Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 762 / 2009    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Βούλευμα παραπεμπτικό, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Πλαστογραφία, Αυτοπρόσωπη εμφάνιση.




Περίληψη:
Πλαστογραφία με χρήση. Διάκριση μεταξύ κατάρτισης και νόθευσης εγγράφου. Απορρίπτεται ως αβάσιμος ο λόγος αναίρεσης για εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 216 παρ. 1. Απορρίπτεται κατ’ ουσία το αίτημα για αυτοπρόσωπη εμφάνιση του κατηγορουμένου.




Αριθμός 762/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα - Εισηγήτρια και Ανδρέα Τσόλια, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 27 Ιανουαρίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ......, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 835/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και ο αναιρεσείων -κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 18.6.2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1119/2008.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Μιλτιάδης Ανδρειωτέλλης εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρότασή του με αριθμό 441/22.9.2008, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Εισάγω, κατ' άρθρ. 485 παρ. 1 ΚΠΔ, με τη σχετική δικογραφία, την υπ' αριθμ. 117/18-6-2008 αίτηση αναίρεσης του Χ, κατοίκου ......, οδός ......, ......, κατά του υπ' αρ. 835/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με το οποίο απορρίφθηκαν κατ' ουσίαν (α) η με αριθμ. 668/2007 έφεση του Χ, κατά του υπ' αρ. 3382/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το οποίο παραπέμφθηκε αυτός στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, να δικασθεί για πλαστογραφία με χρήση κατ' εξακολούθηση, από υπαίτιο που διαπράττει πλαστογραφίες κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, με συνολικό όφελος και συνολική ζημία άνω των 15.000 ευρώ (άρ. 13, 14-18, 26 παρ. 1,27 § 1, 98, 216 § 1,3β' ΠΚ ως ισχύουν) και (β) το αίτημα του ανωτέρω για αυτοπρόσωπη εμφάνισή του ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, για παροχή διευκρινήσεων. Η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομοτύπως, παραδεκτώς και εμπροθέσμως (βλ. τα από 9/6/2008 αποδεικτικά επίδοσης του προσβαλλομένου βουλεύματος στον κατηγορούμενο και τον αντίκλητο δικηγόρο του Βασίλειο Πασσάλη) από πρόσωπο δικαιούμενο προς τούτο και κατά βουλεύματος υποκειμένου σε αναίρεση (άρθρ. 473, 474, 482 παρ. 1, 3) με την από 18/6/2008 δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του Βασ. Πασσάλη (δυνάμει της από 17/6/2008 εξουσιοδοτήσεως) στον αρμόδιο Γραμματέα του Εφετείου Αθηνών, συνταχθείσης της υπ' αρ. 117/18-6-2008 έκθεσης αναίρεσης και συνεπώς είναι τυπικά δεκτή. Ως λόγοι αναίρεσης προβάλλονται (α) η εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διάταξης που εφαρμόστηκε στο βούλευμα και (β) έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (αρ. 93 παρ. 3 Συντ., 139, 484 παρ. 1β'-δ' ΚΠΔ).
Επειδή ο Άρειος Πάγος δεν είναι τρίτου βαθμού ουσιαστικής δικαιοδοσίας δικαστήριο αλλά ακυρωτικό τοιούτο και γι' αυτό ελέγχει μόνο τη νομική ορθότητα του προσβαλλόμενου βουλεύματος (ή απόφασης) και με βάση τους προβαλλόμενους λόγους αναίρεσης, μη δυνάμενος να εισέλθει στην εκτίμηση και διαπίστωση των πορισμάτων της ανάκρισης, τουτέστι, πραγματικών περιστατικών περί των οποίων κρίνει κυριαρχικώς το συμβούλιο (βλ. Μπουρόπουλο Ερμ. Κ.Ποιν.Δ. τομ. β σελ. 95, ΑΠ 990/80, ΑΠ 88/82 κ.ά.).
Ο Άρειος Πάγος ελέγχει τα εκτιθέμενα στα πρακτικά και στην απόφαση αναφερόμενα (βλ. ΑΠ 580/79) και τα οποία θεωρεί ως γενόμενα. Γι' αυτό και λόγος αναιρέσεως που στηρίζεται σε πραγματικά περιστατικά που δεν γίνονται δεκτά από το προσβαλλόμενο βούλευμα είναι απαράδεκτος γιατί στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση (βλ. και ΑΠ 1349/2002, ΑΠ 2231/2002 Ζησιάδη, Ποινική Δικονομία Γ (1977) σελ. 289 κ.α.). Έτσι και λόγος αναίρεσης που αναφέρεται σε εκτίμηση πραγματικών περιστατικών, σε εσφαλμένη εκτίμηση αποδεικτικών μέσων είναι απαράδεκτος (βλ. ΑΠ 1918/2001, ΑΠ 1999/2002, ΑΠ 956/2003, ΑΠ 859/2001, ΑΠ 1880/2005, ΑΠ 2405/2003, ΑΠ 111/2004, ΑΠ 1449/2000, ΑΠ 635/2001 κ.ά.).
Δεν δύναται ο Άρειος Πάγος να ελέγξει αν το συμβούλιο εκτίμησε ορθά ή όχι τα πράγματα, αν εκ της ανακρίσεως προέκυψαν και άλλα πραγματικά περιστατικά τα οποία δεν δέχθηκε (βλ. ΑΠ 86/82, ΑΠ 85/82, ΑΠ 1663/84 κ.ά.) κλπ. Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα αρκεί η μνεία του είδους τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ) και δεν απαιτείται ειδική αναφορά καθενός από αυτά και τι συνήγαγε από το καθένα (βλ. ΑΠ 67/2006, ΑΠ 2170/2003, ΑΠ 111/2004, ΑΠ 86/2004, ΑΠ 1753/2002 κ.ά.) - πράγμα και που πρακτικά δεν είναι δυνατό- ούτε απαιτείται αξιολογική συσχέτιση μεταξύ τους (βλ. ΑΠ 1/2005 ολ, ΑΠ 159/2003, ΑΠ 1128/2002 κ.ά.) πράγμα που όντως γίνεται πρακτικά για να βγει το αποτέλεσμα. 'Οταν δε εξαίρονται ορισμένα ή ορισμένο από τα αναφερόμενα κατά το είδος τους αποδεικτικά μέσα αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα αποδεικτικά μέσα, ούτε απαιτείται να αιτιολογείται γιατί δεν εξαίρονται και τα άλλα (βλ. ΑΠ 570/2006 κ.ά.).
Έτσι το παραπεμπτικό βούλευμα έχει την απαιτουμένη από το άρθρο 93 § 3 Συντ. και 139 Κ.Ποιν.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία όταν εκθέτει με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση και θεμελιώνουν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος που αποδίδεται στον κατηγορούμενο και για το οποίο παραπέμφθηκε στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου, τα αποδεικτικά μέσα (αποδείξεις) από τα οποία προέκυψαν τα άνω δεκτά γενόμενα πραγματικά περιστατικά και τους συλλογισμούς-σκέψεις με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη και ότι προέκυψαν αποχρώσες (επαρκείς) ενδείξεις ενοχής για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο (βλ. ΑΠ 1459/2004, ΑΠ 861/2004, ΑΠ 234/2003, ΑΠ 272/2002, ΑΠ 570/2006, ΑΠ 2413/2005, ΑΠ 93/2006, ΑΠ 1269/2006 κ.ά.), όταν τουτέστιν καθίσταται δυνατόν να ελεγχθεί πόθεν και πως ήχθη ο δικαστής στο εξαχθέν συμπέρασμα. Βέβαια ελέγχει ο Άρειος Πάγος αν τα δεκτά γενόμενα πραγματικά περιστατικά, και όπως αυτά εκτίθενται, αντίκεινται στους κανόνες της κοινής λογικής, διότι άλλως το εξαχθέν συμπέρασμα θα εμφανίζεται να είναι προϊόν αυθαίρετης-εσφαλμένης κρίσης, πράγμα που δεν μπορεί να γίνει δεκτόν. Άλλο δηλαδή ελεύθερη εκτίμηση των αποδείξεων και άλλο αυθαίρετη εκτίμηση των αποδείξεων.
Επειδή το προσβαλλόμενο βούλευμα με επιτρεπτή (ΑΠ 2464/05 ΠΧ ΝΣΤ/626) υιοθέτηση της πρότασης του παρ' αυτώ Εισαγγελέα δέχθηκε, μετά από εκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, τα οποία προσδιορίζει κατ' είδος, τα εξής:
To άρθρο 216 && 1,3 α, β Π.Κ., όπως ισχύει μετά τον Ν.2721/1999, ορίζει: "Όποιος καταρτίζει παστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με την χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Η χρήση του εγγράφου από αυτόν θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση. Αν ο υπαίτιος αυτών των πράξεων σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον ή σκόπευε να βλάψει άλλον τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, εάν το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των είκοσι πέντε εκατομμυρίων (25.000.000) δραχμών [73.000 Euro].
Με την ίδια ποινή τιμωρείται ο υπαίτιος που διαπράττει πλαστογραφίες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) δραχμών" [15.000 Euro].
Σύμφωνα με το άρθ. 13 γ εδ. α Π.Κ."Έγγραφο είναι κάθε γραπτό που προορίζεται ή είναι πρόσφορο να αποδείξει γεγονός που έχει έννομη σημασία όπως και κάθε σημείο που προορίζεται να αποδείξει ένα τέτοιο γεγονός".
Περαιτέρω κατά το άρθρο 13 στ) Π.Κ.: "Κατ' επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης της πράξης προκύπτει σκοπός του δράστη για πορισμό εισοδήματος. Κατά συνήθεια τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας του δράστη".
Περαιτέρω κατά το άρθρο 98 && 1,2 Π.Κ., όπως η παρ. 2 προστέθηκε με άρθρο 14 &1 Ν.2721/3-6-1999: "Αν περισσότερες από μία πράξεις του ίδιου προσώπου συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, το δικαστήριο μπορεί, αντί να εφαρμόσει τη διάταξη του άρθρου 94 παρ. 1, να επιβάλει μία και μόνο ποινή για την επιμέτρηση της το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το όλο περιεχόμενο των μερικότερων πράξεων.
Η αξία του αντικειμένου της πράξεως και η περιουσιακή βλάβη ή το περιουσιακό όφελος που προκύπτουν από την κατ' εξακολούθηση τέλεση του εγκλήματος λαμβάνονται συνολικά υπόψη αν ο δράστης απέβλεπε με τις μερικότερες πράξεις του στο αποτέλεσμα αυτό. Στις περιπτώσεις αυτές ο ποινικός χαρακτήρας της πράξεως προσδιορίζεται με βάση τη συνολική αξία του αντικειμένου και την συνολική περιουσιακή βλάβη ή το συνολικό περιουσιακό όφελος που ανάλογα με το έγκλημα επήλθε ή σκοπήθηκε".
Με την διάταξη του άρθρου 216 Π.Κ. θεσμοθετείται το έγκλημα της πλαστογραφίας χάριν της προστασίας των υπομνημάτων τα οποία αποτελούν διακινούμενα έγγραφα με ουσιώδες περιεχόμενο και από τα οποία πηγάζουν δικαιώματα και υποχρεώσεις. Για την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της πλαστογραφίας απαιτείται η εξυπαρχής κατάρτιση εγγράφου από μη δικαιούμενο πρόσωπο ή η νόθευση του περιεχομένου καταρτισμένου ήδη εγγράφου, υποκειμενικώς δε δόλος που συνίσταται στην γνώση και την θέληση παραγωγής των περιστατικών που θεμελιώνουν την πράξη της πλαστογραφίας, συγχρόνως όμως και σκοπός του δράστη όπως με την χρήση του πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου παραπλανηθεί άλλος για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες (ΑΠ 1505/2004 Πράξη και Λόγος ΠΔ 5, σελ.440,ΑΠ 594/1998 Π.Χ. ΜΘ 48). Κατάρτιση πλαστού εγγράφου υφίσταται όταν το περιεχόμενο του εγγράφου εμφανίζεται ως δήλωση προσώπου από το οποίο δεν προέρχεται. Η χρήση του πλαστού εγγράφου αποτελεί επιβαρυντική περίπτωση της πλαστογραφίας όταν πλαστογράφος και χρήστης του πλαστού εγγράφου είναι το ίδιο πρόσωπο. Για την στοιχειοθέτηση της πλαστογραφίας σε βαθμό κακουργήματος απαιτείται, κατά το άρθρο 216&3εδ.β Π.Κ., όπως το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθ. 216 προστ. με άρθ.14&2 β Ν. 2721/1999, ο δράστης να διαπράττει πλαστογραφίες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία να υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 Euro. Στην κατ' εξακολούθηση τέλεση του εγκλήματος (μετά τον Ν. 2721/1999) λαμβάνεται υπόψη, για τον υπολογισμό του ύψους του οφέλους ή της βλάβης, το άθροισμα του αντικειμένου των επιμέρους πράξεων.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση από τη διενεργηθείσα και νομότυπα περατωθείσα κύρια ανάκριση (άρθ. 270 & 1 και 308 & 4 Κ.Π.Δ., όπως η παρ. 4 αναρ. με αρθ. 7 & 2 Ν.3189/2003) και την προηγηθείσα αυτής προκαταρκτική εξέταση και ειδικότερα τις καταθέσεις των εξετασθέντων μαρτύρων, τα έγγραφα, την απολογία του κατηγορουμένου (και τις εξηγήσεις του εκκαλούντος κατά την προκαταρκτική εξέταση, όλα αυτά σε συνδυασμό και αλληλουχία μεταξύ των προέκυψαν τα εξής ουσιώδη και κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Ο εγκαλών και πολιτικώς ενάγων είναι ομόρρυθμος εταίρος και νόμιμος εκπρόσωπος και διαχειριστής της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία " ...... και Σια ΕΕ", που εδρεύει στον ...... (......), η οποία διατηρεί επιχείρηση εκμετάλλευσης βιοτεχνίας χρωμάτων, εργαλείων και συναφών ειδών, αντιπροσώπευσης οίκων εμπορίας χρωμάτων εσωτερικού - εξωτερικού, εισαγωγών και εξαγωγών και εμπορίας χονδρικής και λιανικής χρωμάτων. Επίσης ο εγκαλών τυγχάνει διευθύνων σύμβουλος και νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας της εταιρείας με την επωνυμία "ΙST Ανώνυμη Βιομηχανική Εμπορική Εταιρεία ", η οποία εδρεύει στον ...... και έχει ως αντικείμενο εργασιών την παραγωγή και εμπορία τσιμεντοειδών υλικών, χρωμάτων και συναφών ειδών. Στα πλαίσια της δραστηριότητα αυτής και με την ανωτέρω ιδιότητα του ο εγκαλών προσέλαβε ως υπάλληλο της ετερόρρυθμης εταιρείας τον εκκαλούντα κατηγορούμενο, ο οποίος εργάσθηκε από 21-6-2001 μέχρι 12-8-2002. Μετά την οικειοθελή του αποχώρηση ο εκκαλών συνεργάσθηκε με την ανωτέρω εταιρεία ως ελεύθερος συνεργάτης. Συγκεκριμένα αντιπροσώπευε τα προϊόντα της και τα πωλούσε σε όλη την Ελλάδα. Ενώ διαρκούσε η ανωτέρω συνεργασία ο εκκαλών κατηγορούμενος εκμυστηρεύθηκε στον εγκαλούντα ότι αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα που προέρχονταν βασικά από μια επιχείρηση εμπορίας χρωμάτων και συναφών ειδών που διατηρούσε στην Αθήνα. Επιπλέον όμως του είπε ότι είχε την δυνατότητα, λόγω των γνωριμιών που είχε, να τον προμηθεύσει με προϊόντα σε πολύ χαμηλές τιμές, εφόσον όμως ο εγκαλών του έδινε επιταγές προκειμένου να τις δίνει για να αγοράζει το εμπόρευμα, δεδομένου ότι κανένας δεν έδινε σ' αυτόν (εκκαλούντα) εμπορεύματα λόγω των οικονομικών του προβλημάτων.
Έτσι ο εγκαλών κατά το χρονικό διάστημα από το θέρος του έτους 2003 μέχρι και το τέλος Δεκεμβρίου του αυτού έτους παρέδωσε στον εκκαλούντα 11 επιταγές, εκδόσεως του, λευκές και ανυπόγραφες, με τη συμφωνία ότι κάθε φορά που θα χρειαζόταν να παραδώσει σε τρίτο μια επιταγή θα έπαιρνε τη συναίνεση του εγκαλούντα σχετικά με τα στοιχεία με τα οποία θα συμπληρώνονταν η επιταγή και η υπογραφή θα ετίθετο από τον ίδιο τον εγκαλούντα. Πλην όμως ο εκκαλών χωρίς να ενημερώσει τον εγκαλούντα συμπλήρωσε και υπέγραψε τις επιταγές, των οποίων στη συνέχεια έκανε χρήση για εξυπηρέτηση δικών του αναγκών. Συγκεκριμένα: (α) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή της Εμπορικής Τράπεζας συρόμενη από τον με αριθ. 012 300 84131270 λογαριασμό του εγκαλούντος συμπλήρωσε θέτοντας στην θέση του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "20-2-2004" (β) Την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην θέση του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την " 10-3-2004" (γ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "10-4-2004" (δ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "10-5-2004", (ε) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 18.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "31-7-2004"(στ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον με αριθ. ...... λογαριασμό του εγκαλούντος στην Τράπεζα "OMEGA BANK Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία" συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 7.930 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "25-6-2004", (ζ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "25-6-2004", (ζ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 9.820 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "30-6-2004" (θ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 7.855 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "5-7-2004", (ι) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 9.430 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "15-7-2004" και (ια) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "25-7-2004". Επίσης κατά μήνα Μάρτιο του έτους 2004 ο εγκαλών, ως νόμιμος εκπρόσωπος της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "...... και Σια ΕΕ" παρέδωσε στον εκκαλούντα δέκα τραπεζικές επιταγές συρόμενες από τραπεζικό λογαριασμό της ανωτέρω εταιρείας, οι οποίες έφεραν μόνο την σφραγίδα της εταιρείας στην θέση της υπογραφής του εκδότη, με την συμφωνία ότι κάθε φορά που θα παραδίδονταν μία επιταγή σε τρίτο, ο κατηγορούμενος θα ζητούσε τη συναίνεση του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας και θα υπέγραφε την επιταγή ο εγκαλών ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας. Συγκεκριμένα ο εγκαλών παρέδωσε στον εκκαλούντα τις κατωτέρω επιταγές, τις οποίες ο τελευταίος υπέγραψε και συμπλήρωσε εν αγνοία του εγκαλούντα και χρησιμοποίησε για την κάλυψη δικών του αναγκών: α) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον με αριθ. ...... τραπεζικό λογαριασμό της ανωτέρω εταιρείας στην "Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε." συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "10-10-2004", β) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "20-10-2004", γ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό της εταιρείας στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "30-10-2004", δ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "10-11-2004", ε) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "20-11-2004", στ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "30-11-2004", ζ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "10-12-2004", η) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "20-12-2004", θ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "31-12-2004" και ι) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "15-1-2005". Περαιτέρω ο εγκαλών, ως νόμιμος εκπρόσωπος της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "1ST Ανώνυμη Βιομηχανική Εμπορική Εταιρεία " το θέρος του έτους 2003 παρέδωσε στον κατηγορούμενο τις κατωτέρω αναφερόμενες εννέα τραπεζικές επιταγές συρόμενες από τραπεζικό λογαριασμό της ανωτέρω εταιρείας, οι οποίες ήταν λευκές με την συμφωνία ότι κάθε φορά που θα παραδίδονταν μία επιταγή σε τρίτο ο κατηγορούμενος θα ζητούσε τη συναίνεση του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας και θα υπέγραφε την επιταγή ο εγκαλών ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας. Συγκεκριμένα ο εγκαλών παρέδωσε στον κατηγορούμενο τις κατωτέρω επιταγές, τις οποίες ο τελευταίος συμπλήρωσε και υπέγραψε εν αγνοία του εγκαλούντα και χρησιμοποίησε για την κάλυψη δικών του αναγκών: α) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή, η οποία εσύρετο από τον με αριθ. ...... τραπεζικό λογαριασμό της ανωτέρω εταιρείας στην Τράπεζα "ASPIS BANK Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία", συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "10-6-2004", β) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 25.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "28-6-2004", γ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "15-7-2004", δ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "25-9-2004", ε) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "30-9-2004", στ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στη ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "15-10-2004", ζ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "25-10-2004", η) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "25-11-2004" και θ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "25-12-2004". Από τις ανωτέρω επιταγές, οι οποίες εσύροντο, όπως αναλυτικά αναφέρθηκε ανωτέρω, είτε από λογαριασμό του ιδίου του εγκαλούντος, είτε από λογαριασμό των εταιρειών που αυτός εκπροσωπούσε, άλλες φέρονται εκδοθείσες "σε διαταγή εμού του ιδίου", οπότε ο εκκαλών έθετε την υπογραφή του εγκαλούντος και στην θέση της πρώτης οπισθογράφησης, ενώ ο ίδιος υπέγραφε ως μεταγενέστερος οπισθογράφος, άλλες (φέρονται εκδοθείσες) σε διαταγή του εκκαλούντος, οπότε αυτός τις υπέγραφε ως πρώτος οπισθογράφος και άλλες (φέρονται εκδοθείσες) σε διαταγή Α, η οποία τυγχάνει αδελφή της συζύγου του εκκαλούντος, χωρίς αυτή να έχει γνώση, οπότε αυτός ης υπέγραφε ως μεταγενέστερος οπισθογράφος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο κατηγορούμενος με την από 7-5-2004 υπεύθυνη δήλωση που υπέγραψε αναγνώρισε ότι όλες οι ανωτέρω επιταγές συμπληρώθηκαν ως προς όλα τα στοιχεία των από τον ίδιο, χωρίς να το γνωρίζει ο εγκαλών. Βέβαια ο εκκαλών κατηγορούμενος στην απολογία του και στην έκθεση έφεσης ισχυρίζεται ότι οι επιταγές συμπληρώθηκαν από αυτόν με την συναίνεση του εγκαλούντος, η υπογραφή δε σ' αυτές ετέθη ή από τον εγκαλούντα ή από την αρραβωνιαστικιά του και αυτός (κατηγορούμενος) υποχρεώθηκε στην υπογραφή της ως άνω υπεύθυνης δήλωσης καθόσον ο εγκαλών, σε μία συνάντησή τους στο γραφείο του (εγκαλούντος) στον ....., για τη διευθέτηση των μεταξύ των οικονομικών διαφορών, απείλησε ότι θα πέσει από το μπαλκόνι σε περίπτωση μη υπογραφής της ως άνω δήλωσης. Πλην όμως ο ισχυρισμός αυτός του εκκαλούντος δεν ευσταθεί, διότι το ιδιόχειρο της υπογραφής του κατηγορουμένου στην ανωτέρω υπεύθυνη δήλωση βεβαιούται από αρμόδιο αστυνομικό όργανο του Α.Τ. ......, όπου μετέβη προς τούτο ο εκκαλών, ώστε να δύναται να συναχθεί με ευχέρεια ότι το περιεχόμενο της υπεύθυνης δήλωσης αποδίδει την γνήσια βούληση του κατηγορουμένου. Περαιτέρω σύμφωνα με την από 23-3-2005 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, που συντάχθηκε μετά από αίτημα του εγκαλούντος, οι ως άνω επιταγές συμπληρώθηκαν και υπογράφηκαν "με υψηλή πιθανότητα από τον Χ", "η χάραξη δε των υπογραφών έγινε με την μέθοδο της "ζωγραφικής ή σχεδιαστικής απομίμησης". Ενόψει των προαναφερθέντων, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών δεχθέν ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής σε βάρος του εκκαλέσαντος κατηγορουμένου για την πράξη της κακουργηματικής πλαστογραφίας προέβη σε ορθή εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών. Μετά ταύτα θα πρέπει να απορριφθεί στην ουσία η υπό κρίση έφεση και να επικυρωθεί το προσβαλλόμενο βούλευμα (άρθ. 319 παρ. 3 ΚΠΔ). Με τις παραδοχές αυτές το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμα την επιβαλλομένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία (άρ. 93 Συντ. και 139 Κ.Π.Δ.), αφού εκθέτει σ' αυτό με πληρότητα και σαφήνεια, χωρίς ασάφειες και αντιφάσεις όλα χωρίς εξαίρεση τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο κρίθηκε ο αναιρεσείων παραπεμπτέος στο ακροατήριο, τα αποδεικτικά μέσα τα οποία προσδιορίζονται κατ' είδος, από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους νομικούς συλλογισμούς, με τους οποίους ορθώς υπήγαγε αυτά στις εφαρμοσθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρ. 13, 14. 26 § 1, 27 § 1, 98, 216 παρ. 1-3β ΠΚ ως ισχύουν, τις οποίες σωστά ερμήνευσε και εφάρμοσε. -Συνεπώς, οι από το άρθρο 484 § 1 β' και δ' Κ.Π.Δ., προβαλλόμενοι λόγοι αναίρεσης, με τους οποίους πλήττεται το προσβαλλόμενο βούλευμα για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των εφαρμοσθεισών ουσιαστικών ποινικών διατάξεων των άρθρ. 13, 98 και 216 § 1-3β' Π.Κ. ως ισχύουν, και για έλλειψη της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, είναι αβάσιμοι και ως τέτοιοι, πρέπει να απορριφθούν, ο δε δεύτερος από αυτούς, κατά το μέρος, με το οποίο, με την επίκληση, κατ' επίφαση, έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Συμβουλίου της ουσίας, ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και επιχειρείται η επανεκτίμηση τους, είναι απαράδεκτος και ως τέτοιος πρέπει να απορριφθεί, συνακολούθως δε, επειδή δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναίρεσης προς εξέταση (αρ. 511 ΚΠΔ, πρέπει η υπό κρίση αναίρεση να απορριφθεί στο σύνολο της και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 583 παρ. 1 Κ.Π.Δ.). Τέλος πρέπει να απορριφθεί και το από 18/6/2008 αίτημα του αναιρεσείοντος για αυτοπρόσωπη εμφάνισή του ενώπιον του Συμβουλίου σας (αρ. 309 παρ. 2 ΚΠΔ) διότι έχει αναπτύξει επαρκώς την αίτηση για αναίρεση του εν λόγω βουλεύματος και με πληρότητα και σαφήνεια τους ισχυρισμούς του επί των λόγων αναίρεσης που επικαλείται.
Για τους λόγους αυτούς - Π ρ ο τ ε ί ν ω
(Α) Να απορριφθεί η υπ' αρ. 117/18-6-2008 αίτηση του Χ, κατοίκου ......, οδός ......, για αναίρεση του υπ' αρ. 835/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών,
(Β) Να απορριφθεί το περί αυτοπρόσωπης εμφάνισης ενώπιον του Συμβουλίου σας, αίτημα του αναιρεσείοντος και (Γ) Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα στον αναιρεσείοντα.
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Μιλτιάδης Ανδρειωτέλλης
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά την διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 και 2 του Π.Κ., όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο, με σκοπό να παραπλανήσει με την χρήση του άλλου σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Η χρήση του εγγράφου από αυτόν θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος για τον παραπάνω σκοπό εν γνώσει χρησιμοποιεί πλαστό ή νοθευμένο έγγραφο. Περαιτέρω, από τις ίδιες διατάξεις προκύπτει ότι το έγκλημα της πλαστογραφίας θεσπίζεται ως σωρευτικώς μικτό, υπό την έννοια ότι οι περισσότεροι κατά νόμο τρόποι πραγματώσεως της αντικειμενικής του υποστάσεως δεν είναι δυνατόν να εναλλαχθούν. Κατάρτιση πλαστού εγγράφου υπάρχει, όταν εξ υπαρχής συντίθεται έγγραφο, το οποίον το πρώτον διατυπώνεται από το ενεργητικό υποκείμενο και εμφανίζεται ότι προέρχεται από τρίτο πρόσωπο. Αντίθετα νόθευση συνιστά η αλλοίωση της έννοιας κατηρτισμένου ήδη εγγράφου, του οποίου μεταβάλλεται το περιεχόμενο σε ορισμένα σημεία. Κάθε μια μορφή είναι ξεχωριστή και ιδιαίτερη, ανεξαρτήτως του ότι αφορούν και οι δυο έγγραφο. Η αντικειμενική υπόσταση των δυο μορφών δεν ταυτίζεται, τα δε δύο εγκλήματα διακρίνονται κατά την φύση και το είδος τους, δεδομένου ότι η νόθευση, σε αντίθεση με την κατάρτιση, προϋποθέτει επέμβαση σε υφιστάμενο ήδη έγγραφο. Εξάλλου, η απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποία ιδρύει τον από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. ε' (και τώρα στοιχ. θ') του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, υπάρχει στο παραπεμπτικό βούλευμα όταν περιέχονται σ' αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση και θεμελιώνουν την ύπαρξη επαρκών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου για το έγκλημα, για το οποίο παραπέμφθηκε αυτός στο ακροατήριο, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους κατέληξε το Συμβούλιο στο συμπέρασμα ότι προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Για την πληρότητα της αιτιολογίας του βουλεύματος δεν απαιτείται χωριστή αναφορά καθενός αποδεικτικού μέσου και τι από αυτό συνήγαγε το Συμβούλιο, αλλά αρκεί η μνεία του είδους των αποδεικτικών μέσων, στην αξιολόγηση των οποίων στήριξε την παραπεμπτική κρίση του. Η επιβαλλόμενη από τις παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία υπάρχει και όταν το Συμβούλιο Εφετών αναφέρεται στην ενσωματωμένη στο βούλευμα πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών, στην οποία εκτίθενται με σαφήνεια και πληρότητα τα προκύψαντα από την ανάκριση πραγματικά περιστατικά, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις που στηρίζουν την παραπεμπτική πρόταση, με την οποία συντάσσεται και η κρίση του Συμβουλίου. Τέλος, κατά το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β' του ΚΠΔ, συνιστά λόγο αναίρεσης του βουλεύματος η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διάταξης που εφαρμόσθηκε στο βούλευμα. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει, όταν το Συμβούλιο προσδίδει στη διάταξη αυτή έννοια διαφορετική από εκείνη που έχει πραγματικά και εσφαλμένη εφαρμογή τέτοιας ουσιαστικής ποινικής διάταξης συντρέχει, όταν το Συμβούλιο, χωρίς να παρερμηνεύει αυτήν, δεν υπάγει στην αληθινή έννοιά της τα προκύψαντα από την ανάκριση και δεκτά γενόμενα από αυτό περιστατικά, καθώς και όταν η εν λόγω διάταξη παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, διότι στο πόρισμα του βουλεύματος, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό της σκεπτικού με το διατακτικό, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, ώστε να μην είναι εφικτός ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο, για την ορθή ή όχι εφαρμογή του νόμου, οπότε το βούλευμα στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο βούλευμα, το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης, μετά από εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού και συγκεκριμένα των καταθέσεων των μαρτύρων, των εγγράφων και της απολογίας του κατηγορουμένου, με καθολική αναφορά στην πρόταση του Εισαγγελέως Εφετών και δι' αυτής συμπληρωματικά στις ίδιες σκέψεις του πρωτόδικου βουλεύματος και στην πρόταση του Εισαγγελέως που είναι ενσωματωμένη σ' αυτό, δέχθηκε κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στην συγκεκριμένη περίπτωση, από τη διενεργηθείσα και νομότυπα περατωθείσα κύρια ανάκριση (άρθ. 270&1 και 308&4 Κ.Π.Δ., όπως η παρ. 4 αναρ. με αρθ. 7&2 Ν.3189/2003) και την προηγηθείσα αυτής προκαταρκτική εξέταση και ειδικότερα τις καταθέσεις των εξετασθέντων μαρτύρων, τα έγγραφα, την απολογία και τις εξηγήσεις του εκκαλούντος κατά την προκαταρκτική εξέταση, όλα αυτά σε συνδυασμό και αλληλουχία μεταξύ των, προέκυψαν τα εξής ουσιώδη και κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Ο εγκαλών και πολιτικώς ενάγων είναι ομόρρυθμος εταίρος και νόμιμος εκπρόσωπος και διαχειριστής της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "...... και Σια ΕΕ", που εδρεύει στον ...... (......), η οποία διατηρεί επιχείρηση εκμετάλλευσης βιοτεχνίας χρωμάτων, εργαλείων και συναφών ειδών, αντιπροσώπευσης οίκων εμπορίας χρωμάτων εσωτερικού - εξωτερικού, εισαγωγών και εξαγωγών και εμπορίας χονδρικής και λιανικής χρωμάτων. Επίσης ο εγκαλών τυγχάνει διευθύνων σύμβουλος και νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας με την επωνυμία "ΙST Ανώνυμη Βιομηχανική Εμπορική Εταιρεία", η οποία εδρεύει στον ...... και έχει ως αντικείμενο εργασιών την παραγωγή και εμπορία τσιμεντοειδών υλικών, χρωμάτων και συναφών ειδών. Στα πλαίσια της δραστηριότητάς του αυτής και με την ανωτέρω ιδιότητά του, ο εγκαλών προσέλαβε ως υπάλληλο της ετερόρρυθμης εταιρείας τον εκκαλούντα κατηγορούμενο, ο οποίος εργάσθηκε από 21-6-2001 μέχρι 12-8-2002. Μετά την οικειοθελή του αποχώρηση, ο εκκαλών συνεργάσθηκε με την ανωτέρω εταιρεία ως ελεύθερος συνεργάτης. Συγκεκριμένα, αντιπροσώπευε τα προϊόντα της και τα πωλούσε σε όλη την Ελλάδα. Ενώ διαρκούσε η ανωτέρω συνεργασία, ο εκκαλών κατηγορούμενος εκμυστηρεύθηκε στον εγκαλούντα ότι αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα που προέρχονταν βασικά από μια επιχείρηση εμπορίας χρωμάτων και συναφών ειδών που διατηρούσε στην Αθήνα. Επιπλέον όμως του είπε ότι είχε την δυνατότητα, λόγω των γνωριμιών που είχε, να τον προμηθεύσει με προϊόντα σε πολύ χαμηλές τιμές, εφόσον όμως ο εγκαλών του έδινε επιταγές προκειμένου να τις δίνει για να αγοράζει το εμπόρευμα, δεδομένου ότι κανένας δεν έδινε σ' αυτόν (εκκαλούντα) εμπορεύματα λόγω των οικονομικών του προβλημάτων. Έτσι ο εγκαλών, κατά το χρονικό διάστημα από το θέρος του έτους 2003 μέχρι και το τέλος Δεκεμβρίου του αυτού έτους, παρέδωσε στον εκκαλούντα 11 επιταγές, εκδόσεώς του, λευκές και ανυπόγραφες, με τη συμφωνία ότι κάθε φορά που θα χρειαζόταν να παραδώσει σε τρίτο μια επιταγή θα έπαιρνε τη συναίνεση του εγκαλούντα σχετικά με τα στοιχεία με τα οποία θα συμπληρώνονταν η επιταγή και η υπογραφή θα ετίθετο από τον ίδιο τον εγκαλούντα. Πλην όμως ο εκκαλών, χωρίς να ενημερώσει τον εγκαλούντα, συμπλήρωσε και υπέγραψε τις επιταγές, των οποίων στη συνέχεια έκανε χρήση για εξυπηρέτηση δικών του αναγκών. Συγκεκριμένα: α) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή της Εμπορικής Τράπεζας συρόμενη από τον με αριθ. ...... λογαριασμό του εγκαλούντος συμπλήρωσε θέτοντας στην θέση του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "20-2-2004", β) Την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην θέση του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "10-3-2004", γ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "10-4-2004", δ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "10-5-2004", ε) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 18.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "31-7-2004", στ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον με αριθ. ...... λογαριασμό του εγκαλούντος στην Τράπεζα "OMEGA BANK Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία" συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 7.930 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "25-6-2004", ζ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "25-6-2004", η) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 9.820 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "30-6-2004", θ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 7.855 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "5-7-2004", ι) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό του εγκαλούντος στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 9.430 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "15-7-2004" και ία) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "25-7-2004". Επίσης κατά μήνα Μάρτιο του έτους 2004 ο εγκαλών, ως νόμιμος εκπρόσωπος της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "...... και Σια ΕΕ" παρέδωσε στον εκκαλούντα δέκα τραπεζικές επιταγές συρόμενες από τραπεζικό λογαριασμό της ανωτέρω εταιρείας, οι οποίες έφεραν μόνο την σφραγίδα της εταιρείας στην θέση της υπογραφής του εκδότη, με την συμφωνία ότι κάθε φορά που θα παραδίδονταν μία επιταγή σε τρίτο, ο κατηγορούμενος θα ζητούσε τη συναίνεση του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας και θα υπέγραφε την επιταγή ο εγκαλών ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας. Συγκεκριμένα, ο εγκαλών παρέδωσε στον εκκαλούντα τις κατωτέρω επιταγές, τις οποίες ο τελευταίος υπέγραψε και συμπλήρωσε εν αγνοία του εγκαλούντα και χρησιμοποίησε για την κάλυψη δικών του αναγκών: α) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον με αριθ. ...... τραπεζικό λογαριασμό της ανωτέρω εταιρείας στην "Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε." συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "10-10-2004", β) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "20-10-2004", γ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό της εταιρείας στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "30-10-2004", δ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "10-11-2004", ε) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "20-11-2004", στ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "30-11-2004", ζ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "10-12-2004", η) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 10.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "20-12-2004", θ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "31-12-2004" και ι) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "15-1-2005". Περαιτέρω ο εγκαλών, ως νόμιμος εκπρόσωπος της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "ΙST Ανώνυμη Βιομηχανική Εμπορική Εταιρεία" το θέρος του έτους 2003 παρέδωσε στον κατηγορούμενο τις κατωτέρω αναφερόμενες εννέα τραπεζικές επιταγές συρόμενες από τραπεζικό λογαριασμό της ανωτέρω εταιρείας, οι οποίες ήταν λευκές, με την συμφωνία ότι, κάθε φορά που θα παραδίδονταν μία επιταγή σε τρίτο, ο κατηγορούμενος θα ζητούσε τη συναίνεση του νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας και θα υπέγραφε την επιταγή ο εγκαλών ως νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας. Συγκεκριμένα, ο εγκαλών παρέδωσε στον κατηγορούμενο τις κατωτέρω επιταγές, τις οποίες ο τελευταίος συμπλήρωσε και υπέγραψε εν αγνοία του εγκαλούντα και χρησιμοποίησε για την κάλυψη δικών του αναγκών: α) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή, η οποία εσύρετο από τον με αριθ. ...... τραπεζικό λογαριασμό της ανωτέρω εταιρείας στην Τράπεζα "ASPIS BANK Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία", συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας την "10-6-2004", β) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 25.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "28-6-2004", γ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "15-7-2004", δ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "25-9-2004", ε) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "30-9-2004", στ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στη ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "15-10-2004", ζ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "25-10-2004", η) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "25-11-2004" και θ) την με αριθ. ...... τραπεζική επιταγή συρόμενη από τον αυτό λογαριασμό στην αυτή Τράπεζα συμπλήρωσε θέτοντας στην ένδειξη του ποσού το ποσό των 15.000 Euro και στην θέση της ημερομηνίας έκδοσης την "25-12-2004". Από τις ανωτέρω επιταγές, οι οποίες εσύροντο είτε από λογαριασμό του ιδίου του εγκαλούντος, είτε από λογαριασμό των εταιρειών που αυτός εκπροσωπούσε, άλλες φέρονται εκδοθείσες "σε διαταγή εμού του ιδίου", οπότε ο εκκαλών έθετε την υπογραφή του εγκαλούντος και στην θέση της πρώτης οπισθογράφησης, ενώ ο ίδιος υπέγραφε ως μεταγενέστερος οπισθογράφος, άλλες (φέρονται εκδοθείσες) σε διαταγή του εκκαλούντος, οπότε αυτός τις υπέγραφε ως πρώτος οπισθογράφος και άλλες (φέρονται εκδοθείσες) σε διαταγή Α, η οποία τυγχάνει αδελφή της συζύγου του εκκαλούντος, χωρίς αυτή να έχει γνώση, οπότε αυτός τις υπέγραφε ως μεταγενέστερος οπισθογράφος. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο κατηγορούμενος με την από 7-5-2004 υπεύθυνη δήλωση που υπέγραψε αναγνώρισε ότι όλες οι ανωτέρω επιταγές συμπληρώθηκαν ως προς όλα τα στοιχεία των από τον ίδιο, χωρίς να το γνωρίζει ο εγκαλών. Βέβαια ο κατηγορούμενος στην απολογία του και στην έκθεση έφεσης ισχυρίζεται ότι οι επιταγές συμπληρώθηκαν από αυτόν με την συναίνεση του εγκαλούντος, η υπογραφή δε σ' αυτές ετέθη ή από τον εγκαλούντα ή από την αρραβωνιαστικιά του και αυτός (κατηγορούμενος) υποχρεώθηκε στην υπογραφή της ως άνω υπεύθυνης δήλωσης, καθόσον ο εγκαλών, σε μία συνάντηση τους στο γραφείο του (εγκαλούντος) στον ......, για τη διευθέτηση των μεταξύ των οικονομικών διαφορών, απείλησε ότι θα πέσει από το μπαλκόνι σε περίπτωση μη υπογραφής της ως άνω δήλωσης. Πλην όμως ο ισχυρισμός αυτός του εκκαλούντος δεν ευσταθεί διότι το ιδιόχειρο της υπογραφής του κατηγορουμένου στην ανωτέρω υπεύθυνη δήλωση βεβαιούται από αρμόδιο αστυνομικό όργανο του Α.Τ. ......, όπου μετέβη προς τούτο ο εκκαλών, ώστε να δύναται να συναχθεί με ευχέρεια ότι το περιεχόμενο της υπεύθυνης δήλωσης αποδίδει την γνήσια βούληση του κατηγορουμένου. Περαιτέρω, σύμφωνα με την από 23-3-2005 έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, που συντάχθηκε μετά από αίτημα του εγκαλούντος, οι ως άνω επιταγές συμπληρώθηκαν και υπογράφηκαν "με υψηλή πιθανότητα από τον Χ", "η χάραξη δε των υπογραφών έγινε με την μέθοδο της "ζωγραφικής ή σχεδιαστικής απομίμησης". Ενόψει των προαναφερθέντων, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών, δεχθέν ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής σε βάρος του εκκαλέσαντος κατηγορουμένου για την πράξη της κακουργηματικής πλαστογραφίας προέβη, σε ορθή εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών. Μετά ταύτα, θα πρέπει να απορριφθεί στην ουσία η υπό κρίση έφεση και να επικυρωθεί το προσβαλλόμενο βούλευμα (άρθρο 319&3 Κ.Π.Δ.). Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών διέλαβε στο βούλευμά του την κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους νομικούς συλλογισμούς, με τους οποίους υπήγαγε αυτά στις ουσιαστικές διατάξεις του άρθρου 216 παρ. 1, 3 α, β ΠΚ, όπως ισχύει μετά τον Ν. 2721/1999, την οποία ορθά ερμήνευσε και εφήρμοσε. Ειδικότερα, από τις παραπάνω παραδοχές του προσβαλλόμενου βουλεύματος προκύπτει με σαφήνεια ότι τα εκτιθέμενα σ' αυτήν πραγματικά περιστατικά συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της πλαστογραφίας υπό τη μορφή της κατάρτισης εγγράφου, και όχι της νόθευσης εγγράφου, αφού τόσο στο αιτιολογικό όσο και στο διατακτικό φέρεται ότι ο αναιρεσείων έθεσε την υπογραφή του επί των επιταγών που του παραδόθηκαν από τον ενάγοντα, αν και ρητά συμφωνήθηκε ότι θα τις υπέγραφε ο τελευταίος, όταν εμφανιζόταν ενδιαφερόμενος να του πωλήσει εμπόρευμα, σε κανένα δε σημείο τόσο του σκεπτικού όσο και του διατακτικού δεν φέρεται ότι ο αναιρεσείων συμπλήρωσε το σύνολο ή και μέρος των επιταγών στις οποίες να είχε θέσει την υπογραφή του ο εγκαλών ως προς τον χρόνο έκδοσης και το ποσό που αντιπροσώπευαν αυτές, ενώ είναι αδιάφορο για την στοιχειοθέτηση του ως άνω εγκλήματος το ότι περιήλθαν στην κατοχή του αναιρεσείοντα οι παραπάνω επιταγές από τον ίδιο τον εγκαλούντα, εφόσον εν αγνοία του και χωρίς προηγούμενη εντολή ή συναίνεσή του τέθηκε η υπογραφή του επ' αυτών.
Συνεπώς ο, κατ' εκτίμηση του δικογράφου από το άρθρο 510 §§ 1 Δ και Ε του ΚΠΔ, λόγος αναίρεσης, με τον οποίον αποδίδεται στο προσβαλλόμενο βούλευμα η πλημμέλεια της εσφαλμένης εφαρμογής της παραπάνω διάταξης του άρθρου 216 § 1 του ΠΚ, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ο ίδιος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο, υπό την επίκληση, κατ' εκτίμηση του δικογράφου, έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένης εφαρμογής της ως άνω ουσιαστικής ποινικής διάταξης του άρθρου 216 ΠΚ, πλήττεται το προσβαλλόμενο βούλευμα για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, με την ειδικότερη αιτίαση ότι από το αποδεικτικό υλικό προέκυψε ότι κατόπιν εντολής άλλως συναίνεσης του εγκαλούντος είχε υπογράψει και συμπληρώσει ο αναιρεσείων τις παραδοθείσες σ' αυτόν από τον εγκαλούντα επιταγές, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι μ' αυτόν πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας.
Το αίτημα του αναιρεσείοντα, που παραδεκτά υποβλήθηκε με το δικόγραφο της κρινόμενης αναίρεσης, για αυτοπρόσωπη εμφάνισή του ενώπιον του Συμβουλίου τούτου προς παροχή εξηγήσεων, πρέπει να απορριφθεί ως κατ' ουσίαν αβάσιμο, δεδομένου ότι αυτός (αναιρεσείων) με την ανακριτική απολογία του, το απολογητικό του υπόμνημα, τις εξηγήσεις του κατά την προκαταρτική εξέταση και με τα δικόγραφα της έφεσης και της αναίρεσης έχει εκθέσει εκτενώς προς υπεράσπισή του τις απόψεις του για την υπόθεση, Μετά από αυτά και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 18.6.2008 αίτηση του Χ για αναίρεση του 835/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.

Απορρίπτει το αίτημα αυτού για αυτοπρόσωπη εμφάνιση ενώπιον του Συμβουλίου αυτού.

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται στο ποσό των διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 24 Φεβρουαρίου 2009. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 17 Μαρτίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή