Θέμα
Αντίσταση κατά της αρχής, Αναίρεση μερική, Σωματική βλάβη απλή, Νομίμου βάσεως έλλειψη.
Περίληψη:
Αντίσταση. Έγκλημα τυπικό. Δεν νοείται απόπειρα. Αναίρεση για έλλειψη νόμιμης βάσεως. Αναιρεί εν μέρει και εξαφανίζει την απόφαση. ΠΟΠΔ. Απορρίπτει ως προς το αδίκημα της απλής σωματικής βλάβης και παραμένει η ποινή.
ΑΡΙΘΜΟΣ 808/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού - Εισηγητή, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 2 Μαρτίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ1, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο, περί αναιρέσεως της 96/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αιγαίου.
Το Πενταμελές Εφετείο Αιγαίου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορούμενη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Νοεμβρίου 2008 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 2014/2008.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή εν μέρει η προκείμενη αίτηση αναίρεσης ως προς την επιβληθείσα ποινή.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 §3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 §1 στοιχ. δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Εξάλλου, εσφαλμένη εκ πλαγίου εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει όταν έχει εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος από τον Άρειο Πάγο ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 167 §1 ΠΚ, όποιος μεταχειρίζεται βία ή απειλή βίας για να εξαναγκάσει κάποια αρχή ή υπάλληλο να ενεργήσουν πράξη που ανάγεται στα καθήκοντά τους ή να παραλείψουν νόμιμη πράξη, καθώς και όποιος βιαιοπραγεί κατά υπαλλήλου ή προσώπου που έχει προσληφθεί ή άλλου υπαλλήλου που έχει προστρέξει για να τον υποστηρίξει ενώ διαρκεί η νόμιμη ενέργειά του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Το έγκλημα αυτό με τη μορφή της βίας κλπ προς εξαναγκασμό είναι τυπικό και συνεπώς είναι τετελεσμένο με την άσκηση της βίας ή την εκφορά της απειλής και δεν απαιτείται να επιτεύχθηκε το σκοπούμενο αποτέλεσμα. Στην προκείμενη περίπτωση το Πενταμελές Εφετείο Αιγαίου, το οποίο δίκασε ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο, καταδίκασε την αναιρεσείουσα σε φυλάκιση 9 μηνών για τις αξιόποινες πράξεις της απόπειρας αντίστασης και της ελαφράς σωματικής βλάβης. Το δικαστήριο για να καταλήξει στην καταδικαστική του κρίση δέχθηκε, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης αποφάσεώς του, που συμπληρώνεται παραδεκτά από το διατακτικό της, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί των πραγμάτων κρίση του, την οποία στήριξε στα αναφερόμενα κατ' είδος αποδεικτικά μέσα, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στις ... ο μηνυτής, δικαστικός επιμελητής, μετά από σχετική εντολή μετέβη στη..., προκειμένου να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση βάσει της υπ' αριθ. 276/2000 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου. Η εκτέλεση αυτή συνίστατο στο να τεθεί υπό δικαστική μεσεγγύηση της επισπεύδουσας Ε1 ένα ισόγειο κατάστημα που βρίσκεται στη θέση "..." της παραλίας ... και την εντός αυτού λειτουργούσα επιχείρηση καφέ - σνακ μπαρ - ψητοπωλείου. Έτσι, θα αφαιρούνταν από τη μεσεγγύηση της κατηγορουμένης και της μητέρας της Μ1 όπου μέχρι τότε βρισκόντουσαν, όπως άλλωστε, διέτασσε η παραπάνω δικαστική απόφαση. Στην εκτέλεση αυτή παραβρέθηκαν οι ανωτέρω μητέρα και θυγατέρα, οι οποίες ήσαν μητέρα και αδελφή του αποθανόντος Θ1, συζύγου της επισπεύδουσας Ε1. Υπήρξε μεγάλη ένταση κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης αυτής, με αποτέλεσμα να παρίστανται και αστυνομικοί υπάλληλοι. Σε κάποια μάλιστα στιγμή εμφανίσθηκε και ο δικηγόρος της κατηγορουμένης στο Πρωτοδικείο Νάξου και δικαστικός πληρεξούσιος, ο οποίος συμβούλευσε το μηνυτή δικαστικό επιμελητή να μην προβεί στην επίμαχη εκτέλεση, διότι, στο συγκεκριμένο ακίνητο υπήρχε αναμφισβήτητο δικαίωμα επικαρπίας που είχε αποκτηθεί πριν ακόμη από το θάνατο του Θ1. Η κατηγορουμένη κλώτσησε τον ως άνω δικαστικό επιμελητή στο αριστερό του πόδι, με αποτέλεσμα να του προκαλέσει "οίδημα αριστερού γόνατος με αδυναμία βαδίσεως και οξύ άλγος και πιθανή κάκωση έξω πλαγίου συνδέσμου". Τελικά η αναγκαστική εκτέλεση πραγματοποιήθηκε, αλλ' ακυρώθηκε μετά ταύτα. Η κατηγορουμένη με αυτοτελείς ισχυρισμούς ισχυρίζεται α) ότι παρανόμως παραβιάστηκε το οικιακό της άσυλο εντός του καταστήματος, β) ένσταση ελλείψεως καταλογισμού λόγω υπερβάσεως των ορίων καταστάσεων ανάγκης και γ) ένσταση ελλείψεως καταλογισμού ένεκα συγγνωστής πλάνης. Κατ' αρχάς δεν πρόκειται για τον τόπο κατοικίας της κατηγορουμένης ώστε να μπορούν να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις των άρθρων 9 παρ. 1 του Συντάγματος 20 και 241 του ΠΚ, αλλά για λειτουργούν κατάστημα. Εν πάση περιπτώσει ο μηνυτής δικαστικός επιμελητής όταν εισήλθε στο εν λόγω κατάστημα ασκούσε ως εκ της υπηρεσίας του νόμιμη πράξη. Επίσης δεν μπορεί να γίνει λόγος για υπέρβαση κατάστασης ανάγκης της κατηγορουμένης κατ' αρθρ. 25 παρ. 1 και 3 και 23 εδ. Β του ΠΚ, στην οποία περιήλθε από την ενέργεια του εν λόγω δικαστικού επιμελητή να εκτελέσει την υπ' αριθμό 276/2000 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου αφού η πράξη αυτή αποτελεί νόμιμη ενέργεια και όχι αναπότρεπτα κίνδυνο προσβολής εννόμου αγαθού παράνομα. Τέλος κατ' άρθρο 31 παρ. 2 του ΠΚ η πράξη δεν καταλογίζεται στον δράστη αν αυτός πίστεψε, λόγω πλάνης, ότι είχε δικαίωμα να τελέσει την πράξη και η πλάνη του αυτή να ήταν συγγνωστή. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι νομική πλάνη υπάρχει, όταν ο δράστης γνωρίζει μεν τι πράττει, αλλ' είτε αγνοεί, ότι η πράξη του είναι κατ' αρχήν άδικη, είτε πιστεύει πεπλανημένως, ότι δικαιούται να προβεί σ' αυτή και η πλάνη συνίσταται σε εσφαλμένη αντίληψη κανόνα δικαίου. Προς αποκλεισμό όμως του αξιοποίνου επιβάλλεται η πλάνη να είναι συγγνωστή, με την έννοια, ότι οποιαδήποτε επιμέλεια και αν κατέβαλε ο δράστης, δεν μπορούσε να διαγνώσει το άδικο της πράξεως. Η προβολή της πλάνης που όπως προαναφέρθηκε αποτελεί αυτοτελή ισχυρισμό, ο οποίος πρέπει να περιλαμβάνει ειδικές περιστάσεις και πραγματικά περιστατικά, τα οποία δημιούργησαν την πεπλανημένη εντύπωση στον κατηγορούμενο, ότι είχε το δικαίωμα να τελέσει την πράξη, με ειδική αναφορά, ότι υπό τις συνθήκες, υπό τις οποίες ενήργησε, η πλάνη του ήταν συγγνωστή, γιατί δεν μπορούσε να διαγνώσει το άδικο της πράξεώς του. Στην προκειμένη περίπτωση, η κατηγορουμένη προβάλλει τον ισχυρισμό της νομικής πλάνης. Σύμφωνα, όμως, με όσα προεκτέθηκαν, ο ανωτέρω ισχυρισμός πρέπει ν' απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι με τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά η κατηγορουμένη μπορούσε να διαγνώσει το άδικο της πράξεως της αφού επρόκειτο για εκτέλεση δικαστικής αποφάσεως. Οποιαδήποτε διαφωνία και νομική αμφισβήτηση και αν είχε αυτή δεν επιτρέπεται να στρέφεται κατά της διενεργούμενης κατά το νόμο αναγκαστικής εκτελέσεως, αλλά είχε το δικαίωμα να προσφύγει στο αρμόδιο καθ' ύλην και κατά τόπον δικαστήριο και να την ακυρώσει.
Με βάση τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προεκτέθηκαν, το δικαστήριο κρίνει, ότι πρέπει να κηρυχθεί ένοχη η κατηγορουμένη α) απόπειρας αντιστάσεως και β) ελαφράς σωματικής βλάβης, κατά τα εκτιθέμενα στο διατακτικό ωστόσο το δικαστήριο κρίνει, πως πρέπει να αναγνωρισθεί στο πρόσωπο της η ελαφρυντική περίσταση του αρθρ. 84 § 2α, ΠοινΚ, δεδομένου, ότι αποδεικνύεται και από το αντίγραφο του ποινικού της μητρώου, το οποίο επισυνάπτεται στη δικογραφία, ότι μέχρι την τέλεση της αξιόποινης πράξης της απόπειρας αντιστάσεως, για την οποία αυτή κηρύχθηκε ένοχη, έζησε έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή.
Συνεπώς, πρέπει να της επιβληθεί μειωμένη ποινή κατ' άρθρ. 83 Ποιν.Κ.". Περαιτέρω το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης διατυπώθηκε ως εξής: "
Κηρύσσει αυτήν ένοχη ότι στη ... την ... Α. Μεταχειρίσθηκε βία και απειλή βίας, για να εξαναγκάσει υπάλληλο να παραλείψει νόμιμη πράξη. Ειδικότερα, για να εξαναγκάσει το δικαστικό επιμελητή του Πρωτοδικείου Σύρου, Φ1, να παραλείψει να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση της υπ' αριθ. 276/2000 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Νάξου, που εκδόθηκε με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων και να θέσει υπό τη δικαστική μεσεγγύηση της Ε1 χήρας Θ1 ένα ισόγειο κατάστημα στη θέση "..." της παραλίας ... και την εντός αυτού λειτουργούσα επιχείρηση καφέ-σνακ μπαρ-ψητοπωλείου, αφαιρώντας τα από τη μεσεγγύηση των (1) Μ1 και 2) Χ1], στην οποία μέχρι τότε ευρίσκοντο, όπως διατάσσετο με την εν λόγω δικαστική απόφαση, όταν αυτός (Φ1) εισήλθε στο προαναφερόμενο κατάστημα για να διενεργήσει τα νόμιμα προς εκτέλεση της ανωτέρω αποφάσεως, τον απώθησε βίαια, ενώ προσπαθούσε να την μεταφέρει έξω από το κατάστημα, από το οποίο αρνείτο επιμόνως να εξέλθει, τον απειλούσε, ότι θα γίνει φονικό και επί πλέον τον κλώτσησε στο αριστερό γόνατο και τον απείλησε ότι "πρώτα θα σκοτώσουν αυτόν και μετά την επισπεύδουσα Ε1 χήρα Θ1", εν γνώσει της ότι ο Φ1 επιχειρούσε νόμιμη πράξη, εντός του κύκλου των καθηκόντων του ως δικαστικού επιμελητή.
Β. Στον παραπάνω τόπο και χρόνο με πρόθεση προξένησε σε άλλον απλή σωματική κάκωση και συγκεκριμένα χτύπησε με κλωτσιά στο αριστερό γόνατο τον Φ1, με αποτέλεσμα να του προκαλέσει οίδημα αριστερού γόνατος με αδυναμία βαδίσεως και οξύ άλγος και πιθανή κάκωση έξω πλαγίου συνδέσμου.
Δέχεται ότι, η κατηγορουμένη έζησε ως το χρόνο που τελέστηκαν οι παραπάνω αξιόποινες πράξεις έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή".
Τέλος, μεταξύ των ποινικών διατάξεων που επικαλείται η προσβαλλόμενη απόφαση επί των οποίων στηρίχθηκε προκειμένου να κηρύξει ένοχη την κατηγορουμένη είναι και αυτές των άρθρων 42 και 167 §1 ΠΚ. Με αυτά που δέχθηκε το Πενταμελές Εφετείο διέλαβε στο σκεπτικό του αντιφάσεις, αφού, ενώ δέχεται ότι η αναιρεσείουσα μεταχειρίστηκε βία για να εξαναγκάσει τον δικαστικό επιμελητή να παραλείψει να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση και συγκεκριμένα ότι τον κλώτσησε στο αριστερό πόδι, και, επομένως, η πράξη της αντιστάσεως είναι τετελεσμένη, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, εν τούτοις, τελικά, δέχθηκε ότι έπρεπε να κηρυχθεί ένοχη απόπειρας αντιστάσεως και ελαφράς σωματικής βλάβης. Περαιτέρω, στο διατακτικό της απόφασης, σε αντίθεση με το σκεπτικό, η αναιρεσείουσα καταδικάσθηκε για τετελεσμένη αντίσταση και μάλιστα όχι μόνον με το πραγματικό περιστατικό του λακτίσματος, αλλά και με άλλα, που δεν αναφέρονται στο σκεπτικό, όπως της βίαιας απώθησης του δικαστικού επιμελητή και της απειλής ότι θα τον σκοτώσουν. Τέλος, ενώ στο διατακτικό γίνεται περιγραφή του εγκλήματος της τετελεσμένης αντίστασης, περαιτέρω, γίνεται επίκληση, ως διατάξεων που εφαρμόστηκαν, των ποινικών ουσιαστικών διατάξεων της απόπειρας αντίστασης. Επομένως η προσβαλλόμενη απόφαση, αφενός στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αφετέρου στερείται νόμιμης βάσης, ώστε καθίσταται ανέφικτος από τον Άρειο Πάγο ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής της διατάξεως του άρθρου 167 ΠΚ, γι' αυτό και θα πρέπει να γίνουν δεκτοί, κατ' αυτεπάγγελτο έρευνα (άρθρ. 511 ΚΠΔ) οι από το άρθρο 510 §1 στοιχ.δ' και ε' ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως και αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση όσον αφορά το αδίκημα της απόπειρας αντιστάσεως, ενώ παρέλκει η έρευνα των λοιπών λόγων αναιρέσεως που αφορούν το αδίκημα αυτό. Περαιτέρω, σε σχέση με το αδίκημα της σωματικής βλάβης, ο από το άρθρο 510 §1 στοιχ.Α' σε συνδυασμό με το άρθρο 171 §1β ΠΚ λόγος αναιρέσεως για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας λόγω έλλειψης ακρόασης του Εισαγγελέα στην απόρριψη αυτοτελούς ισχυρισμού που πρόβαλε ο αναιρεσείων, είναι αβάσιμος και απορριπτέος, διότι ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να προβάλει την έλλειψη ακρόασης του Εισαγγελέα, ενώ το να μη δώσει το λόγο ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου στον Εισαγγελέα σε προβληθέντα από τον κατηγορούμενο αυτοτελή ισχυρισμό, δεν προκαλεί ουδεμία ακυρότητα, αφού η πρότασή του επί της κατηγορίας εμπεριέχει και την πρότασή του για απόρριψη του ισχυρισμού αυτού. Τέλος, ο από το άρθρο 510 §1 στοιχ. ε' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως ότι με βάση τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε το δικαστήριο ως προς τη σωματική βλάβη θεμελιώνεται το αδίκημα της εντελώς ελαφράς σωματικής βλάβης και θα έπρεπε ως εκ τούτου το δικαστήριο να παύσει υφ' όρον την εις βάρος της αναιρεσείουσας ποινική δίωξη για την πράξη αυτή, σύμφωνα με το άρθρο 31 §1 του Ν.3346/2005, είναι αβάσιμος και απορριπτέος, διότι ορθώς το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο και καταδίκασε την αναιρεσείουσα για την πράξη του άρθρου 308 §1 στοιχ.α' ΚΠΔ, ενώ, περαιτέρω, τα όσα αναφέρονται σε σχέση με την εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς το γεγονός της σωματικής βλάβης, δεν ελέγχονται αναιρετικά. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως, ως προς το αδίκημα της απλής σωματικής βλάβης. Μετά την εν μέρει αναίρεση, όπως πιο πάνω αναφέρεται, για το αδίκημα της απόπειρας αντιστάσεως, η πράξη αυτή, η οποία φέρεται ότι τελέσθηκε στις 16-9-2000 έχει υποπέσει μέχρι σήμερα στην οκταετή παραγραφή (άρθρ. 111 §3 και 113 §§2 και 3 ΠΚ) και, επομένως, το παρόν δικαστήριο πρέπει να παύσει οριστικά την ποινική δίωξη γι' αυτό (άρθρ. 511 ΚΠΔ). Περαιτέρω θα πρέπει να αναιρεθεί και εξαφανισθεί η περί συγχωνεύσεως των ποινών διάταξη της προσβαλλόμενης απόφασης και παραμείνει η επιβληθείσα ποινή των τεσσάρων (4) μηνών για την απλή σωματική βλάβη, η οποία έχει ανασταλεί επί τριετία.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί εν μέρει την 96/2008 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αιγαίου μόνον ως προς το αδίκημα της απόπειρας αντιστάσεως και την περί συγχωνεύσεως των ποινών διάταξη της απόφασης αυτής, την οποία και εξαφανίζει.
Παύει οριστικά την ποινική δίωξη για το αδίκημα της απόπειρας αντιστάσεως, το οποίο φέρεται ότι τελέσθηκε από την αναιρεσείουσα κατηγορουμένη Χ1 στις ... στη .... Και
Απορρίπτει την αναίρεση της παραπάνω αναιρεσείουσας ως προς το αδίκημα της απλής σωματικής βλάβης, ως προς την οποία πράξη παραμένει η επιβληθείσα ποινή των τεσσάρων (4) μηνών, η εκτέλεση της οποίας έχει ανασταλεί επί τριετία.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 21 Απριλίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 22 Απριλίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ