Θέμα
Αγνώστου διαμονής επίδοση, Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Εφέσεως απαράδεκτο.
Περίληψη:
Παράνομη μεταφορά αλλοδαπών στο Ελληνικό Έδαφος κατά συναυτουργία. Απόρριψη εφέσεως ως απαράδεκτης (εκπρόθεσμης). Επίδοση πρωτόδικης αποφάσεως ως άγνωστης διαμονής, ενώ είχε γνωρίσει στην αρμόδια αρχή νόμιμα τη διεύθυνση της κατοικίας του κατά την προανάκριση. Η επίδοση της εκκαλουμένης έπρεπε να γίνει στη δηλωθείσα κατοικία του με θυροκόλληση και όχι ως άγνωστης διαμονής. Δικαιολογημένα δεν έλαβε γνώση αυτής ο αναιρεσείων και η έφεσή του δεν είναι εκπρόθεσμη. Κατ' ουσία βάσιμος ο λόγος για έλλειψη αιτιολογίας από το δικάσαν Εφετείο. Αναιρεί και παραπέμπει στο ίδιο Δικαστήριο για νέα εκδίκαση.
Αριθμός 349/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο - Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στην 1 Δεκεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Φώτιο Μήτση, περί αναιρέσεως της 499/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς.
Το Τριμελές Εφετείο Πειραιώς, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 15.4.2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 635/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκειμένη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τις διατάξεις του άρθρου 476 παρ. 1 και 2 του ΚΠοινΔ, όπως η πρώτη παράγραφος αντικαταστάθηκε με το 38 του ν. 3160/2003, το ένδικο μέσον απορρίπτεται ως απαράδεκτο, εκτός άλλων περιπτώσεων, και λόγω της εκπρόθεσμης ασκήσεώς του. Κατά της αποφάσεως, που απορρίπτει την έφεση ως εκπρόθεσμη, είναι επιτρεπτή η άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως για όλους τους λόγους που αναφέρονται περιοριστικά στη διάταξη του άρθρου 510 του ίδιου Κώδικα, μεταξύ των οποίων είναι και η ελλιπής αιτιολογία της, με την προϋπόθεση ότι αυτοί αναφέρονται στην ορθότητα της κρίσεως για το απαράδεκτο. Εξάλλου, η απόφαση με την οποία απορρίπτεται το ένδικο μέσο της εφέσεως ως απαράδεκτο, λόγω εκπρόθεσμης ασκήσεώς του, για να έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, από την έλλειψη της οποίας ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠοινΔ λόγος αναιρέσεως, πρέπει να διαλαμβάνει τον χρόνο της επιδόσεως στον εκκαλούντα της προσβαλλόμενης με την έφεση αποφάσεως, αν απαγγέλθηκε απόντος τούτου, και εκείνου της ασκήσεως αυτής, καθώς και το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση, χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό των στοιχείων εγκυρότητας του αποδεικτικού και της επιδόσεως, εκτός αν προβάλλεται με την έφεση λόγος ακυρότητας της επίδοσης ή ανώτερης βίας, λόγω της οποίας απωλέσθηκε η προθεσμία (του άρθρου 473 παρ. 1 του ΚΠοινΔ), οπότε η αιτιολογία, πρέπει να εκτείνεται και στα ζητήματα αυτά (Ολ. ΑΠ 4/1995). Μεταξύ των λόγων ακυρότητας της επιδόσεως, οι οποίοι πρέπει να προβάλλονται υποχρεωτικά με την έφεση, είναι και η επίδοση ως άγνωστης διαμονής, χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτής, μολονότι δηλαδή ο εκκαλών - κατηγορούμενος είχε γνωστή διαμονή. Επίσης, πρέπει να προβάλλεται υποχρεωτικά με την έφεση και ο λόγος ανωτέρας βίας, ως εκ της οποίας ο εκκαλών παρακωλύθηκε στην εμπρόθεσμη άσκησή της, στην έννοια όμως της οποίας (ανώτερης βίας), δεν εμπίπτει και ο ισχυρισμός για ακυρότητα της επιδόσεως, ως άγνωστης διαμονής και εντεύθεν μη γνώση από μέρους του εκκαλούντος της εκκαλούμενης αποφάσεως, διότι στην περίπτωση αυτήν ο τελευταίος μάχεται κατά του κύρους της επιδόσεως και εντεύθεν μη έναρξη καν της προθεσμίας ασκήσεως της εφέσεως και δεν επικαλείται λόγο ανώτερης βίας, δικαιολογητικό της εκπρόθεσμης ασκήσεως της εφέσεώς του. Ως άγνωστης διαμονής θεωρείται, κατά τις διατάξεις των άρθρων 156 παρ. 1 και 2 του ίδιου ως άνω Κώδικα, εκείνος που απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του και η διαμονή του είναι άγνωστη, για τη Δικαστική (Εισαγγελική) Αρχή που έχει εκδώσει το προοριζόμενο για επίδοση έγγραφο ή έχει παραγγείλει την επίδοσή του, έστω και αν αυτή είναι γνωστή σε τρίτους ή ακόμη και σε άλλη Εισαγγελική Αρχή ή και στην Αστυνομική Αρχή. Τόπος δε κατοικίας θεωρείται εκείνος που έχει δηλώσει ο κατηγορούμενος, κατά το άρθρο 273 παρ. 1 του ΚΠΔ, κατά την προανάκριση που τυχόν έχει ενεργηθεί και, σε περίπτωση αλλαγής κατοικίας, εκείνος που έχει δηλώσει στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή και αν δεν έχει ενεργηθεί προανάκριση ή ο κατηγορούμενος δεν έχει εμφανισθεί κατ' αυτήν, ως τόπος κατοικίας θεωρείται εκείνος που ο κατηγορούμενος είχε καταστήσει γνωστό στον μηνυτή και αναφέρεται στη μήνυση ή στην έγκληση.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Πειραιώς με την προσβαλλομένη υπ' αριθμ. 499/2009 απόφασή του, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, κατ' έφεση της με αριθμό ΑΤ.2020/2008 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, με την οποία ο αναιρεσείων καταδικάσθηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως 96 μηνών και συνολική χρηματική ποινή 33.000 ευρώ, για το αδίκημα της παράνομης μεταφοράς αλλοδαπών προς το ελληνικό έδαφος, απέρριψε την έφεσή του ως απαράδεκτη λόγω του εκπροθέσμου της ασκήσεως αυτής, με την εξής, κατά λέξη, αιτιολογία: "ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε ερήμην, με την απόφαση του Α' Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς, η οποία έχει αριθμό 499/2009. Η απόφαση αυτή του κοινοποιήθηκε στις 16.7.2008, όπως προκύπτει από το αποδεικτικό της επίδοσης της επιμελήτριας δικαστηρίων ... που βρίσκεται στη δικογραφία. Άσκησε την κρινόμενη έφεση στις 20.10.2008, δηλαδή μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας και χωρίς να αναφέρει στο έγγραφο της έφεσης λόγο που να δικαιολογεί την εκπρόθεσμη άσκησή της. Εξάλλου, ούτε από την αποδεικτική διαδικασία προέκυψε κάποιο στοιχείο που να δικαιολογεί την εκπρόθεσμη άσκηση της έφεσης και το Δικαστήριο δεν πείστηκε ότι ο κατηγορούμενος από ανώτερη βία άσκησε την έφεση, μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας. Επομένως πρέπει η έφεση αυτή να απορριφθεί ως απαράδεκτη". Όμως, όπως προκύπτει από τα έγγραφα της δικογραφίας, ο αναιρεσείων κατηγορούμενος, αφού καταδικάσθηκε ερήμην, άσκησε την από 20.102008 έφεσή του, παραπονούμενος ότι ουδέποτε έλαβε γνώση της εκκαλουμένης απόφασης. Έλαβε δε γνώση και η παρούσα ασκείται νομίμως και εμπροθέσμως, διότι η επίδοση της ως άνω αποφάσεως έγινε ως αγνώστου διαμονής και είναι απολύτως άκυρη, διότι είχε δηλωθεί κατά την προανάκριση η διαμονή του εκκαλούντος κατ' άρθρο 273 ΚΠΔ στην ανωτέρω διεύθυνση όπου είναι και η μόνιμη κατοικία του, ώστε θα έπρεπε η εκκαλουμένη να του επιδοθεί τουλάχιστον με θυροκόλληση, μετά ταύτα, ουδόλως εκκίνησε η προθεσμία για την άσκηση του παρόντος ενδίκου μέσου)". Έτσι, με αυτά όμως που δέχθηκε το Τριμελές Πλημμελειοδικείο για την απόρριψη του ισχυρισμού του αναιρεσείοντος ότι ήταν, κατά τον χρόνο επίδοσης προς αυτήν της εκκαλούμενης απόφασης, γνωστής διαμονής, και για την θεμελίωση της κρίσης του ότι καλώς έγινε η επίδοση αυτή προς τον εκκαλούντα ως άγνωστης διαμονής, δεν διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση την από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Ειδικότερα, δεν αναφέρεται στο αιτιολογικό της απόφασης αν ο αναιρεσείων ήταν ή όχι, κατά τον κρίσιμο χρόνο, άγνωστης διαμονής για την δικαστική αρχή που είχε παραγγείλει την επίδοση της απόφασης. Συγκεκριμένα, η αιτιολογία αυτή της προσβαλλομένης, όπως διατυπώνεται, είναι παντελώς ελλιπής και ασαφής, αφού επί του ισχυρισμού αυτού, όπως διατυπώθηκε στο δικόγραφο της εφέσεως, ουδόλως αναφέρεται κάτι για τον αναφερόμενο λόγο δικαιολογήσεως του εκπροθέσμου της εφέσεως, θεωρώντας εσφαλμένα ότι στο δικόγραφο της έφεσής του δεν αναφέρει λόγο που να δικαιολογεί την εκπρόθεσμη άσκηση της εφέσεως. Αναφέρει δε περαιτέρω ότι η εκκαλουμένη απόφαση κατά της οποίας ασκήθηκε η έφεση είναι η με αριθμό 499/2009, ενώ αντίθετα η εκκαλουμένη απόφαση είναι η με αριθμό ΑΤ-2020/2008, προφανώς όμως από παραδρομή. Επίσης, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της πρασβαλλομένης, ενώπιον του ακροατηρίου εξετάσθηκε ο μάρτυρας ... και αναγνώσθηκαν 5 έγγραφα, για τα οποία ουδέν αναφέρεται στο σκεπτικό της προσβαλλομένης περί του αν λήφθηκαν αυτά υπόψη για την στοιχειοθέτηση της δικανικής του κρίσης, μη αναφέροντας ουδέν περί τούτου. Κατά συνέπεια, ο αναιρεσείων κατά τον χρόνο επιδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως ήταν γνωστής διαμονής και είχε νόμιμα κατά την ΚΠΔ 273 δηλώσει την διεύθυνση της κατοικίας του κατά την εξέτασή του κατά τη διενεργηθείσα προανάκριση και, εφόσον δεν ανευρέθη στη διεύθυνση αυτήν, η επίδοση της άνω αποφάσεως έπρεπε να γίνει με θυροκόλληση, κατά τα οριζόμενα στην ΚΠΔ 155 παρ. 2. Έτσι, εφόσον δεν έγινε νόμιμη επίδοση της άνω αποφάσεως, η ασκηθείσα έφεσή του δεν ήταν εκπρόθεσμη. Επομένως, ο σχετικός από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναίρεσης, με τον οποίον προβάλλεται η πλημμέλεια της έλλειψης ειδικής αιτιολογίας ως προς τον χαρακτηρισμό του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου ως άγνωστης διαμονής κατά το χρόνο επίδοσης σ' αυτόν της εκκαλουμένης πρωτόδικης απόφασης, είναι βάσιμος και πρέπει, κατά παραδοχή του, να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 499/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς. Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα 9 Φεβρουαρίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 17 Φεβρουαρίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ