Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 782 / 2008    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Υπέρβαση εξουσίας, Ναρκωτικά.




Περίληψη:
Ναρκωτικά (εισαγωγή σε στρατόπεδο, κατοχή και διάθεση ναρκωτικών). Λόγοι: 1) 510§1 στοιχ. Δ΄, 2) στοιχ. Ε΄ απορριπτέοι, 3) 510§1 Η΄ ΟΧΙ υπέρβαση εξουσίας (ΟΧΙ δικαιοδοσία Στρατιωτικού Ποινικού Δικαστηρίου). Απορρίπτει αίτηση.





Αριθμός 782/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Κυριτσάκη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Γρηγόριο Μάμαλη-Εισηγητή, Θεοδώρα Γκοΐνη, Βασίλειο Κουρκάκη και Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Απριλίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου-Πριάμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ1, κρατούμενου στην Αγροτική Φυλακή Τίρυνθας, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αχιλλέα Μπανταβάνο, για αναίρεση της 446/2006 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 14 Σεπτεμβρίου 2006 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1691/2006.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' του ίδιου κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ'αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 446/2006 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ'είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο κατηγορούμενος υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία και ήταν αδειούχος. Την 11-10-1997, ημέρα Σάββατο και περί ώρα 14.00, επισκέφθηκε στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισμένων (ΚΕΤΘ) στον ..... Αττικής τον εκεί υπηρετούντα στρατιώτη Γ1, ο οποίος είχε τιμωρηθεί πειθαρχικά και δεν είχε πάρει άδεια εξόδου. Ο κατηγορούμενος κατά τη συνάντησή τους, έχοντας μαζί του 15,2 γραμμάρια φυτικών αποσπασμάτων ινδικής κάνναβης ("φούντα"), τα παρέδωσε στον εν λόγω φίλο του. Η ενέργειά του όμως αυτή υπέπεσε στην αντίληψη ανδρών της Αστυνομίας Μονάδος (ΑΜ) του στρατοπέδου, οι οποίοι και τον συνέλαβαν. Πρέπει, λοιπόν, να κηρυχθεί και αύθις ένοχος εισαγωγής σε στρατόπεδο, κατοχής και διαθέσεως απαγορευμένης ναρκωτικής ουσίας και να του αναγνωρισθεί το και πρωτοδίκως αναγνωρισμένο ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου. Δεν προσκομίσθηκαν, όμως, στη διαδικασία στοιχεία αποδεικνύονται τη μετά τις πράξεις του κατηγορουμένου συμπεριφορά του, γι'αυτό και πρέπει το αιτηθέν ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ.2 ε' ΠΚ να απορριφθεί. Κατά τα λοιπά ο κατηγορούμενος κατά την απολογία του στον Ανακριτή επιβεβαιώνει τις πράξεις του διαφοροποιώντας το ρόλο του, ως διαμεσολαβητή, δέχεται δε ότι και ο ίδιος είχε μέχρι τότε (8-1-1999) καπνίσει χασίς δύο έως τρεις φορές. Πρέπει λοιπόν και ο ισχυρισμός της υπερασπίσεώς του ότι οι πράξεις είναι πλημμελήματα να απορριφθεί. Ακολούθως, με βάση όσα αναφέρθηκαν το Πενταμελές Εφετείο κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο, και ήδη αναιρεσείοντα, Χ1 για τις αποδιδόμενες σ'αυτόν πιο πάνω αξιόποινες πράξεις της εισαγωγής σε στρατόπεδο, της κατοχής και της διαθέσεως ναρκωτικών ουσιών και του επέβαλε, αφού αναγνώρισε ότι συντρέχει στο πρόσωπό του η ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ.2 εδ.α' ΠΚ, ποινή φυλακίσεως τριών ετών και χρηματική ποινή 3.000 ευρώ.
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές του Δικαστηρίου της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ'αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των άνω εγκλημάτων, για τα οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1α, 27 παρ.1, 94 παρ.1 του ΠΚ και των άρθρων 4 παρ.1 Πιν Α6, 5 παρ.1 β', γ',ζ' του ν.1729/1987, όπως ισχύει, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου, με ελλιπή, δηλαδή, ή αντιφατική αιτιολογία. Ειδικότερα αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες και έγγραφα), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε, κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα απ'αυτά. Επίσης, αναφέρονται στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης πιο πάνω αποφάσεως τα πραγματικά περιστατικά, βάσει των οποίων δέχθηκε το Πενταμελές Εφετείο ότι ο αναιρεσείων κατηγορούμενος κατείχε την άνω ποσότητα ινδικής κάνναβης, ήτοι είχε τη φυσική εξουσίαση αυτής, ώστε να μπορεί σε κάθε στιγμή να τη διαθέτει πραγματικά σε τρίτους κατά τη δική του βούληση, και την εισήγαγε στο πιο πάνω στρατόπεδο, όπου και τη διέθεσε στον ειρημένο στρατιώτη Γ1.
Με βάση τις σκέψεις που προηγήθηκαν οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' και Ε' ΚΠοινΔ πρώτος και δεύτερος λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι πλημμέλειες α) της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και β) της εσφαλμένης εφαρμογής και ερμηνείας ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά δε με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως πλήττεται απαραδέκτως η ανωτέρω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών.
Κατά το άρθρο 193 παρ.2 περ. ζ' του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα (ν.2287/1995), "Οι στρατιωτικοί δεν υπάγονται στα στρατιωτικά, αλλά στα κοινά ποινικά Δικαστήρια για : α)... ζ) κακουργήματα και πλημμελήματα που με ειδικούς νόμους υπάγονται στα Εφετεία", όπως είναι τα ανωτέρω κακουργήματα περί τα ναρκωτικά (άρθρο 21 του ν.663/1977). Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ.Η' του ΚΠοινΔ τρίτος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της υπερβάσεως εξουσίας, και συγκεκριμένα ότι το Πενταμελές Εφετείο εκδικάζοντας τις άνω κακουργηματικές πράξεις άσκησε δικαιοδοσία που δεν του δίνει ο νόμος, ενόψει του ότι ο αναιρεσείων κατά το χρόνο τελέσεως των εν λόγω πράξεων υπηρετούσε σύμφωνα με τις παραδοχές της αποφάσεως, τη στρατιωτική του θητεία και κατά συνέπεια υπαγόταν στη δικαιοδοσία των στρατιωτικών ποινικών Δικαστηρίων, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Κατ'ακολουθίαν των ανωτέρω, και αφού δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 ΚΠοινΔ).

Για τους λόγους αυτούς
Απορρίπτει την από 14 Σεπτεμβρίου 2006 αίτηση του Χ1 για αναίρεση της 446/2006 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Σεπτεμβρίου 2007. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 24 Μαρτίου 2008.


Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή