Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1582 / 2022    (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


Αριθμός 1582/2022

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χρήστο Τζανερρίκο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα - Χριστοδουλέα, Χρήστο Κατσιάνη, Ασημίνα Υφαντή - Εισηγήτρια και Κανέλλα Τζαβέλλα - Δημαρά, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 7 Φεβρουαρίου 2022, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Α. Των αναιρεσειόντων: 1) Π. Λ. του Π., κατοίκου ... Αττικής, 2) Χ. Μ. του Π., κατοίκου ... Αττικής, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Παναγιώτα Χαλκίδη και κατέθεσαν προτάσεις, 3) Α. Μ. του Π., κατοίκου ... Αττικής, ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας δικηγόρου του Παναγιώτας Χαλκίδη και κατέθεσε προτάσεις.
Του αναιρεσιβλήτου: Κ. Μ. του Π., ο οποίος παραστάθηκε μετά των πληρεξουσίων δικηγόρων του Δημητρίου Κουκουράκη και Παναγιώτη Παναγιωτόπουλου και κατέθεσε προτάσεις.
ΒΤου αναιρεσείοντος: Κ. Μ. του Π., ο οποίος παραστάθηκε μετά των πληρεξουσίων δικηγόρων του Δημητρίου Κουκουράκη και Παναγιώτη Παναγιωτόπουλου και κατέθεσε προτάσεις.

Των αναιρεσιβλήτων: 1) Π. Λ. του Π., κατοίκου ... Αττικής, 2) Χ. Μ. του Π., κατοίκου ... Αττικής, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Παναγιώτα Χαλκίδη και κατέθεσαν προτάσεις, 3) Α. Μ. του Π., κατοίκου ... Αττικής, ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας δικηγόρου του Παναγιώτας Χαλκίδη και κατέθεσε προτάσεις.
Στο σημείο αυτό, η πληρεξούσια των ως άνω υπό στοιχείο Α αναιρεσειόντων και υπό στοιχείο Β αναιρεσιβλήτων, αφού έλαβε το λόγο από τον Πρόεδρο, ζήτησε την αναβολή της συζήτησης της κρινόμενης αίτησης σε μεταγενέστερη δικάσιμο, για τους λόγους που ανέπτυξε. Το Δικαστήριο, αφού διασκέφθηκε με την παρουσία και του Γραμματέα του, απέρριψε το αίτημα αναβολής και διέταξε την πρόοδο της δίκης.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 22/6/2011 αγωγή του υπό στοιχείο Α ήδη αναιρεσιβλήτου και υπό στοιχείο Β ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 945/2018 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 5401/2019 του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι υπό στοιχείο Α αναιρεσείοντες με την από 27/7/2020 αίτησή τους και ο υπό στοιχείο Β αναιρεσείων με την από 17/6/2021 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η πληρεξούσια των υπό στοιχείο Α αναιρεσειόντων και υπό στοιχείο Β αναιρεσιβλήτων, ζήτησε την παραδοχή της από 27/7/2020 αιτήσεως και την απόρριψη της από 17/6/2021 αιτήσεως, οι πληρεξούσιοι υπό στοιχείο Α ήδη αναιρεσιβλήτου και υπό στοιχείο Β ήδη αναιρεσείοντος, την παραδοχή της από 17/6/2021 αιτήσεως και την απόρριψη της από 27/7/2020 αιτήσεως και καθένας την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 246 ΚΠολΔ, η οποία εφαρμόζεται και στην αναιρετική δίκη, σύμφωνα με το άρθρο 573 παρ. 1 ΚΠολΔ, ο Άρειος Πάγος μπορεί και αυτεπαγγέλτως να διατάξει την ένωση και συνεκδίκαση περισσοτέρων υποθέσεων, που εκκρεμούν ενώπιόν του, μεταξύ των ίδιων ή διαφόρων διαδίκων, αν κατά την κρίση του διευκολύνεται ή επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης ή επέρχεται μείωση των εξόδων (ΑΠ1305/2019, ΑΠ836/2019). Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσης αποφάσεως δικάσιμο συζητήθηκαν: α) η από 27-7-2020 αίτηση αναιρέσεως των Π. Λ., Χ. Μ. και Α. Μ. κατά του Κ. Μ. και β) η από 17-6-2021 αίτηση αναιρέσεως του Κ. Μ. κατά των Π. Λ., Χ. Μ. και Α. Μ., αντίστοιχα. Οι ένδικες αιτήσεις αναιρέσεως που στρέφονται κατά της, αυτής, υπ' αριθμ. 5401 /2019 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, έχουν ασκηθεί νόμιμα, εμπρόθεσμα και παραδεκτά (άρθρα 552, 553, 556 , 558, 564 , 566 παρ.1 ΚΠολΔ) πρέπει, επομένως, να συνεκδικασθούν, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 246, 573 παρ. 1 ΚΠολΔ) και να ερευνηθεί περαιτέρω το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 577 αρθμ.3 ΚΠολΔ).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 106 ΚΠολΔ "το δικαστήριο ενεργεί μόνο ύστερα από αίτηση διαδίκου και αποφασίζει με βάση τους πραγματικούς ισχυρισμούς που προτείνουν και αποδεικνύουν οι διάδικοι και τις αιτήσεις που υποβάλλουν, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά". Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται, πλην άλλων, και η θεμελιακή δικονομική αρχή της ελεύθερης διαθέσεως του αντικειμένου της δίκης, σύμφωνα με την οποία η ένδικη προστασία παρέχεται μόνο ύστερα από αίτηση των διαδίκων και μόνο κατά την έκταση που αυτή ζητείται. Το δικαστήριο δεν έχει εξουσία να επιληφθεί αυτεπαγγέλτως μίας διαφοράς, παρά μόνο ύστερα από σχετική αίτηση του διαδίκου, αν δε, παρά ταύτα, προβεί σε εκδίκαση και έκδοση αποφάσεως, τότε αυτή η απόφαση είναι ελαττωματική, διότι αντίκειται στην εν λόγω διαθετική αρχή. Έλλειψη αιτήσεως υπάρχει και όταν έγινε παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής, διότι η παραίτηση αυτή, σύμφωνα με το άρθρο 295 παρ. 1 εδ. α' ΚΠολΔ, έχει ως αποτέλεσμα η αγωγή να θεωρείται ότι δεν ασκήθηκε, αφού η παραίτηση επιφέρει την κατάργηση της δίκης και την αποξένωση του δικαστηρίου από κάθε εξουσία επ` αυτής, ενώ αίρονται αναδρομικά οι δικονομικές και οι περισσότερες από τις ουσιαστικές συνέπειες της ασκήσεώς της (ΑΠ 781/2020, ΑΠ453/2007, ΑΠ 1348/2006). Ειδικότερα, κατά το άρθρο 297 ΚΠολΔ η παραίτηση κατά τα άρθρα 294 και 296 ΚΠολΔ γίνεται ή με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή με δικόγραφο που επιδίδεται στον αντίδικο του παραιτουμένου ή με δήλωση στις προτάσεις. Ως δικόγραφο νοείται κάθε έγγραφο, που συντάσσεται από τον διάδικο ή τον δικαστικό του πληρεξούσιο, για την πιστοποίηση της διαδικαστικής πράξεως παραιτήσεως, δηλαδή ακόμη και η εξώδικη δήλωση, η οποία, κατ' άρθρο 118 ΚΠολΔ, επιδίδεται από τον δηλούντα διάδικο στον αντίδικό του (ΑΠ 834/2005). Με την ανωτέρω διάταξη, ορίζονται αποκλειστικά οι τρόποι, με τους οποίους μπορεί να γίνει η παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής και από το δικαίωμα που ασκήθηκε με αυτή (ΟλΑΠ 1187/1981). Η παραίτηση αυτή συνιστά ανάκληση της συγκεκριμένης αιτήσεως για παροχή δικαστικής προστασίας, που ενυπάρχει στην εν λόγω αγωγή και έχει την έννοια παραιτήσεως από τη δημοσίου χαρακτήρα αξίωση του ενάγοντα έναντι της πολιτείας προς έκδοση αποφάσεως στη συγκεκριμένη δίκη, που άρχισε με την άσκηση της αγωγής (ΑΠ 781/2020, ΑΠ138/2014). Το άρθρο 294 ΚΠολΔ ορίζει ότι ο ενάγων μπορεί να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής χωρίς τη συναίνεση του εναγομένου πριν αυτός προχωρήσει στη συζήτηση της ουσίας της υποθέσεως. Η παραίτηση που γίνεται αργότερα είναι απαράδεκτη, εφόσον ο εναγόμενος προβάλλει αντίρρηση και πιθανολογεί ότι έχει έννομο συμφέρον η δίκη να περατωθεί με έκδοση οριστικής αποφάσεως. Ως συζήτηση νοείται η καθοριζόμενη από το άρθρο 281 ΚΠολΔ, κατά το οποίο συζήτηση θεωρείται εκείνη κατά την οποία εκφωνήθηκε η υπόθεση και άρχισε η εκδίκασή της, ανεξάρτητα από το αν το δικαστήριο άρχισε ή όχι να εξετάζει την ουσία της (ΑΠ 337/2021, ΑΠ 915/2020, ΑΠ 793/2019). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 559 αρ. 14 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο παρά ο νόμο κήρυξε ή δεν κήρυξε ακυρότητα, έκπτωση από το δικαίωμα ή απαράδεκτο. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η ακυρότητα, έκπτωση από το δικαίωμα ή το απαράδεκτο πρέπει να χαρακτηρίζεται ως δικονομική (ΑΠ 1324/2019). Στην προκειμένη περίπτωση από την παραδεκτή επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο αναιρεσείων Κ. Μ. με την από 22-6-2011 αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ζήτησε να αναγνωρισθεί: α) ότι είναι άκυρη λόγω εικονικότητας η δυνάμει του ... συμβολαίου πώληση και μεταβίβαση του οικοπέδου στους εναγομένους, καθώς και η ... πράξη συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας. β) Ότι τα ... και ... συμβόλαια είναι πλαστά ως προς τη βεβαίωση σε αυτά της συμβ/φου ότι έχει τεθεί η υπογραφή του ενάγοντος και των παραστάντων πληρεξουσίων δικηγόρων του στο πρώτο, καθώς και η υπογραφή του παραστάντος πληρεξουσίου δικηγόρου των εναγομένων στο δεύτερο εξ αυτών και ως εκ τούτου να αναγνωρισθεί ότι είναι άκυρες οι γενόμενες με αυτά μεταβιβάσεις. γ) Να αναγνωρισθεί ότι ο ενάγων είναι αποκλειστικός κύριος των Υ 1 και Υ 2 οριζοντίων ιδιοκτησιών και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να τις αποδώσουν. Με την υπ'αρθμ.945/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που εκδόθηκε ερήμην του ενάγοντος, απερρίφθη η αγωγή του. Στη συνέχεια ο ενάγων άσκησε παραδεκτά την από 25-4-2018 έφεση και τους από 5-2-2019 πρόσθετους λόγους αυτής κατά της ανωτέρω αποφάσεως, οπότε αναβίωσε η εκκρεμοδικία που είχε δημιουργηθεί με την έγερση της ένδικης αγωγής. Ο ενάγων με το δικόγραφο της από 27-7-2018 αγωγής του, που επιδόθηκε στους εναγομένους στις 24-9-2018, δήλωσε ότι παραιτείται από το δικόγραφο της ένδικης από 22-6-2011 αγωγής του. Κατά την ορισθείσα δικάσιμο για τη συζήτηση της εφέσεως (4-4-2019) και κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του ενάγοντος- εκκαλούντος δήλωσαν ότι ο ενάγων παραιτείται από το δικόγραφο της ένδικης από 22-6-2011 αγωγής του κατά των ως άνω εναγομένων - εφεσιβλήτων, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη υπ'αρθμ.945/2018 απόφαση, δήλωση, η οποία καταχωρίστηκε στα ταυτάριθμα με την προσβαλλομένη απόφαση πρακτικά. Οι εναγόμενοι- εφεσίβλητοι με τις προτάσεις τους ενώπιον του Εφετείου πρόβαλαν αντιρρήσεις ως προς την παραίτηση του ενάγοντος- εκκαλούντος από το δικόγραφο της αγωγής, ισχυριζόμενοι ότι έχουν έννομο συμφέρον η δίκη να περατωθεί με την έκδοση τελεσίδικης αποφάσεως, καθόσον γίνεται προσπάθεια παρελκύσεως της δίκης εκ μέρους του τελευταίου με την άσκηση της νέας από 27-7-2018 αγωγής του, στην οποία έχουν σωρευθεί τα αιτήματα των οκτώ προηγούμενων αγωγών του, από τα δικόγραφα των οποίων αυτός δηλώνει ότι παραιτείται. Το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε τα εξής : < Από τα έγγραφα του φακέλου της δικογραφίας προκύπτει ότι η εκκαλούμενη υπ'αρθμ. 945/2018 απόφαση εκδόθηκε ερήμην του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος και απέρριψε την από 22-6-2011 αγωγή του κατά των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων. Ακολούθως ο ενάγων άσκησε νόμιμα και εμπρόθεσμα στις 26-4-2018 την υπό κρίση έφεση κατά της ανωτέρω αποφάσεως, ενώ στις 12-2-2019, αν και είχε δηλώσει με το δικόγραφο της από 27-7-2018 αγωγής του ότι παραιτείται του δικογράφου της αγωγής επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, άσκησε πρόσθετους λόγους εφέσεως που προσδιορίστηκαν για τη δικάσιμο της 5-12-2019, γεγονός που είχε ως συνέπεια κατά την ορισθείσα προς συζήτηση της εφέσεως δικάσιμο της 21-2-2019 να αναβληθεί η συζήτηση αυτής για 5-12-2019, προκειμένου να συνεκδικαστεί με τους πρόσθετους λόγους. Κατόπιν αυτού επισπεύσθηκε η συζήτηση με επιμέλεια των εφεσιβλήτων, καθόσον με την από 25-2-2019 κλήση αυτών ορίστηκε δικάσιμος προς συζήτηση της εφέσεως και των πρόσθετων λόγων η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας. Από τα ανωτέρω πιθανολογείται ότι η εκ μέρους του εκκαλούντος παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, έχει ως σκοπό την παρέλκυση της δίκης και τη συνέχιση του δικαστικού αγώνα μεταξύ των διαδίκων επί μακρό χρονικό διάστημα.
Συνεπώς, πιθανολογείται ότι οι εφεσίβλητοι έχουν έννομο συμφέρον να περατωθεί η δίκη με την έκδοση τελεσίδικης αποφάσεως και ως εκ τούτου η παραίτηση του εκκαλούντος από το δικόγραφο της αγωγής δεν επιφέρει την κατάργηση της παρούσης δίκης>. Έτσι που έκρινε το Εφετείο υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ. 14 ΚΠολΔ, μη κηρύσσοντας κατηργημένη τη δίκη κατόπιν της παραιτήσεως του εκκαλούντος- ενάγοντος από το δικόγραφο της ένδικης αγωγής, η οποία παραίτηση έγινε νομότυπα με το δικόγραφο της από 27-7-2018 αγωγής του, που επιδόθηκε στους εφεσιβλήτους-εναγομένους στις 24-9-2018, στο οποίο δηλώνει ότι παραιτείται από το δικόγραφο της ένδικης αγωγής, δήλωση, την οποία επανέλαβε και προφορικά στο ακροατήριο του Εφετείου κατά την εκφώνηση της εφέσεώς του από τη σειρά του πινακίου, πριν προχωρήσει το δικαστήριο στη συζήτηση της ουσίας της υποθέσεως, δηλ. πριν αρχίσει η εκδίκασή της όπως προκύπτει από τα πρακτικά της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, μη απαιτουμένης, εντεύθεν προς τούτο της συναινέσεως των εφεσιβλήτων- εναγομένων. Σε διαφορετική εκδοχή, αν δηλ. και σ'αυτό το στάδιο απαιτείτο η συναίνεση των εναγομένων, ο ενάγων θα εστερείτο του δικαιώματος να παραιτηθεί από την αγωγή του πριν το δικαστήριο προχωρήσει στη συζήτηση της ουσίας της υπόθεσής του, στο Εφετείο. Μόνο αν η παραίτηση του ενάγοντος από το δικόγραφο της αγωγής γινόταν αργότερα, όταν το δικαστήριο είχε προχωρήσει στη συζήτηση της ουσίας της υποθέσεως, δηλ. αφού είχε αρχίσει η εκδίκαση της υποθέσεως, τότε η γενόμενη παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής θα ήταν απαράδεκτη, εφόσον οι εναγόμενοι πρόβαλαν αντίρρηση και πιθανολογούσαν ότι έχουν έννομο συμφέρον η δίκη να περατωθεί με έκδοση οριστικής αποφάσεως. Επομένως, είναι βάσιμος ο πρώτος λόγος της από 17-6-2021 αιτήσεως αναιρέσεως του Κ. Μ. από τον αριθμ. 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Κατόπιν αυτών, πρέπει, κατά παραδοχή του προαναφερομένου λόγου αναιρέσεως, η αναιρετική εμβέλεια του οποίου καταλαμβάνει το σύνολο της προσβαλλομένης αποφάσεως και καθιστά αλυσιτελή την εξέταση των λοιπών λόγων που διατυπώνονται με την κρινόμενη αίτηση από τους αριθμούς 11 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, να αναιρεθεί ολικά η πληττόμενη απόφαση. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ, "αν ο Άρειος Πάγος αναιρέσει την απόφαση για οποιονδήποτε λόγο, εκτός από εκείνους που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 (για υπέρβαση δικαιοδοσίας και για παράβαση των διατάξεων των σχετικών με την αρμοδιότητα) παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση σε άλλο δικαστήριο ισόβαθμο και ομοειδές προς εκείνο το οποίο εξέδωσε την απόφαση που αναιρέθηκε ή στο ίδιο, αν είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους δικαστές". Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη και με την διάταξη της παρ. 4 του ίδιου άρθρου, η οποία ορίζει ότι "οι αποφάσεις της ολομέλειας και των τμημάτων του Αρείου Πάγου δεσμεύουν τα δικαστήρια που ασχολούνται με την ίδια υπόθεση ως προς τα νομικά ζητήματα που έλυσαν" συνάγεται, ότι οσάκις μετά την αναίρεση της αποφάσεως δεν υπάρχει δικονομικώς έδαφος για "περαιτέρω εκδίκαση" της υποθέσεως αλλά υπολείπεται μόνο η διατύπωση του διατακτικού της αποφάσεως, με βάση το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης αποφάσεως και την έκταση της αναιρέσεως αυτής, η παραπομπή, κατά την παραπάνω διάταξη, σε ισόβαθμο δικαστήριο ουσίας δεν αποτελεί υποχρεωτικό στάδιο δίκης αλλά μπορεί η τελειωτική επί της υποθέσεως απόφαση να εκδοθεί και από τον Άρειο Πάγο (ΟλΑΠ 42/2005, 25/2001, ΑΠ1402/2018). Στην προκείμενη περίπτωση, δεν υπάρχει δικονομικό έδαφος για την μετά την αναίρεση της προσβαλλομένης αποφάσεως επανεκδίκαση της υποθέσεως από το Εφετείο, διότι, όπως προεκτέθηκε, ο ενάγων παραιτήθηκε νομότυπα από το δικόγραφο της ένδικης αγωγής του, η οποία παραίτηση έχει ως αποτέλεσμα ότι η αγωγή θεωρείται πως δεν ασκήθηκε. Επομένως, εφόσον δεν χρειάζεται άλλη διευκρίνιση, επιβάλλεται, μετά την αναίρεση της προσβαλλομένης αποφάσεως, να κρατηθεί η υπόθεση από τον Άρειο Πάγο και να κηρυχθεί κατηργημένη η δίκη, με αποτέλεσμα να παρέλκει και η έρευνα της αντίθετης από 27-7-2020 αιτήσεως αναιρέσεως, κατά της αυτής αποφάσεως, αφού οι προβαλλόμενοι με αυτή αναιρετικοί λόγοι διαλαμβάνουν αιτιάσεις κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως, με την οποία το Εφετείο δέχθηκε εν μέρει την ανωτέρω αγωγή (ΑΠ 1028/2019, ΑΠ 1142/2014). Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στους αναιρεσείοντες και των δύο αιτήσεων αναιρέσεως των κατατεθέντων απ'αυτούς παραβόλων (άρθρο 495 αρ.3 ΚΠολΔ) και να συμψηφισθεί μέρος των δικαστικών εξόδων, καθόσον κατ' εκτίμηση των περιστάσεων, οι αναιρεσίβλητοι στην από 17-6-2021 αίτηση αναιρέσεως, είχαν εύλογη αμφιβολία για την έκβαση της δίκης και να καταδικασθούν αυτοί στο υπόλοιπο, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό, μέρος των δικαστικών εξόδων του αναιρεσείοντος, που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα αυτού (άρθρα 106, 176, 179, 183, 189 αρ. 1, 191 αρ.2ΚΠολΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Συνεκδικάζει την από 27-7-2020 αίτηση αναιρέσεως και την από 17-6-2021 αντίθετη αίτηση αναιρέσεως κατά της, αυτής, υπ' αριθμό 5401/2019 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Δέχεται την από 17-6-2021 αίτηση αναιρέσεως του Κ. Μ..

Αναιρεί την υπ'αριθμό 5401/2019 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, στο σύνολό της.
Κρατεί την υπόθεση και κηρύσσει κατηργημένη τη δίκη επί της από 22-6-2011 και με αριθμ. καταθ. 133255/7501/2011 αγωγής του ενάγοντος Κ. Μ..
Διατάσσει την απόδοση στους αναιρεσείοντες και των δύο ως άνω αιτήσεων αναιρέσεως των παραβόλων που κατατέθηκαν απ'αυτούς.
Καταδικάζει τους αναιρεσιβλήτους στην από 17-6-2021 αίτηση αναιρέσεως σε μέρος των δικαστικών εξόδων του αναιρεσείοντος Κ. Μ., τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 28 Ιουλίου 2022.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 22 Σεπτεμβρίου 2022.
Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή