Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Δωροδοκία.
Περίληψη:
Αναίρεση καταδικαστικής αποφάσεως για παθητική δωροδοκία με την επίκληση των λόγων α) της απόλυτης ακυρότητας, γιατί το δικαστήριο ανεπιτρέπτως μετέβαλε τα πραγματικά περιστατικά της κατηγορίας, και β) της ελλείψεως ειδικής αιτιολογίας. Δεν επάγεται ακυρότητα το γεγονός ότι τόσο το πρωτοβάθμιο, όσο και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, προσδιόρισαν αναλυτικά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία. Επάρκεια αιτιολογίας. Απορρίπτει την αναίρεση.
Αριθμός 1434/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη - Εισηγητή, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 10 Δεκεμβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Θάνου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Μιχαήλ - Ιωάννη Βουράκη περί αναιρέσεως της 2503/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών.
Το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 19 Ιουνίου 2007 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1200/2007.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή από τις διατάξεις των άρθρων 27 επ., 43, 49 σε συνδυασμό προς αυτές των άρθρων 57 επ. 246 επ. 250 και 321 του Κ.Π.Δ, συνάγεται ότι το δικαστήριο μπορεί να αποφαίνεται μόνο για την πράξη, για την οποία ασκήθηκε από τον εισαγγελέα ποινική δίωξη, όχι δε και για κάποια άλλη, έστω και συναφή, αλλιώς παράγεται απόλυτη ακυρότητα κατά το άρθρο 171 παρ. 1 περ. β' του Κ.Π.Δ, λόγω ανεπίτρεπτης μεταβολής της κατηγορίας, που υπάρχει και όταν η πράξη για την οποία διώχθηκε και παραπέμφθηκε στο ακροατήριο ο κατηγορούμενος είναι διαφορετική κατά τόπο, χρόνο και λοιπές ιστορικές περιστάσεις τελέσεως, από εκείνη για την οποία καταδικάσθηκε αυτός. Τέτοια ανεπίτρεπτη μεταβολή κατηγορίας δεν υπάρχει, όταν το δικαστήριο προσδιορίζει ακριβέστερα, σύμφωνα με τα πορίσματα της ακροαματικής διαδικασίας, τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν τον τρόπο τελέσεως της πράξεως, καθώς και όταν τόσο το πρωτοβάθμιο, όσο και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο με βάση τα ίδια πορίσματα δέχεται τον ένα από τους περισσότερους, υπαλλακτικώς διατυπούμενους στο νόμο, τρόπους τελέσεως του αδικήματος, ο οποίος είναι διαφορετικός από εκείνο που αναφερόταν στο κλητήριο θέσπισμα και για το οποίο είχε παραπεμφθεί ο κατηγορούμενος σε δίκη, ενώ, όπως προκύπτει από το άρθρο 235 του Π.Κ., όπως το άρθρο αυτό, αντικαταστάθηκε από το άρθρο δεύτερο του ν. 2802/2000, το έγκλημα της δωροδοκίας είναι υπαλλακτικώς μικτό, με την έννοια ότι οι περισσότεροι τρόποι πραγματώσεώς του, οι οποίοι ορίζονται στο νόμο και είναι α) η απαίτηση του ωφελήματος, β) η αποδοχή του και γ) η αποδοχή υπόσχεσης για την παροχή του, μπορούν να εναλλαχθούν και σε περίπτωση συνδρομής περισσοτέρων εξ' αυτών πραγματώνεται ένα και μόνο έγκλημα. Στην προκείμενη περίπτωση από τα έγγραφα του φακέλου της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, προκύπτουν τα ακόλουθα: Κατά της κατηγορουμένης και ήδη αναιρεσείουσας Χ, ασκήθηκε ποινική δίωξη για την πράξη της παθητικής δωροδοκίας κατ' εξακολούθηση (άρθρα 98 και 235 του Π.Κ., όπως το δεύτερο αντικ. από το δεύτερο άρθρο του ν. 802/2000). Στη συνέχεια, αυτή παραπέμφθηκε με απ' ευθείας κλήση στο ακροατήριο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, προκειμένου να δικασθεί για την ως άνω πράξη, η οποία σύμφωνα με το από 30-3-2004 κλητήριο θέσπισμα που της κοινοποιήθηκε, συνίστατο στο ότι: "Στην ..., στις 26 Μαρτίου 2004 και κατά το μήνα Ιούνιο 2003, με περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, όντας υπάλληλος, κατά παράβαση των καθηκόντων της, ζήτησε και έλαβε άμεσα για τον εαυτό της ωφελήματα οποιασδήποτε φύσεως και δέχθηκε υπόσχεση τούτων, προκειμένου να προβεί σε ενέργεια που ανάγεται στα καθήκοντά της. Συγκεκριμένα όντας υπάλληλος τη Διεύθυνσης Υγείας της Νομαρχίας ... και αρμόδια για το χειρισμό θεμάτων εκδόσεως αδειών λειτουργίας εργαστηρίων οδοντοτεχνιτών, εκμεταλλευόμενη την ιδιότητα της αυτή, ζήτησε από την εγκαλούσα Ψ, οδοντοτεχνίτη, η οποία είχε υποβάλει στην ανωτέρω υπηρεσία αίτηση για την έκδοση αδείας λειτουργίας εργαστηρίου της στην οδό ... αρ. ... το χρηματικό ποσό των 500,00 ευρώ, προκειμένου να φροντίσει για την άρση των κωλυμάτων που προέκυψαν αναφορικά με την ανωτέρω αίτηση της και για τη μεσολάβηση της στην επιτροπή χορήγησης των σχετικών αδειών. Στις 26-3-2004 η κατηγορουμένη έλαβε από την εγκαλούσα Ψ και για τον ανωτέρω σκοπό, το χρηματικό ποσό των 250,00 ευρώ και παρέδωσε σε αυτή την εν λόγω άδεια λειτουργίας του εργαστηρίου της, χωρίς, όμως, προηγουμένως να προηγηθεί ο απαιτούμενος νόμιμος έλεγχος αυτού, προβαίνοντας έτσι σε ενέργεια που ανάγεται στα καθήκοντα της και ενεργώντας κατά παράβαση αυτών. Προσέτι κατά το μήνα Ιούνιο 2003, ενεργώντας ως γραμματέας της επιτροπής χορήγησης αδειών άσκησης του επαγγέλματος του οδοντοτεχνίτη, ζήτησε από τον ΑΑ, ο οποίος είχε υποβάλει αίτηση στην ανωτέρω υπηρεσία Διεύθυνση Υγιεινής της Νομαρχίας ... για συμμετοχή του στις εξετάσεις που διενεργούνται από αυτή, το χρηματικό ποσό των 15.000 ευρώ, προκειμένου να μεσολαβήσει στην επιτροπή και να του χορηγηθεί η απαιτούμενη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος του οδοντοτεχνίτη, ενεργώντας έτσι κατά παράβαση των καθηκόντων της. Για παράβαση των άρθρων 26 παρ. 1, 27 παρ. 1, 98, 235 Ποινικού Κωδικός, ως το άρθρο 235 αντικ. με άρθρο δεύτερο του Ν. 2802/2000". Στη συνέχεια, η κατηγορουμένη, και ήδη αναιρεσείουσα, καταδικάσθηκε με την υπ' αριθμό 37001/25-5-2005 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, και για τις δυο μερικότερες πράξεις της παθητικής δωροδοκίας, οι οποίες σύμφωνα με τα πορίσματα της ακροαματικής διαδικασίας, συνίσταντο στα εξής: "Στην ... και κατά τους κατωτέρω αναφερόμενους χρόνους, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, ενώ ήταν υπάλληλος, κατά παράβαση των καθηκόντων της, απαίτησε για τον εαυτό της ωφελήματα οποιασδήποτε φύσης προκειμένου να προβεί σε ενέργεια η οποία αντίκειται στα καθήκοντά της. Συγκεκριμένα: Α) στον παραπάνω τόπο στις 8-3-2004 και στις 9-3-2004, ενώ ήταν υπάλληλος της Διεύθυνσης Υγείας της Νομαρχίας ... και γραμματέας της συσταθείσης με την υπ'αριθμόν 5118/5-1-2003 απόφαση του Νομάρχη ... Τριμελούς Επιτροπής Ελέγχου της τήρησης των απαιτούμενων από το νόμο προδιαγραφών για την ίδρυση και λειτουργία οδοντοτεχνικών εργαστηρίων στην περιφέρεια της Νομαρχίας ... και στα καθήκοντα της ως γραμματέα της παραπάνω επιτροπής, ανάγονταν η συγκέντρωση των υποβαλλόμενων από τους αιτούντες την έκδοση των σχετικών αδειών δικαιολογητικών, ο καθορισμός, σε συνεννόηση, με τα μέλη της επιτροπής και τους αιτούντες, των χρονολογιών διενέργειας των επιθεωρήσεων των υπό αδειοδότηση οδοντοτεχνικών εργαστηρίων ως προς τα αν πληρούν ή όχι τις απαιτούμενες από το νόμο για την ίδρυση και λειτουργία τους προδιαγραφές και η υποβολή των σχετικών εκθέσεων επιθεωρήσεως μετά των λοιπών δικαιολογητικών και δικής της εισηγήσεως περί χορηγήσεως ή μη της αδείας στον αρμόδιο για την έκδοση της Βοηθό Νομάρχη, απαίτησε από την εγκαλούσα Ψ, οδοντοτεχνίτη, η οποία στις 12-2-2004 είχε υποβάλει στη Διεύθυνση Υγείας της Νομαρχίας ... την από 12-2-2004 αίτηση να της χορηγηθεί άδεια λειτουργίας οδοντοτεχνικού εργαστηρίου σε ακίνητο κείμενο στην ... στη συνοικία ... επί της οδού ... αριθμός ..., καταχωρηθείσα στο πρωτόκολλο υπ'αύξοντα αριθμό ..., σε δύο τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, τις οποίες με δική της πρωτοβουλία κατά τις παραπάνω χρονολογίες είχε μαζί της, να της καταβάλει χρηματικό ποσό, τον προσδιορισμό του οποίου άφησε στην έμφρονα κρίση της, προκειμένου να μεριμνήσει ώστε η άδεια λειτουργίας του παραπάνω οδοντοτεχνικού εργαστηρίου της να εκδοθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, χωρίς να προηγηθεί επιτόπου επιθεώρηση του από την παραπάνω επιτροπή προς διαπίστωση της τηρήσεως ή μη των απαιτούμενων από το νόμο προδιαγραφών ίδρυσης και λειτουργίας του ... έως ... ακολούθως δε την 26-3-2005 και περί ώρα 10.20 η κατηγορουμένη σε συνάντησή της με την εγκαλούσα στην είσοδο του καταστήματος της Νομαρχίας ... επί της λεωφόρου ..., την οποία με δική της πρωτοβουλία είχε από τηλεφώνου προηγουμένως καθορίσει, προσδιόρισε το χρηματικό ποσό την καταβολή του οποίον είχε απαιτήσει από την εγκαλούσα ως δώρο για την έκδοση της αδείας σε 500 ευρώ και της ζήτησε να συναντηθούν ξανά το μεσημέρι της ίδιας ημέρας στο ίδιο μέρος προκειμένου αυτή μεν να της παραδώσει την άδεια, εκείνη δε να της καταβάλει το συμφωνηθέν χρηματικό ποσό των 500 ευρώ, συνάντηση η οποία τελικά πραγματοποιήθηκε την 14.30 ώρα της ίδιας ημέρας 26-3-2005 στη συμβολή των οδών ... και ... και κατά την οποία η κατηγορουμένη κατελήφθη από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων, στα οποία η εγκαλούσα είχε από τις 20-3-2004 προσφύγει, να παραδίδει στην εγκαλούσα την υπ'αριθμόν ... άδεια ίδρυσης και λειτουργίας του πιο πάνω οδοντοτεχνικού εργαστηρίου της και να λαμβάνει από αυτήν το ήμισυ του αρχικά συμφωνημένου ποσού των 500 ευρώ, ήτοι το ποσό των 250 ευρώ σε χαρτονομίσματα προσημειωμένα από τα αστυνομικά όργανα, τα οποία κατά την έρευνα που επακολούθησε βρέθηκαν μέσα στην τσάντα της και Β) Στον ίδιο πιο πάνω τόπο τον Ιούνιο τον 2003, ενεργώντας ως γραμματέας της επιτροπής χορήγησης αδειών άσκησης του επαγγέλματος του οδοντοτεχνίτη, απαίτησε από τον ΑΑ, ο οποίος είχε υποβάλει στην ίδια πιο πάνω Διεύθυνση Υγείας της νομαρχίας ... αίτηση να συμμετάσχει στις προβλεπόμενες από το νόμο εξετάσεις για να λάβει άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος του οδοντοτεχνίτη, το χρηματικό ποσό των 15.000 ευρώ προκειμένου να μεσολαβήσει στα μέλη της παραπάνω επιτροπής ώστε να του χορηγηθεί η αιτούμενη άδεια".
Μετά δε την εκ μέρους της αναιρεσείουσας άσκηση, κατά της καταδικαστικής αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, εφέσεως, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, με την οποία αυτή κηρύχθηκε ένοχη για την μερικότερη μόνο πράξη της απαιτήσεως και λήψεως δώρου από την εγκαλούσα Ψ. Ειδικότερα, κηρύχθηκε ένοχη του ότι: "Στην ... και κατά τους κατωτέρω αναφερομένους χρόνους ενώ ήταν υπάλληλος, κατά παράβαση των καθηκόντων της, απαίτησε για τον εαυτό της ωφελήματα οποιασδήποτε φύσης προκειμένου να προβεί σε ενέργεια η οποία αντίκειται στα καθήκοντά της, συγκεκριμένα: τον παραπάνω τόπο στις 8.3.2004 και στις 9.3.2004, ενώ ήταν υπάλληλος της Διεύθυνσης Υγείας της Νομαρχίας ... και γραμματέας της συσταθείσης με την υπ' αριθμόν 5118/5.1.2003 απόφαση του Νομάρχη ... Τριμελούς Επιτροπής Ελέγχου της τήρησης των απαιτουμένων από το νόμο προδιαγραφών για την ίδρυση και λειτουργία οδοντοτεχνικών εργαστηρίων στην περιφέρεια της Νομαρχίας ... και στα καθήκοντά της ως γραμματέα της παραπάνω επιτροπής, ανάγονταν η συγκέντρωση των υποβαλλόμενων από τους αιτούντες την έκδοση των σχετικών αδειών δικαιολογητικών, ο καθορισμός, σε συνεννόηση με τα μέλη της επιτροπής και τους αιτούντες, των χρονολογιών διενέργειας των επιθεωρήσεων των υπό αδειοδότηση οδοντοτεχνικών εργαστηρίων ως προς το αν πληρούν ή όχι τις απαιτούμενες από το νόμο για την ίδρυση και τη λειτουργία τους προδιαγραφές και η υποβολή των σχετικών εκθέσεων επιθεωρήσεως μετά των λοιπών δικαιολογητικών και δικής της εισηγήσεως περί χορηγήσεως ή μη της αδείας στον αρμόδιο για την έκδοση της Βοηθό Νομάρχη, απαίτησε από την εγκαλούσα Ψ, οδοντοτεχνίτη, η οποία στις 12.2.2004 είχε υποβάλει στη Διεύθυνση Υγείας της Νομαρχίας ... την από 12-2-2004 αίτηση να της χορηγηθεί άδεια λειτουργίας οδοντοτεχνικού εργαστηρίου σε ακίνητο κείμενο στην ... στη συνοικία ... επί της οδού ... αριθμός ..., καταχωρηθείσα στο πρωτόκολλο υπ'αύξοντα αριθμό ..., σε δύο τηλεφωνικές συνδιαλέξεις τις οποίες με δική της πρωτοβουλία κατά τις παραπάνω χρονολογίες είχε μαζί της να της καταβάλει χρηματικό ποσό, τον προσδιορισμό του οποίου άφησε στην έμφρονα κρίση της προκειμένου να μεριμνήσει ώστε η άδεια λειτουργίας του παραπάνω οδοντοτεχνικού εργαστηρίου της να εκδοθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα χωρίς να προηγηθεί επιτόπου επιθεώρησή του από την παραπάνω επιτροπή προς διαπίστωση της τηρήσεως ή μη των απαιτούμενων από το νόμο προδιαγραφών ίδρυσης και λειτουργίας του επικαλούμενη ότι, εξαιτίας του φόρτου εργασίας των μελών της, θα καθυστερούσαν η διενέργεια της επιτόπιας επιθεώρησής του και εντεύθεν η έκδοση της αδείας ίδρυσης και λειτουργίας του, μέριμνα την οποία η κατηγορουμένη εν συνεχεία και επέδειξε ενεργώντας κατά τρόπο αντίθετο προς τα καθήκοντά της, αφού λίγες ημέρες αργότερα και συγκεκριμένα την 17.3.2004 πέτυχε να εκδοθεί από το Βοηθό Νομάρχη ... υπέρ της εγκαλούσας η υπ' αριθμόν ... άδεια ίδρυσης και λειτουργίας του παραπάνω εργαστηρίου της, χωρίς πράγματι η επιτροπή να μεταβεί επιτόπου σε αυτό προς επιθεώρηση, βάσει της σχετικής υπ' αριθμόν ... εκθέσεως επιθεωρήσεώς του, η οποία όμως, εκτός του ότι είναι ψευδής ως προς το περιεχόμενό της, αφού πράγματι επιθεώρηση δεν έγινε, είναι και ελλιπής, διότι φέρει μόνο τις υπογραφές των δύο εκ των τριών μελών της και συγκεκριμένα των ΒΒ και ΓΓ και όχι και του τρίτου μέλους της ΔΔ, παραλείποντας καταρχήν να προσδιορίσει σε συνεννόηση με τα μέλη της επιτροπής και την εγκαλούσα χρονολογία επιτόπιας επιθεώρησης του εργαστηρίου της, όπως ως γραμματέας αυτής είχε καθήκον, πείθοντας εν συνεχεία τα μέλη της επιτροπής ΒΒ και ΓΓ να υπογράψουν τη σχετική υπ' αριθμόν ... έκθεση επιθεωρήσεως του εργαστηρίου της εγκαλούσας, μολονότι η επιτροπή δεν το είχε πράγματι επιθεωρήσει, με τη διαβεβαίωση ότι το ζήτημα ήταν τυπικό, ότι η εγκαλούσα επείγετο να θέσει σε λειτουργία το εργαστήριό της και ότι σε κάθε περίπτωση η επιθεώρηση μπορούσε να επακολουθήσει της θέσεως των υπογραφών τους στην έκθεση, επιχειρώντας να πείσει και το τρίτο μέλος της επιτροπής ΔΔ να υπογράψει την έκθεση χωρίς να έχει προηγηθεί επιθεώρηση του εργαστηρίου της εγκαλούσας - ανεπιτυχώς, όμως, ως προς αυτόν λόγω αρνήσεώς του να την υπογράψει - και τέλος υποβάλλοντας ως εισηγήτρια σχέδιο της υπ' αριθμόν ... αδείας ιδρύσεως και λειτουργίας του οδοντοτεχνικού εργαστηρίου της εγκαλούσας κατά σειράν στους προσυπογράφοντες για την έκδοση της αδείας προϊσταμένους της ΕΕ, αρμόδια τμηματάρχη του Τμήματος Υπηρεσιών Υγείας της Διεύθυνσης Υγείας της Νομαρχίας ..., ΣΤ αρμόδιο Διευθυντή της Διεύθυνσης Υγείας της Νομαρχίας ... και ΖΖ Βοηθό Νομάρχη αρμόδιο για την έκδοση της απόφασης περί χορηγήσεως της αδείας και εισηγούμενη σε αυτούς την αποδοχή της αιτήσεως της εγκαλούσας και την έκδοση της αιτηθείσης αδείας με τη διαβεβαίωση ότι ο φάκελος ήταν πλήρης και ότι είχαν τηρηθεί όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις για την έκδοση της, ενώ γνώριζε τις προαναφερόμενες ελλείψεις ως προς τη διαδικασία εκδόσεως της και με την ιδιότητα της γραμματέως της παραπάνω επιτροπής είχε καθήκον να απόσχει από του να υποβάλει τέτοια εισήγηση, ακολούθως δε την 26.3.2005 και ώρα 10.20' η κατηγορουμένη σε συνάντησή της με την εγκαλούσα την είσοδο του καταστήματος της Νομαρχίας ... επί της Λεωφόρου ... αριθμός ..., την οποίαν με δική της πρωτοβουλία είχε από τηλεφώνου προηγουμένως καθορίσει, προσδιόρισε το χρηματικό ποσό την καταβολή του, οποίου είχε απαιτήσει από την εγκαλούσα ως δώρο για την έκδοση της αδείας σε 500 ευρώ και της ζήτησε να συναντηθούν ξανά το μεσημέρι της ίδιας ημέρας στο ίδιο μέρος προκειμένου αυτή μεν να της παραδώσει την άδεια εκείνη δε να της καταβάλει το συμφωνηθέν χρηματικό ποσά των 500 ευρώ, συνάντηση η οποία τελικά πραγματοποιήθηκε την 14.30' ώρα της ίδιας ημέρας 26.3.2005 στη συμβολή των οδών ... και ... και κατά την οποίαν η κατηγορουμένη κατελήφθη από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων, στα οποία η εγκαλούσα είχε από τις 20.3.2004 προσφύγει, να παραδίδει στην εγκαλούσα την υπ' αριθμόν ... άδεια ίδρυσης και λειτουργίας του πιο πάνω οδοντοτεχνικού εργαστηρίου της και να λαμβάνει από αυτήν το ήμισυ του αρχικά συμφωνημένου ποσού των 500 ευρώ, ήτοι το ποσό των 250 ευρώ σε χαρτονομίσματα προσημειωμένα από τα αστυνομικά όργανα τα οποία κατά την έρευνα που επακολούθησε βρέθηκαν μέσα στην τσάντα της". Η πράξη, όμως, για την οποία αυτή καταδικάσθηκε με την απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, δεν είναι ουσιωδώς διαφορετική, κατά τόπο, χρόνο και τις λοιπές περιστάσεις από εκείνη, για την οποία είχε ασκηθεί εναντίον της η ποινική δίωξη και είχε παραπεμφθεί σε δίκη, αλλά απλώς προσδιορίστηκαν τόσο από το πρωτοβάθμιο, όσο και από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ακριβέστερα τα πραγματικά εκείνα περιστατικά, τα οποία απαρτίζουν την αντικειμενική της υπόσταση και συγκεκριμένα προσδιορίστηκαν εκτενέστερα και πλέον αναλυτικά τα στοιχεία εκείνα που αναφέρονται στην ιδιότητα της κατηγορουμένης, ως γραμματέως της Τριμελούς Επιτροπής Ελέγχου, που είχε συσταθεί με την υπ' αριθμό 5118/5-1-2003 απόφαση του Νομάρχη ..., στα καθήκοντά της ως γραμματέως της επιτροπής αυτής, καθώς και στο χρόνο κατά τον οποίο απαίτησε αυτή αρχικά, αλλά και μεταγενέστερα έλαβε από την εγκαλούσα το χρηματικό ποσό των 500 ευρώ, προκειμένου αυτή να προβεί στη συγκεκριμένη ενέργεια, που ήταν αντίθετη με τα υπηρεσιακά της καθήκοντα. Έτσι, το δικαστήριο, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν προέβη σε ανεπίτρεπτη μεταβολή της κατηγορίας και δεν επήλθε εξ' αυτού του λόγου οποιαδήποτε ακυρότητα και ο περί του αντιθέτου, από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α' του Κ.Π.Δ., πρώτος λόγος αναιρέσεως, περί απολύτου ακυρότητας, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη κατά τα άρθρο 93 παρ.3 του Συντάγματος παρ.3 και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναίρεσης, κατά το άρθρο 510 στοιχ. Δ του ΚΠΔ, όταν εκτίθενται σ' αυτήν με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Έλλειψη τέτοιας αιτιολογίας υπάρχει και στην περίπτωση που αυτή είναι τυπική, όπως είναι και εκείνη που δεν περιέχει τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τη διαδικασία, αλλά το δικαστήριο, είτε περιορίζεται να αναφερθεί με τυπικές φράσεις στο διατακτικό της απόφασης που περιέχει τα στοιχεία του κατηγορητηρίου, είτε επαναλαμβάνει το διατακτικό, εφόσον αυτό δεν είναι λεπτομερές και δεν εκτίθενται στο περιεχόμενό του με σαφήνεια και πληρότητα, τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο εκδόθηκε η καταδικαστική απόφαση. Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του Κ.Π.Δ, λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, εσφαλμένη δε ερμηνεία υπάρχει, όταν το δικαστήριο αποδίδει στη διάταξη διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση επίσης εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως που προκύπτει από την αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού και του διατακτικού της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο, σε σχέση με την ορθή ή μη εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, το Δικαστήριο που την εξέδωσε, και ειδικότερα από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας και της υπερασπίσεως που εξετάσθηκαν ενόρκως στο ακροατήριο, τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά, τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης, την απολογία της κατηγορουμένης και από όλη την αποδεικτική διαδικασία, δέχθηκε, ότι αποδείχθηκαν, κατά πιστή μεταφορά, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στις αρχές του έτους 2004 η κατηγορουμένη Χ ήταν υπάλληλος της Διευθύνσεως Υγείας της Νομαρχίας ... και συγκεκριμένα γραμματέας της τριμελούς επιτροπής ελέγχου της τηρήσεως των απαιτούμενων από το νόμο προδιαγραφών για την ίδρυση και λειτουργία οδοντοτεχνικών εργαστηρίων στην περιφέρεια της Νομαρχίας ..., η οποία (επιτροπή) είχε συσταθεί με την 5118/5-1-2003 απόφαση του Νομάρχη ... . Στα καθήκοντα της κατηγορουμένης, ως γραμματέα της παραπάνω επιτροπής, ανάγονταν η συγκέντρωση των δικαιολογητικών που υπέβαλαν οι αιτούντες την έκδοση των σχετικών αδειών, ο καθορισμός, σε συνεννόηση με τα μέλη της επιτροπής και τους αιτούντες, του χρόνου διενέργειας των επιθεωρήσεων των υπό αδειοδότηση οδοντοτεχνικών εργαστηρίων, προκειμένου να διαπιστωθεί αν πληρούν ή όχι τις απαιτούμενες από το νόμο για την ίδρυση και λειτουργία τους προδιαγραφές και η υποβολή των σχετικών εκθέσεων επιθεωρήσεως μαζί με τα λοιπά δικαιολογητικά και δική της εισήγηση για τη χορήγηση ή μη της άδειας στον αρμόδιο για την έκδοση της βοηθό Νομάρχη. Στις 12-2-2004 η εγκαλούσα Ψ, οδοντοτεχνίτρια, υπέβαλε στη Διεύθυνση Υγείας της Νομαρχίας ... αίτηση με την ίδια ημερομηνία, η οποία καταχωρήθηκε στο πρωτόκολλο με αριθμό ... και με την οποία ζητούσε να της χορηγηθεί άδεια λειτουργίας οδοντοτεχνικού εργαστηρίου σε ακίνητο που βρισκόταν στην οδό ... αριθ. ..., στην ... (περιοχή ...). Στις 8-3-2004 και στις 9-3-2004 η κατηγορουμένη, με δική της πρωτοβουλία, είχε με την εγκαλούσα δύο τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, κατά τις οποίες, αφού επικαλέστηκε ότι εξαιτίας του φόρτου εργασίας των μελών της επιτροπής, θα καθυστερούσε η διενέργεια της επιτόπιας επιθεωρήσεως του εργαστηρίου της και συνακόλουθα η έκδοση της άδειας ιδρύσεως και λειτουργίας του, απαίτησε από την εγκαλούσα να της καταβάλει χρηματικό ποσό, τον προσδιορισμό του οποίου άφησε στην έμφρονα κρίση της, προκειμένου να μεριμνήσει ώστε η άδεια λειτουργίας του παραπάνω οδοντοτεχνικού εργαστηρίου της εγκαλούσας να εκδοθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, χωρίς να προηγηθεί επιτόπια επιθεώρηση του από την παραπάνω επιτροπή προκειμένου να διαπιστωθεί η τήρηση ή όχι των απαιτούμενων από το νόμο προδιαγραφών ιδρύσεως και λειτουργίας του. Τη μέριμνα δε αυτή πράγματι επέδειξε στη συνέχεια η κατηγορουμένη, ενεργώντας κατά τρόπο αντίθετο προς τα καθήκοντα της και συγκεκριμένα λίγες ημέρες αργότερα, ήτοι στις 17-3-2004, πέτυχε να εκδοθεί από το βοηθό Νομάρχη ...υπέρ της εγκαλούσας η ... άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας του παραπάνω εργαστηρίου της, χωρίς στην πραγματικότητα η επιτροπή να μεταβεί επιτόπου σ' αυτό για επιθεώρηση, παρά το ότι συντάχθηκε σχετικά η ... έκθεση επιθεωρήσεώς του. Η έκθεση όμως αυτή, εκτός του ότι είναι ψευδής ως προς το περιεχόμενό της, αφού στην πραγματικότητα, όπως προαναφέρθηκε, επιθεώρηση δεν έγινε, είναι και ελλιπής, διότι φέρει μόνο τις υπογραφές των δύο από τα τρία μέλη της και συγκεκριμένα των ΒΒ και ΓΓ και όχι και του τρίτου μέλους της ΔΔ. Ειδικότερα η κατηγορουμένη καταρχήν παρέλειψε να προσδιορίσει, σε συνεννόηση με τα μέλη της επιτροπής και την εγκαλούσα, ακριβή χρόνο επιτόπιας επιθεωρήσεως του εργαστηρίου της, όπως είχε καθήκον ως γραμματέας της επιτροπής, στη συνέχεια δε έπεισε τα μέλη της ΒΒ και ΓΓ να υπογράψουν την προαναφερθείσα αναληθή έκθεση επιθεωρήσεως με τη διαβεβαίωση ότι το ζήτημα ήταν τυπικό, ότι η εγκαλούσα επειγόταν να θέσει σε λειτουργία το εργαστήριο της και ότι σε κάθε περίπτωση η επιθεώρηση μπορούσε να επακολουθήσει της θέσεως των υπογραφών τους στην έκθεση. Κατόπιν η κατηγορουμένη επιχείρησε να πείσει και το τρίτο μέλος της επιτροπής ΔΔ να υπογράψει την έκθεση χωρίς να έχει προηγηθεί επιθεώρηση του εργαστηρίου της εγκαλούσας, ανεπιτυχώς όμως διότι αυτός αρνήθηκε. Τέλος υπέβαλε ως εισηγήτρια σχέδιο της ... αδείας ιδρύσεως και λειτουργίας του οδοντοτεχνικού εργαστηρίου της εγκαλούσας κατά σειράν στους προσυπογράφοντες για την έκδοση της αδείας προϊσταμένους της ΕΕ, αρμόδια τμηματάρχη του Τμήματος Υπηρεσιών Υγείας της Διευθύνσεως Υγείας της Νομαρχίας ..., ΣΤ, αρμόδιο διευθυντή της Διευθύνσεως Υγείας της Νομαρχίας ... και ΖΖ, βοηθό Νομάρχη, αρμόδιο για την έκδοση της αποφάσεως περί χορηγήσεως της αδείας και εισηγούμενη σε αυτούς την αποδοχή της αιτήσεως της εγκαλούσας και την έκδοση της αιτηθείσης αδείας με τη διαβεβαίωση ότι ο φάκελος ήταν πλήρης και ότι είχαν τηρηθεί όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις για την έκδοσή της, ενώ γνώριζε τις προαναφερόμενες ελλείψεις ως προς τη διαδικασία εκδόσεως της και με την ιδιότητα της γραμματέως της παραπάνω επιτροπής είχε καθήκον να απόσχει από του να υποβάλει τέτοια εισήγηση. Ακολούθως δε στις 26-3-2005 και ώρα 10.20' η κατηγορουμένη, σε συνάντησή της με την εγκαλούσα στην είσοδο του καταστήματος της Νομαρχίας ... επί της Λεωφόρου ... αριθ. ..., την οποία (συνάντηση) με δική της πρωτοβουλία είχε προηγουμένως καθορίσει από τηλεφώνου, προσδιόρισε το χρηματικό ποσό, την καταβολή του οποίου είχε απαιτήσει από την εγκαλούσα ως δώρο για την έκδοση της αδείας σε 500 ευρώ και της ζήτησε να συναντηθούν ξανά το μεσημέρι της ίδιας ημέρας στο ίδιο μέρος, προκειμένου αυτή μεν να της παραδώσει την άδεια, εκείνη δε να της καταβάλει το συμφωνηθέν ποσό των 500 ευρώ. Η συνάντηση αυτή τελικά πραγματοποιήθηκε στις 14.30' της ίδιας ημέρας (26-3-2005) στη συμβολή των οδών ... και ..., κατ' αυτήν δε η κατηγορουμένη κατελήφθη από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα της Διευθύνσεως Εσωτερικών Υποθέσεων, στα οποία η εγκαλούσα είχε προσφύγει από τις 20-3-2004, να παραδίδει στην εγκαλούσα την ... άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας του πιο πάνω οδοντοτεχνικού εργαστηρίου της και να λαμβάνει από αυτήν το ήμισυ του αρχικά συμφωνημένου ποσού των 500 ευρώ, ήτοι το ποσό των 250 ευρώ σε χαρτονομίσματα προσημειωμένα από τα αστυνομικά όργανα, τα οποία κατά την έρευνα που επακολούθησε βρέθηκαν μέσα στην τσάντα της. Ο ισχυρισμός της κατηγορουμένης ότι δεν υπήρξε μέλος της ανωτέρω επιτροπής λαμβάνοντας μέρος στη διαδικασία για την έκδοση αδειών στους οδοντοτεχνίτες, είναι απορριπτέος ως κατ' ουσίαν αβάσιμος, αφού, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρθηκε προηγουμένως ότι αποδείχτηκαν, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η κατηγορουμένη ήταν γραμματέας και όχι μέλος της επιτροπής, λάμβανε ενεργό μέρος στη διαδικασία εκδόσεως των αδειών, έχοντας τις αρμοδιότητες που εκτέθηκαν στην αρχή αυτής της αποφάσεως. Εξάλλου ο ισχυρισμός της κατηγορουμένης ότι δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας διότι η άδεια λειτουργίας του οδοντοτεχνικού εργαστηρίου της εγκαλούσας είχε εκδοθεί πολύ πριν γίνει το αδίκημα, είναι επίσης απορριπτέος ως κατ' ουσίαν αβάσιμος, αφού, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρθηκε προηγουμένως ότι αποδείχτηκαν, η μεν καταβολή του δώρου έγινε πράγματι στις 26-3-2004, δηλαδή μετά την έκδοση της αδείας που έλαβε χώρα στις 17-3-2004, η απαίτηση του όμως από την κατηγορουμένη έγινε πριν από αυτήν και συγκεκριμένα στις 8-3-2004 και 9-3-2004. Ενόψει όλων αυτών πρέπει η κατηγορουμένη να κηρυχθεί ένοχη της αξιόποινης πράξεως της αξιόποινης πράξεως της παθητικής δωροδοκίας η οποία της αποδίδεται, όπως τα πραγματικά περιστατικά που τη θεμελιώνουν αναλυτικά αναφέρονται στο διατακτικό. Το δικαστήριο όμως δέχεται ότι η κατηγορουμένη μέχρι το χρόνο τελέσεως της πιο πάνω αξιόποινης πράξεως έζησε έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή και γι' αυτό πρέπει να της επιβληθεί ποινή μειωμένη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 84 παρ. 2 εδ. α Π.Κ.". Στη συνέχεια το Δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση, κήρυξε την κατηγορούμενη-αναιρεσείουσα ένοχη της πράξεως της παθητικής δωροδοκίας, και της επέβαλε ποινή φυλάκισης 15 μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε επί τριετία. Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφασή του, την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από τα μνημονευθέντα αποδεικτικά μέσα και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξεως για την οποία καταδικάσθηκε, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους, στις προαναφερόμενες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις, τις οποίες ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, τα αντίθετα δε υποστηριζόμενα από την αναιρεσείουσα είναι αβάσιμα και πρέπει να απορριφθούν. Ειδικότερα, αιτιολογούνται οι παραδοχές εκείνες της αποφάσεως, σύμφωνα με τις οποίες η αναιρεσείουσα με την ιδιότητα της γραμματέως της Τριμελούς Επιτροπής Ελέγχου της Διεύθυνσης Υγιεινής της Νομαρχίας ..., στα καθήκοντα της οποίας αναγόταν η συγκέντρωση των απαιτουμένων δικαιολογητικών, για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας οδοντοτεχνικών εργαστηρίων, ζήτησε από την εγκαλούσα σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε μαζί της, και η οποία είχε υποβάλει πλήρη σειρά δικαιολογητικών για τη χορήγηση αντίστοιχης άδειας λειτουργίας οδοντοτεχνικού εργαστηρίου, την καταβολή από μέρους της, κάποιου χρηματικού ποσού, το ύψος του οποίου το άφηνε στη διακριτική της ευχέρεια. Αιτιολογείται επίσης, η παραδοχή εκείνη κατά την οποία η αναιρεσείουσα, ενεργώντας κατά τρόπο αντίθετο προς τα υπηρεσιακά της καθήκοντα, και προκειμένου να επιτύχει οικονομικά ωφελήματα από την εγκαλούσα, μερίμνησε για την έκδοση και χορήγηση υπέρ της τελευταίας της οικείας άδειας, αφού πέτυχε να εκδοθεί υπέρ της εγκαλούσας η με αριθμό ... άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας οδοντοτεχνικού εργαστηρίου, χωρίς στην πραγματικότητα να έχει μεταβεί επί τόπου η αρμόδια επιτροπή για τη θεώρηση και αυτοψία του χώρου εκείνου, αφού μερίμνησε η ίδια η κατηγορουμένη στη σύνταξη της σχετικής εκθέσεως επιθεωρήσεως. Αιτιολογείται ακόμη η παραδοχή σύμφωνα με την οποία η αναιρεσείουσα με δική της πρωτοβουλία, προσκάλεσε την εγκαλούσα τις πρωϊνές ώρες της 26-3-2005 να προσέλθει στην είσοδο του καταστήματος της Νομαρχίας ..., αφού είχε προσδιορίσει το ποσό των 500 ευρώ, που θα της κατέβαλε η εγκαλούσα, ποσό που τελικά της κατέβαλε τις μεσημβρινές ώρες της ίδιας ημέρας, σε νέα συνάντησή τους που καθόρισε η ίδια η αναιρεσείουσα επί των οδών ... και ..., προκειμένου να της παραδώσει την άδεια λειτουργίας, οπότε αυτή καταλήφθηκε από τα αρμόδια αστυνομικά όργανα, τα οποία είχε ενημερώσει προηγουμένως η εγκαλούσα. Οι αιτιάσεις της αναιρεσείουσας: α) ότι η σχετική άδεια λειτουργίας είχε εκδοθεί σε χρόνο προγενέστερο του χρόνου τελέσεως, και ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετείται η τέλεση του αδικήματος, για το οποίο αυτή τελικά καταδικάσθηκε, είναι αβάσιμος, γιατί ναι μεν η σχετική άδεια λειτουργίας φέρει χρονολογία εκδόσεως την 17-3-2004, όμως, η εκ μέρους της απαίτηση του οικονομικού ωφελήματος, όπως δέχθηκε και η προσβαλλόμενη απόφαση, πραγματοποιήθηκε σε προγενέστερο χρόνο και συγκεκριμένα την 8-3-2004 και 9-3-2004, και β) ότι η έκδοση της σχετικής άδειας λειτουργίας δεν αναγόταν στα υπηρεσιακά της καθήκοντα, αποτελεί αρνητικό της κατηγορίας ισχυρισμό, για τον οποίο δεν υφίστατο υποχρέωση του δικαστηρίου να διαλάβει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Μετά από αυτά και εφόσον δεν υπάρχει προς έρευνα άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα(άρθρο 583 Κ.Π.Δ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 19 Ιουνίου 2007 αίτηση της Χ, κατοίκου ..., για αναίρεση της υπ' αριθμό 2503/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα, τα οποία ανέρχονται σε διακόσια είκοσι(220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 20 Φεβρουαρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 10 Ιουνίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ