Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1166 / 2019    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Αριθμός 1166/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δήμητρα Κοκοτίνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αρτεμισία Παναγιώτου-Εισηγήτρια, Γεώργιο Αναστασάκο, Μαρία Γεωργίου και Ευφροσύνη Καλογεράτου-Ευαγγέλου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Απριλίου 2019, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ισίδωρου Ντογιάκου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση της Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών, περί αναιρέσεως της 407, 749, 1779/2018 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Με κατηγορούμενες τις 1.Χ. Π. του Ε., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Θεόδωρο Μαντά και Παναγιώτη Χριστόπουλο και 2. Ε. Μ. του Α., κρατούμενη στο Κ.Κ. Γυναικών ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Λεωνίδα Μπουτσικάρη. Με αναιρεσείοντες-κατηγορούμενους τους: 1. Χ. Π. του Ε., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Θεόδωρο Μαντά και Παναγιώτη Χριστόπουλο, 2. Ε. Μ. του Α., κρατούμενη στο Κ.Κ. Γυναικών ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Λεωνίδα Μπουτσικάρη, 3. Κ. Κ. του Ι., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Λεωνίδα Μπουτσικάρη, 4. Χ. Φ. του Φ., που δεν παρέστη και με πολιτικώς ενάγοντα τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.) ως καθολικό διάδοχο του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, νομίμως εκπροσωπούμενο, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Βασίλειο Κουρούμαλη (Πάρεδρο του ΝΣΚ) και Αικατερίνη Σαλάκου.
Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και: Α) η αναιρεσείουσα Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 83/1-10-2018 έκθεση αναιρέσεως η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Βασιλικής Κονδύλη και Β)οι ως άνω αναιρεσείοντες ζητούν τώρα την αναίρεση αυτής για τους λόγους που αναφέρονται στις υπ'αριθμ. 11426/12-10-2018 και 11511/15-10-2018 αιτήσεις αναίρεσης και στους από 22-3-2019 προσθέτους λόγους της εξ'αυτών Χ. Π. και καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1288/2018.

Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε: α) να γίνει δεκτή η αναίρεση της Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών, ως προς το σκέλος της ποινής που επιβλήθηκε στις κατηγορούμενες Ε. Μ. και Χ. Π. για τις αξιόποινες πράξεις της απλής συνέργειας σε πλαστογραφία, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια η πρώτη και της ψευδούς βεβαίωσης, κατ' εξακολούθηση η δεύτερη, υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις του Ν. 1608/1950, αμφότερες, αλλά και ως προς το σκέλος της επιβληθείσης σε κάθε μία εξ' αυτών συνολικής ποινής και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα εκδίκαση, β) να απορριφθεί ως ανυποστήρικτη η υπ' αριθμ. πρωτ. 11233/9-10-2018 αίτηση αναίρεσης της αναιρεσείουσας Χ. Φ. του Φ. και γ) να απορριφθούν οι λοιπές κρινόμενες αιτήσεις αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι αναίρεσης της αναιρεσείουσας Χ. Π., καθώς και τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς συζήτηση: 1) η από 8-10-2018 με αριθμό γενικού πρωτ. 11233/9-10-2018 αίτηση της Χ. Φ. του Φ., κρατούμενης στο Κ.Κ. Γυναικών ..., 2) η από 12-10-2018 με αριθμό γενικού πρωτ. 11.426/12-10-2018 αίτηση της Χ. Π. του Ε., κατοίκου ... καθώς και οι από 22-3-2019 πρόσθετοι λόγοι αυτής, που κατατέθηκαν με χωριστό δικόγραφο στις 22-3-2019, 3) η από 15-10-2018 με αριθμό γενικού πρωτ. 11511/15- 10-2018 κοινή αίτηση των Ε. Μ. του Α., κρατούμενης στο Κ.Κ. Γυναικών ... και Κ. Κ. του Ι., κατοίκου ..., για αναίρεση της με αριθ. 407, 479, 1779/2018 καταδικαστικής απόφασης του Β' Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών και 4) η από 1-10-2018 με αριθμό 83/2018 αίτηση της Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών για αναίρεση της αυτής ως άνω απόφασης ως προς τις κατηγορούμενες Χ. Π. του Ε. και Ε. Μ. του Α. και μόνο ως προς την περί ποινής διάταξή της για τις πράξεις της απλής συνέργειας σε κακουργηματική ψευδή βεβαίωση κατ'εξακολούθηση με τις επιβαρυντικές περιστάσεις του ν. 1608/1950 ως προς την πρώτη και της απλής συνέργειας σε κακουργηματική πλαστογραφία με χρήση κατ'εξακολούθηση με τις επιβαρυντικές περιστάσεις του ν. 1608/1950 ως προς τη δεύτερη.
Α) Ως προς την αναίρεση της Χ. Φ. του Φ.:
Κατά το άρθρο 513 παρ. 1 εδ. γ' του ΚΠΔ, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κλητεύει τον αναιρεσείοντα και τους λοιπούς διαδίκους στο ακροατήριο του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου. Η κλήση αυτή γίνεται με επίδοση σύμφωνα με τα άρθρα 155-161 και μέσα στην προθεσμία του άρθρου 166. Εξάλλου, σύμφωνα με αυτά που ορίζονται στο άρθρο 515 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, αν αναβληθεί η υπόθεση σε ρητή δικάσιμο, όλοι οι διάδικοι οφείλουν να εμφανισθούν σ' αυτή χωρίς νέα κλήτευση και αν ακόμη δεν ήταν παρόντες όταν δημοσιεύθηκε η απόφαση για την αναβολή. Τέλος, κατά το άρθρο 514 εδ. α' ΚΠΔ, εάν ο αιτών την αναίρεση δεν εμφανισθεί, η αίτησή του απορρίπτεται. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το από 3-11-2018 αποδεικτικό επιδόσεως της Υ/Β' Γ. Σ., υπαλλήλου του Τ.Ε.Φ.Κ.Κ. ….. η αναιρεσείουσα Χ. Φ. του Φ. κλητεύθηκε από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου νόμιμα και εμπρόθεσμα κατά τις διατάξεις του άρθρου 155 παρ. 3 ΚΠΔ, για την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 4-12-2018, κατά την οποία, με τη με αριθμό 2067/18 απόφαση αυτού του Δικαστηρίου αναβλήθηκε η συζήτηση της ως άνω ένδικης αίτησης για τη συνεδρίαση που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης. Η αναιρεσείουσα,όμως, δεν εμφανίσθηκε κατ'αυτήν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο. Κατά συνέπεια, η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης αυτής πρέπει να απορριφθεί και να επιβληθούν στην αναιρεσείουσα τα δικαστικά έξοδα [άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ].
Οι λοιπές φερόμενες προς συζήτηση αιτήσεις αναίρεσης καθώς και οι πρόσθετοι λόγοι της υπό στοιχ. 2 εξ αυτών, έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα. Επομένως, συνεκδικαζόμενες ως συναφείς, πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω.
Κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 187 παρ. 3 ΠΚ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 του ν. 2928/2001 και ως η παρ. 3 αναριθμήθηκε σε παρ. 5 με το άρθρο 2 παρ. 1 γ του ν. 3875/2010, συμμορία είναι η ένωση με άλλον (δηλ. συμφωνία δύο τουλάχιστον προσώπων) προς διάπραξη ενός τουλάχιστον μη προσδιοριζόμενου κακουργήματος ή πλημμελήματος τιμωρούμενου με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και με το οποίο επιδιώκεται οικονομικό ή άλλο υλικό όφελος ή η προσβολή της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας ή της γενετήσιας ελευθερίας. Υποκειμενικά απαιτείται δόλος, ο οποίος ενέχει τη γνώση και τη θέληση της συμφωνίας για την τέλεση κακουργήματος ή πλημμελήματος αρκεί δε και ενδεχόμενος δόλος. Το έγκλημα είναι τετελεσμένο από τότε που ενώθηκαν δύο ή περισσότεροι με τον παραπάνω σκοπό. Υποκείμενο του εγκλήματος μπορεί να είναι οποιοσδήποτε. Κατά δε το άρθρο 386Α του ιδίου Κώδικα, που προστέθηκε με το άρθρο 5 του Ν 1805/1988, όποιος με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, βλάπτει ξένη περιουσία, επηρεάζοντας τα στοιχεία υπολογιστή είτε με μη ορθή διαμόρφωση του προγράμματος είτε με επέμβαση κατά την εφαρμογή του είτε με χρησιμοποίηση μη ορθών ή ελλιπών στοιχείων είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τιμωρείται με τις ποινές του προηγούμενου άρθρου (386 περί απάτης). Για την εκτίμηση του ύψους της ζημίας είναι αδιάφορο αν παθόντες είναι ένα ή περισσότερα πρόσωπα. Με την προσθήκη του άρθρου 386 Α θεσπίζεται και νέα μορφή του εγκλήματος της απάτης, διαφορετικού από εκείνο του άρθρου 386 για την πλήρωση της αντικειμενικής υποστάσεως του οποίου απαιτείται η πρόκληση πλάνης σε φυσικό πρόσωπο, ένεκα της οποίας πείθεται τούτο και προβαίνει σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή από την οποία προκαλείται η βλάβη σε ξένη περιουσία. Το έγκλημα της απάτης με υπολογιστή του άρθρου 386Α τελείται όταν η περιουσιακή βλάβη επέρχεται όχι με την παραπλάνηση ενός φυσικού προσώπου που είναι αρμόδιο να λαμβάνει αποφάσεις ή να διενεργεί έλεγχο ή να εγκρίνει ή να χορηγεί κ.λπ., αλλά αποκλειστικά και μόνο με τον επηρεασμό των στοιχείων του υπολογιστή, δηλαδή με την επέμβαση του δράστη κατά τον προγραμματισμό του συστήματος και την επεξεργασία των δεδομένων, σε οποιαδήποτε φάση της λειτουργίας του υπολογιστή. Έτσι, δεν στοιχειοθετείται κοινή απάτη του άρθρου 386 ΠΚ στην περίπτωση που ο δράστης επεμβαίνει ευθέως στην εξέλιξη του προγράμματος ή και στα μηχανικά μέρη του υπολογιστή και με μη ορθή διαμόρφωση του προγράμματος ή με τη χρησιμοποίηση κατά τον προγραμματισμό του συστήματος μη ορθών ή ελλιπών στοιχείων, προκαλεί αποτέλεσμα διαφορετικό από εκείνο που θα προέκυπτε από τη διαδικασία της επεξεργασίας των στοιχείων και έτσι βλάπτει ξένη περιουσίας προς όφελος αυτού ή τρίτου (ΑΠ 367/2017, ΑΠ 813/2015). Εξάλλου, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 45 ΠΚ συναυτουργία είναι η άμεση ή διαδοχική σύμπραξη περισσοτέρων από ένα προσώπων στην τέλεση κάποιου εγκλήματος, το οποίο διαπράττουν με κοινό δόλο, δηλαδή με συναπόφασή τους, την οποία έλαβαν, είτε πριν από την πράξη τους ή κατά την τέλεσή της, ώστε καθένας τους να θέλει ή να αποδέχεται την τέλεσή της και να γνωρίζει ότι και ο άλλος από αυτούς ενεργεί με δόλο τέλεσης της πράξης και να θέλει ή να αποδέχεται να ενώσει τη δράση του με τη δράση των άλλων. Είναι δε αδιάφορο αν η πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος τελείται από όλους κατά τον αυτό τρόπο και με την αυτή ενέργεια. Αρκεί ότι όλοι τελούν εν γνώσει της πρόθεσης μεταξύ τους για την τέλεση του ίδιου εγκλήματος. Ειδικότερα, απάτη με υπολογιστή μπορεί να τελεστεί και κατά συναυτουργία όταν περισσότεροι επεμβαίνουν ευθέως, είτε συγχρόνως από κοινού είτε διαδοχικά, μετά όμως από συναπόφασή, δηλαδή με κοινό δόλο και με σκοπό παράνομου περιουσιακού οφέλους, στην εξέλιξη του προγράμματος ή και στα μηχανικά μέρη του υπολογιστή και με μη ορθή διαμόρφωση του προγράμματος ή με τη χρησιμοποίηση κατά τον προγραμματισμό του συστήματος μη ορθών ή ελλιπών στοιχείων, προκαλούν αποτέλεσμα διαφορετικό από εκείνο που θα προέκυπτε από τη διαδικασία της επεξεργασίας των στοιχείων. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 242 § 1 ΠΚ, υπάλληλος στα καθήκοντα του οποίου ανάγεται η έκδοση ή σύνταξη δημοσίων εγγράφων, αν σε τέτοια έγγραφα βεβαιώνει με πρόθεση ψευδώς περιστατικό που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του προβλεπόμενου απ αυτήν εγκλήματος της ψευδούς βεβαιώσεως απαιτείται α) ο δράστης να είναι υπάλληλος κατά την έννοια των άρθρων 13 εδ. α και 263α ΠΚ, αρμόδιος για τη σύνταξη ή έκδοση του εγγράφου, β) έγγραφο κατά την έννοια του άρθρου 13 εδ. γ' ΠΚ και δη δημόσιο και γ) βεβαίωση στο έγγραφο αυτό ψευδούς περιστατικού που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες. Η έννοια του δημοσίου εγγράφου δεν προσδιορίζεται σε διάταξη του Ποινικού Κώδικα, γι' αυτό έχει εφαρμογή και στο Ποινικό Δίκαιο το άρθρο 438 Κ.Πολ.Δ., κατά την έννοια του οποίου δημόσιο έγγραφο είναι αυτό που συντάχθηκε από αρμόδιο καθ' ύλην και κατά τόπο δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό και προορίζεται για εξωτερική κυκλοφορία προς πλήρη απόδειξη έναντι πάντων κάθε γεγονότος που βεβαιώνεται με αυτό, όχι δε και εκείνο το οποίο αφορά την εσωτερική υπηρεσία των δημοσίων αρχών. Τέλος, κατά το άρθρο 47 παρ. 1 ΠΚ, που έχει τον υπότιτλο "απλός συνεργός", όποιος εκτός από την περίπτωση της παρ.1 στοιχ. Β' του προηγουμένου άρθρου παρέσχε με πρόθεση σε άλλον οποιαδήποτε συνδρομή πριν από την τέλεση ή κατά την τέλεση της αδίκου πράξεως που διέπραξε, τιμωρείται ως συνεργός με ποινή ελαττωμένη (αρθρ.83). Κατά την έννοια της διάταξης αυτής απλή συνέργεια συνιστά οποιαδήποτε συνδρομή υλική ή ψυχική, θετική ή αποθετική, η οποία παρέχεται στον αυτουργό (χωρίς να είναι άμεση) εφ'όσον εκείνος που την παρέχει γνωρίζει ότι ο αυτουργός διαπράττει ορισμένο έγκλημα. Για την πράξη της απλής συνέργειας υποκειμενικά απαιτείται δόλος του συνεργού, ο οποίος συνίσταται στη γνώση της τέλεσης από τον αυτουργό ορισμένης αξιόποινης πράξης και στη βούληση ή αποδοχή να συμβάλει με τη συνδρομή του, στην πραγμάτωσή της. Η συνδρομή του απλού συνεργού, όπως αναφέρθηκε, δύναται να είναι είτε υλική είτε ψυχική πρέπει δε η συνδρομή να συνδέεται αιτιωδώς με την πλήρωση της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος. Η συνδρομή του απλού συνεργού δύναται να παρασχεθεί μόνον κατά την εκτέλεση της άδικης πράξεως ή και πριν από αυτήν ουδέποτε δε μετά από αυτήν εκτός εάν αναλαμβάνει ο συνεργός να προεξασφαλίσει έναντι του αυτουργού την εξάλειψη των ιχνών του εγκλήματος ή τη ματαίωση δίωξης του δράστη (ΑΠ 447/2014, ΑΠ 1471/2010). Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις (αποδεικτικά μέσα) που τα θεμελίωσαν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών, στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Ως προς τα αποδεικτικά μέσα, που ελήφθησαν υπόψη από το δικαστήριο για την καταδικαστική του κρίση, για την πληρότητα της αιτιολογίας αρκεί ο κατ' είδος προσδιορισμός τους, χωρίς να απαιτείται και αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα χωριστά, πρέπει όμως να προκύπτει, ότι το δικαστήριο τα έλαβε υπόψη και τα συνεκτίμησε όλα και όχι μόνο μερικά από αυτά. Ακόμη, δεν είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται ποιο βάρυνε περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής κρίσεως. Όταν δε εξαίρονται ορισμένα από τα αποδεικτικά μέσα, δεν σημαίνει ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα άλλα, ούτε ανακύπτει ανάγκη αιτιολογήσεως γιατί δεν εξαίρονται τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον, στις περιπτώσεις αυτές, πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Η ύπαρξη του δόλου που απαιτείται, κατά το άρθρο 26 παρ. 1 ΠΚ, για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος, δεν είναι κατ'αρχήν ανάγκη να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, αφού ο δόλος ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εξυπακούεται ότι προκύπτει από την πραγμάτωση των περιστατικών τούτων. Όταν όμως αξιώνονται από το νόμο πρόσθετα στοιχεία για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, όπως η "εν γνώσει" ορισμένου περιστατικού τέλεση της πράξεως ή η τέλεση της πράξεως με τον "σκοπό" προκλήσεως ορισμένου αποτελέσματος, η ύπαρξη του δόλου πρέπει να αιτιολογείται ειδικά. Η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των αποφάσεων πρέπει να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, εκείνους δηλαδή που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τα άρθρα 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 ΚΠΔ, από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορο του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή της ικανότητας για καταλογισμό ή στη μείωση αυτής ή στην εξάλειψη του αξιόποινου της πράξεως ή τη μείωση της ποινής, εφόσον, όμως, αυτοί προβάλλονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία είναι αναγκαία κατά την οικεία διάταξη για τη θεμελίωσή τους. Διαφορετικά το δικαστήριο της ουσίας δεν υπέχει υποχρέωση να απαντήσει αιτιολογημένα στην απόρριψή τους. Οι αρνητικοί όμως της κατηγορίας ισχυρισμοί δεν είναι αυτοτελείς και επομένως το Δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο να απαντήσει σ'αυτούς, όπως και στα απλά υπερασπιστικά επιχειρήματα και μάλιστα αιτιολογημένα. Τέλος, εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης, ως λόγος αναιρέσεως, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ, υπάρχει όταν ο δικαστής αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που έχει στην πραγματικότητα, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει, όταν δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής, που εμπίπτει στον ίδιο αναιρετικό λόγο, υπάρχει και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, δηλαδή όταν στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό αιτιολογικού και διατακτικού και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διάταξης που εφαρμόστηκε, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης με αριθμ. 407, 749, 1779/2018 απόφασης, το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, που την εξέδωσε σε δεύτερο βαθμό, δέχτηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι από τα αποδεικτικά μέσα, που κατ'είδος λεπτομερώς αναφέρει (ένορκες καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης, πρακτικά πρωτοβάθμιας δίκης, έγγραφα που αναγνώσθηκαν και απολογίες των 1ης, 2ης, 3ης, 5ης και 6ου των κατηγορουμένων), αποδείχτηκαν, αναφορικά με τους αναιρεσείοντες Χ. Π., Ε. Μ. και Κ. Κ. κατά το ενδιαφέρον εν προκειμένω για τον έλεγχο των προβαλλομένων λόγων αναιρέσεως τμήμα της αποφάσεώς του, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
"Στο υποκατάστημα του ΙΚΑ ΕΤΑΜ ..ς υπηρετούσαν και oι πέντε κατηγορούμενες επί σειρά ετών. Συγκεκριμένα η κατηγορουμένη Χ. Π. υπηρετούσε στο τμήμα μητρώου, που βρίσκεται στον 1° όροφο του κτιρίου, το οποίο ήταν επιφορτισμένο με την πιστοποίηση της ασφαλιστικής ικανότητας των ασφαλισμένων του ΙΚΑ, απαραίτητη προϋπόθεση για τη λήψη παροχών εκ μέρους των τελευταίων. Οι κατηγορούμενες, Ε. Μ., Χ. Φ. και Μ. Θ. υπηρετούσαν στο τμήμα παροχών, το οποίο βρισκόταν στο ισόγειο του κτιρίου, και το οποίο ήταν αρμόδιο για τις παροχές σε είδος ή σε χρήμα, μετά τη βεβαίωση της χορήγησης ασφαλιστικής ικανότητας, στον εκάστοτε ενδιαφερόμενο πολίτη. Αυτό γινόταν με την έκδοση της σχετικής απόφασης από μία υπάλληλο αυτού του τμήματος, η οποία έλεγχε την συνδρομή των προϋποθέσεων χορηγήσεως των παροχών και στη συνέχεια με την οριστικοποίηση της σχετικής απόφασης από άλλη υπάλληλο του αυτού τμήματος. Δηλαδή η οριστικοποιήτρια όφειλε να κάνει επανέλεγχο των προϋποθέσεων χορηγήσεως των παροχών της αρχικής εγκρίσεως και να ακυρώσει την αρχική έγκριση, εφόσον δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις. Η κατηγορουμένη, Χ. Σ. υπηρετούσε στο Οικονομικό τμήμα, που βρισκόταν στον 2° όροφο, και προέβαινε, ως ταμίας, στην πληρωμή είτε με μετρητά είτε με επιταγή του ποσού που αναφερόταν στην απόφαση παροχής. Στο τέλος κάθε ημέρας, όπως ανέφεραν η μάρτυρες κατηγορίας, Μ. Γ. και Δ. Κ., ο κεντρικός ταμίας όφειλε να κάνει αντιστοίχιση των αποφάσεων παροχών με τα υπάρχοντα δικαιολογητικά. Στο συγκεκριμένο κατάστημα αυτό δεν γίνονταν ή γινόταν παρατύπως. Χρονολογικά πρώτα επιλαμβανόταν το Τμήμα Μητρώου, που υπηρετούσε η Χ. Π.. Το τμήμα αυτό, προέβαινε σε έλεγχο σε όσες περιπτώσεις ο ασφαλισμένος δεν είχε θεωρήσει τα βιβλιάρια υγείας του, δεν είχε το αυτοκόλλητο, ήταν ασφαλισμένος σε σωματείο, ήταν άνεργος ή συνταξιούχος. Μετά τη διαπίστωση της υπάρξεως στο πρόσωπο του ενδιαφερομένου πολίτη ασφαλιστικής ικανότητος, ο οικείος φάκελος εισαγόταν, προς περαιτέρω διερεύνηση, στο Τμήμα Παροχών που υπηρετούσε η Ε. Μ., Μ. Θ. και Χ. Φ.. Από το σημείο αυτό, η όλη μετέπειτα διαδικασία διαφοροποιείτο ανάλογα και με το αν επρόκειτο για χορήγηση παροχών ασθενείας ή για ταμειακή εκτέλεση αποφάσεων παροχών. Στη συνέχεια, ακολουθούσε το Ταμείο, που υπηρετούσε η Χ. Σ.. Εκεί ο ταμίας όφειλε να ελέγξει τα δικαιολογητικά για τη νομιμοποίηση των δικαιούχων πληρωμής ή των εμφανιζομένων ως εξουσιοδοτουμένων προσώπων, και όχι τα δικαιολογητικά που αιτιολογούν τη λήψη της παροχής. Εάν ο έλεγχος απέβαινε θετικός ως προς τη συνδρομή των απαιτούμενων προϋποθέσεων, ο ταμίας κατέβαλλε την παροχή, εκδίδοντας και το αντίστοιχο παραστατικό (απόδειξη) στο οποίο αναγράφονταν τα στοιχεία ταυτότητας και ετίθετο η υπογραφή του εισπράττοντος προσώπου, δικαιούχου ή αντιπροσώπου στη θέση "ο συναλλασσόμενος". Από το έτος 2002 και μετά εγκαταστάθηκε και λειτούργησε στο ΙΚΑ ηλεκτρονικό σύστημα μηχανογράφησης, κατ' εφαρμογή του οποίου και μόνον εκτελούντο πλέον όλες οι εργασίες και διεξάγονταν οι συναλλαγές με ασφαλισμένους και τρίτους. Η εισαγωγή ενός τέτοιου ολοκληρωμένου συστήματος επέφερε σημαντικές μεταβολές τόσο στον τρόπο οργανώσεως ενός εκάστου τμήματος όσον και στο περιεχόμενο των υπηρεσιακών ενεργειών καθενός υπαλλήλου. Σημαντικές καινοτομίες του νέου συστήματος είναι ότι κάθε υπάλληλος απέκτησε ένα προσωπικό κωδικό, τετραψήφιο αριθμό, με την πληκτρολόγηση του οποίου εκκινούσε η λειτουργία του ηλεκτρονικού υπολογιστή με τον οποίο ήταν εφοδιασμένος ο υπάλληλος αυτός. Αυτό γινόταν για λόγους ασφαλείας προκειμένου να αποτρέπεται το ενδεχόμενο να ενεργοποιήσει κάποιος υπάλληλος τον ηλεκτρονικό υπολογιστή κάποιου άλλου υπαλλήλου και η μέσω αυτού έκδοση μιας μη ορθής ή μη νόμιμης απόφασης παροχών, και στη συνέχεια να αποδοθεί η παράνομη αυτή ενέργεια στον μη ενεργήσαντα υπάλληλο, και νόμιμο κάτοχο του κωδικού. Όταν εμφανιζόταν στην οθόνη του υπολογιστή κάποιο στοιχείο ή αποτέλεσμα, το οποίο δεν προέκυπτε από την εφαρμογή του προγράμματος του, αφού δεν ήταν συμβατό ή σύμφωνο με τα δεδομένα του, από παρέμβαση του χρήστη-υπάλληλου, εμφανιζόταν ένας αστερίσκος παραπλεύρως του αποτελέσματος, ο οποίος και παρέμενε εν συνεχεία, και γινόταν αντιληπτός από τους μετέπειτα ελέγχοντες υπαλλήλους. Τα δικαιολογητικά, που θεμελίωναν το αίτημα για παροχή δεν αναγνωρίζονταν από το σύστημα, που εξέδιδε εγκριτική απόφαση, παρά την τυχόν έλλειψη δικαιολογητικών με συνέπεια να καθίσταται απαραίτητη η χειρόγραφη παρέμβαση του χρήστη- υπαλλήλου. Μετά την έκδοση μιας απόφασης εγκρίσεως παροχών από το τμήμα παροχών, ο αριθμός της εμφανιζόταν στην οθόνη μόνο μετά την οριστικοποίησή της, η οποία γινόταν κατόπιν ελέγχου των σχετικών στοιχείων και δικαιολογητικών, από την προϊσταμένη του τμήματος παροχών ή από κάποια νόμιμη αναπληρώτριά της, οπωσδήποτε όμως από πρόσωπο διαφορετικό του εκδόσαντος την απόφαση. Από τον Οκτώβριο του 2008 ο χρήστης και ο οριστικοποιητής έθεταν πλέον ηλεκτρονική υπογραφή ίχνος- και όχι φυσική, ενώ ο Διευθυντής όταν απαιτείτο η υπογραφή του για παροχές ορισμένου ποσού, εξακολουθούσε να θέτει φυσική υπογραφή. Οι συγκεκριμένες υπάλληλοι ήταν παλιές υπάλληλοι, που γνώριζαν το αντικείμενο τους πολύ καλά και την όλη λειτουργία του συστήματος και έτσι μπόρεσαν να εκμεταλλευθούν τις αδυναμίες του συστήματος και την αδιαφορία των προϊσταμένων τους και ενήργησαν για δικό τους όφελος και για το όφελος κάποιων ασφαλισμένων, δεδομένου ότι σε ορισμένες περιπτώσεις συνεργάζονταν και οι ασφαλισμένοι στην τέλεση των αξιοποίνων πράξεων και εισέπρατταν μέρος των παροχών. Στις περισσότερες όμως των περιπτώσεων δεν συμμετείχαν ασφαλισμένοι. Στις 25.11.2011, τηλεφώνησε στην προϊσταμένη του τμήματος παροχών του υποκαταστήματος ΙΚΑ ..., Ε. Μ., η Μ. Γ., από τις κεντρικές υπηρεσίες του ΙΚΑ ΕΤΑΜ, και της ανέφερε ότι υπέπεσαν στην αντίληψή της αμφιβόλου νομιμότητος πληρωμές από το ΙΚΑ στην ασφαλισμένη Π. Α., η οποία έλαβε παροχές ασθενείας, χωρίς όμως διακοπή ασφαλίσεως εργοδότη. Επακολούθησε σχετική ενημέρωση της προϊσταμένης Διεύθυνσης, Σ. Β., από την Ε. Μ., η οποία υπέβαλε έγγραφη αναφορά. Στη συνέχεια στις 7.12.2011 γνωστοποιήθηκε επίσημα στη διοίκηση του ΙΚΑ έγγραφη απόφαση με την οποία χορηγήθηκε στην Π. Α., επίδομα ύψους 70.000 ευρώ, αν και αυτή δεν το εδικαιούτο. Με αφορμή το ως άνω γεγονός αλλά και από άλλες πληροφορίες περί μη συννόμου εγκρίσεως και χορηγήσεως διαφόρων χρηματικών ποσών, με τη μορφή παροχών σε δικαιούχους και μη δικαιούχους του ανωτέρω ιδρύματος, άρχισε αμέσως άτυπη γενική έρευνα από την Μ. Γ., ακολούθησε τον επόμενο μήνα έκτακτη γενική επιθεώρηση η οποία επεκτάθηκε από το Νοέμβριο του 2003 και εντεύθεν καθώς και αστυνομική προανάκριση από το τμήμα κοινωνικής και ασφαλιστικής προστασίας της υποδιεύθυνσης οικονομικής αστυνομίας της υπηρεσίας οικονομικής αστυνομίας και δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματος. Σημαντικό για την ενδυνάμωση των ενδείξεων της μη νόμιμης δραστηριότητας εκ μέρους υπαλλήλων του ως άνω υποκαταστήματος ήταν και ένα περιστατικό που συνέβη στις 25.1.2012, όταν ο Α. Τ.- ασφαλισμένος του ΙΚΑ, ο οποίος πολλές φορές είχε εισπράξει παράνομες παροχές σε συνεργασία με την κατηγορουμένη Μ. Θ., και η οποία είχε ήδη μετατεθεί σε άλλο υποκατάστημα, στο ..., λόγω των εις βάρος της φημών, συνάντησε την υπάλληλο Κ. Φ., από την οποία ζήτησε την εκ μέρους της συνέχιση της παράνομης δραστηριότητος της Μ. Θ.. Σύμφωνα με την κατάθεση της Μ. Γ., εφαρμόστηκε μια νέα πρωτοποριακή ηλεκτρονική μέθοδος, με την ονομασία RISK ANALYSIS, που εισήχθη από την εταιρία ..., η οποία εντόπιζε, από το έτος 2008 ύποπτες περιπτώσεις παροχών, όπως ασφαλισμένων, οι οποίοι ελάμβαναν επίδομα ασθενείας αλλά και εργάζονταν κατά τους χρόνους της δηλωθείσας ασθενείας τους. Η χρήση της μεθόδου αυτής αλλά και οι καταγγελίες για παράνομες παροχές, έγιναν η αιτία συστηματικού και πιο στοχευμένου ελέγχου από την οποία προέκυψαν θετικά αποτελέσματα, εν αντιθέσει προς τον δειγματοληπτικό επιφανειακό έλεγχο του έτους 2008, ο οποίος όχι μόνο δεν απεκάλυψε τις παρανομίες αλλά επί πλέον ο άκαρπος χαρακτήρας του, ενθάρρυνε τις κατηγορούμενες στη συνέχιση της εγκληματικής τους δραστηριότητας. Στον έλεγχο, που διήρκεσε πάνω από έτος, προέκυψαν παροχές χωρίς δικαιολογητικά, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις υπήρχαν κάποια δικαιολογητικά, που είτε δεν ήταν νόμιμα, είτε αφορούσαν άλλους ασφαλισμένους, είτε δεν δικαιολογούσαν στο σύνολο τους τις παροχές που εγκρίθηκαν. Σε κάποιες περιπτώσεις ενώ κατατίθεντο δικαιολογητικά από τους ασφαλισμένους, αυτά δεν δικαιολογούσαν στο σύνολο τους τις παροχές που εγκρίθηκαν. Σε κάποιες περιπτώσεις ενώ υπήρχαν τα δικαιολογητικά οι ασφαλισμένοι δεν νομιμοποιούνταν να λάβουν παροχές, διότι δεν ήταν ασφαλισμένοι κατά τον αναγκαίο χρόνο που απαιτούσε η λήψη της συγκεκριμένης κάθε φορά παροχής. Σε περιπτώσεις χορήγησης επιδομάτων ασθενείας-μητρότητας διαπιστώθηκε ότι ενώ θα έπρεπε ο ασφαλισμένος να προσκομίζει υπεύθυνη δήλωση εργοδότη περί της διακοπής εργασίας του, αυτή είτε δεν βρέθηκε, είτε υπήρχε αλλά την είχε υπογράψει εργοδότης που δεν είχε καμία σχέση με τον ασφαλισμένο όπως στην περίπτωση που προσκομίστηκε δήλωση της εταιρίας "... ΕΠΕ", διαχειριστής της οποίας είναι ο σύζυγος της κατηγορουμένης Χ. Π., Α. Π., ενώ η ασφαλισμένη δεν εργαζόταν στην ως άνω εταιρία. Επίσης υπήρχαν περιπτώσεις όπου: καταβλήθηκαν έξοδα κηδείας και την ίδια ημέρα ή την επομένη καταβλήθηκε έκτακτη περίθαλψη, άγαμες χωρίς τέκνα έπαιρναν επιδόματα μητρότητας και επιδόματα για νεογνικές μονάδες, ασφαλισμένες εισέπρατταν ανά 3 μήνες βοηθήματα για τοκετούς, οικογένειες βρέθηκαν με 8 παιδιά ενώ είχαν 2, ασθενείς έπαιρναν επιδόματα ασθενείας, ενώ πήγαιναν κανονικά στην δουλειά τους. Ειδικότερα ο ασφαλισμένος Ε. Φ., που κατέθεσε στο ακροατήριο, φέρεται να εισέπραξε περίθαλψη για νεογνό, ενώ ο ίδιος τυγχάνει άγαμος χωρίς παιδί. Επίσης η ασφαλισμένη Α. Π. φέρεται να εισπράττει επίδομα μητρότητας το 2011, ενώ δεν είχε αποκτήσει τέκνο το 2011. Όπως η ίδια ανέφερε στο ακροατήριο, έχει 2 τέκνα που γεννήθηκαν το 2004 και 2006. Επίσης εισπράχτηκαν παροχές από συγγενείς των κατηγορουμένων, που δεν είχαν το δικαίωμα. Έτσι όσον αφορά τον Λ. Π., επιχειρηματία, συγγενή της κατηγορουμένης Χ. Π., ενώ η κατοικία του ήταν στον Πειραιά και ήταν ασφαλισμένος στον ΟΑΕΕ, έπαιρνε παροχές από το ΙΚΑ ...ς και μάλιστα μεγάλα ποσά και αυτός και η οικογένειά του και οι εργαζόμενοι του. Όλοι δε αυτοί εξουσιοδοτούσαν τον Λ. Π. να τα εισπράξει. Η Π. Ε., αδελφή του Λάζαρου, παρόλο που ήταν ασφαλισμένη στον ΟΑΕΕ, της χορηγήθηκαν 6 επιδόματα μητρότητας και 6 βοηθήματα τοκετού. Η είσπραξη εδώ έγινε από την κατηγορουμένη Χ. Π., με εξουσιοδότηση ή τον αδελφό της ως άνω ασφαλισμένης, Λ. Π., με εξουσιοδότηση. Επίσης εισπράχτηκαν ποσά από συγγενείς της Ε. Μ. που δεν δικαιούντο, όπως τον αδελφό της, Μ. Β. και την κόρη της. Η δράση των ως άνω τριών κατηγορουμένων - υπαλλήλων του τμήματος παροχών- ήταν η εξής: Αρχικά καταχωρούσαν τον αριθμό μητρώου του- ασφαλισμένου, στο πληροφοριακό σύστημα του Ι.Κ.Α. καθώς και το αίτημά του, για την έγκριση της παροχής, αποθήκευαν εν συνεχεία την αίτηση και όταν προσπαθούσαν να εκδώσουν την απόφαση, το πληροφορικό σύστημα έδινε απορριπτικό αποτέλεσμα ή εν μέρει εγκριτικό. Τότε οι ως άνω κατηγορούμενες έκαναν παρέμβαση στο σύστημα μέσω του ηλεκτρονικού υπολογιστή και μετέτρεπαν το αποτέλεσμα σε εγκριτικό. Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις καταχωρούσαν στο σύστημα τη μεγαλύτερη ασφαλιστική κλάση που υπάρχει, ώστε να υπολογιστεί από το σύστημα μεγαλύτερη παροχή. Διαπιστώθηκαν περιπτώσεις όπου οι ως άνω κατηγορούμενες καταχωρούσαν στο σύστημα προστατευόμενα μέλη (τέκνα, σύζυγοι) χωρίς αυτά να υπάρχουν, προκειμένου να πετύχουν προσαύξηση της παροχής κατά ποσοστό 10-40%. Με αυτόν τον τρόπο εξέδιδαν μέσω του πληροφορικού συστήματος απόφαση χορήγησης παροχών, βεβαιώνοντας ψευδώς ότι ο ασφαλισμένος πληρούσε τις προϋποθέσεις για τη λήψη τους. Στη συνέχεια, η προϊσταμένη όφειλε να ελέγξει τα παραστατικά και αφού διαπίστωνε ότι ορθά εκδόθηκε η απόφαση την οριστικοποιούσε. Μάλιστα, όταν η παροχή ήταν ανώτερη του ποσού, που είχε εκχωρήσει αρμοδιότητα με απόφασή του ο Διευθυντής του εκεί υποκαταστήματος, τον έλεγχο και την οριστική έγκρισή της, έπρεπε να διενεργήσει ο Διευθυντής, Αντ' αυτού η οριστική έγκριση των παροχών πραγματοποιούνταν σε αρκετές περιπτώσεις από την ίδια υπάλληλο, που ενέκρινε κατ' αρχήν την παροχή. Προϊσταμένη του τμήματος παροχών ήταν η Π. Ν., η οποία αναπληρωνόταν από τις υπαλλήλους Ε. Μ. και Χ. Φ.. Μετά την οριστικοποίηση της εγκριτικής απόφασης της παροχής ο ασφαλισμένος λάμβανε αντίγραφο αυτής, το οποίο επιδείκνυε στο ταμείο, προκειμένου να πληρωθεί. Εάν το ποσό της παροχής ήταν ανώτερο των 880 ευρώ, έπρεπε να εκδοθεί σε διαταγή του ασφαλισμένου ισόποση της εγκριτικής απόφασης τραπεζική επιταγή. Ο ταμίας όφειλε να προβεί σε έλεγχο της ταυτότητας του ασφαλισμένου, να ταυτοποιήσει τα στοιχεία του με αυτά της εγκριτικής αποφάσεως, να καταχωρήσει τα στοιχεία του συναλλασσόμενου στο σώμα του ταμειακού παραστατικού, να ζητήσει την υπογραφή του δικαιούχου ενώπιον του και ακολούθως είτε να καταβάλει την παροχή σε μετρητά χρήματα, είτε να εκδώσει σε διαταγή του επιταγή. Ο ταμίας δεν ενεργούσε έλεγχο των παραστατικών της παροχής. Από τον έλεγχο που διενεργήθηκε διαπιστώθηκε ότι από τις αποφάσεις που είχαν εκτελεσθεί από την κατηγορουμένη-ταμία Χ. Σ., σε κάποιες απ' αυτές, στη θέση του συναλλασσόμενου δεν υπήρχαν καθόλου στοιχεία ταυτότητας και όπου αυτά υπήρχαν, δεν ταυτοποιούνταν με τα στοιχεία της απόφασης του ασφαλισμένου και σε κάποιες περιπτώσεις δεν υπήρχαν υπογραφές. των ασφαλισμένων και σε άλλες μία μόνο μονογραφή, χωρίς λοιπά στοιχεία, ενώ σε άλλες ένα όνομα, χωρίς στοιχεία αριθμού δελτίου ταυτότητας και υπογραφή. Οι περιπτώσεις αυτές, οι οποίες καλύπτονται από την ασκηθείσα δίωξη για πλαστογραφία αφορούν 48 ασφαλισμένους. Επίσης έχουν εκδοθεί πλήθος αποφάσεων στο όνομα της ίδιας (Σ.) και συγγενικών της προσώπων, χωρίς τις απαιτούμενες προϋποθέσεις. Ειδικότερα η Χ. Σ. κατά το χρονικό διάστημα από 19.5.2005 μέχρι 3.6.2011 ως ταμίας σε 4 8 περιπτώσεις ασφαλισμένων και 123 αποφάσεις, όπως αυτές καταγράφονται στην πρωτόδικη απόφαση, και στο διατακτικό της απόφασης αυτής έθεσε σε ταμειακά παραστατικά πλαστή μονογραφή αυτών ως δικαιούχων, ψευδή στοιχεία ταυτότητας αυτών, με σκοπό να παραπλανήσει οιονδήποτε εδικαιούτο να προβεί σε έλεγχο ότι είχαν παρουσιασθεί ενώπιον της οι δικαιούχοι ή νόμιμα εξουσιοδοτημένα άτομα, είχαν θέσει τη μονογραφή τους και είχαν πάρει τις παροχές. Στη συνέχεια η Χ. Σ. έκανε χρήση των πλαστών εγγράφων, υλοποιώντας την εγκληματική της δράση με την εκταμίευση του ποσού. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε πολλές από τις περιπτώσεις αυτές, σε διάφορα ταμειακά παραστατικά που εξέδιδε αυτή και αφορούσαν τον ίδιο ασφαλισμένο, έγραφε διαφορετικό αριθμό ταυτότητας. Το συνολικό ποσό των παροχών και η συνολική ζημία του ΙΚΑ από τις 48 περιπτώσεις ασφαλισμένων ανέρχεται σε 213.731,40 Ευρώ. Στις περιπτώσεις αυτές, πέραν της πλαστογραφίας, παρέστησε εν γνώσει της ψευδώς στα αρμόδια όργανα του ΙΚΑ και σε οποιονδήποτε δικαιούμενο σε έλεγχο ότι οι ασφαλισμένοι εμφανίστηκαν ενώπιον της ή ότι εμφανίσθηκαν νόμιμα εξουσιοδοτημένα άτομα και εισέπραξαν το ανωτέρω ποσό, βλάπτοντας την περιουσία του νπδδ κατά το ανωτέρω ποσό. Δηλαδή η ως άνω κατηγορουμένη, όσον αφορά τους 48 αυτούς ασφαλισμένους τέλεσε τις πράξεις της κακουργηματικής πλαστογραφίας, της κακουργηματικής απάτης και της κακουργηματικής ψευδούς βεβαίωσης. Επίσης σε 414 περιπτώσεις ασφαλισμένων, όπως αυτές αναφέρονται στην πρωτόδικη απόφαση και στο διατακτικό της απόφασης αυτής, λείπει η υπογραφή τους και τα στοιχεία της ταυτότητάς τους από τα ταμειακά παραστατικά, το δε συνολικό ποσό των παροχών και η συνολική ζημία του ΙΚΑ ανέρχεται στην περίπτωση αυτή σε 899.322, 21 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή η κατηγορουμένη παρέστησε εν γνώσει της ψευδώς στα αρμόδια όργανα του ΙΚΑ και σε οποιονδήποτε δικαιούμενο σε έλεγχο ότι οι 414 ασφαλισμένοι εμφανίσθηκαν ενώπιον της, κατέθεσαν τα απαιτούμενα για την πληρωμή τους έγγραφα και ότι έλαβαν το χρηματικό ποσό των 899.322,21 ευρώ. Επομένως, η συνολική ζημία του ΙΚΑ, από την ως άνω πράξη (απάτη) ανέρχεται σε 1.113.053,61 (899.322,21+213.731,40) ευρώ που είναι ιδιαίτερα μεγάλη την δε πράξη της εξακολούθησε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, ήτοι 1033 έγγραφων ταμειακών παραστατικών, παρέστησε εν γνώσει της ψευδώς στα αρμόδια όργανα του ΙΚΑ ότι είχαν εμφανισθεί οι δικαιούχοι ενώπιον της ή νόμιμα εξουσιοδοτημένα άτομα και εισέπραξαν τα ποσά που δικαιούντο. Σε όλες δε αυτές τις περιπτώσεις, ήτοι σε 1033 συνολικά ταμειακά παραστατικά βεβαίωσε εν γνώσει της ψευδώς με την ιδιότητα της υπαλλήλου του ΙΚΑ ότι οι αναφερόμενοι σ' αυτά 462 (414+ 48) ασφαλισμένοι εμφανίσθηκαν ενώπιον της ή νόμιμα εξουσιοδοτημένα άτομα και εισέπραξαν το συνολικό ποσό των 1.113.053,61 ευρώ. Ως προς τους 414 ασφαλισμένους, η κατηγορουμένη τέλεσε κακουργηματική απάτη και κακουργηματική ψευδή βεβαίωση........ Όσον αφορά την κατηγορουμένη Ε. Μ., προέκυψε ότι αυτή κατά το χρονικό διάστημα από 2003 μέχρι το έτος 2011: α) εξέδωσε, ήτοι ενέκρινε μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή αρχικά με 4.984 αποφάσεις, ασφαλιστικές παροχές 829 ασφαλισμένων, οι οποίες στη συνέχεια οριστικοποιήθηκαν από τις Χ. Φ. και Μ. Θ., εισήγαγε μη ορθά και ελλιπή στοιχεία για αυτόματη αρχική έγκριση, χωρίς να τηρήσει την διαδικασία συγκεντρώσεως των δικαιολογητικών και ελέγχου των προϋποθέσεων των παροχών και απορρίψεως των σχετικών αιτημάτων σε περίπτωση που δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις. Το συνολικό ποσό των παροχών που αφορούν τις 4.984 αποφάσεις είναι. 5.979.022, 80 ευρώ και αναφέρονται στην πρωτόδικη απόφαση και στο διατακτικό της απόφασης, β) ενέκρινε οριστικά, με περισσότερες πράξεις, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος με 235 αποφάσεις για παροχές σε 109 ασφαλισμένους που είχαν εγκρίνει αρχικά οι Χ. Φ. και η Μ. Θ.. Το συνολικό ποσό των παροχών αυτών ανέρχεται στο ποσό των 263.549,41 Ευρώ. Και στην περίπτωση αυτή η κατηγορουμένη εισήγαγε στον υπολογιστή μη ορθά και ελλιπή στοιχεία για αυτόματη οριστική έγκριση των παροχών, τα οποία ψευδή στοιχεία αφορούσαν στην δήθεν ύπαρξη των απαραίτητων δικαιολογητικών για κάθε είδος ασφαλιστικής παροχής, ενώ θα έπρεπε να τηρήσει τη διαδικασία επανελέγχου των δικαιολογητικών και να προβεί στην ακύρωση της αρχικής έγκρισης εκάστης των παροχών, διότι δεν υπήρχαν τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Οι αποφάσεις αυτές αναφέρονται στην πρωτόδικη απόφαση και στο διατακτικό της παρούσας απόφασης και γ) ενέκρινε αρχικά και στη συνέχεια οριστικοποίησε με 1081 αποφάσεις της, ασφαλιστικές παροχές σε 377 ασφαλισμένους, συνολικού ποσού των παροχών 884.647,01 ευρώ, οι οποίοι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις λήψεώς τους, εισάγοντας μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή μη ορθά και ελλιπή στοιχεία που αφορούσαν την δήθεν ύπαρξη των απαιτούμενων δικαιολογητικών για κάθε είδος ασφαλιστικής παροχής, χωρίς να τηρήσει τη διαδικασία ελέγχου των δικαιολογητικών και απόρριψης των παροχών, αφού δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις. Οι αποφάσεις είναι αυτές που αναφέρονται στην πρωτόδικη απόφαση και στο διατακτικό της παρούσας (τις οποίες δεν αρνείται). Σε όλες τις ανωτέρω αποφάσεις (4984 + 235 + 1.081) ήτοι σε συνολικά 6.300 αποφάσεις, δηλ. σε αυτές που ήταν εκδότρια, σε αυτές που ήταν οριστικοποιήτρια και σε αυτές που ήταν εκδότρια και οριστικοποιήτρια, βεβαίωσε με πρόθεση ψευδώς ότι οι ασφαλισμένοι ήταν νόμιμοι δικαιούχοι των ασφαλιστικών παροχών, διότι είχαν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την νόμιμη έγκριση και λήψη κάθε παροχής. Η συνολική ζημία που επήλθε στο νπδδ από όλες τις αποφάσεις, ήτοι τις 6.300 αποφάσεις, στις οποίες η κατηγορουμένη Ε. Μ. βεβαίωσε εν γνώσει της ψευδή περιστατικά, ανέρχεται στο ποσό των 7.127.219,20 ευρώ. Περαιτέρω, η Ε. Μ., εκδίδοντας είτε αρχικά, είτε οριστικοποιώντας, είτε εκδίδοντας και οριστικοποιώντας αποφάσεις παροχών, παρέσχε συνδρομή στη Χ. Σ.-ταμία, σε 102 περιπτώσεις-αποφάσεις συνολικού ποσού 167.9 95, 04 ευρώ, να εκδώσει τα πλαστά ταμειακά παραστατικά όπως ειδικότερα αναφέρονται οι αποφάσεις στο διατακτικό της απόφασης αυτής. Διότι, αν δεν ενέκρινε, οριστικοποιούσε, ή δεν ενέκρινε και οριστικοποιούσε η Ε. Μ., δεν θα μπορούσε να εκταμιεύσει τα ποσά των παροχών η Χ. Σ., εκδίδοντας πλαστά ταμειακά δικαιολογητικά. Όμως η συνδρομή της Ε. Μ. λαμβάνει χώρα πριν την τέλεση της πράξης και όχι κατά και εν τη εκτελέσει αυτής. Επομένως, δεν πρόκειται για άμεση συνέργεια σε κακουργηματική πλαστογραφία, όπως καταδικάσθηκε πρωτοδίκως, με τις επιβαρυντικές περιστάσεις των καταχραστών Δημοσίου, αλλά για απλή συνέργεια στην ως άνω πράξη κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν. Η ζημία από την ως άνω πράξη ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 167.995,04 ευρώ. Τέλος, όσον αφορά την Χ. Π., υπάλληλο τμήματος μητρώου, η οποία όπως προαναφέρθηκε ήταν αρμοδία για τον έλεγχο της ασφαλιστικής ικανότητας κάθε ασφαλισμένου, ήτοι αρμόδια να ελέγχει τις προϋποθέσεις, βάσει των οποίων κάποιος ασφαλισμένος αποκτά ασφαλιστική ικανότητα, δηλαδή το δικαίωμα να λαμβάνει παροχές από το ΙΚΑ ΕΤΑΜ, προέκυψε ότι το σύστημα μπορούσε να διαπιστώσει εάν υπάρχουν οι προϋποθέσεις ή όχι. Εάν υπήρχαν οι προϋποθέσεις, το σύστημα προχωρούσε, ενώ εάν δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις, το σύστημα δεν προχωρούσε. Στην περίπτωση αυτή, όταν ο ενδιαφερόμενος δεν είχε ασφαλιστική ικανότητα, επενέβαινε στο σύστημα η ως άνω κατηγορουμένη και παρέκαμπτε το πρόβλημα. Αυτές λοιπόν οι περιπτώσεις επέμβασης της ως άνω υπαλλήλου-κατηγορουμένης- ελέχθησαν από την επιθεώρηση προκειμένου να διαπιστωθεί εάν οι επεμβάσεις στο τμήμα του μητρώου ήταν νόμιμες ή όχι. Με αυτόν τον τρόπο εντόπισαν τις περιπτώσεις που η επέμβαση του υπαλλήλου του Μητρώου ήταν παράνομη. Η Χ. Π. παρενέβη στο σύστημα, επηρέασε τα στοιχεία προγράμματος, ηλεκτρονικού υπολογιστή με την εισαγωγή μη ορθών και ελλιπών στοιχείων που αφορούσαν στα στοιχεία της προσωπικής - κατάστασης του ασφαλισμένου, στην δήθεν ύπαρξη των προϋποθέσεων για την λήψη ασφαλιστικής ικανότητας σε 629 περιπτώσεις, 70 ασφαλισμένων. Η ως άνω κατηγορουμένη αποδέχεται τις περιπτώσεις αυτές. Το συνολικό ποσό των παροχών από τις περιπτώσεις αυτές, ανέρχεται στο ποσό των 1.552.287, 64 ευρώ (και όχι 1.502.580,16 ευρώ, ποσό που η κατηγορουμένη συνομολογεί). Το ποσό αυτό χορηγήθηκε κατόπιν εκδόσεως αποφάσεων παροχών προς τους ασφαλισμένους από τις κατηγορούμενες Ε. Μ., Μ. Θ. και Χ. Φ.. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε πολλές περιπτώσεις ασφαλισμένων, για να είναι το ΙΚΑ ... αρμόδιο, η κατηγορουμένη δήλωνε ως διεύθυνση κατοικίας των ασφαλισμένων την δική της, ..., την οποία (διεύθυνση) αυτή διέγραψε αμέσως τον Νοέμβριο του 2011 όταν άρχισε ο έλεγχος. Επίσης, η κατηγορουμένη Χ. Π. παρέσχε απλή συνδρομή, κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από άμεση συνέργεια, δεδομένου ότι η συνδρομή της παρασχέθηκε πριν την τέλεση της πράξης, στις κατηγορούμενες Ε. Μ., Μ. Θ. και Χ. Φ., οι οποίες ήταν αρμόδιες για την αρχική και οριστική έγκριση ασφαλιστικών παροχών, προκειμένου αυτές να βεβαιώσουν ψευδώς σε 629 εγκριτικές αποφάσεις ότι οι εν λόγω ασφαλισμένοι πληρούσαν τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση των συγκεκριμένων ασφαλιστικών παροχών, χορηγώντας αυτή (Π.) παρανόμως ασφαλιστική ικανότητα. Η ως άνω κατηγορουμένη ενήργησε κατ' επάγγελμα και συνήθεια, η. ζημία και το όφελος υπερβαίνουν το ποσό των 120.000 και των 150.000 Ευρώ, το οποίο είναι ιδιαίτερα μεγάλο στρέφεται κατά νπδδ και η εγκληματική της δράση εξακολούθησε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Επίσης, η Χ. Π. παρέσχε απλή συνδρομή στη Χ. Σ.-Ταμία σε τέσσερις περιπτώσεις-αποφάσεις, συνολικού ποσού 8.520,84 ευρώ, πριν από την τέλεση της κακουργηματικής πλαστογραφίας από την τελευταία, κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από άμεση συνέργεια στην κακουργηματική πλαστογραφία, σε απλή συνέργεια πλαστογραφίας, πλημμεληματικής μορφής, καθόσον η συνδρομή παρεσχέθη πριν από την πράξη της πλαστογραφίας και όχι κατά και εν τη εκτελέσει αυτής, δεδομένου ότι, εάν η Χ. Π. δεν χορηγούσε ασφαλιστική ικανότητα στην ασφαλισμένη Θ. Χ., δεν θα ήταν δυνατόν η Χ. Σ. στη συνέχεια να εκταμιεύσει τα ποσά των ασφαλιστικών, παροχών εκδίδοντας πλαστά ταμειακά παραστατικά. Η ζημία ανέρχεται στο προαναφερόμενο συνολικό ποσό των 8.520,84 ευρώ (που αφορά τις 4 περιπτώσεις πλαστογραφίας, από τις 123 περιπτώσεις που διέπραξε η ταμίας ως αυτουργός πλαστογραφίας).
Οι κατηγορούμενες υποστηρίζουν ότι εφόσον η εκταμίευση μιας αποφάσεως εγκρίσεως παροχών επιτυγχάνεται με την εμφάνιση του αριθμού της στην οθόνη του ταμία μετά την οριστικοποίησή της, αυτό σημαίνει ότι ο επιδιωκόμενος παράνομος παραπλανητικός σκοπός, που κατατείνει στην αποκόμιση παράνομου περιουσιακού οφέλους και η συνακόλουθη ολοκλήρωση του επιχειρούμενου εγκλήματος, το οποίο και φέρει την νομοτυπική μορφή μόνο του της απάτης με υπολογιστή, επιτυγχάνεται και συμπίπτει χρονικά με την εμφάνιση του αριθμού της αποφάσεως στην οθόνη. Επομένως, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των κατηγορουμένων, το έγγραφο της απόφασης παροχής, που συντάσσεται παράλληλα, δεν παρέχει πλέον δημόσια πίστη, καθόσον δεν τίθεται σε δημόσια -εξωτερική κυκλοφορία, ώστε να είναι προσιτό σε τρίτους, προς πλήρη απόδειξη του βεβαιούμενου σε αυτό γεγονότος, αλλά ο περαιτέρω προορισμός του εξαντλείται πλέον στην εσωτερική του λειτουργία, στα πλαίσια της υπηρεσίας.
Συνεπώς, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, με την έκδοση μιας τέτοιας αποφάσεως δεν είναι δυνατή η διάπραξη του αδικήματος της ψευδούς βεβαιώσεως. Ο ως άνω ισχυρισμός είναι απορριπτέος. Και τούτο, γιατί: δημόσια πίστη αποκτά το έγγραφο, αφότου τεθεί σε κυκλοφορία, από τη στιγμή δηλαδή που θα εξέλθει των λειτουργικών ορίων αρμοδιότητας του συντάκτου υπαλλήλου ή της εκδότριας υπηρεσίας, οπότε οι τελευταίοι έχουν χάσει τη δικαιοδοσία διαμορφώσεως του περιεχομένου του εγγράφου και αυτό έχει λάβει την, σύμφωνα με τον προορισμό του, θέση έναντι εννόμου σχέσεως και επιτελεί εφεξής την εγγυητική και αποδεικτική του λειτουργία. Αποφασιστικό στοιχείο για να χαρακτηριστεί ένα έγγραφο ότι έχει δημόσια πίστη δεν είναι, εάν έχει κανείς άμεση πρόσβαση σ' αυτό, πράγμα που σημαίνει ότι υλικά το έγγραφο τέθηκε σε δημόσια κυκλοφορία, αλλά αν μπορεί κανείς να αναφερθεί σε αυτό και η αναφορά αυτή να έχει αποδεικτική ισχύ έναντι όλων. Δηλαδή η εγγυητική και αποδεικτική λειτουργία του εν λόγω εγγράφου -της εκδιδόμενης αποφάσεως παροχής - η οποία του προσδίδει δημόσια πίστη, δεν εξαντλείται στην άμεση υλοποίηση του επιδιωκομένου κυρίου αποτελέσματος (εκταμίευση και πληρωμή οικείου ποσού), αλλά έγκειται επίσης στην, δι' αναφοράς στο περιεχόμενό του, δυνατότητα άρσης ή μη οποιωνδήποτε αμφισβητήσεων θα μπορούσαν να προκύψουν στο μέλλον, μεταξύ ΙΚΑ και ασφαλισμένων ή τρίτων, ως προς αυτό το γεγονός της πληρωμής και της νομιμότητάς της και της επιτυχούς διεξαγωγής ενός μελλοντικού ελέγχου νομιμότητας από τα αρμόδια όργανα.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 187 παρ.1 Π.Κ., με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών τιμωρείται όποιος συγκροτεί ή εντάσσεται ως μέλος σε δομημένη και με διαρκή δράση ομάδα από τρία ή περισσότερα πρόσωπα και επιδιώκει τη διάπραξη περισσοτέρων κακουργημάτων που προβλέπονται μεταξύ άλλων στα άρθρα 216 (πλαστογραφία), 242 (ψευδή βεβαίωση, νόθευση), 386 (απάτη) 386Α (απάτη με υπολογιστή) κλπ. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι η συγκρότηση "δομημένης" ομάδας αποτελεί το κεντρικό στοιχείο, το "ποιοτικό" κριτήριο για τη θεμελίωση του εγκλήματος του άρθρου 187 παρ. 1 ΠΚ (εγκληματική οργάνωση). Και αυτό επειδή, διαφορετικά, αν δηλαδή δεν υπήρχε αυτή η νομοθετική επισήμανση, θα μπορούσε να υπαχθεί εδώ οποιαδήποτε μορφή απλής ένωσης προσώπων για τη διάπραξη αξιόποινων πράξεων. Προκειμένου, λοιπόν, "να υπάρξει σαφής διαφοροποίηση της εγκληματικής οργάνωσης από την απλή ένωση προσώπων", που τιμωρείται σε βαθμό πλημμελήματος( βλ. παρ. 5 του άρθρου 187 ΠΚ) , έχει εισαχθεί το ως άνω καθοριστικό κριτήριο. Ως προς τον προσδιορισμό της έννοιας "δομημένη" ομάδα, στοιχείο που διαφοροποιεί, όπως αναφέρθηκε, την εγκληματική οργάνωση από την απλή ένωση προσώπων, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η παραδοχή πως η νομοθετική πρωτοβουλία, που οδήγησε στη θέσπιση της διάταξης του άρθρου 187 ΠΚ, οφείλεται στην εφαρμογή από τη Χώρα μας της Σύμβασης του Ο.Η.Ε. κατά του Οργανωμένου Εγκλήματος στο Παλέρμο της Ιταλίας με την ένταξη στην εσωτερική νομοθεσία των μέτρων που προβλέπονται από αυτήν. Επομένως, οι συγκεκριμένες αναφορές ως προς τον σκοπό της νομοθετικής ρύθμισης συνιστούν σαφή οδηγό στον ερμηνευτή για τον προσδιορισμό του πότε συντρέχει συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης και πότε απλή ένωση προσώπων. Έτσι, ρητά γίνεται μνεία, ότι η ως άνω ρύθμιση αποσκοπεί στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου πλουτισμού και της απόκτησης ισχύος, όπως με "συμβόλαια" θανάτου, με εκμετάλλευση ανθρώπων και μάλιστα γυναικών και παιδιών ή αδύναμων μεταναστών (σύγχρονη μορφή δουλείας) ή με εμπόριο ανθρώπινων ιστών και οργάνων ή πώληση ναρκωτικών, όπλων, ραδιενεργών υλικών κ.λ.π. Δηλαδή, ενδεικτικά μεν, αλλά ιδιαίτερα κατατοπιστικά, επισημαίνονται οι εξαιρετικές εκείνες περιπτώσεις που κρίνονται ότι υπονομεύουν την κοινωνική συμβίωση, διαβρώνουν τους θεσμούς και δημιουργούν αμφιβολίες στους πολίτες για την ισχύ της έννομης τάξης. Κατά συνέπεια, γίνεται φανερό ότι για την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος δεν αρκεί απλή συμφωνία τριών τουλάχιστον προσώπων για την τέλεση ορισμένων κακουργημάτων, επειδή τότε κάθε μορφή συναυτουργίας θα μπορούσε να αναχθεί και στο ιδιώνυμο έγκλημα της συγκρότησης ή ένταξης σε εγκληματική ομάδα . Επίσης, δεν περιλαμβάνεται στην έννοια της εγκληματικής οργάνωσης κάθε ένωση προσώπων για τέλεση αξιόποινων πράξεων, έστω και με σκοπό αποκόμισης παράνομου περιουσιακού οφέλους, αλλά αυτή είναι ενδεχόμενο να υπάγεται στην πρόβλεψη εκείνη της παρ. 5 του άρθρου 187 ΠΚ., εφόσον, βέβαια, συντρέχουν τα στοιχεία που τη συγκροτούν. Και τούτο, διότι το οργανωμένο έγκλημα κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 187 του ΠΚ προϋποθέτει ότι οι συμμετέχοντες σε αυτό είναι άτομα οργανωμένα και πειθαρχημένα με συγκεκριμένους στόχους και σκοπούς (ηγετικά, στελέχη, ενδιάμεσα και απλά μέλη) με καθορισμένους ρόλους το καθένα, που έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τις τεχνικές γνώσεις τους και εμπειρίες για την πραγμάτωση των σκοπών αυτών ή τις τεχνικές ή επαγγελματικές γνώσεις άλλων ομοίων τους, έχοντας επιπλέον στη διάθεσή τους μεγάλα χρηματικά ποσά, τα οποία συνήθως προέρχονται από ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, καθώς και ποικίλα τεχνικά μέσα που δεν είναι προσιτά στις κοινές συμμορίες, όπως π.χ. η διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών με τη χρήση σκαφών, αεροπλάνων ή οχημάτων διεθνών μεταφορών, η παραχάραξη και κυκλοφορία παραχαραγμένων νομισμάτων σε μεγάλη κλίμακα, οι ανθρωποκτονίες (δολοφονίες) κατά παραγγελία. Απαιτείται δηλαδή να υπάρχει διάρθρωση ενός συστήματος λειτουργίας της οργάνωσης, συνήθως με τη θέσπιση ιεραρχικών δομών, στην κατανομή των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων μεταξύ των μελών της και στη συντονισμένη δράση τους, που κατευθύνεται από τη βούληση του συνόλου των μελών της για την πραγμάτωση των στόχων της, η οποία εν τοις πράγμασι είναι δεσμευτική. Σημαντικό είναι ότι εδώ προέχει η πραγματοπαγής φύση της ομάδας, σε αντίθεση με τη συμμορία που συγκροτείται σε προσωποπαγή βάση(ΑΠ 973/2015 ΜΟΜΟΣ). Η πραγματοπαγής φύση της ομάδας σημαίνει ότι η ως άνω οργάνωση έχει τη δυνατότητα να εναλλάσσει και να αντικαθιστά μέλη της χωρίς η ίδια να υφίσταται αλλαγή ή αυτοδιάλυση της(βλ. "Οργανωμένο έγκλημα" Φ. Ρ. σελ.415 τελευτ.παραγρ.) Η ομάδα έχει εσωτερική διάρθρωση και ιεραρχική δομή, με την έννοια ότι τα νεότερα ή κατώτερα μέλη υποτάσσουν τη βούλησή τους στα παλιότερα ή ανώτερα και όλοι μαζί, αδιάφορα αν αυτό επιτυγχάνεται ελεύθερα ή με την καλλιέργεια σχέσεων επιβολής-υποταγής, διαμορφώνουν μια νέα, ενιαία βούληση, αυτήν της οργάνωσης, που κατευθύνεται στην επίτευξη ενός κοινού σκοπού. Τα πρακτικά προβλήματα, που κάθε εγκληματική οργάνωση καλείται να επιλύσει είναι: 1) η επιλογή μιας οργανωτικής δομής, που αφενός διασφαλίζει την πειθαρχία στο εσωτερικό της οργάνωσης και αφετέρου, να την προφυλάσσει από τις διωκτικές αρχές,2) η εξασφάλιση μιας "δεξαμενής" στρατολόγησης κατάλληλων συνεργατών, 3) η ανάπτυξη στρατηγικών επιβίωσης από τις κατασταλτικές λειτουργίες του κράτους και 4) η μεγιστοποίηση των κερδών της παρά τα μειονεκτήματα της μυστικής λειτουργίας της (βλ. "οργανωμένο έγκλημα" Φ. Ρ. σελ.155). Η εγκληματική οργάνωση δεν έχει κανένα συμφέρον να εξειδικευτεί ή να επενδύσει σε έναν μόνο τομέα, που θα δημιουργούσε και επιπρόσθετα προβλήματα αποκάλυψης της δράσης της, αλλά ως φυσικό επακόλουθο, επιλέγει τη διαφοροποίηση των πηγών των εσόδων της (βλ. "οργανωμένο έγκλημα" Φ. Ρ. σελ.162). Στην περίπτωση του οργανωμένου εγκλήματος η κατηγορία του "θύματος" δεν είναι σχεδόν ποτέ ξεκάθαρη και σαφής. Ο κανόνας μάλιστα είναι οι διαδραστικές σχέσεις και οι συνεχείς εναλλαγές ρόλων. Έτσι, το "θύμα" σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζεται και ως "θύτης" (βλ. "οργανωμένο έγκλημα" Φ. Ρ. σελ. 182). Μάλιστα, όπως ορθώς επίσης γίνεται δεκτό, η εγκληματική οργάνωση μπορεί να εκτείνεται και πέραν των εθνικών ορίων με γνώμονα πάντοτε την προσβολή της κοινωνίας, των θεμελίων της οργανωμένης πολιτείας και της οικονομικής ζωής των μελών της, ενώ αντιθέτως, η απλή συμφωνία των μελών, δηλαδή η σύμπτωση των βουλήσεών τους για την τέλεση ορισμένων κακουργημάτων, δεν αρκεί, γιατί τότε κάθε μορφή συναυτουργίας θα μπορούσε να αναχθεί και στο ιδιώνυμο έγκλημα της συγκρότησης ή ένταξης σε δομημένη εγκληματική ομάδα, όμως είναι επιτρεπτή η βελτίωση της κατηγορίας για εγκληματική οργάνωση της παρ. 1 του άρθρου 187 ΠΚ σε εκείνη της ένωσης προσώπων της παρ. 5 του ίδιου άρθρου (ΑΠ 917/2013, ΕφΠατρών 683/2014 ΝΟΜΟΣ).
Στην προκειμένη περίπτωση όσον αφορά το αποδιδόμενο στις κατηγορούμενες αδίκημα της από κοινού συγκρότησης και ένταξης σε εγκληματική οργάνωση προέκυψε ότι δεν υπήρξε τέτοια ένωση προσώπων με ιεραρχική δομή και διάρθρωση. Αντιθέτως, αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενες είχαν κατ' αρχήν μεταξύ τους καλές διαπροσωπικές σχέσεις. Όμως δεν νοείται δομή εγκληματικής οργάνωσης όπου τα μέλη της έχουν αποκλειστικώς διαπροσωπικές σχέσεις. Επίσης προέκυψε ότι οι κατηγορούμενες δεν υπέτασσαν τη βούλησή τους, ως μέλη, στην ολότητα της ομάδας. Είναι χαρακτηριστική η κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας Ι. Τ. όπου όταν ρωτήθηκε σχετικά με την ύπαρξη κάποιας ιεραρχίας μεταξύ των κατηγορουμένων, αυτός απάντησε αρνητικά επισημαίνοντας ότι οι κατηγορούμενες ήταν όλες έντονες προσωπικότητες και ότι δεν υπήρχε ιεραρχία. Δεν προέκυψε, επίσης, ότι οι κατηγορούμενες, ως πρόσωπα εγκληματικής οργάνωσης, θα μπορούσαν ευχερώς να εναλλαγούν και να αντικατασταθούν από άλλα χωρίς να καταρρεύσει αυτομάτως η δομή της ομάδας. Είναι προφανές ότι η αντικατάσταση κάποιας από τις κατηγορούμενες θα οδηγούσε σε κατάρρευση της δομής της ομάδας, γεγονός που συνηγορεί υπέρ του προσωποπαγούς χαρακτήρα της συγκεκριμένης ομάδας, έναντι του πραγματοπαγούς χαρακτήρα που απαιτείται στην εγκληματική οργάνωση. Επομένως, η κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης (άρθρο 187 παρ. 1 ΠΚ) δεν μπορεί να θεμελιωθεί, αφού ελλείπουν τα στοιχεία εκείνα, τα οποία συγκροτούν την έννοια μιας τέτοιας οργάνωσης. Στοιχειοθετείται όμως η παράβαση της παρ. 5 του άρθρου 187 Π.Κ. της σύστασης συμμορίας καθόσον αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενες ενώθηκαν για να διαπράξουν τα κακουργήματα της απάτης, της απάτης με υπολογιστή, της ψευδούς βεβαίωσης, της πλαστογραφίας και συνεπώς oι κατηγορούμενες πρέπει να κηρυχθούν ένοχες σύστασης συμμορίας κατά παραδεκτή μεταβολή της κατηγορίας.
Περαιτέρω, ως νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες περιγράφεται η διαδικασία, μέσω της οποίας αποκρύπτεται η ύπαρξη, η παράνομη πηγή ή η παράνομη χρήση εσόδων, τα οποία στη συνέχεια μεταμφιέζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε η προέλευση τους να εμφανίζεται ως νόμιμη. Το σχήμα του εγκλήματος της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα προϋποθέτει ουσιαστικά και τυπικά την τέλεση, μιας προηγούμενης πράξης, από την οποία προκύπτουν οικονομικής υφής έσοδα δηλ. να τελείται ένα έγκλημα το οποίο παράγει την κρίσιμη "βρόμικη" περιουσία. Επόμενη δε πράξη, είναι η νομοτυπική συμπεριφορά της νομιμοποίησης αυτής της "περιουσίας", όταν πλέον το ήδη "βρόμικο" χρήμα που έχει παραχθεί, αποκτά, με τη δράση τρίτου, νομιμοφανή υπόσταση και παρεισάγεται στους αρμούς του νόμιμου κύκλου του χρήματος, χωρίς να μπορεί να ανιχνεύεται ευχερώς η προέλευσή του από ένα προηγούμενο έγκλημα. Με το άρθρο 55 του ισχύοντος σήμερα Ν. 3691/5-8-2008 καταργήθηκε ρητά η προϊσχύουσα νομοθεσία του Ν.2331/95, όπως αυτή κατέληξε να ισχύει με τις τροποποιήσεις της. Με το άρθρο 3 λοιπόν του παραπάνω νόμου (3691/2008) ως βασικά αδικήματα καταγράφονται καταρχήν 17 κατηγορίες εγκλημάτων (με πρώτη την εγκληματική οργάνωση του άρθρου 187 ΠΚ), οι οποίες διαφέρουν αισθητά από αυτές που μνημονεύονταν στο άρθρο 2 Ν.3424/2005 (που αντικατέστησε διατάξεις του Ν. 2331/95). Μετά τις ειδικά μνημονευόμενες 17 ειδικές εγκληματικές υποστάσεις προβλέπεται και μια γενική, η οποία δεν προσδιορίζεται ειδικά και συγκεκριμένα αλλά περιλαμβάνει "κάθε άλλο έγκλημα που τιμωρείται με ποινή στερητική της ελευθερίας, της οποίας το ελάχιστο όριο είναι άνω των έξι μηνών και από το οποίο προκύπτει περιουσιακό όφελος". Κατά το άρθρο 2 Ν. 3424/2005 η γενική αυτή κατηγορία περιγραφόταν ως εξής: "κάθε αξιόποινη πράξη που τιμωρείται με ποινή στερητική της ελευθερίας, της οποίας το ελάχιστο όριο είναι άνω των έξι μηνών και από την τέλεση της προέκυψε περιουσία τουλάχιστον 15.000 €". Σύμφωνα με το άρθρο 2§2 νομιμοποίηση εσόδων από τις εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος), που προβλέπονται στο άρθρο 3, αποτελούν οι ακόλουθες πράξεις: α) Η μετατροπή ή η μεταβίβαση περιουσίας εν γνώσει του γεγονότος ότι προέρχεται από εγκληματικές δραστηριότητες ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοιες δραστηριότητες, με σκοπό την απόκρυψη ή τη συγκάλυψη της παράνομης προέλευσής της ή την παροχή συνδρομής σε οποιονδήποτε εμπλέκεται στις δραστηριότητες αυτές, προκειμένου να αποφύγει τις έννομες συνέπειες των πράξεών του, β) Η απόκρυψη ή η συγκάλυψη της αλήθειας με οποιοδήποτε μέσο ή τρόπο, όσον αφορά στη φύση, προέλευση, διάθεση, διακίνηση ή χρήση περιουσίας ή στον τόπο όπου αυτή αποκτήθηκε ή ευρίσκεται ή την κυριότητα επί περιουσίας ή σχετικών με αυτή δικαιωμάτων, εν γνώσει του γεγονότος ότι η περιουσία αυτή προέρχεται από εγκληματικές δραστηριότητες η από πράξη συμμετοχής σε τέτοιες δραστηριότητες, γ) η απόκτηση, κατοχή, διαχείριση ή χρήση περιουσίας, εν γνώσει κατά το χρόνο της κτήσης ή της διαχείρισης, του γεγονότος ότι η περιουσία προέρχεται από εγκληματικές δραστηριότητες ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοιες δραστηριότητες, δ) •Η χρησιμοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα με την τοποθέτηση σε αυτόν ή τη διακίνηση μέσω αυτού εσόδων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες, με σκοπό να προσδοθεί νομιμοφάνεια στα εν λόγω έσοδα, ε) Η σύσταση οργάνωσης ή ομάδας δύο τουλάχιστον ατόμων για τη διάπραξη μιας ή περισσότερων από τις πράξεις που αναφέρονται στα παραπάνω στοιχεία α' έως δ' και η συμμετοχή σε τέτοια, οργάνωση ή ομάδα. Από τη διατύπωση του νόμου προκύπτει ότι το έγκλημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα είναι έγκλημα συνάφειας ή εξαρτημένο, δηλ. δεν στοιχειοθετεί κανένα έγκλημα χωρίς το προηγούμενο βασικό αδίκημα αλλά μια νόμιμη πράξη. Σήμερα τυποποιείται αυτοτελώς ως τρόπος τέλεσης του εγκλήματος της νομιμοποίησης η χρησιμοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα με την τοποθέτηση σ' αυτόν ή τη διακίνηση μέσω αυτού εσόδων κλπ. Δηλ. με το νέο νόμο η απλή και μόνο κατάθεση σε τράπεζα του προϊόντος εγκλήματος, μπορεί, εφόσον αποδεικνύεται και η συνδρομή του σκοπού να προσδοθεί νομιμοφάνεια να θεωρηθεί ως αυτοτελής πράξη νομιμοποίησης. Όμως η Νομολογία του ΑΠ και υπό το καθεστώς των Ν. 2331/95 και 3424/2005 είχε δεχθεί ότι η απλή και μόνο κατάθεση στην τράπεζα αποτελεί μορφή "απόκρυψης", πράγμα το οποίο ευθέως και ρητώς επέλεξε και ο νομοθέτης του Ν.3681/2008. Οι πράξεις νομιμοποίησης τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος με κάθειρξη μέχρι 10 χρόνια και χρηματική ποινή από 20.000 έως 1.000.000 €. Ιδιαίτερα διακεκριμένη μορφή νομιμοποίησης αποτελεί κατά την §1γ Ν. 3691/2008 αν ο δράστης ενεργεί τέτοιες πράξεις κατ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή είναι υπότροπος ή έδρασε για λογαριασμό, προς όφελος ή εντός των πλαισίων εγκληματικής ή τρομοκρατικής οργάνωσης, οπότε η ποινή εκτοξεύεται σε κάθειρξη τουλάχιστον 10 ετών και χρηματική ποινή από 50.000-2.000.000 €, το δε βρόμικο χρήμα αλλά και τα έμμεσα αποκτήματα κατάσχονται και δημεύονται υποχρεωτικά με την καταδικαστική απόφαση (βλ. άρθρο 46 Ν.3691/2008). Σήμερα ρητά ορίζεται στο άρθρο 45§1ε Ν.3691/2008 ότι η ποινική ευθύνη για το βασικό έγκλημα δεν αποκλείει την τιμωρία των υπαιτίων (αυτουργού και συμμέτοχων) για τις πράξεις των στοιχείων α, β και γ της παραγράφου αυτής, εφόσον τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης των πράξεων νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες είναι διαφορετικά από εκείνα του βασικού εγκλήματος. Σημαντική παρέμβαση "επίσης συνιστά η πρόβλεψη του άρθρου 45 §4 Ν. 3691/2008 κατά την οποία "όπου στις διατάξεις του παρόντος άρθρου προβλέπεται αθροιστικά ποινή στερητική της ελευθερίας και χρηματική ποινή, δεν εφαρμόζεται το άρθρο 83 περίπτωση ε ΠΚ", που κατά τα γνωστά επιτρέπει την επιβολή και μόνο της χρηματικής ποινής. Τέλος, και ο νέος νόμος στο άρθρο 46 επιβεβαιώνει τις γνωστές προβλέψεις για τη δήμευση τόσο του "βρόμικου χρήματος", αλλά και των εμμέσων αποκτημάτων, όσο και των μέσων τέλεσης, κατά τρόπο παρόμοιο αλλά πιο διευρυμένο σε σχέση με αυτόν του προϊσχύσαντος καθεστώτος.
Στην προκειμένη περίπτωση, αποδείχθηκε ότι κατά το ίδιο παραπάνω χρονικό διάστημα οι κατηγορούμενες με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, προέβησαν στη νομιμοποίηση των εσόδων που προέρχονταν από την εγκληματική τους δραστηριότητα με την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων (πλην της Μ. Θ.) και τη χρησιμοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα, εκ μέρους όλων, τελώντας εν γνώσει τους ότι τα έσοδα προέρχονταν από την εγκληματική δραστηριότητά τους και ενεργώντας κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια. Ειδικότερα:
Η Ε. Μ., μαζί με τον σύζυγο της, Κ. Κ., το 2005 απέκτησαν κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας ένα αγροτεμάχιο στο ... θέση ... εμβαδού 5.050 τ. μ. καταβάλλοντας τίμημα 50.000 ευρώ, σύμφωνα με το υπ' αριθμό …51/2005 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Ά. Β.. Το 2010 μαζί με τον σύζυγο της απέκτησαν κατά ποσοστό 50% ο καθένας ένα οικόπεδο εμβαδού 668 τ.μ. με οικία η οποία αποτελείται από ισόγειο χώρο επιφάνειας 206.65 τμ. υπόγειο επιφάνειας 107,10 τ.μ και πισίνα εμβαδού 65.24 τ.μ, που βρίσκεται στο ... του δήμου ..., καταβάλλοντας τίμημα 200.000 ευρώ, σύμφωνα με το υπ' αριθμό ...2/2010 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Μ. Χ., στην πραγματικότητα ωστόσο, ποσό τουλάχιστον διπλάσιο του ως άνω τιμήματος, λόγω της οικιστικής ανάπτυξης και της μεγάλης εμπορικής αξίας της περιοχής. Το ακίνητο αυτό είχαν από κοινού ως εξοχική οικία. Επίσης, η ως άνω κατηγορουμένη απέκτησε το έτος 2004, κατά πλήρη κυριότητα ένα αυτοκίνητο τύπου Volkwagen Golf, αξίας 20.905 ευρώ και το έτος 2010 απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα ένα δίκυκλο τύπου Piaggio Bev 300, αξίας 4.317 ευρώ. Επίσης χρησιμοποίησε τον χρηματοπιστωτικό τομέα με το άνοιγμα: 1.τραπεζικού λογαριασμού, ατομικού στην ..., στον οποίο έως τις 29-7-11 κατόπιν συνεχών καταθέσεων της πέτυχε την κατάθεση συνολικού ποσού 41.770,28 ευρώ, 2.τραπεζικού λογαριασμού από κοινού με τα τέκνα της, που στερούνται εσόδων, στην ..., που έως τις 30-6-2010 πέτυχε την κατάθεση συνολικού ποσού 60.902,54 ευρώ, 3. τραπεζικού λογαριασμού από κοινού με τα τέκνα της στην ... που έως τις 30-6-2005 κατατέθηκαν συνολικά 47.638,16 ευρώ, 4. κοινού τραπεζικού λογαριασμού στην ... με συνδικαιούχο τον Μ. Β., στον οποίο, έως τις 8-4-2010 κατατέθηκε το συνολικό ποσό των 50.859, 94 ευρώ, 5. ατομικού λογαριασμού στην ... στον οποίο κατόπιν καταθέσεως έως τις 17-12-2010 κατατέθηκε το συνολικό ποσό των 50.608,61 ευρώ, 6. τραπεζικού λογαριασμού στην ... με συνδικαιούχους τα τέκνα της, στον οποίο έως τις 26-1-2012 κατατέθηκε το συνολικό ποσό των 11.294,72 ευρώ, 7. με προθεσμιακή κατάθεση στην τράπεζα …. όπου κατέθεσε ποσό 21.620 ευρώ, 8. κοινού τραπεζικού λογαριασμού με τα τέκνα της στην ... στον οποίο έως τις 22-12-2010 κατατέθηκε συνολικό ποσό 10.000 ευρώ, 9. κοινού τραπεζικού λογαριασμού από κοινού με τα τέκνα της στην ίδια τράπεζα ... στον οποίο έως τις 2-1-2006 κατατέθηκε το συνολικό ποσό των 5.346,62 ευρώ.
Η Χ. Π., στις 19-4-2006 αγόρασε σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου με τον σύζυγο της, Α. Π., αγροτεμάχιο στην ..., στη θέση ..., εμβαδού 5.500 τ.μ. καταβάλλοντας τίμημα 14.503 ευρώ, σύμφωνα με το υπ' αριθμό ...1/2006 συμβόλαιο αγοραπωλησίας του συμβολαιογράφου, Α. Μ.. Επίσης στις 2-6-2008 αγόρασε από κοινού 50% με τον σύζυγο της ένα οικόπεδο εμβαδού 454, 03 τ.μ. στο ... καταβάλλοντας τίμημα 95.127,75 ευρώ, όση και η αντικειμενική του αξία, σύμφωνα με το υπ' αριθμό …63/2008 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου, Μ. Μ., στην πραγματικότητα ωστόσο είναι τουλάχιστο διπλάσιο το τίμημα λόγω της οικιστικής ανάπτυξης της περιοχής και της υψηλής εμπορικής αξίας της. Επ' αυτού ανήγειρε οικία εμβαδού 165,90 τ.μ., βοηθητικό χώρο επιφάνειας 29 τ.μ., αποθήκη επιφάνειας 121,64 τ.μ., χώρο στάθμευσης 25,01 τ.μ. και πισίνα ιδιαιτέρως πολυτελούς κατασκευής και υψηλής εμπορικής αξίας. Το έτος 2010 απέκτησε την πλήρη κυριότητα ενός αυτοκινήτου, τύπου mini cooper, αξίας 35.000 ευρώ. Επίσης χρησιμοποίησε τον χρηματοπιστωτικό τομέα με το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών, είτε ατομικών, είτε κοινών με τον σύζυγο της ή κοινούς με τα τέκνα της μέσα στο επίδικο διάστημα. Συγκεκριμένα προέβη στο άνοιγμα: 1. στην Τράπεζα ..., κοινού λογαριασμού με τον σύζυγο της που μέχρι τις 31-3-2008 είχε καταθέσεις ποσού 187.097, 41 ευρώ και στις 9-6-11 κατέθεσε ποσό 89.000 ευρώ, 2. στην Τράπεζα ... κοινού λογαριασμού με το σύζυγο της, που μέχρι τις 29.1.2008, είχε καταθέσεις ποσού 30.507,19 ευρώ, 3. στην Τράπεζα ... μαζί με το σύζυγο της μέχρι τις 31-1- 2005, είχε καταθέσεις 36.314,10 ευρώ, 4. στην ..., κοινού λογαριασμού με τη μητέρα της μέχρι τις 31-12-11 είχε καταθέσεις ποσού 26.567,66 ευρώ, 5. στην ..., κοινού λογαριασμού με τη μητέρα της μέχρι τις 26-8-2008 είχε καταθέσεις 13.870, 02 ευρώ ..... 'Οσον αφορά το ως άνω αδίκημα από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ο ισχυρισμός που προβάλουν σχεδόν όλες οι κατηγορούμενες, ότι δηλαδή τα χρήματα ή τα αποκτηθέντα περιουσιακά στοιχεία προέρχονταν από συγγενείς τους εύπορους και συγκεκριμένα από γονείς ή αδέλφια όσον αφορά την Χ. Π., από θείο εύπορο όσον αφορά τη Μ. Θ., πλην των τριών τραπεζικών λογαριασμών όσον αφορά την Χ. Π. και ενός τραπεζικού λογαριασμού όσον αφορά την Μ. Θ. όπως προαναφέρθηκε, από στεγαστικά δάνεια, όσον αφορά την Ε. Μ., Χ. Π., και Χ. Φ., από το εφάπαξ του συζύγου της όσον αφορά την Ε. Μ. και από το εφάπαξ της Χ. Σ.. Δεν προέκυψε δηλαδή πριν το επίδικο διάστημα άριστη οικονομική κατάσταση των συγγενών αυτών που θα ήταν σε θέση να δώσουν στις κατηγορούμενες τα ποσά αυτά των καταθέσεων. Δεν προσκομίστηκαν αποδεικτικά στοιχεία που να δηλώνουν την άριστη οικονομική κατάσταση των συγγενών αυτών των κατηγορουμένων πριν το 2003 πλην των περιπτώσεων που προαναφέρθηκαν. Ούτε προέκυψε πως εξοφλήθηκαν τα δάνεια. Η ως άνω κρίση του Δικαστηρίου ενισχύεται και από το γεγονός ότι τα ιδιαίτερα σημαντικά ποσά, που συνολικά κατατέθηκαν στους επίδικους τραπεζικούς λογαριασμούς και εν μέρει εν συνεχεία χρησιμοποιήθηκαν εκ μέρους των κατηγορουμένων (πλην της Θ.) για την αγορά ακριβών αυτοκινήτων και ακινήτων και για την ανέγερση επ' αυτών πολυτελών εξοχικών κατοικιών, όπως προαναφέρθηκε, δεν δικαιολογούνται από τα εισοδήματα των κατηγορουμένων, που προέρχονται από τη μισθοδοσία τους, ως υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από τους ως άνω ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς των κατηγορουμένων.
Τέλος όσον αφορά τον Κ. Κ., προέκυψαν τα εξής: Μαζί με την σύζυγο του, Ε. Μ., το 2005 απέκτησαν κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου ο καθένας ένα αγροτεμάχιο στο ... θέση ..., εμβαδού 5.050 τ.μ. καταβάλλοντας τίμημα 50.000 ευρώ, σύμφωνα με το υπ' αριθμό …51/2005 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου ... Ά. Β.. Το 2010 μαζί με την σύζυγο του απέκτησαν κατά ποσοστό 50% ο καθένας ένα οικόπεδο εμβαδού 668 τ.μ. με οικία η οποία αποτελείται από ισόγειο χώρο επιφάνειας 206.65 τ,μ. υπόγειο επιφάνειας 107,10 τ.μ και πισίνα εμβαδού 65.24 τ.μ , που βρίσκεται στο ... του δήμου ..., καταβάλλοντας τίμημα 200.000 ευρώ, σύμφωνα με το υπ' αριθμό ...2/2010 συμβόλαιο αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Μ. Χ., στην πραγματικότητα ωστόσο, ποσό τουλάχιστον διπλάσιο του ως άνω τιμήματος, λόγω της οικιστικής ανάπτυξης και της μεγάλης εμπορικής αξίας της περιοχής. Το ακίνητο αυτό είχαν από κοινού ως εξοχική οικία. Επίσης ο ως άνω κατηγορούμενος απέκτησε το έτος 2008, κατά πλήρη κυριότητα ένα αυτοκίνητο τύπου, JEEP CHEROKEE, αξίας 47.054 ευρώ. Επίσης χρησιμοποίησε τον χρηματοπιστωτικό τομέα με το άνοιγμα του υπ' αριθμό ...758 τραπεζικού ατομικού λογαριασμού, στην ... και την τοποθέτηση σε αυτόν χρηματικών ποσών με συνεχείς καταθέσεις του, στις 10.2.2009 ποσό 1.000 ευρώ, στις 10.11.2009 ποσό 1.000 ευρώ, στις 29.3.2010 ποσό 9.800 ευρώ, στις 5.11.2011 ποσό 1.400 ευρώ, στις 7.2.2011 ποσό 1.500 ευρώ, στις 6.4.2011 ποσό 1.000 ευρώ και στις 7.9.2011 ποσό 2.000 ευρώ. Όταν ο κατηγορούμενος απέκτησε τα παραπάνω ακίνητα, το αυτοκίνητο και άνοιξε το λογαριασμό, γνώριζε ότι τα χρήματα προέρχονταν από την ως άνω εγκληματική δραστηριότητα της συζύγου του, με την οποία συνοικούσε στο ίδιο διαμέρισμα, μαζί με τα τέκνα τους. Η γνώση του κατηγορουμένου επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι ενώ η έρευνα στην κοινή συζυγική οικία των Μ.-Κ., ήταν σε εξέλιξη, οι δε αστυνομικοί είχαν παράλληλα πληροφορηθεί και την ύπαρξη αποθήκης της οικίας, στην οποία σκόπευαν να μεταβούν προς συνέχιση της έρευνας, κάποιος αστυνομικός πληροφόρησε τους λοιπούς αστυνομικούς ότι ο κατηγορούμενος Κ. Κ. εξαφανίστηκε. Αμέσως oι αστυνομικοί μετέβησαν στην αποθήκη, όπου κατέλαβαν τον ως άνω κατηγορούμενο να κρατά στα χέρια του ένα κουτί που περιείχε χαρτονομίσματα ποσού 956.000 ευρώ. Ο κατηγορούμενος γνώριζε την αποθήκευση του μεγάλου αυτού χρηματικού ποσού στον συγκεκριμένο χώρο, και είχε πλήρη γνώση της προέλευσης των χρημάτων, από παράνομες υπηρεσιακές δραστηριότητες της συζύγου του. Άλλωστε, ο κατηγορούμενος είναι λογικό να γνωρίζει τα πραγματικά και νόμιμα έσοδα της οικογένειάς του και την αδυναμία συγκέντρωσης τόσο μεγάλων χρηματικών ποσών. Πρέπει συνεπώς να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος της πράξης της νομιμοποίησης εσόδων, χωρίς τις επιβαρυντικές περιστάσεις του άρθρου 45 παρ.γ του ν.3691/2008 όπως και πρωτοδίκως.
Συνεπώς πρέπει να κηρυχθούν ένοχες: 1) όλες οι κατηγορούμενες σύστασης συμμορίας κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας της σύστασης και ένταξης σε εγκληματική οργάνωση, 2) η Χ. Σ., ένοχη πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατά συναυτουργία κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, με συνολικό όφελος και συνολική ζημία άνω των 30.000 ευρώ, ως και άνω των 120.000 ευρώ, σε βάρος του νπδδ ΕΦΚΑ καθολικό διάδοχο του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, και συγκεκριμένα 213.731,40 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από δράστες που εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος, 3) η Ε. Μ. ένοχη απλής συνέργειας (κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από άμεση) της πλαστογραφίας κατά συναυτουργία κατ' εξακολούθηση κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, με συνολικό όφελος και συνολική ζημία άνω των 30.000 ευρώ ως και άνω των 120.000 ευρώ, σε βάρος του νπδδ ΕΦΚΑ καθολικό διάδοχο του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, και συγκεκριμένα 167.995,04 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από δράστη που εξακολούθησε επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος, 3) η Χ. Π. και Μ. Θ. ένοχες απλής συνέργειας (κατ'επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από άμεση) με συνολικό όφελος και συνολική ζημία ύψους 8.520,84 ευρώ για την 1η και 7.348,51 ευρώ για τη 2η (πλημμεληματική μορφή κατ' ορθότερο χαρακτηρισμό) 4) ... 5) οι Ε. Μ., Χ. Π., Χ. Φ. και Μ. Θ. ένοχες απάτης με υπολογιστή από κοινού και κατά μόνας, κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, με σκοπούμενο όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 30.000 ευρώ, ως και το ποσό των 120.000 ευρώ και συγκεκριμένα 7.127.219, 20 ευρώ για την 1η, 1.552.287, 64 ευρώ για τη 2η, 4.131.073,39 για την 3η και 1.333.364,47 για την 4η, αλλά μόνο για τις ειδικότερες επί μέρους πράξεις που εκτενώς προσδιορίζονται στο διατακτικό της απόφασης, ενώ οι τρεις τελευταίες πρέπει να κηρυχθούν αντιστοίχως αθώες των άλλων επί μέρους πράξεων του ίδιου αδικήματος, 6) ... η Ε. Μ., Χ. Φ., Μ. Θ. και Χ. Σ., ένοχες ψευδούς βεβαίωσης από κοινού και κατά μόνας, κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, σε βάρος του νπδδ ΕΦΚΑ καθολικό διάδοχο του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από δράστες που εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος, και συγκεκριμένα 7.127.219,20 ευρώ, 4.131.073,39, 1.333.364,47 και 1.113.053,61 ευρώ αντίστοιχα, ενώ oι τρεις τελευταίες πρέπει να κηρυχθούν αθώες των άλλων επί μέρους πράξεων του ίδιου αδικήματος, 8) η Χ. Π. ένοχη απλής συνέργειας (κατ' επιτρεπτή μεταβολή από άμεση) σε ψευδή βεβαίωση κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, σε βάρος του νπδδ ΕΦΚΑ καθολικό διάδοχο του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από δράστες που εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος και συγκεκριμένα 1.552.287,64 ευρώ (στις 629 αποφάσεις που αφορούν 70 ασφαλισμένους) 9) όλοι οι κατηγορούμενοι ένοχοι της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες από κοινού και κατά μόνας κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, ο Κ. Κ. όμως σε αντίθεση με τις λοιπές κατηγορούμενες, χωρίς την επιβαρυντική περίπτωση της περ. γ' του άρθρου 45 ν.3691/2008".
Στη συνέχεια το Δικαστήριο κήρυξε τους κατηγορούμενους και ήδη αναιρεσείοντες ενόχους και ειδικότερα: Α) τις κατηγορούμενες- αναιρεσείουσες Ε. Μ. και Χ. Π. του Ε., ένοχες του ότι:
Α. Στην ... κατά το χρονικό διάστημα από 21-6- 2010 έως τις 8-3-2012, ενεργώντας από κοινού οι κατηγορούμενες Μ. Ε. του Α., Φ. Χ. του Φ., Θ. Μ. του Ν., Π. Χ. του Ε., Σ. Χ. του Δ., ενώθηκαν για να διαπράξουν κακουργήματα, που προβλέπονται στα άρθρα 216, 242, 386 και 386Α του Π.Κ., σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά που περιγράφονται κατωτέρω. Ειδικότερα, ενώθηκαν και ενεργώντας από κοινού, επιδίωξαν τη διάπραξη περισσοτέρων κακουργημάτων, που προβλέπονται στα άρθρα 216, 242, 386 και 386 Α του Π.Κ., με σκοπό να προσπορίσουν στον εαυτό τους και σε τρίτους παράνομο περιουσιακό όφελος, βλάπτοντας εν γνώσει τους την περιουσία του νπδδ με την επωνυμία "Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφαλισμένων Μισθωτών" με τα ποσά, που αναφέρονται παρακάτω εξαιτίας της χορήγησης αχρεωστήτως καταβληθέντων παροχών σε μη δικαιούχους. Συγκεκριμένα ενεργούσαν είτε έχοντας ως συνεργούς τους ασφαλισμένους, στους οποίους έχοντας εγκρίνει παρανόμως παροχές, χωρίς τα απαιτούμενα προς τούτο δικαιολογητικά, απέδιδαν μέρος των παρανόμως χορηγηθέντων ποσών, είτε έχοντας ως συνεργούς τους, πρόσωπα μη ασφαλισμένα στο ΙΚΑ ή χωρίς ασφαλιστική ικανότητα κατά το χρόνο υποβολής της αιτήσεως προς παροχή, στα οποία, αφού χορηγούσαν παρανόμως ασφαλιστική ικανότητα, ακολούθως ενέκριναν παρανόμως παροχές, χωρίς τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, λαμβάνοντας το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων από αυτές, τα οποία διένειμαν μεταξύ τους. Ειδικότερα ο ρόλος της εκ των κατηγορουμένων Χ. Π.-υπαλλήλου στο Τμήμα Μητρώου του ΙΚΑ ...ς συνίστατο στο ότι, στην περίπτωση που ο αιτών την παροχή δεν είχε ασφαλιστική ικανότητα, δεν είχε δηλαδή δικαίωμα λήψης της αιτούμενης παροχής από το ΙΚΑ, η τελευταία, υπό την ως άνω ιδιότητά της, παρενέβαινε με τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή στο ολοκληρωμένο μηχανογραφικό σύστημα του ως άνω ασφαλιστικού φορέα, με την προσθήκη των αναγκαίων στοιχείων του εκάστοτε, χωρίς ασφαλιστική ικανότητα, αιτούντος παροχή, τα οποία ωστόσο αυτός δε διέθετε, προκειμένου να εκδώσει την απαραίτητη ασφαλιστική ικανότητα. Ακολούθως η Ε. Μ. και οι υπάλληλοι του τμήματος παροχών Χ. Φ. και Μ. Θ., χωρίς να υπάρχουν τα αναγκαία για κάθε παροχή δικαιολογητικά (στο σύνολο τους ή για μέρος της εκάστοτε ασφαλιστικής παροχής), ενέκριναν παρανόμως τις αιτούμενες σε κάθε περίπτωση παροχές. Εν συνεχεία, οι αρχικώς εγκριθείσες παροχές οριστικοποιούνταν παρανόμως με τη συμμετοχή της Ε. Μ., της Φ. Χ. και Θ. Μ., οι οποίες ενέκριναν οριστικά τις παροχές χωρίς να προβαίνουν σε επανέλεγχο των απαιτούμενων σε κάθε περίπτωση δικαιολογητικών, ώστε να διαπιστώνουν την έλλειψή τους και να ακυρώνουν την αρχική εγκριτική απόφαση εκάστης παροχής, ως όφειλαν. Τέλος, με τη συμβολή της ταμία του υποκαταστήματος - Σ. Χ., επιτύγχαναν την επέλευση του εγκληματικού αποτελέσματος των πράξεών τους, καθόσον, ενώ αυτή θα έπρεπε να ελέγχει την ταυτοπροσωπία του παρουσιαζόμενου ως δικαιούχου της παροχής, με αυτόν που αναφερόταν στην εγκριτική απόφαση της παροχής και ακολούθως να μεριμνά, ώστε να αναγράφονται τα στοιχεία της ταυτότητας εκάστου δικαιούχου επί του σώματος του εκδιδομένου από αυτήν ταμειακού παραστατικού κατά την καταβολή της παροχής, δεν το έπραττε. Αντ' αυτού παρελάμβανε τις παρανόμως εκδιδόμενες από τις ανωτέρω κατηγορούμενες αποφάσεις, τις οποίες εκτελούσε, παρότι γνώριζε την παράνομη έκδοση τους, εκταμιεύοντας το ποσό εκάστης παροχής, το οποίο είτε κατέβαλε σε μετρητά ή εκδίδοντας τραπεζικές επιταγές εις διαταγή του εκάστοτε ασφαλισμένου, ο οποίος στη συνέχεια τους απέδιδε το μεγαλύτερο μέρος της παρανόμως καταβληθείσας παροχής, είτε, αφού προηγουμένως έθετε την πλαστή υπογραφή με ελλιπή ή ψευδή στοιχεία του φερόμενου ως λήπτη της παροχής, αυτή κατακρατούσε παρανόμως το σύνολο αυτής, ενεργώντας για λογαριασμό όλων τους, οι οποίοι ακολούθως διένειμαν μεταξύ τους τα ποσά που περιέρχονταν με τον τρόπο αυτό στην κατοχή τους, τα οποία ιδιοποιήθηκαν παρανόμως.
ΠΑΥΕΙ ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΩΞΗ λόγω παραγραφής για την πράξη της σύστασης συμμορίας, για το χρονικό διάστημα από το Νοέμβριο του 2003 έως τις 20-6-20103".
Β) 1) την κατηγορουμένη και μη διάδικο στην παρούσα δίκη Χ. Σ. ένοχη πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ'εξακολούθηση και κατ'επάγγελμα με βλάβη του ΙΚΑ κατά το ποσό των 231.731,40 ευρώ, συνισταμένης στο ότι:
"Στην ..., κατά το χρονικό διάστημα από 19.5.2005 έως την 3-6-2011, η κατηγορουμένη, Χ. Σ. του Δ., με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, στο πλαίσιο του οργανωμένου σχεδίου για την, μέσω της έγκρισης αχρεώστητων χρηματικών παροχών προς ασφαλισμένους, εκταμίευση των αντιστοίχων ποσών και με άμεσο σκοπό την ιδιοποίησή τους έθεσε πλαστές υπογραφές σε δημόσια έγγραφα, με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση τους άλλους, σχετικά με γεγονότα που έχουν έννομες συνέπειες. Εν συνεχεία στη χρήση των πλαστών αυτών δημοσίων εγγράφων κατ' εξακολούθηση, αποσκοπώντας να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος ανώτερο των 30.000 ευρώ και των 120.000 ευρώ, βλάπτοντας την περιουσία νπδδ κατά ποσό ανώτερο των 150.000 ευρώ, με την εξακολουθητική εγκληματική δράση της επί μακρό χρονικό διάστημα. Διαπράττει δε πλαστογραφίες κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεώς της και την υποδομή που είχε διαμορφώσει προκύπτει σκοπός της για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς της, το δε συνολικό επιτευχθέν όφελος και η προκληθείσα σε βάρος του ως άνω νπδδ ζημία υπερβαίνει κατά πολύ το ποσό των 150.000 ευρώ, είναι δηλαδή ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. Ειδικότερα στον ανωτέρω τόπο και χρόνο, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, έθεσε επί του σώματος των αντιστοιχούντων στις κατωτέρω αποφάσεις-ταμειακών παραστατικών (αποδείξεις καταβολής) στη θέση "συναλλασσόμενος" μία πλαστή μονογραφή των κάτωθι αναφερομένων ασφαλισμένων, θέτοντας επίσης σε ορισμένες περιπτώσεις ψευδή στοιχεία του αστυνομικού δελτίου ταυτότητάς τους, με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση τους άλλους, σχετικά με γεγονότα που έχουν έννομες συνέπειες και συγκεκριμένα προκειμένου να παραπλανήσει κάθε δικαιούμενο προς έλεγχο της νομιμότητας της συναλλαγής πρόσωπο ως προς την ταυτοποίηση των στοιχείων του ασφαλισμένου με αυτών του λήπτη της παροχής. Εν συνεχεία υπό την ιδιότητά της ως ταμίας του υποκαταστήματος ΙΚΑ ...ς, προέβη κατ' εξακολούθηση στη χρήση των πλαστών αυτών δημοσίων εγγράφων (ταμειακών παραστατικών), αποσκοπώντας στην υλοποίηση της εγκληματικής της δράσης, με την εκταμίευση των κάτωθι αχρεωστήτων παροχών και ακολούθως στην ιδιοποίησή τους από αυτούς, βλάπτοντας την περιουσία νπδδ κατά το συνολικό ποσό των 213.731,40 ευρώ. Συγκεκριμένα, επί του σώματος των αντιστοιχούντων στις κατωτέρω αποφάσεις ταμειακών παραστατικών (αποδείξεων καταβολής) έθεσε πλαστή μονογραφή των κάτωθι αναφερομένων ασφαλισμένων:
1. Ε. Α. του Α.:
i) την 30η-4-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...42 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό...876 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ii) την 30η-4-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...97 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...789 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.172,98 + 2.855,30) 4.028,28 ευρώ.
2. Ε. Α. του Σ.:
i) την 28η-9-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...48 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...737 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ii) την 28η-9- 20-10 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...85 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...772/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.495,91 + 1.693,47) 3.189,38 ευρώ.
3. Μ. Α. του Α.. Την 17η-5-2011, έθεσε επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...92 ταμειακού παραστατικού πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης και ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 3.433,63 ευρώ.
4. Ε. Α. του Δ.:
ι) την 26η-2-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...3 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης και ii) την 18η-4-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...92 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...718/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (442,68 + 3.408,39) 3.408,39 ευρώ.
5. Α. Α. του Ε.. Την 9η-11-2010 έθεσε επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...28 ταμειακού παραστατικού πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι αυτή ήταν κάτοχος του με αριθμό ...718/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως, προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 2.575,48, ευρώ.
6. Σ. Β. του Ι.. Την 24η-3-2011 έθεσε επί του υπ' αριθμ. 04-4/2011/...7 ταμειακού παραστατικού πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι αυτός ήταν κάτοχος του με αριθμό ...718/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 3.724,84 ευρώ.
7. Κ. Β. του Χ.. Την 26η-11-2009 έθεσε επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...63 ταμειακού παραστατικού πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης και ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 3....,42 ευρώ.
8. Ι. Β. του Γ.:
i) την 22α-9-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...-19 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου ii) την 6η-11-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...47 ταμειακού παραστατικού, έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου και iii) την 1η-2-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...2 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...88/2007 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (815,40+ 1.593,34 + 1.288,70) 3.697,44 ευρώ.
9. Κ.Β. του Σ.
i) την 19η-1-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/….70 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...714/2007 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ii) την 9η-3-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/….88 ταμειακού παραστατικού, έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου iii) την 8η-6-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/….93 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου iv) την 4η-2-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/…60 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...718/2002 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ν) την 18η-2-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/…39 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...763/2004 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.256 + 1.350 + 1.350 + 1.349,60 + 982,78.) 6.288,38 ευρώ-.
10. Μ. Β. του Κ.:
i) την 8η-12-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...44 ταμειακού παραστατικού, έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου ii) την 4η-5-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...30 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου iii) την 2α-3-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/…09 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου και iv) την 17η-6-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/…..42 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...748/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.534,95 + 1.047,51 + 782,48 + 603,46) 3.968,4.0 ευρώ.
11. Α. Γ. του Α.:
i) την 4η-7-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...30 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, ii) την 7η-10-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...77 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, iii) την 26η-1-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...2 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, iv) την 11η-5-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...71 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...796/2007 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ν) την 10η-6-2009 επί του υπ'• αριθμ. 044/2009/...77 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ΑΑ ...417/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.850 + 1.812,65 + 541,98 + 1.506,35 + 1.505,78) 7.216,76 ευρώ.
12. Σ. Δ. του Α.. Την 18η-2-2009 έθεσε επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...6 ταμειακού παραστατικού πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης και ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 1.254,89 ευρώ.
13. Ε. Δ. του Φ.:
i) την 16η-7-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...6 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...735 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ii) την 30η-10-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...8 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...68/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, iii) την 5η-1-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/…2 ταμειακού παραστατικού, έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης iv) την 5η-1-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/…6 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...46/2007 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ν) την 17η-12-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...18 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...18/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών
εγγράφων,
εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (990,70 + 1.752,16 + 1.604,26 + 2.846,41 + 1.172,92) 8.366,45 ευρώ.
14. Α. Δ. του Ι.. Την 15η-6-2010 έθεσε επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...72 ταμειακού παραστατικού πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης και ακολούθως προέβη σε χρήση αυτού, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 1.351,84 ευρώ.
15. Α. Κ. του Κ.. Την 23η-11-2009 έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...43 ταμειακού παραστατικού, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι αυτή ήταν κάτοχος του με αριθμό...798/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 3.058,64 ευρώ.
16. Ι. Κ. του Μ.. Την 18η-11-2009 έθεσε επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...31 ταμειακού παραστατικού πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου και ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 1.450.44 ευρώ.
17. Β. Κ. του Ι.:
i) την 8η-9-2005 επί του υπ' αριθμ. 044/2005/...93 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, ii) την 29η-3-2006 επί του υπ' αριθμ. 044/2006/…88 ταμειακού παραστατικού, iii) την 3η-5-2006 επί του υπ' αριθμ. 044/2006/...56 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, iv) την 4η-5-2007 επί του υπ' αριθμ. 044/2007/...15 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, ν) την 30η-8-2007 επί του υπ' αριθμ. 044/2007/...96 ταμειακού παραστατικού και vi) την 30η-10-2007 επί του υπ' αριθμ. 044/2007/...68 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (603,10 + 442,37 + 413,06 + 323,16 + 317,12 + 278,13) 2.376,94 ευρώ.
18. Χ. Κ. του Α.:
i) την 28η-4-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...39 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης ii) την 8η-12-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010-/...15 ταμειακού παραστατικού, έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης iii) την 8η-12-2Ό1-0 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...17 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, iv) την 7η-4-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/1...2 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, ν) την 7η-4-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...4 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, vi) την 3η-5-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...6 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης και vii) την4η-5-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...23 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...712/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (120.+130 + 1.247.47 + 1.098,37 + 285,97+ 1.322,02 + 2.893,35) 7.097,18 ευρώ.
19. Π. Κ. του Δ.. Την 15η-10-2010 έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...61 ταμειακού παραστατικού και ακολούθως προέβη σε χρήση αυτού, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 1.023,37 -ευρώ.
20. Ε. Μ. του Γ.:
ι) την 19η-5-2005 επί του υπ' αριθμ. 044/2006/...04 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, ii) την 12η-12-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...4 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, iii) την 23η-3-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...42 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, ίν) την 15η-12-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...84 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίοι ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...742/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ν) την 8η-3-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/…32 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (317,17 + 438 + 226,49 + 5.044,26 + 598,50) 6.624,42 ευρώ.
21. Α. Μ. του Β.:
ί) την 13η-1-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/…41 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό...48/2008- δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ii) την 6η-4-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...64 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...733/2007 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.114,93 + 1.573,48) 2.688,41 ευρώ.
22. Φ. Μ. του Γ.. Την 30η-6-2009 έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...88 ταμειακού παραστατικού, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι αυτή ήταν κάτοχος του με αριθμό ...84/1962 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 2.638,42 ευρώ.
23. Ι. Ν. του Χ.:
i) την 3η-11-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...03 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...64/2006 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ii) την 16η-1-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/…63 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, iii) την 4η-6-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...9 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, iv) την 1η-7-2.009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...86 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό...98/2006 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ν) την 3η-6-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...70 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, νί) την 31η-1-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/…29 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου και vii) την 12η-4-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...74 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1....,43 + 1.465,52 + 1.503,98 + 286,56 + 517,22 + 1.211,68 + 874,23) 7.211,62 ευρώ.
24. Μ. Ν. του Β.:
i) την 12η-5-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...75 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...59 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ii) την 23η-7-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...9 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...724/2004 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, iii) την 4η-1-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...94 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...24/2007 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, iv) την 7η-7-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...71 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...738/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ν) την 4η-5-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...18 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου και νί) την 23η-5-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...68 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...718/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε "χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.920,75 + 1.678,45 + 1.213,70 + 1.538,42 + 1.262,75 + 2.909,96) 10.524,03 ευρώ.
25. Δ. Π. του Α.:
i) την 13η-2-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/…28 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε επίσης ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...040/2004 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ii) την 23η-7-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...70 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του υπ' αριθμ. ...728/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (2.402,43 + 3.131,48) 5.533,91 ευρώ.
26. Α. Π. του Η.. Την 16η-3-2011 έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης επί του υπ' αριθμ. 044/2011/…38 ταμειακού παραστατικού, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ... 718/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 2.373,84 ευρώ.
27. Α. Σ. του Ι.: Την 23η-9-2010 έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης επί του υπ' αριθμ, 044/2010/...79 ταμειακού παραστατικού, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι αυτή ήταν κάτοχος του με αριθμό ...718/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 1.090,69 ευρώ.
28. Α. Τ. του Χ.:
ί) την 7η-12-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...72 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...748/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ii) την 2η-11-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...73 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...646/2007 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (2.173,04 + 2.082,60) 4.255,64 ευρώ.
29. Δ. Τ. του Θ.: i) την 20η-5-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...66 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...05/1979 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ii) την 22η-10-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/39... ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (2.936,50+ 1.258,42)4.194,92 ευρώ.
30. Θ. Τ. του Π.. Την 16η-11-2009 έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...14 ταμειακού παραστατικού, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι αυτός ήταν κάτοχος του με. αριθμό...64/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ακολούθως προέβη σε χρήση αυτού, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 3.600 ευρώ.
31. Α. Τ. του Ι.: ί) την 21η-11-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...16 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος, του με αριθμό ...27/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ii) την 20η-11-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...33 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου και iii) την 19η-2-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010….100 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...64/2007 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (3.996,24 4- 1.319,01 + 1.156,34) 6.471,59 ευρώ.
32. Β. Τ. του Α.: i) την 16η-9-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...81 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, ii) την 23η-11-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...53 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου και iii) την 8η-4-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...4 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...563/1997 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (810,48 + 489,55 + 3.202,49) 4.502,52 ευρώ.
33. Δ. Τ. του Β.:
i) την 25η-11-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...88 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, ii) την 22η-6-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/…72 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...18/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, iii) την 24η-8-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...51 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...971/2001 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.462,50 + 3.256,91 + 1.151,97) 5.871,38 ευρώ.
34. Θ. Τ. του Β.
i) την 24η-9-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...61 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...516/1996 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ii) την 3η-11- 2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...05 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...72/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και iii) την 5η-3-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/…68 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...264/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως, προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (4.287,36 + 929,78 + 1.501,48) 6.718,67 ευρώ.
35. Μ. Φ. του Ι.:
i) την Ι4η-9-2009 επί του υπ αριθμ. 044/2009/...33 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε επίσης ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...731/2003 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ii) την 8η-9-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...74 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...748/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και iii) την18η-5-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2-011/...03 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (3.349,84 + 1.690,51 + 964,47) 6.004,82 ευρώ.
36. Ξ. Φ. του Ι.. Την 19η-6-2009 έθεσε επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...16 ταμειακού παραστατικού πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, ενώ επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι αυτή ήταν κάτοχος του με αριθμό ...9-01/1961. δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ακολούθως, προέβη σε χρήση, του ως άνω πλαστού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 1.548,60 ευρώ.
37. Η. Φ. του Α.. Την 26η-2-2010 έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου επί του υπ' αριθμ. 044/2010/….31 ταμειακού παραστατικού, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι αυτός ήταν κάτοχος του με αριθμό ...86/2004 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 3.005,79 ευρώ.
38. Μ. Φ. του Α.. Την 30η-6-2010 έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης επί του υπ' αριθμ. 044/2010/….21 ταμειακού παραστατικού, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι αυτή ήταν κάτοχος του με αριθμό ...731/2004 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 1.215,30 ευρώ.
39. Ε. Φ. του Π.:
i) την 9η-12-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...09 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε επίσης ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...18/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ii) την 9η-12-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/….16 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του ανωτέρω δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (3.450 + 2.606,79) 6.059,79 ευρώ.
40. Α. Φ. του Κ. Ζ. Π.. Την 3η-3-2009 έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης επί του υπ' αριθμ. 044/2009/….10 ταμειακού παραστατικού και ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 4.004,75 ευρώ.
41. Ε. Χ. του Θ.:
i) την 28η-9-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...34 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε επίσης ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...649/1978 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ii) την 28η-9-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...95 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...768/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των(2.906,12 + 1.351,84) 4.257,96 ευρώ.
42. Μ. Χ. του Δ.:
i) την 20η-10-2008 επί του υπ' αριθμ. 044/2008/...63 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...615/1967 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ii) την 23η-2-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/…42 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...64/2004 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, iii) την 22η-3- 2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/….95 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, iv) την 13η-9-2010 επί του υπ αριθμ. 044/2010/...39 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης και ν) την 17η-2-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/..59 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.504,06 + 3.297,53 + 1.453,94 + 1.454,08 +1.430,92) 9.140,53 ευρώ.
43. Ε. Χ. του Γ.:
i) την 16η-2-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/….17 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, ii) την 16η-10-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...79 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό...98/2002 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, iii) την 16η-11-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...68 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...508/1994 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, iv) την 6η- 9-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...19 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου και ν) την 3η-2-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/…44 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.25'8}38 + 1.605,04 4- 986,38 +1.345,82 + 806,26) 6.001,88 ευρώ.
44. Ν. Χ. του Γ.:
i) την 1η-2-2010 επί του υπ' αριθμ. • 044/2010/…05 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε επίσης ψευδώς ότι ο ας άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...782/2006 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ii) την 3η-6-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...64 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος ήταν κάτοχος του με αριθμό ...718/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.982,40 4 +3.450) 5.432,40 ευρώ.
45. Α. Χ. του Σ.:
i) την 8η-1-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/….45 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης και ii) την 13η-4-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/...24 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...240/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (3.756,78+ 2.611,98) 6.368,76 ευρώ.
46. Θ. Χ. του Α.:
i) την 10η-3-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/…89 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, ii) την 10η-3-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/…..07 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε επίσης ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό Κ ...718/2002 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, iii) την 10η-32011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/…2 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης και iv) την 12η-5-2011 επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...11 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο ανέγραψε επίσης ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...18/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.860,32 + 2.254,14 + 991,20 + 3.415,18) 8.520,84 ευρώ.
47. Α. Χ. του Κ.:
i) την 26η-6-2009 επί του υπ' αριθμ. 044/2009/...71 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...730/2004 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ii) την 22η-1-2010 επί του υπ' αριθμ. 044/2010/…2 ταμειακού παραστατικού έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι η ως άνω ασφαλισμένη ήταν κάτοχος του με αριθμό ...867/2008 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας. Ακολούθως προέβη σε χρήση των ως άνω πλαστών εγγράφων, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.341,45 + 2.164,21) 3.505.66 ευρώ.
48. Γ. Ψ. του Α.. Την 14η-4-2011 έθεσε πλαστή υπογραφή του ως άνω ασφαλισμένου επί του υπ' αριθμ. 044/2011/...92 ταμειακού παραστατικού, στο οποίο επίσης ανέγραψε ψευδώς ότι αυτός ήταν κάτοχος του με αριθμό ...471/2009 δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και ακολούθως προέβη σε χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου, εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το ποσό των 3.433,16 ευρώ.
Από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεώς της αυτής επί μακρό χρονικό διάστημα και την υποδομή που είχε διαμορφώσει προκύπτει ότι ενεργούσε κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον είναι πρόδηλος ο σκοπός της, για πορισμό εισοδήματος και σταθερή τη ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας της, το δε συνολικό επιτευχθέν όφελος και η προκληθείσα ζημία υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ και συγκεκριμένα ανέρχεται στο ποσό των ....731,40 ευρώ και είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας".
Και 2) τις κατηγορούμενες-αναιρεσείουσες Ε. Μ. και Χ. Π. του Ε. (μαζί με τις κατηγορούμενες Χ. Φ. και Μ. Θ.), ένοχες απλής συνέργειας στην αμέσως παραπάνω πράξη της τελεσθείσας από την Χ. Σ. πλαστογραφίας με βλάβη του ΙΚΑ 167.995,04 (η Ε. Μ.) και 8.520,84 ευρώ (η Χ. Π.) και ειδικότερα ένοχες του ότι:
"Β α. Η κατηγορουμένη Ε. Μ., στην ... κατά το χρονικό διάστημα από τις 19.5.2005 έως τις 3.6.2011 με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, στο πλαίσιο του οργανωμένου σχεδίου της για την, μέσω της έγκρισης αχρεώστητων χρηματικών παροχών προς ασφαλισμένους, εκταμίευση των αντίστοιχων ποσών και με άμεσο σκοπό την ιδιοποίηση τους απ' αυτή, παρείχε κατά μόνας ή από κοινού με τις συγκατηγορούμενές της, Χ. Π., Χ. Φ. και Μ. Θ., με πρόθεση, απλή συνδρομή στην συγκατηγορούμενη της Χ. Σ. πριν από την πράξη της κακουργηματικής πλαστογραφίας (όπως αυτή περιγράφεται αμέσως παραπάνω), που αυτή διέπραξε (κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας). Ειδικότερα, εν γνώσει της συνέδραμε την κατηγορουμένη Χ. Σ., προκειμένου αυτή να τελέσει το ως άνω κακούργημα της κατ' εξακολούθηση πλαστογραφίας σε 102 εκ των ανωτέρω ταμειακών παραστατικών, ως υπάλληλος του τμήματος παροχών, εκδίδοντας (κατά τα ανωτέρω), αρχικά ή οριστικά, αποφάσεις ασφαλιστικών παροχών για πρόσωπα που δεν τις δικαιούνταν, προκειμένου στη συνέχεια, η κατηγορουμένη Χ. Σ. να εκδώσει τα πλαστά ταμειακά παραστατικά και εκταμιεύσει τα ποσά των (παράνομων) ασφαλιστικών παροχών, τα οποία αυτές να καρπωθούν. Ενήργησε δε κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης της και την υποδομή που είχε διαμορφώσει προκύπτει σκοπός της για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος, ως στοιχείο της προσωπικότητάς της. Σκόπευε δε να αποκομίσει, παράνομο περιουσιακό όφελος ανώτερο των 30.000 ευρώ και των ....000 ευρώ, βλάπτοντας την περιουσία ν.π.δ.δ κατά ποσό ανώτερο των 150.000 ευρώ, με την εξακολουθηματική εγκληματική δράση της επί μακρό χρονικό διάστημα, το δε συνολικό επιτευχθέν όφελος και η προκληθείσα σε βάρος του άνω ν.π.δ.δ ζημία ανέρχεται στο ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, συνολικό ποσό των 167.995,04 ευρώ.
Συγκεκριμένα εξέδωσε αρχικά ή οριστικά τα παρακάτω ταμειακά παραστατικά που αφορούν τους κατωτέρω ασφαλισμένους:
1. Ε. Α. του Α.: την 30η-4-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...42 ταμειακό παραστατικό, ποσό 1.172,98 ευρώ.
2. 1: την 28η-9-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...48 ταμειακό παραστατικό, ποσό 1.495,91 ευρώ.
3. Μ. Α. του Α.: την 17η-5-2011, το υπ' αριθμ. 044/2011/...92 ταμειακό παραστατικό, ποσό 3.433,63 ευρώ.
4) Ε. Α. του Δ.:
i) την 26η-2-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...3 ταμειακό παραστατικό και ii) την 18η-4-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/...92 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (442,68 + 3.408,39) 3.851,07 ευρώ.
5. Α. Α. του Ε.: την 9η-11-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...28 ταμειακό παραστατικό, ποσό 2.575,48, ευρώ.
6. Σ. Β. του Ι.: την 24η-3-2011 το υπ' αριθμ. 04-4/2011/...7 ταμειακό παραστατικό, ποσό 3.724,84 ευρώ.
7. Κ. Β. του Χ.: την 26η-11-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...63 ταμειακό παραστατικό, ποσό 3....,42 ευρώ.
8. Ι. Β. του Γ.: την 22α-9-2008 το υπ' αριθμ. 044/2008/...19 ταμειακό παραστατικό, ποσό 815,40 ευρώ.
9) Κ. Β. του Σ.:
i) την 19η-1-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/…70 ταμειακό παραστατικό, ii) την 9η-3-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/…88 ταμειακό παραστατικό, iii) την 8η-6-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/…93 ταμειακό παραστατικό, iv) την 4η-2-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/….60 ταμειακό παραστατικό και ν) την 18η-2-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/…39 ταμειακό παραστατικό, συνολικού (1.256 + 1.350 + 1.350 + 1.349,60 + 982,78.) 6.288,38 ευρώ-.
10) Μ. Β. του Κ.:
i) την 8η-12-2008 το υπ' αριθμ. 044/2008/...44 ταμειακό παραστατικό, ii) την 4η-5-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...30 ταμειακό παραστατικό, iii) την 17η-6-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...42 ταμειακό παραστατικό, συνολικού ποσού των (1.534,95 + 1.047,51 + 603,46) 3....,92 ευρώ.
11) Α. Γ. του Α.:
i) την 7η-10-2008 το υπ' αριθμ. 044/2008/...77 ταμειακό παραστατικό, έθεσε πλαστή υπογραφή της ως άνω ασφαλισμένης, ii) την 11η-5-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...71 ταμειακό παραστατικό και iii) την 10η-6-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...77 ταμειακό παραστατικό, συνολικού ποσού (1.812,65 + 1.506,35 + 1.505,78) 4.824,78 ευρώ.
12. Σ. Δ. του Α.: την 18η-2-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...6 ταμειακό παραστατικό, ποσό 1.254,89 ευρώ.
13) Ε. Δ. του Φ.:
i) την 16η-7-2008 το υπ' αριθμ. 044/2008/...6 ταμειακό παραστατικό, ii) την 5η-1-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/…2 ταμειακό παραστατικό, iii) την 5η-1-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/…6 ταμειακό παραστατικό και iv) την 17η-12-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...18 ταμειακό παραστατικό, συνολικού ποσού (990,70 + 1.604,26 +2.846,41 + 1.172,92) 6.614,29 ευρώ.
14. Α. Δ. του Ι., την 15η-6-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...72 ταμειακό παραστατικό, ποσό 1.351,84 ευρώ.
15. Α. Κ. του Κ.. Την 23η-11-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...43 ταμειακό παραστατικό, ποσό 3.058,64 ευρώ.
16. Ι. Κ. του Μ.. την 18η-11-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...31 ταμειακό παραστατικό, ποσό 1.450.44 ευρώ.
17. Β. Κ. του Ι.:
i) την 8η-9-2005 το υπ' αριθμ. 044/2005/...93 ταμειακό παραστατικό, ii) την 29η-3-2006 το υπ' αριθμ. 044/2006/9... ταμειακό παραστατικό, iii) την 3η-5-2006 το υπ' αριθμ. 044/2006/...56 ταμειακό παραστατικό, iv) την 4η-5-2007 το υπ' αριθμ. 044/2007/...15 ταμειακό παραστατικό, ν) την 30η-8-2007 το υπ' αριθμ. 044/2007/...96 ταμειακό παραστατικό και νί) την 30η-10-2007 το υπ' αριθμ. 044/2007/...68 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (603,10 + 442,37 + 413,06 + 323,16 + 317,12 + 278,13) 2.376,94 ευρώ.
18. Χ. Κ. του Α.:
i) την 28η-4-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...39 ταμειακό παραστατικό, ii) την 7η-4-2011 το υπ' αριθ.μ. 044/2011/1...2 ταμειακό παραστατικό, iii) την 7η-4-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/...4 ταμειακό παραστατικό και iv) την 4η-5-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/...23 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (120 + 1.098,37 + 285,97+ 2.893,35) 4.397,69 ευρώ.
19. Ε. Μ. του Γ.:
i) την 19η-5-2005 το υπ' αριθμ. 044/2006/...04 ταμειακό παραστατικό, ii) την 12η-12-2008 το υπ' αριθμ. 044/2008/...4 ταμειακό παραστατικό, iii) την 23η-3-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...42 ταμειακό παραστατικό και iv) την 8η-3-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/…32 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό των (317,17 + 438 + 226,49 + 598,50) 1.580,16 ευρώ.
20. Α. Μ. του Β.:
i) την 13η-1-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/..41 ταμειακό παραστατικό και ii) την 6η-4-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/...64 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (1.114,93 + 1.573,48)2.688,41 ευρώ.
21. Φ. Μ. του Γ.. Την 30η-6-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...88 ταμειακό παραστατικό, ποσό 2.638,42 ευρώ.
22. Ι. Ν. του Χ.:
i) την 3η-11-2008 το υπ' αριθμ. 044/2008/...03 ταμειακό παραστατικό, ii) την 16η-1 -2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/…63 ταμειακό παραστατικό, iii) την 4η-6-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...9 ταμειακό παραστατικό, iv) την 1η-7-2.009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...86 ταμειακό παραστατικό, ν) την 3η-6-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...70 ταμειακό παραστατικό, νί) την 31η-1-2011 το υπ' αριθμ. 0447.2011/...9 ταμειακό παραστατικό και vii) την 12η-4-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/...74 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (1.352,43 + 1.465,52 + 1.503,98 + 286,56 + 517,22 + 1.211,68 + 874,23) 7.211,62 ευρώ.
23) Μ. Ν. του Β.:
ί) την 12η-5-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...75 ταμειακό παραστατικό, ii) την 23η-7-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...9 ταμειακό παραστατικό, iii) την 4η-1-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...94 ταμειακό παραστατικό, iv) την 7η-7-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...71 ταμειακό παραστατικό και ν) την 4η-5-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/...18 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό των (1.920,75 + 1.678,45 + 1.213,70 + 1.538,42 + 1.262,75 ) 7.614,07 ευρώ.
24. Δ. Π. του Α.:
i) την 13η-2-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/…28 ταμειακό παραστατικό και ii) την 23η-7-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...70 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (2.402,43 + 3.131,48) 5.533,91 ευρώ.
25. Α. Σ. του Ι.. Την 23η-9-2010 το υπ' αριθμ, 044/2010/...79 ταμειακό παραστατικό, ποσό 1.090,69 ευρώ.
26. Α. Τ. του Χ.: την 7η-12-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...72 ταμειακό παραστατικό και ii) την 2η-11-2009 το υπ' αριθμ. 044/2010/...73 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (2.173,04 + 2.082,60) 4.255,64 ευρώ.
27. Δ. Τ. του Θ.: την 22η-10-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/39... ταμειακό παραστατικό, ποσό 1.258,42 ευρώ.
28. Α. Τ. του Ι.: i) την 21η-11-2008 το υπ' αριθμ. 044/2008/...16 ταμειακό παραστατικό, ii) την 20η-11-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...33 ταμειακό παραστατικό και iii) την 19η-2-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/…100 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (3.996,24 4- 1.319,01 + 1.156,34) 6.471,59 ευρώ.
29. Β. Τ. του Α.: i) την 16η-9-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...81 ταμειακό παραστατικό, ii) την 23η-11-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/4...3 ταμειακό παραστατικό και iii) την 8η-4-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/...4 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (810,48 + 489,55 + 3.202,49) 4.502,52 ευρώ.
30. Δ. Τ. του Β.:
i) την 25η-11-2008 το υπ' αριθμ. 044/2008/...88 ταμειακό παραστατικό και ii) την 24η-8-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...51 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (1.462,50 + 1.151,97) 2.614,47 ευρώ.
31. Θ. Τ. του Β.
i) την 24η-9-2008 το υπ' αριθμ. 044/2008/...61 ταμειακό παραστατικό, ii) την 3η-11-2008 το υπ' αριθμ. 044/2008/...05 ταμειακό παραστατικό και iii) την 5η-3-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/…68 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό των (4.287,36 +929,78 + 1.501,48) 6.718,67 ευρώ.
32. Μ. Φ. του Ι.:
i) την 14η-9-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...33 ταμειακό παραστατικό, ii) την 8η-9-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...74 ταμειακό παραστατικό και iii) την 18η-5-2011 το υπ' αριθμ. 044/2-011/...03 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (3.349,84 + 1.690,51 + 964,47) 6.004,82 ευρώ.
33. Ξ. Φ. του Ι.. Την 19η-6-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/-...16 ταμειακό παραστατικό, ποσό 1.548,60 ευρώ.
34. Η. Φ. του Α.. Την 26η-2-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/7031 ταμειακό παραστατικό, ποσό 3.005,79 ευρώ.
35. Μ. Φ. του Α.. Την 30η-6-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/2...1 ταμειακό παραστατικό, ποσό 1....,30 ευρώ.
36. Ε. Φ. του Π.: την 9η-12-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/4...6 ταμειακό παραστατικό, ποσό 2.606,79 ευρώ.
37. Α. Φ. του Κ. Ζ. Π.. Την 3η-3-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/..10 ταμειακό παραστατικό, ποσό 4.004,75 ευρώ.
38. Ε. Χ. του Θ.:
i) την 28η-9-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...34 ταμειακό παραστατικό και ii) την 28η-9-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...95 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (2.906,12 + 1.351,84) 4.257,96 ευρώ.
39. Μ. Χ. του Δ.:
i) την 23η-2-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/..42 ταμειακό παραστατικό, ii) την 22η-3-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/…95 ταμειακό παραστατικό, iii) την 13η-9-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/….339 ταμειακό παραστατικό και iv) την 17η-2-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/…59 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (3.297,53 + 1.453,94 + 1.454,08+.1.430,92) 7.636,47 ευρώ.
40. Ε. Χ. του Γ.:
i) την 16η-2-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/…17 ταμειακό παραστατικό, ii) την 16η-11-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...68 ταμειακό παραστατικό, iii) την 6η-9-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...19 ταμειακό παραστατικό και iv) την 3η-2-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/…44 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (1.258,38 + 986,38 + 1.345,82 + 806,26) 4.396,84 ευρώ.
41. Ν. Χ. του Γ.:
i) την 1η-2-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/…05 ταμειακό παραστατικό και ii) την 3η-6-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/...64 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (1.982,40 4 +3450) 5.432,40 ευρώ.
42. Α. Χ. του Σ.:
i) την 8η-1-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/…45 ταμειακό παραστατικό και ii) την 13η-4-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/...24 ταμειακό παραστατικό συνολικό ποσό (3.756,78+ 2.611,98) 6.368,76 ευρώ.
43. Θ. Χ. του Α.:
i) την 10η-3-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/…89 ταμειακό παραστατικό, ii) την 10η-3-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/…07 ταμειακό παραστατικό και iii) την 10η-32011 το υπ' αριθμ. 044/2011/…12 ταμειακό παραστατικό εκταμιεύοντας αχρεωστήτως το συνολικό ποσό των (1.860,32 + 2.254,14 + 991,20 ) 5.105,66 ευρώ.
44. Α. Χ. του Κ.:
i) την 26η-6-2009 το υπ' αριθμ. 044/2009/...71 ταμειακό παραστατικό και ii) την 22η-1-2010 το υπ' αριθμ. 044/2010/2672 ταμειακό παραστατικό συνολικό ποσό (1.341,45 + 2.164,21) 3.505.66 ευρώ.
45. Γ. Ψ. του Α.: Την 14η-4-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/...92 ταμειακό παραστατικό, ποσό 3.433,16 ευρώ.
Από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεώς της αυτής επί μακρό χρονικό διάστημα και την υποδομή που είχε διαμορφώσει προκύπτει ότι ενεργούσε κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον είναι πρόδηλος ο σκοπός της για πορισμό εισοδήματος και σταθερή τη ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς της, το δε συνολικό επιτευχθέν όφελος και η προκληθείσα ζημία υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ και συγκεκριμένα ανέρχεται στο ποσό των 167.995,04 ευρώ και είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας ... Ββ. ... Β γ. Η κατηγορουμένη Χ. Π., στην ..., στις 10.3.2011 και στις 12.5.2011 παρείχε, από κοινού με τις συγκατηγορούμενές της, Ε. Μ. και Χ. Φ., και Μ. Θ. "με πρόθεση, απλή συνδρομή στην συγκατηγορούμενή της Χ. Σ. πριν από την πράξη της πλαστογραφίας (όπως αυτή περιγράφεται αμέσως παραπάνω), που αυτή διέπραξε (κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας). Ειδικότερα, εν γνώσει της συνέδραμε την κατηγορουμένη Χ. Σ., προκειμένου αυτή να τελέσει την πλαστογραφία σε 4 εκ των ανωτέρω ταμειακών παραστατικών, ως υπάλληλος του τμήματος μητρώου, χορηγώντας (κατά τα ανωτέρω) ασφαλιστική ικανότητα σε πρόσωπο που δεν τη δικαιούνταν, προκειμένου στη συνέχεια, η κατηγορουμένη Χ. Σ. να εκδώσει τα πλαστά ταμειακά παραστατικά και εκταμιεύσει τα ποσά των (παράνομων) ασφαλιστικών παροχών, τα οποία αυτές να καρπωθούν.
Συγκεκριμένα χορήγησε ασφαλιστική ικανότητα στην ασφαλισμένη Θ. Χ. του Α. προκειμένου να εκδοθούν τα παρακάτω παραστατικά:
ι) την 10η-3-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/…89 ταμειακό παραστατικό, ii) την 10η-3-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/….07 ταμειακό παραστατικό, iii) την 10η-3-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/…12 ταμειακό παραστατικό και iv) την 12η-5-2011 το υπ' αριθμ. 044/2011/...11 ταμειακό παραστατικό, συνολικό ποσό (1.860,32 + 2.254,14 + 991,20 + 3.415,18) 8.520,84 ευρώ." Γ) Την κατηγορουμένη-αναιρεσείουσα Ε. Μ. του Φ. ένοχη του ότι: Γ 1. "Στην ... το χρονικό διάστημα από μηνός Νοεμβρίου 2003 έως την 8-3- 2011, ενεργώντας από κοινού με τις ως κατωτέρω συγκατηγορούμενές της, αλλά και κατά μόνας, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, έβλαψε ξένη περιουσία, επηρεάζοντας τα στοιχεία προγράμματος υπολογιστή, με τη χρησιμοποίηση μη ορθών (ψευδών) και ελλιπών στοιχείων κατά την εφαρμογή του, αποσκοπώντας να προσπορίσει στον εαυτό της, στις λοιπές συγκατηγορούμενές της και σε τρίτους παράνομο περιουσιακό όφελος ανώτερο των 30.000 ευρώ και των ....000 ευρώ, βλάπτοντας την περιουσία νπδδ, από την επανειλημμένη δε τέλεση της πράξεως της και την υποδομή που είχε διαμορφώσει προκύπτει σκοπός της για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας της, διαπράττοντας το αδίκημα της απάτης με υπολογιστή κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια.
Ειδικότερα, κατά το χρονικό διάστημα από το Νοέμβριο του έτους 2003 έως το έτος 2011:
α) Όντας υπάλληλος του τμήματος παροχών του υποκαταστήματος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ...ς Αττικής και ενεργώντας από κοινού με τις εκ των συγκατηγορουμένων της: Χ. Φ. και Μ. Θ., οι οποίες ήταν αρμόδιες υπάλληλοι για την οριστική έγκριση ασφαλιστικών παροχών και Χ. Π., η οποία ήταν αρμόδια υπάλληλος για τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, ενέκρινε αρχικά με 4.984 αποφάσεις αντίστοιχες ασφαλιστικές παροχές των κάτωθι αναφερομένων ασφαλισμένων, οι οποίοι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις λήψεώς τους, εισάγοντας μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή μη ορθά (ψευδή) και ελλιπή στοιχεία στο ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατά την εφαρμογή του προγράμματος του για αυτόματη αρχική έγκριση ασφαλιστικών παροχών, τα οποία (ψευδή στοιχεία) αφορούσαν στα στοιχεία της προσωπικής κατάστασης του δικαιούχου ασφαλισμένου, στη δήθεν ύπαρξη των απαιτουμένων δικαιολογητικών για κάθε είδος ασφαλιστικής παροχής και στην πραγματοποίηση δαπάνης του ασφαλισμένου για το ποσό εκάστης παροχής, χωρίς να τηρήσει την προβλεπόμενη εκ του νόμου διαδικασία συγκέντρωσης των απαιτούμενων σε κάθε περίπτωση δικαιολογητικών και ελέγχου των προϋποθέσεων χορήγησης παροχών και περαιτέρω ενεργώντας κατά παράβαση της υποχρεώσεως της να δηλώσει στο πληροφοριακό σύστημα του ΙΚΑ- ΕΤΑΜ την έλλειψη των απαιτουμένων δικαιολογητικών και να απορρίψει τα σχετικά αιτήματα έγκρισης παροχών. Με την εξακολουθητική τέλεση της ως άνω πράξεώς της αποσκοπούσε να προσπορίσει στον εαυτό της, στις συγκατηγορούμενές της και στους κάτωθι εμπλεκόμενους ασφαλισμένους παράνομο περιουσιακό όφελος, αντίστοιχο με το κάτωθι αναγραφόμενο ποσό εκάστης ασφαλιστικής παροχής, βλάπτοντας την περιουσία νπδδ κατά το συνολικό ποσό των 5.979.022,80 ευρώ, που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από τον άνω ασφαλιστικό φορέα, το οποίο διένειμαν με τις λοιπές συγκατηγορούμενές της, καθώς και με κάποιους από τους εμπλεκόμενους ασφαλισμένους. Συγκεκριμένα, το συνολικό ποσό των 5.979.022,80 ευρώ προέκυψε μετά την έκδοση 4.984 αποφάσεών της, με τις οποίες ενέκρινε αρχικά τις κάτωθι αναφερόμενες ασφαλιστικές παροχές, που εγκρίθηκαν ακολούθως οριστικά από τις συγκατηγορούμενές της Χ. Φ. και Μ. Θ. και αφορούν σε παροχές των κάτωθι αναφερομένων 829 ασφαλισμένων, οι οποίες καταβλήθηκαν αχρεωστήτως:
β) Επίσης, η Ε. Μ. υπό την ιδιότητα της ως αναπληρώτρια Προϊσταμένη του Τμήματος Παροχών του Υποκαταστήματος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ... και ενεργώντας από κοινού με τις εκ των συγκατηγορουμένων της: 1) Χ. Φ. και 2) Μ. Θ., οι οποίες ήταν αρμόδιες υπάλληλοι - για την αρχική έγκριση ασφαλιστικών παροχών και 3) Χ. Π., η οποία ήταν αρμόδια υπάλληλος για τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας, με περισσότερες πράξεις της, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, ενέκρινε οριστικά με 235 αποφάσεις της, αντίστοιχες ασφαλιστικές παροχές των κάτωθι αναφερομένων ασφαλισμένων, οι οποίοι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις λήψεώς τους, εισάγοντας μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή μη ορθά (ψευδή) και ελλιπή στοιχεία στο ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατά την εφαρμογή του προγράμματος του για αυτόματη οριστική έγκριση ασφαλιστικών παροχών, τα οποία (ψευδή στοιχεία) αφορούσαν στα στοιχεία της προσωπικής κατάστασης του δικαιούχου ασφαλισμένου, στη δήθεν ύπαρξη των απαιτούμενων δικαιολογητικών για κάθε είδος. ασφαλιστικής παροχής και στην πραγματοποίηση δαπάνης του ασφαλισμένου για το ποσό εκάστης παροχής, χωρίς να τηρήσει την προβλεπόμενη εκ του νόμου διαδικασία συγκέντρωσης των απαιτούμενων σε κάθε περίπτωση δικαιολογητικών και επανελέγχου των προϋποθέσεων χορήγησης παροχών και περαιτέρω ενεργώντας κατά παράβαση της υποχρεώσεώς της να δηλώσει στο πληροφοριακό σύστημα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ την έλλειψη των απαιτουμένων δικαιολογητικών και να προβεί σε ακύρωση της αρχικής εγκρίσεως εκάστης εκ των κατωτέρω παροχών. Με την εξακολουθητική τέλεση της ως άνω πράξεώς της αποσκοπούσε να προσπορίσει στον εαυτό της, στις συγκατηγορούμενές της και στους κάτωθι εμπλεκόμενους ασφαλισμένους παράνομο περιουσιακό όφελος, αντίστοιχο με το κάτωθι αναγραφόμενο ποσό εκάστης ασφαλιστικής παροχής, βλάπτοντας την περιουσία νπδδ κατά το συνολικό ποσό των 263.549,41 ευρώ, που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από τον ως άνω ασφαλιστικό φορέα, το οποίο διένειμε με τις λοιπές συγκατηγορούμενές της, καθώς και με κάποιους από τους εμπλεκόμενους ασφαλισμένους. Συγκεκριμένα, το συνολικό ποσό των 263.549,41 ευρώ προέκυψε μετά την έκδοση 235 αποφάσεων της, με τις οποίες ενέκρινε οριστικά τις κάτωθι παροχές ... ασφαλισμένων, που εγκρίθηκαν αρχικά από τις συγκατηγορούμενές της Χ. Φ. και Μ. Θ., οι οποίες καταβλήθηκαν αχρεωστήτως:
γ) Ενεργώντας κατά μόνας, με την ιδιότητα της ως υπαλλήλου, αλλά και ως Αναπληρώτρια Προϊσταμένη του Τμήματος Παροχών του Υποκαταστήματος ΙΚΑ ...ς, με περισσότερες πράξεις της, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, ενέκρινε αρχικά και ακολούθως οριστικοποίησε με 1.081 αποφάσεις τις αντίστοιχες ασφαλιστικές παροχές των κάτωθι αναφερομένων ασφαλισμένων, οι οποίοι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις λήψεως τους, εισάγοντας μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή μη ορθά (ψευδή) και ελλιπή στοιχεία στο ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατά την εφαρμογή του προγράμματος του για αυτόματη αρχική, αλλά και οριστική έγκριση ασφαλιστικών παροχών, τα οποία (ψευδή στοιχεία) αφορούσαν στα στοιχεία της προσωπικής κατάστασης του δικαιούχου ασφαλισμένου, στη δήθεν ύπαρξη των απαιτούμενων δικαιολογητικών για κάθε είδος ασφαλιστικής παροχής και στην πραγματοποίηση δαπάνης του ασφαλισμένου για το ποσό εκάστης παροχής, χωρίς να τηρήσει την προβλεπόμενη εκ του νόμου διαδικασία συγκέντρωσης των απαιτούμενων σε κάθε περίπτωση δικαιολογητικών και ελέγχου των προϋποθέσεων χορήγησης παροχών και περαιτέρω ενεργώντας κατά παράβαση της υποχρεώσεώς της να δηλώσει στο πληροφοριακό σύστημα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ την έλλειψη των απαιτουμένων δικαιολογητικών και να απορρίψει τα σχετικά αιτήματα έγκρισης παροχών. Με την εξακολουθητική τέλεση της ως άνω πράξεώς της αποσκοπούσε να προσπορίσει στον εαυτό της, στις συγκατηγορούμενές της και στους κάτωθι εμπλεκόμενους ασφαλισμένους παράνομο περιουσιακό όφελος, αντίστοιχο με το κάτωθι αναγραφόμενο ποσό εκάστης ασφαλιστικής παροχής, βλάπτοντας την περιουσία νπδδ κατά το συνολικό ποσό των 884.647,01 ευρώ που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από τον ως άνω ασφαλιστικό φορέα, το οποίο διένειμαν με τις λοιπές συγκατηγορούμενές της, καθώς και με κάποιους από τους εμπλεκόμενους ασφαλισμένους. Συγκεκριμένα, το συνολικό ποσό των 884.647,01 ευρώ προέκυψε μετά την έκδοση 1.081 αποφάσεών της,, με τις οποίες ενέκρινε αρχικά και ακολούθως οριστικά τις κάτωθι αναφερόμενες ασφαλιστικές παροχές των κάτωθι αναφερόμενων 377 ασφαλισμένων, οι οποίες καταβλήθηκαν αχρεωστήτως:
Γ2. Κατά τον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο, ενεργώντας από κοινού, αλλά και με την άμεση συνδρομή των κατωτέρω συγκατηγορούμενών της, άλλα και κατά μόνας, με περισσότερες πράξεις της, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, βεβαίωσε ψευδώς σε συνολικά 6.300 έγγραφα- αποφάσεις εγκριτικές παροχών του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, των οποίων η έκδοση αναγόταν στα καθήκοντά της, γεγονότα που μπορούσαν να έχουν έννομες συνέπειες, καθόσον αυτά αποτελούσαν προϋποθέσεις καταβολής παροχών προς ασφαλισμένους του ως άνω ασφαλιστικού-φορέα. Σκοπός της ήταν να προσπορίσει στον εαυτό της, στις συγκατηγορούμενές της και σε τρίτους παράνομο περιουσιακό όφελος ανώτερο των 120.000 ευρώ, βλάπτοντας την περιουσία νπδδ κατά ποσό ανώτερο των 150.000 ευρώ, με την εξακολουθητική εγκληματική δράση της επί μακρό χρονικό διάστημα, ενεργώντας κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεώς της και την υποδομή που είχε διαμορφώσει προκύπτει σκοπός της για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς της, το δε συνολικό επιτευχθέν όφελος και η προκληθείσα σε βάρος του ως άνω νπδδ ζημία υπερβαίνει κατά πολύ το ποσό των 150.000 ευρώ και είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας.
Ειδικότερα, κατά το χρονικό διάστημα από το Νοέμβριο του έτους 2003 έως το έτος 2011:
Α) Όντας υπάλληλος του τμήματος παροχών του υποκαταστήματος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ... και ενεργώντας από κοινού με τις εκ των συγκατηγορουμένων της Χ. Φ., Μ. Θ., οι οποίες ενέκριναν οριστικά τις ασφαλιστικές παροχές και με την απλή συνδρομή της συγκατηγορούμενής της, Χ. Π., (για τους 70 ασφαλισμένους-629 αποφάσεις όσον αφορά την τελευταία όπως κατωτέρω), η οποία ήταν αρμόδια υπάλληλος για τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, εξέδωσε μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή υπό την ανωτέρω ιδιότητα της 4.984 αποφάσεις, οι οποίες αναφέρονται ανωτέρω στο στοιχείο Γ Ια', με τις οποίες προέβη στην αρχική έγκριση των ανωτέρω (υπό στοιχείο Γ 1α') αναφερομένων ασφαλιστικών παροχών ασφαλισμένων, οι οποίοι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις λήψεώς τους, βεβαιώνοντας ψευδώς επ' αυτών ότι αυτοί ήταν νόμιμοι δικαιούχοι των εγκριθεισών από αυτή παροχών, διότι διέθεταν ασφαλιστική ικανότητα και τα απαιτούμενα εκ του νόμου δικαιολογητικά για τη νόμιμη έγκριση και λήψη της κάθε είδους ασφαλιστικής παροχής και μάλιστα για το ποσό εκάστης εξ αυτών, παρότι οι ως άνω αναφερόμενοι ασφαλισμένοι στερούνταν των απαιτούμενων δικαιολογητικών, με αποτέλεσμα λόγω των ψευδών αυτών βεβαιώσεών της, οι παρανόμως εγκριθείσες παροχές να οριστικοποιηθούν και να καταβληθούν αχρεωστήτως προς τους ανωτέρω (υπό στοιχείο Ια') 829 αναφερομένους ασφαλισμένους.
Β) Επίσης ως αναπληρώτρια Προϊσταμένη του Τμήματος Παροχών του Υποκαταστήματος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ... και ενεργώντας από κοινού με τις εκ των συγκατηγορουμένων της : Χ. Φ. και Μ. Θ., οι οποίες ήταν αρμόδιες υπάλληλοι για την αρχική έγκριση ασφαλιστικών παροχών και με την απλή συνδρομή της συγκατηγορούμενης της, Χ. Π. (για τους 70 ασφαλισμένους-629 αποφάσεις όσον αφορά την τελευταία, όπως κατωτέρω), η οποία ήταν αρμόδια υπάλληλος για τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας, με περισσότερες πράξεις της, που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, εξέδωσε μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή υπό την ανωτέρω ιδιότητα της 235 αποφάσεις, οι οποίες αναφέρονται ανωτέρω στο στοιχείο Γ.1β, με τις οποίες προέβη στην οριστική έγκριση των ανωτέρω (υπό στοιχείο Γ.1β) αναφερομένων ασφαλιστικών παροχών ασφαλισμένων, οι οποίοι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις λήψεώς τους, βεβαιώνοντας ψευδώς επ' αυτών ότι αυτοί ήταν -νόμιμοι-δικαιούχοι των εγκριθεισών από την ίδια παροχών, διότι διέθεταν ασφαλιστική ικανότητα και τα απαιτούμενα εκ του νόμου δικαιολογητικά για τη νόμιμη έγκριση και λήψη της κάθε είδους ασφαλιστικής παροχής και μάλιστα για το ποσό εκάστης εξ αυτών, παρότι οι ως άνω αναφερόμενοι ασφαλισμένοι στερούνταν των απαιτουμένων δικαιολογητικών, με αποτέλεσμα λόγω των ψευδών αυτών βεβαιώσεών της, οι παρανόμως εγκριθείσες παροχές να καταβληθούν αχρεωστήτως προς τους ανωτέρω (υπό στοιχείο 1β) αναφερομένους ασφαλισμένους.
Γ) Ενεργώντας, με την ιδιότητα της ως υπαλλήλου, αλλά και ως Αναπληρώτρια Προϊσταμένη του Τμήματος Παροχών του Υποκαταστήματος ΙΚΑ ...ς, και με την απλή συνδρομή της συγκατηγορούμενης της, Χ. Π. (για τους 70 ασφαλισμένους-629 αποφάσεις όσον αφορά την τελευταία, όπως κατωτέρω), η οποία ήταν αρμόδια υπάλληλος για τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας, με περισσότερες πράξεις της, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, εξέδωσε μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή υπό την ανωτέρω ιδιότητά της 1.081 αποφάσεις, οι οποίες αναφέρονται ανωτέρω στο στοιχείο Γ. 1γ, με τις οποίες προέβη στην αρχική και ακολούθως στην οριστική έγκριση των ανωτέρω (υπό στοιχείο Γ.1γ) αναφερομένων ασφαλιστικών παροχών ασφαλισμένων, οι οποίοι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις λήψεως τους, βεβαιώνοντας ψευδώς ότι αυτοί ήταν νόμιμοι δικαιούχοι των εγκριθεισών από την ίδια παροχών, διότι διέθεταν ασφαλιστική ικανότητα και τα απαιτούμενα εκ του νόμου δικαιολογητικά για τη νόμιμη έγκριση και λήψη της κάθε είδους ασφαλιστικής παροχής και μάλιστα για το ποσό εκάστης εξ αυτών, παρότι οι ως άνω αναφερόμενοι ασφαλισμένοι στερούνταν των απαιτουμένων δικαιολογητικών, με αποτέλεσμα, λόγω των ψευδών αυτών βεβαιώσεων της, οι παρανόμως εγκριθείσες παροχές να καταβληθούν αχρεωστήτως προς τους ανωτέρω (υπό στοιχείο Γ.1γ) 377 ασφαλισμένους.
Με την εξακολουθητική τέλεση της ως άνω πράξεώς της επί μακρό χρονικό διάστημα αποσκοπούσε να προσπορίσει στον εαυτό της, στους λοιπούς συγκατηγορούμενούς της και σε τρίτους, παράνομο περιουσιακό όφελος, αντίστοιχο με το ποσό εκάστης ασφαλιστικής παροχής, συνολικής αξίας 7.127....,20 ευρώ, βλάπτοντας την περιουσία νπδδ κατά το ιδιαίτερα μεγάλης αξίας αυτό ποσό, που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από τον ως άνω ασφαλιστικό φορέα. Ενήργησε δε κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεώς της και την υποδομή που είχε διαμορφώσει, προκύπτει σκοπός της για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος, ως στοιχείο της προσωπικότητάς της.
Γ3. Επίσης στην ευρύτερη περιοχή της …., κατά το χρονικό διάστημα από το Νοέμβριο του έτους 2003 έως την 8-3-2012, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος προέβη στη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, συστήνοντας και συμμετέχοντας σε ομάδα, αποτελούμενη από δύο τουλάχιστον άτομα και συγκεκριμένα από την ίδια και το συγκατηγορούμενο σύζυγο της, Κ. Κ., με τον οποίο:
ί) απέκτησαν, κατείχαν και χρησιμοποίησαν από κοινού, αλλά και κατά μόνας περιουσιακά στοιχεία, εν γνώσει τους, κατά το χρόνο της κτήσεώς τους του γεγονότος ότι το τίμημα για την απόκτηση τους, προερχόταν από χρήματα που λάμβαναν από την εγκληματική δραστηριότητά τους, που αφορά τις αξιόποινες πράξεις της απλής συνέργειας σε κακουργηματική πλαστογραφία κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια με συνολικό όφελος και συνολική ζημία άνω των 30.000 ευρώ, αλλά και των 120.000 ευρώ σε βάρος του νπδδ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από δράστες που εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος, της απάτης με υπολογιστή από κοινού και κατά μόνας, κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, με σκοπούμενο συνολικό όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 30.000 ευρώ, ως και το ποσό των 120.000 ευρώ, της ψευδούς βεβαίωσης από κοινού και κατά μόνας, κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, σε βάρος του νπδδ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από δράστες που εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος, με σκοπό να προσδοθεί νομιμοφάνεια στα εν λόγω έσοδα και ii) χρησιμοποίησαν από κοινού και κατά μόνας τον χρηματοπιστωτικό τομέα με το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών σε διάφορες- τράπεζες και την τοποθέτηση σε αυτούς χρηματικών ποσών (εσόδων), τελώντας εν γνώσει της δραστηριότητάς τους, που αφορά τις αξιόποινες πράξεις της απλής συνέργειας σε κακουργηματική πλαστογραφία κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια με συνολικό όφελος και συνολική ζημία άνω των 30.000 ευρώ, ως και άνω των 120.000 ευρώ σε βάρος του Δημοσίου με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από δράστες που εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος, της απάτης με υπολογιστή από κοινού και κατά μόνας, κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, με σκοπούμενο συνολικό όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 30.000 ευρώ, ως και το ποσό των 120.000 ευρώ, της ψευδούς βεβαίωσης από κοινού και κατά μόνας, κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, σε βάρος του νπδδ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από δράστες που εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος. Τις πράξεις νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, των οποίων η τέλεση εντάσσεται στο συνολικό σχεδιασμό τους για την ουσιαστική ολοκλήρωση της εν γένει παράνομης συμπεριφοράς τους, τις ασκεί κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεσή τους, αλλά και από την υποδομή που είχαν διαμορφώσει, προκύπτει σκοπός τους για πορισμό εισοδήματος από αυτές και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς της.
Ειδικότερα:
ί) Την 1-12-2005, δυνάμει του υπ' αριθμόν 6551/2005 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου ... Ά. Β., νομίμως μεταγεγραμμένου, απέκτησε από κοινού με τον σύζυγο της Κ. Κ. κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος, ένα αγροτεμάχιο, εμβαδού 5.050 τ.μ, κείμενο στη θέση "..." ή "..." της κτηματικής περιοχής ..., καταβάλλοντας ως τίμημα σύμφωνα με το ανωτέρω συμβόλαιο ποσό 50.000 ευρώ. Έκτοτε, κατείχαν και χρησιμοποιούσαν από κοινού το ως άνω ακίνητο. Την 27-12-2010, δυνάμει του υπ' αριθμό ...2/2010 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Μ. Χ., νομίμως μεταγεγραμμένου, απέκτησε από κοινού με τον σύζυγο της, Κ. Κ., κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος, ένα οικόπεδο, εμβαδού 668 τ.μ., μετά της επ' αυτού οικίας, η οποία αποτελείται από ισόγειο χώρο επιφάνειας 206,65 τ.μ., υπόγειο επιφάνειας 107,10 τ.μ. και πισίνα εμβαδού 65,24 τ.μ., κείμενο εντός του οικισμού ... του δήμου ..., στη θέση "...", επί της οδού ..., καταβάλλοντας ως τίμημα σύμφωνα με το ανωτέρω συμβόλαιο, το ποσό των 200.000 ευρώ, στην πραγματικότητα ωστόσο ποσό τουλάχιστον διπλάσιο του ως άνω τιμήματος, λόγω της οικιστικής ανάπτυξης και της μεγάλης εμπορικής αξίας της περιοχής. Έκτοτε, κατείχε και χρησιμοποίησε το ως άνω ακίνητο ως εξοχική κατοικία από κοινού με τον συγκατηγορούμενο και σύζυγο της Κ. Κ.. Επίσης, ενεργώντας κατά μόνας, κατά το έτος 2004 απέκτησε την πλήρη κυριότητα ενός αυτοκινήτου τύπου Volkwagen Golf, αξίας 20.905 ευρώ, ενώ το έτος 2010 απέκτησε κατά πλήρη κυριότητα, ένα δίκυκλο τύπου Piaggio Bev 300, αξίας 4.317 ευρώ και έκτοτε κατείχε και χρησιμοποίησε, αυτά κατά τις καθημερινές της μετακινήσεις. Όλα τα ανωτέρω περιουσιακά στοιχεία τα απέκτησε είτε από κοινού με τον Κ. Κ., είτε ενεργώντας κατά μόνας, τελώντας κατά το χρόνο της κτήσεώς τους εν γνώσει του γεγονότος ότι το τίμημα για την αγορά τους προερχόταν από χρήματα που είχαν περιέλθει στην κατοχή της από την προαναφερόμενη εγκληματική δραστηριότητά της.
ιι) Επίσης, χρησιμοποίησε τον χρηματοπιστωτικό τομέα με το άνοιγμα:
-του υπ' αριθμ. ...55-95 τραπεζικού ατομικού λογαριασμού, που τηρεί στην ... της Ελλάδος, στον οποίο έως την 29-7-2011 κατόπιν συνεχών καταθέσεών της, πέτυχε την τοποθέτηση συνολικού ποσού 41.770,28 ευρώ, με σκοπό μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σε αυτά νομιμοφάνεια.
-του υπ' αριθμ. ...781-09 τραπεζικού κοινού λογαριασμού, που τηρεί στην ... της Ελλάδος, με συνδικαιούχους τα τέκνα της (τα οποία στερούνται ιδίων εσόδων), στον οποίο έως την 30-6-2010 κατόπιν συνεχών καταθέσεών της πέτυχε την τοποθέτηση συνολικού ποσού 60.902,54 ευρώ, με σκοπό μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σε αυτά νομιμοφάνεια.
-του υπ' αριθμ. ...869-24 τραπεζικού κοινού λογαριασμού, που τηρεί στην ... της Ελλάδος, με συνδικαιούχους τα τέκνα της (τα οποία στερούνται ιδίων εσόδων), στον οποίο έως την 30-6-2005 κατόπιν συνεχών καταθέσεών της, πέτυχε την τοποθέτηση συνολικού ποσού 47.638,16 ευρώ, με σκοπό μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σε αυτά νομιμοφάνεια.
-του υπ' αριθμ. ...103-51 τραπεζικού κοινού λογαριασμού, που τηρεί στην ... της Ελλάδος, με συνδικαιούχο τον Μ. Β. του Α., στον οποίο έως την 8-4-2010 κατόπιν συνεχών καταθέσεών της, πέτυχε την τοποθέτηση συνολικού ποσού 50.859,94 ευρώ, με σκοπό μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σε αυτά νομιμοφάνεια.
-του υπ' αριθμ. ...738 τραπεζικού ατομικού λογαριασμού, που τηρεί στην ..., στον οποίο κατόπιν συνεχών καταθέσεών της έως την 17-12-2010 πέτυχε την τοποθέτηση συνολικού ποσού 50.608,61 ευρώ, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, ώστε να προσδώσει στο εν λόγω έσοδο νομιμοφάνεια.
-του υπ' αριθμ. ...45070 τραπεζικού κοινού λογαριασμού, που τηρεί στην ..., με συνδικαιούχους τα τέκνα της (τα οποία στερούνται ιδίων εσόδων), στον οποίο έως την 26-1-2012 κατόπιν συνεχών καταθέσεών της, πέτυχε την τοποθέτηση συνολικού ποσού 11.294,72 ευρώ, με σκοπό μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σε αυτά νομιμοφάνεια.
- της υπ' αριθμ. ...618 προθεσμιακής κατάθεσης, που τηρεί στην ..., στην οποία κατέθεσε ποσό 21.620 ευρώ, με σκοπό μέσω της τοποθέτησης αυτής του παραπάνω εσόδου, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σε αυτό νομιμοφάνεια.
-του υπ' αριθμ. ...1017 τραπεζικού κοινού λογαριασμού, που τηρεί στην -τράπεζα ..., με συνδικαιούχους τα τέκνα της (τα οποία στερούνται ιδίων εσόδων), στον οποίο έως την 22-12- 2010 κατόπιν συνεχών καταθέσεων της, πέτυχε την τοποθέτηση συνολικού ποσού 10.000 ευρώ, με σκοπό μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σ' αυτά νομιμοφάνεια.
-του υπ' αριθμ. ...0590 τραπεζικού κοινού λογαριασμού, που τηρεί στην τράπεζα ..., με συνδικαιούχους τα τέκνα της (τα οποία στερούνται ιδίων εσόδων), στον οποίο έως την 2-1- 2006 κατόπιν συνεχών καταθέσεών της, πέτυχε την τοποθέτηση συνολικού ποσού 5.346,62 ευρώ, με σκοπό μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σ' αυτά νομιμοφάνεια.
Τις ανωτέρω πράξεις νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, των οποίων η τέλεση εντάσσεται στο συνολικό σχεδιασμό της για την ουσιαστική ολοκλήρωση της εν γένει παράνομης συμπεριφοράς της, τις ασκεί κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθ' όσον από την επανειλημμένη τέλεση τους, αλλά και από την υποδομή που είχε διαμορφώσει, προκύπτει σκοπός της για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς της.
Δ) Την κατηγορουμένη-αναιρεσείουσα Χ. Π. του Ε., ένοχη του ότι: "Δ.1 Στην ..., από το έτος 2004 έως το 2011, ενεργώντας από κοινού με τις κατωτέρω συγκατηγορούμενές της, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, έβλαψε ξένη περιουσία, επηρεάζοντας τα στοιχεία προγράμματος υπολογιστή, με τη χρησιμοποίηση μη ορθών (ψευδών) και ελλιπών στοιχείων κατά την εφαρμογή του, αποσκοπώντας να προσπορίσει στον εαυτό της, στις λοιπές συγκατηγορούμενές της και σε τρίτους παράνομο περιουσιακό όφελος ανώτερο των 30.000 ευρώ και των ....000 ευρώ, βλάπτοντας την περιουσία νπδδ. Διαπράττει δε απάτες με υπολογιστή κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεώς της και την υποδομή που είχε διαμορφώσει, προκύπτει σκοπός της για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας της. Ειδικότερα, κατά το χρονικό διάστημα από το έτος 2004 έως το έτος 2011, όντας υπάλληλος του τμήματος μητρώου του υποκαταστήματος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ... και αρμόδια να ελέγχει τις προϋποθέσεις, βάσει των οποίων κάποιος ασφαλισμένος αποκτά ασφαλιστική ικανότητα, δηλαδή το δικαίωμα να λαμβάνει παροχές από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με περισσότερες πράξεις της που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος και ενεργώντας από κοινού με τις συγκατηγορούμενές της 1) Ε. Μ., 2) Χ. Φ. και 3) Μ. Θ., οι οποίες ήταν αρμόδιες για την έγκριση ασφαλιστικών παροχών, χορήγησε ασφαλιστική ικανότητα σε 70 ασφαλισμένους, χωρίς τις απαιτούμενες προϋποθέσεις και τα απαιτούμενα παραστατικά- δικαιολογητικά, εισάγοντας μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή μη ορθά (ψευδή) και ελλιπή στοιχεία στο ολοκληρωμένο πληροφορικό σύστημα του ΙΚΑ- ΕΤΑΜ, τα οποία (ψευδή στοιχεία) αφορούσαν στα στοιχεία της προσωπικής κατάστασης του δικαιούχου ασφαλισμένου, στη δήθεν ύπαρξη των απαιτούμενων δικαιολογητικών για τη χορήγηση ασφαλιστικής ικανότητας ή στην ύπαρξη προϋποθέσεων για τη λήψη αυτής, δηλαδή χορήγησε ασφαλιστική ικανότητα στα κάτωθι αναφερόμενα 70 πρόσωπα, χωρίς αυτά να πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου. Με την εισαγωγή και χρήση των ψευδών αυτών στοιχείων στο πρόγραμμα του ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ, τα κάτωθι αναφερόμενα πρόσωπα απέκτησαν ασφαλιστική ικανότητα, δηλαδή δικαίωμα λήψης της απαιτούμενης παροχής από το ΙΚΑ- ΕΤΑΜ, με συνέπεια να χορηγηθούν σε αυτούς παροχές, συνολικού ποσού 1.552.287,64 ευρώ, κατόπιν εκδόσεως 629 αποφάσεων εγκριτικών παροχών προς αυτούς, τις οποίες ακολούθως εξέδωσαν κατά περίπτωση οι συγκατηγορούμενες της, Ε. Μ., Χ. Φ., Μ. Θ.. Με την εξακολουθητική τέλεση της ως άνω πράξεώς της αποσκοπούσε να προσπορίσει στον εαυτό της, στις συγκατηγορούμενες της και στους κάτωθι εμπλεκόμενους ασφαλισμένους παράνομο περιουσιακό όφελος, αντίστοιχο με το κάτωθι αναγραφόμενο ποσό εκάστης ασφαλιστικής παροχής, βλάπτοντας την περιουσία νπδδ κατά το ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, συνολικό ποσό των 1.552.287,64 ευρώ, που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από τον ως άνω ασφαλιστικό φορέα, το οποίο διένειμε με τις λοιπές συγκατηγορούμενές της, καθώς και με κάποιους από τους εμπλεκόμενους ασφαλισμένους.
Συγκεκριμένα, το συνολικό ποσό των 1.552.287,64 ευρώ προέκυψε από την έκδοση αποφάσεων για εκταμίευση των κάτωθι αναφερομένων ασφαλιστικών παροχών, που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως μετά την οριστικοποίηση 629 αποφάσεων, που αφορούν τους κάτωθι αναφερόμενους 70 ασφαλισμένους:
Δ.2 Κατά τον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο, με περισσότερες πράξεις της που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος παρείχε απλή συνδρομή (κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας) στις κατωτέρω συγκατηγορούμενές της υπαλλήλους του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ...ς, προκειμένου οι τελευταίες να βεβαιώσουν ψευδώς σε συνολικά 629 έγγραφα-αποφάσεις εγκριτικές παροχών του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, των οποίων η έκδοση αναγόταν στα καθήκοντά τους, γεγονότα που μπορούσαν να έχουν έννομες συνέπειες, καθόσον αυτά αποτελούσαν προϋποθέσεις καταβολής παροχών προς ασφαλισμένους του ως άνω ασφαλιστικού φορέα. Αποσκοπούσε δε να προσπορίσει στον εαυτό της, στις συγκατηγορούμενές της και σε τρίτους παράνομο περιουσιακό όφελος ανώτερο των 120.000 ευρώ, βλάπτοντας, την περιουσία νπδδ κατά ποσό ανώτερο των 150.000 ευρώ, με την εξακολουθητική εγκληματική δράση της επί μακρό χρονικό διάστημα και ενεργώντας κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως της και την υποδομή που είχε διαμορφώσει, προκύπτει σκοπός της για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας της, το δε συνολικό επιτευχθέν όφελος και η προκληθείσα σε βάρος του ως άνω νπδδ ζημία, υπερβαίνει κατά πολύ το ποσό των 150.000 ευρώ και είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. Ειδικότερα, κατά το χρονικό διάστημα από το έτος 2004 έως το έτος 2011, με περισσότερες πράξεις της, που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος και υπό την ιδιότητά της ως υπαλλήλου του τμήματος μητρώου του υποκαταστήματος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ... και αρμόδια για τον έλεγχο της ασφαλιστικής ικανότητας κάθε ασφαλισμένου (δηλαδή του δικαιώματος λήψης της εκάστοτε αιτούμενης παροχής από το ΙΚΑ), παρείχε απλή συνδρομή στις συγκατηγορούμενές της: 1) Ε. Μ., 2) Χ. Φ., 3) Μ. Θ., οι οποίες ήταν επίσης υπάλληλοι στην ίδια υπηρεσία και αρμόδιες για την αρχική και οριστική έγκριση ασφαλιστικών παροχών προς ασφαλισμένους, προκειμένου αυτές να βεβαιώσουν ψευδώς, σε συνολικά 629 αποφάσεις τους εγκριτικές παροχών 70 ασφαλισμένων, οι οποίες αναφέρονται ανωτέρω στο υπ' αριθμ. ΔΙ, ότι οι εν λόγω ασφαλισμένοι πληρούσαν τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση παροχών, διότι διέθεταν ασφαλιστική ικανότητα, ενώ στην πραγματικότητα η ίδια είχε χορηγήσει αυτήν παρανόμως σε αυτούς, κατόπιν κοινής τους συναπόφασης. Το γεγονός αυτό είχε έννομες συνέπειες, καθόσον με βάση τις ψευδείς αυτές βεβαιώσεις, που περιέχονται στις προαναφερόμενες στο υπό στοιχείο Δ.1 629 αποφάσεις εγκριτικές παροχών των ως άνω συγκατηγορουμένων της, χορηγήθηκαν ακολούθως στα 70 πρόσωπα που αναφέρονται στο υπό στοιχείο Δ.1 παροχές συνολικού ποσού 1.552.287,64 ευρώ. Με την εξακολουθητική τέλεση της ως άνω πράξεώς της, επί μακρό χρονικό διάστημα αποσκοπούσε να προσπορίσει στον εαυτό της, στις συγκατηγορούμενές της και στους 70 εμπλεκόμενους ασφαλισμένους, παράνομο περιουσιακό όφελος, αντίστοιχο με το ποσό εκάστης ασφαλιστικής παροχής, βλάπτοντας την περιουσία νπδδ κατά το, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας συνολικό ποσό των 1.552.287,64 ευρώ, που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από τον ως άνω ασφαλιστικό φορέα. Ενήργησε δε κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεώς της και την υποδομή που είχε διαμορφώσει, προκύπτει σκοπός της για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς της.
Δ.3. Στην ευρύτερη περιοχή της …., κατά το χρονικό διάστημα από το έτος 2004 έως την 8-3-2012, με περισσότερες, πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, προέβη στη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα:
ί) αποκτώντας, κατέχοντας και χρησιμοποιώντας περιουσιακά στοιχεία, εν γνώσει της κατά το χρόνο της κτήσεώς τους του γεγονότος ότι αυτά προέρχονται από χρήματα που απέκτησε από την προαναφερόμενη εγκληματική δραστηριότητά της και ii) χρησιμοποιώντας τον χρηματοπιστωτικό τομέα με το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών σε διάφορες τράπεζες και την τοποθέτηση σε αυτούς χρηματικών ποσών (εσόδων), τελώντας εν γνώσει του γεγονότος ότι αυτά προέρχονται από την προαναφερόμενη εγκληματική δραστηριότητά της, με σκοπό να προσδοθεί νομιμοφάνεια στα εν λόγω έσοδα. Τις πράξεις νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, των οποίων η τέλεση εντάσσεται στο συνολικό σχεδιασμό της για την ουσιαστική ολοκλήρωση της εν γένει παράνομης συμπεριφοράς της, τις ασκεί κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεσή τους, αλλά και από την υποδομή που είχε διαμορφώσει, προκύπτει σκοπός της για πορισμό εισοδήματος από αυτές και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας της. Ειδικότερα:
i) Την 19-4-2006, δυνάμει του υπ' αριθμ. ….31/2006 συμβολαίου αγοραπωλησίας συμβολαιογράφου, Α. Μ., νομίμως μεταγεγραμμένου, απέκτησε το 50% εξ αδιαιρέτου ιδανικό- μερίδιο ενός αγροτεμαχίου, εμβαδού 5.500 τ.μ., κειμένου στη θέση "..." του δήμου ..., καταβάλλοντος ως τίμημα σύμφωνα με το ανωτέρω συμβόλαιο το ποσό της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, ύψους 14.503 ευρώ, στην πραγματικότητα ωστόσο, ποσό τουλάχιστον διπλάσιο του ως άνω τιμήματος, λόγω της οικιστικής ανάπτυξης της περιοχής και της δυνατότητας οικοδομήσεώς του. Έκτοτε, συγκατέχει και χρησιμοποιεί το ως άνω ακίνητο με τον έτερο συγκύριο αυτού Α. Π. (σύζυγο της). Περαιτέρω, την 2-6-2008, δυνάμει του υπ' αριθμό …63/2008 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Μ. Μ., νομίμως μεταγεγραμμένου, απέκτησε το 50% εξ αδιαιρέτου ιδανικό μερίδιο ενός οικοπέδου, εμβαδού 454,03 τ.μ., κειμένου εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού- σχεδίου του δήμου ..., στη θέση "....ς" επί της οδού ..., καταβάλλοντος ως τίμημα σύμφωνα με το ανωτέρω συμβόλαιο το ποσό της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, ύψους 95.127,75 ευρώ, στην πραγματικότητα ωστόσο, ποσό τουλάχιστον διπλάσιο του ως άνω τιμήματος, λόγω της οικιστικής ανάπτυξης της περιοχής και της υψηλής εμπορικής αξίας της. Ακολούθως, επί του ανωτέρω ακινήτου, δυνάμει της υπ1 αριθμό … 96/24.7.2008 πράξης της ιδίας συμβολαιογράφου συνέστησε με τον συγκύριο αυτού Α. Π. (σύζυγο της), οριζόντια ιδιοκτησία επ' αυτού και ανήγειρε οικία επιφάνειας 165,90 τ.μ., βοηθητικό χώρο επιφάνειας 29 τ.μ., αποθήκη επιφάνειας 121,64 τ.μ., χώρο στάθμευσης 25,01 τ.μ. και πισίνα ιδιαιτέρως πολυτελούς κατασκευής και υψηλής εμπορικής αξίας. Έκτοτε, συγκατέχει και χρησιμοποιεί το ως άνω ακίνητο ως κύρια κατοικία της με τον συγκύριο αυτού-Α. Π. (σύζυγο της). Επίσης, κατά το έτος 2010 απέκτησε την πλήρη κυριότητα ενός αυτοκινήτου τύπου mini cooper, αξίας 3.500. ευρώ και έκτοτε κατείχε και χρησιμοποιούσε αυτό κατά τις καθημερινές της μετακινήσεις. Όλα τα ανωτέρω περιουσιακά στοιχεία τα απέκτησε, τελώντας κατά το χρόνο της κτήσεώς τους εν γνώσει του γεγονότος ότι το τίμημα για την αγορά τους προέρχεται από χρήματα που είχαν περιέλθει στην κατοχή της από την προαναφερόμενη εγκληματική δραστηριότητά της.
ii) Επίσης χρησιμοποίησε:
-τον υπ' αριθμ. ...0826 τραπεζικό κοινό λογαριασμό, που τηρεί στην ..., με συνδικαιούχο τον σύζυγο της-1Α. Π., στον οποίο με συνεχείς καταθέσεις της έως την 31-3-2008 πέτυχε την τοποθέτηση σε αυτόν συνολικού ποσού 187.097,41 ευρώ, ενώ την 9-6-2011 κατέθεσε σε αυτόν ποσό 89.000 ευρώ, με σκοπό, μέσω της τοποθέτησης αυτής του παραπάνω εσόδου, που εν γνώσει της προήρχετο από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σε αυτό νομιμοφάνεια.
- τον υπ' αριθμ. ...4823 τραπεζικό κοινό λογαριασμό που τηρεί στην Τράπεζα ..., με συνδικαιούχο τον σύζυγο της- Α. Π., στον οποίο με συνεχείς καταθέσεις έως την 29-1- 2008, πέτυχε την τοποθέτηση ποσών, συνολικού ύφους 30.507,19 ευρώ, έχοντας σκοπό μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σε αυτά νομιμοφάνεια.
- τον υπ' αριθμ. ...60242 τραπεζικό κοινό λογαριασμό που τηρεί στην ..., με συνδικαιούχο τον σύζυγο της, Α. Π., στον οποίο με συνεχείς καταθέσεις της έως την 31-1-2005, πέτυχε την τοποθέτηση ποσών, συνολικού ύψους 36.314,10 ευρώ, έχοντας σκοπό μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σε αυτά νομιμοφάνεια.
- τον υπ' αριθμ. ...713-71 τραπεζικό κοινό λογαριασμό, που τηρεί στην ..., με συνδικαιούχο τη μητέρα της Π. Δ. του Λ., στον οποίο με συνεχείς καταθέσεις της έως την 31-12-2011, πέτυχε την τοποθέτηση ποσών, συνολικού ύψους 26.567,66 ευρώ, έχοντας σκοπό μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σε αυτά νομιμοφάνεια.
- τον υπ' αριθμ. ...551-53 τραπεζικό λογαριασμό, που τηρεί στην ..., στον οποίο με συνεχείς καταθέσεις της έως την 26-8-2008, πέτυχε την τοποθέτηση ποσών, συνολικού ύψους 13.870,02 ευρώ, με σκοπό, μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, που εν γνώσει της προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική της δραστηριότητα, να προσδώσει σε αυτά νομιμοφάνεια.
Τις ανωτέρω πράξεις νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, των οποίων η τέλεση εντάσσεται στο συνολικό σχεδιασμό της για την ουσιαστική ολοκλήρωση της εν • γένει παράνομης συμπεριφοράς της, τις ασκεί κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθόσον από την επανειλημμένη τέλεσή τους, αλλά και από την υποδομή που είχε διαμορφώσει, προκύπτει σκοπός της για πορισμό εισοδήματος και σταθερή ροπή της προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς της".
Ε) Τον κατηγορούμενο-αναιρεσείοντα Κ. Κ. του Ι., ένοχο του ότι : Στην ευρύτερη περιοχή της …., κατά το χρονικό διάστημα από 1-12-2005 έως 8-3-2012, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, προέβη στη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, συστήνοντας και συμμετέχοντας σε ομάδα, αποτελούμενη από δύο τουλάχιστον άτομα και συγκεκριμένα από τον ίδιο και την συγκατηγορούμενη σύζυγο του, Μ. Ε. με την οποία:
i) απέκτησαν, κατείχαν και χρησιμοποίησαν από κοινού, αλλά και κατά μόνας περιουσιακά στοιχεία, εν γνώσει του γεγονότος, κατά το χρόνο της κτήσεως τους, ότι το τίμημα για την απόκτησή τους προέρχεται από χρήματα που λάμβαναν από την προαναφερόμενη εγκληματική δραστηριότητα της συζύγου του και αφορά τις αξιόποινες πράξεις της απλής συνέργειας σε πλαστογραφία, κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια με συνολικό όφελος και συνολική ζημία άνω των 30.000 ευρώ, αλλά και των 120.000 ευρώ, σε βάρος του νπδδ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από δράστες που εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος, της απάτης με υπολογιστή από κοινού κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, με συνολικό όφελος και συνολική ζημία άνω των 30.000 ευρώ, αλλά και των 120.000 ευρώ, σε βάρος του νπδδ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από δράστη που εξακολούθησε επί μακρόν χρόνο την τέλεση του εγκλήματος και της ψευδούς βεβαίωσης και άμεσης συνέργειας σε ψευδή βεβαίωση κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια σε βάρος του νπδδ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από δράστη που
εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος.
ιι) χρησιμοποίησαν από κοινού και κατά μόνας το χρηματοπιστωτικό τομέα με το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών σε διάφορες τράπεζες και την τοποθέτηση σε αυτούς χρηματικών ποσών (εσόδων), τελώντας εν γνώσει του γεγονότος ότι αυτά προέρχονται από την προαναφερόμενη εγκληματική δραστηριότητα της συζύγου του που αφορά τις αξιόποινες πράξεις της απλής συνέργειας σε πλαστογραφία κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια με συνολικό όφελος και συνολική ζημία 30.000 ευρώ, αλλά και των 120.000 ευρώ, σε βάρος του νπδδ ΙΚΑ- ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από δράστες που εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος, απάτης με υπολογιστή από κοινού κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, με συνολικό όφελος και συνολική ζημία άνω των 30.000 ευρώ, αλλά και των ....000 ευρώ, σε βάρος του νπδδ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, και της ψευδούς βεβαίωσης κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια σε βάρος του νπδδ ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, από δράστη που εξακολούθησε επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος, με σκοπό να προσδοθεί νομιμοφάνεια στα εν λόγω έσοδα.
Ειδικότερα:
i)Την 1-12-2005, δυνάμει του υπ' αριθμό …51/2005 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου ... Ά. Β., νομίμως μεταγεγραμμένου, απέκτησε από κοινού με τη σύζυγο του, Ε. Μ., κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος, ένα αγροτεμάχιο, εμβαδού 5.050 τ.μ., κείμενο στη θέση " ..." της κτηματικής περιοχής ..., καταβάλλοντας ως τίμημα σύμφωνα με το ανωτέρω συμβόλαιο, ποσό 50.000 ευρώ. Έκτοτε, κατείχαν και χρησιμοποιούσαν από κοινού το ως άνω ακίνητο. Την 2.7-12-2010, δυνάμει του υπ' αριθμό συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου
Μ. Χ., νομίμως μεταγεγραμμένου, απέκτησε από κοινού με τη σύζυγο του, Ε. Μ. κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου έκαστος, ένα οικόπεδο, εμβαδού 668 τ.μ., μετά της επ' αυτού οικίας, η οποία αποτελείται από ισόγειο χώρο επιφάνειας 206,65 τ.μ., υπόγειο επιφάνειας 107,10 τ.μ. και πισίνα εμβαδού 65,24 τ.μ., κείμενο εντός του οικισμού ... του δήμου ... στη θέση "...", επί της οδού ... , καταβάλλοντας ως τίμημα σύμφωνα με το ανωτέρω συμβόλαιο, το ποσό των 200.000 ευρώ, στην πραγματικότητα ωστόσο, ποσό τουλάχιστον διπλάσιο του ως άνω τιμήματος, λόγω της οικιστικής ανάπτυξης και της μεγάλης εμπορικής αξίας της περιοχής. Έκτοτε, κατείχε και χρησιμοποίησε το ως άνω ακίνητο ως εξοχική κατοικία από κοινού με την ως άνω συγκατηγορούμενη- σύζυγο του. Επίσης, ενεργώντας κατά μόνας, κατά το έτος 2008 απέκτησε την πλήρη κυριότητα ενός αυτοκινήτου τύπου JEEP CHEROKEE, αξίας 47.054 ευρώ, το οποίο έκτοτε κατείχε και χρησιμοποιούσε κατά τις καθημερινές του μετακινήσεις. Όλα τα ανωτέρω περιουσιακά στοιχεία τα απέκτησε είτε από κοινού με τη σύζυγο του Ε. Μ., είτε ενεργώντας κατά μόνας, τελώντας κατά το χρόνο της κτήσεώς τους εν γνώσει του γεγονότος ότι το τίμημα για την αγορά τους προέρχεται από χρήματα που είχαν περιέλθει στην κατοχή του από την αναφερόμενη εγκληματική δραστηριότητά του.
ii)Χρησιμοποίησε τον χρηματοπιστωτικό τομέα με το άνοιγμα του υπ' αριθμ. ...75 8 τραπεζικού ατομικού λογαριασμού, που τηρεί στην ... και την τοποθέτηση σε αυτόν χρηματικών ποσών (εσόδων) με συνεχείς καταθέσεις του, ιδίως με την κατάθεση του κατά την 10-2-2009 ποσού 1.000 ευρώ, την 10-11-2009 ποσού 1.000 ευρώ, την 29-3-2010 ποσού 9.800 ευρώ, την 5-1-2011 ποσού 1.400 ευρώ, την 7-2011 ποσού 1.500 ευρώ, την 6-4-2011 ποσού 1.000 ευρώ και την 7-9-2011 ποσού 2.000 ευρώ, τα οποία εν γνώσει του προέρχονταν από την προαναφερόμενη εγκληματική του δραστηριότητα, είχε ως σκοπό, μέσω της τοποθέτησης αυτής των παραπάνω εσόδων, να προσδώσει σε αυτά νομιμοφάνεια".
Κατόπιν αυτών :
Α) Ως προς την αίτηση αναίρεσης και τους πρόσθετους λόγους αυτής της Χ. Π. :
Με αυτά που δέχτηκε το Δικαστήριο, αναφορικά με την εν λόγω κατηγορουμένη-αναιρεσείουσα διέλαβε στην απόφασή του την από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σε αυτή, με πληρότητα και σαφήνεια, τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του για την συνδρομή των στοιχείων της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων της συμμορίας, της απλής συνέργειας σε πλαστογραφία μετά χρήσεως τελεσθείσα από την Χ. Σ. με συνολικό όφελος και συνολική ζημία ύψους 8.520,84 ευρώ, της απάτης με υπολογιστή από κοινού κατ'εξακολούθηση, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια με σκοπούμενο όφελος και προκληθείσα ζημία 1.552.287,64 ευρώ, της απλής συνέργειας σε ψευδή βεβαίωση κατ'εξακολούθηση, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια σε βάρος του νπδδ ΕΦΚΑ, καθολικού διαδόχου του ΙΚΑ- ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και συγκεκριμένα 1.552.287,64 ευρώ από δράστες που εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος και νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες κατ'εξακολούθηση, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια, για τα οποία καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και από τις οποίες πείσθηκε για την ενοχή της, καθώς και οι σκέψεις, με τις οποίες υπήγαγε τα παραπάνω περιστατικά, που έγιναν δεκτά, στις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1 α, 27 παρ. 1, 45, 46 παρ.ΐβ, 94 παρ. 1, 98 παρ. 1,2, 187 παρ. 5, 216 παρ. 3-1, 242 παρ. 3-1 του ΠΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1608/1950, 386 Α του ΠΚ, άρθρο 19 περ. αη, αιβ, ακγ, 2 παρ. 1 ν. 2331/1995,όπως ίσχυσαν πριν από την τροποποίησή του με το ν. 3424/2005 και άρθρο 1 αι περ. αα, στ, 11, β, γ, ε και 2 παρ. 1α όπως ίσχυαν μετά την τροποποίηση τους με το ν. 3424/2005 έως την κατάργηση τους με το ν. 3691/2008 και άρθρο 2 παρ. 2 α, γ, δ, ε, 45παρ. 1γ, ε, στ του ν. 3691/2008, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και ούτε ευθέως ή εκ πλαγίου παραβίασε, το δε πόρισμα της απόφασης, ως συνδυασμός αιτιολογικού και διατακτικούς δεν είναι ασαφές, αντιφατικό ή με λογικά κενά που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο. Ειδικότερα, παρά τις περί του αντιθέτου αιτιάσεις της αναιρεσείουσας : α) Όσον αφορά την κατά συναυτουργία τέλεση της πράξης της απάτης με υπολογιστή, εκτίθεται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά ότι η αξιόποινη αυτή πράξη διαπράχθηκε από κοινού, ήτοι με κοινό δόλο και συναπόφαση της αναιρεσείουσας και των συγκατηγορουμένων της Ε. Μ., Χ. Φ. και Μ. Θ., προσδιορίζονται δε και οι επιμέρους, σχετικές με τον τομέα αρμοδιότητάς τους, συγκλίνουσες διαδοχικές επιμέρους επεμβάσεις καθεμιάς εξ αυτών στην εξέλιξη του ολοκληρωμένου πληροφορικού συστήματος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δια της διαδοχικής εισαγωγής στον ηλεκτρονικό υπολογιστή μη ορθών και ελλιπών στοιχείων των ειδικότερα αναφερομένων προσώπων, που δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις χορήγησης ασφαλιστικών παροχών, ενώ από την αλληλουχία των πραγματικών περιστατικών, που εκτίθενται λεπτομερώς στην προσβαλλομένη ως προς τη δράση καθεμιάς εξ αυτών σαφώς συνάγεται ο κοινός δόλος αυτών, με αποτέλεσμα η τελική διάθεση του ποσού των 1.552.287,64 ευρώ, που καταβλήθηκε αχρεωστήτως από τον ανωτέρω ασφαλιστικό φορέα, αντίστοιχη της ζημία αυτού, να είναι το άμεσο αποτέλεσμα της ως άνω συμμετοχικής δράσης της αναιρεσείουσας, έτσι ώστε ουδεμία ασάφεια ή αντίφαση να υφίσταται ως προς την εφαρμογή των άρθρων 45 και 386 Α ΠΚ, ήτοι της από κοινού τέλεσης του εγκλήματος της απάτης με υπολογιστή, ενώ, μετά ταύτα, αβάσιμες τυγχάνουν οι επιμέρους αιτιάσεις αυτής ότι η ανωτέρω συμπεριφορά της δεν υπάγεται στη διάταξη του άρθρου 386 Α ΠΚ διότι προκειμένου να επέλθει διάθεση και κατ'επέκταση βλάβη του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ απαιτείτο η περαιτέρω παρεμβολή των παραπάνω συγκατηγορουμένων της, β) εν όψει του ότι μεταξύ των αξιοποίνων πράξεων της απάτης με υπολογιστή και της απλής συνέργειας σε ψευδή βεβαίωση, με συγκροτούντα εν προκειμένω, κατά τις παραδοχές της απόφασης, την κάθε μία από αυτές ξεχωριστά πραγματικά περιστατικά (εισαγωγή μέσω υπολογιστή μη ορθών (ψευδών) και ελλιπών στοιχείων στο πληροφορικό σύστημα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ - βεβαίωση ψευδώς σε έγγραφες εγκριτικές αποφάσεις ασφαλιστικών παροχών ότι οι σ'αυτές αναφερόμενοι πληρούσαν τις προϋποθέσεις για χορήγηση σ'αυτούς συγκεκριμένων παροχών) αλλά και λόγω ετερότητας του προστατευόμενου με κάθε μία από αυτές εννόμου αγαθού υφίσταται μεταξύ τους σχέση αληθούς πραγματικής συρροής (ΑΠ 1292/1997, ΑΠ 1882/1993, ΑΠ 1303/1991), ορθά το Δικαστήριο της ουσίας υπήγαγε τις ανωτέρω αξιόποινες πράξεις, για τις οποίες κηρύχθηκε ένοχη η αναιρεσείουσα στη διάταξη του άρθρου 94 παρ. 1 του ΠΚ, την οποία, παρά τα αντίθετα υποστηριζόμενα από αυτήν, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, γ) Για την κατάφαση της ενοχής της αναιρεσείουσας το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του όλα τα εισφερθέντα αποδεικτικά μέσα, δεν υπήρχε δε, κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προέκυψε από το καθένα χωριστά, ενώ το γεγονός ότι γίνεται ειδικότερη αναφορά σε ορισμένα από αυτά, δεν σημαίνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη και δεν συνεκτιμήθηκαν από το Δικαστήριο και τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα. Πλέον συγκεκριμένα, από το σύνολο των παραδοχών της προσβαλλομένης απόφασης προκύπτει αναμφίβολα ότι ειδικότερα για την κατάφαση της ενοχής της αναιρεσείουσας για την πράξη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, το Δικαστήριο ουδόλως προέβη σε επιλεκτική αξιολόγηση ορισμένων μόνο αποδεικτικών μέσων αλλ'αντιθέτως τα έλαβε όλα υπόψη του και ειδικότερα συναξιολόγησε με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και τα προσκομισθέντα απ'αυτήν έγγραφα κίνησης των τραπεζικών της λογαριασμών καθώς επίσης και τον λογαριασμό εξυπηρέτησης στεγαστικού δανείου 300.000 ευρώ με την αντίστοιχη σύμβαση όπως και τις φωτογραφίες του ΙΧΕ αυτοκινήτου μάρκας Mini Cooper και την από 25-4-2009 υπεύθυνη δήλωση του πωλητή Α. Ο., το γεγονός δε ότι δεν συντάχθηκε με το περιεχόμενο τους δεν σημαίνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη και δεν συναξιολογήθηκαν με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα. Περαιτέρω, η μη αναφορά στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης του αριθμού καθενός εκ των τραπεζικών λογαριασμών της αναιρεσείουσας δεν καθιστά ελλιπή την αιτιολογία της απόφασης κατά τούτο, αφού η ταυτότητα αυτών προκύπτει από την Τράπεζα στην οποία τηρείτο καθένας εξ αυτών, τον συνδικαιούχο αυτού και το ποσό αυτού κατά τις ειδικότερα αναφερόμενες στο σκεπτικό ημερομηνίες, που, κατά τις παραδοχές της απόφασης, προήρχετο στο σύνολο του από τις εγκληματικές δραστηριότητες της αναιρεσείουσας και τούτο πέραν του ότι οι αντίστοιχοι αριθμοί των εν λόγω λογαριασμών αναφέρονται στο διατακτικό της απόφασης, που μαζί με το σκεπτικό αποτελούν ενιαίο σύνολο και αλληλοσυμπληρώνονται, ενώ εκ προφανούς παραδρομής η αξία του ανωτέρω ΙΧΕ αυτοκινήτου υπολογίζεται στο σκεπτικό σε 35.000 ευρώ, αντί του αναφερομένου ορθού ποσού των 3.500 ευρώ που αναφέρεται στο διατακτικό. Τέλος, αναφορικά με την ως άνω αξιόποινη πράξη, το Δικαστήριο της ουσίας, αν και δεν ήταν υποχρεωμένο, απάντησε ειδικά και αιτιολογημένα σε όλους τους υπερασπιστικούς, αρνητικούς της κατηγορίας, ισχυρισμούς της αναιρεσείουσας, ότι, δηλαδή, τα ένδικα περιουσιακά της στοιχεία προέρχονταν από συγγενείς της, στεγαστικό δάνειο 300.000 ευρώ καθώς και από τα εισοδήματα αυτής και του συζύγου της, απορρίπτοντας αυτούς με την ακόλουθη, κατά λέξη, επαρκή αιτιολογία : ".. .από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ο ισχυρισμός που προβάλουν σχεδόν όλες οι κατηγορούμενες, ότι δηλαδή τα χρήματα ή τα αποκτηθέντα περιουσιακά στοιχεία προέρχονταν από γονείς ή αδέλφια όσον αφορά τη Χ. Π., πλην των τριών λογαριασμών όπως προαναφέρθηκε, από στεγαστικά δάνεια Δεν προέκυψε δηλαδή πριν το επίδικο διάστημα άριστη οικονομική κατάσταση των συγγενών αυτών που θα ήταν σε θέση να δώσουν ....τα ποσά αυτά των καταθέσεων. Δεν προσκομίστηκαν αποδεικτικά στοιχεία που να δηλώνουν την άριστη οικονομική κατάσταση των συγγενών αυτών...πριν το 2003 πλην των περιπτώσεων που προαναφέρθηκαν. Ούτε προέκυψε πως εξοφλήθηκαν τα δάνεια. Η ως άνω κρίση του Δικαστηρίου ενισχύεται και από το γεγονός ότι τα ιδιαίτερα σημαντικά ποσά, που συνολικά κατατέθηκαν στους επίδικους τραπεζικούς λογαριασμούς και εν μέρει εν συνεχεία χρησιμοποιήθηκαν.... για την αγορά ακινήτων και την ανέγερση επ'αυτών πολυτελών εξοχικών κατοικιών, όπως προαναφέρθηκε, δεν δικαιολογούνται από τα εισοδήματα των κατηγορουμένων, που προέρχονται από τη μισθοδοσία τους, ως υπαλλήλων του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από τους ως άνω ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς των κατηγορουμένων" και δ) Ως προς την αξιόποινη πράξη της συμμορίας (κατ'επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από εγκληματική οργάνωση), επαρκώς αιτιολογείται η ένωση (δηλαδή η συμφωνία) της αναιρεσείουσας μετά των ως άνω συγκατηγορουμένων της με σκοπό τη διάπραξη των ως άνω κακουργημάτων, για τα οποία κηρύχθηκε ένοχη και τα οποία είχαν προαποφασίσει και σχεδιάσει με βάση οργανωμένο σχέδιο δράσης εκμεταλλευόμενες τις αδυναμίες του ηλεκτρονικού συστήματος μηχανοργάνωσης, που εγκαταστάθηκε και λειτουργούσε στο ΙΚΑ από το 2002, ως τούτο προκύπτει από το σύνολο των παραδοχών της απόφασης. Εν όψει δε του ότι γίνεται δεκτό ότι "οι κατηγορούμενες είχαν μεταξύ τους καλές διαπροσωπικές σχέσεις", στοιχείο που επικρατεί στο έγκλημα της συμμορίας και διακρίνει αυτό από την πραγματοπαγούς χαρακτήρα εγκληματική οργάνωση, δεν ήταν αναγκαία για την πληρότητα της αιτιολογίας η παράθεση επιπλέον, αναφορικά με την πράξη αυτή, στοιχείων. Επομένως, οι σχετικοί, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' ΚΠΔ, πρώτος λόγος αναίρεσης και πρώτος πρόσθετος λόγος, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων των άρθρων 386 Α και 94 παρ. 1 του Π Κ και έλλειψη της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας αναφορικά με την καταδικαστική της κρίση για την πράξη της κατ'εξακολούθηση νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια και της συμμορίας, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Οι λοιπές επί μέρους εκτενείς αιτιάσεις της αναιρεσείουσας, που περιέχονται στον ως άνω πρόσθετο λόγο, με τις οποίες αμφισβητεί ότι προέκυψαν από τις αποδείξεις τα σε βάρος της πραγματικά περιστατικά, στα οποία το Δικαστήριο στήριξε την περί ενοχής αυτής κρίση του αναφορικά με τις πράξεις της συμμορίας και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, είναι απορριπτέες ως απαράδεκτες, καθόσον υπό την επίφαση της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και της έλλειψης νόμιμης βάσης, πλήττεται με αυτές η αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας.
Αυτοτελής ισχυρισμός, η απόρριψη του οποίου πρέπει να αιτιολογείται ιδιαίτερα ως απαιτούν οι διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ είναι και αυτός περί απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας επειδή δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις που αφορούν την κίνηση της ποινικής δίωξης από τον Εισαγγελέα (αρθρ. 171 περ. 1 β' ΚΠΔ). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 173 παρ. 2 ΚΠΔ, από τις απόλυτες ακυρότητες που μνημονεύονται στο άρθρο 171, όσες αναφέρονται σε πράξεις της προδικασίας μπορούν να προτείνονται ωσότου γίνεται αμετάκλητη η παραπομπή στο ακροατήριο. Η παραπάνω ακυρότητα, αν προβληθεί από τον κατηγορούμενο που εμφανίσθηκε στη δίκη και ο σχετικός ισχυρισμός- ένστασή του απορριφθεί από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, μπορεί να προβληθεί με λόγο εφέσεως ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου.
Αυτό αποτελεί την προϋπόθεση για να μπορεί να προτείνει παραδεκτά και πάλι στο Εφετείο τον σχετικό ισχυρισμό του και τούτο θα πρέπει γίνει πριν την ανάπτυξη της έφεσής του από τον εισαγγελέα ή πριν την εξέταση οποιουδήποτε αποδεικτικού μέσου, διαφορετικά είναι απαράδεκτος.
Στην προκειμένη περίπτωση, από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται από τον Άρειο Πάγο για την έρευνα της βασιμότητας των λόγων αναιρέσεως, προκύπτουν τα ακόλουθα : Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, που δίκασε σε πρώτο βαθμό, με τη με αριθμό 1376//2015 απόφασή του απέρριψε προεχόντως ως απαράδεκτη την προβληθείσα ένσταση της εκ των κατηγορουμένων Χ. Π. περί απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο κατ'άρθρ. 171 αρ. 1 στοιχείο β' ΚΠΔ, λόγω μη τήρησης των διατάξεων που καθορίζουν την κίνηση της ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα αναφορικά με την πράξη της πλαστογραφίας, που της αποδίδετο. Κατά της παραπάνω απόφασης, η αναιρεσείουσα άσκησε την με αριθμ. εκθ. 388/26-3-2015 έφεση και την με αριθμ. εκθ. 435/3-4-2015 συμπληρωματική της πρώτης, στην οποία με ειδικό λόγο έφεσης πρόβαλλε "απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας ως προς την κατηγορία για πλαστογραφία μονογραφών 48 ασφαλισμένων, αφού για την αντίστοιχη συγκεκριμένη πράξη δεν είχε κινηθεί από τον αρμόδιο Εισ. Πλημ/κων ποινική δίωξη, αλλά για άλλη εντελώς διαφορετική (πλαστογραφία αποφάσεων του Διοικητή του ΙΚΑ κατά προφανή παράβαση του αρθρ. 171 παρ. 1 εδ. β' ΚΠΔ)". Η εν λόγω όμως ένσταση, δεν υποβλήθηκε εγγράφως και κυρίως δεν αναπτύχθηκε προφορικά από τους εκπροσωπήσαντες αυτήν συνηγόρους της ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου προ της ενάρξεως της αποδεικτικής διαδικασίας παρά μόνο κατά την αγόρευσή τους μετά την περί της ενοχής πρόταση της Εισαγγελέα. Επομένως, εφόσον η εν λόγω ένσταση δεν επαναφέρθηκε παραδεκτά ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, το Πενταμελές Εφετείο με το να μην αποφανθεί επ'αυτής, απορρίπτοντάς την έτσι σιγή, δεν υπέπεσε στην πλημμέλεια της έλλειψης ακρόασης, απορριπτομένου, μετά ταύτα, του υποστηρίζοντος τα αντίθετα, δεύτερου, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β' ΚΠΔ, λόγου αναίρεσης.
Υπέρβαση εξουσίας, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, υπάρχει όταν το δικαστήριο άσκησε δικαιοδοσία που δεν του δίνει ο νόμος. Η υπέρβαση εξουσίας απαντάται είτε ως θετική είτε ως αρνητική. Θετική υπέρβαση υπάρχει όταν το δικαστήριο αποφάσισε για ζήτημα που δεν υπαγόταν στη δικαιοδοσία του, ενώ αρνητική όταν παρέλειψε να αποφασίσει για ζήτημα που είχε υποχρέωση στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των αρθρ. 320, 321, 339, 340 και 343 ΚΠΔ, προκύπτει ότι η κύρια διαδικασία στο ακροατήριο αρχίζει είτε με την έναρξη της προπαρασκευαστικής διαδικασίας, δηλαδή με την επίδοση στον κατηγορούμενο της κλήσης ή του κλητηρίου θεσπίσματος, είτε με την εμφάνιση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο και τη μη εναντίωση στη συζήτηση της υποθέσεως. Αν η επίδοση της κλήσεως ή του κλητηρίου θεσπίσματος είναι άκυρη, δεν αρχίζει η κυρία διαδικασία και δεν επέρχεται αναστολή της παραγραφής. Περαιτέρω κατά τη διάταξη του αρθρ. 319 παρ. 5 ΚΠΔ, το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, που εκδόθηκε κατά τις παρ. 3 και 4 του ίδιου άρθρου, επιδίδεται, με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, στον κατηγορούμενο και τους υπολοίπους διαδίκους, με τη φροντίδα του Εισαγγελέα Εφετών ή Πλημμελειοδικών και μόλις γίνει αμετάκλητο το βούλευμα, γίνεται η κλήση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο κατά το άρθρο 321 ΚΠΔ. Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη με εκείνες των αρθρ. 320 και 321 του ίδιου Κώδικα, συνάγεται ότι η μη έγκυρη επίδοση του παραπεμπτικού βουλεύματος στον κατηγορούμενο συνεπάγεται και την ακυρότητα της κλήσης προς αυτόν στο ακροατήριο, σύμφωνα με το άρθρο 171 παρ. 1, η οποία, αν δεν ανακύπτει θέμα αναστολής της παραγραφής της πράξης, μπορεί να καλυφθεί, κατά το άρθρο 174 παρ. 2, εφόσον ο κατηγορούμενος εμφανιστεί και δεν προβάλει αντιρρήσεις στην πρόοδο της δίκης. Τούτο, πολύ περισσότερο, ισχύει και στην περίπτωση που η κλήση στο ακροατήριο επιδόθηκε πριν το παραπεμπτικό βούλευμα καταστεί αμετάκλητο, παρά τα οριζόμενα στα αρθρ. 314 και 319 παρ. 5 ΚΠΔ, οπότε και στην περίπτωση αυτή το βούλευμα και η επίδοση τούτου είναι άκυρη. Το αμετάκλητο, όμως, του βουλεύματος στις περιπτώσεις των άρθρων 314 και 319 § 5 τέθηκε με την έννοια του σχετικώς αμετακλήτου. Δηλαδή σε σχέση με κάθε κατηγορούμενο, για τον οποίον το παραπεμπτικό βούλευμα κατέστη αμετάκλητο, οπότε νομίμως επιδίδεται κατά τις διατάξεις των άρθρων 314 και 319 § 5 η κλήση προς εμφάνιση αυτού στο ακροατήριο, μη δυναμένου να προβάλει αντιρρήσεις ότι το βούλευμα αυτό δεν έχει καταστεί αμετάκλητο για τον εισαγγελέα, λόγω μη παρελεύσεως της προθεσμίας ασκήσεως ενδίκων μέσων από αυτόν και τούτο διότι το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου και της πολιτείας επιβάλλει την άμεση εκκαθάριση της εκκρεμούς ποινικής υποθέσεως και δεν έχει νόημα να αναμείνει ο εισαγγελέας να καταστεί αμετάκλητο το βούλευμα, είτε ως προς άλλους συγκατηγορουμένους, είτε, βεβαίως, και ως προς την εκπροσωπούμενη από τον ίδιο εισαγγελική αρχή (ΑΠ 54/2017, ΑΠ 532/2011).
Εν προκειμένω πρέπει να σημειωθεί ότι μετά την κατάργηση του άρθρου 482 ΚΠΔ από 23-12-2010, ο κατηγορούμενος δεν έχει πλέον δικαίωμα να ζητήσει την αναίρεση βουλεύματος, με το οποίο παραπέμπεται στο ακροατήριο. Εξάλλου, κατά το άρθρο 502 παρ. 2 ΚΠΔ, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έχει εξουσία να κρίνει για εκείνα μόνο τα μέρη της πρωτόδικης απόφασης, στα οποία αναφέρονται οι λόγοι της έφεσης (ΑΠ 570/2008). Στην προκειμένη περίπτωση, από την, παραδεκτή για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, προκύπτει ότι η κατηγορουμένη και ήδη αναιρεσείουσα Χ. Π. προέβαλε αντιρρήσεις κατά της προόδου της δίκης, επικαλούμενη την ακυρότητα της γενομένης προς αυτήν στις 28-6-2013 επίδοσης της σχετικής κλήσης, λόγω του ότι το υπ'αριθμ. 1279/2013 παραπεμπτικό γι'αυτήν βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών δεν είχε καταστεί αμετάκλητο για τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, αφού δεν είχε παρέλθει ακόμη η προβλεπόμενη από το άρθρο 483 παρ. 3 ΚΠΔ μηνιαία προθεσμία από την έκδοσή του (25-6-2013), εντός της οποίας είχε δικαίωμα να ζητήσει την αναίρεση του. Δια της υπ'αριθμ. 1376/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών οι ανωτέρω αντιρρήσεις απορρίφθηκαν. Στη συνέχεια, ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου η αναιρεσείουσα προέβαλε εκ νέου δια των συνηγόρων της τον ισχυρισμό περί ακυρότητας της επιδόσεως της κλήσεως αυτής και της επιδόσεως του παραπεμπτικού βουλεύματος, διότι κατά τον ανωτέρω χρόνο επιδόσεως της κλήσεως δεν είχε παρέλθει η μηνιαία προθεσμία από της εκδόσεως του παραπεμπτικού βουλεύματος, εντός της οποίας ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου είχε δικαίωμα να ασκήσει αναίρεση. Ο ισχυρισμός όμως αυτός ήταν απαράδεκτος καθόσον κατά το παραπάνω, απορριπτικό των αντιρρήσεων της εν λόγω κατηγορουμένης, κεφάλαιο της η εκκαλουμένη απόφαση δεν προσβλήθηκε με σχετικό λόγο έφεσης, αλλά συγχρόνως και αβάσιμος, αφού, κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα πρόταση, εφόσον κατά την 28-6-2013 το παραπάνω επιδοθέν βούλευμα ήταν αμετάκλητο για την αναιρεσείουσα, η κατά τον ίδιο χρόνο επίδοση προς αυτήν της κλήσεως δεν έπασχε ακυρότητα επειδή δεν είχε παρέλθει η μηνιαία προθεσμία προς άσκηση αναίρεσης κατ'αυτού (βουλεύματος) από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Επομένως, εφόσον, με την συμπροσβαλλόμενη με αριθμό 407/2018 παρεμπίπτουσα απόφασή του, το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών απέρριψε τις προαναφερθείσες αντιρρήσεις με την αιτιολογία ότι "...Οι αντιρρήσεις αυτές είναι προεχόντως απαράδεκτες καθόσον αν και προβλήθηκαν στο πρωτόδικο δικαστήριο και απορρίφθηκαν, εν τούτοις το κεφάλαιο αυτό της εκκαλουμένης απόφασης δεν προσβάλλεται με λόγο έφεσης (άρθρο 502 παρ. 2 ΚΠοινΔ), Εξάλλου, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν ορθά ο αρμόδιος εισαγγελέας προέβη στην εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου με την επίδοση της κλήσης προς τη 2η κατηγορουμένη πριν παρέλθει η προθεσμία άσκησης αναίρεσης από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου", ορθά εφάρμοσε το νόμο και δεν υπερέβη την εξουσία του, απορριπτομένου του υποστηρίζοντος τα αντίθετα τρίτου, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η'ΚΠΔ, λόγου αναίρεσης.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 171 παρ. 2 του ΚΠΔ, απόλυτη ακυρότητα, που δημιουργεί λόγο αναίρεσης της απόφασης κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' του ΚΠΔ, επιφέρει και η παρά το νόμο παράσταση πολιτικής αγωγής στη διαδικασία του ακροατηρίου, η οποία υπάρχει όταν δεν συντρέχουν στο πρόσωπο του πολιτικώς ενάγοντα οι όροι της ενεργητικής νομιμοποίησης για την άσκηση της πολιτικής αγωγής σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63 και 64 του ΚΠΔ, ή όταν παραβιάσθηκε η διαδικασία που έπρεπε να τηρηθεί σχετικά με τον τρόπο και το χρόνο αίτησης και υποβολής της κατά το άρθρο 68 του ΚΠΔ. Περαιτέρω, την ιδιότητα του πολιτικώς ενάγοντα στην ποινική διαδικασία την αποκτά, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63, 64, 82, 84 και 87 του ΚΠΔ, εκείνος που δικαιούται, κατά το αστικό δίκαιο, να ζητήσει αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη. Τέτοιο δικαίωμα, ειδικότερα για χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη κατά τις διατάξεις των άρθρων 914 και 932 του ΑΚ έχει όποιος (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) υπέστη άμεσα ηθική βλάβη από την αξιόποινη πράξη που αποδίδεται στον κατηγορούμενο και όχι αυτός που ζημιώθηκε έμμεσα από την πράξη αυτή. Δηλαδή, πρέπει η πολιτική αγωγή για αξίωση χρηματικής ικανοποίησης ή αποζημίωσης να έχει άμεση σχέση και μάλιστα αιτιώδη συνάφεια με την κατηγορία, για την οποία ο κατηγορούμενος διώχθηκε και δικάζεται, τούτο δε κρίνεται κατά τα πραγματικά περιστατικά και το νομικό χαρακτηρισμό, όπως διατυπώνονται στο κλητήριο θέσπισμα ή στην κλήση του κατηγορούμενου και σύμφωνα με το προστατευόμενο αγαθό. Έτσι, για να προσδιορισθεί ποιος είναι ο αμέσως ζημιούμενος και αν έχει έννομο συμφέρον και νομιμοποιείται ενεργητικά σε άσκηση πολιτικής αγωγής, αναζητείται ποιο είναι το συμφέρον και το έννομο αγαθό που προστατεύει η συγκεκριμένη ποινική διάταξη που παραβιάσθηκε από τον κατηγορούμενο, για την οποία δικάζεται. Το επιτρεπτό της παράστασης του πολιτικώς ενάγοντα κρίνεται από το περιεχόμενο της απαίτησης που περιέχει η δήλωσή του και από το κατηγορητήριο που διαλαμβάνει την άδικη ή άδικες πράξεις, ενώ η ουσιαστική βασιμότητα της αξίωσης από την αποδεικτική διαδικασία. Περαιτέρω, εν όψει του ότι τόσο με το ν. 3691/2008 αλλά και με τους προηγούμενους αυτού νόμους 3424/2005 και 2331/1995, που αφορούν το ίδιο έγκλημα, ήτοι αυτό της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, σκοπός της θέσπισης του εν λόγω εγκλήματος είναι η προστασία περισσοτέρων του ενός εννόμων αγαθών (προστασία της απονομής της δικαιοσύνης, του οικονομικού συστήματος και της εμπιστοσύνης των πολιτών σ'αυτό, του υγιούς ανταγωνισμού και της θωράκισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος), κατά τον προσδιορισμό των οποίων πάντοτε λαμβάνεται υπόψη και το έννομο αγαθό που προστατεύεται με το έγκλημα, του οποίου το προϊόν νομιμοποιείται, γίνεται δεκτό ότι χωρεί παράσταση πολιτικής αγωγής στο έγκλημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, εφόσον τούτο επιτρέπεται και για το προηγηθέν βασικό έγκλημα, από το οποίο είναι δυνατή η πρόκληση άμεσης ζημίας σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο (ΑΠ 286/2019, ΑΠ 1149/2017). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης απόφασης, ο ΕΦΚΑ (Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης), ως καθολικός διάδοχος του ν.π.δ.δ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, νόμιμα εκπροσωπούμενος, δήλωσε παράσταση πολιτικής αγωγής για την χρηματική ικανοποίηση της ηθικής του βλάβης, που υπέστη από τις άνω πράξεις των κατηγορούμενων, μεταξύ αυτών και της ήδη αναιρεσείουσας Χ. Π., για το ποσό των 2.000.000 ευρώ από τον καθένα εις ολόκληρον με επιφύλαξη. Προ της ενάρξεως της αποδεικτικής διαδικασίας, η ως άνω αναιρεσείουσα, δια των συνηγόρων της, πρόβαλε αντιρρήσεις κατά της παράστασης πολιτικής αγωγής του ΕΦΚΑ ως προς το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα και ζήτησε την αποβολή της πολιτικής αγωγής από την ποινική διαδικασία ως προς το αδίκημα αυτό. Ειδικότερα, μετά την παράθεση νομικών σκέψεων, ισχυρίστηκε, κατά πιστή μεταφορά, τα ακόλουθα : "...Κατά την προηγουμένη δικάσιμο της 18-12-2017 το Ν.Π.Δ.Δ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δήλωσε ενώπιον του Δικαστηρίου σας, δια του συνηγόρου του, ότι παρίσταται ως πολιτικώς ενάγον κατά όλων των κατηγορουμένων (δηλαδή και κατά εμού) λόγω της ηθικής βλάβης αλλά και για την υλική ζημία την οποία υπέστη το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία "Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεως" (Ι.Κ.Α.).
Ενόψει, ωστόσο, των όσων ανωτέρω (υπό I) ανεπτύχθησαν, προκύπτει σαφώς ότι το Ν.Π.Δ.Δ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δεν νομιμοποιείται ενεργητικώς να παραστεί ως πολιτικώς ενάγον στην εις βάρος μου αρξαμένη ποινική διαδικασία για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, δεδομένου ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση οι παραβιασθέντες κανόνες δικαίου που συνδέουν αιτιωδώς τις αξιόποινες πράξεις προς τον φερόμενο ως ζημιωθέντα έχουν τεθεί για την προστασία του γενικού συμφέροντος -και μόνον- και όχι για την προστασία ιδιωτικών συμφερόντων, και ως εκ τούτου αφ' ενός μεν η παραβίαση των συγκεκριμένων κανόνων δεν γεννά αγώγιμες αξιώσεις αφ' ετέρου δε το Ν.Π.Δ.Δ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δεν είναι αμέσως αδικηθέν εκ της εγκληματικών πράξεων της νομιμοποιήσεως εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα και της εγκληματικής οργάνωσης.
Η παράσταση, εξάλλου, του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ως πολιτικώς ενάγοντος για το εν λόγο) αδίκημα δεν Οα είναι νόμιμη ακόμη και αν ήθελε γίνει δεκτή η -πάντως: μη επικρατήσασα στην ποινική επιστήμη- άποψη ότι με το αδίκημα της νομιμοποιήσεως εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα συμπροσβάλλεται το αυτό έννομο αγαθό το οποίο προσβάλλει και το βασικό αδίκημα από το οποίο απέρρευσαν τα παράνομα έσοδα - κάτι το οποίο θα σήμαινε, κατά προέκταση, ότι αντικείμενο προστασίας της ποινικής διάταξης περί νομιμοποίησης εσόδων μπορεί να αποτελούν και ιδιωτικά συμφέροντα ιδίως οσάκις το βασικό έγκλημα προστατεύει ατομικά έννομα αγαθά. Το αδίκημα, ωστόσο, της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, ανήκει στην κατηγορία των λεγομένων "εξηρτημένων" εγκλημάτων, η στοιχειοθέτηση των οποίων προϋποθέτει πάντοτε, κατ' ανάγκην, την ύπαρξη μιας άλλης αξιόποινης πράξης - στην περίπτωση δε της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα: την τέλεση κάποιου από τα "βασικά εγκλήματα" που απαριθμούνται στο άρθρο 3 του Ν. 3691/2008 (βλ. σχετικώς Χριστόπουλο, ΝοΒ 2012, σ. 2243 επ.). Ως εκ τούτου, η όποια τυχόν "ζημία" επέρχεται διά της παραβιάσεως της ποινικής διάταξης περί νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, δεν μπορεί ποτέ να είναι "άμεση", αλλά μόνον "έμμεση", διερχόμενη κατ' ανάγκην μέσω του "βασικού εγκλήματος", εκ του οποίου άλλωστε εξαρτάται και η ύπαρξη του οποίου αποτελεί προϋπόθεση για την επέλευση της. ... Τούτων δοθέντων, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι από το Δικαστήριο Σας ότι η εις βάρος μου δήλωση παράσταση πολιτικής αγωγής του Ν.Π.Δ.Δ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για το αδίκημα της νομιμοποιήσεως εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα είναι μη νόμιμη, σύμφωνα με όσα εξετέθησαν ανωτέρω, ενώ μια τέτοια παράνομη παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος Ν.Π.Δ.Δ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ θα καθιδρύσει απόλυτη ακυρότητα κατ' άρθρον 171 παρ. 2 ΚΠΔ η οποία λαμβάνεται υπ' όψη και αυτεπαγγέλτους από το Δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης ακόμη και στον Άρειο Πάγο.
Μετά ταύτα, το Δικαστήριο Σας θα πρέπει να κάνει δεκτές τις ως άνω αντιρρήσεις μου, να κρίνει μη νόμιμη κατά τα ανωτέρω την δήλωση παραστάσεως πολιτικής αγωγής του Ν.Π.Δ.Δ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, και να αποβάλει αυτό ως προς το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, αλλά και ως προς την αιτούμενη από αυτό αποζημίωση για υλική ζημία, από την εις βάρος μου ποινική διαδικασία".
Το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, με την με αριθμό 407/2018 παρεμπίπτουσα απόφασή του, με πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και ορθή νομική προσέγγιση, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην αμέσως προηγούμενη νομική σκέψη, απέρριψε τον ως άνω ισχυρισμό περί αποβολής της πολιτικής αγωγής ελλείψει ενεργητικής νομιμοποίησης, αφού δέχθηκε τα ακόλουθα : "....Στην προκείμενη υπόθεση ο ΕΦΚΑ, ως καθολικός διάδοχος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, δια των δικαστικών αντιπροσώπων του Ν.Σ.Κ., δήλωσαν στο ακροατήριο παράσταση πολιτικής αγωγής κατά των ως άνω κατηγορουμένων ζητώντας, από τον καθένα εις ολόκληρον, χρηματική ικανοποίηση 2.000.000 ευρώ, λόγω ηθικής βλάβης που του προκάλεσαν οι κρινόμενες πράξεις μεταξύ των οποίων και για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα. Η 2η κατηγορουμένη (δηλαδή η εδώ αναιρεσείουσα) δια των πληρεξουσίων συνηγόρων της, πρόβαλε αντιρρήσεις κατά της παράστασης πολιτικής αγωγής, όσον αφορά τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα. Οι αντιρρήσεις αυτές είναι απορριπτέες, καθόσον, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, το ως άνω ν.π.δ.δ-πολιτικώς ενάγον- δικαιούται να δηλώσει παράσταση πολιτικής αγωγής, αφού τούτο ζημιώθηκε αμέσως (ως φορέας των προσβαλλομένων έννομων αγαθών) από την εκ μέρους της κατηγορουμένης νομιμοποίηση των εσόδων που απέκτησε από τη σε βάρος του εγκληματική δραστηριότητά της, έτσι ώστε να θεμελιώνεται αξίωσή του για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης". Επομένως, ο τέταρτος, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' ΚΠΔ, λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται η αιτίαση της απόλυτης ακυρότητας, που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο λόγω μη νόμιμης παράστασης της πολιτικής αγωγής ενώπιον του δικάσαντος Δικαστηρίου ως προς το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Ωσαύτως, απορριπτέος ως αβάσιμος τυγχάνει και ο δεύτερος πρόσθετος λόγος, με τον οποίο η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι, μολονότι από το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, κατ'επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, ορισμένες αξιόποινες πράξεις, για τις οποίες κηρύχθηκε ένοχη, μετατράπηκαν από κακουργήματα σε πλημμελήματα, για κάποιες μειώθηκαν σημαντικά οι ποινές που της επιβλήθηκαν ενώ για άλλες μετατράπηκε η μορφή συμμετοχής της επί το επιεικέστερο από άμεση σε απλή συνέργεια, εν τούτοις το Δικαστήριο κατά τον προσδιορισμό της επιβληθείσας χρηματικής ικανοποίησης για ηθική βλάβη του πολιτικώς ενάγοντος επιδίκασε, χωρίς καμία απολύτως μείωση, το ίδιο ακριβώς χρηματικό ποσό ως και πρωτοδίκως, παραβιάζοντας με τον τρόπο αυτό την αρχή της αναλογικότητας. Ειδικότερα, κατά τη διάταξη του άρθρου 65 παρ. 2 του ΚΠΔ, "το ποινικό δικαστήριο αποφασίζει ελεύθερα σε κάθε περίπτωση που εκδικάζει υπόθεση αποζημίωσης". Ως αποζημίωση, κατά την έννοια της ως άνω διάταξης, νοείται όχι μόνο η υλική ζημία, αλλά και η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατ'άρθρο 932 του ΑΚ, της οποίας το ύψος προσδιορίζει το δικαστήριο κατ'ελεύθερη κρίση, ενώ η επιδίκαση από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο χρηματικής ικανοποίησης ίσου ύψους με το επιδικασθέν πρωτοδίκως ποσό, έστω και αν επιβλήθηκε μικρότερη ποινή, δεν συνιστά χειροτέρευση της θέσης του κατηγορουμένου (ΑΠ 315/2013). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως αναφέρεται στα πρακτικά της προσβαλλόμενης απόφασης, μετά την πρόταση της Εισαγγελέα "να επιδικασθεί η χρηματική ικανοποίηση υπέρ του ΕΦΚΑ ως πρωτοδίκως", οι συνήγοροι της αναιρεσείουσας "είπαν ότι επαφίενται στην κρίση του Δικαστηρίου", το δε Δικαστήριο επιδίκασε το ανωτέρω αιτηθέν ποσό, κρίση με την οποία, εν όψει του ύψους της ζημίας του πολιτικώς ενάγοντος (εξ'ου και το μέγεθος της ηθικής του βλάβης) και της εις ολόκληρον ευθύνης της αναιρεσείουσας μετά των λοιπών συγκατηγορουμένων της, ουδόλως παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας ούτε χειροτέρευσε τη θέση αυτής, ως αβάσιμα αυτή ισχυρίζεται. Μετά ταύτα, εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι αναίρεσης, κύριοι ή πρόσθετοι, προς έρευνα, η κρινόμενη αίτηση και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής πρέπει ν'απορριφθούν στο σύνολο τους και να επιβληθούν στην αναιρεσείουσα τα δικαστικά έξοδα [άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ].
Β) Ως προς την αίτηση αναίρεσης της Ε. Μ. και του Κ. Κ. :
Με αυτά που δέχτηκε το Δικαστήριο, αναφορικά με τους εν λόγω κατηγορούμενους-αναιρεσείοντες διέλαβε στην απόφασή του την από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σε αυτή, με πληρότητα και σαφήνεια, τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του για την συνδρομή των στοιχείων της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων της συμμορίας, της απλής συνέργειας κατά συναυτουργία σε πλαστογραφία μετά χρήσεως τελεσθείσα από την Χ. Σ. με συνολικό όφελος και συνολική ζημία ύψους 167.995,04 ευρώ υπό τις επιβαρυντικές περιστάσεις του ν. 1608/1950, της απάτης με υπολογιστή από κοινού και κατά μόνας κατ'εξακολούθηση, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια με σκοπούμενο όφελος και προκληθείσα ζημία 7.127.219,20 ευρώ, της ψευδούς βεβαίωσης από κοινού και κατά μόνας κατ'εξακολούθηση, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια σε βάρος του νπδδ ΕΦΚΑ, καθολικού διαδόχου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με επιτευχθέν όφελος και προκληθείσα ζημία άνω των 150.000 ευρώ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας και συγκεκριμένα 7.127.219,20 ευρώ από δράστες που εξακολούθησαν επί μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος και νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες από κοινού και κατά μόνας κατ'εξακολούθηση, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια, για τα οποία καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα Ε. Μ. και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα από κοινού και κατά μόνας κατ'εξακολούθηση, για την οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων Κων/νος Καραΐσκος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και από τις οποίες πείσθηκε για την ενοχή τους, καθώς και οι σκέψεις, με τις οποίες υπήγαγε τα παραπάνω περιστατικά, που έγιναν δεκτά, στις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1 α, 27 παρ. 1, 45, 46 παρ.ΐβ, 94 παρ. 1, 98 παρ. 1,2, 187 παρ. 5, 216 παρ. 3-1, 242 παρ. 3-1 του ΠΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1608/1950, 386 Α του ΠΚ, άρθρο 19 περ. αη, αιβ, ακγ, 2 παρ. 1 ν. 2331/1995 όπως ίσχυσαν πριν από την τροποποίησή του με το ν. 3424/2005 και άρθρο 1 αι περ. αα, στ, 11, β, γ, ε και 2 παρ. 1α όπως ίσχυαν μετά την τροποποίησή τους με το ν. 3424/2005 έως την κατάργησή τους με το ν. 3691/2008 και άρθρο 2 παρ. 2 α, γ, δ, ε, 45παρ. 1γ, ε, στ του ν. 3691/2008, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και ούτε ευθέως ή εκ πλαγίου παραβίασε, το δε πόρισμα της απόφασης, ως συνδυασμός αιτιολογικού και διατακτικού δεν είναι ασαφές, αντιφατικό ή με λογικά κενά που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο. Ειδικότερα, παρά τις περί του αντιθέτου αιτιάσεις των αναιρεσειόντων : α) Ως προς την αξιόποινη πράξη της συμμορίας (κατ'επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από εγκληματική οργάνωση), επαρκώς αιτιολογείται η ένωση (δηλαδή η συμφωνία) της αναιρεσείουσας Ε. Μ. μετά των ως άνω συγκατηγορουμένων της με σκοπό τη διάπραξη των ως άνω κακουργημάτων, για τα οποία κηρύχθηκε ένοχη και τα οποία είχαν προαποφασίσει και σχεδιάσει με βάση οργανωμένο σχέδιο δράσης εκμεταλλευόμενες τις αδυναμίες του ηλεκτρονικού συστήματος μηχανοργάνωσης, που εγκαταστάθηκε και λειτουργούσε στο ΙΚΑ από το 2002, ως τούτο προκύπτει από το σύνολο των παραδοχών της απόφασης. Εν όψει δε του ότι γίνεται δεκτό ότι "οι κατηγορούμενες είχαν μεταξύ τους καλές διαπροσωπικές σχέσεις", στοιχείο που επικρατεί στο έγκλημα της συμμορίας και διακρίνει αυτό από την πραγματοπαγούς χαρακτήρα εγκληματική οργάνωση, δεν ήταν αναγκαία για την πληρότητα της αιτιολογίας η παράθεση επιπλέον, αναφορικά με την πράξη αυτή, στοιχείων, β) Όσον αφορά την κατά συναυτουργία και κατά μόνας τέλεση της πράξης της απάτης με υπολογιστή κατ'εξακολούθηση, για την οποία καταδικάστηκε η εν λόγω αναιρεσείουσα , από το σύνολο των παραδοχών της απόφασης, προκύπτει σαφώς ότι κάθε εκ μέρους του ΙΚΑ επιζήμια περιουσιακή διάθεση (εκταμίευση) ασφαλιστικών παροχών προς μη δικαιούμενους αυτών ασφαλισμένους, ήταν αποτέλεσμα χωριστής κάθε φοράς πλάνης ως προς κάθε μία από τις εγκριτικές αποφάσεις των αναφερομένων σ'αυτές προσώπων. Επομένως, ως έκρινε και η προσβαλλόμενη, η ως άνω αναιρεσείουσα δεν τέλεσε μία αλλά πολλές επί μέρους πράξεις απάτης με υπολογιστή, που συνιστούν, λόγω της συνδέουσας αυτές ενότητας του δόλου, κατ'εξακολούθηση τέλεση του ως άνω εγκλήματος κατ'ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων των άρθρων 386 Α και 98 του ΠΚ, γ) ως προς την πράξη της απλής συνέργειας κατά συναυτουργία σε κακουργηματική πλαστογραφία μετά χρήσεως τελεσθείσα από την Χ. Σ. με τις επιβαρυντικές περιστάσεις του ν. 1608/1950, εφόσον, κατά τις παραδοχές της απόφασης, η εδώ αναιρεσείουσα ενήργησε στο πλαίσιο οργανωμένου σχεδίου μετά των συγκατηγορουμένων της για την, μέσω της εκταμίευσης αχρεώστητων χρηματικών παροχών προς ασφαλισμένους, ιδιοποίησή τους, αναμφίβολα προκύπτει η γνώση αυτής ότι στο σχέδιο αυτό περιλαμβάνονταν η εκ μέρους της Χ. Σ. θέση, στις ειδικότερα αναφερόμενες αποδείξεις καταβολών, πλαστών μονογραφών των ασφαλισμένων καθώς και ψευδών στοιχείων του δελτίου αστυνομικής τους ταυτότητας και η εν συνεχεία χρήση αυτών για την εκταμίευση των αχρεώστητων παροχών και τη μεταξύ τους ιδιοποίησή τους, ενώ, σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά, που ειδικότερα αναφέρονται στο σκεπτικό, η συνδρομή της αναιρεσείουσας έλαβε αναμφίβολα χώρα πριν την τέλεση της ως άνω πράξης της πλαστογραφίας και όχι μετά από αυτήν ως αβάσιμα υποστηρίζει, δ) με τις παραδοχές ότι "η εγγυητική και αποδεικτική λειτουργία του εγγράφου της εκδιδόμενης απόφασης παροχής, η οποία του προσδίδει δημόσια πίστη, δεν εξαντλείται στην άμεση υλοποίηση του επιδιωκόμενου κύριου αποτελέσματος (εκταμίευση και πληρωμή του οικείου ποσού), αλλά έγκειται επίσης στην, δι'αναφοράς στο περιεχόμενο του, δυνατότητα άρσης ή μη οποιονδήποτε αμφισβητήσεων θα μπορούσαν να προκύψουν στο μέλλον, μεταξύ ΙΚΑ και ασφαλισμένων ή τρίτων, ως προς το γεγονός αυτό της πληρωμής και της νομιμότητάς της και της επιτυχούς διεξαγωγής ενός μελλοντικού ελέγχου νομιμότητας από τα αρμόδια όργανα", ορθά προσδιορίστηκε η ιδιότητα των ειδικότερα αναφερομένων στο σκεπτικό εγγράφων αποφάσεων παροχών ως δημοσίων εγγράφων, στοιχειοθετούμενου έτσι του εγκλήματος της ψευδούς βεβαίωσης, για το οποίο καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα, αφού με βάση τον υπηρεσιακό τους προορισμό προορίζονται και για εξωτερική χρήση και επιπλέον παρέχουν δημόσια πίστη, ε) εν όψει του ότι μεταξύ των αξιοποίνων πράξεων της απάτης με υπολογιστή, της ψευδούς βεβαίωσης και της απλής συνέργειας σε πλαστογραφία, με συγκροτούντα εν προκειμένω, κατά τις παραδοχές της απόφασης, την κάθε μία από αυτές ξεχωριστά πραγματικά περιστατικά, ως αναλυτικά αναφέρονται στο σκεπτικό της απόφασης, αλλά και λόγω ετερότητας του προστατευόμενου με κάθε μία από αυτές εννόμου αγαθού, υφίσταται μεταξύ τους σχέση αληθούς πραγματικής συρροής (ΑΠ 737/2012, ΑΠ1306/2010, ΑΠ 1544/2007, ΑΠ 880/2000, ΑΠ 1292/97, ΑΠ1882/1993, ΑΠ 1303/1991), ορθά το Δικαστήριο της ουσίας υπήγαγε τις ανωτέρω αξιόποινες πράξεις, για τις οποίες κηρύχθηκε ένοχη η αναιρεσείουσα, στη διάταξη του άρθρου 94 παρ. 1 του ΠΚ, την οποία, παρά τα αντίθετα υποστηριζόμενα από αυτήν, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, στ) ειδικά και εμπεριστατωμένα εξειδικεύεται και αιτιολογείται η επιβαρυντική περίσταση της κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεσης εκ μέρους της αναιρεσείουσας Ε. Μ. των προαναφερθέντων εγκλημάτων, για τα οποία καταδικάστηκε με την παραδοχή της επανειλημμένης τελέσεώς τους και την αναλυτική παράθεση των πραγματικών περιστατικών επί των οποίων στηρίζεται η επανειλημμένη τέλεση των επί μέρους πράξεων καθώς και με την παραδοχή ότι από την αναλυτική και εξειδικευμένη, ως προς τις επιμέρους πράξεις, επανειλημμένη τέλεση προκύπτει αφενός μεν, αναμφίβολα, σκοπός πορισμού εισοδήματος λόγω της ιδιοποίησης μετά των συγκατηγορουμένων της των εκταμιευθέντων ποσών, αλλά και σταθερή ροπή αυτής για τέλεση των συγκεκριμένων εγκλημάτων, ως στοιχείο της προσωπικότητάς της, ζ) αναφορικά με το έγκλημα τη νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων Κων/νος Καραΐσκος, με τις παραδοχές ότι "όταν ο κατηγορούμενος απέκτησε τα παραπάνω ακίνητα, το αυτοκίνητο και άνοιξε το λογαριασμό, γνώριζε ότι τα χρήματα προέρχονταν από την ως άνω εγκληματική δραστηριότητα της συζύγου του, με την οποία συνοικούσε στο ίδιο διαμέρισμα μαζί με τα τέκνα τους. Η γνώση του κατηγορουμένου επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι ενώ η έρευνα στην κοινή συζυγική οικία των Μ.-Κ., ήταν σε εξέλιξη, οι δε αστυνομικοί είχαν παράλληλα πληροφορηθεί και την ύπαρξη αποθήκης της οικίας, στην οποία σκόπευαν να μεταβούν προς συνέχιση της έρευνας, κάποιος αστυνομικός πληροφόρησε τους λοιπούς αστυνομικούς ότι ο κατηγορούμενος Κ. Κ. εξαφανίστηκε. Αμέσως οι αστυνομικοί μετέβησαν στην αποθήκη, όπου κατέλαβαν των ως άνω κατηγορούμενο να κρατά στα χέρια του ένα κουτί που περιείχε χαρτονομίσματα ποσού 956.000 ευρώ. Ο κατηγορούμενος γνώριζε την αποθήκευση του μεγάλου αυτού χρηματικού ποσού στον συγκεκριμένο χώρο, και είχε πλήρη γνώση της προέλευσης των χρημάτων, από παράνομες υπηρεσιακές δραστηριότητες της συζύγου του. Άλλωστε, ο κατηγορούμενος είναι λογικό να γνωρίζει τα πραγματικά και νόμιμα έσοδα της οικογένειάς του και την αδυναμία συγκέντρωσης τόσο μεγάλων ποσών", αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα ο απαιτούμενος δόλος αυτού, ήτοι η γνώση του ότι τα χρήματα, με τα οποία αποκτήθηκαν τα παραπάνω περιουσιακά στοιχεία, προήρχοντο από τις ένδικες εγκληματικές δραστηριότητες της συζύγου του, για την κατάφαση της οποίας (γνώσης) το Δικαστήριο δεν αρκέστηκε μόνο στη συζυγική του ιδιότητα και η) Για την κατάφαση της ενοχής των αναιρεσειόντων το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του όλα τα εισφερθέντα αποδεικτικά μέσα, δεν υπήρχε δε, κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προέκυψε από το καθένα χωριστά, ενώ το γεγονός ότι γίνεται ειδικότερη αναφορά σε ορισμένα από αυτά, δεν σημαίνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη και δεν συνεκτιμήθηκαν από το Δικαστήριο και τα υπόλοιπα. Πλέον συγκεκριμένα, από το σύνολο των παραδοχών της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει αναμφίβολα ότι το Δικαστήριο ουδόλως προέβη σε επιλεκτική αξιολόγηση ορισμένων μόνο αποδεικτικών μέσων αλλ'αντιθέτως τα έλαβε όλα υπόψη του και ειδικότερα συναξιολόγησε με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και όλα τα προσκομισθέντα από τους αναιρεσείοντες έγγραφα προς υποστήριξη των υπερασπιστικών τους ισχυρισμών, το γεγονός δε ότι δεν συντάχθηκε με το περιεχόμενο τους δεν σημαίνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη και δεν συναξιολογήθηκαν με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα. Επομένως, ο σχετικός, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' ΚΠΔ, πρώτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων των άρθρων 386 Α, 242, 94 παρ. 1 και 98 του ΠΚ και έλλειψη της απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και έλλειψη νόμιμης βάσης για τις πράξεις για τις οποίες καταδικάστηκαν οι ως άνω αναιρεσείοντες, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Οι λοιπές επί μέρους εκτενείς αιτιάσεις αυτών, που περιέχονται στον ως άνω λόγο, με τις οποίες αμφισβητούν ότι προέκυψαν από τις αποδείξεις τα σε βάρος τους πραγματικά περιστατικά, στα οποία το Δικαστήριο στήριξε την περί ενοχής αυτών κρίση του, είναι απορριπτέες ως απαράδεκτες, καθόσον υπό την επίφαση της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και της έλλειψης νόμιμης βάσης, πλήττεται με αυτές η αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας.
Κατά το άρθρο 329 παρ. 1 εδ. α του ΚΠΔ, η συζήτηση στο ακροατήριο, καθώς και η απαγγελία της απόφασης γίνονται δημόσια σε όλα τα ποινικά δικαστήρια και επιτρέπεται στον καθένα να παρακολουθεί ανεμπόδιστα τις συνεδριάσεις, κατά δε το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. F του ίδιου Κώδικα, η παράβαση των διατάξεων για τη δημοσιότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο αποτελεί λόγο αναιρέσεως της δικαστικής απόφασης. Από τις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 331 ΚΠΔ, προκύπτει ότι η έλλειψη δημοσιότητας της συνεδριάσεως, που κατοχυρώνεται και συνταγματικά με τη διάταξη του άρθρου 93 παρ. 2, αποδεικνύεται μόνο από τα σχετικά πρακτικά της συγκεκριμένης δίκης. Εξάλλου, εφόσον στα πρακτικά ή την απόφαση αναφέρεται ότι η συνεδρίαση έγινε δημόσια, συνάγεται σαφώς ότι και η απόφαση απαγγέλθηκε δημόσια, εφόσον δεν αναφέρεται ότι διατάχθηκε η κεκλεισμένων των θυρών συζήτηση (ΑΠ 1009/2013, Α.Π. 236/2012, Α.Π. 1854/2008).
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δίκης, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση και η οποία ολοκληρώθηκε σε δώδεκα (12) συνεδριάσεις, αναφέρεται ρητά στην δεύτερη σελίδα ότι "Η συνεδρίαση έγινε δημόσια στο ακροατήριο του Δικαστηρίου". Παρόμοια αναφορά απαντάται και κατά την έναρξη όλων των εν συνεχεία, μετά από διακοπή, συνεδριάσεων που έλαβαν χώρα, ενώ, περαιτέρω, στα ίδια πρακτικά, πριν την απαγγελία κάθε αποφάσεως του Δικαστηρίου, αναφέρεται ότι "Το Δικαστήριο αφού διασκέφθηκε μυστικά ..., με παρούσα τη Γραμματέα κατάρτισε την απόφαση του", την οποία στη συνέχεια μέσω της Προέδρου "δημοσίευσε σε δημόσια συνεδρίαση", ενώ στο τέλος της διατύπωσης του εκάστοτε διατακτικού αναφέρονται τα ακόλουθα: "
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο του σε δημόσια συνεδρίαση". Βάσει των περικοπών αυτών των πρακτικών καθίσταται σαφές ότι όλες οι συνεδριάσεις του πιο πάνω Δικαστηρίου έγιναν δημόσια και επιτρεπόταν στον καθένα να παρακολουθεί ανεμπόδιστα αυτές, όλες δε οι αποφάσεις τούτου (Δικαστηρίου), κύριες και παρεμπίπτουσες, τόσο για την ενοχή όσο και για τις ποινές, κύριες και παρεπόμενες, που επιβλήθηκαν στους κατηγορουμένους και ήδη αναιρεσείοντες, απαγγέλθηκαν δημόσια. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Γ' του ΚΠΔ, πρώτος, κοινός λόγος αναίρεσης αυτών, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Ωσαύτως, οι εν λόγω αναιρεσείοντες με τον έκτο λόγο αναίρεσης επικαλούνται ακυρότητα της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω έλλειψης υπογραφής της Προέδρου του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών της επιμέρους αποφάσεως με την οποία τους επιβλήθηκαν οι ποινές για κάθε μία από τις αξιόποινες πράξεις για τις οποίες καταδικάστηκαν. Η αιτίαση όμως αυτή είναι απορριπτέα, όπως και ο παραπάνω λόγος αναίρεσης, καθόσον αφενός μεν η επί μέρους αυτή απόφαση εμπεριέχεται στα πρακτικά, που είναι ενσωματωμένα στην υπογεγραμμένη από την Πρόεδρο του Δικαστηρίου τελειωτική απόφαση, αφ'ετέρου δε την άνευ υπογραφής αυτή απόφαση, που προφανώς οφείλεται σε παραδρομή εν όψει του πολυσέλιδου της όλης απόφασης, ακολουθεί αμέσως, δεόντως υπογεγραμμένη, η απόφαση επί της συνολικής ποινής, η οποία ασφαλώς και έλαβε υπόψη τις επιμέρους ποινές που επιβλήθηκαν σε κάθε ένα εκ των αναιρεσειόντων για κάθε μία από τις πράξεις για τις οποίες αυτός κηρύχθηκε ένοχος. Μετά ταύτα, εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι αναίρεσης προς έρευνα, η κρινόμενη αίτηση πρέπει ν'απορριφθεί στο σύνολο της και να επιβληθούν στους αναιρεσείοντες τα δικαστικά έξοδα [άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ].
Γ) Ως προς την αναίρεση της Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών:
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 25 παρ.1 του Συντάγματος, με την οποία καθιερώνεται η αρχή της αναλογικότητας, "Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκηση τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας". Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 ΠΚ, όπου στο γενικό μέρος προβλέπεται ποινή ελαττωμένη χωρίς κανένα άλλο προσδιορισμό η ποινή που πρέπει να επιβληθεί επιμετρείται ως εξής : α) αντί για την ποινή της ισόβιας κάθειρξης επιβάλλεται πρόσκαιρη κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών...., ενώ το άρθρο 84 παρ. 1 ΠΚ ορίζει ότι η ποινή μειώνεται επίσης κατά το μέτρο του άρθρου 83 στις περιπτώσεις που το δικαστήριο κρίνει ότι συντρέχουν ελαφρυντικές περιστάσεις. Εξάλλου, στο άρθρο 85 ΠΚ ορίζεται ότι, όταν συντρέχουν περισσότεροι από ένας λόγοι για τη μείωση της ποινής κατά το άρθρο 83 ή όταν συντρέχουν ένας ή περισσότεροι τέτοιοι λόγοι μαζί με ελαφρυντικές περιστάσεις (άρθρο 84), εφαρμόζεται μόνο μία φορά η μείωση της ποινής σύμφωνα με το μέτρο που προβλέπει το άρθρο 83. Στην επιμέτρηση της ποινής λαμβάνονται υπόψη όλοι οι πιο πάνω λόγοι και ελαφρυντικές περιστάσεις. Ο παραπάνω κανόνας όμως δεν θα πρέπει να έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις συρροής λόγων μείωσης της ποινής όταν ο ένας λόγος αφορά το άδικο της πράξης (όπως συμβαίνει επί απλής συνέργειας του άρθρου 47 ΠΚ) και ο άλλος λόγος στην ελαφρυντική περίσταση, στο μέτρο που στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ανελαστική εφαρμογή του κανόνα του άρθρου αυτού (85 ΠΚ) προσκρούει στην αρχή της αναλογικότητας, με αποτέλεσμα να εξανεμίζεται η οποιαδήποτε πρακτική αξία που θα μπορούσε να έχει ως προς την ποινική μεταχείριση του κατηγορουμένου η καταδίκη του σε δεύτερο βαθμό για πράξεις ελαφρύτερες από εκείνες για τις οποίες είχε καταδικαστεί πρωτοδίκως καθώς και η αναγνώριση στο πρόσωπο του μιας επιπλέον ελαφρυντικής περίστασης. Επομένως, η παραπάνω συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας αλλά και το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ αναγνωρίζει στο δικαστή της ουσίας τη δυνατότητα, σε ορισμένες περιπτώσεις συρροής περισσότερων λόγων μείωσης της ποινής, να παρεκκλίνει από τον κανόνα του άρθρου85 ΠΚ και να μειώσει την ποινή και πέραν του κατωτάτου ορίου ποινής που προβλέπει το άρθρο 83 ΠΚ, ακριβώς προκειμένου να αποφύγει περιπτώσεις αφόρητης δυσαναλογίας και να διαφυλάξει έτσι την τήρηση της ως άνω αρχής της αναλογικότητας.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κήρυξε, μεταξύ άλλων, α) την κατηγορουμένη Μ. Ελένη του Α. ένοχη, μεταξύ άλλων, για την πράξη της απλής συνέργειας σε πλαστογραφία με χρήση από κοινού, κατ'εξακολούθηση, από δράστη που ενεργεί κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια, με συνολικό όφελος και ζημία που υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ και αυτό των 150.000 ευρώ σε βάρος ν.π.δ.δ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από δράστη που εξακολούθησε για μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος και β) την κατηγορουμένη Π. Χ. του Ε., μεταξύ άλλων, ένοχη απλής συνέργειας σε ψευδή βεβαίωση κατ'εξακολούθηση, από δράστη που ενεργεί κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια, με συνολικό όφελος και ζημία που υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ και αυτό των 150.000 ευρώ σε βάρος ν.π.δ.δ, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από δράστη που εξακολούθησε για μακρό χρόνο την τέλεση του εγκλήματος, μετά δε την αναγνώριση στη μεν πρώτη (Ε. Μ.) της ελαφρυντικής περιστάσεως του άρθρου 84 παρ. 2 ε' ΠΚ, στη δε δεύτερη των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ. 2 δ' και ε' ΠΚ, επέβαλε στη μεν Ε. Μ. για την ως άνω πράξη ποινή κάθειρξης οκτώ (8) ετών στη δε Χ. Π. για την ως άνω πράξη ποινή κάθειρξης οκτώ (8) ετών, με την ακόλουθη, κατά πιστή μεταφορά, αιτιολογία : "Στην υπό κρίση υπόθεση η εφαρμογή κατά γράμμα της διάταξης του άρθρου 85 θα προσέκρουε στην αρχή της αναλογικότητας εφόσον: Α) στην περίπτωση της πλαστογραφίας για την Χ. Σ. (αυτουργό), η απειλούμενη ποινή, με τις ελαφρυντικές περιστάσεις, που της αναγνωρίστηκαν, είναι τουλάχιστον 10 έτη κάθειρξη, για δε την Ε. Μ. (απλή συνεργό στην ίδια ως άνω πράξη), με την ελαφρυντική περίσταση, που της αναγνωρίστηκε, είναι η ίδια ως άνω ποινή κάθειρξης τουλάχιστον 10 ετών. Β) στην περίπτωση της ψευδούς βεβαίωσης για τις 1η, 3η, 4η και 5η των κατηγορουμένων, η απειλούμενη ποινή, με τις ελαφρυντικές περιστάσεις, που τους αναγνωρίστηκαν, είναι τουλάχιστον 10 έτη κάθειρξη, για δε τη Χ. Π. (απλή συνεργό στην ίδια ως άνω πράξη), με τις ελαφρυντικές περιστάσεις, που της αναγνωρίστηκαν, είναι η ίδια ως άνω ποινή κάθειρξης τουλάχιστον 10 ετών.
Συνεπώς, πρέπει η ποινή που θα επιβληθεί για το αδίκημα της απλής συνέργειας στην πλαστογραφία αλλά και της απλής συνέργειας στην ψευδή βεβαίωση στις προαναφερόμενες κατηγορούμενες να ελαττωθεί τόσο για το λόγο ότι συντρέχουν ελαφρυντικές περιστάσεις όσο και για το λόγο ότι πρόκειται για απλή συνέργεια, αφού αφορά στο άδικο της πράξης και συνεπώς η ελάττωση αυτή δεν αντίκειται στο άρθρο 85 ΠΚ". Έτσι όπως έκρινε το Δικαστήριο της ουσίας, ορθά, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 83 στοιχ. α' και 85 του ΠΚ. Επομένως, ο μοναδικός, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ, λόγος αναίρεσης της Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ως άνω διατάξεων, είναι αβάσιμος και ως εκ τούτου απορριπτέος, όπως και η κρινόμενη αίτηση στο σύνολο της. Τέλος, οι αναιρεσείοντες Χ. Φ., Χ. Π., Ε. Μ. και Κ. Κ. πρέπει να καταδικαστούν στη δικαστική δαπάνη του πολιτικώς ενάγοντος ΕΦΚΑ (αρθρ. 176, 183 ΚΠολΔ), μειωμένη κατ'άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 3693/57.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει: 1) την από 8-10-2018 με αριθμό γενικού πρωτ. 1...3/9-10- 2018 αίτηση της Χ. Φ. του Φ., κρατούμενης στο Κ.Κ. Γυναικών ..., 2) την από 12-10-2018 με αριθμό γενικού πρωτ. 11426/12-10-2018 αίτηση της Χ. Π. του Ε., κατοίκου ... ..., καθώς και τους από 22-3-2019 πρόσθετους λόγους αυτής, που κατατέθηκαν με χωριστό δικόγραφο στις 22-3-2019, 3) την από 15-10-2018 με αριθμό γενικού πρωτ. 11511/15-10-2018 κοινή αίτηση των Ε. Μ. του Α., κρατούμενης στο Κ.Κ. Γυναικών ... και Κ. Κ. του Ι., κατοίκου ..., οδός ..., και 4) την από 1-10-2018 με αριθμό 83/2018 αίτηση της Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών για αναίρεση της με αριθ. 407, 479, 1779/2018 απόφασης του Β' Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες Χ. Φ., Χ. Π., Ε. Μ. και Κ. Κ. στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα [250] ευρώ για τον καθένα καθώς και στη δικαστική δαπάνη του πολιτικώς ενάγοντος ΕΦΚΑ εκ τριακοσίων (300) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 21 Μαΐου 2019. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 18 Ιουνίου 2019.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ

Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ


<< Επιστροφή