Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Υπέρβαση εξουσίας, Παύση οριστική ποινικής διώξεως, Παραγραφή.
Περίληψη:
Αναιρείται η προσβαλλομένη απόφαση: α) λόγω ελλείψεως αιτιολογίας, ως προς την απόρριψη του αιτήματος αναβολής λόγω σημαντικών αιτίων, διότι προεχόντως δεν αναφέρεται εάν ελήφθη υπόψη η κατάθεση του εξετασθέντος μάρτυρος και β) λόγω υπερβάσεως εξουσίας ως προς την εξέταση περαιτέρω της υποθέσεως και την καταδίκη του αναιρεσείοντος (διότι η υπόθεση εκδικάστηκε μετ’ αναίρεση σαν να ήταν ο αναιρεσείων παρών). Παύει οριστικώς ποινική δίωξη λόγω παραγραφής.
Αριθμός 92/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε’ Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηρακλή Κωνσταντινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Κούκλη - Εισηγητή, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 7 Δεκεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Χρυσού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..... , που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Χρυσούλα Μπίτσικα, περί αναιρέσεως της 7012/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Με πολιτικώς ενάγουσα την ...... , που δεν παρέστη στο ακροατήριο. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 29.5.2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1175/2007.
Αφού άκουσε Την πληρεξούσια δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 501 παρ. 1 ΚΠΔ, αν κατά τη συζήτηση της υποθέσεως ο εκκαλών δεν εμφανισθεί αυτοπροσώπως ή δια συνηγόρου του, η έφεση απορρίπτεται, ως ανυποστήρικτη, εκτός εάν το δικαστήριο επιλαμβάνεται της εκδικάσεως της υποθέσεως μετά παραπομπή, κατόπιν παραδοχής αναιρέσεως, οπότε ο εκκαλών - κατηγορούμενος, εφόσον κλητεύθηκε νομίμως και δεν εμφανισθεί, δικάζεται σαν να είναι παρών, το δικαστήριο δηλαδή προβαίνει στην κατ’ ουσίαν έρευνα της υποθέσεως.
Η διάταξη του άρθρου 349 ΚΠΔ για αναβολή της συζητήσεως, εφαρμόζεται και υπέρ του εκκαλούντος που δεν μπόρεσε να εμφανισθεί για λόγους ανώτερης βίας κλπ. Εξ άλλου, η επιβαλλομένη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, δεν αφορά μόνο την κυρία αλλά και την παρεμπίπτουσα απόφαση, με την οποία το δικαστήριο απέρριψε αίτημα αναβολής της δίκης, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγον αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1Δ ΚΠΔ. Συνίσταται δε η κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της παρεμπίπτουσας αυτής αποφάσεως στην αναφορά των πραγματικών περιστατικών που αποδείχθηκαν κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, των αποδείξεων που τα θεμελιώνουν, καθώς και των συλλογισμών, με τους οποίους κατέληξε το δικαστήριο στην απορριπτική επί αιτήματος κρίση του.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλομένη υπ’ αριθ. 7012/2006 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, κατά την έναρξη της συνεδριάσεως δεν εμφανίστηκε ο εκκαλών, αλλ’ η σύζυγός του ......, η οποία εζήτησε αναβολή της δίκης, για τον παρακάτω λόγο, ο οποίος μεταφέρεται, όπως ακριβώς καταχωρήθηκε στα πρακτικά, τον οποίον επιβεβαίωσε με την ένορκη ενώπιον του ιδίου δικαστηρίου μαρτυρική της κατάθεση: "Ο σύζυγός μου απουσιάζει στο Εξωτερικό και ιδιαίτερα στη Γερμανία, την κλήση την βρήκαμε τρεις μέρες πριν και δεν προλάβαμε να τον ειδοποιήσουμε και ούτε να βρούμε και τον δικηγόρο του, η υπόθεση αυτή είναι πολύ σοβαρή και έχει φθάσει μέχρι τον Άρειο Πάγο και ως εκ τούτου ζητάμε την αναβολή της δίκης". Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αναβολής με την εξής αιτιολογία: "Επειδή κατά τις διατάξεις του άρθρου 349 ΚΠΔ ............. Στην προκείμενη, όμως, περίπτωση κρίνει (δηλαδή το δικαστήριο) ότι δεν αποδεικνύεται πως ο λόγος, που προβάλλει ο κατηγορούμενος, είναι τέτοιος, ώστε να τον εμποδίζει να εμφανιστεί στο Δικαστήριο αυτό κατά τη σημερινή δικάσιμο και συνακόλουθα να αποτελεί σημαντικό αίτιο, που δικαιολογεί την αναβολή της δίκης. Γι’ αυτό πρέπει η κρινόμενη αίτηση να απορριφθεί ως αβάσιμη". Η αιτιολογία, όμως, αυτή δεν είναι, σύμφωνα με τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, η απαιτουμένη ειδική και εμπεριστατωμένη, γιατί δεν αναφέρεται αν λήφθηκε υπόψη η κατάθεση της ενόρκως εξατασθείσης μάρτυρος και δεν παρατίθενται περιστατικά ή στοιχεία που να στηρίζουν την απορριπτική για το ανωτέρω αίτημα κρίση του τόσο μάλλον καθόσον δεν εκτίθεται για ποιό λόγο η απουσία του εκκαλούντος στην αλλοδαπή που αποτελεί πραγματικά περιστατικά αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε και, στην περίπτωση που αποδείχθηκε γιατί αυτή δεν είναι σημαντικό αίτιο που να δικαιολογεί την αναβολή της δίκης. Είναι, συνεπώς, βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ. 1Δ ΚΠΔ πρώτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως και ως εκ τούτου πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση, ως προς την ανωτέρω διάταξή της. Εφόσον δε το παραπάνω δικαστήριο, χωρίς προηγουμένως να απορρίψει αιτιολογημένα το αίτημα του αναιρεσείοντος για αναβολή της δίκης, προχώρησε στην κατ’ ουσίαν εκδίκαση της υποθέσεως (διότι η υπόθεση εκδικαζόταν μετ’ αναίρεση) και καταδίκασε τον αναιρεσείοντα για την αξιόποινη πράξη της βαρειάς σωματικής βλάβης, για την οποία κατηγορείτο, υπερέβη σχετικώς την εξουσία του και έτσι θεμελιώνεται και ο από το άρθρο 510 παρ. 1Η ΚΠΔ, λόγος αναιρέσεως που λαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως υπόψη από τον Άρειο Πάγο (άρθρο 511 ΚΠΔ). Επομένως, πρέπει, κατ’ αποδοχήν, ως βασίμων, των πιο πάνω λόγων και χωρίς έρευνα των λοιπών, αφού η παραδοχή αυτή οδηγεί στην καθ’ ολοκληρίαν αναίρεση της προσβαλλομένης αποφάσεως, να αναιρεθεί αυτή.
Κατά τα άρθρα 111, 112 και 113 ΠΚ, όπως το τελευταίο ισχύει τώρα, το αξιόποινο εξαλείφεται με την παραγραφή, η οποία, προκειμένου για πλημμελήματα, είναι πέντε έτη και αρχίζει από τότε που τελέστηκε η πράξη. Η προθεσμία αναστέλλεται για όσο χρόνο διαρκεί η κύρια διαδικασία και έως ότου γίνει αμετάκλητη η καταδικαστική απόφαση, πάντως όχι πέραν των τριών ετών για τα πλημμελήματα. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 310 παρ. 1β, 370 εδ. β’ και 511, όπως το τελευταίο αντικαταστάθηκε με το άρθρο 50 παρ. 5 του Ν. 3160/2003, προκύπτει ότι η παραγραφή, ως θεσμός δημοσίας τάξεως, εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο σε κάθε στάση της ποινικής διαδικασίας, ακόμη δε και από τον Άρειο Πάγο, ο οποίος, διαπιστώνοντας τη συμπλήρωση της παραγραφής και μετά την άσκηση της αναιρέσεως, οφείλει να αναιρέσει την προσβαλλομένη απόφαση και να παύσει οριστικώς την ποινική δίωξη, λόγω παραγραφής, εφόσον η αίτηση αναιρέσεως είναι τυπικά παραδεκτή, για το λόγο ότι ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως και περιέχεται σ’ αυτήν, σύμφωνα με τα άρθρα 474 παρ. 2 και 509 ΚΠΔ, ένας τουλάχιστον παραδεκτός λόγος αναιρέσεως από αυτούς που περιοριστικά αναφέρονται στο άρθρο 510 του ΚΠΔ, ο οποίος κρίθηκε βάσιμος.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο, μετά την, κατά τα άνω απόρριψη του αιτήματος αναβολής, προχώρησε στην κατ’ ουσίαν έρευνα της υποθέσεως με τον εκκαλούντα - κατηγορούμενο σαν να είναι παρών και καταδίκασε αυτόν σε ποινή φυλακίσεως τριών (3) ετών, μετατραπείσαν προς 4,40 ευρώ ημερησίως, για βαρειά σωματική βλάβη, πράξη, η οποία, όπως από την εκκαλουμένη απόφαση προκύπτει, τελέστηκε στον Ταύρο - Αττικής στις 16 Οκτωβρίου 2998. Το αξιόποινο του ως άνω εγκλήματος, που είναι πλημμέλημα, εξαλείφθηκε, λόγω παραγραφής που συμπληρώθηκε μετά την δημοσίευση της προσβαλλομένης αποφάσεως, αφού από την τέλεσή της (16.10.1998) μέχρι τη διάσκεψη και δημοσίευση της παρούσης, έχει συμπληρωθεί ο χρόνος της οκταετούς παραγραφής. Λαμβανομένου δε περαιτέρω υπόψη ότι η παραδεκτώς ασκηθείσα αναίρεση περιέχει τον από το άρθρο 510 παρ. 1Δ σαφή και ορισμένο λόγο αναιρέσεως, ήτοι της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας που γίνεται δεκτός καθώς και τον αυτεπαγγέλτως ακολούθως εξεταζόμενο λόγο της υπερβάσεως εξουσίας, όπως εσημειώθη, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και να παύσει οριστικώς η κατά του κατηγορουμένου ασκηθείσα ποινική δίωξη, μη συντρέχοντος λόγου παραπομπής της υποθέσεως στο δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ’ αριθ. 7012/2006 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Παύει οριστικώς την κατά του κατηγορουμένου ασκηθείσα ποινική δίωξη, λόγω παραγραφής, όπως η πράξη που του αποδίδεται περιγράφεται στο διατακτικό της ως άνω προσβαλλομένης αποφάσεως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Ιανουαρίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 15 Ιανουαρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ