Θέμα
Αγνώστου διαμονής επίδοση, Αιτιολογίας επάρκεια, Υπέρβαση εξουσίας, Ε.Σ.Δ.Α., Εφέσεως απαράδεκτο.
Περίληψη:
Απόφαση που απορρίπτει ως εκπρόθεσμη την έφεση του κατηγορουμένου, ο οποίος κλητεύθηκε ως άγνωστης διαμονής. Στοιχεία που πρέπει να περιέχει για να είναι αιτιολογημένη. Προϋποθέσεις εγκυρότητας της επιδόσεως ως άγνωστης διαμονής, Στοιχεία που πρέπει να επικαλεσθεί ο εκκαλών στην ανωτέρω περίπτωση. Αβάσιμοι οι λόγοι αναιρέσεως για έλλειψη αιτιολογίας της απορριπτικής κρίσεως, για υπέρβαση εξουσίας και για παραβίαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ. Απορρίπτεται η αίτηση αναιρέσεως.
Αριθμός 911/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο-Εισηγητή, Ιωάννη Γιαννακόπουλο και Βασίλειο Φράγγο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 3 Μαρτίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση
του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Βαλάση, περί αναιρέσεως της 33788/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Το Τριμελές Πλήμμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 24 Ιουλίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1267/2009.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 473 παρ. 1 ΚΠοινΔ, η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων, είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της αποφάσεως. Αν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία της αποφάσεως η προθεσμία είναι, επίσης, δεκαήμερη, εκτός αν αυτός διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστη η διαμονή του, οπότε η προθεσμία είναι τριάντα ημέρες και αρχίζει σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της αποφάσεως. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 156 του ίδιου Κώδικα, αν το πρόσωπο, στο οποίο πρόκειται να γίνει η επίδοση, απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του και είναι άγνωστη η διαμονή του, η επίδοση γίνεται, μετά την άκαρπη αναζήτηση των αναφερομένων στη διάταξη αυτή προσώπων, στο δήμαρχο της τελευταίας γνωστής κατοικίας ή διαμονής του ή στο δημοτικό υπάλληλο που ορίζει ο δήμαρχος γι' αυτό το σκοπό. Η μη τήρηση των διατυπώσεων αυτών συνεπάγεται κατά το άρθρο 154 παρ. 2 ΚΠοινΔ την ακυρότητα της επιδόσεως και δεν αρχίζει η ανωτέρω προθεσμία ασκήσεως ενδίκων μέσων. Ως άγνωστης διαμονής θεωρείται, κατά τις διατάξεις των ως άνω άρθρων 154 και 156, εκείνος που απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του και η διαμονή του είναι άγνωστη για τη Δικαστική (Εισαγγελική) Αρχή που έχει εκδώσει το προς επίδοση έγγραφο ή έχει παραγγείλει την επίδοση του, έστω και αν αυτή είναι γνωστή σε τρίτους, όπως είναι ακόμη και άλλη Εισαγγελική Αρχή ή και η Αστυνομική Αρχή. Τόπος δε κατοικίας θεωρείται εκείνος, τον οποίο έχει δηλώσει ο κατηγορούμενος, κατά το άρθρο 273 παρ. 1 ΚΠοινΔ, κατά την προανάκριση που τυχόν έχει ενεργηθεί και, σε περίπτωση αλλαγής κατοικίας, εκείνος που έχει δηλωθεί στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή και, αν δεν έχει ενεργηθεί προανάκριση ή ο κατηγορούμενος δεν εμφανίσθηκε κατ' αυτήν, ως τόπος κατοικίας θεωρείται εκείνος που αναφέρεται στη μήνυση ή στην έγκληση. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 476 παρ. 1 και 2 ΚΠοινΔ, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε εκπρόθεσμα, το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο ή δικαστήριο το απορρίπτει ως απαράδεκτο, κατά δε της σχετικής αποφάσεως επιτρέπεται αναίρεση, ο έλεγχος, όμως, του Αρείου Πάγου στην περίπτωση αυτή περιορίζεται στην ορθότητα της κρίσεως για το απαράδεκτο. Τέλος, η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, που επιβάλλεται από το Σύνταγμα (άρθρο 93 παρ. 3) και τον ΚΠοινΔ (άρθρο 139) απαιτείται και για την απόφαση που απορρίπτει το ένδικο μέσο ως απαράδεκτο. Ειδικότερα η απόφαση που απορρίπτει την έφεση ως εκπρόθεσμη, για να έχει την κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει να διαλαμβάνει το χρόνο επιδόσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως στον εκκαλούντα, αν απαγγέλθηκε απόντος τούτου, το χρόνο ασκήσεως της εφέσεως και το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση της αποφάσεως στον εκκαλούντα (Ολ. ΑΠ 4/1995, και 7/1994). Αν προβάλλεται με την έφεση λόγος ακυρότητας της επιδόσεως της εκκαλούμενης αποφάσεως ή λόγος ανώτερης βίας, εκ της οποίας απωλέσθηκε η προθεσμία, η αιτιολογία πρέπει να εκτείνεται και στην απορριπτική του λόγου αυτού κρίση του δικαστηρίου, άλλως ιδρύεται λόγος αναιρέσεως κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠοινΔ. Μεταξύ των λόγων ακυρότητας της επιδόσεως, οι οποίοι πρέπει να προβάλλονται υποχρεωτικά με την έφεση, είναι και το ότι η επίδοση "ως άγνωστης διαμονής" έγινε χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτής, μολονότι, δηλαδή, ο εκκαλών-κατηγορούμενος είχε γνωστή διαμονή. Επίσης, πρέπει, να προβάλλεται υποχρεωτικά με την έφεση και ο λόγος ανώτερης βίας, εκ της οποίας ο εκκαλών παρακωλύθηκε στην εμπρόθεσμη άσκησή της, στην έννοια, όμως, της οποίας δεν εμπίπτει και ο ισχυρισμός για ακυρότητα της επιδόσεως "ως άγνωστης διαμονής" και η εντεύθεν αδυναμία γνώσεως από τον εκκαλούντα της εκκαλούμενης αποφάσεως, γιατί στην περίπτωση αυτή ο τελευταίος δεν επικαλείται λόγο ανώτερης βίας, δικαιολογητικό της εκπρόθεσμης ασκήσεως της εφέσεως του, αλλά μάχεται κατά του κύρους της επιδόσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη 33788/2009 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, όπως απ' αυτήν προκύπτει, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, λόγω εκπρόθεσμης ασκήσεώς της, η με αριθμό εκθέσεως ... έφεση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου, κατά της 118304/2000 αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε καταδικασθεί ο κατηγορούμενος, ερήμην, σε ποινή φυλακίσεως δεκαπέντε (15) μηνών και χρηματική ποινή 700.000 δραχμών, για έκδοση ακάλυπτης επιταγής. Από τη σχετική ...εως, η οποία παραδεκτώς επισκοπείται από τον Άρειο Πάγο. για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, προκύπτει ότι ο εκκαλών, φερόμενος στην έφεση, ως κάτοικος ... επί της οδού ..., προκειμένου να δικαιολογήσει την εκπρόθεσμη άσκηση της εφέσεως του, προέβαλε με αυτήν τα εξής: "ουδέποτε έλαβα γνώση της ποινικής δίωξης και της προσβαλλομένης αποφάσεως μέχρι και της 27-5-2008, οπότε και συνελήφθην προς εκτέλεσή της καθώς είχα αναζητηθεί στις ..., στην οδό ..., όπου ήταν η έδρα της εταιρείας στην οποία συμμετείχα, που είχε πτωχεύσει το 1998 και μου επιδόθηκε η προσβαλλόμενη ως αγνώστου διαμονής, ενώ εγώ είχα γνωστή διαμονή στην οδό ..., γεγονός, που γνώριζε η Εισαγγελία Πλημ/κών Αθηνών, όπως προκύπτει και από άλλα κλητήρια θεσπίσματα, που μου είχε επιδώσει το ίδιο χρονικό διάστημα και συνεπώς η παραπάνω επίδοση είναι άκυρη. Επίσης η επίδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως είναι άκυρη, καθώς από το αποδεικτικό επίδοσης του αρμοδίου υπαλλήλου φέρεται ότι αυτή παραδόθηκε στο Δήμαρχο ..., αυτός όμως δεν υπογράφει ότι την παρέλαβε, αντίθετα υπογράφει η υπάλληλος Μ". Είχε δηλαδή προβάλει με την έφεσή του ακυρότητα της επιδόσεως, ως αγνώστου διαμονής και όχι λόγους ανωτέρας βίας, εξ αιτίας των οποίων απώλεσε την προθεσμία ασκήσεως της εφέσεως, στους οποίους δεν εμπίπτει, όπως αναφέρθηκε και ο ισχυρισμός για ακυρότητα της επιδόσεως, ως αγνώστου διαμονής και ως εκ τούτου η μη γνώση απ' αυτόν της εκκαλουμένης αποφάσεως. Δεν αναφέρει, όμως, στην έφεσή του, αν την φερόμενη αυτή, ως τελευταία γνωστή κατοικία του, είχε δηλώσει καθ' οιονδήποτε τρόπο και στην Εισαγγελική Αρχή Αθηνών που είχε παραγγείλει την επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως, (πράγμα που δεν αναφέρει ούτε και στην έκθεση αναιρέσεως). Επικαλέστηκε ειδικότερα ακυρότητα της επιδόσεως, διότι η παραπάνω στην οδό ... διεύθυνση της κατοικίας του από το 1998, ήταν γνωστή κατά το χρόνο επιδόσεως στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, από άλλα κλητήρια θεσπίσματα που του είχε επιδώσει κατά το ίδιο χρονικό διάστημα και περαιτέρω επικαλέστηκε ακυρότητα της επιδόσεως ως αγνώστου διαμονής και για το λόγο ότι στο αποδεικτικό επιδόσεως αναγράφεται ότι επιδόθηκε στο Δήμαρχο ..., χωρίς αυτός να υπογράφει το αποδεικτικό επιδόσεως, αλλά υπογράφει ως παραλαβούσα η υπάλληλος του Δήμου Μ.
Στην αιτιολογία της αναιρεσιβαλλομένης διαλαμβάνονται, για την απόρριψη της εφέσεως, τα εξής: "Ο εκκαλών-κατηγορούμενος ο οποίος κατά τη σημερινή δικάσιμο θεωρείται παρών ως εκπροσωπούμενος από τον παραπάνω συνήγορό του, καταδικάστηκε ερήμην με την υπ' αριθμ. 118304/2000 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών σε φυλάκιση δεκαπέντε (15) μηνών και χρηματική ποινή 700.000 δραχμών, η οποία του κοινοποιήθηκε ως αγνώστου διαμονής την 27-11-2002 στην οδό .... 3 στις ..., όπως προκύπτει από το από ...αναγνωσθέν αποδεικτικό επίδοσης του..., Αρχυφύλακα που υπηρετούσε στο Α.Τ. .... Επί της αποφάσεως αυτής ο κατηγορούμενος άσκησε εκπρόθεσμα την υπ' αριθμ. 8659/5-6-2008 έφεσή του, στην οποία δηλώνει ως διεύθυνση κατοικίας του την οδό ... στην ...και επιπλέον ότι δεν έλαβε γνώση της εκκαλουμένης αποφάσεως, καθόσον αυτός κατά τον κρίσιμο χρόνο δεν ήταν αγνώστου διαμονής, καθόσον η εταιρεία, που έδρευε στην οδό ..., στην οποία συμμετείχε, είχε ήδη πτωχεύσει ήδη από το έτος 1998. Επιπρόσθετα δε ότι αυτός ήταν γνωστής διαμονής στην οδό ... στα... και επομένως η εν λόγω επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως ήταν άκυρη. Επιπλέον δήλωσε ότι η παραπάνω διεύθυνσή του ήταν γνωστή στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών, που του επέδιδε κλήσεις, καθώς επίσης και στις λοιπές Αρχές. Πρέπει να σημειωθεί ότι η Εισαγγελία Πλημ/κών Αθηνών δεν γνώριζε την παραπάνω διεύθυνση του, αφού δεν προσκοσκομίζονται εκ μέρους του σχετικές κλήσεις στην εν λόγω διεύθυνση κατά τον επίδικο χρόνο. Περαιτέρω προέκυψε ότι ο κατηγορούμενος παρότι είχε λάβει γνώση της προκειμένης υποθέσεως, αυτός δεν προέβη, όπως είχε υποχρέωση, στην γνωστοποίηση της νέας του διεύθυνσης στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών. Εξάλλου η εκ μέρους του επικαλούμενη γνωστοποίηση της παραπάνω διεύθυνσής του (οδός ... στην Πταισματοδίκη Πειραιά στις 30-11-2001 δεν καλύπτει την παραπάνω παράλειψη. Περαιτέρω από το προσκομιζόμενο από 27-11-2002 αποδεικτικό επίδοσης προκύπτει ότι αντίγραφο της εκκαλουμένης αποφάσεως επιδόθηκε σε συγκεκριμένο πρόσωπο, ήτοι στην Μ, Προϊσταμένη του Τμήματος Διοίκησης του Δήμου ...και ως εκ τούτου μπορεί να διαγνωσθεί στην προκειμένη περίπτωση ότι τηρήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 161 παρ. 1 του Κ.Ποιν.Δ. Κατά συνέπεια η παραπάνω επίδοση ήταν έγκυρη, απορριπτόμενων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του κατηγορουμένου. Με βάση τα παραπάνω εκτεθέντα η μη απόδειξη διαμονής του κατά το χρόνο επίδοσης της εκκαλουμένης αποφάσεως στη παραπάνω διεύθυνση, γνωστής στην Εισαγγελία Πλημ/κών Αθηνών, από τα ως άνω αποδεικτικά στοιχεία δεν θεμελιώνει λόγο ανώτερης βίας ή ανυπερβλήτου κωλύματος σχετικά με την εκπρόθεσμη άσκηση της εφέσεώς του. Τούτο ενισχύθηκε και από την κατάθεση της εξετασθείσας μάρτυρος στο ακροατήριο, η οποία κατέθεσε ότι ο κατηγορούμενος (πατέρας της) διέμενε στην οδό ... πριν το 2000 και από τις αρχές του 2000 διέμενε στην οδό ... στ, που ήταν γνωστή στις Αρχές (Κ' Δ.Ο.Υ. ...). Κατά συνέπεια το δικαστήριο σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις πρέπει να απορρίψει την κρινόμενη έφεση ως απαράδεκτη λόγω του εκπροθέσμου της ασκήσεώς της".
Η αιτιολογία αυτή της απορριπτικής της εφέσεως, ως εκπρόθεσμης, αποφάσεως είναι η απαιτούμενη από το Σύνταγμα και τον ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού εκτίθενται σ' αυτήν τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν ως αναγκαία για την πληρότητά της, δηλαδή α) η χρονολογία επιδόσεως της εκκαλούμενης απόφασης στον εκκαλούντα (27-11-2002), β) το σχετικό αποδεικτικό επιδόσεως από το οποίο, επισκοπούμενο, προκύπτει ότι η εν λόγω απόφαση παραδόθηκε στην υπάλληλο του Δήμου ... Μ, που είχε οριστεί από το Δήμαρχο για την παραλαβή της και υπογράφει ως παραλαβούσα και τοιχοκολλήθηκε στο δημοσιότερο μέρος της έδρας του Δήμου από τον υπάλληλο του ίδιου Δήμου ..., το ότι δε στο έντυπο μέρος του αποδεικτικού, όπου αναφέρεται διαζευκτικά "παρέδωσα, την απόφαση αυτή στο Δήμαρχο .... ή στον ορισμένο από αυτόν υπάλληλο", δεν διαγράφηκε από προφανή παραδρομή, το πρώτο μέρος της διάζευξης (στο Δήμαρχο ...), δεν δημιουργείται αμφιβολία για το πρόσωπο του παραλάβοντος και γ) η χρονολογία ασκήσεως της εφέσεως (5-6-2008), η οποία κείται πέραν της νόμιμης προθεσμίας ασκήσεώς της. Εφόσον, επομένως, ο εκκαλών, ήδη αναιρεσείων, δεν πρόβαλε με την έφεση ότι είχε καταστήσει γνωστή και στην Εισαγγελική Αρχή που παρήγγειλε την επίδοση της εκκαλούμενης αποφάσεως τη διεύθυνση κατοικίας του στην οδό ...., νομίμως αναζητήθηκε (χωρίς αποτέλεσμα) στη διεύθυνση που αναγραφόταν στη μήνυση ...), ως τελευταία γνωστή κατοικία του και δεν είχε υποχρέωση το δικάσαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο να διαλάβει αιτιολογία στην προσβαλλόμενη απόφαση για το αν αυτός διέμενε ή όχι στην οδό ... που δήλωσε στην έφεση, ούτε υπερέβη την εξουσία του με το να δεχτεί ότι η γενόμενη κατά τα άνω επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης ήταν έγκυρη. Επομένως οι σχετικοί λόγοι αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Η του ΚΠΔ είναι αβάσιμοι. Τέλος η επικαλούμενη από τον αναιρεσείοντα παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ για δίκαιη δίκη, η οποία παραβίαση συνίσταται, κατ' αυτόν, στο, ότι οι αρμόδιες Αρχές τον αναζήτησαν σε διεύθυνση που δεν διέμενε, χωρίς προηγουμένως να ερευνήσουν για να ανεύρουν την πραγματική του κατοικία, δεν θεμελιώνει καθ' εαυτήν ιδιαίτερο λόγο αναιρέσεως πέρα από τους περιοριστικά αναφερόμενους στο άρθρο 510 παρ. 1 του ΚΠΔ λόγους. Μετά από αυτά πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως και να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθ. 583 παρ. 1 του ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 24-7-2009 αίτηση του ., για αναίρεση της υπ' αριθ. 33788/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 17 Μαρτίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 5 Μαΐου 2010.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ