Θέμα
Απαράδεκτη συζήτηση.
Περίληψη:
Αναίρεση κατά απόφασης που κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση της εφέσεως κατ' άρθρο 2 παρ 1 και 2 του ν. 4043/2012.
Αριθμός 669/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη, Μαρία Βασιλάκη-Εισηγήτρια και Μαρία Γαλάνη-Λεοναρδοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Απριλίου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Κολιοκώστα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας-κατηγορουμένης Α. Κ. του Κ., κατοίκου ... που παρέστη αυτοπροσώπως ως δικηγόρος και μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Μιχαήλ Γεωργιλά, περί αναιρέσεως της υπ' αριθμ. 902/2012 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Χ. Π. του Ι., κάτοικο Αθηνών, που παρέστη αυτοπροσώπως ως δικηγόρος.
Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα-κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 10 Δεκεμβρίου 2012 αίτησή της, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 3/2013.
Αφού άκουσε Την αυτοπροσώπως παραστάσασα αναιρεσείουσα, τον πληρεξούσιο δικηγόρο της και τον αυτοπροσώπως παραστάντα πολιτικώς ενάγοντα, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης,
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 476 παρ.1 Κ.Ποιν.Δ., σε συνδυασμό με το άρθρο 513 παρ.1 του ιδίου Κώδικα, όταν η αναίρεση ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα ή κατά αποφάσεως για την οποία δεν προβλέπεται, το δικαστήριο του Αρείου Πάγου απορρίπτει την αίτηση ως απαράδεκτη. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 504 παρ.1 ΚΠΔ όταν ο νόμος δεν ορίζει ειδικά κάτι άλλο, αίτηση αναίρεσης επιτρέπεται μόνο κατά της απόφασης που, όπως απαγγέλθηκε, δεν προσβάλλεται με έφεση και κατά της απόφασης του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου που εκδόθηκε ύστερα από άσκηση έφεσης, αν με τις αποφάσεις αυτές το δικαστήριο αποφάνθηκε τελειωτικά για την κατηγορία ή αν έπαυσε οριστικά ή κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη (άρθρο 370). Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ.1 και 2 του ν.4043/2012 ποινές διάρκειας μέχρι έξι μηνών που έχουν επιβληθεί με αποφάσεις, οι οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εφόσον οι αποφάσεις δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και οι ποινές αυτές δεν έχουν εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, παραγράφονται και δεν εκτελούνται, υπό τον όρο ότι ο καταδικασθείς δε θα τελέσει μέσα σε δύο έτη από τη δημοσίευση του νόμου αυτού νέα από δόλο αξιόποινη πράξη, για την οποία θα καταδικαστεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι μηνών. Σε περίπτωση νέας καταδίκης ο καταδικασθείς εκτίει αθροιστικά, μετά την έκτιση της νέας ποινής και τη μη εκτιθείσα, και δεν υπολογίζεται στο χρόνο παραγραφής της μη εκτιθείσας ποινής, ο διανυθείς χρόνος από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη για τη νέα πράξη. Οι μη εκτελεσθείσες κατά την παράγραφο 1 αποφάσεις τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα ή δημόσιου κατηγόρου.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτηση προσβάλλεται η υπ' αριθ. 902/2012 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτηση της 171/2009 εφέσεως της κατηγορουμένης αναιρεσείουσας κατά της πρωτόδικης 3053/2009 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών με την οποία είχε καταδικασθεί αυτή σε φυλάκιση 6 μηνών για συκοφαντική δυσφήμιση, σύμφωνα με την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 και 2 του ν. 4043/2010. Όμως, ούτε από διάταξη του ΚΠοινΔ, ούτε από τις διατάξεις του ν. 4043/2012 ή άλλου νόμου προβλέπεται η άσκηση ενδίκου μέσου, και εν προκειμένω αναιρέσεως, κατά της αποφάσεως αυτής. Ο δε περιορισμός της άσκησης ενδίκων μέσων και προσφυγών που τίθεται προς διασφάλιση της ταχείας απονομής της δικαιοσύνης, δεν αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 20 παρ.1 του Συντάγματος και αυτές της ΕΣΔΑ (άρθρα 6 παρ. 1 και 13, Ολ. Α.Π. 28/2002).
Συνεπώς, η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρα 476 παρ.1, 583 παρ.1 ΚΠοινΔ) και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος (άρθρο 176, 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει ως απαράδεκτη την από 10 Δεκεμβρίου του 2012 αίτηση της Α. Κ. του Κ., δικηγόρου Πειραιά περί αναιρέσεως της υπ' αριθ. 902/2012 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων πενήντα (250) ευρώ και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος εκ πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα 23 Απριλίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 26 Απριλίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ