Θέμα
Απάτη, Βούλευμα παραπεμπτικό, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία.
Περίληψη:
Απάτη από την οποία το περιουσιακό όφελος του δράστη και η αντίστοιχη ζημία του παθόντος υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ. Στην έννοια του γεγονότος εμπίπτουν και οι απλές υποσχέσεις και οι συμβατικές υποχρεώσεις, εφόσον συνοδεύονται ταυτόχρονα με ψευδείς διαβεβαιώσεις και παραστάσεις άλλων ψευδών γεγονότων που αναφέρονται στο παρόν ή το παρελθόν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργούν την εντύπωση της μελλοντικής εκπλήρωσης με βάση την εμφανιζόμενη ψευδή κατάσταση από το δράστη που έχει ειλημμένη την απόφαση να μην εκπληρώσει την υποχρέωση. Κρίσιμος χρόνος για την τέλεση του εγκλήματος αυτού είναι ο χρόνος κατά τον οποίο ολοκλήρωσε ο δράστης τις ψευδείς παραστάσεις εξαιτίας των οποίων παραπλανήθηκε ο παθών και είναι αδιάφορος ο μεταγενέστερος χρόνος που επιχειρήθηκε από τον παθόντα η ζημιογόνα πράξη ή παράλειψη, καθώς και ο χρόνος επελεύσεως της περιουσιακής ζημίας. Ορθή παραπομπή για το ανωτέρω έγκλημα του κατηγορουμένου, ο οποίος παρέστησε ψευδώς στους εκπροσώπους της παθούσης εταιρίας ότι το πλοίο το οποίο η τελευταία είχε ναυλώσει για μεταφορά εμπορεύματος βρισκόταν εν πλω για το λιμάνι φορτώσεως του εμπορεύματος και ότι η μεταφορά θα γινόταν μέσα στη συμφωνειθείσα προθεσμία, ενώ το πλοίο δεν είχε καν αποπλεύσει γιατί είχε κατασχεθεί και έτσι τους έπεισε και προκατέβαλαν ναύλο ύψους 98.560,53 δολλαρίων ΗΠΑ. Απορρίπτεται η αίτηση αναιρέσεως.
ΑΡΙΘΜΟΣ 1760/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα, Ιωάννη Παπαδόπουλο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 19 Μαΐου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 19/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Με Πολιτικώς Ενάγουσα την εταιρεία με την επωνυμία SEAFREIGHTERS SHIPPING LINES ING" που εδρεύει στον ... και εκπροσωπείται νόμιμα.
Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 20 Φεβρουαρίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 372/2009.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Νικόλαος Μαύρος εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασιλείου Μαρκή με αριθμό 129/9.4.09, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Eισάγω στο Συμβούλιό σας την προκειμένη ποινική δικογραφία και εκθέτω τα εξής:
Ι. Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών με το 1980/2008 βούλευμα παρέπεμψε στο ακροατήριο του αρμόδιου Τριμελούς Εφετείου Αθηνών για κακουργήματα τον κατηγορούμενο: α) Χ, κάτοικο ... για να δικαστεί ως υπαίτιος απάτης με προξενηθείσα ζημία που υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ, (βλ. βούλευμα).
ΙΙ. Κατά του βουλεύματος αυτού ασκήθηκε νομοτύπως από τον κατηγορούμενο έφεση και το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών με το 19/2009 βούλευμα, αφού δέχθηκε τυπικά, απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την έφεση (βλ. βούλευμα). Το βούλευμα αυτό επιδόθηκε νομίμως στον κατηγορούμενο και συγκεκριμένα στον μεν ίδιο στις 10-2-2009, στην δε αντίκλητό του στις 18-2-2009 (βλ. σχετικά αποδεικτικά).
Στις 20-2-2009 εμφανίσθηκε στην αρμόδια υπάλληλο του Εφετείου Αθηνών ο δικηγόρος Χρήστος Διαμάντης και δήλωσε ότι ως πληρεξούσιος του κατηγορουμένου και για λογαριασμό αυτού ασκεί αναίρεση κατά του 19/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών για εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Για τη δήλωση αυτή συντάχθηκε η με αριθμό 25/20-2-2009 έκθεση αναιρέσεως (βλ. έκθεση). Η αίτηση αυτή πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί ουσιαστικά, γιατί πρόκειται για ένδικο μέσο που ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως, από διάδικο που είχε σχετικό δικαίωμα, αφού με το προσβαλλόμενο βούλευμα παραπέμπεται για κακουργηματικού χαρακτήρα πράξη, στην δε σχετική έκθεση εμπεριέχεται σαφής και ορισμένος λόγος αναίρεσης.
ΙΙΙ. Κατά το άρθρο 386 παρ.1 ΠΚ, όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας άλλον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν η ζημία που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης απαιτούνται: α) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, χωρίς να είναι αναγκαία η πραγμάτωση του οφέλους, β) εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, από τα οποία, ως παραγωγό αιτία, παραπλανήθηκε κάποιος σε πράξη ή παράλειψη ή ανοχή και γ) βλάβη ξένης, κατά το αστικό δίκαιο, περιουσίας, η οποία να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη. Ως γεγονότα νοούνται τα πραγματικά περιστατικά, που ανάγονται στο παρελθόν ή το παρόν και όχι εκείνα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον, όπως είναι οι απλές υποσχέσεις ή συμβατικές υποχρεώσεις. Όταν όμως οι τελευταίες συνοδεύονται ταυτόχρονα με ψευδείς διαβεβαιώσεις και παραστάσεις άλλων ψευδών γεγονότων που ανάγονται στο παρελθόν ή στο παρόν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργούν την εντύπωση της μελλοντικής εκπλήρωσης με βάση την εμφανιζόμενη ψευδή κατάσταση από το δράστη που έχει ειλημμένη την απόφαση να μη εκπληρώσει την υποχρέωση, θεμελιούται και τότε το αδίκημα της απάτης (βλ. ΑΠ 51/2007). Περαιτέρω, μετά την αντικατάσταση της παρ.3 του άρθρου 386 του ΠΚ με το άρθρο 14 παρ.4 του ν. 2721/1999, η απάτη προσλαμβάνει κακουργηματικό χαρακτήρα και στην περίπτωση κατά την οποία το παράνομο περιουσιακό όφελος που επιδίωξε ο δράστης, ή η αντίστοιχη συνολική ζημία που προκλήθηκε, υπερβαίνει το ποσό των 25.000.000 δρχ. ( 73.000 ευρώ). Γίνεται εξάλλου δεκτό ότι για την στοιχειοθέτηση της αξιόποινης απάτης πρέπει το περιουσιακό όφελος που επιδίωξε ο δράστης να προέρχεται από την περιουσία του βλαπτομένου, στη διάθεση της οποίας προέβη ο παραπλανηθείς, έτσι ώστε το όφελος αυτό να αποτελεί την ανάστροφη όψη της περιουσιακής βλάβης. Πρέπει δηλαδή ανάμεσα στη βλάβη της ξένης περιουσίας και στο όφελος που επιδιώκει ο δράστης, να υπάρχει υλική αντιστοιχία ή υλική ταυτότης, από την οποία υλική αντιστοιχία προκύπτει ο χαρακτήρας του εγκλήματος της απάτης ως εγκλήματος περιουσιακής μεταθέσεως (βλ. ΑΠ 502/2008).
ΙV. Περαιτέρω, η απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως του βουλεύματος, κατά το άρθρο 484 παρ.1 στοιχ. δ' ΚΠοινΔ, υπάρχει όταν περιέχονται σε αυτό με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση ή την προανάκριση, τα οποία θεμελιώνουν την ύπαρξη επαρκών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου για το έγκλημα για το οποίο ασκήθηκε ποινική δίωξη, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν τα περιστατικά και, τέλος, οι σκέψεις και οι συλλογισμοί, βάσει των οποίων το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι από τα περιστατικά αυτά προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, ικανές να στηρίξουν την κατηγορία. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό του βουλεύματος, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να μνημονεύονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατ' είδος, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα. Ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους, ούτε απαιτείται να προσδιορίζεται ποιό βαρύνει περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης. Απαιτείται μόνο να προκύπτει, ότι το συμβούλιο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης, όλα τα αποδεικτικά στοιχεία και όχι κατ1 επιλογή μερικά εξ αυτών. Εξάλλου λόγο αναιρέσεως, κατά το άρθρο 484 παρ.1 περ. β του ΚΠοινΔ συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει, όταν το συμβούλιο αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν το συμβούλιο δεν υπήγαγε σωστά τα περιστατικά, που δέχθηκε, στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η παραβίαση της διάταξης γίνεται εκ πλαγίου, γιατί δεν αναφέρονται στο βούλευμα με σαφήνεια, πληρότητα, και ορισμένο τρόπο τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν, κατά την κρίση του συμβουλίου από την ανάκριση ή προανάκριση που διενεργήθηκε, ή κατά την έκθεση αυτών υπάρχει αντίφαση είτε στην ίδια αιτιολογία είτε μεταξύ της αιτιολογίας και του διατακτικού, ώστε να μη είναι εφικτός ο έλεγχος από τον Αρειο Πάγο για την ορθή ή μη εφαρμογή του νόμου, οπότε το βούλευμα στερείται νομίμου βάσεως.
V. Στην προκείμενη περίπτωση, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών με το προσβαλλόμενο βούλευμα του, με δικές του σκέψεις, αλλά και με επιτρεπτή αναφορά του στην ενσωματωμένη σ' αυτό πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών, δέχθηκε ότι από το συλλεγέν, από τη προκαταρκτική εξέταση και κυρία ανάκριση που διενεργήθηκαν και περατώθηκαν νόμιμα και ειδικότερα τις καταθέσεις όλων των μαρτύρων που εξετάσθηκαν, απ' όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που υπάρχουν στο φάκελο της δικογραφίας και όσα προσκομίστηκαν στο Συμβούλιο τούτο από τους διαδίκους σε συνδυασμό με την ανωμοτί εξέταση του κατηγορουμένου τις από 10/2/06 έγγραφες εξηγήσεις του την απολογία του, το από 4/2/08 απολογητικό του υπόμνημα, τα από 8/9/08 και 20/10/08 υπομνήματα αυτού προς το Συμβούλιο, τις διευκρινίσεις των διαδίκων κατά την αυτοπρόσωπη παράσταση τους κατά τα άνω στο Συμβούλιο κατά τη συζήτηση της έφεσης στις 11/12/08 (μετά την έκδοση της υπ' αρ. 2143/08 σχετικής απόφασης του Συμβουλίου) προέκυψαν, κατά την κρίση του Συμβουλίου, επαρκείς ενδείξεις ικανές να στηρίξουν δημόσια στο ακροατήριο κατηγορία σε βάρος του κατηγορουμένου Χ για την αποδιδόμενη σ' αυτόν αξιόποινη πράξη της απάτης από την οποία το περιουσιακό όφελος και η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ (αρθρ. 1, 5, 14, 16, 17, 26 § παρ. 1, 45, 386 § 1-3 β ΠΚ).
Δέχθηκε ειδικότερα το Συμβούλιο ότι από το πάνω αποδεικτικό υλικό προέκυψαν τα εξής:
Κατά του εκκαλούντος Χ, υπεβλήθη ενώπιον του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών η από 15-7-2005 έγκληση της ναυτιλιακής εταιρίας με την επωνυμία " SEAFREIGHTERS SHIPPING LINES INC", η οποία εδρεύει στον ... . Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην έγκληση αυτή πραγματικά περιστατικά, ο εκκαλών είναι εφοπλιστής, μόνιμος κάτοικος Ελλάδος και εκμεταλλεύεται για δικό του όφελος και λογαριασμό εμπορικά πλοία, καταβάλλει δαπάνες, δίνει προσωπικές εγγυήσεις για χρέη εταιριών με σκοπό την κερδοσκοπία και γενικά ενεργεί ατομικώς εμπορικές πράξεις που αφορούν στην διαχείριση και εκμετάλλευση πλοίων, η δε συμπεριφορά του είναι τέτοια που προκαλεί την εντύπωση και προσωπικής ευθύνης του από τα χρέη της εκμετάλλευσης των πλοίων. Ο εκκαλών-σύμφωνα με την ως άνω έγκληση- εκμεταλλευόταν για δικό του όφελος το πλοίο R..., υπό σημαία ..., καλυπτόμενος πίσω από τον εταιρικό μανδύα της αλλοδαπής ... εταιρίας με την επωνυμία ΣΚΑΝΜΕΝΤ ΣΙΠΠΙΝΓΚ INK, την οποία ούτος εκπροσωπεί. Η εταιρία αυτή ουσιαστικά δεν είχε καμία νόμιμη εγκατάσταση και χρησιμοποιείτο από τον εκκαλούντα ως "βιτρίνα" των εφοπλιστικών του δραστηριοτήτων, τις οποίες στέγαζε σε γραφείο, στην ..., στην οδό ... αριθμ. ..., απ' όπου και επικοινωνούσε για τις ναυλώσεις των υπό προσωπική του εκμετάλλευση πλοίων. Δυνάμει εγγράφων προτάσεων και αποδοχών προσφορών και αντιπροσφορών αναλυομένων στα από 27-9-2002, 30-9-2002, 1-10-2002 και 3-10-2002 τηλεομοιοτυπικά μηνύματα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ της εταιρίας του εκκαλούντος ΣΚΑΝΜΕΝΤ ΣΙΠΠΙΝΓΚ INK και των ναυτικών πρακτόρων της εγκαλούσης εταιρίας " SEAFREIGHTERS SHIPPING LINES INC" στην ..., ..., συμφωνήθηκε η ναύλωση του ως άνω πλοίου R... από την εγκαλούσα εταιρία για την μεταφορά 11.300 μετρικών τόνων τσιμέντου σε σάκους από τον λιμένα της ... προς ... και ή ... (...) έναντι ναύλου 26 δολ. ΗΠΑ ανά τόνο, με αναμενόμενο χρόνο αναχώρησης από την ... την 5/6 Οκτωβρίου 2002 και αναμενόμενη άφιξη στον λιμένα φόρτωσης την 13η Οκτωβρίου 2002 με εφαρμογή των γενικών ρητρών του εντύπου ναυλοσύμφωνου GENCON. Περαιτέρω υπήρχε η συμφωνία ότι ο επιτρεπόμενος χρόνος για τη φόρτωση του φορτίου ήταν 8-15 Οκτωβρίου 2002 και εν συνεχεία η ναύλωση θα ακυρωνόταν εάν το πλοίο δεν είχε καταπλεύσει στην ... για φόρτωση μέχρι τις 15-10-2002. Η καταβολή του ναύλου θα γινόταν μετρητοίς, χωρίς έκπτωση, κατά την παράδοση του φορτίου. Σημειωτέον δε ότι η εταιρία του εκκαλούντος ΣΚΑΝΜΕΝΤ ΣΙΠΠΙΝΓΚ INK είχε ναυλώσει το πλοίο R... από τους πλοιοκτήτες του RANA SHIPPING CO, και επομένως η συμφωνία με την εγκαλούσα εταιρία ήτο επί το ακριβέστερον, υποναύλωση. Στις 3-10-2002 ο εκκαλών πιεστικά, τηλεφωνικά και μετά εγγράφως, ζήτησε από τους ναυτικούς πράκτορες (...) της εγκαλούσης εταιρίας να προκαταβληθεί μέρος του ναύλου, προκειμένου να διευκολυνθεί η χρηματική ροή των επιχειρήσεων του, συγχρόνως δε με μία σειρά από ψευδείς όπως αποδείχθηκε διαβεβαιώσεις, καλυπτόμενος πίσω από τον μανδύα της ελεγχόμενης από αυτόν εταιρίας, παρουσίαζε στους ναυτικούς πράκτορες της εγκαλούσης ότι το πλοίο δήθεν ήταν εν πλω με προορισμό τον λιμένα φόρτωσης. Ως εκ τούτου έπεισε την εγκαλούσα να του προκαταβάλει μέρος του ναύλου και δη 98.560,53 δολάρια Η.Π.Α. αν και το πλοίο δεν είχε φθάσει ακόμη στον λιμένα φόρτωσης, δηλαδή στην ..., ο δε εκκαλών εγγυήθηκε προσωπικά να καλύψει την εγκαλούσα για την προκαταβολή του παραπάνω ποσού. Ακολούθως, επειδή υπήρχε υποχρέωση εκ του ναυλοσύμφωνου να δίδονται ανά 48 ώρες ειδοποιήσεις( notices) περί της θέσεως του πλοίου, ο εκκαλών έστελνε ψευδείς αναφορές μέσω της εταιρίας του για την θέση του πλοίου, λέγοντας ότι το πλοίο έπλεε με προορισμό την ..., ενώ στην πραγματικότητα, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων δεν είχε αποπλεύσει καν από την ... . Στις 16-10-2002 οι πράκτορες της εγκαλούσης εταιρίας στην ..., ανησύχησαν διότι το πλοίο δεν είχε ακόμη καταπλεύσει στην ... και έστειλαν στον εκκαλούντα προσωπικά το από 16-10-2002 τηλεομοιοτυπικό μήνυμα, με το οποίο εξέφραζαν την ανησυχία τους. Ο εκκαλών την ίδια ημέρα απάντησε με τον ίδιο τρόπο και διαβεβαίωσε τους πράκτορες της εγκαλούσης ότι το πλοίο καθυστερούσε λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών και επειδή ήταν κενό φορτίου και επρόκειτο να φθάσει στην ... στις 20-10-2002. Στις 21-10-2002 το πλοίο δεν είχε ακόμη φθάσει στην ... και ο εκκαλών μετά από οχλήσεις των πρακτόρων της εγκαλούσης εταιρίας οι οποίες διατυπώθηκαν σε τηλεομοιοτυπικά μηνύματα, παραδέχτηκε ότι το πλοίο δεν είχε αποπλεύσει καν από την ..., είχε κατασχεθεί συντηρητικά από παραλήπτες φορτίων και είχε απαγορευθεί ο απόπλους αυτού. Παρά ταύτα όμως ο εγκαλούμενος-εκκαλών, δεν επέστρεψε στην εγκαλούσα εταιρία το παραπάνω ποσό των 98.560,53 το οποίο είχε εισπράξει ως προκαταβολή μέρος του ναύλου, αλλά ενσωμάτωσε αυτό στην περιουσία του, και απεκόμισε ούτω παράνομο περιουσιακό όφελος, με αντίστοιχη βλάβη της περιουσίας της εγκαλούσης εταιρίας.
Τα πραγματικά αυτά περιστατικά τα διαλαμβανόμενα στην ως άνω αναφερομένη έγκληση, επιβεβαιώνονται από την κατάθεση της μάρτυρος ..., δικηγόρου, η οποία χειρίστηκε στο ... την διαιτησία την σχετική με τη ναύλωση του πλοίου R... από την ΣΚΑΝΜΕΝΤ ΣΙΠΠΙΝΓΚ INK προς την εγκαλούσα εταιρία. Από την με ημεροχρονολογία 23-11-2005 ένορκη αυτή μαρτυρική κατάθεση που δόθηκε στα πλαίσια της προκαταρκτικής εξετάσεως συνάγεται ότι οι ψευδείς διαβεβαιώσεις περί του απόπλου δήθεν του πλοίου από την ... με προορισμό την ..., παρασχέθηκαν από τον εγκαλούμενο ενώ αυτός τελούσε εν γνώσει της αναληθείας των, δεδομένου ότι αυτός είχε τον πλήρη έλεγχο του πλοίου R... και γνώριζε ότι αυτό είχε κατασχεθεί και είχε απαγορευθεί ο απόπλους του. Ο δε εκκαλών ουδέποτε επέστρεψε το παραπάνω ποσό του ναύλου που του καταβλήθηκε προκαταβολικώς, σύμφωνα πάντοτε με την ίδια μαρτυρική κατάθεση. Περαιτέρω από τα περιεχόμενα στην δικογραφία αντίγραφα των τηλεομοιοτυπικών μηνυμάτων με ημεροχρονολογίες 27-9-2002, 30-9-2002, 1-10-2002, 3-10-2002, 4-10-2002, 7-10-2002, 9-10-2002, 16-10-2002, 21-10-2002 αλλά και την υπόλοιπη σειρά τηλεομοιοτυπικών μηνυμάτων που φθάνουν μέχρι και τον μήνα Απρίλιο του έτους 2003 προκύπτει ότι ο εκκαλών διαβεβαίωσε ψευδώς τους ναυτικούς πράκτορες της εγκαλούσης εταιρίας ως προς το γεγονός ότι το πλοίο είχε δήθεν αποπλεύσει από την ... με προορισμό την ... και με τις ψευδείς αυτές διαβεβαιώσεις έπεισε την εγκαλούσα να του προκαταβάλει μέρος του ναύλου και δη 98.560,53 δολάρια Η.Π.Α. Η καταβολή του ποσού αυτού προκύπτει αβίαστα και από τα παραπάνω έγγραφα αφού σε αυτά αναφέρεται ρητώς η προκαταβολή ποσού 98.560,53 δολαρίων ΗΠΑ για τη ναύλωση του πλοίου R... . Στο από 7-10-2002 τηλεομοιοτυπικό μήνυμα της εταιρίας του εκκαλούντος προς ... αναφέρεται μεταξύ άλλων και ότι: "... οι ναυλωτές θα πληρώσουν τον ναύλο του R... μείον το ποσό των Δολ. ΗΠΑ 98.560,53 και ο κ. Χ παραμένει υπεύθυνος για αυτό το ποσό εάν το R... δεν φθάσει στην ...". Στο από 3-10-2002 μήνυμα αναφέρεται ότι: "Φ/Γ Κ...-ΠΑΡΟΝ ΤΑΞΙΔΙ ... . Σας παρακαλούμε ευγενικά να καταβάλετε το πλήρες ναύλο για το προαναφερόμενο ταξίδι και να αφαιρέσετε το παραπάνω (ναύλο) που έχετε πληρώσει για το Φ/Γ Α... από το ναύλο του Φ/Γ Ρ.... για να βοηθήσετε την ρευστότητα μας ...". Σε άλλα μηνύματα ο εκκαλών παραδέχεται την είσπραξη από την εταιρία του παραπάνω ποσού (σχετ. τα από 25-11-2002, 28-11-2002, 13-12-2002, 27-12-2002, 2-4-2003 τηλεομοιοτυπικά μηνύματα). Από τα παραπάνω έγγραφα συνάγεται ότι η προκαταβολή για το ναύλο του Φ/Γ Ρ... επί τη βάσει των ψευδών παραστάσεων διαβεβαιώσεων έλαβε χώρα στις 3-7/10/2002 ως εξής: Η εγκαλούσα εταιρία κατά την πληρωμή στην εταιρία του εκκαλούντος ετέρου ναύλου που αφορούσε το πλοίο "Φ/Γ Κ..., είχε δικαίωμα να αφαιρέσει ποσό 98.560, 53 δολαρίων ΗΠΑ, το οποίο όμως δεν αφαίρεσε αφού συμφωνήθηκε το ποσό αυτό να καταβληθεί στην εταιρία του εκκαλούντος ως προκαταβολή του ναύλου για το πλοίο Φ/Γ Ρ... . Εξ άλλου και από την με ημεροχρονολογία 23-11-2004 διαιτητική απόφαση (συμπληρωματική της από 24-5-2004 τοιαύτης) των Ναυτιλιακών Διαιτητών Λονδίνου ... και ..., προκύπτει ότι η σύμβαση δεν εκτελέστηκε ποτέ, ότι η πραγματική ταυτότητα των ναυλωτών ήταν η ως άνω αναφερομένη εγκαλούσα εταιρία "SEAFREIGHTERS SHIPPING LINES INC" και ότι οι ναυλωτές δικαιούνται να απαιτήσουν το ποσό των 98.560 δολαρίων ΗΠΑ. Ενόψει των περιστατικών και δεδομένων αυτών φρονώ ότι προκύπτουν κατά του εκκαλούντος αποχρώσες ενδείξεις ενοχής για την αξιόποινη πράξη της απάτης για την οποία διώκεται δεδομένου ότι ούτος με τις ψευδείς διαβεβαιώσεις περί του ότι το πλοίο είχε αποπλεύσει από την ... με προορισμό τον λιμένα της ... προκειμένου να παραλάβει το φορτίο, έπεισε τους παραπάνω ναυτικούς πράκτορες να του καταβάλουν το παραπάνω ποσό ως προκαταβολή του ναύλου, με τον προεκτεθέντα τρόπο, το οποίο ενσωμάτωσε στην περιουσία του και απεκόμισε παράνομο περιουσιακό όφελος με αντίστοιχη βλάβη της περιουσίας της εγκαλούσης. Ενώ το Υ πλοίο ουδέποτε απέπλευσε διότι είχε κατασχεθεί και είχε απαγορευθεί ο απόπλους αυτού. Το δε ποσό αυτό των 98.560 δολαρίων ΗΠΑ το οποίο ούτος εισέπραξε και ενσωμάτωσε στην περιουσία του στις 7-10-2002 υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ, δεδομένου ότι είναι πασίδηλον (εφόσον εις τα δύο αυτά νομίσματα βασίζεται κατά κύριο λόγο η παγκόσμια οικονομία και το μεγαλύτερο ποσοστό των συναλλαγών και η ισοτιμία μεταξύ των γνωστοποιείται καθημερινώς δια του συνόλου του τύπου και των μέσων μαζικής ενημερώσεως), ότι την ημεροχρονολογία εκείνη η ισοτιμία δολαρίου ευρώ ήτο 0,98 δολάρια το ένα ευρώ, δηλαδή το δολάριο τότε ήτο ακριβότερο του ευρώ και το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε αντίστοιχο σε ευρώ άνω των 73.000 αλλά και των 98.560 ευρώ.
VI. Από τις παραπάνω παραδοχές προκύπτει ότι το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμα την απαιτουμένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ'αυτό, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την προκαταρκτική εξέταση και την κύρια ανάκριση κατά την ανέλεγκτη κρίση του και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της κακουργηματικής απάτης, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με τους οποίους υπήγαγε αυτά στις διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1, 27, 386 παρ. 1, 3β' ΠΚ, τις οποίες ορθώς εφάρμοσε και ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου παραβίασε με ασαφείς και αντιφατικές παραδοχές ή με άλλο τρόπο. Το Συμβούλιο προσδιορίζει με τρόπο σαφή την απατηλή ενέργεια που συνίσταται στην διαβεβαίωση ότι το πλοίο μπορούσε να εκτελέσει τη μεταφορά, ενώ η αλήθεια ήταν ότι αυτό είχε κατασχεθεί, με τη βασική δε αυτή παραπλανητικά ενέργεια, που αναφέρεται σε "γεγονός του παρόντος", συνδέονται και οι άλλες διαβεβαιώσεις που συνδυάζονται με αυτή και αποτελούν το σύνολο της απατηλής συμπεριφοράς του κατηγορουμένου. Περαιτέρω προσδιορίζεται το ποσόν της βλάβης και του παρανόμου οφέλους που υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ και η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της απατηλής ενέργειας και της περιουσιακής βλάβης.
Συνεπώς οι αντίθετοι ισχυρισμοί του κατηγορουμένου, που προβάλλονται ως λόγος αναίρεσης και συγκεκριμένα ως εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης (άρθρ. 484 παρ. 1 στοιχ. β' ΚΠΔ), είναι αβάσιμοι, η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης πρέπει να απορριφθεί και πρέπει επίσης να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα στον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο (άρθρ. 583 ΚΠΔ).
Για τους λόγους αυτούς Π ρ ο τ ε ί ν ω
Ι. Να απορριφθεί η 25/20-2-2009 αίτηση αναίρεσης του κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που ασκήθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Χρήστου Διαμάντη, κατά του 19/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών και
ΙΙ. Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του αναιρεσείοντος.
Αθήνα 6 Απριλίου 2009
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Βασίλειος Μαρκής"
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις του άρθρου 386 παρ. 1 και 3 β του ΠΚ προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της κακουργηματικής απάτης που προβλέπεται από αυτές, απαιτούνται: α) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος που υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ, χωρίς να είναι αναγκαία και η πραγμάτωση του οφέλους αυτού, β) η εν γνώσει παράταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή η αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων από την οποία ως παραγωγό αιτία παραπλανήθηκε κάποιος και προέβη σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή και γ) βλάβη ξένης περιουσίας υπερβαίνουσα το ποσό των 73.000 ευρώ, η οποία τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη και η οποία υπάρχει σε περίπτωση μειώσεως ή χειροτερεύσεως της περιουσίας του παθόντος, έστω και αν αυτός έχει ενεργό αξίωση προς ανόρθωσή της. Η παράσταση των ψευδών γεγονότων μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε τρόπο, προφορικώς ή εγγράφως, αρκεί συνεπεία αυτής να προξενήθηκε πλάνη και από την παραπλάνηση αυτή να οδηγήθηκε ο παραπλανηθείς σε πράξη ή παράλειψη ένεκα της οποίας επήλθε σ' αυτόν ή τρίτου περιουσιακή βλάβη. Ως γεγονότα κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων νοούνται τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στο παρελθόν ή το παρόν και όχι εκείνα που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον, όπως είναι οι απλές υποσχέσεις ή συμβατικές υποχρεώσεις. Όταν όμως οι τελευταίες συνοδεύονται ταυτόχρονα με ψευδείς διαβεβαιώσεις και παραστάσεις άλλων ψευδών γεγονότων που αναφέρονται στο παρόν ή το παρελθόν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργούν την εντύπωση της μελλοντικής εκπλήρωσης με βάση την εμφανιζόμενη ψευδή κατάσταση από τον δράστη που έχει ειλημμένη την απόφαση να μην εκπληρώσει την υποχρέωση, θεμελιώνεται και τότε το έγκλημα της απάτης. Τέλος κρίσιμος χρόνος για την τέλεση του εγκλήματος αυτού είναι ο χρόνος εκείνος κατά τον οποίο ενήργησε ο δράστης, δηλαδή ολοκλήρωσε τις ψευδείς παραστάσεις εξαιτίας των οποίων παραπλανήθηκε ο παθών και είναι αδιάφορος ο μεταγενέστερος χρόνος που επιχειρήθηκε από τον παθόντα η ζημιογόνα πράξη η παράλειψη, καθώς και ο χρόνος επελεύσεως της περιουσιακής ζημιάς. Περαιτέρω λόγο αναιρέσεως του παραπεμπτικού βουλεύματος από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β' του Κ.Π.Δ. συνιστά η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το συμβούλιο αποδίδει σ' αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το συμβούλιο δεν υπήγαγε σωστά τα περιστατικά που δέχτηκε στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η παραβίαση αυτής γίνεται εκ πλαγίου, γιατί στο πόρισμα που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και αναφέρεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, ώστε να μην είναι εφικτός ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως που εφαρμόστηκε, οπότε το βούλευμα στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών με το προσβαλλόμενο υπ' αριθμ. 19/2009 βούλευμά του, με αναφορά κατά ένα μέρος στην ενσωματωμένη σ' αυτό εισαγγελική πρόταση και με δικές του σκέψεις, δέχτηκε ότι από τα αποδεικτικά μέσα τα οποία κατ' είδος αναφέρει προέκυψαν τα εξής: "Κατά του εκκαλούντος Χ υπεβλήθη ενώπιον του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Αθηνών η από 15-7-2005 έγκληση της ναυτιλιακής εταιρίας με την επωνυμία "SEAFREΙGHTERS SHIPPING LINES INC", η οποία εδρεύει στον ... . Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην έγκληση αυτή πραγματικά περιστατικά, ο εκκαλών είναι εφοπλιστής, μόνιμος κάτοικος Ελλάδος και εκμεταλλεύεται για δικό του όφελος και λογαριασμό εμπορικά πλοία, καταβάλλει δαπάνες, δίνει προσωπικές εγγυήσεις για χρέη εταιριών με σκοπό την κερδοσκοπία και γενικά ενεργεί ατομικώς εμπορικές πράξεις που αφορούν στην διαχείριση και εκμετάλλευση πλοίων, η δε συμπεριφορά του είναι τέτοιαπου προκαλεί την εντύπωση και προσωπικής ευθύνης του από τα χρέη της εκμετάλλευσηςτων πλοίων.
Ο εκκαλών - σύμφωνα με την ως άνω έγκληση - εκμεταλλευόταν για δικό του όφελος το πλοίο R..., υπό σημαία ..., καλυπτόμενος πίσω από τον εταιρικό μανδύα της αλλοδαπής ... εταιρίας με την επωνυμία ΣΚΑΝΜΕΝΤ ΣΙΠΠΙΝΓΚ ΙΝΚ,την οποία ούτος εκπροσωπεί. Η εταιρία αυτή ουσιαστικά δεν
είχε καμία νόμιμη εγκατάσταση και χρησιμοποιείτο από τον εκκαλούντα ως "βιτρίνα" των εφοπλιστικών του δραστηριοτήτων, τις οποίες στέγαζε σε γραφείο, στην ..., στην οδό ... αριθμ. ..., απ' όπου και επικοινωνούσε για τις ναυλώσεις των υπό προσωπική του εκμετάλλευση πλοίων. Δυνάμει εγγράφων προτάσεων και αποδοχών προσφορών και αντιπροσφορών αναλυομένων στα από 27-9-2002, 30-9-2002, 1-10-2002 και 3-10-2002 τηλεομοιοτυπικά μηνύματα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ της εταιρίας του εκκαλούντος ΣΚΑΝΜΕΝΤ ΣΙΠΠΙΝΓΚ ΙΝΚ και των ναυτικών πρακτόρων της εγκαλούσης εταιρίας "SEAFREIGTERS SHIPPING LINES INC" στην ..., ..., συμφωνήθηκε η ναύλωση του ως άνω πλοίου R... από την εγκαλούσα εταιρία για την μεταφορά 11.300 μετρικών τόνων τσιμέντου σε σάκους από τον λιμένα της ... προς ... και ή ... (...) έναντι ναύλου 26 δολ. ΗΠΑ ανά τόνο, με αναμενόμενο χρόνο αναχώρησης από την ... την 5/6 Οκτωβρίου 2002 και αναμενόμενη άφιξη στον λιμένα φόρτωσης την 13η Οκτωβρίου 2002 με εφαρμογή των γενικών ρητρών του εντύπου ναυλοσύμφωνου GENCON. Περαιτέρω υπήρχε η συμφωνία ότι ο επιτρεπόμενος χρόνος για τη φόρτωση του φορτίου ήταν 8-15 Οκτωβρίου 2002 και εν συνεχεία η ναύλωση θα ακυρωνόταν εάν το πλοίο δεν είχε καταπλεύσει στην ... για φόρτωση μέχρι τις 15-10-2002. Η καταβολή του ναύλου θα γινόταν μετρητοίς, χωρίς έκπτωση, κατά την παράδοση του φορτίου. Σημειωτέον δε ότι η εταιρία του εκκαλούντος ΣΚΑΝΜΕΝΤ ΣΙΠΠΙΝΓΚ ΙΝΚ είχε ναυλώσει το πλοίο R... από τους πλοιοκτήτες του RΑΝΑ SHIPPING CO και επομένως η συμφωνία με την εγκαλούσα εταιρία ήτο επί το ακριβέστερον, υποναύλωση.
Στις 3-10-2002 ο εκκαλών πιεστικά, τηλεφωνικά και μετά εγγράφως, ζήτησε από τους ναυτικούς πράκτορες (...) της εγκαλούσης εταιρίας να προκαταβληθεί μέρος του ναύλου, προκειμένου να διευκολυνθεί η χρηματική ροή των επιχειρήσεων του, συγχρόνως δεμεμίασειρά από ψευδείς όπως αποδείχθηκε διαβεβαιώσεις, καλυπτόμενος πίσω από τον μανδύα της ελεγχόμενης από αυτόν εταιρίας, παρουσίαζε στους ναυτικούςπράκτορες της εγκαλούσης ότι το πλοίο δήθεν ήταν ενπλω με προορισμό τον λιμένα φόρτωσης.
Ως εκ τούτου έπεισε την εγκαλούσα να του προκαταβάλει μέρος του ναύλου και δη 98.560,53 δολάρια Η.Π.Α., αν και το πλοίο δεν είχε φθάσει ακόμη στον λιμένα φόρτωσης, δηλαδή στην ..., ο δε εκκαλών εγγυήθηκε προσωπικά να καλύψει την εγκαλούσα για την προκαταβολή του παραπάνω ποσού. Ακολούθως, επειδή υπήρχε υποχρέωση εκ του ναυλοσύμφωνου να δίδονται ανά 48 ώρεςειδοποιήσεις (notices) περί της θέσεως του πλοίου, οεκκαλών έστελνε ψευδείς αναφορές μέσω της εταιρίαςτου για την θέση του πλοίου, λέγοντας ότι το πλοίοέπλεε με προορισμό την ..., ενώ στηνπραγματικότητα, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρωνδεν είχε αποπλεύσει καν από την ... . Στις ... οι πράκτορες της εγκαλούσης εταιρίας στην ..., ανησύχησαν διότι το πλοίο δεν είχε ακόμη καταπλεύσει στην ... Μκαι έστειλαν στονεκκαλούντα προσωπικά το από 16-10-2002 τηλεομοιοτυπικό μήνυμα, με το οποίο εξέφραζαντην ανησυχία τους. Ο εκκαλών την ίδια ημέρα απάντησεμε τον ίδιο τρόπο και διαβεβαίωσε τους πράκτορες τηςεγκαλούσης ότι το πλοίο καθυστερούσε λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών και επειδή ήταν κενόφορτίου και επρόκειτο να φθάσει στην ... στις 20-10-2002. Στις 21-10-2002 το πλοίο δεν είχεακόμη φθάσει στην ... και ο εκκαλών μετά από οχλήσεις των πρακτόρων της εγκαλούσης εταιρίας οι οποίες διατυπώθηκαν σε τηλεομοιοτυπικά μηνύματα, παραδέχτηκε ότι το πλοίο δεν είχε αποπλεύσει καν από την ..., είχε κατασχεθεί συντηρητικά από παραλήπτες φορτίων και είχε απαγορευθεί ο απόπλους αυτού. Παρά ταύτα όμως ο εγκαλούμενος-εκκαλών, δεν επέστρεψε στην εγκαλούσα εταιρία το παραπάνω ποσό των 98.560,53 το οποίο είχε εισπράξει ως προκαταβολή μέρος του ναύλου, αλλά ενσωμάτωσε αυτό στην περιουσία του, και απεκόμισε ούτω παράνομο περιουσιακό όφελος, με αντίστοιχη βλάβη της περιουσίας της εγκαλούσης εταιρίας.
Τα πραγματικά αυτά περιστατικά τα διαλαμβανόμενα στην ως άνω αναφερομένη έγκληση, επιβεβαιώνονται από την κατάθεση της μάρτυρος ...., δικηγόρου, η οποία χειρίστηκε στο ... την διαιτησία την σχετική με τη ναύλωση του πλοίου R... από την ΣΚΑΝΜΕΝΤ ΣΙΠΓΠΝΓΚ ΙΝΚ προς την εγκαλούσα εταιρία. Από την με ημεροχρονολογία 23-11-2005 ένορκη αυτή μαρτυρική κατάθεση που δόθηκε στα πλαίσια της προκαταρκτικής εξετάσεως συνάγεται ότι οι ψευδείς διαβεβαιώσεις περί του απόπλου δήθεν του πλοίου από την ... με προορισμό την ..., παρασχέθηκαν από τον εγκαλούμενο ενώ αυτός τελούσε εν γνώσει της αναληθείας των, δεδομένου ότι αυτός είχε τον πλήρη έλεγχο του πλοίου R... και γνώριζε ότι αυτό είχε κατασχεθεί και είχε απαγορευθεί ο απόπλους του. Ο δε εκκαλών ουδέποτε επέστρεψε το παραπάνω ποσό του ναύλου που του καταβλήθηκε προκαταβολικώς, σύμφωνα πάντοτε με την ίδια μαρτυρική κατάθεση. Περαιτέρω από τα περιεχόμενα στην δικογραφία αντίγραφα των τηλεομοιοτυπικών μηνυμάτων με ημεροχρονολογίες 27-9-2002, 30-9-2002, 1-10-2002, 3-10-2002, 4-10-2002, 7-10-2002, 9-10-2002, 16-10-2002, 21-10-2002 αλλά και την υπόλοιπη σειρά τηλεομοιοτυπικών μηνυμάτων που φθάνουν μέχρι και τον μήνα Απρίλιο του έτους 2003 προκύπτει ότι ο εκκαλών διαβεβαίωσε ψευδώς τους ναυτικούς πράκτορες της εγκαλούσης εταιρίας ως προς το γεγονός ότι το πλοίο είχε δήθεν αποπλεύσει από την ... με προορισμό την ... και με τις ψευδείς αυτές διαβεβαιώσεις έπεισε την εγκαλούσανα του προκαταβάλει μέρος του ναύλου και δη 98.560,53 δολάρια Η.Π.Α. Η καταβολή του ποσού αυτού προκύπτει αβίαστα και από τα παραπάνω έγγραφα αφού σεαυτά αναφέρεται ρητώς η προκαταβολή ποσού 98.560,53 δολαρίων ΗΠΑ για τη ναύλωση του πλοίου R... . Στο από 7-10-2002 τηλεομοιοτυπικό μήνυμα της εταιρίας του εκκαλούντος προς ... αναφέρεται μεταξύ άλλων και ότι: "... οι ναυλωτές θα πληρώσουν τον ναύλο του R... μείον το ποσό των Δολ. ΗΠΑ 98.560,53 και ο κ. Χ παραμένει υπεύθυνος για αυτό το ποσό εάν το R... δεν φθάσει στην ...". Στο από 3-10-2002 μήνυμα αναφέρεται ότι: "Φ/Γ Κ...- ΠΑΡΟΝ ΤΑΞΙΔΙ ... . Σας παρακαλούμε ευγενικά να καταβάλετε το πλήρες ναύλο για το προαναφερόμενο ταξίδι και να αφαιρέσετε το παραπάνω (ναύλο) που έχετε πληρώσει για το Φ/Γ Α... από το ναύλο του Φ/Γ Ρ... για να βοηθήσετε την ρευστότητα μας ...". Σε άλλα μηνύματα ο εκκαλών παραδέχεται την είσπραξη από την εταιρία του παραπάνω ποσού (σχετ. τα από 25-11-2002, 28-11-2002, 13-12-2002, 27-12-2002, 2-4-2003 τηλεομοιοτυπικά μηνύματα). Από τα παραπάνω έγγραφα συνάγεται ότι η προκαταβολή για το ναύλο του Φ/Γ Ρ... επί τη βάσει των ψευδών παραστάσεων διαβεβαιώσεων έλαβε χώρα στις 3-7/10/2002 ως εξής: Η εγκαλούσα εταιρία κατά την πληρωμή στην εταιρία του εκκαλούντος ετέρου ναύλου που αφορούσε το πλοίο "Φ/Γ Κ..., είχε δικαίωμα να αφαιρέσει ποσό 98.560,53 δολαρίων ΗΠΑ, το οποίο όμως δεν αφαίρεσε αφού συμφωνήθηκε το ποσό αυτό να καταβληθεί στην εταιρία του εκκαλούντος ως προκαταβολή του ναύλου για το πλοίο Φ/Γ Ρ... . Εξ άλλου και από την με ημεροχρονολογία 23-11-2004 διαιτητική απόφαση(συμπληρωματική της από 24-5-2004 τοιαύτης) των Ναυτιλιακών Διαιτητών Λονδίνου, ... και ..., προκύπτει ότι η σύμβαση δεν εκτελέστηκε ποτέ,ότι η πραγματική ταυτότητα των ναυλωτών ήταν η ως άνω αναφερομένη εγκαλούσα εταιρία "SEAFREIGHTERS SHIPPING LINES INC" και ότι οι ναυλωτές δικαιούνται να απαιτήσουν το ποσό των 98.560 δολαρίων ΗΠΑ. Ενόψει των περιστατικών και δεδομένων αυτών προκύπτουν κατά του εκκαλούντος αποχρώσες ενδείξεις ενοχής για την αξιόποινη πράξη της απάτης για την οποία διώκεται δεδομένου ότι ούτος με τις ψευδείς διαβεβαιώσεις περί του ότι το πλοίο είχε αποπλεύσει από την ... με προορισμό τον λιμένα της ... προκειμένου να παραλάβει το φορτίο, έπεισε τους παραπάνω ναυτικούς πράκτορες να του καταβάλουν το παραπάνω ποσό ως προκαταβολή του ναύλου, με τον προεκτεθέντα τρόπο, το οποίο ενσωμάτωσε στην περιουσία του και απεκόμισε παράνομο περιουσιακό όφελος με αντίστοιχη βλάβη της περιουσίας της εγκαλούσης, ενώ το πλοίο ουδέποτε απέπλευσε διότι είχε κατασχεθεί και είχε απαγορευθεί ο απόπλους αυτού. Το δε ποσό αυτό των 98.560 δολαρίων ΗΠΑ το οποίο ούτος εισέπραξε και ενσωμάτωσε στην περιουσία του στις 7-10-2002 υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ, δεδομένου ότι είναι πασίδηλον (εφόσον εις τα δύο αυτά νομίσματα βασίζεται κατά κύριο λόγο η παγκόσμια οικονομία και το μεγαλύτερο ποσοστό των συναλλαγών και η ισοτιμία μεταξύ των γνωστοποιείται καθημερινώς δια του συνόλου του τύπου και των μέσων μαζικής ενημερώσεως), ότι την ημεροχρονολογία εκείνη η ισοτιμία δολαρίου ευρώ ήτο 0,98 δολάρια το ένα ευρώ, δηλαδή το δολάριο τότε ήτο ακριβότερο του ευρώ και το ποσό αυτό αντιστοιχεί σε αντίστοιχο σε ευρώ άνω των 73.000 αλλά και των 98.560 ευρώ". Μετά από αυτά το Συμβούλιο Εφετών απέρριψε την έφεση του κατηγορουμένου κατά του υπ' αριθ. 1980/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών το οποίο παρέπεμψε αυτόν στο ακροατήριο για να δικαστεί για την πράξη της απάτης, από την οποία το συνολικό περιουσιακό όφελος του κατηγορουμένου και η αντίστοιχη ζημία της εγκαλούσης υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 ευρώ. Με αυτά που δέχτηκε το Συμβούλιο Εφετών ορθά εφάρμοσε τις προαναφερθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις του άρθρου 386 παρ. 1 και 3 β'του ΠΚ και δεν τις παραβίασε ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου. Συγκεκριμένα δέχτηκε ότι ο κατηγορούμενος την 3-10-2002 ζήτησε πιεστικά να του καταβληθεί μέρος του ναύλου του ναυλωθέντος πλοίου αφού συγχρόνως παρέστησε ψευδώς στους ναυτικούς πράκτορες της εγκαλούσης ότι το ανωτέρω πλοίο ήταν δήθεν εν πλω με προορισμό τον λιμένα φόρτωσης (...) και ότι θα πραγματοποιείτο η φόρτωση μέσα στη συμβατική προθεσμία της 15-10-2002, ενώ αυτό δεν είχε καν αποπλεύσει από το λιμάνι της ... επειδή είχε κατασχεθεί από πιστωτές και είχε απαγορευθεί ο απόπλους του, γεγονότα τα οποία γνώριζε ο κατηγορούμενος και διαβεβαίωσε ψευδώς περί του αντιθέτου και με τις ψευδείς αυτές παραστάσεις έπεισε τους εκπροσώπους της εγκαλούσης να του καταβάλουν την 7-10-2002 το ποσό των 98.560,53 δολαρίων ΗΠΑ ως προκαταβολή του ναύλου, κατά το οποίο ποσό ζημιώθηκε η εγκαλούσα και ωφελήθηκε παρανόμως ο κατηγορούμενος. Επομένως το Συμβούλιο δέχτηκε ότι η καταβολή του ανωτέρω ποσού ήταν αποτέλεσμα των ανωτέρω ψευδών παραστάσεων του κατηγορουμένου και ότι διαβεβαιώσεις του περί πραγματοποιήσεως της φορτώσεως μέσα στη συμβατική προθεσμία συνοδεύτηκαν συγχρόνως με τις ίδιες ως άνω ψευδείς παραστάσεις γεγονότος του παρόντος (ότι το πλοίο ήταν εν πλω).
Συνεπώς ο πρώτος λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β του ΚΠΔ περί εσφαλμένης εφαρμογής των προαναφερθεισών ουσιαστικών ποινικών διατάξεων συνιστάμενης στο ότι αφενός δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της απάτης επειδή η ζημία δεν βρίσκεται σε αιτιώδη συνάφεια με την απατηλή συμπεριφορά και αφετέρου στο ότι η διαβεβαίωση για έγκαιρη εκπλήρωση της παροχής του δεν αποτελεί γεγονός κατά την έννοια του νόμου, είναι αβάσιμος. Εξάλλου ο ίδιος λόγος που κατά τον αναιρεσείοντα συνίσταται σε παραβίαση εκ πλαγίου των ίδιων ουσιαστικών ποινικών διατάξεων επειδή έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα του βουλεύματος ασάφειες, αντιφάσεις και κενά, είναι προεχόντως απαράδεκτος ως αόριστος γιατί δεν προσδιορίζονται οι ανωτέρω πλημμέλειες. Επίσης προεχόντως απαράδεκτος ως αόριστος, είναι και ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως περί υπερβάσεως εξουσίας συνιστάμενης στο ότι η έφεση του κατηγορουμένου απορρίφθηκε χωρίς ουσιαστική έρευνα των λόγων της, αφού ούτε εδώ προσδιορίζονται οι πλημμέλειες. Μετά από αυτά η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί και να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθ. 583 παρ. 1 του ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 20-2-2009 αίτηση του Χ για αναίρεση του υπ' αριθ. 19/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 23 Ιουνίου 2009. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 5 Αυγούστου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ