Θέμα
Βούλευμα παραπεμπτικό.
Περίληψη:
Αίτηση Εισαγγελέα Πρωτοδικών Έδεσσας για προσδιορισμό Εισαγγελέα σε περίπτωση αποφατικής συγκρούσεως αρμοδιότητας. Έγκλημα που φέρεται ότι τελέσθηκε στην αλλοδαπή σε βάρος Ελληνίδας υπηκόου και τιμωρείται κατά τους Ελληνικούς νόμους. Ο καταγγελλόμενος κατά το χρόνο κίνησης της ποινικής διαδικασίας δεν είχε κατοικία ή προσωρινή διαμονή στην Ελλάδα ούτε εκδόθηκε από την Ελλάδα. Στην περίπτωση αυτή σύμφωνα με το άρθρο 132 παρ. 1 και 2 ΚΠΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 123 παρ. εδ. α' και β' ιδίου κώδικα αρμόδιος κατά τόπο Εισαγγελέας είναι ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών της πρωτεύουσας της Ελλάδος. Για τον προσδιορισμό αυτόν αποφαίνεται το Συμβούλιο Εφετών αν η σύγκρουση επήλθε μεταξύ Εισαγγελέων Δικαστηρίων που υπάγονται στην
ίδια δικαστική περιφέρεια. Αν υπάγονται σε διαφορετική περιφέρεια ο Άρειος Πάγος που συνέρχεται σε συμβούλιο. Δέχεται αίτηση
Αριθμός 734/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ TMHMA - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη, Μαρία Βασιλάκη, Μαρία Γαλάνη-Λεοναρδοπούλου - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 16 Απριλίου 2013, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Έδεσσας, περί κανονισμού αρμοδιότητας δικαστηρίου, με εγκαλούντα τον Χ. Κ. του Π., κάτοικο ... και εγκαλούμενο τον Γ. Κ. του Ν., κάτοικο ... .
Η αίτηση αυτή με αριθμ. πρωτ. 766/15-11-2012, που απευθύνεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1260/2012.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Παντελής εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση της Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ξένης Δημητρίου-Βασιλοπούλου, με αριθμό 72/15-3-2013, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "Ι. Εισάγω, κατ' άρθρο 132§§1 και 2 Κ.Π.Δ. σε συνδυασμό με το άρθρο 123§1 εδ. α' και β' Κ.Π.Δ., την υπ' αρ. 766/15-11-2012 αίτηση περί Κανονισμού Αρμοδιότητας του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Έδεσσας και ειδικότερα περί Κανονισμού των εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών, που τυγχάνουν αρμόδιες αναφορικά με την υπ' αρ. Α.Β.Μ.: Β 2012/438 της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Έδεσσας και Α.Β.Μ: Ζ 2012/14980 της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών ποινική δικογραφία, που βρίσκεται στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης και εκθέτω τα ακόλουθα: II. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 132§§1 και 2 Κ.Π.Δ., μεταξύ άλλων ορίζεται, ότι, αν μεταξύ πολλών δικαστηρίων εξίσου αρμοδίων, που δεν υπάγονται το ένα στο άλλο ή μεταξύ ανακριτικών υπαλλήλων αμφισβητείται η αρμοδιότητα για το ίδιο έγκλημα, η αρμοδιότητα καθορίζεται από το Συμβούλιο Εφετών, αν η αμφισβήτηση δημιουργήθηκε μεταξύ δικαστηρίων, που υπάγονται στην περιφέρεια του ή από τον Άρειο Πάγο (σε Συμβούλιο) αν τα δικαστήρια υπάγονται σε διαφορετικά Εφετεία. Με τις παραπάνω διατάξεις ρυθμίζεται ο τρόπος κανονισμού της αρμοδιότητας, καθ' ύλην και κατά τόπον, των δικαστηρίων, των συμβουλίων και των ανακριτικών αρχών, που έχουν ήδη επιληφθεί, όταν συντρέχει σύγκρουση απόψεων περί της αρμοδιότητας, είτε θετική είτε αποφατική και δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση ή αμετάκλητο βούλευμα. Επί σύγκρουσης αρμοδιότητας μεταξύ Εισαγγελέων, την αμφισβήτηση αίρει ο Προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών, αν υπάγονται στην ίδια Εισαγγελία Εφετών, διαφορετικά αποφασίζει ο Άρειος Πάγος (σε Συμβούλιο) [βλ. Ι. Ζησιάδης, Κ.Π.Δ., α' τόμος, έκδοση 1976, σελ. 93 και 304, Αθ. Κονταξής, Κ.Π.Δ., τόμος πρώτος, έκδοση 2006, σελ. 1022, Κ. Φράγκος, Κ.Π.Δ., έκδοση 2011, σελ. 406]. Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 123§1 εδ. α' και β' Κ.Π.Δ., για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο εξωτερικό, τιμωρούνται, όμως, στην Ελλάδα, η αρμοδιότητα ορίζεται διαδοχικά από τον τόπο της κατοικίας στην Ελλάδα ή της προσωρινής διαμονής ή της σύλληψης ή της παράδοσης του κατηγορουμένου. Αν ο τόπος αυτός δεν είναι γνωστός ή αν ο κατηγορούμενος δεν κατοίκησε ή δεν είχε ποτέ τη διαμονή του στην Ελλάδα ή δεν έχει συλληφθεί εκεί ή αν είναι δημόσιος υπάλληλος που υπηρετεί σε ελληνική υπηρεσία του εξωτερικού, αρμόδιο είναι το δικαστήριο της πρωτεύουσας. Σύμφωνα με τις παραπάνω διατάξεις για τα εγκλήματα, που διαπράττονται στο εξωτερικό - δηλαδή, εκτός των ορίων της ελληνικής επικράτειας, που ορίζονται από το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, - είτε από ημεδαπό είτε από αλλοδαπό, για τα οποία προβλέπουν τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 Π.Κ. και τα οποία τιμωρούνται κατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους, καθιδρύονται περισσότερες κατά τόπον αρμοδιότητες διαδοχικές και όχι συντρέχουσες. Ο διαδοχικός καθορισμός της κατά τόπον αρμοδιότητας σημαίνει, ότι η προηγούμενη προτιμάται της επόμενης υποχρεωτικά. Έτσι, αρμοδίως επιλαμβάνονται για τα παραπάνω εγκλήματα διαδοχικά οι εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές και το δικαστήριο: 1) Της περιφέρειας της Ελλάδας, στην οποία κατοικεί ή διαμένει προσωρινά ο κατηγορούμενος, όταν αρχίζει η ποινική δίωξη (βλ. και άρθρο 122§1 Κ.Π.Δ.). Κίνηση ή έναρξη της ποινικής διώξεως αποτελεί η αρχική ενέργεια του κατηγορούντος οργάνου (εισαγγελέα, δημόσιου κατηγόρου), με την οποία τίθεται σε κίνηση η δικαστική μηχανή Και δέον να διακρίνεται από την άσκηση της ποινικής διώξεως. 2) Αν ο τόπος της κατοικίας ή της προσωρινής διαμονής του κατηγορούμενου στην Ελλάδα είναι άγνωστος ή αν αυτός δεν κατοίκησε ή δε διέμενε ποτέ στην Ελλάδα ή αν διέμενε προσωρινά ή κατοίκησε στην Ελλάδα αλλά αναχώρησε από αυτή πριν την κίνηση ή την έναρξη της ποινικής δίωξης, (βλ. Συμβ. Εφ. Θεσ. 943/2003, Π.Χρ. ΜΔ', σελ. 843), αρμόδιο είναι το δικαστήριο και ο εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές της περιφέρειας της Ελλάδας, όπου αυτός παραδόθηκε ή συνελήφθη (κυρίως επί εκδόσεως). 3) Αν δεν παραδόθηκε ούτε συνελήφθη στην Ελλάδα, αρμόδιες είναι οι εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές και το δικαστήριο της πρωτεύουσας, (βλ. Μπουρόπουλος, Ερμ. Κ.Π.Δ., σελ. 179, Ι. Ζησιάδης, Κ.Π.Δ., α' τόμος, έκδοση 1976, σελ. 310, 621-622, Μ. Μαργαρίτης, Κ.Π.Δ., έκδοση 2008, σελ. 250, Κ. Φράγκος, Κ.Π.Δ., έκδοση 2011, σελ. 391-392 Αθ. Κονταξής, Κ.Π.Δ., τόμος πρώτος, έκδοση 2006, σελ. 973-974, Αργ. Καρράς, Ποιν. Δικ. Δ., έκδοση 1998, σελ. 178-179).
III. Στην προκειμένη περίπτωση, ο Χ. Κ. του Π., κάτοικος ..., εγχείρισε στις 31-7-2012 στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, την από 31-7-2012 μήνυση του προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Έδεσσας κατά του γαμπρού του Γ. Κ. του Ν. καταγγέλλοντας τον για ανθρωποκτονία από πρόθεση της σε διάσταση συζύγου του Χ. Κ. του Χ. (κόρης του μηνυτή), που έλαβε χώρα στη ..., στις 16-3-2012. Ως διεύθυνση κατοικίας του ως άνω Γ. Κ. του Ν., στην προαναφερθείσα μήνυση φέρεται να είναι το ..., ενώ ως προσωρινή διαμονή του η ... (οδός ...). Ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Έδεσσας, στον οποίο διαβιβάστηκε η ως άνω μήνυση παρήγγειλε τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, προκειμένου να διακριβωθεί η κατοικία ή η προσωρινή διαμονή του Γ. Ν. Κ.. Σύμφωνα με την από 30-8-2012 ένορκη κατάθεση του αστυνομικού του Α.Τ. Σκύδρας Β. Σ. του Γ., ο ως άνω Γ. Κ., όπως ο ίδιος σε τηλεφωνική επικοινωνία μαζί του, του είπε και όπως τον διαβεβαίωσε και η μητέρα αυτού, διαμένει μόνιμα στην Κύπρο από το 2003 μέχρι τώρα και συγκεκριμένα στη ... . Στο ... είχε έρθει δύο ημέρες πριν από την κηδεία της συζύγου του, που απεβίωσε στις 16-3-2012, οπότε και παρέμεινε περίπου δώδεκα (12) ημέρες και έκτοτε απεχώρησε για τη ..., όπου και κατοικεί μόνιμα Συνεπώς, ο ως άνω κατηγορούμενος είχε προσωρινή διαμονή στο ... κατά το ως άνω χρονικό διάστημα, πολύ πριν, δηλαδή, από την κίνηση ή την έναρξη της παρούσας ποινικής δίωξης, που έλαβε χώρα στις 31-7-2012. Μετά ταύτα ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Έδεσσας διαβίβασε την ανωτέρω ποινική δικογραφία λόγω κατά τόπον αρμοδιότητας στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών (δηλαδή, της πρωτεύουσας της Ελλάδας). Πλην, όμως, ο τελευταίος επαναδιαβίβασε την ως άνω δικογραφία στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Έδεσσας, αναφέροντας ότι είναι αναρμόδιος να επιληφθεί. Ο τελευταίος με πρόταση του προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Έδεσσας ζήτησε να κηρυχθούν αναρμόδιες οι εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές της περιφέρειας του Πρωτοδικείου της Έδεσσας, πλην, όμως, το Συμβούλιο αυτό με το υπ' αρ. 48/2012 βούλευμα του κήρυξε εαυτό αναρμόδιο να αποφανθεί επί της ως άνω σύγκρουσης των δύο εισαγγελικών αρχών περί της αποφατικής αρμοδιότητας τους για την υπό κρίση ποινική υπόθεση, ενόψει του ότι ανήκαν σε διαφορετικές εφετειακές περιφέρειες. Μετά ταύτα υπεβλήθη το υπό κρίση αίτημα για κανονισμό αρμοδιότητας από τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Έδεσσας προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Επειδή το ως άνω καταγγελλόμενο έγκλημα τελέσθηκε στην αλλοδαπή (Κύπρο) κατά Ελληνίδας υπηκόου και τιμωρείται από τον ελληνικό ποινικό κώδικα, ο δε κατηγορούμενος δεν έχει στην Ελλάδα ούτε κατοικία, ούτε προσωρινή διαμονή μετά την κίνηση ή την έναρξη της ποινικής διώξεως στην υπό κρίση υπόθεση, ούτε παραδόθηκε στην Ελλάδα ούτε συνελήφθη σε αυτήν, οι μόνες αρμόδιες εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές, που πρέπει να επιληφθούν, είναι εκείνες του Πρωτοδικείου Αθηνών.
Για τους λόγους αυτούς Προτείνω: Να κηρυχθούν κατά τόπον αρμόδιες για την ως άνω υπ' Α.Β.Μ.: Β 2012/438 (και Α.Β.Μ.: Ζ 2012/14.980) ποινική δικογραφία κατά του Γ. Κ. του Ν., κατοίκου ..., οι εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές του Πρωτοδικείου Αθηνών. Η Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου-Βασιλοπούλου".
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τις διατάξεις του άρθρου 132 παρ.1 και 2 του ΚΠΔ "Αν μεταξύ πολλών δικαστηρίων εξίσου αρμοδίων που δεν υπάγονται το ένα στο άλλο ή μεταξύ ανακριτικών υπαλλήλων αμφισβητείται η αρμοδιότητα για το ίδιο έγκλημα είτε για συναφή εγκλήματα, ή αν με βουλεύματα του ίδιου η διαφορετικών συμβουλίων αποφασίστηκε η παραπομπή για το ίδιο έγκλημα στο ακροατήριο δύο ή περισσοτέρων εξίσου αρμοδίων δικαστηρίων, η αρμοδιότητα καθορίζεται ως εξής: Το συμβούλιο εφετών, στην περιφέρεια του οποίου υπάγονται τα δικαστήρια μεταξύ των οποίων δημιουργήθηκε αμφισβήτηση ή ο Άρειος Πάγος, αν υπάγονται σε διαφορετικά εφετεία ή αν ένα από τα δικαστήρια αυτά είναι το εφετείο ή αν η σύγκρουση δημιουργήθηκε μεταξύ των κοινών ποινικών δικαστηρίων και των στρατιωτικών, προσδιορίζει το αρμόδιο δικαστήριο με αίτηση του κατηγορουμένου, του πολιτικώς ενάγοντος ή του εισαγγελέα ή του επιτρόπου (ήδη, μετά το νέο Στρατιωτικό Ποινικό Κώδικα, Ν. 2287/1995, του Εισαγγελέα του Στρατιωτικού Δικαστηρίου). Η αίτηση πρέπει να είναι νομότυπη και να απευθύνεται στον Εισαγγελέα Εφετών ή του Αρείου Πάγου. Ο αρμόδιος Εισαγγελέας εισάγει την αίτηση στο συμβούλιο εφετών ή στον Άρειο Πάγο που συνέρχεται σε συμβούλιο". Εκ των διατάξεων του άνω άρθρου, σαφώς προκύπτει, ότι περίπτωση κανονισμού αρμοδιότητος υπάρχει και όταν έχουν επιληφθεί της αυτής ή συναφούς αξιοποίνου πράξεως, περισσότερα από ένα δικαστήρια ή Συμβούλια ή ανακριτικές αρχές, τα οποία είναι εξ ίσου αρμόδια και δεν υπάγονται το ένα στο άλλο, και ή θεώρησαν ότι η πράξη αυτή υπάγεται εις την αρμοδιότητά των ή απέσχον να επιληφθούν, διότι θεώρησαν ότι δεν είχαν αρμοδιότητα. Ούτως η σύγκρουση αρμοδιότητος είναι: α) καταφατική, όταν πλείονα δικαστήρια (ή ανακριτικές αρχές) επιληφθέντα της υποθέσεως θεώρησαν εαυτά αρμόδια, οπότε δημιουργείται κίνδυνος εκδόσεως αντιφατικών αποφάσεων και β) αποφατική, όταν απέσχον θεωρήσαντα εαυτά αναρμόδια, οπότε δημιουργείται κίνδυνος αρνησιδικίας. Εξάλλου κατ' άρθρο 123 παρ.1 εδ. α' και β' του ΚΠΔ, για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στο εξωτερικό τιμωρούνται, όμως στην Ελλάδα, η αρμοδιότητα ορίζεται διαδοχικά από τον τόπο κατοικίας στην Ελλάδα ή της προσωρινής διαμονής ή της σύλληψης ή της παράδοσης του κατηγορουμένου. Αν ο τόπος αυτός δεν είναι γνωστός ή αν ο κατηγορούμενος δεν κατοίκησε ή δεν είχε ποτέ τη διαμονή του στην Ελλάδα ή δεν είχε συλληφθεί εκεί ή αν είναι δημόσιος υπάλληλος που υπηρετεί σε Ελληνική υπηρεσία του εξωτερικού, αρμόδιο είναι το δικαστήριο της πρωτεύουσας. Δηλαδή σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις για τα εγκλήματα που διαπράττονται στο εξωτερικό, ήτοι εκτός των ορίων της Ελληνικής επικράτειας, που ορίζονται από το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο είτε από ημεδαπό είτε από αλλοδαπό, για τα οποία προβλέπουν τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 ΠΚ και τα οποία τιμωρούνται κατά τους Ελληνικούς ποινικούς νόμους καθιδρύονται περισσότερες κατά τόπο αρμοδιότητες διαδοχικές και όχι συντρέχουσες. Ο διαδοχικός καθορισμός της κατά τόπο αρμοδιότητας σημαίνει, ότι η προηγούμενη προτιμάται από την επόμενη. Έτσι, αρμοδίως επιλαμβάνονται για τα παραπάνω εγκλήματα διαδοχικά οι εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές και το Δικαστήριο: 1) Της περιφέρειας της Ελλάδος, στην οποία κατοικεί ή διαμένει προσωρινά ο κατηγορούμενος, όταν αρχίζει η ποινική δίωξη (βλ. και άρθρο 122 παρ.1 ΚΠΔ). Κίνηση ή έναρξη της ποινικής δίωξης αποτελεί η αρχική ενέργεια του κατηγορούντος οργάνου (Εισαγγελέα ή Δημόσιου κατήγορου) με την οποία τίθεται σε κίνηση ή δικαστική ενέργεια η οποία διακρίνεται από την άσκηση της ποινικής δίωξης. 2) Αν ο τόπος της κατοικίας ή της προσωρινής διαμονής του κατηγορουμένου στην Ελλάδα είναι άγνωστος ή αν αυτός δεν κατοίκησε ή δε διέμενε ποτέ στην Ελλάδα ή αν διέμενε ή αναχώρησε από αυτή πριν την κίνηση την έναρξη της ποινικής δίωξης, αρμόδιο είναι το Δικαστήριο και οι Εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές της περιφέρειας της Ελλάδας όπου αυτός παραδόθηκε ή συνελήφθη (τόπου εκδόσεως). 3) Αν δεν παραδόθηκε ούτε συνελήφθη στην Ελλάδα, αρμόδιες είναι οι Εισαγγελικές ή Ανακριτικές αρχές και το Δικαστήριο της πρωτεύουσας.
Στην προκειμένη περίπτωση, από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει ότι, ο Χ. Κ. του Π., κάτοικος ..., την 31-7-2012 υπέβαλε στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης την υπό ιδία ημεροχρονολογία μήνυσή του, κατά του γαμβρού του Γ. Κ. του Ν., κατοίκου ... προσωρινά διαμένοντος στη ..., οδός ..., καταγγέλλοντας αυτόν για την αξιόποινη πράξη της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε βάρος της θυγατέρας του Χ. Κ., με την οποία ο καταγγελλόμενος τελούσε σε διάσταση, που φερόταν ότι έλαβε χώρα στη ... την 16-3-2012. Ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, διαβίβασε την μήνυση αυτή στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Έδεσσας, ως κατά τόπον αρμόδιο λόγω της φερομένης στη μήνυση κατοικίας του καταγγελλόμενου στο ... . Ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Έδεσσας, μόλις έλαβε γνώση της μηνύσεως παρήγγειλε τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης προκειμένου να διαπιστωθεί ο τόπος της κατοικίας ή της προσωρινής διαμονής του καταγγελλομένου. Σύμφωνα, με την από 30-8-2012 ένορκη κατάθεση του αστυνομικού του Α.Τ. Σκύδρας Β. Σ. του Γ., ο οποίος επικοινώνησε με τον ίδιο, ο τελευταίος τον ενημέρωσε ότι διαμένει μόνιμα από το έτος 2003 στη ..., και στο ... ήλθε δύο ημέρες πριν από τη κηδεία της συζύγου του, Χ. Κ. του Χ., που απεβίωσε στη ... την 16-3-2012, και παρέμεινε περίπου 12 ημέρες, επέστρεψε δε στη ..., όπου κατοικεί μόνιμα. Τα ως άνω επιβεβαίωσε στον ανωτέρω αστυνομικό και η μητέρα του Γ. Κ.. Επειδή, από την ένορκη αυτή κατάθεση, προέκυπτε ότι ο τόπος κατοικίας του καταγγελλομένου είναι στη ..., στο δε ... είχε προσωρινή διαμονή από την 12η ημέρα περίπου του μηνός Μαρτίου 2012 έως την 24η ημέρα του ιδίου μηνός, δηλαδή πριν από τη κίνηση της σε βάρος του ποινικής διαδικασίας, η οποία κινήθηκε μετά την υποβολή της μηνύσεως στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης, ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Έδεσσας, θεωρήσας εαυτόν αναρμόδιο για την άσκηση της ποινικής δίωξης σε βάρος του Γ. Κ., εφαρμόζοντας τη διάταξη του άρθρου 123 ΚΠΔ, διαβίβασε την ποινική αυτή δικογραφία στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, ως αρμόδιο Εισαγγελέα του Πρωτοδικείου της πρωτεύουσας της Ελλάδος. Ο τελευταίος όμως διαφώνησε και επαναδιαβίβασε την δικογραφία στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Έδεσσας διότι θεώρησε ότι ο Γ. Κ., κάτοικος ..., είχε προσωρινή διαμονή στο ..., κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα. Μετά ταύτα ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Έδεσσας, με την υπ' αρ. 40/2012 πρότασή του, προς το αρμόδιο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Έδεσσας, πρότεινε να κηρυχθούν αναρμόδιες οι Εισαγγελικές και Ανακριτικές αρχές του Πρωτοδικείου Έδεσσας για να επιληφθούν της ποινικής αυτής δικογραφίας. Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Έδεσσας με το υπ' αρ. 48/2012 βούλευμά του κήρυξε εαυτό αναρμόδιο να αποφανθεί επί της εισαχθείσας σ' αυτό προτάσεως. Τοιουτοτρόπως επήλθε αποφατική σύγκρουση αρμοδιότητος, εφ' όσον δε οι ανωτέρω Εισαγγελείς υπάγονται σε διαφορετικές περιφέρειες Εφετείων αρμόδιος προς κανονισμό αρμοδιότητος είναι, εν προκειμένω ο Άρειος Πάγος σε Συμβούλιο, λόγο για τον οποίο και ο Εισαγγελέας Πρωτοδικών Έδεσσας, με την υπ' αρ. πρωτ. 7747/21-11-2012 αίτησή του, απευθυνόμενη στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, αιτείται τον κανονισμό αυτόν.
Στην προκειμένη περίπτωση η καταγγελλόμενη αξιόποινη πράξη της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, φέρεται ότι τελέσθηκε στην αλλοδαπή σε βάρος Ελληνίδας υπηκόου και τιμωρείται από τον Ελληνικό ποινικό νόμο, ο κατηγορούμενος δεν έχει στην Ελλάδα μόνιμη κατοικία ούτε είχε προσωρινή διαμονή κατά τη κίνηση της ποινικής σε βάρος του διαδικασίας ή την έναρξη της ποινικής δίωξης, αφού η μήνυση με την οποία αυτός καταγγέλλεται ότι τέλεσε στη ... την αξιόποινη αυτή πράξη σε βάρος της Ελληνίδας υπηκόου Χ. Κ. του Χ., εγχειρίσθηκε στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης την 31-7-1012 και αυτός είχε αποχωρήσει από το ..., όπου διέμεινε προσωρινά για 12 περίπου ημέρες πολύ πριν ήτοι, το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου του 2012. Επομένως πρέπει, κατά παραδοχή, της αιτήσεως του Εισαγγελέως Πρωτοδικών Έδεσσας περί κανονισμού αρμοδιότητος, να προσδιορισθεί ως αρμόδιος κατά τόπο, ο Εισαγγελεύς Πρωτοδικών Αθηνών δηλαδή της πρωτεύουσας της Ελλάδος, επί της ΑΒΜ: Β2012/438 (και ΑΒΜ: Ζ2012/14980) ποινικής δικογραφίας κατά του Γ. Κ. του Ν., κατοίκου ....
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Προσδιορίζει ως αρμόδιο κατά τόπο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, επί της από 31-7-2012 εγκλήσεως με ΑΒΜ Β 2012/438 (και ΑΒΜ Ζ 2012/14.980) του Χ. Κ. του Π., κατοίκου ..., κατά του Γ. Κ. του Ν., κατοίκου ..., τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών και τις ανακριτικές αρχές του Πρωτοδικείου Αθηνών.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 2013.
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ