Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Βούλευμα παραπεμπτικό, Οργάνωση εγκληματική.
Περίληψη:
Συνεκδίκαση δύο αναιρέσεων. Η περάτωση της κύριας ανάκρισης για τα κακουργήματα του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα κηρύσσεται από το συμβούλιο εφετών που αποφαίνεται αμετάκλητα ακόμη και για τα συναφή εγκλήματα. Απορρίπτει ως απαράδεκτες αναιρέσεις κατά βουλευμάτων που παραπέμπουν για συγκρότηση Εγκληματικής Οργάνωσης (187 ΠΚ) και συναφή κακουργήματα αγοράς, εισαγωγής στην επικράτεια, μεταφοράς, κατοχής και πωλήσεως ναρκωτικών, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, από κοινού. Ο αποκλεισμός του δικαιώματος της άσκησης από τον κατηγορούμενο του ένδικου αυτού μέσου της αναιρέσεως, δεν αντίκειται στο άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ", ούτε στο άρθρο 2 του Εβδόμου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (ν. 1705/1987), ούτε στο άρθρο 14 παρ. 5 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα (ν. 2462/1997). Δεν προσβάλλεται με αναίρεση το βούλευμα, το οποίο απορρίπτει αίτηση του προσωρινά κρατουμένου κατηγορουμένου για άρση ή αντικατάσταση της προσωρινής κράτησης με περιοριστικούς όρους. Ο Άρειος Πάγος δεν έχει την εξουσία να διατάξει την εν λόγω άρση ή αντικατάσταση. Αίτημα για αυτοπρόσωπη εμφάνιση. Στερείται αντικειμένου, αφού η υπόθεση εισάγεται προκειμένου ο Άρειος Πάγος (σε Συμβούλιο) αποφανθεί μόνο για το παραδεκτό της αναίρεσης. Προς τούτο ο αναιρεσείων ήδη κλητεύθηκε και εμφανίστηκε δια του πληρεξουσίου του. Απορρίπτει αναιρέσεις ως απαράδεκτες.
Αριθμός 1047/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη - Εισηγητή και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 3 Απριλίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση των αναιρεσειόντων -κατηγορουμένων: 1) Χ1, κατοίκου ...... και ήδη προσωρινά κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης ......, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κων/νο Λαμπράκη και 2) Χ2, προσωρινά κρατουμένου Φυλακών ......, που δεν παρέστη στο συμβούλιο, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 268/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και οι αναιρεσείοντες -κατηγορούμενοι ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 12.2.2009 και 23.2.2009 αιτήσεις τους αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 250/2009.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αθανάσιος Κονταξής εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με τις προτάσεις του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου - Πριάμου Λεκκού με αριθμούς 80/ 4.3.2009 και 93/13.3.2009, στις οποίες αναφέρονται τα ακόλουθα:
Εισάγων, μετά της σχετικής δικογραφίας, την από 12-2-2009 αίτηση αναιρέσεως του κατηγορουμένου Χ1, κατά του υπ'αριθμ. 268/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, εκθέτω τα εξής:
Διά του ως άνω προσβαλλομένου βουλεύματος, ο αναιρεσείων παραπέμπεται στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (κακουργημάτων), διά να δικασθή δι'εγκληματική οργάνωση, αγορά, εισαγωγή στην επικράτεια, μεταφορά, κατοχή και πώληση ναρκωτικών, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια, από κοινού μετά των συγκατηγορουμένων του, απορρίπτονται δε τα διαλαμβανόμενα στο από 27-1-2009 υπόμνημα αυτού αιτήματα-ενστάσεις, ως και η από 9-1-2009 αίτησή του, περί άρσεως ή αντικαταστάσεως της προσωρινής κρατήσεώς του με περιοριστικούς όρους.
Επειδή, κατά το άρθρ. 7 Ν.2928/2001, η περάτωση της κυρίας ανακρίσεως για τα κακουργήματα των άρθρων 187 και 187Α του ΠΚ κηρύσσεται από το συμβούλιο εφετών. Για τον σκοπό αυτόν η δικογραφία διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία ανακριτική πράξη από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος, αν κρίνη ότι η ανάκριση δεν χρειάζεται συμπλήρωση, την εισάγει με πρότασή του στο Συμβούλιο Εφετών που αποφαίνεται αμετάκλητα ακόμη και για τα συναφή εγκλήματα, ανεξάρτητα από την βαρύτητά τους, έστω και αν για κάποιο από αυτά προβλέπεται διαφορετικός τρόπος περατώσεως της ανακρίσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων παραπέμπεται, διά του ως άνω προσβαλλομένου βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, διά να δικασθή ως υπαίτιος του ότι, από κοινού μετά των συγκατηγορουμένων του, πλειόνων των τριών, συνεκρότησε δομημένη και με διαρκή δράση ομάδα, προς διάπραξη περισσοτέρων κακουργημάτων που προβλέπονται στην νομοθεσία περί ναρκωτικών (άρθρ. 187 § 1 ΠΚ ως αντικ. δι'άρθρ. 1 § 1 Ν.2928/2001). Επίσης παραπέμπεται αυτός και διά τα προαναφερόμενα, συναφή προς την ανωτέρω αξιόποινη πράξη, κακουργήματα της αγοράς, εισαγωγής στην επικράτεια, μεταφοράς, κατοχής και πωλήσεως ναρκωτικών, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια, από κοινού. 'Όμως, συμφώνως προς την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρ. 7 Ν.2928/2001, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, στην προκειμένη περίπτωση, απεφάνθη αμετακλήτως και, επομένως, δεν χωρεί κατά του προσβαλλομένου βουλεύματος το ένδικο μέσο της αιτήσεως αναιρέσεως. Ο αποκλεισμός του δικαιώματος της ασκήσεως από τον κατηγορούμενο του ενδίκου αυτού μέσου, κατά βουλεύματος αποφαινομένου για την παραπομπή του σε δίκη, δεν αντίκειται στο άρθρ. 6 § 1 της ΕΣΔΑ, διότι το δικαίωμα πρόσβασης του κατηγορουμένου στο δικαστήριο έχει πλήρως εξασφαλισθή, το δε εν λόγω άρθρο δεν καθιερώνει υποχρέωση του εθνικού νομοθέτη για την θέσπιση και ενδίκων μέσων υπέρ του κατηγορουμένου. Πολύ περισσότερο, ο αποκλεισμός του κατηγορουμένου από το δικαίωμα ασκήσεως αιτήσεως αναιρέσεως κατά του ως άνω βουλεύματος δεν αντίκειται στο άρθρ. 2 του Eβδόμου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (Ν.1705/1987), ούτε στο άρθρ. 14 § 5 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα (Ν.2462/1997), δεδομένου ότι οι διατάξεις αυτές αναφέρονται στο δικαίωμα επανεξετάσεως από ανώτερο δικαστήριο της καταδικαστικής αποφάσεως ή της αποφάσεως με την οποία επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο ποινή (βλ. ΑΠ 654/2005).
Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 482 § 1, 291 και 287 § 5 Κ.Π.Δ. προκύπτει, ότι το προσβαλλόμενο βούλευμα δεν υπόκειται εις αίτηση αναιρέσεως από τον κατηγορούμενο, ούτε και ως προς το μέρος κατά το οποίο απορρίπτεται η υπό του αναιρεσείοντος υποβληθείσα αίτηση περί άρσεως της επιβληθείσης προσωρινής κρατήσεώς του ή αντικαταστάσεως αυτής με περιοριστικούς όρους, γιατί η άσκηση του εν λόγω ενδίκου μέσου αποκλείεται υπό των ανωτέρω διατάξεων, οι οποίες δεν το θεσπίζουν ρητώς (βλ. ΑΠ 187/2000).
Κατ'ακολουθία, πρέπει να απορριφθή, ως απαράδεκτη, η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθή ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα, κατ'άρθρ. 476 § 1 Κ.Π.Δ.
Τέλος, απορριπτέο είναι το υποβαλλόμενο διά της κρινομένης αιτήσεως αναιρέσεως αίτημα του αναιρεσείοντος, να διαταχθή υπό του Συμβουλίου του Αρείου Πάγου η ενώπιόν του αυτοπρόσωπη εμφάνιση αυτού, διότι το αίτημα τούτο είναι άνευ αντικειμένου και περιττό, αφού υπό του άρθρ. 476 § 1 ΚΠΔ προβλέπεται ειδική ρύθμιση διά την εμφάνιση του αναιρεσείοντος κατά την συζήτηση του απαραδέκτου του ενδίκου μέσου, εν προκειμένω δε της αιτήσεως αναιρέσεως, δηλαδή ειδοποίηση αυτού υπό του γραμματέως της εισαγγελίας, προ είκοσι τεσσάρων τουλάχιστον ωρών, για να προσέλθη στο συμβούλιο και εκθέση τις απόψεις του.
Για τους λόγους αυτούς-Προτείνω
Να απορριφθή η από 12-2-2009 αίτηση αναιρέσεως του Χ1, κατοίκου ...... και ήδη προσωρινώς κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης ......, κατά του υπ'αριθμ. 268/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Να απορριφθή το από 12-2-2009 αίτημα αυτού να διαταχθή η αυτοπρόσωπη εμφάνισή του ενώπιον του Αρείου Πάγου εν Συμβουλίω.
Να καταδικασθή ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα.
Αθήναι 3 Μαρτίου 2009
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Δημήτριος-Πρίαμος Λεκκός
ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ
Εν συνεχεία της υπ'αριθμ. πρωτ. 80/2009 προτάσεώς μου, εισάγων και την από 23-2-2009 αίτηση αναιρέσεως του κατηγορουμένου Χ2, κατά του υπ'αριθμ. 268/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, εκθέτω τα εξής:
Διά του προσβαλλομένου βουλεύματος ο αναιρεσείων κατηγορούμενος Χ2 παραπέμπεται στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (Κακουργημάτων), διά να δικασθή ως υπαίτιος του ότι, από κοινού μετά των συγκατηγορουμένων του, πλειόνων των τριών, συνεκρότησε δομημένη και με διαρκή δράση ομάδα, προς διάπραξη περισσοτέρων κακουργημάτων που προβλέπονται στην νομοθεσία περί ναρκωτικών. Επίσης αυτός παραπέμπεται και διά τα συναφή προς την ανωτέρω αξιόποινη πράξη κακουργήματα της αγοράς, εισαγωγής στην επικράτεια, μεταφοράς, κατοχής και πωλήσεως ναρκωτικών, κατ'επάγγελμα και κατά συνήθεια, από κοινού. Όμως, συμφώνως προς το άρθρ. 7 Ν. 2928/2001, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, στην προκειμένη περίπτωση, απεφάνθη αμετακλήτως, τόσο διά την ως άνω αξιόποινη πράξη της εγκληματικής οργανώσεως (άρθρ. 187 παρ. 1 ΠΚ, ως αντικ. δι'άρθρ. 1 παρ. 1 Ν. 2928/2001), όσο και διά τα συναφή προς αυτή ανωτέρω κακουργήματα και, επομένως, δεν χωρεί κατά του προσβαλλομένου βουλεύματος το ένδικο μέσο της αιτήσεως αναιρέσεως.
Κατ'ακολουθία, πρέπει ν'απορριφθή, ως απαράδεκτη, η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως του ανωτέρω κατηγορουμένου Χ2, αφού ησκήθη κατά βουλεύματος για το οποίο δεν προβλέπεται, και να καταδικασθή αυτός στα δικαστικά έξοδα, συμφώνως προς το άρθρ. 476 παρ. 1 ΚΠΔ.
Επίσης, πρέπει να απορριφθή, ως απαράδεκτη, η διά του υπό κρίση ενδίκου μέσου υποβληθείσα αίτηση του εν λόγω κατηγορουμένου, περί άρσεως της προσωρινής κρατήσεώς του ή αντικαταστάσεως αυτής με περιοριστικούς όρους, διότι ο 'Αρειος Πάγος εξ ουδεμιάς διατάξεως νόμου έχει τέτοια εξουσία, η οποία κατά το άρθρο 291 ΚΠΔ ανήκει στο αρμόδιο, κατά τις εις το άρθρο αυτό περιπτώσεις, συμβούλιο πλημμελειοδικών ή εφετών (βλ. ΑΠ 375/1990, εις ΠΧ/Μ'/1102).
Για τους λόγους αυτούς - Π ρ ο τ ε ί ν ω
Να απορριφθή η από 23-2-2009 αίτηση αναιρέσεως του Χ2, προσωρινώς κρατουμένου φυλακών Κορυδαλλού, κατά του υπ'αριθμ. 268/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Να απορριφθή η διά της ανωτέρω αιτήσεως αναιρέσεως από 23-2-2009 αίτηση αυτού, περί άρσεως της προσωρινής κρατήσεώς του ή αντικαταστάσεως αυτής με περιοριστικούς όρους.
Να καταδικασθή ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα.
Αθήναι 11 Μαρτίου 2009
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Δημήτριος-Πρίαμος Λεκκός
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Οι κρινόμενες: 1) 22/12-2-2009 αίτηση αναιρέσεως του Χ1, κατοίκου ...... και ήδη προσωρινώς κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης ......, και 2) η 30/23-2-2009 αίτηση αναιρέσεως του Χ2, προσωρινώς κρατουμένου φυλακών ......, για αναίρεση του 268/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, πρέπει να συνεκδικασθούν, ως συναφείς.
ΙΙ. Σύμφωνα με το άρθρο 7 του ν. 2928/2001, "η περάτωση της κύριας ανάκρισης για τα κακουργήματα του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα κηρύσσεται από το συμβούλιο εφετών. Για το σκοπό αυτόν η δικογραφία διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία ανακριτική πράξη από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών στον εισαγγελέα εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι η ανάκριση δεν χρειάζεται συμπλήρωση, την εισάγει με πρότασή του στο Συμβούλιο Εφετών, που αποφαίνεται αμετάκλητα ακόμη και για τα συναφή εγκλήματα, ανεξάρτητα από τη βαρύτητά τους, έστω και αν για κάποιο από αυτά προβλέπεται διαφορετικός τρόπος περάτωσης της ανάκρισης". Εξάλλου, κατά το άρθρο 476 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. 18 του ν. 2408/1996, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε εναντίον βουλεύματος για το οποίο δεν προβλέπεται τέτοιο, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο) που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που εμφανιστούν, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση του βουλεύματος και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που το άσκησε. Στην προκείμενη περίπτωση, με το 268/2009 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, οι αναιρεσείοντες Χ1 και Χ2, κατηγορούμενοι για το ότι, από κοινού μετά των συγκατηγορουμένων τους, πλειόνων των τριών, συνεκρότησαν δομημένη και με διαρκή δράση ομάδα, προς διάπραξη περισσοτέρων κακουργημάτων που προβλέπονται στην νομοθεσία περί ναρκωτικών (άρθρο 187 παρ. 1 του ΠΚ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 2928/2001 και 11 παρ.3 του ν.3064/2002) και δια τα συναφή προς την ανωτέρω αξιόποινη πράξη κακουργήματα της αγοράς, εισαγωγής στην επικράτεια, μεταφοράς, κατοχής και πωλήσεως ναρκωτικών, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, από κοινού (άρθρ.1 παρ.1, Β3,20 παρ.1 περ. β, ζ, 23 του ΚΝΝ 3459/06, όπως τροποποιήθηκε με τον ν.3727/08), έχουν παραπεμφθεί, μαζί με άλλους, στο Τριμελές για κακουργήματα Εφετείο Αθηνών, σύμφωνα με το άρθρο 111 παρ. 5 του ΚΠΔ, όπως τελικώς αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του ν. 2928/2001, προκειμένου να δικαστούν για τις πράξεις αυτές. Κατά του εν λόγω βουλεύματος οι προμνημονευόμενοι δύο κατηγορούμενοι έχουν ασκήσει τις πιο πάνω, αντίστοιχα, αιτήσεις αναιρέσεως, επικαλούμενοι τους αναφερόμενους σ' αυτές λόγους αναιρέσεως. Όμως, σύμφωνα με την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 7 του ν. 2928/2001, το Συμβούλιο των Εφετών, στην προκείμενη περίπτωση, αποφάνθηκε αμετάκλητα.
Συνεπώς, δεν χωρεί κατά του εν λόγω βουλεύματος το ένδικο μέσο της αιτήσεως αναιρέσεως. (ΑΠ 654/2005). Ο αποκλεισμός του δικαιώματος της άσκησης από τον κατηγορούμενο του ένδικου αυτού μέσου της αναιρέσεως, στο πρόωρο αυτό στάδιο της προδικασίας, κατά βουλεύματος, που αποφαίνεται μόνο για την παραπομπή του σε δίκη, δεν αντίκειται στο άρθρο 6 παρ. 1 της "Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του ανθρώπου ΕΣΔΑ", που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 και έχει κατ' άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος υπερνομοθετική ισχύ, διότι το δικαίωμα πρόσβασης του κατηγορουμένου ενώπιον του δικαστηρίου έχει πλήρως εξασφαλισθεί ακόμη και στο στάδιο της προδικασίας, αφού, παρέχεται σ' αυτόν ανεμπόδιστα η δυνατότητα να προσφύγει στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο και να υποβάλει τις αντιρρήσεις του ή τα αιτήματά του σε θέματα που ανακύπτουν στη διάρκεια της ανάκρισης ή να ζητήσει την κήρυξη ακυρότητας πράξεων της προδικασίας (άρθρα 176 παρ. 1, 285 ΚΠΔ). Έτσι με την θέσπιση των πιο πάνω διατάξεων έχει εξασφαλιστεί στο στάδιο αυτό το δικαίωμα της πρόσβασης στη δικαιοσύνη που καθιερώνεται στο πιο πάνω άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, το οποίο όμως δεν καθιερώνει παραλλήλως υποχρέωση του εθνικού νομοθέτη για τη θέσπιση και ενδίκων μέσων υπέρ του κατηγορουμένου. Πολύ περισσότερο ο αποκλεισμός του κατηγορουμένου από το δικαίωμα άσκησης αναίρεσης κατά του εν λόγω βουλεύματος δεν αντίκειται στο άρθρο 2 του Εβδόμου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (ν. 1705/1987), ούτε στο άρθρο 14 παρ. 5 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα (ν. 2462/1997), δεδομένου ότι οι ως άνω διατάξεις αναφέρονται στο δικαίωμα επανεξέτασης από ανώτερο δικαστήριο της καταδικαστικής απόφασης ή της απόφασης με την οποία επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο ποινή.
ΙΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 463 εδ. α' του ΚΠΔ, ένδικο μέσο μπορεί να ασκήσει μόνον εκείνος που ο νόμος του δίνει ρητά αυτό το δικαίωμα, ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 482 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 41 παρ. 1 του ν. 3160/2003, ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να ζητήσει την αναίρεση του βουλεύματος όταν α) τον παραπέμπει στο ακροατήριο για κακούργημα και β) όταν παύει προσωρινά την ποινική δίωξη εναντίον του. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 286 και 291 του ΚΠΔ, που προβλέπουν τη δυνατότητα της άρσης ή της αντικατάστασης της προσωρινής κράτησης κατά τη διάρκεια της ανάκρισης και της αντικατάστασής της μετά την παραπομπή του κατηγορουμένου σε δίκη, προκύπτει ότι δεν υπόκειται σε αναίρεση το βούλευμα, που απορρίπτει αίτηση του κατηγορουμένου, του οποίου έχει διαταχθεί προσωρινή κράτηση, για άρση ή αντικατάσταση αυτής με περιοριστικούς όρους. Επομένως η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως του αναιρεσείοντος Χ1 κατά του 268/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, και κατά το μέρος που απέρριψε την αίτησή του, για την άρση της προσωρινής κρατήσεώς του ή αντικαταστάσεως αυτής με προσωρινούς όρους, και διατήρησε σε ισχύ το 80/2007 ένταλμα του ανακριτή του 29ου Τακτικού Τμήματος Αθηνών, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 476 παρ. 1 ΚΠΔ, να απορριφθεί, ως απαράδεκτη, λόγω αδυναμίας προσβολής του ως άνω πλησσομένου βουλεύματος με το ένδικο μέσο της αναιρέσεως, Επίσης, πρέπει να απορριφθεί, ως απαράδεκτη, η δια του υπό κρίση ενδίκου μέσου υποβληθείσα αίτηση του αναιρεσείοντος Χ2, περί άρσεως της προσωρινής κρατήσεώς του ή αντικαταστάσεως αυτής με περιοριστικούς όρους, διότι ο 'Αρειος Πάγος εξ ουδεμιάς διατάξεως νόμου έχει τέτοια εξουσία, η οποία κατά το άρθρο 291 ΚΠΔ ανήκει στο αρμόδιο, κατά τις εις το άρθρο αυτό περιπτώσεις, συμβούλιο πλημμελειοδικών ή εφετών.
IV. Ο από τους παραπάνω αναιρεσείοντες Χ1 με την εμπεριεχόμενη στην κρινόμενη έκθεση αναιρέσεως αίτησή του, ζητάει την εμφάνισή του στο Συμβούλιο του Αρείου Πάγου "για να δώσει διευκρινήσεις επί των θεμάτων που πιο πάνω αναφέρει". Η αίτηση του αυτή πρέπει να απορριφθεί, διότι στερείται αντικειμένου, αφού η υπόθεση εισάγεται μόνο προκειμένου ο Άρειος Πάγος (σε Συμβούλιο) αποφανθεί μόνο για το παραδεκτό ή όχι της αναίρεσης που ασκήθηκε. Προς τούτο δε ο αναιρεσείων κλητεύθηκε, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 476 του ΚΠΔ και εμφανίστηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου, ο οποίος και ανέπτυξε τις επί του παραδεκτού της κρινόμενης αιτήσεως απόψεις του.
V. Μετά από αυτά, πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτες οι ένδικες αιτήσεις αναιρέσεως και να καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες, καθένας χωριστά, στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 ΚΠΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 5 παρ. 4 του ν. 2943/2001).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει: 1) την 22/12-2-2009 αίτηση αναιρέσεως του Χ1, κατοίκου ...... και ήδη προσωρινώς κρατουμένου στο Κατάστημα Κράτησης ......, για αναίρεση του 268/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, καθώς και το εμπεριεχόμενο σε αυτή αίτημα για αυτοπρόσωπη εμφάνισή του ενώπιον του παρόντος Συμβουλίου και 2) την 30/23-2-2009 αίτηση αναιρέσεως του Χ2, προσωρινώς κρατουμένου φυλακών ......, για αναίρεση του αυτού 268/2009 βουλεύματος, καθώς και την εμπεριεχόμενη σε αυτή αίτηση περί άρσεως της προσωρινής κρατήσεώς του ή αντικαταστάσεως αυτής με περιοριστικούς όρους. Και,
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται, για τον καθένα, σε διακόσια είκοσι (220,00) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 9 Απριλίου 2009. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 10 Απριλίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ