Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Αποδεικτικά μέσα, Βούλευμα παραπεμπτικό.
Περίληψη:
Η δημιουργία αμφιβολιών αν το Συμβούλιο κατά το σχηματισμό του αποδεικτικού του πορίσματος έλαβε υπόψη ιατροδικαστική γνωμοδότηση συνιστά έλλειψη αιτιολογίας και ιδρύει τον λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 494 παρ. 1 περ. δ΄ Κ.Π.Δ.. Αναιρεί και παραπέμπει.
Αριθμός 2038/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β' Ποινικό Τμήμα Διακοπών (Σε Συμβούλιο)
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Χρυσικό, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως), Ιωάννη Σίδερη και Νικόλαο Λεοντή - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αντωνίου Μύτη και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 5 Σεπτεμβρίου 2008, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως του 684/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης. Με κατηγορούμενους τους: Χ1, Χ2, Χ3 και Χ4, και με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ. Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτού, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 43/28.08.2008 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίας Στεφανοπούλου και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1399/2008.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αντώνιος Μύτης, εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αναστασίου Κανελλόπουλου με αριθμό 419/29.08. 2008, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Εισάγοντες την υπ'αριθμ. 43/28-8-2008 αναίρεση, την οποία νομοτύπως και εμπροθέσμως ασκήσαμε, κατά του υπ'αριθμ. 684/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης και αναφερόμενοι στους λόγους που περιέχονται στην άνω έκθεση, οι οποίοι είναι νόμιμοι, βάσιμοι και ορθοί, προτείνομεν να γίνει αυτή τυπικά και ουσιαστικά δεκτή, να αναιρεθεί το προσβαλλόμενο βούλευμα και να παραπεμφθεί η υπόθεση στο αυτό συμβούλιο με άλλους δικαστές. Αθήνα 29 Αυγούστου 2008
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου ΠάγουΑναστάσιος Κανελλόπουλος"
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την 43/28-8-2008 αίτηση αναιρέσεως του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου νομότυπα και εμπρόθεσμα προσβάλλεται το 684/1-7-2008 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης (ΚΠοινΔ 483 § 3 εδ. 1, 479 § 2 εδ. 1, 168 § 1 εδ. 1, 473 § 4, ΚΠολΔ 145 § 2) και με την έννοια αυτή ερευνάται στη συνέχεια.
Ειδικότερα, κατά το άρθρο 484 § 1 περ. δ' ΚΠοινΔ ιδρύεται λόγος αναιρέσεως αν το βούλευμα δεν διαθέτει στις ουσιαστικές παραδοχές του την επιβαλλόμενη από τα άρθρα 93 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ ειδική αιτιολογία. Διαθέτει την ειδική αυτή αιτιολογία αναφορικά με τα αποδεικτικά μέσα αν από την κατ' είδος μνεία αυτών και το λοιπό περιεχόμενο του βουλεύματος προκύπτει με βεβαιότητα ότι ελήφθησαν υπόψη στο σύνολό τους. Κατά τις αιτιολογίες του προσβαλλόμενου βουλεύματος "Από το αποδεικτικό υλικό που συγκεντρώθηκε κατά τη διενεργηθείσα προκαταρκτική εξέταση και προανάκριση, το οποίο αξιολογείται κατά την αρχή της ηθικής απόδειξης (άρθρο 177 ΚΠΔ) και ειδικότερα από το σύνολο των εγγράφων της δικογραφίας, στα οποία συμπεριλαμβάνεται και το από 21-2-2007 πόρισμα της ένορκης διοικητικής εξέτασης της διενεργηθείσας από το "Α.Ν.Θ. Θεαγένειο", των από 1-3-2007 και 2-11-2007 εκθέσεων ιατρικής πραγματογνωμοσύνης του νομίμως διορισθέντος πραγματογνώμονα από τον ΙΓ Πταισματοδίκη Θεσσαλονίκης στα πλαίσια της διενεργηθείσης προκαταρκτικής εξέτασης Γ, Καθηγητή Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, των μαρτυρικών καταθέσεων και ιδιαίτερα των Δ, Ε, ΣΤ και Ζ και των απολογιών των κατηγορουμένων προέκυψαν τα ακόλουθα κρίσιμα και ουσιώδη γεγονότα: Η Α, φαρμακοποιός, γεννηθείσα την ..., ήταν παντρεμένη με τον ΣΤ από το 1986, με τον οποίο βρισκόταν σε διάσταση από το 1990, διατηρούσε, όμως, στενή φιλική σχέση με αυτόν. Την τελευταία δεκαετία είχε συνδεθεί ερωτικά με τον Ζ με τον οποίο και συζούσε. Ο τελευταίος, όπως και οι στενοί της φίλοι (και κουμπάροι) και ιατροί Δ και Ε, αναφέρουν στις καταθέσεις τους ότι η Α από παλιά αντιμετώπιζε γυναικολογικά (κύστες στις ωοθήκες, αμηνόρροια) και εντερικά προβλήματα (τυμπανισμό, δυσπεψία, δυσκολία στις κενώσεις), λόγω δε αυτών ελάμβανε μειωμένη τροφή, με συνέπεια το σωματικό βάρος της σε σχέση με το ύψος (1,64 μ) και την ηλικία της (42 ετών) να είναι ιδιαίτερα χαμηλό, ήτοι μόλις 46 κιλά. (βλ. το από 27-10-2003 προεγχειρητικό δελτίο του ΑΝΘ Θεαγένειο). Η ίδια απέδιδε αυτά τα προβλήματα στο άγχος λόγω των επαγγελματικών και οικογενειακών υποχρεώσεών της και τα αντιμετώπιζε πρόχειρα με φαρμακευτική αγωγή δικής της επιλογής, συνήθως αναλγητικά και σπασμολυτικά, φοβούμενη τις χειρουργικές επεμβάσεις, που ενδεχομένως θα της πρότειναν οι ιατροί. Την 17-10-2003, ημέρα Σάββατο, μετά από φιλικό δείπνο, αντιμετώπισε έντονο κοιλιακό άλγος και έκανε εμετό. Επειδή τα συμπτώματα αυτά συνεχίσθηκαν και την επόμενη ημέρα, επισκέφθηκε το Ιπποκράτειο Νοσοκομείο, του οποίου το γυναικολογικό τμήμα εφημέρευε εκείνη την ημέρα, φοβούμενη μήπως έσπασε κάποια κύστη της ωοθήκης. Υποβλήθηκε σε αιματολογικές εξετάσεις και πριν ακόμη λάβει τα αποτελέσματα, τα οποία "έδειξαν χαμηλά λευκά", θεωρώντας ότι το πρόβλημα της δεν είναι γυναικολογικό, "έπεισε" τον φίλο της Ζ να φύγουν και να πάνε στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, του οποίου το γαστρεντερολογικό τμήμα εφημέρευε. Αφού υπεβλήθη σε υπερηχογράφημα, το οποίο δεν βοήθησε στη διάγνωση της πάθησης λόγω των πολλών αερίων στην κοιλιακή χώρα, της συνέστησαν να επιστρέψει στην οικία της και να προσπαθήσει να αφοδεύσει, άλλως θα την εισήγαγαν για νοσηλεία. Επιστρέφοντας στο σπίτι της ένιωσε καλύτερα και το βράδυ της ίδιας ημέρας ενημέρωσε σχετικά τον εφημερεύοντα ιατρό του ΑΧΕΠΑ, ο οποίος υπέθεσε ότι πρόκειται για γαστρεντερίτιδα με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου. Επειδή τα ως άνω συμπτώματα μαζί με πυρετό συνεχίσθηκαν και τις επόμενες ημέρες, η Α επισκέφθηκε την 22-10-2003 τον γαστρεντερολόγο του Πολυϊατρείου του ΙΚΑ επί της οδού ... -επειδή ήταν επάνω από το φαρμακείο της-, ο οποίος και την παρέπεμψε στο ΑΧΕΠΑ, του οποίου το γαστρεντερολογικό τμήμα εφημέρευε. Συνοδευόμενη από το σύζυγο της ΣΤ, εισήχθη στην Προπαιδευτική Χειρουργική Κλινική του ΑΧΕΠΑ, θάλαμος 403, με κοιλιακό άλγος, υψηλό πυρετό και λευκοκυττάρωση. Εντούτοις και παρά τις αντίθετες συστάσεις των θεραπόντων ιατρών, αρνήθηκε τόσο την δακτυλική εξέταση του εντέρου προκειμένου να διασαφηνισθεί εάν παρουσίαζε οξύ χειρουργικό πρόβλημα, όσο και την παραμονή της στην κλινική λόγω του ότι ο θάλαμος ήταν 8κλινος και απεχώρησε οικεία βουλήσει, συνυπογράφοντας το σχετικό δελτίο τόσο αυτή, όσο και ο σύζυγος της. Την επόμενη ημέρα 23-10-2003 μετέβη στο Νοσοκομείο Παπανικολάου, όπου υπηρετούσε η στενή φίλη και κουμπάρα της Ε, ιατρός-νεφρολόγος, η οποία θορυβημένη από την ένταση και τη διάρκεια των συμπτωμάτων της συνέστησε αξονική τομογραφία. Η Α μετέβη στο ιδιωτικό διαγνωστικό κέντρο Euromedica Αλεξάνδρειο, όπου υπεβλήθη σε αξονική τομογραφία άνω κάτω κοιλίας και οπισθοπεριτοναϊκού χώρου από τον ιατρό ακτινολόγο Δ (εξάδελφο του κουμπάρου της), όπου διαπιστώθηκε "Παρουσία αποστηματικής συλλογής με σχηματισμό υγραερικού επιπέδου στην ελάσσονα πύελο παραοβελιαία αριστερά διαστάσεων 7X7X3 εκ. με παχύ τοίχωμα και συνοδό διήθηση του πέριξ λίπους και στένωση του αυλού των παρακειμένων ελίκων με πάχυνση του τοιχώματος αυτών πιθανότατα σε έδαφος εκκολπωματίτιδος". Σημειωτέον ότι η αξονική τομογραφία από μόνη της δεν οδηγεί σε πλήρη διάγνωση, αλλά για την πληρότητα αυτής θα πρέπει να συνδυάζεται και με άλλες εξετάσεις, όπως δακτυλική κλπ. Το βράδυ εκείνης της ημέρας (23-10-2003) επισκέφθηκε, συνοδευόμενη από το σύζυγο της, τους κουμπάρους της Δ και Ε στην οικία τους και αφού τους έδειξε τα αποτελέσματα της αξονικής τομογραφίας, της συνέστησαν την άμεση εισαγωγή της στο νοσοκομείο. Η ίδια ζήτησε από τον Δ να μεσολαβήσει για την εισαγωγή της στο Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης Θεαγένειο, όπου αυτός υπηρετεί ως καρδιολόγος ιατρός, παρόλο που το περιστατικό δεν ήταν καρκίνος, προκειμένου, εάν χρειαζόταν, να την χειρουργήσει ο Χ3, αναπληρωτής διευθυντής του Β' Χειρουργικού Τμήματος του ανωτέρω νοσοκομείου, τον οποίο εμπιστευόταν ιδιαίτερα γιατί και στο παρελθόν την είχε εγχειρήσει στο μαστό με επιτυχία. Μάλιστα τηλεφώνησαν στον ανωτέρω ιατρό, ο οποίος της πρότεινε να εισαχθεί άμεσα στο νοσοκομείο ή έστω να ερχόταν ο ίδιος στην οικία του Δ για να την εξετάσει εκείνο το βράδυ. Η Α αποφάσισε να τον συναντήσει την επόμενη ημέρα στο νοσοκομείο. Πράγματι την 24-10-2003, ημέρα Παρασκευή, εισήχθη στη Β' Χειρουργική Κλινική του Α.Ν.Θ. Θεαγενείου, υπεβλήθη σε διάφορες εξετάσεις, πλην της δακτυλικής την οποία αρνήθηκε επιμόνως και επειδή διαγνώσθηκε η ύπαρξη αποστήματος στην κοιλιακή χώρα και δη στον αριστερό λαγόνιο βόθρο, ενημερώθηκε από τον θεράποντα ιατρό της Χ3 για την αναγκαιότητα άμεσης χειρουργικής επέμβασης και το είδος αυτής. Η ίδια λόγω των ιατρικών της γνώσεων (ως φαρμακοποιού), αλλά και της προσωρινής βελτίωσης της συμπτωματολογίας, αρνήθηκε αρχικά την χειρουργική αντιμετώπιση της παθήσεως της, θεωρώντας εσφαλμένα ότι μπορεί να εντοπισθεί με φαρμακευτική αγωγή. Εντούτοις, ο ως άνω θεράπων ιατρός επέμεινε και την προετοίμασε με υποστηρικτική αγωγή (διακοπή σίτισης, χορήγηση ορού και αντιβίωσης κλπ) για χειρουργική επέμβαση επί δύο εικοσιτετράωρα, καθότι τα συμπτώματα και δη ο πυρετός μαζί με το κοιλιακό άλγος δεν υποχωρούσαν και τελικά η Α συνήνεσε στη διενέργεια ερευνητικής λαπαροτομίας, αποκλείοντας ρητά το ενδεχόμενο διενέργειας κολοστομίας και την Δευτέρα 27-10-2003 και ώρα 12.00 εισήχθη στο χειρουργείο της Β' Χειρουργικής, ως επείγον περιστατικό, όπου υπεβλήθη σε ερευνητική λαπαροτομία και παροχέτευση ενδοκοιλιακού αποστήματος. Την επέμβαση διενήργησαν οι Χ3 και ο Διευθυντής της Β' Χειρουργικής Κλινικής του Θεαγενείου Χ2, ενώ βοηθοί χειρούργοι ήταν οι Χ1, ειδικευόμενος ιατρός θωρακοχειρουργικής και Χ4, επιμελητής Α' Χειρουργικής του Γ' Χειρουργικού Ογκολογικού - Μαστού τμήματος του ιδίου Νοσοκομείου. Παρών στο χειρουργείο ήταν και ο Δ. Ο Χ3 της διάνοιξε το δέρμα με τομή υπερυπομφάλιο, δηλαδή από το στέρνο έως την ηβική σύμφυση - και όχι υπερομφάλιο ή υπομφάλιο, όπως κακώς εκλαμβάνει η μηνύτρια - και κατόπιν ο Χ2 διάνοιξε το περιτόναιο και αφού απώθησε το επιπλόου και τους εντερικούς έλικες, εντοπίσθηκε απόστημα στην αριστερή πύελο - "λαγώνειο βόθρο". Μέσα στην κοιλιακή χώρα δεν ευρέθησαν υγρά, κόπρανα ή πύον, οπότε αποκλείσθηκε η περίπτωση ρήξης εκκολπώματος ή εντέρου. Το μόνο που διαπιστώθηκε ήταν ένα απόστημα σκληρό με παχειά τοιχώματα κολλημένο ανάμεσα στο σιγμοειδές, στην αριστερή σάλπιγγα, στην αριστερή ωοθήκη και στη μήτρα, αποτελώντας μία ενιαία μάζα με ινώδη συνδετικό ιστό, που απεδόθη σε προηγούμενες φλεγμονές και ως εκ τούτου αποφασίσθηκε από τους θεράποντες ιατρούς η παροχέτευσή του προς τα έξω, ώστε το πύον του αποστήματος να μην έρθει σε επαφή με τους εντερικούς έλικες. Το ένα άκρο αυτής της παροχέτευσης τοποθετήθηκε μέσα στην κοιλότητα και το άλλο έξω από το δέρμα και έτσι αναρροφήθηκε όλο το πύον, βάρους περίπου 500 γρ. Στη συνέχεια έγινε πλύση της κοιλιακής χώρας με ζεστό ορό και έγχυση αντιβιοτικών και τέλος έγινε η σύγκλειση των κοιλιακών τοιχωμάτων. Μετά την ανάνηψή της οδηγήθηκε σε κανονικό θάλαμο και αφού συνήλθε, της επεσήμαναν άπαντες οι θεράποντες ιατροί της ότι για την οριστική ίαση της ήταν αναγκαία η διενέργεια και δεύτερης χειρουργικής επέμβασης, μόλις τα φλεγμονώδη φαινόμενα υποχωρούσαν, ώστε να αφαιρεθεί η ινώδης μάζα (κάψα). Η μετεγχειρητική της πορεία ήταν πάρα πολύ καλή, με συνέπεια να αναθαρρήσει και από τις πρώτες ημέρες να περπατά στους διαδρόμους του νοσοκομείου, να επισκέπτεται τα γραφεία των ιατρών και να καπνίζει, παρά την παροχέτευση και τις περί του αντιθέτου συστάσεις των ιατρών, των νοσηλευτών, του φιλικού και συγγενικού της περιβάλλοντος. Εντούτοις η αναγκαιότητα δεύτερης χειρουργικής επέμβασης και το ενδεχόμενο προσωρινής κολοστομίας (παρά φύσιν έδρας) με το δυσάρεστο αισθητικό αποτέλεσμα που συνεπάγεται τούτη, αλλά και τρίτης επέμβασης για τη σύγκλιση αυτής, την φόβιζε και την άγχωνε, όπως καταθέτουν ρητά τα πρόσωπα που ήταν συνέχεια κοντά της, ήτοι ο σύντροφος της Ζ και οι στενοί της φίλοι Δ και Ε, αλλά και η πλαστική χειρουργός Η, που την είχε ενημερώσει σχετικά με τον τρόπο διενέργειας κολοστομίας. Την 9-11-2003, εκμεταλλευόμενη την φιλία της με τον θεράποντα ιατρό της Χ3 και τον κουμπάρο της Δ, τους έπεισε να την αφήσουν να αποχωρήσει από το νοσοκομείο για ένα δίωρο, προκειμένου να κάνει "ένα αξιοπρεπές μπάνιο στο σπίτι της". Εκεί έπεισε το σύντροφο της Ζ να μην επιστρέψουν στο νοσοκομείο εκείνη τη νύχτα. Το άλλο πρωί, 10-11-2003 πήγε στο νοσοκομείο και κατόπιν επίμονων παρακλήσεων της έπεισε τον θεράποντα ιατρό της Χ3 να πάρει εξιτήριο, υποσχόμενη ότι θα προσέρχεται καθημερινά για την περιποίηση (καθαρισμό και αλλαγή) του μετεγχειρητικού τραύματος. Πράγματι, τις επόμενες ημέρες μετέβαινε καθημερινά στο νοσοκομείο, συνοδεία του συζύγου της ή του συντρόφου της ή της αδελφής της, όπου ο Χ3 ή σε περίπτωση που αυτός ήταν απασχολημένος σε άλλο χειρουργείο, άλλος ιατρός εμπιστοσύνης της, της έκαναν τις αλλαγές, τονίζοντας της όλοι συνέχεια ότι πρέπει να γίνει και η δεύτερη χειρουργική επέμβαση, ειδικά δε ο Χ3 της έλεγε χαρακτηριστικά "έχεις μία βόμβα μέσα σου, η οποία ανά πάσα στιγμή μπορεί να σκάσει", εκείνη όμως με διάφορες προφάσεις το ανέβαλε. Επίσης υπεβλήθη την 20-11-2003 σε συριγγογραφία, κατά την οποία δεν διαπιστώθηκε επικοινωνία της αποστηματικής κοιλότητας με το έντερο, γεγονός που αποδεικνύει ότι δεν υπήρχε ρήξη του τοιχώματος του εντέρου. Στο διάστημα αυτό εργαζόταν καθημερινά στο φαρμακείο της εκεί την επισκέπτονταν συχνά η Θ, νοσηλεύτρια του Πολυϊατρείου του ΙΚΑ επί της οδού ..., με την οποία συζητούσε το ενδεχόμενο κολοστομίας αρνούμενη πεισματικά ταύτη, παρά την ιδιαίτερη εμπιστοσύνη που έτρεφε προς τον θεράποντα ιατρό της Χ3. Σημειωτέον ότι η Θ, στην κατάθεσή της αναφέρει ότι μετά παρέλευση δεκαημέρου από την έξοδό της από το νοσοκομείο διαπίστωσε ότι η Α, ενώ εργαζόταν κανονικά, πονούσε και είχε πυρετό, της συνέστησε δε να χειρουργηθεί άμεσα και να μην λαμβάνει με δική της πρωτοβουλία αντιβιοτικά και αντιπυρετικά φάρμακα που συγκάλυπταν την κλινική της εικόνα, εκείνη όμως αρνήθηκε θεωρώντας ότι αυτή (επέμβαση) "θα κατέστρεφε το σώμα της". Το ίδιο διάστημα διαγνώσθηκε ότι η μητέρα της Α, δηλαδή η μηνύτρια Ψ, έπασχε από καρκίνο παχέος εντέρου. Η ίδια η Α ζήτησε από τον θεράποντα ιατρό της Χ3 να εγχειρήσει τη μητέρα της, διότι του είχε απόλυτη εμπιστοσύνη και όταν εκείνος την ρώτησε "πότε θα χειρουργήσω εσένα", του απάντησε "φρόντισε τώρα τη μητέρα μου και μετά θα δούμε". Την 21-11-2003 εισήχθη η μηνύτρια στο "Α.Ν.Θ. ΘΕΑΓΕΝΕΙΟ" και την 25-11-2003 χειρουργήθηκε με επιτυχία από τον Χ3, παρέμεινε δε για νοσηλεία μέχρι την 8-12-2003. Στο διάστημα αυτό η Α, καθώς επισκεπτόταν καθημερινά το Θεαγένειο αφενός για τις αλλαγές του τραύματός της, αφετέρου για να δει τη μητέρα της και ρωτώντας τον Χ3 για την πορεία της υγείας της τελευταίας, αυτός της απάντησε "το πρόβλημα είσαι εσύ και όχι η μητέρα σου, εσύ κουβαλάς βόμβα μέσα σου". Την 28-11-2003 επισκέφθηκε την Α στο φαρμακείο της ο κουμπάρος της Δς και της επεσήμανε την ανάγκη της άμεσης δεύτερης χειρουργικής επέμβασης, αλλά εκείνη και πάλι αρνήθηκε. Την επόμενη ημέρα Σάββατο 29-11-2003 το πρωΐ πονούσε και έκανε εμετό, αλλά παρά τις επίμονες παρακλήσεις του συντρόφου της Ζ να μεταβούν στο νοσοκομείο, εκείνη αρνήθηκε, φοβούμενη μήπως τη δει η μητέρα της και στεναχωρεθεί. Την Κυριακή 30-11-2003 συνεχίσθηκαν οι πόνοι στην κοιλιακή χώρα και οι εμετοί και για να τους αντιμετωπίσει με δική της πρωτοβουλία έλαβε αντιφλεγμονώδη φάρμακα (viox) και όταν τηλεφώνησε στον Δ, εκείνος της συνέστησε να εισαχθεί άμεσα στο νοσοκομείο. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας η αδελφή της Β την επισκέφθηκε και βλέποντας την κατάσταση της, ενημέρωσε σχετικά τον Χ3, ο οποίος της είπε να κάνει άμεση εισαγωγή στο Θεαγένειο. Πράγματι το απόγευμα εισήχθη στο Θεαγένειο, με συμπτωματολογία ατελούς ειλεού. Αρχικά αντιμετωπίσθηκε συντηρητικά με τοποθέτηση ρινογαστρικoύ καθετήρα και υποστηρικτικά με χορήγηση υγρών, διαλυμάτων παρεντερικής διατροφής λόγω υποθρεψίας και αντιβίωση. Την άλλη δε ημέρα Δευτέρα 1-12-2003, επειδή έκανε κοπρανώδη εμετό, γεγονός που υποδηλώνει απόφραξη εντέρου και όχι διάτρηση αυτού και αφού ενημερώθηκε παρουσία των οικείων της για πολλοστή φορά για την προοπτική "εν θερμώ επέμβασης", αναγκάσθηκε να συναινέσει στο να υποβληθεί σε δεύτερη χειρουργική επέμβαση την επόμενη ημέρα, όταν πλέον η κατάσταση της είχε επιδεινωθεί με υπόταση και υψηλό πυρετό. Την Τρίτη 2-12-2003 και ώρα 10.50 εισήχθη στο χειρουργείο της Β' Χειρουργικής, ως έκτακτο περιστατικό, όπου υπεβλήθη σε αφαίρεση αποστήματος κοιλίας, συμφύσεων λεπτού εντέρου και σιγμοειδοστομία. Την επέμβαση διενήργησε ο Χ3, ενώ βοηθοί χειρούργοι ήταν οι Ι, Διευθυντής του Θωρακοχειρουργικού Τμήματος του "Α.Ν.Θ. ΘΕΑΓΕΝΕΙΟΥ" - κατόπιν προσωπικής παράκλησης του Χ3 επειδή οι υπόλοιποι χειρούργοι ήταν απασχολημένοι - και Χ1, ενώ παράλληλα υποστηριζόταν αιμοδυναμικά και διεγχειρητικά από τον αναισθησιολόγο Κ και τον καρδιολόγο και κουμπάρο της Δ. Έγινε και πάλι υπερυπομφάλια τομή, εξωτερίκευση του σιγμοειδούς, συμφυσιόλυση, εκτομή του πάσχοντος εντερικού τμήματος, αφαίρεση αριστερής ωοθήκης και σάλπιγγας, δημιουργία loop κολοστομίας, παροχέτευση της περιοναϊκής κοιλότητας, έκπλυση όλης της κοιλιάς με ορρούς και αντιβιοτικά και όταν τελείωσε η επέμβαση περί ώρα 15.00, οδηγήθηκε διασωληνωμένη στην εντατική (ΜΕΘ) λόγω της βαρείας περιεγχειρητικής της κατάστασης. Στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας η αναπνευστική λειτουργία της Α υποστηριζόταν μηχανικά, η καρδιακή και νεφρική λειτουργία φαρμακευτικά και παράλληλα λόγω της βαρείας σηπτικής κατάστασης ευρίσκετο υπό 4πλή αντιβιοτική αγωγή. Την 6η ημέρα της νοσηλείας της στην Μ.Ε.Θ. και παρά το σηπτικό πυρετό, οι ζωτικές λειτουργίες αποκαταστάθηκαν και επικοινώνησε με νοήματα με το σύντροφο της Ζ, ρωτώντας τον αναφορικά με τις οικονομικές εκκρεμότητες του φαρμακείου της. Η βελτίωση της κατάστασής της συνεχίσθηκε και τις επόμενες ημέρες, αλλά την 13-12-2003 παρουσίασε καρδιακή ανακοπή, η οποία αντιμετωπίσθηκε άμεσα με ηλεκτρικές απινιδώσεις και ο καρδιακός ρυθμός ανέλαβε. Στις 15-12-2003 υπεβλήθη σε τραχειοστομία και στις 16-12-2003 την εξέτασε ο λειμοξιολόγος Λ. Στις 17-12-2003 υπεβλήθη εκ νέου σε αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας, οπότε διαπιστώθηκε "ήπαρ ομοιογενές - σπλήνας, νεφροί κ.φ. - ελαφρά διόγκωση παγκρέατος - μικρή ποσότητα πλευριτικού υγρού άμφω - μικρή ποσότητα ασκητικού υγρού στην παρακολική αύλακα δεξιά - κολοστομία αρ. κοιλιακού τοιχώματος - ρύπανση μεσεντέριου λίπους - λοιπά ευρήματα εντός φυσιολογικών". Στις 19-12-2003 κλήθηκε ο καθηγητής της νευρολογίας κ. Μ, οπότε διαπιστώθηκε εγκεφαλική βλάβη ("φυτική λειτουργία", "άγρυπνο κώμα"), αφού ήδη είχε βελτιωθεί η καρδιοαναπνευστική και νεφρική λειτουργία. Έκτοτε η εγκεφαλική λειτουργία δεν ανέλαβε, ενώ η εγκεφαλική βλάβη αποδόθηκε σε σηπτική εγκεφαλοπάθεια, συνεπικουρούσης της βαρείας γενικής κατάστασης και της υποξυγοναιμίας κατά την καρδιακή ανακοπή. Στις 9-2-2004 μεταφέρθηκε σε κανονικό θάλαμο, επειδή είχε αυτοδύναμη αναπνοή, ήταν αιμοδυναμικά σταθερή, απύρετη και με καλή διούρηση. Την 13-2-2004 απεβίωσε λόγω καρδιακής ανακοπής. Εξ όλων των ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι ο θάνατος της Α δεν οφείλεται σε αμελή συμπεριφορά ή παράλειψη οφειλομένης νόμιμης ενέργειας εκ μέρους των θεραπόντων, ιατρών του "Α.Ν.Θ. ΘΕΑΓΕΝΕΙΟΥ", οι οποίοι άπαντες ενήργησαν σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και δεοντολογίας. Επιπλέον επέδειξαν υπερβολικό ζήλο και πέραν της συνήθους επιμέλειας λόγω της μακροχρόνιας φιλικής σχέσης τους με τον συνάδελφο και κουμπάρο της θανούσας Δ. Η Α, όμως, υπερεκτιμώντας τις ιατρικές της γνώσεις, λαμβάνοντας φαρμακευτική αγωγή δικής της επιλογής, που συχνά αλλοίωνε την κλινική εικόνα της σε συνδυασμό με μειωμένη λήψη τροφής, αδιαφορώντας για τη συμπτωματολογία της ασθένειας της και τις συστάσεις των θεραπόντων ιατρών της, αλλά και των οικείων της, επεδείκνυε έντονο αρνητισμό και αναβλητικότητα και δεν συναινούσε στο να υποβληθεί στην αναγκαία χειρουργική επέμβαση, η δε συναίνεση της ήταν απαραίτητη γιατί επρόκειτο για ακρωτηριαστική επέμβαση, παρενέβαινε στο έργο των ιατρών "εκμεταλλευόμενη" τη φιλία της με τον θεράποντα ιατρό της Χ3, συχνά δίνοντας την εντύπωση της "ατίθασης" ασθενούς και όλη αυτή η συμπεριφορά ήταν που οδήγησε στο θάνατο της. Το ανωτέρω συμπέρασμα επιβεβαιώνουν με τις καταθέσεις τους ο σύντροφος της Ζ, οι στενοί της φίλοι Δ και Ε, οι ιατροί και νοσηλευτές που επιμελήθησαν της νοσηλείας της. Ειδικά, ο Ν, νοσηλευτής, του οποίου τη μαρτυρία επικαλείται η μηνύτρια, αλλά και η αδελφή της θανούσης, αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι είπε ότι η θανούσα "ήταν παρατημένη από τους ιατρούς", αντίθετα και αυτός κατέθεσε ότι οι θεράποντες ιατροί την περιέθαλψαν με ιδιαίτερο ζήλο και επιμέλεια. Στην αυτή κρίση, δηλαδή στην αναβλητικότητα της θανούσης ως κύριας και μοναδικής αιτίας της σηπτικής κατάστασης και ένεκα αυτής του θανάτου της, κατέληξε τόσο η διενεργηθείσα ΕΔΕ, όσο και ο πραγματογνώμων Γ. Ο μόνος που επιρρίπτει ευθύνες στον θεράποντα ιατρό Χ3 για κακούς χειρισμούς, είναι ο ιδιώτης ιατρός μικροβιολόγος -βιοπαθολόγος Ξ, ο οποίος με βάση την αξονική τομογραφία που του προσεκόμισε μετά θάνατο η μηνύτρια και χωρίς ουδέποτε να εξετάσει τη θανούσα, θεωρεί την "πιθανότητα" ύπαρξης εκκολπώματος ως δεδομένη και αναφέρεται σε ρήξη εντέρου, ενώ αυτό από καμία εξέτασε δεν διαπιστώθηκε. Όσον αφορά τη μηνύτρια, η οποία το επίμαχο διάστημα νοσηλευόταν λόγω καρκίνου του παχέος εντέρου και για ευνόητους λόγους δεν ενημερωνόταν από τους οικείους της με λεπτομέρεια για την κατάσταση της υγείας της κόρης της Α, όσα κατέθεσε στη μήνυση της, αλλά και προανακριτικά δια γραπτού υπομνήματος δεν είναι προσωπικά της βιώματα, αλλά αποσπάσματα ιατρικών συγγραμμάτων, γεγονός προκαλεί εντύπωση για μια γυναίκα ηλικίας 73 ετών, ασχολούμενη αποκλειστικά με οικιακά".
Από το περιεχόμενο αυτό του βουλεύματος σε συνδυασμό με την παραδοχή του ότι "ο μόνος που επιρρίπτει ευθύνες στον θεράποντα ιατρό Χ3 για κακούς χειρισμούς, είναι ο ιδιώτης ιατρός - μικροβιολόγος - βιοπαθολόγος Ξ, ο οποίος με βάση την αξονική τομογραφία που προσεκόμισε μετά θάνατο η μηνύτρια και χωρίς ουδέποτε να εξετάσει τη θανούσα, θεωρεί την "πιθανότητα" ύπαρξης εκκολπώματος ως δεδομένη και αναφέρεται σε ρήξη εντέρου, ενώ αυτό από καμμία εξέταση δεν διαπιστώθηκε", δεν καθίσταται βέβαιο, αλλά αντιθέτως ικανές δημιουργούνται αμφιβολίες αν το Συμβούλιο κατά το σχηματισμό του αποδεικτικού πορίσματος έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε την υπάρχουσα στην διάθεσή του από 10-1-2008 ιατροδικαστική γνωμοδότηση του Ο, με το ακόλουθο καταληκτικό συμπέρασμα, κατ' ακριβή κατά τούτο αντιγραφή της, ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Οι ιατροί του ΘΕΑΓΕΝΕΙΟΥ Νοσ., έχοντας υπόψιν τους τις εξετάσεις στις οποίες η αποβιώσασα υπεβλήθη έπρεπε να υποβάλλουν την ασθενή σε άμεση χειρουργική επέμβαση και λάβουν σοβαρά υπόψιν τους την σοβαρότητα της κατάστασης της ασθενούς καθώς από την γενική εξέταση αίματος, τον υπέρηχο και την αξονική είχαν να κάνουν με μία αποστηματική συλλογή αυξημένων διαστάσεων όπως προκύπτει από την αξονική τομογραφία "... Παρουσία αποστηματικής συλλογής με σχηματισμό υγραερικού επιπέδου στην ελάσσονα πύελο παραοβελιαία αριστερά διαστάσεων 7X7X3 εκ. με παχύ τοίχωμα και συνοδό διήθηση του πέριξ λίπους και στένωση του αυλού των παρακειμένων ελίκων με πάχυνση του τοιχώματος αυτών πιθανότατα σε έδαφος εκκολπωματίτιδος". Η ανατομική περιοχή που της ως άνω συλλογής ήταν η ελάσσονα πύελος. Οι ιατροί έκαναν χειρουργική τομή μέση υπερομφάλιο η εν λόγο τομή δεν είναι η πλέον ενδεδειγμένη προκείμενου ο χειρουργός να ερευνήσει τα ανατομικά στοιχεία της εν λόγο περιοχής. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η αποστηματική αυτή συλλογή να σπάσει και το περιεχόμενο αυτής να χυθεί εντός της περιτοναϊκής κοιλότητας. Η ενδεδειγμένη αντιμετώπιση του ως άνω περιστατικού όπως αναγράφεται και στα ιατρικά συγγράμματα θα ήταν η εξής: Γίνετε κολοστομία σε πρώτο χρόνο προκειμένου να ανακουφισθεί η προσβληθείσα περιοχή από την μόλυνση καθώς είναι γνωστό ότι όταν υπάρχει φλεγμονή σε ένα όργανο οι ιστοί του οργάνου είναι σαθροί και μπορεί ανά πάσα στιγμή στο τοίχωμα του οργάνου να προκληθεί ρήξη. Η συγκεκριμένη ρίξη του τοιχώματος του εντέρου στη περιοχή του εκκολπώματος κατά την προσωπική μου άποψη προκλήθηκε κατά την στιγμή του χειρουργείου καθώς οι μετέπειτα καλλιέργειες έδειξαν μικρόβια που στην πλειοψηφία τους βρίσκονται εντός του εντερικού αυλού. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι οι ιατροί κατά το πρώτο χειρουργείο απέδωσαν την βλάβη όπως προκύπτει από το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΟ, ΙΣΤΟΡΙΚΟ Σελ 5, σε απότοκο πιθανώς μολύνσεως των κύστεων της αριστερής ωοθήκης που προϋπήρχαν ή απότοκου συστροφής αυτών ή μιας πιθανής εκκοπλωματίτιδας ή μιας πυοσαλπιγκίτιδος ή όλων αυτών μαζί. Έτσι λοιπόν με την διάγνωση αυτή άφησαν το ήδη φλεγμένων και με ρήξη εκκόλπωμα εντός της κοιλίας, ενώ όπως προαναφερθεί θα έπρεπε να κάνουν κολοστομία και μετά να κάνουν τελικοτελική αναστόμωση, οι ιατροί αρκέσθηκαν μόνο σε ένα καθαρισμό και στην τοποθέτηση μίας απλής παροχέτευσης γεγονός που οδήγησε την αποβιώσασα στην επιπλέον επιδείνωση της καταστάσεως του εξαντλημένου πλέον οργανισμού της. Το γεγονός στο οποίο κατά την χειρουργική περιποίηση του τραύματος που κάθε φορά εμφάνιζε διαφορετικά μικρόβια και καφεοειδές υγρό συνηγορεί υπέρ της ύπαρξης συριγγίου από το έντερο το οποίο διοχέτευε το περιεχόμενο του όπως αυτό προκύπτει και από της καλλιέργειες στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Οι κοπρανώδεις εμετοί είναι συνηγορούν υπέρ του ειλεού ο οποίος προκλήθηκε από την περιτονίτιδα και παραταύτα πέρασαν τρία εικοσιτετράωρα χωρίς καμία ουσιώδη φροντίδα για να οδηγήσουν τέλος οι ιατροί την αποβιώσασα σε ένα χειρουργείο το οποίο θα έπρεπε να είχαν κάνει από την πρώτη στιγμή της εισαγωγής της άτυχης γυναίκας. Η παρούσα μου χορηγείται για δικαστική χρήση".
Εντεύθεν ιδρύεται ο προβλεπόμενος από την διάταξη του άρθρου 510 § 1 περ. δ' ΚΠοινΔ και με την ερευνώμενη αίτηση προτεινόμενος μοναδικός λόγος αναιρέσεως, κατά παραδοχή του οποίου πρέπει να αναιρεθεί το προσβαλλόμενο δι' αυτό βούλευμα και, κατ' επιταγή των άρθρων 485 § 1 εδ. β', 519 ΚΠοινΔ, παραπεμφθεί η υπόθεση προς έρευνά της στο αυτό Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, εφόσον είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν την υπόθεση.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί το 684/2008 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης. Και
Παραπέμπει προς έρευνα την υπόθεση στο αυτό Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που προηγουμένως δίκασαν την υπόθεση.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 19 Σεπτεμβρίου 2008. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 22 Σεπτεμβρίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ