για την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που ζήτησε ο αγοραστής. 2) Την 14-1-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 58,26 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... τιμολόγιο της ως άνω εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν.ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στο οποίο όμως αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 4,27 ευρώ. 3)Την 20-1-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 755,40 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... δελτίο αποστολής - λιανικής πώλησης της ως άνω εταιρίας, στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 43,60 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έλαβαν χώρα την 8-1-2003, οπότε ο ... έδωσε ως προκαταβολή στην εταιρία το ποσό των 50,00 ευρώ. Τα μάρμαρα αυτά παραδόθηκαν στον αγοραστή την 20-1-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που ζήτησε ο πιο πάνω αγοραστής. 4) Την 30-1-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 477,94 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... τιμολόγιο-δελτίο αποστολής της ως άνω εταιρίας, στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα το ποσό των 17,96 ευρώ. 5) Την 3-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην εταιρία "... Ο.Ε." ποσότητα μαρμάρου, αξίας 18.946,01 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκαν τα υπ' αριθμ. ... και ... τιμολόγια της ως άνω εταιρίας, στα οποία αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 5.195,16 ευρώ. 6) Την 5-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 27.762,83 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκαν οι υπ' αριθμ. ... και ... αποδείξεις λιανικής πώλησης της ως άνω εταιρίας, στις οποίες αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το συνολικό ποσό των 1.297,70 ευρώ. 7) Την 18-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην εταιρία "ΑΦΟΙ ... Ο.Ε." ποσότητα μαρμάρου, αξίας 331,15 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... τιμολόγιο της ως άνω εταιρίας, στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 15,28 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έγιναν την 29-1-2003. Τα μάρμαρα αυτά παραδόθηκαν στον αγοραστή την 18-2-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που αυτός ζήτησε. 8) Την 18-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην εταιρία "...-... Ο.Ε." ποσότητα μαρμάρου, πραγματικής αξίας 5.477,63 ευρώ, ποσόν το οποίο πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκαν τα υπ' αριθμ. ... και ... τιμολόγια της ως άνω εταιρίας, στα οποία αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 1.316,93 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έγιναν την 25-1-2003, οπότε η αγοράστρια εταιρία έδωσε ως προκαταβολή το ήμισυ του συμφωνηθέντος τιμήματος. Τα πωληθέντα μάρμαρα παραδόθηκαν την 18-2-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που ζήτησε η αγοράστρια εταιρία. 9) Την 18-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 450,68 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... δελτίο αποστολής - απόδειξης της ανωτέρω εταιρίας, στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 12,88 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έγιναν την 11-2-2003, οπότε η ... έδωσε ως προκαταβολή το ποσό των 100,00 ευρώ. Τα πωληθέντα μάρμαρα παραδόθηκαν την 18-2-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που ζήτησε η αγοράστρια. 10) Την 24-2-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 1.471,35 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... δελτίο αποστολής - απόδειξη λιανικής πώλησης της ως άνω εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 685,74 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έγιναν την 30-1-2003, οπότε ο ... έδωσε ως προκαταβολή το ποσό των 300,00 ευρώ. Τα μάρμαρα αυτά παραδόθηκαν την 24-2-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που ζήτησε ο αγοραστής. 11) Την 4-3-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην εταιρία "... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε." ποσότητα μαρμάρου, αξίας 468,77 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... τιμολόγιο της ως άνω εταιρίας, στο οποίο όμως αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 84,15 ευρώ. 12) Την 18-3-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην εταιρία "... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε." ποσότητα μαρμάρου, αξίας 435,55 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... τιμολόγιο της ως άνω εταιρίας, στο οποίο όμως αναγράφηκε ως τίμημα το ποσό των 24,89 ευρώ. 13) Την 20-3-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 532,66 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε το υπ' αριθμ. ... δελτίο αποστολής της ανωτέρω εταιρίας, στο οποίο αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 61,43 ευρώ. 14) Στις 24-3-2003 και 1-4-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 7.144,33 ευρώ, η οποία πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκαν οι υπ' αριθμ. ... και ... αποδείξεις λιανικής πώλησης της ανωτέρω εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ - ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στις οποίες αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το συνολικό ποσό των 1.080,70 ευρώ. 15) Την 27-3-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 5.228,97 ευρώ, ποσό το οποίο πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκαν οι υπ' αριθμ. ... και ... αποδείξεις λιανικής πώλησης της ανωτέρω εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στις οποίες αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 195,83 ευρώ. 16) Την 29-3-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στην ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 2.419,76 ευρώ, ποσό το οποίο πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε σχετικά η υπ' αριθμ. ... απόδειξη λιανικής πώλησης της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ - ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", στην οποία αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 990,27 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έλαβαν χώρα λίγες ημέρες πριν την παράδοση των επιδίκων μαρμάρων, οπότε η η ... έδωσε ως προκαταβολή το ποσό των 800,00 ευρώ. 17) Την 2-4-2003 πωλήθηκε και παραδόθηκε στον ... ποσότητα μαρμάρου, αξίας 1.201,50 ευρώ, ποσόν το οποίο πράγματι καταβλήθηκε και εκδόθηκε η υπ' αριθμ. ... απόδειξη λιανικής πώλησης της ανωτέρω εταιρίας, στην οποία αναγράφηκε ως τίμημα πώλησης το ποσό των 417,60 ευρώ. Για την πώληση αυτή οι σχετικές διαπραγματεύσεις και η τελική συμφωνία ως προς το τίμημα έλαβαν χώρα την 28-3-2003. Τα μάρμαρα αυτά παραδόθηκαν στον αγοραστή την 2-4-2003, μετά την κατάλληλη επεξεργασία και κοπή τους στο σχέδιο και τα μέτρα που αυτός ζήτησε. Έτσι, κατά τα προαναφερόμενα, το τίμημα το οποίο οι εκκαλούντες κατηγορούμενοι Χ2 και Χ1 εισέπραξαν για λογαριασμό της εκπροσωπούμενης από αυτούς εταιρίας με την επωνυμία "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε." από τις πιο πάνω πωλήσεις μαρμάρων, ανήλθε συνολικά στο ποσό των 73.614,49 ευρώ. Πλην, όμως, από το συνολικό αυτό ποσό μόνο ένα μικρό μέρος, ανερχόμενο σε 11.466,96 ευρώ, εισήγαγαν στο ταμείο της εταιρίας αυτής και το υπόλοιπο ποσό, ήτοι συνολικά (73.614,49 - 11.466,96) = 62.147,53 ευρώ, το παρακράτησαν ενσωματώνοντάς το στην ατομική τους περιουσία, χωρίς να έχουν σχετικό δικαίωμα και έτσι το ιδιοποιήθηκαν παράνομα. Στις ανεπίσημες σημειώσεις που κρατούσε ο Χ2 καταγράφονται όλα τα σχετικά με τις επίδικες πωλήσεις στοιχεία, όπως τα ακριβή μέτρα, οι διαστάσεις, το σχήμα, η ποιότητα του πωλουμένου μαρμάρου, ο χρόνος παράδοσης και το ύψος του τιμήματος, καθώς και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ο χρόνος και ο τρόπος εξόφλησης του τιμήματος. Επίσης, στις χειρόγραφες αυτές σημειώσεις ο Χ2 κατέγραψε και κάθε μεταβολή της αρχικής παραγγελίας των πελατών-αγοραστών ως προς τις διαστάσεις ή την ποιότητα των μαρμάρων. Πλην όμως, στις υπό κρίση περιπτώσεις, καμία εγγραφή δεν υπάρχει, από την οποία να προκύπτει ότι η αρχική παραγγελία των πιο πάνω πελατών της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ - ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε." τροποποιήθηκε στη συνέχεια. Επίσης, πρέπει να επισημανθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις η προκαταβολή που οι πελάτες έδωσαν για την αγορά των επιδίκων μαρμάρων υπερβαίνει κατά πολύ το αναγραφόμενο στα αντίστοιχα τιμολόγια και αποδείξεις τίμημα της πώλησης, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε. Περαιτέρω, προέκυψε ότι οι εκκαλούντες κατηγορούμενοι απέβλεπαν κατά την τέλεση κάθε επιμέρους πράξης στο συνολικό ποσό της επίδικης υπεξαίρεσης, το οποίο είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, δεδομένου ότι ενήργησαν βάσει σχεδίου, με μέθοδο και τεχνάσματα που επινόησαν και εφήρμοσαν για μακρό χρονικό διάστημα. Ο ισχυρισμός των εκκαλούντων κατηγορουμένων ότι η διαφορά μεταξύ των ιδιόχειρων εγγραφών του Χ2 και των τιμολογίων και αποδείξεων οφείλεται είτε σε εκπτώσεις που έγιναν από την πωλήτρια εταιρία είτε σε υπαναχώρηση των αγοραστών δεν κρίνεται βάσιμος. Και τούτο διότι η διαφορά στην τιμή πραγματικής πώλησης και στην αναγραφόμενη στα πιο πάνω τιμολόγια και αποδείξεις δεν οφείλεσαι σε εκπτώσεις, αλλά στο ότι στα τιμολόγια και στις αποδείξεις εμφανιζόταν να έχει πωληθεί η ίδια μεν ποσότητα μαρμάρων, αλλά, δήθεν, διαφορετική και πολύ φθηνότερη ποιότητα. Εξάλλου, η τιμή που αναγράφεται στα τιμολόγια είναι η τιμή που προβλέπεται στον τιμοκατάλογο της πωλήτριας εταιρίας και επομένως δεν μπορεί να γίνει λόγος περί εκπτώσεων. Αλλά και ο ισχυρισμός των κατηγορουμένων ότι στις επίδικες περιπτώσεις οι αγοραστές υπαναχώρησαν από την αρχική τους παραγγελία και τελικά ζήτησαν διαφορετική (πολύ φθηνότερη) ποιότητα μαρμάρων είναι αβάσιμος, αφού η συνολική τιμή των πωληθέντων μαρμάρων ήταν γνωστή στους αγοραστές ήδη από το χρόνο της παραγγελίας και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις είχε δοθεί από τους αγοραστές προκαταβολή έναντι του συνολικού τιμήματος, η οποία, σε ορισμένες περιπτώσεις, υπερέβαινε το αναγραφόμενο στα τιμολόγια και στις αποδείξεις τίμημα. Το πιο πάνω συμπέρασμα δεν ανατρέπεται ούτε από τις καταθέσεις ορισμένων από τους αγοραστές των μαρμάρων, δεδομένου ότι οι μάρτυρες αυτοί δεν ανέφεραν καθόλου την ύπαρξη αρχικής συμφωνίας για μεγαλύτερο τίμημα και τον λόγο που τους οδήγησε στην παραλαβή διαφορετικής ποιότητας μαρμάρων, ούτε τι απέγινε η μεγαλύτερη προκαταβολή που είχαν ήδη καταβάλει σε ορισμένες περιπτώσεις. Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται ούτε από το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η διενεργηθείσα κατά την κυρία ανάκριση πραγματογνω-μοσύνη, ότι δηλαδή δεν προέκυψε υποτιμολόγηση για το έτος 2003, δεδομένου ότι οι πραγματογνώμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα αυτό ελέγχοντας αποκλειστικά τις λογιστικές εγγραφές στα βιβλία της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", χωρίς να λάβουν υπόψη τις ανεπίσημες λεπτομερείς σημειώσεις του Χ2 και θεωρώντας αληθή την ποιότητα που αναγράφηκε στα παραστατικά ότι πωλήθηκε. Τέλος, στις εκθέσεις των εφέσεών τους, οι κατηγορούμενοι ισχυρίζονται ότι κατά το χρονικό διάστημα από τον θάνατο του ΑΑ, την 8-2-2003, μέχρι την 31-3-2003, οπότε εκλέχθηκε νέο διοικητικό συμβούλιο, δεν είχαν την ιδιότητα του διαχειριστή ξένης περιουσίας, επειδή δεν υπήρχε διοικητικό συμβούλιο και επομένως, τα εκδοθέντα κατά το χρονικό αυτό διάστημα τιμολόγια (υπ' αριθμ. 7 έως 16), δεν έπρεπε να περιληφθούν στην κατηγορία και το ποσό των 18.992,75 ευρώ, κατά το οποίο φέρεται ότι υποτιμολογήθηκαν συνολικά τα τιμολόγια αυτά, πρέπει να αφαιρεθεί από το ποσό των 62.147, 63 ώστε να απομείνει υπόλοιπο 43.154,88 ευρώ. Ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι και το ποσό αυτό, των 43.153,88 ευρώ, είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και, επομένως, είναι πρόσφορο για την στοιχειοθέτηση της υπεξαίρεσης σε βαθμό κακουργήματος, ο ως άνω ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι οι κατηγορούμενοι και κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα εξακολούθησαν να ασκούν εν τοις πράγμασι την διαχείριση της περιουσίας της εταιρίας, όπως αβίαστα προκύπτει από τις πραγματοποιηθείσες πωλήσεις κατά το διάστημα αυτό. Από τα πραγματικά αυτά περιστατικά προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής των εκκαλούντων κατηγορουμένων για την αποδιδόμενη σ' αυτούς πράξη της υπεξαίρεσης από κοινού κατ' εξακολούθηση αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, που τους είχαν εμπιστευθεί λόγω της ιδιότητάς τους ως διαχειριστών ξένης περιουσίας. Επομένως, ορθά εκτιμήθηκαν και αξιολογήθηκαν τα πραγματικά περιστατικά που προκύπτουν από το αποδεικτικό υλικό, από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών, το οποίο με το εκκαλούμενο βούλευμά του ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις προπαρατεθείσες διατάξεις και ορθά παρέπεμψε τους εκκαλούντες στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου (Κακουργημάτων) Αθηνών".
Με βάση τις παραδοχές και τις σκέψεις αυτές το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με αναφορά του στην αντίστοιχη εμπεριστατωμένη πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, με το προσβαλλόμενο βούλευμα έκρινε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για παραπομπή των αναιρεσειόντων-κατηγορουμένων στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, προκειμένου να δικασθούν ως υπαίτιοι της αποδιδόμενης σ' αυτούς αξιόποινης πράξης της κακουργηματικής υπεξαίρεσης. Ακολούθως, το ως άνω Συμβούλιο απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμες τις εφέσεις των αναιρεσειόντων κατά του πρωτόδικου υπ' αριθμ. 2426/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το οποίο έχουν παραπεμφθεί στο ακροατήριο του προαναφερομένου Δικαστηρίου για να δικασθούν για την ως άνω αξιόποινη πράξη. Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία για το προαναφερθέν έγκλημα της κακουργηματικής υπεξαίρεσης, αφού εκτίθενται σ' αυτά με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογική κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση και από τα οποία συνήγαγε την αναιρετικά ανέλεγκτη ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων κρίση του για την συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του ως άνω εγκλήματος, μνημονεύει δε τα αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και πείστηκε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή των αναιρεσειόντων στο ακροατήριο, παραθέτει δε, τέλος, τις σκέψεις και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους υπήγαγε τα ανωτέρω περιστατικά στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1 α, 27 παρ. 1, 45, 98 παρ. 1 και 2 και 375 παρ. 1 και 2 εδ. α του ΠΚ (όπως η παρ. 2 του άρθρου 98 προστέθηκε με το άρθρο 14 παρ. 11 του ν. 2721/1999 και αντικαταστάθηκε η παρ. 2 του άρθρου 375 με το άρθρο 1 παρ. 9 του ν. 2408/1996), τις οποίες στη συγκεκριμένη περίπτωση ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσεις είτε ευθέως είτε εκ πλαγίου, χωρίς να στερήσει έτσι το βούλευμα από νόμιμη βάση και χωρίς να υπερβεί την εξουσία του. Ειδικότερα, το προσβαλλόμενο βούλευμα με τις πιο πάνω παραδοχές του διέλαβε ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και ως προς τη συνδρομή στο πρόσωπο των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων των περιστάσεων εκείνων της σε βαθμό κακουργήματος τέλεσης της προαναφερθείσας αξιόποινης πράξης της υπεξαίρεσης κατ' εξακολούθηση και κατά συναυτουργία που τους αποδίδεται. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας δεν υπήρχε ανάγκη να διαλάβει το βούλευμα ειδικότερα αναφορές για το τι προέκυψε χωριστά από το καθένα αποδεικτικό μέσο και να προβεί σε αξιολογική συσχέτιση μεταξύ τους, αρκούντος του γεγονότος ότι αναφέρονται γενικώς κατ' είδος τους όλα τα αποδεικτικά μέσα (καταθέσεις μαρτύρων, έκθεση λογιστικής πραγματογνωμοσύνης, έκθεση τεχνικού συμβούλου, λοιπά έγγραφα, χωρίς όμως εξέταση και αιτιολογίες των κατηγορουμένων). Πλέον συγκεκριμένα το Συμβούλιο Εφετών στο προσβαλλόμενο βούλευμα, με αναφορά του στην Εισαγγελική πρόταση, ορθά εφήρμοσε το νόμο περί της τέλεσης του εγκλήματος της υπεξαίρεσης από τους αναιρεσείοντες σε βαθμό κακουργήματος, ενόψει της μεγάλης αξίας του αντικειμένου που φέρονται ότι υπεξαίρεσαν (ακόμη και στην εκδοχή ότι αυτό είναι ύψους 43.153,88 ευρώ), με την υποτιμολόγηση των τιμολογιών της εταιρίας με την επωνυμία "ΜΑΡΜΑΡΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ Ν. ΜΑΛΤΕΖΟΣ Α.Ε.", και την ιδιοποίηση των ποσών που εισέπραξαν πλέον των αναγραφομένων σ' αυτά, όντας αμφότεροι οι αναιρεσείοντες, καθ' όλο το χρονικό διάστημα από 9-1-2003 έως 2-4-2003 ουσιαστικά διαχειριστές ξένης περιουσίας (της ως άνω εταιρίας) και έλαβε υπόψη του για τον σχηματισμό της κρίσης του ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για παραπομπή αμφοτέρων των κατηγορουμένων στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου, την ιδιαίτερα μνημονευόμενη λογιστική πραγματογνωμοσύνη που είχε νόμιμα διαταχθεί και διενεργηθεί, συνεκτιμώντας και συναξιολογώντας την με τα άλλα αποδεικτικά μέσα (βλ. αρχή 22ης σελίδας πληττομένου βουλεύματος). Επομένως, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β και δ λόγοι αναίρεσης κατά του προσβαλλόμενου βουλεύματος, οι δε λοιπές αιτιάσεις αμφοτέρων των αναιρεσειόντων (με όμοιο περιεχόμενο), με τις οποίες πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Συμβουλίου Εφετών, είναι απορριπτέες ως απαράδεκτες. Μετά από αυτά και επειδή δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναίρεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθούν αμφότερες οι κρινόμενες αιτήσεις αναίρεσης στο σύνολό τους και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει τις από 30 Μαρτίου 2009 δύο αιτήσεις του Χ2, κατοίκου ... και της Χ1, κατοίκου ..., για αναίρεση του υπ' αριθμ. 272/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και

Καταδικάζει καθένα των ως άνω αναιρεσειόντων στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 18 Νοεμβρίου 2009. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 20 Νοεμβρίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή