Αριθμός 55/2020
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αγγελική Αλειφεροπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Γεώργα, Ιωάννη Μαγγίνα, Ερωτόκριτο Ερωτοκρίτου και Γεώργιο Κόκκορη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Σεπτεμβρίου 2019, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Αγγελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευθυμίας Καλογεροπούλου, για να δικάσει τις αιτήσεις της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Ε. Σ. του Θ., κατοίκου ... που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αντώνιο Μαντζαβίνο, για αναίρεση της υπ'αριθ.4405/2018 αποφάσεως του Γ'Αυτοφώρου Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.
Το Γ'Αυτόφωρο Μονομελές Πλημμελειοδικείου Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορούμενη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στις: α) από 29 Οκτωβρίου 2018 αίτησή της, η οποία ασκήθηκε ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Αθηνών, Β. Σ. και έλαβε αριθμό πρωτοκόλλου .../30.10.2018 και β) από 29 Οκτωβρίου 2018 αίτησή της, η οποία ασκήθηκε με δήλωση που επιδόθηκε στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στις 8 Νοεμβρίου 2018 και έλαβε αριθμό πρωτοκόλλου 12500/2018, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 457/19.
Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτές οι κρινόμενες αιτήσεις, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως και τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι κρινόμενες 1) από 29.10.2018 δήλωση ενώπιον του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου της Σ. Ε. του Θ., κατοίκου ... για αναίρεση της υπ' αρ.ΓΑΜ4405/2018 ανέκκλητης απόφασης του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία αυτή κηρύχθηκε ένοχη και καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης τριών (3) μηνών, ανασταλείσα επί τριετία και σε χρηματική ποινή πεντακοσίων (500) ευρώ, για παράβαση του άρθρου 20 παρ.1 Ν.Δ.683/1948 τελεσθείσα την 7.6.2018, με επικαλούμενους λόγους την εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης και την έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και 2) από 30.10.2018 αίτηση της ιδίας, ασκηθείσα ενώπιον του αρμόδιου Γραμματέα του εκδώσαντος την προσβαλλόμενη απόφαση Δικαστηρίου, για αναίρεση της ως άνω απόφασης για ταυτόσημους λόγους, έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (καταχώριση της προσβαλλόμενης απόφασης στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 142 παρ.2 ΚΠΔ την 23.10.2018), εφόσον δε είναι όμοιου περιεχομένου θεωρούνται ενιαίο δικόγραφο, δοθέντος ότι δεν έχει προηγηθεί κρίση για κάποια από αυτές. Επομένως, είναι τυπικά δεκτές και πρέπει, συνεκδικαζόμενες ως συναφείς, να ερευνηθούν περαιτέρω.
Έλλειψη της επιβαλλόμενης από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ. ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της καταδικαστικής αποφάσεως, η οποία ιδρύει λόγο αναιρέσεως κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα, συντρέχει, όταν δεν εκτίθενται σ' αυτήν, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία συνήγαγε το δικαστήριο τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των αποδειχθέντων περιστατικών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφαρμόσθηκαν. Έλλειψη τέτοιας αιτιολογίας υπάρχει και, όταν η αιτιολογία είναι εντελώς τυπική, προς την οποία εξομοιώνεται και εκείνη, που παραπέμπει στα πραγματικά περιστατικά του διατακτικού. Κα l ναι μεν το αιτιολογικό μαζί με το διατακτικό της αποφάσεως, στο οποίο, ως λογικό συμπέρασμα, καταχωρίζονται όλα τα στοιχεία του εγκλήματος, αποτελούν ενιαίο σύνολο και είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωσή τους, πλην όμως η συμπλήρωση αυτή δεν μπορεί να φθάσει μέχρι του σημείου ολικής αναφοράς στα περιστατικά, που αναγράφονται στο διατακτικό της αποφάσεως, διότι σε τέτοια περίπτωση δεν πρόκειται για συμπλήρωση του σκεπτικού από το διατακτικό αλλά ούτε καν για πιστή αντιγραφή του τελευταίου, οπότε, αν το διατακτικό είναι τόσο αναλυτικό και πλήρες, ώστε να καθίσταται εντελώς περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του αιτιολογικού, η ταύτιση του περιεχομένου σκεπτικού και διατακτικού είναι δυνατό να μην συνιστά έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλομένης προμνημονευόμενης απόφασης, το Δικαστήριο της ουσίας, μετά από συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, τα οποία προσδιορίζονται κατ' είδος σ' αυτή, έκρινε, κατά λέξη, τα εξής, που ενδιαφέρουν εν προκειμένω: "...αποδείχθηκε ότι στον αναφερόμενο στο διατακτικό τόπο και χρόνο, έλαβαν χώρα τα διαλαμβανόμενα σ' αυτό πραγματικά περιστατικά που συνιστούν την υποκειμενική και αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος που αποδίδεται στην 1η κατηγορούμενη Σ. Ε. του Θ., .....2η κατηγορούμενη ...3η κατηγορούμενη..., ....5η κατηγορούμενη...., 6η κατηγορούμενη..., 8η κατηγορούμενη..., 10η κατηγορούμενη...., 13η κατηγορουμένη.., 14η κατηγορούμενη..., Πρέπει, επομένως, αυτές να κηρυχθούν ένοχες, όπως ορίζεται στο διατακτικό...". Ακολούθως, το ανωτέρω Δικαστήριο της ουσίας, με το διατακτικό της παραπάνω απόφασης, κήρυξε την αναιρεσείουσα και τις προαναφερθείσες (μη διαδίκους στην παρούσα κατ' αναίρεση δίκη) εκεί αναφερόμενες συγκατηγορούμενες αυτής ένοχες του ότι: "Στο ... στις 7.6.2018 με πρόθεση παρέβησαν τη διάταξη του άρθρου 20 παρ.1 του Ν.Δ.683/1948 καθόσον κατελήφθησαν να εργάζονται ως "αποκλειστικές" νοσοκόμες στο επί της οδού ... Νοσοκομείο "ΑΤΤΙΚΟΝ" παρέχουσες υπηρεσίες αποκλειστικής νοσοκόμας σε νοσηλευόμενους ασθενείς χωρίς να κατέχουν το απαραίτητο για την εργασία αυτή Πτυχίο Σχολής Αδελφών Νοσοκόμων, σφετεριζόμενες τον ως άνω τίτλο πτυχιούχου νοσοκόμας.".
Με αυτά που δέχθηκε το Δικαστήριο της ουσίας δεν διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του Κ.Ποιν.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού δεν εκτίθενται σ' αυτή, με σαφήνεια και πληρότητα, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του ως άνω εγκλήματος του σφετερισμού τίτλου πτυχιούχου νοσοκόμας (παράβαση άρθρου 20 παρ.1 Ν.Δ. 683/1948), για το οποίο κηρύχθηκε ένοχη η αναιρεσείουσα, ούτε οι σκέψεις, που οδήγησαν το Δικαστήριο στην κρίση του για την ενοχή της αλλά ούτε και οι νομικοί συλλογισμοί, με βάση τους οποίους υπήχθησαν τα περιστατικά αυτά στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφαρμόστηκαν, οι δε πιο πάνω ελλείψεις δεν μπορούν να αναπληρωθούν από όσα περιέχονται στο διατακτικό, στο οποίο παραπέμπει καθ' ολοκληρία το σκεπτικό. Συγκεκριμένα, η προπαρατεθείσα αιτιολογία, σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν στην προηγηθείσα νομική σκέψη, δεν είναι επαρκής, διότι είναι εντελώς τυπική και δεν πρόκειται περί αλληλοσυμπληρώσεως του αιτιολογικού με το διατακτικό, που προϋποθέτει παράθεση περιστατικών της πράξεως στο σκεπτικό, αλλά περιέχει ολική αναφορά και παραπομπή του αιτιολογικού στο διατακτικό της αποφάσεως, το οποίο, μάλιστα, όπως προκύπτει από την επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας, αποτελεί αντιγραφή του κατηγορητηρίου , με το οποίο διατυπώθηκε η σχετική κατηγορία σε βάρος της αναιρεσείούσας. Επομένως, είναι βάσιμος ο σχετικός δεύτερος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως, από το άρθρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' Κ.Ποιν.Δ., με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης εξεταζόμενος άλλωστε και αυτεπαγγέλτως (άρθρ.511εδ.α' ΚΠΔ), οπότε, κατά παραδοχή του αναιρετικού τούτου λόγου, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και, αφού παρέλκει πλέον η έρευνα των λοιπών αιτιάσεων που διαλαμβάνονται στο αναιρετήριο, ως αλυσιτελών, να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά το αναιρεθέν μέρος της, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που εξέδωσε την αναιρεθείσα απόφαση συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός απ' εκείνους που είχαν δικάσει προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ). Πρέπει να σημειωθεί, ότι δεν μπορεί να εφαρμοσθεί η διάταξη του άρθρου 469 εδ.α' ΚΠΔ, περί επεκτατικού αποτελέσματος του ένδικου μέσου της αναίρεσης στις λοιπές καταδικασθείσες συγκατηγορούμενες της αναιρεσείουσας, δεδομένου ότι, εν προκειμένω, δεν πρόκειται για περίπτωση συμμετοχής στο έγκλημα, για το οποίο καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα αλλά υφίσταται απλή συνάφεια (παραυτουργία), ο δε γενόμενος δεκτός λόγος αναίρεσης είναι ουσιαστικής φύσεως και δεν αφορά παράβαση της ποινικής διαδικασίας στο ακροατήριο, επί της οποίας και μόνο υπάρχει επεκτατικό αποτέλεσμα επί παραυτουργίας, κατ'άρθρ. 469 εδ.β'ΚΠΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την με αριθμό ΓAM4405/2018 απόφαση του (Αυτόφωρου) Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, ως προς την κατηγορουμένη και ήδη αναίρεσείουσα, Ε. Σ. του Θ., κάτοικο ....
Παραπέμπει την υπόθεση, κατά το αναίρεθέν μέρος της, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 21 Οκτωβρίου 2019.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 14 Ιανουαρίου 2020.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ