Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1502 / 2013    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Υπέρβαση εξουσίας, Ανωτέρα βία.




Περίληψη:
Λόγοι αναίρεσης: Έλλειψη αιτιολογίας παρεμπίπτουσας απόφασης. Αρνητική υπέρβαση εξουσίας. Απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο. Οι παρεμπίπτουσες απορριπτικές αποφάσεις επί αιτήματος αναβολής της δίκης πρέπει να είναι αιτιολογημένες. Αίτημα αναβολής για λόγους ανώτερης βίας και συγκεκριμένα λόγω κωλύματος στο πρόσωπο του συνηγόρου του κατηγορουμένου ο οποίος βρισκόταν για άλλη υπόθεσή του ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου και κατόπιν στο ΜΟΔ Αθηνών, δε συνιστά λόγο ανώτερης βίας, αφού προέκρινε τις υποθέσεις αυτές έναντι της υποθέσεως του αναιρεσείοντος τον οποίο είχε ενημερώσει. Η μετά από αιτιολογημένη απόρριψη του αιτήματος αναβολής καταδικαστική κρίση του δικαστηρίου δε συνιστά αρνητική υπέρβαση εξουσίας του δικαστηρίου. Δεν επηρεάζονται τα υπερασπιστικά δικαιώματα του κατηγορουμένου, ώστε να θεωρείται ότι δεν έτυχε δίκαιης δίκης (άρθρ. 6 παρ. 3 της ΕΣΔΑ), από τη στέρηση του δικηγόρου της επιλογής του, αφού η στέρηση αυτή δεν προήλθε από πράξη ή παράλειψη του δικαστηρίου που έκρινε αιτιολογημένα ότι δεν συνέτρεχε λόγος ανωτέρας βίας για την απουσία του, αλλά και διότι ο κατηγορούμενος είχε αναφαίρετο δικαίωμα να υπερασπίσει τον εαυτό του. Απορρίπτει αίτηση αναίρεσης.




ΑΡΙΘΜΟΣ 1502/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Κουτσόπουλο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Κωνσταντίνο Φράγκο, Μαρία Βασιλάκη και Μαρία Γαλάνη-Λεοναρδοπούλου-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κατσιρώδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντα - κατηγορουμένου Χ. Μ. του Κ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Αγγελάκο, περί αναιρέσεως της 448/2013 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Α. Ρ. του Θ., κάτοικο ... που εμφανίστηκε χωρίς πληρεξούσιο δικηγόρο.
Το Τριμελές Εφετείο Πειραιά, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 2 Αυγούστου 2013 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 954/2013.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντα, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης,

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ προβλεπόμενο λόγο αναιρέσεως υπάρχει όταν, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, αναφέρονται σε αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι σκέψεις με βάση τις οποίες υπήχθησαν τα περιστατικά αυτά στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα απ` αυτά χωριστά. Το ποινικό δικαστήριο, οφείλει να απαντήσει και περαιτέρω να αιτιολογήσει ειδικώς και την παραδοχή ή την απόρριψη ενός αυτοτελούς ισχυρισμού, μόνο όμως όταν έχει υποβληθεί κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, δηλαδή, αν αναφέρονται από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία για την κατά νόμο θεμελίωσή του, αλλιώς είναι απαράδεκτος ως αόριστος, οπότε δεν υπάρχει υποχρέωση του δικαστηρίου να αιτιολογήσει ειδικώς την απόρριψή του. Αν έγινε προβολή ή όχι και δη παραδεκτά, προκύπτει αποκλειστικά από τα πρακτικά του δικαστηρίου, που κατ` άρθρο 142 παρ. 3 του ΚΠΔ, αποδεικνύουν όλα όσα αναγράφονται σε αυτά μέχρι να διορθωθούν με τη νόμιμη διαδικασία ή ωσότου προσβληθούν για πλαστότητα. Επίσης, η παρεμπίπτουσα απόφαση του δικαστηρίου που απορρίπτει αίτηση του εκκαλούντος- κατηγορουμένου περί αναβολής της δίκης, λόγω σημαντικών αιτίων, κατά το άρθρο 349 του ΚΠΔ, πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένη, παρά το ότι η παραδοχή ή απόρριψη μιας τέτοιας αιτήσεως έχει αφεθεί στη διακριτική και ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου, δηλαδή πρέπει η απόφαση να αναφέρει στο αιτιολογικό της τα αποδεικτικά μέσα που εκτιμήθηκαν, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και τις σκέψεις, βάσει των οποίων το δικαστήριο κατέληξε στην απορριπτική της αιτήσεως αυτής κρίση του.
Εξάλλου, από τις διατάξεις του άρθρου 349 παρ.1 και 2 του ΚΠΔ, όπως ίσχυε κατά το χρόνο εκδικάσεως της προκειμένης υποθέσεως(4-3-2013), μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 20 του ν. 3904/2010 και προ της τροποποίησής του με το άρθρο 33 του ν. 4055/2012, προκύπτει ότι το δικαστήριο μετά από πρόταση του Εισαγγελέα ή και αυτεπάγγελτα, "μπορεί να διατάξει την αναβολή της δίκης για λόγους ανώτερης βίας, με αίτημα δε κάποιου από τους διαδίκους, μία μόνο φορά, για σοβαρούς λόγους υγείας ή λόγους ανώτερης βίας. H αναβολή που χορηγείται με αίτημα του διαδίκου, για λόγο που αφορά αυτόν ή το συνήγορο του, δεν μπορεί να υπερβεί τους τρείς μήνες και διατάσσεται μόνο για σοβαρούς λόγους υγείας ,οι οποίοι αποδεικνύονται με έγγραφο νοσηλευτικού ιδρύματος ή λόγους ανώτερης βίας. Οι λόγοι αυτοί προσδιορίζονται στην απόφαση, η οποία πρέπει να είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης υπ' αρ. 448/2013 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πειραιώς, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, προκύπτουν τα εξής: Μετά την εκφώνηση της υποθέσεως και του ονόματος των κατηγορουμένων που βρέθηκαν παρόντες και τη δήλωση παραστάσεως πολιτικής αγωγής, ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος έλαβε το λόγο από τη Πρόεδρο του Δικαστηρίου και δήλωσε σ' αυτό ότι ο δικηγόρος Νικόλαος Αγγελάκος, που διόρισε ως συνήγορο του και ο οποίος έχει αναλάβει την υπεράσπιση του και έχει μελετήσει τη δικογραφία, έχει δε στα χέρια του και σχετικά έγγραφα, δεν προσήλθε σήμερα στο δικαστήριο να τον υπερασπισθεί, επειδή απουσιάζει για να ασκήσει το λειτούργημα του στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών και στο ΜΟΔ και δεν μπορεί να παραστεί σήμερα σε αυτό το δικαστήριο και ως εκ τούτου ζητάει την αναβολή της υπόθεσης. Σχετικά αναγνώσθηκαν η από 1-3-2013 αίτηση του Ν. Α. και 3 σελίδες του 1387/2012 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, μετά από απορριπτική εισαγγελική πρόταση, απέρριψε το παραπάνω αίτημα αναβολής, με το εξής αιτιολογικό: "Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 349 παρ.1και 2 ΚΠΔ, το δικαστήριο, μετά από πρόταση του εισαγγελέα ή και αυτεπαγγέλτως μπορεί να διατάξει μία φορά την αναβολή της δίκης για λόγους ανώτερης βίας, με αίτημα δε κάποιου από τους διαδίκους μία μόνο φορά για σοβαρούς λόγους υγείας ή ανώτερης βίας .Η αναβολή που χορηγείται με αίτημα διαδίκου, για λόγο που αφορά αυτόν ή τον συνήγορο του, διατάσσεται μόνο για σοβαρούς λόγους υγείας οι οποίοι αποδεικνύονται με έγγραφο νοσηλευτικού ιδρύματος ή λόγους ανώτερης βίας, δηλαδή κατάστασης εξαιρετικής ανάγκης, η οποία, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν μπορεί να προβλεφθεί και προληφθεί από τον άνθρωπο με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας και σύνεσης, δημιουργώντας σ' αυτόν απόλυτη αδυναμία να προβεί σε ορισμένη ενέργεια, αδιάφορα από τα αίτια που την προκάλεσαν. Στην προκειμένη περίπτωση, ο εκκαλών Χ. Μ., ζητεί την αναβολή εκδίκασης της κρινόμενης υπόθεσης σε μεταγενέστερη δικάσιμο, υποστηρίζοντας ότι ο συνήγορος του Νικόλαος Αγγελάκος, ο οποίος έχει μελετήσει τη δικογραφία και έχει στα χέρια του τα σχετικά έγγραφα, δεν προσήλθε να τον υπερασπισθεί σήμερα επειδή απουσιάζει για να ασκήσει το λειτούργημα του στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών και στο ΜΟΔ και δεν μπορεί να παραστεί σήμερα σε αυτό το Δικαστήριο .Προς απόδειξη δε του σχετικού αιτήματος του προσκόμισε την από 1-3-2013 αίτηση του ως άνω δικηγόρου Αθηνών προς το Δικαστήριο τούτο σύμφωνα με την οποία δηλώνει ότι αδυνατεί να τον υπερασπισθεί σήμερα, διότι έχει άλλες υποθέσεις που δεν επιδέχονται αναβολή και ειδικότερα παρίσταται στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών (διάδικοι Κ. Σ. κατά Α. Φ.) κληρονομικό, μετά από αναβολή και στη συνέχεια παρίσταται στο ΜΟΔ ως πολιτικώς ενάγων στην υπόθεση με κατηγορούμενο M. R. (αποπλάνηση ανηλίκου), η οποία του ανατέθηκε την 28-2-2013 , ενώ παράλληλα προσκομίσθηκαν και 3 σελίδες του 1387/2012 παραπεμπτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, που αφορά τον κατηγορούμενο B. M. του R.. Ο λόγος αυτός όμως εν όψει και της επικείμενης παραγραφής της αποδιδομένης στον εκκαλούντα αξιόποινης πράξης, δεν αποτελεί ανωτέρα βία υπό την αναφερόμενη στη μείζονα σκέψη έννοια και πρέπει το περί αναβολής εκδίκασης της υπόθεσης αίτημα του να απορριφθεί ως αβάσιμο". Με τις παραδοχές αυτές, η απορριπτική παρεμπίπτουσα απόφαση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου : περιέχει την επιβαλλομένη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού μνημονεύονται, στο παραπάνω επί μέρους αιτιολογικό, τα αποδεικτικά μέσα που έλαβε υπόψη του και αξιολόγησε το δικαστήριο, για να καταλήξει στην ανωτέρω απορριπτική κρίση του, αναφέρονται τα στοιχεία που προέκυψαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο, στα οποία το δικαστήριο θεμελίωσε την ουσιαστική αβασιμότητα του εν λόγω αιτήματος αναβολής, καθώς αναφέρονται και οι συλλογισμοί με τους οποίους κατέληξε στην κρίση αυτή. Ειδικότερα, α) το αίτημα αυτό το οποίο ήταν σαφές και ορισμένο απορρίφθηκε από το δικαστήριο της ουσίας, το οποίο έκρινε ότι δεν συνέτρεχε στο πρόσωπο του συνηγόρου του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου λόγος ανωτέρας βίας, που να συνιστά κατάσταση η οποία δεν μπορούσε να προβλεφθεί, δεδομένου ότι αυτός γνώριζε την ανάληψη υποχρεώσεως του απέναντι στον αναιρεσείοντα, του οποίου την υπόθεση είχε αναλάβει προς υπεράσπιση και παρά ταύτα προέκρινε άλλες επαγγελματικές του υποχρεώσεις, γεγονός που γνώριζε και ο αναιρεσείων στον οποίο ανακοινώθηκε το κώλυμα αυτό. Επίσης αμφότεροι γνώριζαν ότι η συγκεκριμένη πλημμεληματική πράξη (ηθική αυτουργία σε ψευδορκία μάρτυρα), για την οποία είχε ο αναιρεσείων είχε καταδικασθεί και άσκησε έφεση, κινδύνευε να υποκύψει σε παραγραφή, γεγονός που απλώς επισήμανε το δικαστήριο, στην παρεμπίπτουσα απόφαση του χωρίς όμως ο κίνδυνος αυτός να αποτελεί την απορριπτική και αποκλειστική αιτιολογία του. Περαιτέρω, αφού το δικαστήριο της ουσίας απέρριψε με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία το αίτημα αναβολής της δίκης που υποβλήθηκε από τον αναιρεσείοντα -κατηγορούμενο και προχώρησε στην εκδίκαση της υποθέσεως, τον κήρυξε ένοχο της αξιοποίνου πράξεως για την οποία είχε καταδικασθεί και πρωτοδίκως και του επέβαλε την ποινή του ενός (1) έτους, την οποία μετέτρεψε με το ποσό των τριών (3) Ευρώ ημερησίως, αιτιολογώντας τη μη αναστολή αυτής, δεν υπερέβη αρνητικά την εξουσία του. Επομένως, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Η' του ΚΠΔ λόγοι της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, με τους οποίους υποστηρίζεται, ότι η πιο πάνω παρεμπίπτουσα απορριπτική απόφαση, στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και ότι μετά ταύτα το Τριμελές Εφετείο Πειραιώς, που δίκασε κατ' ουσία την υπόθεση υπερέβη αρνητικά την εξουσία του πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμοι.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 171 παρ.1 ... περ. δ` και 510 παρ. 1 στοιχ. Α' του ΚΠΔ, προκύπτει ότι ιδρύεται ο λόγος αναίρεσης για απόλυτη ακυρότητα που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο και λαμβάνεται αυτεπαγγέλτως υπ' όψη από το δικαστήριο σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και στον Άρειο Πάγο αν δεν τηρηθούν οι διατάξεις που καθορίζουν την εμφάνιση, την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων που του παρέχονται από το νόμο, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και το διεθνές σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα. Ετέρωθεν, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 3 εδ. γ' της ΕΣΔΑ, που κυρώθηκε με το Ν. Δ/γμα 53/1974 και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του εσωτερικού Ελληνικού Δικαίου, κάθε κατηγορούμενος έχει το δικαίωμα, γ) όπως υπερασπίσει ο ίδιος τον εαυτό του ή να αναθέσει την υπεράσπιση του σε συνήγορο της εκλογής του και σε περίπτωση που δεν διαθέτει τα μέσα να πληρώσει συνήγορο της εκλογής του, να του παρασχεθεί αυτός δωρεάν όταν αυτό ενδείκνυται για το συμφέρον της δικαιοσύνης. Στη προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος με τον τρίτο λόγο της αναιρέσεως του, πλήττει την προσβαλλόμενη απόφαση για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο, διότι μετά την ανωτέρω παρεμπίπτουσα απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για αναβολή της δίκης του, λόγω ανωτέρας βίας στο πρόσωπο του συνηγόρου της εκλογής του, εθίγησαν τα υπερασπιστικά του δικαιώματα με αποτέλεσμα να μη τύχει δίκαιης δίκης αφού στερήθηκε τον επιλεγμένο από αυτόν συνήγορο. Με τα ανωτέρω όμως εκτιθέμενα, η στέρηση του συνηγόρου του, δεν οφείλεται σε κάποια ενέργεια ή παράλειψη του Δικαστηρίου προς βλάβη των υπερασπιστικών δικαιωμάτων του, αλλά σε δική του αποκλειστικά υπαιτιότητα να μην επιλέξει άλλο συνήγορο αφ' ότου κατέστη σε αυτόν γνωστό το κώλυμα του συνηγόρου του ,οι λόγοι απουσίας του οποίου κρίθηκε ότι δεν συνιστούσαν λόγο ανωτέρας βίας αλλά απουσίασε για προσωπικούς του επαγγελματικούς λόγους μετά από επιλογή του να παραστεί σε άλλες υποθέσεις του, λόγο που δεν συνιστά σε καμία περίπτωση παράλειψη του δικαστηρίου. Σημειωτέον ότι ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος είχε αναφαίρετο δικαίωμα εμφανίσεως και υπερασπίσεως του εαυτού του στη προκειμένη υπόθεση, όπως δε προκύπτει από τα επισκοπούμενα πρακτικά της δίκης για τις ανάγκες του ελέγχου του αναιρετικού αυτού λόγου σε σχέση με την υπεράσπιση του, το δικαστήριο πριν την απολογία του, κατόπιν αιτήματος του, διέκοψε μία ώρα την εκδίκαση της υποθέσεως του προκειμένου να επικοινωνήσει με τον συνήγορο του .Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 εδ Α !ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως, περί απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας στο ακροατήριο πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Μετά ταύτα, ελλείψει άλλου λόγου αναιρέσεως για έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα(άρθρο 583 παρ.1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τη με αρ. εκθ.κατ.51/2-8-2013 αίτηση του Χ. Μ. του Κ., κατοίκου ... οδός … αρ. …, περί αναιρέσεως της 448/2013 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Πειραιώς. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων πενήντα (250) Ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 26 Νοεμβρίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 5 Δεκεμβρίου 2013.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή