Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1387 / 2008    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Πλαστογραφία, Βούλευμα απαλλακτικό.




Περίληψη:
Πότε υπάρχει αιτιολογία στο παραπεμπτικό βούλευμα. Ορθή και αιτιολογημένη παραπομπή για κακουργηματική πλαστογραφία με χρήση, της κατηγορουμένης, η οποία κατάρτισε πλαστή ιδιόγραφη διαθήκη, την οποία εμφάνισε σε 29 περιπτώσεις σε διάφορες δημόσιες αρχές και υπηρεσίες, καθώς και σε τρίτους, ιδιώτες, σκοπεύοντας να παραπλανήσει τρίτους (το αρμόδιο δικαστήριο για τη δημοσίευση, τον συμβολαιογράφο, μισθωτές κληρονομιαίων ακινήτων) σχετικά με την ιδιότητά της ως κληρονόμου του αναφερομένου διαθέτη και να προσπορίσει στον εαυτό της παράνομο περιουσιακό όφελος, που υπερβαίνει τα 73.000 ευρώ. Οι εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης, εφ’ όσον η πραγματογνωμοσύνη διατάχθηκε κατά την ανάκριση πρέπει να μνημονεύονται χωριστά, ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα. Απορρίπτει αναίρεση.





Αριθμός 1387/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


ΣΤ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο, Βασίλειο Λυκούδη και Ανδρέα Τσόλια - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Στέλιου Γκρόζου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 16 Οκτωβρίου 2007, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση της αναιρεσείουσας -κατηγορουμένης Χ1, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 2100/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και η αναιρεσείουσα -κατηγορουμένη ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 30.1.2007 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 224/2007.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Στέλιος Γκρόζος εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ρούσσου - Εμμανουήλ Παπαδάκη με αριθμό 290/6.7.2007, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Εισάγω υπό την κρίση του Υμετέρου Συμβουλίου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 32 παρ. 1+4, 138 παρ. 2β, 485 παρ. 1 ΚΠΔ, την υπ'αρ. 17/30-1-2007 αίτηση αναιρέσεως της κατηγορουμένης Χ1 (.....) κατά του υπ'αρ. 2100/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών και εκθέτω τα ακόλουθα:
Ι) Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών με το υπ'αρ. 1323/2005 βούλευμά του παρέπεμψε την κατηγορουμένη Χ1 ενώπιον του ακροατηρίου του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών όπως δικασθεί για το κακούργημα της πλαστογραφίας με χρήση σκοπεύοντας να προσπορίσει στον εαυτό της περιουσιακό όφελος με βλάβη τρίτου το δε συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 ευρώ (25.000.000 δρχ.). Μετά από έφεση που άσκησε κατά του βουλεύματος αυτού η κατηγορουμένη, εκδόθηκε το άνω προσβαλλόμενο βούλευμα, με το οποίο απορρίφθηκε κατ'ουσίαν η κριθείσα έφεση και επικυρώθηκε το εκκληθέν. Το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών επεδόθη στην κατηγορουμένη την 22-1-2007 (βλ. σχετικό αποδεικτικό). Η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως είναι νομότυπη και εμπρόθεσμη (αρ. 473 παρ. 1, 474 παρ. 1 ΚΠΔ) αφού ασκήθηκε αυτοπροσώπως από την κατηγορουμένη ενώπιον της αρμοδίου γραμματέως του Εφετείου Αθηνών την 30-1-2007 και περιέχει (αρ. 474 παρ. 2 ΚΠΔ) συγκεκριμένο λόγο αναιρέσεως ήτοι: της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, διότι δεν προσδιορίζει το είδος των αποδεικτικών μέσων έστω και κατά κατηγορία τα οποία έλαβε υπόψη και δεν καλύπτεται (η αιτιολογία) από την επίκληση μεμονωμένων καταθέσεων μαρτύρων. Επίσης δεν συνεξετίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα αλλά ορισμένα επιλεκτικώς από αυτά. Η εισαγγελική πρόταση δεν έχει εμπεριστατωμένες σκέψεις διότι δεν συνεξετίμησε α) την από 13-5-2003 έγκληση της Ψ1 και Ψ2 , β) την από 26-10-2003 αναφορά των ανωτέρω προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, γ) τα από 22-4-2004, 3-3-2005 υπομνήματα προς την 20η Τακτική ανακρίτρια Αθηνών των ως άνω, δ) τις από 4-4-2005 ανωμοτί καταθέσεις των ως άνω πολιτικώς εναγουσών ενώπιον της ιδίας ανακρίτριας. Ενώ ο Εισαγγελεύς εις την πρότασή του μνημονεύει την "διενεργηθείσα γραφολογική πραγματογνωμοσύνη" και τις εκθέσεις των τεχνικών συμβούλων, η μόνη αναφορά που κάνει στο κείμενο της προτάσεως είναι "ιδ. σχ. την από ... των γραφολόγων Γ1 και Γ2, οι οποίοι ρητά εκθέτουν ότι η επίδικη διαθήκη καθ'ολοκληρία πλαστή". Αντιστοίχως δε το προσβαλλόμενο βούλευμα επί του αυτού κεφαλαίου διαλαμβάνει σε επίπεδο κατ'είδους αναφοράς το αποδεικτικό μέσο της πραγματογνωμοσύνης και τις εκθέσεις των τεχνικών συμβούλων. Το προσβαλλόμενο βούλευμα και η ενσωματωθείσα σ'αυτό εισαγγελική πρόταση δεν εκθέτουν το περιεχόμενο κάθε μίας πραγματογνωμοσύνης και κάθε μίας εκθέσεως του τεχνικού συμβούλου ή τουλάχιστον το πόρισμα μίας εκάστης εξ αυτών. Δεν προέρχονται σε συγκριτική στάθμιση και συναξιολόγηση των συμπερασμάτων κάθε μίας πραγματογνωμοσύνης και κάθε μίας εκθέσεως του τεχνικού συμβούλου. Δεν εκθέτουν ποιές είναι σοβαρές αδυναμίες των εκθέσεων των τεχνικών συμβούλων Δ1, Δ2 και Δ3, δεν αναφέρουν τις αδυναμίες των αμέσως προηγουμένων εκθέσεων ως προς το συγκριτικό υλικό. Δεν αναφέρουν τις αδυναμίες των αμέσως προηγουμένων εκθέσεων ως προς την αιτιολόγηση των πορισμάτων τους. Δεν αναφέρουν ποιό είναι το εκτενές και αξιόπιστο συγκριτικό υλικό επί του οποίου οι ορισθέντες πραγματογνώμονες Γ1 και Γ2 κατήρτισαν την πραγματογνωμοσύνη τους, δεν εκθέτουν σε ποία σημεία είναι θεμελιωμένες οι γραφολογικές εκθέσεις των πολιτικώς εναγουσών, δεν καθορίζουν για ποιούς λόγους είναι αξιόπιστη η κρίση των πραγματογνωμόνων και αναξιόπιστη η κρίση των τεχνικών της συμβούλων. Επίσης υποστηρίζει ότι το συμβούλιο δεν εξετίμησε το περιεχόμενο προηγούμενης δημόσιας διαθήκης του Ψ , και ότι με τυπική αιτιολογία απέρριψε το αίτημά της για αυτοπρόσωπη εμφάνιση ενώπιον του συμβουλίου.
Συνεπώς η αίτηση αναιρέσεως είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί ο προβαλλόμενος λόγος αναιρέσεως.

ΙΙ) Στο παραπεμπτικό βούλευμα υπάρχει η από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Π.Δ. επιβαλλομένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, όταν εκτίθενται σ'αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την ανάκριση, τα οποία θεμελιώνουν την ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου προσώπου για το έγκλημα για το οποίο ασκήθηκε κατ'αυτού ποινική δίωξη, αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά, χωρίς να απαιτείται ν'αναφέρεται το περιεχόμενο κάθε αποδεικτικού στοιχείου και τί προκύπτει απ'αυτό και να προσδιορίζονται οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους το συμβούλιο έκρινε ότι από τα περιστατικά αυτά προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο (Α.Π. 1303/2002 σε Συμβ. Π.Χρ. ΝΓ/496, ΑΠ 1425/2002 σε Συμβ. Π.Χρ. ΝΓ/510). Η αιτιολογία επιτρεπτώς γίνεται με αναφορά στην ενσωματωμένη στο βούλευμα εισαγγελική πρόταση, καλύπτει δε η αναφορά αυτή και το στοιχείο της μνείας των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στην πρόταση αυτή (Α.Π. 861/2004 Π.Χρ. ΝΕ/2005 σελ. 408).


ΙΙΙ) Κατά την έννοια της διατάξεως του αρ. 216 παρ. 1 Π.Κ. για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της πλαστογραφίας απαιτείται αντικειμενικά μεν η εξαρχής κατάρτιση εγγράφου από τον υπαίτιο, ο οποίος εμφανίζει τούτο ως καταρτισμένο από άλλον, ή η νόθευση γνησίου εγγράφου, δηλαδή η αλλοίωση της εννοίας ή της αποδεικτικής του ισχύος με μεταβολή του περιεχομένου του με προσθήκη ή εξάλειψη λέξεων αριθμών ή σημείων, υποκειμενικά δε δόλος του υπαιτίου, που ενέχει την γνώση και την θέληση των περιστατικών τα οποία απαρτίζουν την πράξη, επί πλέον δε ως πρόσθετο υποκειμενικό στοιχείο και σκοπός του δράστη όπως με τη χρήση του πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου παραπλανήσει άλλον για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, δηλαδή δημιουργία, κατάργηση ή μεταβίβαση εννόμως προστατευομένου δικαιώματος (Α.Π. 224/2001 Π.Χρ. ΝΒ/426).
Η πλαστογραφία προσλαμβάνει κακουργηματικό χαρακτήρα και ο υπαίτιος τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών: α) αν ο δράστης σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον ή σκόπευε να βλάψει άλλον, εάν το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 25.000.000 δρχ. και β) αν ο υπαίτιος διαπράττει πλαστογραφίες κατ'επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 5.000.000 δρχ. (η παρ. 3 αρ. 216 ΠΚ, ως ετροποποιήθη με αρ. 14 παρ. 2 και 2β Ν. 2721/99 και ισχύει από 3-6-1999). Ως περιουσιακό όφελος νοείται κάθε βελτίωση της περιουσιακής καταστάσεως του δράστου ή άλλου υπέρ του οποίου ενεργεί, η οποία επέρχεται με την αύξηση της οικονομικής αξίας της περιουσίας του ωφελουμένου ή προσπόριση άλλων ωφελημάτων οικονομικού χαρακτήρα ή με αποσόβηση μειώσεως της περιουσίας του με βλάβη άλλου, η οποία και μόνη αρκεί για την θεμελίωση της πλαστογραφίας σε βαθμό κακουργήματος, αν το όφελος ή η βλάβη υπερβαίνουν τα 25.000.000 δρχ. (Τούση-Γεωργίου Ερμ.Π.Κ. 'Εκδοση Γ υπ'αρ. 216 σελ. 556 επομ., Γάφου Ειδ. Ποινικό Τεύχος Β σελ. 79 επ. Α.Π. 1320/2005 Ποιν.Δικ/σύνη 2006 σελ. 120, Α.Π. 1146/2006 Ποιν.Δικ/σύνη 2006 σελ. 1466). Κατά την διάταξη του αρ. 13 εδαφ. γ Π.Κ. έγγραφο είναι κάθε γραπτό που προορίζεται ή είναι πρόσφορο να αποδείξει γεγονός που έχει έννομη σημασία όπως και κάθε σημείο που προορίζεται να αποδείξει ένα τέτοιο γεγονός....." (Γάφου Ειδ. Ποινικό Τεύχος Β: "η έννοια του εγγράφου" σελ. 71-78).
IV) Στην προκειμένη περίπτωση το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών αφού προσδιορίζει κατ'είδος (φύλλο 7 σελ. β) τα αποδεικτικά μέσα στα οποία στήριξε την κρίση του με επιτρεπτή αναφορά στην ενσωματωμένη στο βούλευμα πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών αλλά και με ίδιες πρόσθετες σκέψεις εδέχθη τα ακόλουθα:
Η κατηγορουμένη Χ1 είχε πολύχρονη γνωριμία με τον Ψ η αδελφό της πρώτης των μηνυτριών Ψ1 και θείου της δεύτερης Ψ2, που έχει μητέρα της την Ψ1.
Η εν λόγω γνωριμία με την πάροδο του χρόνου εξελίχθηκε σε ερωτικό δεσμό. Όμως, ο Ψ στις 29/4/2002 απεβίωσε στο θεραπευτικό κέντρο με την επωνυμία "ΕΥΡΩΚΛΙΝΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ", κατόπιν προηγηθείσας νοσηλείας του σ' αυτήν.
Κληρονόμος εξ αδιαθέτου του αποβιώσαντος Ψ ήταν η αδελφή του και πρώτη μηνύτρια Ψ1. Όμως αυτή αποποιήθηκε την κληρονομιά του, με συνέπεια να επαχθεί αυτή στην κόρη της και ανηψιά του αποβιώσαντος Ψ2.
Ενώ δε έτσι είχαν τα πράγματα η πρώην, γνωστή και ερωμένη του αποβιώσαντος η κατηγορουμένη Χ1 κατάρτισε πλαστό έγγραφο, υπό τύπο ιδιογράφου διαθήκης, με ημερομηνία δήθεν σύνταξης της την 26-3-2002 (ιδ. σχ. την από .... έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης των γραφολόγων Γ1 και Γ2, οι οποίοι ρητά εκθέτουν ότι η επίδικη διαθήκη είναι καθ' ολοκληρία πλαστή), κατ' απομίμηση του γραφικού χαρακτήρα του αποβιώσαντος. Σκοπεύοντας έτσι να παραπλανήσει με την χρήση της εν λόγω πλαστής διαθήκης, άλλους, για να προσπορίσει στον εαυτό της περιουσιακό όφελος με αντίστοιχη βλάβη τρίτου. Το συνολικό δε όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 ευρώ (25.000.000).
Με την ως άνω καταρτισθείσα από αυτήν πλαστή διαθήκη αποκλείστηκαν οι ως άνω κληρονόμοι εξ αδιαθέτου (μοναδικοί) αδελφή και ανηψιά του. Γιατί ο δήθεν συντάκτης της και αποβιώσας Ψ κατέστησε "κληρονόμο" του στην ακίνητη περιουσία την κατηγορουμένη. Τα δε ακίνητα που δήθεν της κατέλειπε είναι αξίας 10.000.000 ευρώ. Για να παραπλανήσει δε η κατηγορουμένη τους τρίτους (μεταξύ των οποίων είναι και οι μηνύτριες) ως προς ότι η επίμαχη διαθήκη ήταν δήθεν γνήσια, ανάφερε σ' αυτή (τη/ πλαστή διαθήκη) και ως δήθεν κληρονόμους το Δημόσιο, τον Οργανισμό Σχολικών κτιρίων και την Αρχιεπισκοπή Αθηνών σε έτερα μεμονωμένα ακίνητα του αποβιώσαντος.
Στην επίδικη πλαστή διαθήκη έθεσε αυτή τον τίτλο "Η Διαθήκη μου", ως δήθεν ημερομηνία σύνταξής της την 26/3/2002 και στο τέλος αυτής, κατ' απομίμηση την υπογραφή του αποβιώσαντος. Στην πράξη της αυτή προέβη με σκοπό να παραπλανήσει κάθε τρίτο (το αρμόδιο για τη δημοσίευση και κήρυξη της ως κυρίας δικαστήριο, τον συμβολαιογράφο που θα συνέτασσε την αποδοχή κληρονομιάς, τις μηνύτριες - αληθείς κληρονόμους, τους μισθωτές των κληρονομιαίων ακινήτων κ.λ.π.) σχετικά με το γεγονός της ιδιότητος ως βασικής κληρονόμου του ανωτέρω αποβιώσαντος, σκοπεύοντας να προσπορίσει στον εαυτό της περιουσιακό όφελος, που συνίστατο στην ανωτέρω αξία της ακίνητης περιουσίας του διαθέτη, στην οποία οριζόταν ως κληρονόμος, με αντίστοιχη ισόποση βλάβη των αληθινών εξ' αδιαθέτου κληρονόμων του, που ήταν η αδελφή του, πρώτη μηνύτρια και μετά την αποποίηση της κληρονομιάς από αυτήν, η θυγατέρα της και ανιψιά του, δεύτερη μηνύτρια. Στη συνέχεια έκανε χρήση της πλαστής αυτής διαθήκης εμφανίζοντάς την 1) στις 3-4-2003 στην υπηρεσία της Διεύθυνσης Μητρώων Δημοτολογίου, προκειμένου να δικαιολογήσει το έννομο συμφέρον της για τη λήψη του πιστοποιητικού εγγυτέρων συγγενών με αριθμό ......, 2) στις 19-3-2003 στο Μονομελές Πρωτοδικείο Κορίνθου, όπου με αίτηση της αυτή (διαθήκη) δημοσιεύθηκε με το πρακτικό με αριθμό ...., 3) στις 16-4-2003 στο ίδιο Δικαστήριο, κατά τη συζήτηση της αίτησης για έκδοση κληρονομητηρίου, 4) στις 23-4-2003 στις μηνύτριες, στις οποίες την επέδωσε μαζί με την από 21-4-2003 εξώδικη προς αυτές δήλωση της, 5) στις 9-5-2003 στους μισθωτές των κληρονομιαίων ακινήτων Κ1, Κ2, Κ3 και Κ4, στους οποίους την επέδωσε μαζί με την από 5-5-2003 εξώδικη προς αυτούς δήλωση της, 6)στην Αθήνα, στις 17-2-2003 ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, μαζί με την από 17-2-2003 αίτηση της για δημοσίευση της και κήρυξη της ως κυρίας, 7) στην Πάτρα, στις 29-4-2003 ενώπιον του Αξιωματικού Υπηρεσίας του Α.Τ. Λουτρακίου, προκειμένου, λόγω της ιδιότητας της ως εκ διαθήκης κληρονόμου του φερομένου ως διαθέτη Ψ, να της επιτραπεί η είσοδος σε εξοχική κατοικία αυτού στο ......, 8) στην Αθήνα στις 5-3-2003, ενώπιον της Β' Δ.Ο.Υ. Πατρών, κατά την υποβολή της υπό ίδια ημερομηνίας δήλωσης της φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2003, 9) στην Αθήνα, στις 2-4-2003, ενώπιον της Ληξιάρχου Αθηνών, προκειμένου να την πείσει ότι έχει έννομο συμφέρον ως εκ διαθήκης κληρονόμος του φερόμενου ως διαθέτη, ώστε να προβεί σε διόρθωση του ονόματος πατρός αυτού από .... σε Ν1, 10) στην Αθήνα, στις 5-5-2003, ενώπιον του Προϊσταμένου του Κτηματολογίου Χαλανδρίου, προκειμένου να της χορηγηθούν κτηματολογικά στοιχεία σχετικά με ακίνητα της ίδιας κληρονομιάς, που βρίσκονται στο Δήμο Χαλανδρίου, ώστε να προβεί σε αποδοχή της κληρονομιάς ως προς αυτά, 11) στην Αθήνα, στις 13-5-2003 ενώπιον του Προϊσταμένου του Γενικού Κτηματολογίου Πρωτευούσης, προκειμένου να της χορηγηθούν κτηματολογικά στοιχεία σχετικά με ακίνητο της κληρονομιάς του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, που βρίσκεται στο Δήμο Καλλιθέας, ώστε να προβεί σε αποδοχή της κληρονομιάς ως προς αυτό, 12) στην Αθήνα, στις 13-5-2003, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών Δημητρίου Κωφόπουλου, ώστε να συντάξει τις πράξεις αποδοχής κληρονομιάς με αριθμό ... και ....., 13) στην Αθήνα, στις ..., στην Δ.Ο.Υ. Δ' Αθηνών, προκειμένου να προβεί στη δήλωση φόρου κληρονομιάς με αριθμό ...., 14) στην Αθήνα, στις ...., στην ίδια Δ.Ο.Υ., προκειμένου να προβεί στην συμπληρωματική δήλωση φόρου κληρονομιάς με αριθμό ...., 15) στην Πάτρα, στις 9-5-2003, ενώπιον του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πατρών, προκειμένου να πειστεί ότι υπάρχει έννομο συμφέρον της ως κληρονόμου του φερόμενου ως διαθέτη Ψ και να παραγγείλει στο Συμβολαιογράφο Αθηνών Νικόλαο Αναστασάκη να της χορηγήσει τα αναγραφόμενα στην από 9-5-2003 αίτηση της δικηγόρου της αντίγραφα συμβολαίων και άλλα έγγραφα από το φάκελλο του φερόμενου ως διαθέτη, 16) στην Αθήνα, στις 15-5-2003, προς τον Ο1 μισθωτή ενός ακινήτου κυριότητος του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, επί της οδού ... αριθμός ..., μαζί με την από 5-5-2003 εξώδικη πρόσκληση της προς πληρωμή σ' αυτή, ως εκ διαθήκης κληρονόμου του εκμισθωτή του μισθώματος του ακινήτου, 17) στην Αθήνα, στις 16-5-2003, προς τον Ο2, μισθωτή ενός ακινήτου κυριότητος του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, επί της οδού .., αριθ. ...., μαζί με την από 5-5-2003 εξώδικη πρόσκληση της προς πληρωμή σ' αυτή ως εκ διαθήκης κληρονόμου του εκμισθωτή, του μισθώματος του ακινήτου, 18) στην Αθήνα, στις 16-5-2003, προς την εταιρεία με την επωνυμία ".... ΟΕ", που εδρεύει στην Αθήνα στην οδό....., μισθώτρια ενός ακινήτου κυριότητος του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, στην ανωτέρω οδό, μαζί με την από 5-5-2003 εξώδικη πρόσκληση της προς πληρωμή σ' αυτή, ως εκ διαθήκης κληρονόμου του εκμισθωτή, του μισθώματος του ακινήτου, 19) στην Αθήνα, στις 16-5-2003, προς τον Ο3, μισθωτή ενός ακινήτου κυριότητος του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, επί της οδού ..., αριθμ. ....., μαζί με την από 5-5-2003 εξώδικη πρόσκληση της προς πληρωμή σ' αυτή, ως εκ διαθήκης κληρονόμου του εκμισθωτή, του μισθώματος του ακινήτου, 20) στην Αθήνα, στις 19-5-2003, προς τον Ο4, μισθωτή ενός ακινήτου κυριότητος του φερομένου ως διαθέτη Ψ, επί της οδού .... αριθ. ...., μαζί με την από 5-5-2003 εξώδικη πρόσκληση της προς πληρωμή σ' αυτή, ως εκ διαθήκης κληρονόμου του εκμισθωτή του μισθώματος του ακινήτου, 21) στην Αθήνα στις 9-6-2003 στο κατάστημα της Εμπορικής Τράπεζας Αγίας Ελεούσας, προκειμένου να πειστούν ότι έχει έννομο συμφέρον ως εκ διαθήκης κληρονόμος του φερόμενου ως διαθέτη Ψ και να της γνωρίσουν το υπόλοιπο του τραπεζικού λογαριασμού του αυτός διατηρούσε, 22) στην Αθήνα, στις 9-6-2003 στο κατάστημα της ίδιας Τράπεζας στον Ταύρο, προκειμένου να την ενημερώσουν για το αν υπάρχει ατομικός λογαριασμός στο όνομα του ως άνω φερομένου ως διαθέτη, 23)στην Αθήνα, στις 9-6-2003 στο κατάστημα της αυτής Τράπεζας στο Παλαιό Φάληρο, προκειμένου να την ενημερώσουν για το υπόλοιπο των τραπεζικών λογαριασμών που τηρούσε ο φερόμενος ως διαθέτης, 24) στην Αθήνα τον Ιούνιο του 2003 προς τον Ο5, νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρείας με την επωνυμία "ΧΑΤΣΙΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ", που εδρεύει στο Ν. Ψυχικό Αττικής, Περικλέους αρ. 4, προκειμένου να προχωρήσει σε μεταβίβαση προς την εταιρεία αυτή, της κυριότητος ενός ακινήτου της κληρονομιάς του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, που βρίσκεται στην ... Αττικής στη συμβολή των οδών ...., ... και ....., 25) στην Αθήνα, στις 3-7-2003, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών Δημητρίου Κωφόπουλου προκειμένου αυτός να συντάξει την πράξη αποδοχής κληρονομιάς με αριθμό ....., 26) στην Αθήνα, στις 1-8-2003 ενώπιον της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, ως σχετικό έγγραφο της από 31-7-2003 μήνυσης της κατά των ανωτέρω νομίμων εξ αδιαθέτου κληρονόμων του φερομένου ως διαθέτη Ψ, την οποία κατέθεσε την ίδια ημέρα, 27) στην Πάτρα στις 23-10-2003, ενώπιον του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πατρών, προκειμένου να πειστεί ότι υπάρχει έννομο συμφέρον της ως κληρονόμου του φερόμενου ως διαθέτη Ψ και να διαβιβάσει την από 22-10-2003 αίτηση της προς την εταιρεία με την επωνυμία "ΕΥΡΩΚΛΙΝΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ ΑΕ", που εδρεύει στην Αθήνα, για χορήγηση σ' αυτήν βεβαίωσης σχετικά με την νοσηλεία του ανωτέρω φερόμενου ως διαθέτη και αντίγραφα του φάκελλο νοσηλείας του. Και 28) στην Αθήνα, στις 18-12-2003, ενώπιον του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών, προκειμένου να τον πείσει ότι έχει έννομο συμφέρον και να της χορηγήσει εισαγγελική παραγγελία για να λάβει από την Συμβολαιογράφο Πειραιώς Παρασκευή Δασκαλάκη αντίγραφα πληρεξουσίων του φερόμενου ως διαθέτη προς την Ψ1.
'Οθεν φρονούμε ότι κατά της εκκαλούσας κατηγορουμένης Χ1 προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις ικανές να στηρίξουν δημόσια στο ακροατήριο κατηγορία για την ως άνω πράξη της πλαστογραφίας που τις αποδίδεται.
Κατ' ακολουθία των ανωτέρω φρονούμε ότι πρέπει, σύμφωνα με τα άρθρα 317, 318, 319 και 481 ΚΠΔ, να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, η ως άνω έφεση της εκκαλούσας κατηγορουμένης κατά του με αρ. 1325/2005 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών και να επικυρωθεί το εν λόγω εκκαλούμενο βούλευμα.
Όσον αφορά τώρα το αίτημα της εκκαλούσας, το οποίο υποβλήθηκε με την ένδικη έφεση της και με το οποίο ζητάει αυτή να της επιτραπεί η αυτοπρόσωπη εμφάνιση της ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών για να αναπτύξει και προφορικά την υπόθεση της, πρέπει να απορριφθεί αυτό ως κατ' ουσίαν αβάσιμο. Αφού η αιτούσα - εκκαλούσα κατηγορουμένη έχει αναπτύξει επαρκώς και διεξοδικά τους ισχυρισμούς της για την κρινόμενη υπόθεση, τόσο με την απολογία της και το απολογητικό της υπόμνημα, όσο και με την έφεση της.
Με ίδιες δε πρόσθετες σκέψεις εδέχθη:
Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για τη στήριξη δημόσιας στο ακροατήριο κατηγορίας εναντίον της εκκαλούσας κατηγορουμένης για την αξιόποινη πράξη της πλαστογραφίας με χρήση του πλαστού από υπαίτιο που σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του παράνομο περιουσιακό όφελος, βλάπτοντας τρίτο, από την οποία (πράξη) το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν αντιστοίχως το ποσό των 73.000. Συγκεκριμένα προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ότι ο κατηγορουμένη στην Αθήνα, σε χρόνο που δεν διαπιστώθηκε ακριβώς, πάντως μετά το θάνατο του Ψ, που επήλθε στις 29.4.2002, και μέχρι τις 17.2.2003, συνέταξε ιδιόγραφη διαθήκη του εν λόγω Ψ με φερόμενη χρονολογία σύνταξης την 26.3.2002, θέτοντας σ' αυτήν κατ' απομίμηση την υπογραφή του τελευταίου, με την οποία εκείνος φέρεται να εγκαθιστά ως κληρονόμους του, σε ορισμένα μεμονωμένα ακίνητα, την αδελφή του Ψ1, το Ελληνικό Δημόσιο, τον Οργανισμό Σχολικών Κτιρίων και την Αρχιεπισκοπή Αθηνών, και στην υπόλοιπη ακίνητη περιουσία του, αξίας 10.000.000 ευρώ περίπου, την ίδια (κατηγορουμένη). Ακολούθως η κατηγορουμένη έκανε χρήση της πλαστής αυτής διαθήκης σε 29 περιπτώσεις, μέσα στο χρονικό διάστημα από τις 3.4.2003 έως τις 22.12.2003, όπως ειδικότερα εκτίθεται στην εισαγγελική πρόταση και στο προσβαλλόμενο βούλευμα. Με την πράξη της αυτή η κατηγορουμένη σκόπευε να παραπλανήσει τους τρίτους (το αρμόδιο δικαστήριο για τη δημοσίευση και την κήρυξη της πιο πάνω πλαστής διαθήκης ως κυρίας, το συμβολαιογράφο για τη σύνταξη πράξης αποδοχής κληρονομιάς, τους αληθείς κληρονόμους, τους μισθωτές των κληρονομιαίων ακινήτων κλπ.) σχετικά με τη φερόμενη ιδιότητα της ως κληρονόμου του Ψ και να προσπορίσει στον εαυτό της παράνομο περιουσιακό όφελος που υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ με αντίστοιχη ζημία των αληθινών (εξ αδιαθέτου) κληρονόμων του τελευταίου. Συμπληρωματικά πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Η γνωμοδότηση των διορισθέντων από την Ανακρίτρια του 2ου Τακτικού Τμήματος του Πρωτοδικείου Αθηνών πραγματογνωμόνων Γ1 και Γ2, ειδικών δικαστικών γραφολόγων, για την πλαστότητα της επίμαχης ιδιόγραφης διαθήκης, η οποία βασίζεται σε εκτενές και αξιόπιστο συγκριτικό υλικό και εκφέρεται με πληρότητα, εξαντλητική ανάλυση και στερεή θεμελίωση, παρέχει εχέγγυα επαρκούς αξιοπιστίας. Η αξιοπιστία της εν λόγω πραγματογνωμοσύνης ενισχύεται και από τις θεμελιωμένες με πληρότητα και πειστικό τρόπο γραφολογικές εκθέσεις των τεχνικών συμβούλων των εγκαλουσών Ζ1 (από ...., ... και ...) και Ζ2 (από ....). Αντίθετα οι γραφολογικές εκθέσεις; των τεχνικών συμβούλων της κατηγορουμένης Χ (από ....), Δ2 (από ...) και Δ3 (από ....), οι οποίοι εκφέρουν την γνώμη ότι η κρίσιμη ιδιόγραφη διαθήκη είναι γνήσια, ενέχουν σοβαρές αδυναμίες τόσο ως προς το συγκριτικό υλικό, όσο και ως προς αιτιολόγηση των πορισμάτων τους, με συνέπεια η αξιοπιστία τους να εμφανίζεται μειωμένη. Η κατηγορουμένη προσκομίζει ενώπιον του Συμβουλίου τούτου, ως νέο στοιχείο, αντίγραφο της συνταχθείσας ενώπιον της συμβολαιογράφου Σοφίας Φούφα προγενέστερης δημόσιας διαθήκης .... του Ψ, με την οποία ο τελευταίος φέρεται να εγκαθιστά ως κληρονόμο του στο μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του την κατηγορουμένη. Όμως η ύπαρξη απλώς της εν λόγω διαθήκης, για την οποία, ας σημειωθεί, ο Ανακριτής του 20ου Τμήματος του Πρωτοδικείου Αθηνών, ενεργώντας, με βάση το άρθρο 250 παρ.2 ΚΠΔ, κατά τη διάρκεια άλλης ανάκρισης, ζήτησε από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, να εξετάσει στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, σύμφωνα με το άρθρο 43 ΚΠΔ, και το ζήτημα, μεταξύ άλλων, της τέλεσης του εγκλήματος της πλαστογραφίας δημόσιας διαθήκης (βλ. το από 28.2.2006 σχετικό έγγραφο του εν λόγω ανακριτή), δεν είναι σε θέση να κλονίσει τις υπάρχουσες επαρκείς ενδείξεις για την πλαστογράφηση της επίμαχης ιδιόγραφης διαθήκης. Ενόψει των προεκτεθέντων, δεν κρίνεται αναγκαίο να διαταχθεί συμπληρωματική κύρια ανάκριση προς το σκοπό ιδίως διενέργειας νέας γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, όπως ζητεί η κατηγορουμένη με το από 26.5.2006 συνοπτικό υπόμνημα της. Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι το ζήτημα της διενέργειας πραγματογνωμοσύνης και γενικά της συμπλήρωσης της ανάκρισης ανήκει στην κυριαρχική κρίση του Συμβουλίου Εφετών, η οποία δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου (βλ. ΑΠ 966/1984, Π.Χ. 1985, 149), και δεν εξαρτάται από την υποβολή σχετικού αιτήματος εκ μέρους των διαδίκων, για το οποίο δεν είναι αναγκαίο να γίνεται ειδική αναφορά στην εισαγγελική πρόταση. Εξάλλου, το περιεχόμενο στο προαναφερόμενο συνοπτικό υπόμνημα της κατηγορουμένης αίτημα για αυτοπρόσωπη εμφάνιση της ενώπιον του Συμβουλίου τούτου αποτελεί απλώς επανάληψη της πιο πάνω αρχικώς υποβληθείσας σχετικής αίτησης της και για το λόγο αυτό δεν χρειάζεται νέα εισαγγελική πρόταση, αφού το αίτημα αυτό καλύπτεται πλήρως από τα ήδη εκτεθέντα για την αυτοπρόσωπη εμφάνιση της κατηγορουμένης στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση. Ύστερα από αυτά που προεκτέθηκαν, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, να επικυρωθεί το προσβαλλόμενο παραπεμπτικό βούλευμα και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα, ποσού 210 ευρώ, σε βάρος της εκκαλούσας (583 παρ.1 ΚΠΔ). V) Από τα ανωτέρω σαφώς προκύπτει ότι το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών με αυτά που εδέχθη και ακολούθως απέρριψε με το προσβαλλόμενο βούλευμά του ως ουσιαστικά αβάσιμη την έφεση, της αναιρεσείουσας κατηγορουμένης κατά του πρωτοδίκου υπ'αρ. 1325/2005 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ'αυτό με σαφήνεια πληρότητα, χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του παραπάνω εγκλήματος, για το οποίο κρίθηκε παραπεμπτέα, τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους νομικούς συλλογισμούς, με τους οποίους υπήγαγε αυτά στην ουσιαστική ποινική διάταξη του αρ. 216 § § 1+3 Π.Κ., την οποία ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να την παραβιάσει ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας δεν ήταν ανάγκη να διαληφθούν και τα αναφερόμενα στην κρινόμενη αίτηση επί πλέον στοιχεία. Ειδικότερα το προσβαλλόμενο βούλευμα ρητώς αναφέρει ότι προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ότι η κατηγορουμένη στην Αθήνα σε χρόνο που δεν διαπιστώθηκε ακριβώς κείμενο πάντως (μεταξύ 29-9-2002 έως 17-2-2003 (φύλλο 8 σελ.α) συνέταξε ιδιόγραφη διαθήκη του Ψ με φερόμενη χρονολογία συντάξεως την 26-3-2002, θέτοντας σ'αυτήν κατ'απομίμηση την υπογραφή του τελευταίου με την οποία φέρεται εκείνος να εγκαθιστά ως κληρονόμους του, σε ορισμένα μεμονωμένα ακίνητα, την αδελφή του Ψ1, το Ελλ. Δημόσιο, τον Οργανισμό Σχολικών Κτιρίων και την Αρχιεπισκοπή Αθηνών, και στην υπόλοιπη ακίνητη περιουσία του, αξίας 10.000.000 ευρώ περίπου, την ίδια (κατηγορουμένη). Μνημονεύονται αναλυτικώς οι 29 περιπτώσεις κατά τις οποίες η κατηγορουμένη έκανε χρήση της πλαστής διαθήκης καθώς και ο σκοπός της παραπλανήσεως των τρίτων ως ειδικότερα εκτίθεται. Το Συμβούλιο (φύλλο 8 σελ. α') με ειδικές σκέψεις (ως εκτίθεται στην παράγραφο
ΙV της παρούσας) αξιολόγησε την έκθεση των πραγματογνωμόνων (που διόρισε η Ανακρίτρια του 2ου Τακτικού Τμήματος) Γ1 και Γ2 ειδικών γραφολόγων για την πλαστότητα της επίμαχης ιδιόγραφης διαθήκης ότι βασίζεται σε εκτενές και αξιόπιστο συγκριτικό υλικό και εκφέρεται με πληρότητα, εξαντλητική ανάλυση και στέρεη θεμελίωση ώστε να παρέχει τα εχέγγυα αξιοπιστίας. Επίσης κρισιολογεί και τις γραφολογικές εκθέσεις των τεχνικών συμβούλων εκατέρας πλευράς με τέτοιο τρόπο ώστε να μην υφίσταται ουδένα κενό στην αιτιολογία. 'Οσον αφορά την απόρριψη του αιτήματος της κατηγορουμένης για αυτοπρόσωπη εμφάνισή της στο συμβούλιο παρατηρούμε ότι στην ενσωματωμένη στο βούλευμα εισαγγελική πρόταση υπάρχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία διότι εξηγούνται πλήρως οι λόγοι της απορρίψεως.
Κατά συνέπεια η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως θα πρέπει να απορριφθεί κατ'ουσίαν και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα.
Για τους λόγους αυτούςΠροτείνω
Α) Να απορριφθεί η υπ'αρ. 17/30-1-2007 αίτηση αναιρέσεως της κατηγορουμένης Χ1 κατά του υπ'αρ. 2100/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Β) Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα στην αναιρεσείουσα.
Αθήνα 4 Απριλίου 2007
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ρούσσος-Εμμανουήλ Παπαδάκης
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
ΕΠΕΙΔΗ, κατά το άρθρο 216 του Ποινικού Κώδικα, στοιχείο του εγκλήματος της πλαστογραφίας είναι η κατάρτιση πλαστού ή η νόθευση εγγράφου, προκειμένου με τη χρήση του να παραπλανηθεί άλλος, για γεγονός που μπορεί να έχει έννομη συνέπεια, δηλαδή είναι σημαντικό για την παραγωγή, διατήρηση, μεταβολή ή απόσβεση δικαιώματος, ή έννομης σχέσεως. Η πλαστογραφία έχει κακουργηματική μορφή και ο δράστης τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών α) αν σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον ή σκόπευε να βλάψει άλλον, εάν το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 ευρώ και β) αν διαπράττει πλαστογραφίες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ. Ως περιουσιακό όφελος θεωρείται κάθε βελτίωση της περιουσιακής καταστάσεως του δράστη ή άλλου υπέρ του οποίου ενεργεί, η οποία επέρχεται με την αύξηση της οικονομικής αξίας της περιουσίας εκείνου που ωφελείται ή προσπόριση άλλων ωφελημάτων οικονομικού χαρακτήρα ή με αποσόβηση μειώσεως της περιουσίας του με βλάβη άλλου, η οποία και μόνη αρκεί για τη θεμελίωση της πλαστογραφίας σε βαθμό κακουργήματος, αν το όφελος ή η βλάβη υπερβαίνουν τα 73.000 ευρώ. Εξάλλου, το παραπεμπτικό βούλευμα έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. δ' του ίδιου Κώδικα, όταν εκτίθενται σ' αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την ανάκριση, τα οποία θεμελιώνουν την ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου για το έγκλημα για το οποίο ασκήθηκε κατ' αυτού ποινική δίωξη, αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά, χωρίς να απαιτείται να αναφέρεται το περιεχόμενο κάθε αποδεικτικού στοιχείου και τι προκύπτει απ' αυτό και να προσδιορίζονται οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους το συμβούλιο έκρινε ότι από τα περιστατικά αυτά προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Η αιτιολογία επιτρεπτώς γίνεται με αναφορά στην ενσωματωμένη στο βούλευμα εισαγγελική πρόταση, καλύπτει δε η αναφορά αυτή και το στοιχείο της μνείας των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στην πρόταση αυτή. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το βούλευμα, το οποίο αναιρεσιβάλλεται, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με αναφορά στην πρόταση του Εισαγγελέως Εφετών, δέχθηκε ανελέγκτως ότι, από τα αποδεικτικά μέσα που μνημονεύει κατ' είδος, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, με βάση τα οποία προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις προς παραπομπή της αναιρεσείουσας ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (κακουργημάτων) απορρίπτοντας συγχρόνως αίτημά της για αυτοπρόσωπη εμφάνιση ενώπιόν του, για την προφορική ανάπτυξη των απόψεών της επί της κρινόμενης υποθέσεως: "Η κατηγορουμένη Χ1 είχε πολύχρονη γνωριμία με τον Ψ, αδελφό της πρώτης των μηνυτριών Ψ1 και θείο της δεύτερης Ψ2, που έχει μητέρα της την Ψ1. Η εν λόγω γνωριμία με την πάροδο του χρόνου εξελίχθηκε σε ερωτικό δεσμό. Όμως, ο Ψ, στις 29.4.2002, απεβίωσε στο θεραπευτικό κέντρο με την επωνυμία "ΕΥΡΩΚΛΙΝΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ", κατόπιν προηγηθείσας νοσηλείας του σ' αυτήν. Κληρονόμος εξ αδιαθέτου του αποβιώσαντος Ψ ήταν η αδελφή του και πρώτη μηνύτρια Ψ1. Όμως, αυτή αποποιήθηκε την κληρονομιά του, με συνέπεια να επαχθεί αυτή στην κόρη της και ανιψιά του αποβιώσαντος ...... Ενώ δε έτσι είχαν τα πράγματα, η πρώην, γνωστή και ερωμένη του αποβιώσαντος, η κατηγορουμένη Χ1 κατάρτισε πλαστό έγγραφο, υπό τύπο ιδιογράφου διαθήκης, με ημερομηνία δήθεν σύνταξης την 26.3.2002 (ιδ. σχ. την από ..... έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης των γραφολόγων Γ1 και Γ2, οι οποίοι ρητά εκθέτουν ότι η επίδικη διαθήκη είναι καθ' ολοκληρία πλαστή), κατ' απομίμηση του γραφικού χαρακτήρα του αποβιώσαντος. Σκοπεύοντας έτσι να παραπλανήσει με την χρήση της εν λόγω πλαστής διαθήκης, άλλους, για να προσπορίσει στον εαυτό της περιουσιακό όφελος με αντίστοιχη βλάβη τρίτου. Το συνολικό δε όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 ευρώ (25.000.000 δρχ.). Με την ως άνω καταρτισθείσα από αυτήν πλαστή διαθήκη, αποκλείστηκαν οι ως άνω κληρονόμοι εξ αδιαθέτου (μοναδικοί) αδελφή και ανιψιά του. Γιατί ο δήθεν συντάκτης της και αποβιώσας Ψ κατέστησε "κληρονόμο" του στην ακίνητη περιουσία την κατηγορουμένη. Τα δε ακίνητα που δήθεν της κατέλειπε είναι αξίας 10.000.000 ευρώ. Για να παραπλανήσει δε η κατηγορουμένη τους τρίτους (μεταξύ των οποίων είναι και οι μηνύτριες) ως προς το ότι η επίμαχη διαθήκη ήταν δήθεν γνήσια, ανάφερε σ' αυτή (την πλαστή διαθήκη) και ως δήθεν κληρονόμους το Δημόσιο, τον Οργανισμό Σχολικών Κτηρίων και την Αρχιεπισκοπή Αθηνών σε έτερα μεμονωμένα ακίνητα του αποβιώσαντος. στην επίδικη πλαστή διαθήκη έθεσε αυτή τον τίτλο "Η Διαθήκη μου", ως δήθεν ημερομηνία σύνταξής της την 26.3.2002 και στο τέλος αυτής, κατ' απομίμηση την υπογραφή του αποβιώσαντος. Στην πράξη της αυτή προέβη με σκοπό να παραπλανήσει κάθε τρίτο (το αρμόδιο για τη δημοσίευση και κήρυξή της ως κυρίας δικαστήριο, τον συμβολαιογράφο που θα συνέτασσε την αποδοχή κληρονομιάς, τις μηνύτριες - αληθείς κληρονόμους, τους μισθωτές των κληρονομιαίων ακινήτων κ.λ.π) σχετικά με το γεγονός της ιδιότητος ως βασικής κληρονόμου του ανωτέρω αποβιώσαντος, σκοπεύοντας να προσπορίσει στον εαυτό της περιουσιακό όφελος, που συνίστατο στην ανωτέρω αξία της ακίνητης περιουσίας του διαθέτη, στην οποία οριζόταν ως κληρονόμος, με αντίστοιχη ισόποση βλάβη των αληθινών εξ αδιαθέτου κληρονόμων του, που ήταν η αδελφή του, πρώτη μηνύτρια και μετά την αποποίηση της κληρονομιάς από αυτήν, η θυγατέρα της και ανιψιά του, δεύτερη μηνύτρια. στη συνέχεια έκανε χρήση της πλαστής αυτής διαθήκης εμφανίζοντάς την 1) στις 3.4.2003, στην Υπηρεσία της Διεύθυνσης Μητρώων Δημοτολογίου, προκειμένου να δικαιολογήσει το έννομο συμφέρον της για τη λήψη του πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών με αριθμό 38985/3.4.2003, 2) στις 19.3.2003, στο Μονομελές Πρωτοδικείο Κορίνθου, όπου με αίτησή της αυτή (διαθήκη) δημοσιεύθηκε με το πρακτικό με αριθμό 154/2003, 3) στις 16.4.2003, στο ίδιο Δικαστήριο, κατά τη συζήτηση της αίτησης για έκδοση κληρονομητηρίου, 4) στις 24.4.2003, στις μηνύτριες, στις οποίες την επέδωσε μαζί με την από 21.4.2003 εξώδικη προς αυτές δήλωσή της, 5) στις 9.5.2003, στους μισθωτές των κληρονομιαίων ακινήτων Κ1, Κ2, Κ3 και Κ4, στους οποίους την επέδωσε μαζί με την από 5.5.2003 εξώδικη προς αυτούς δήλωσή της, 6) στην Αθήνα, στις 17.2.2003, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, μαζί με την από 17.2.2003 αίτησή της για δημοσίευσή της και κήρυξή της ως κυρίας. 7) στην Πάτρα, στις 29.4.2003, ενώπιον του Αξιωματικού Υπηρεσίας του Α.Τ. Λουτρακίου, προκειμένου, λόγω της ιδιότητάς της ως εκ διαθήκης κληρονόμου του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, να της επιτραπεί η είσοδος σε εξοχική κατοικία αυτού στο ...., 8) στην Αθήνα, στις ...., ενώπιον της Β' Δ.Ο.Υ. Πατρών, κατά την υποβολή της υπό ίδια ημερομηνία δήλωσης της φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 20003, 9) στην Αθήνα, στις 2.4.2003, ενώπιον της Ληξιάρχου Αθηνών, προκειμένου να την πείσει ότι έχει έννομο συμφέρον ως εκ διαθήκης κληρονόμος του φερόμενου ως διαθέτη, ώστε να προβεί σε διόρθωση του ονόματος πατρός αυτού από ... σε Ν1, 10) στην Αθήνα, στις 5.5.2003, ενώπιον του Προϊσταμένου του Κτηματολογίου Χαλανδρίου, προκειμένου να της χορηγηθούν κτηματολογικά στοιχεία σχετικά με ακίνητα της ίδιας κληρονομιάς, που βρίσκονται στο Δήμο Χαλανδρίου, ώστε να προβεί σε αποδοχή της κληρονομιάς ως προς αυτά, 11) στην Αθήνα, στις 13.5.2003, ενώπιον του Προϊσταμένου του Γενικού Κτηματολογίου Πρωτευούσης, προκειμένου να της χορηγηθούν κτηματολογικά στοιχεία σχετικά με ακίνητο της κληρονομιάς του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, που βρίσκεται στο Δήμο Καλλιθέας, ώστε να προβεί σε αποδοχή της κληρονομιάς ως προς αυτό, 12) στην Αθήνα, στις 13.5.2003, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών Δημητρίου Κωφόπουλου, ώστε να συντάξει τις πράξεις αποδοχής κληρονομιάς με αριθμό ... και ...., 13) στην Αθήνα, στις ..., στη Δ.Ο.Υ. Δ' Αθηνών, προκειμένου να προβεί στη δήλωση φόρου κληρονομιάς με αριθμό ...., 14) στην Αθήνα, στις ..., στην ίδια Δ.Ο.Υ., προκειμένου να προβεί στη συμπληρωματική δήλωση φόρου κληρονομιάς με αριθμό ....., 15) στην Πάτρα, στις 9.5.2003, ενώπιον του εισαγγελέως Πρωτοδικών Πατρών, προκειμένου να πειστεί ότι υπάρχει έννομο συμφέρον της ως κληρονόμου του φερόμενου ως διαθέτη Ψ και να παραγγείλει στο Συμβολαιογράφο Αθηνών Νικόλαο Αναστασάκη να της χορηγήσει τα αναγραφόμενα στην από 9.5.2003 αίτηση της δικηγόρου της αντίγραφα συμβολαίων και άλλα έγγραφα από το φάκελο του φερόμενου ως διαθέτη, 16) στην Αθήνα, στις 15.5.2003, προς τον Ο1, μισθωτή ενός ακινήτου κυριότητος του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, επί της οδού .... αριθμός .., μαζί με την από 5.5.2003 εξώδικη πρόσκλησή της προς πληρωμή σ' αυτή, ως εκ διαθήκης κληρονόμο του εκ μισθωτή του μισθώματος του ακινήτου, 17) στην Αθήνα, στις 16.5.2003, προς τον Ο2, μισθωτή ενός ακινήτου κυριότητος του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, επί της οδού ..., αριθ. .... μαζί με την από 5.5.2003 εξώδικη πρόσκλησή της προς πληρωμή σ' αυτή ως εκ διαθήκης κληρονόμου του εκμισθωτή, του μισθώματος του ακινήτου, 18) στην Αθήνα, στις 16.5.2003, προς την εταιρεία με την επωνυμία "..... ΟΕ", που εδρεύει στην Αθήνα στην οδό ......, μισθώτρια ενός ακινήτου κυριότητος του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, στην ανωτέρω οδό, μαζί με την από 5.5.2003 εξώδικη πρόσκλησή της προς πληρωμή σ' αυτή, ως εκ διαθήκης κληρονόμου του εκμισθωτή, του μισθώματος του ακινήτου, 19) στην Αθήνα, στις 16.5.2003, προς τον Ο3, μισθωτή ενός ακινήτου κυριότητος του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, επί της οδού ...., αριθμ. ..., μαζί με την από 5.5.2003 εξώδικη πρόσκλησή της προς πληρωμή σ' αυτή, ως εκ διαθέτης κληρονόμου του εκμισθωτή, του μισθώματος του ακινήτου, 20) στην Αθήνα, στις 19.5.2003, προς τον Ο4, μισθωτή ενός ακινήτου κυριότητος του φερομένου ως διαθέτη Ψ, επί της οδού ... αριθ. ..., μαζί με την από 5.5.2003 εξώδικη πρόσκλησή της προς πληρωμή σ' αυτή, ως εκ διαθήκης κληρονόμου του εκμισθωτή του μισθώματος του ακινήτου, 21) στην Αθήνα, στις 9.6.2003, στο κατάστημα της Εμπορικής Τράπεζας Αγίας Ελεούσας, προκειμένου να πειστούν ότι έχει έννομο συμφέρον ως εκ διαθήκης κληρονόμος του φερόμενου ως διαθέτη Ψ και να της γνωρίσουν το υπόλοιπο του τραπεζικού λογαριασμού που αυτός διατηρούσε, 22) στην Αθήνα, στις 9.6.2003, στο κατάστημα της ίδιας Τράπεζας στον Ταύρο, προκειμένου να την ενημερώσουν για το αν υπάρχει ατομικός λογαριασμός στο όνομα του ως άνω φερομένου ως διαθέτη, 23) στην Αθήνα, στις 9.6.2003, στο κατάστημα της αυτής Τράπεζας στο Παλαιό Φάληρο, προκειμένου να την ενημερώσουν για το υπόλοιπο των τραπεζικών λογαριασμών που τηρούσε ο φερόμενος ως διαθέτης, 24) στην Αθήνα, τον Ιούνιο του 2003, προς τον Ο5, νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρείας με την επωνυμία "ΧΑΤΣΙΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ", που εδρεύει στο Ν. Ψυχικό Αττικής, Περικλέους αρ. 4, προκειμένου να προχωρήσει σε μεταβίβαση προς την εταιρεία αυτή, της κυριότητος ενός ακινήτου της κληρονομιάς του φερόμενου ως διαθέτη Ψ, που βρίσκεται στην .... Αττικής, στη συμβολή των οδών ...., .... και ..., 25) στην Αθήνα, στις 3.7.2003, ενώπιον του Συμβολαιογράφου Αθηνών Δημητρίου Κωφόπουλου, προκειμένου αυτός να συντάξει την πράξη αποδοχής κληρονομιάς με αριθμό ....., 26) στην Αθήνα, στις 1.8.2003, ενώπιον της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, ως σχετικό έγγραφο της από 31.7.2003 μήνυσής της κατά των ανωτέρω νομίμων εξ αδιαθέτου κληρονόμων του φερομένου ως διαθέτη Ψ, την οποία κατέθεσε την ίδια ημέρα, 27) στην Πάτρα, στις 23.10.2003, ενώπιον του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Πατρών, προκειμένου να πειστεί ότι υπάρχει έννομο συμφέρον της ως κληρονόμου του φερόμενου ως διαθέτη Ψ και να διαβιβάσει την από 22.10.2003 αίτησή της προς την εταιρεία με την επωνυμία "ΕΥΡΩΚΛΙΝΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ ΑΕ", που εδρεύει στην Αθήνα, για χορήγηση σ' αυτήν βεβαίωσης σχετικά με την νοσηλεία του ανωτέρω φερόμενου ως διαθέτη και αντίγραφα του φακέλου νοσηλείας του. Και 28) στην Αθήνα, στις 18.12.2003, ενώπιον του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών, προκειμένου να τον πείσει ότι έχει έννομο συμφέρον και να της χορηγήσει εισαγγελική παραγγελία για να λάβει από την Συμβολαιογράφο Πειραιώς Παρασκευή Δασκαλάκη αντίγραφα πληρεξουσίων του φερόμενου ως διαθέτη προς την Ψ1. Όθεν, φρονούμε ότι κατά της εκκαλούσας κατηγορουμένης Ψ1προκύπτουν αποχρώσες ενδείξεις ικανές να στηρίξουν δημόσια στο ακροατήριο κατηγορία για την ως άνω πράξη της πλαστογραφίας που της αποδίδεται. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, φρονούμε ότι πρέπει, σύμφωνα με τα άρθρα 317, 318, 319 και 481 ΚΠΔ, να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, η ως άνω έφεση της εκκαλούσας κατηγορουμένης κατά του με αρ. 1325/2005 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών και να επικυρωθεί το εν λόγω εκκαλούμενο βούλευμα. Όσον αφορά τώρα το αίτημα της εκκαλούσας, το οποίο υποβλήθηκε με την ένδικη έφεσή της και με το οποίο ζητάει αυτή να της επιτραπεί η αυτοπρόσωπη εμφάνισή της ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών για να αναπτύξει και προφορικά την υπόθεσή της, πρέπει να απορριφθεί αυτό, ως κατ' ουσίαν αβάσιμο. Αφού η αιτούσα - εκκαλούσα κατηγορουμένη έχει αναπτύξει επαρκώς και διεξοδικά τους ισχυρισμούς της για την κρινόμενη υπόθεση, τόσο με την απολογία της και το απολογητικό της υπόμνημα, όσο και με την έφεσή της". Περαιτέρω, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με δικές του σκέψεις, δέχθηκε τα ακόλουθα: "Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά, προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για τη στήριξη δημόσιας στο ακροατήριο κατηγορίας εναντίον της εκκαλούσας κατηγορουμένης για την αξιόποινη πράξη της πλαστογραφίας, με χρήση του πλαστού, από υπαίτιο που σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του παράνομο περιουσιακό όφελος, βλάπτοντας τρίτο, από την οποία (πράξη) το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν αντιστοίχως το ποσό των 73.000. Συγκεκριμένα προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ότι η κατηγορουμένη, στην Αθήνα, σε χρόνο που δεν διαπιστώθηκε ακριβώς, πάντως μετά το θάνατο του Ψ, που επήλθε στις 29.4.2002 και μέχρι την 17.2.2003, συνέταξε ιδιόγραφη διαθήκη του εν λόγω Ψ, με φερόμενη χρονολογία σύνταξης την 26.3.2002, θέτοντας σ' αυτήν κατ' απομίμηση την υπογραφή του τελευταίου, με την οποία εκείνος φέρεται να εγκαθιστά ως κληρονόμους του, σε ορισμένα μεμονωμένα ακίνητα, την αδελφή του Ψ1, το ελληνικό δημόσιο, τον Οργανισμό Σχολικών Κτηρίων και την Αρχιεπισκοπή Αθηνών, και στην υπόλοιπη ακίνητη περιουσία του, αξίας 10.000.000 ευρώ περίπου, την ίδια (κατηγορουμένη). Ακολούθως, η κατηγορουμένη έκανε χρήση της πλαστής αυτής διαθήκης σε 29 περιπτώσεις, μέσα στο χρονικό διάστημα από τις 3.4.2003 έως τις 22.12.2003, όπως ειδικότερα εκτίθεται στην εισαγγελική πρόταση και στο προσβαλλόμενο βούλευμα. Με την πράξη της αυτή, η κατηγορουμένη σκόπευε να παραπλανήσει τους τρίτους (το αρμόδιο δικαστήριο για τη δημοσίευση και την κήρυξη της πιο πάνω πλαστής διαθήκης ως κυρίας, το συμβολαιογράφο για τη σύνταξη πράξης αποδοχής κληρονομίας, τους αληθείς κληρονόμους, τους μισθωτές των κληρονομιαίων ακινήτων κλπ) σχετικά με τη φερόμενη ιδιότητά της ως κληρονόμου του Ψ και να προσπορίσει στον εαυτό της παράνομο περιουσιακό όφελος, που υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ, με αντίστοιχη ζημία των αληθινών (εξ αδιαθέτου) κληρονόμων του τελευταίου. Συμπληρωματικά πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Η γνωμοδότηση τω διορισθέντων από την Ανακρίτρια του 2ου Τακτικού Τμήματος του Πρωτοδικείου Αθηνών πραγματογνωμόνων Γ1 και Γ2, ειδικών δικαστικών γραφολόγων, για την πλαστότητα της επίμαχης ιδιόγραφης διαθήκης, η οποία βασίζεται σε εκτενές και αξιόπιστο συγκριτικό υλικό και εκφέρεται με πληρότητα, εξαντλητική ανάλυση και στερεή θεμελίωση, παρέχει εχέγγυα επαρκούς αξιοπιστίας. Η αξιοπιστία της εν λόγω πραγματογνωμοσύνης ενισχύεται και από τις θεμελιωμένες με πληρότητα και πειστικό τρόπο γραφολογικές εκθέσεις των τεχνικών συμβούλων των εγκαλουσών Ζ1 (από ...., .... και .....) και Ζ2 (από ...). Αντίθετα, οι γραφολογικές εκθέσεις των τεχνικών συμβούλων της κατηγορουμένης Χ (από ....), Δ2(από ...) και Δ3 (από ....), οι οποίοι εκφέρουν τη γνώμη ότι η κρίσιμη ιδιόγραφη διαθήκη είναι γνήσια, ενέχουν σοβαρές αδυναμίες τόσο ως προς το συγκριτικό υλικό, όσο και ως προς αιτιολόγηση των πορισμάτων τους, με συνέπεια η αξιοπιστία τους να εμφανίζεται μειωμένη. Η κατηγορουμένη προσκομίζει ενώπιον του Συμβουλίου τούτου, ως νέο στοιχείο, αντίγραφο της συνταχθείσας ενώπιον της Συμβολαιογράφου Σοφίας Φούφα προγενέστερης δημόσιας διαθήκης ... του Ψ, με την οποία ο τελευταίος φέρεται να εγκαθιστά ως κληρονόμο του στο μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του την κατηγορουμένη. Όμως η ύπαρξη απλώς της εν λόγω διαθήκης, για την οποία, ας σημειωθεί, ο Ανακριτής του 20ού Τμήματος του Πρωτοδικείου Αθηνών, ενεργώντας, με βάση το άρθρο 250 παρ. 2 ΚΠΔ, κατά τη διάρκεια άλλης ανάκρισης, ζήτησε από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, να εξετάσει, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, σύμφωνα με το άρθρο 43 ΚΠΔ και το ζήτημα, μεταξύ άλλων, της τέλεσης του εγκλήματος της πλαστογραφίας δημόσιας διαθήκης (βλ. το από 28.2.2006 σχετικό έγγραφο του εν λόγω ανακριτή), δεν είναι σε θέση να κλονίσει τις υπάρχουσες επαρκείς ενδείξεις για την πλαστογράφηση της επίμαχης ιδιόγραφης διαθήκης. Ενόψει των προεκτεθέντων, δεν κρίνεται αναγκαίο να διαταχθεί συμπληρωματική κύρια ανάκριση προς το σκοπό ιδίως διενέργειας νέας γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, όπως ζητεί η κατηγορουμένη με το από 26.5.2006 συνοπτικό υπόμνημά της. Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι το ζήτημα της διενέργειας πραγματογνωμοσύνης και γενικά της συμπλήρωσης της ανάκρισης ανήκει στην κυριαρχική κρίση του Συμβουλίου Εφετών, η οποία δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου και δεν εξαρτάται από την υποβολή σχετικού αιτήματος εκ μέρους των διαδίκων, για το οποίο δεν είναι αναγκαίο να γίνεται ειδική αναφορά στην εισαγγελική πρόταση. εξάλλου, το περιεχόμενο στο προαναφερόμενο συνοπτικό υπόμνημα της κατηγορουμένης αίτημα για αυτοπρόσωπη εμφάνισή της ενώπιον του Συμβουλίου τούτου αποτελεί απλώς επανάληψη της πιο πάνω αρχικώς υποβληθείσας σχετικής αίτησής της και για το λόγο αυτό δεν χρειάζεται νέα εισαγγελική πρόταση, αφού το αίτημα αυτό καλύπτεται πλήρως από τα ήδη εκτεθέντα για την αυτοπρόσωπη εμφάνιση της κατηγορουμένης στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση. Ύστερα από αυτά που προεκτέθηκαν, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, να επικυρωθεί το προσβαλλόμενο παραπεμπτικό βούλευμα και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα, ποσού 210 ευρώ, σε βάρος της εκκαλούσας (583 παρ. 1 ΚΠΔ)". Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών και απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την έφεση της αναιρεσείουσας, διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμά του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σ' αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του διωκόμενου εγκλήματος, για το οποίο η αναιρεσείουσα κρίθηκε παραπεμπτέα, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους νομικούς συλλογισμούς, με τους οποίους υπήγαγε αυτά στην ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 και 3 του Ποινικού Κώδικα, την οποία ορθώς ερμήνευσε, χωρίς να την παραβιάσει ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου. Για την πληρότητα της αιτιολογίας δεν ήταν αναγκαίο να διαλάβει το βούλευμα τα αναφερόμενα στην κρινόμενη αίτηση επί πλέον στοιχεία. Ειδικότερα, το προσβαλλόμενο βούλευμα αναφέρει, ότι προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ότι η κατηγορουμένη στην Αθήνα, σε χρόνο που δεν διαπιστώθηκε ακριβώς, κείμενο πάντως μεταξύ 29.9.2002 έως 17.2.2003, συνέταξε ιδιόγραφη διαθήκη του Ψ με φερόμενη χρονολογία συντάξεως την 26.3.2002, θέτοντας σ' αυτήν κατ' απομίμηση την υπογραφή του τελευταίου, με την οποία φέρεται εκείνος να εγκαθιστά ως κληρονόμους του σε ορισμένα μεμονωμένα ακίνητα την αδελφή του, Ψ1, το Ελληνικό Δημόσιο, τον Οργανισμό Σχολικών Κτηρίων και την Αρχιεπισκοπή Αθηνών και στην υπόλοιπη ακίνητη περιουσία του, αξίας 10.000.000 ευρώ περίπου την ίδια (κατηγορουμένη). Μνημονεύονται αναλυτικώς οι 28 περιπτώσεις (στο βούλευμα αναφέρεται ότι έγινε χρήση της πλαστής διαθήκης 29 φορές), κατά τις οποίες η κατηγορουμένη έκανε χρήση της πλαστής διαθήκης, καθώς και ο σκοπός παραπλανήσεως των τρίτων, όπως ειδικότερα εκτίθεται. Στο βούλευμα, με ειδικές σκέψεις που παρατίθενται σ' αυτό, αξιολογήθηκε η έκθεση των πραγματογνωμόνων, ειδικών γραφολόγων, Γ1 και Γ2, τους οποίους διόρισε η Ανακρίτρια του Β' Τμήματος Πλημμελειοδικών Αθηνών, προκειμένου να γνωμοδοτήσουν για την πλαστότητα ή μη της αναφερόμενης ιδιόγραφης διαθήκης. Ειδικότερα η έκθεση αυτή αιτιολογημένα αξιολογήθηκε ως βασιζόμενη σε εκτενές και αξιόπιστο συγκριτικό υλικό και έχουσα πληρότητα, εξαντλητική ανάλυση και στέρεη θεμελίωση ώστε να παρέχει τα εχέγγυα της αξιοπιστίας. Επίσης το βούλευμα κρισιολογεί και τις γραφολογικές εκθέσεις των τεχνικών συμβούλων καθεμιάς πλευράς με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην υφίσταται κανένα κενό στην αιτιολογία. Τέλος και αναφορικά με την απόρριψη του αιτήματος της κατηγορουμένης για αυτοπρόσωπη εμφάνισή της ενώπιον του συμβουλίου Εφετών Αθηνών πρέπει να λεχθεί ότι στην ενσωματωμένη στο βούλευμα εισαγγελική πρόταση υπάρχει πλήρης, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, με την οποία εξηγούνται με σαφήνεια οι λόγοι της απορρίψεως.

ΕΠΕΙΔΗ, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρα 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την 17/30.1.2007 αίτηση της Χ1 για αναίρεση του 2100/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα τα οποία ανέρχονται στο ποσό των διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 19 Φεβρουαρίου 2008. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 28 Μαΐου 2008.


Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή