Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Βούλευμα παραπεμπτικό, Οργάνωση εγκληματική.
Περίληψη:
Κατά των βουλευμάτων του Συμβουλίου Εφετών, που περατώνουν την κυρία ανάκριση για πράξεις του άρθρου 187 ΠΚ, μετά το Ν. 2928/2001, δεν υπόκεινται σε αναίρεση. Αυτό ισχύει και για τα συναφή εγκλήματα, ανεξάρτητα από τη βαρύτητά τους.
Αριθμός 383/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού και Νικόλαο Κωνσταντόπουλο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ρούσσου - Εμμανουήλ Παπαδάκη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 12 Ιανουαρίου 2010, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ... που δεν παραστάθηκε στο συμβούλιο, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 931/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Με συγκατηγορουμένους τους: 1) ... και 2) ....
Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 15.6.2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 976/2009.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ρούσσος - Εμμανουήλ Παπαδάκης εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Τσάγγα με αριθμό 318/9.10.2009, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Εισάγω ενώπιόν σας, κατά τα άρθρα 476 παρ. 1 εδαφ. β και 513 παρ. 1 εδαφ. α του Κωδ. Ποιν. Δικ., την υπ' αριθμ. 5/15-6-2009 αίτηση αναιρέσεως του κατηγορουμένου ..., η οποία ασκήθηκε από τον ειδικό πληρεξούσιο δικηγόρο του Χρήστο Δήμο του Κωνσταντίνου, που είναι μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Χαλκίδας, δυνάμει της από 12-6-2009 ειδικής εντολής και πληρεξουσιότητος του ...κατά του υπ' αριθμ. 931/14-5-2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, το οποίο Συμβούλιο Εφετών επελήφθη της προκειμένης υποθέσεως κατ' εφαρμογή του άρθρου 7 του Ν. 2928/2001 αμέσως μετά το πέρας της κύριας ανακρίσεως, καθόσον η αρχική κατηγορία τόσο κατά του νυν αναιρεσείοντος όσο και κατά των εταίρων δύο συμπαραπεμπομένων κατηγορουμένων... και ...αφορούσε: α) συγκρότηση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, β) ληστεία, γ) ηθική αυτουργία σε ληστεία, δ) απλή συνεργεία σε ληστεία, ε) απόπειρα εκβιάσεως από κοινού και κατά μόνας, κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, στ) παράνομη είσοδο στη χώρα και ζ) παράνομη οπλοφορία (άρθρα 1, 12, 13 στ, 14, 26 παρ.1α, 27 παρ. 1, 42 παρ.1, 45,46 παρ 1α , 47 παρ 1, 94 παρ.1, 98, 187 παρ.1, 380 παρ. 1, 385 παρ. 1α και β Π.Κ., όπως το άρθρο 187 αντικ. με το άρθρο 1 του Ν. 2928/2001, άρθρο 83 παρ.1α του Ν. 3386/2005 και 1 παρ. 1γ, 10 παρ. 1 και 13 β του Ν. 2168/1993)? πλην με το προσβαλλόμενο βούλευμα (931/2009) ο αναιρεσείων και οι λοιποί κατηγορούμενοι παραπέμπεται στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών για τις ανωτέρω αξιόποινες πράξεις, αλλά αντί για παράβαση του άρθρου 187 παρ. 1 παραπέμπεται μετά των λοιπών για παράβαση του άρθρου 187 παρ.3 του Π.Κ. (συμμορία) όπως αντικ. με το άρθρο 1 του Ν. 2928/2001.
Κατόπιν των ανωτέρω λεχθέντων εκθέτω σχετικά τα ακόλουθα :
Κατά το άρθρο 476 παρ. 1 (όπως αντικ. με το άρθρο 2 παρ. 18 του Ν. 2408/1996), όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα ή εναντίον απόφασης ή βουλεύματος για τα οποία δεν προβλέπεται ή όταν ασκήθηκε εκπρόθεσμα ή χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις που ορίζονται από το νόμο για την άσκησή του, καθώς και όταν έγινε νόμιμη παραίτηση από το ένδικο μέσο ή σε κάθε άλλη περίπτωση που ο νόμος ρητά προβλέπει ότι το ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο) που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και, αφού ακούσει τους διαδίκους που εμφανιστούν, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση της απόφασης ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο.
Σύμφωνα δε με τις διατάξεις του άρθρου 7 του Ν. 2928/2001 ή περάτωση της κυρίας ανακρίσεως για τα κακουργήματα του άρθρου 187 του Π.Κ. κηρύσσεται από το Συμβούλιο Εφετών. Για το σκοπό αυτό η δικογραφία διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία ανακριτική πράξη από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών στον Εισαγγελέα Εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι η ανάκριση δεν χρειάζεται συμπλήρωση, την εισάγει με πρότασή του στο Συμβούλιο Εφετών, που αποφαίνεται αμετάκλητα ακόμη και για τα συναφή εγκλήματα, ανεξάρτητα από τη βαρύτητά τους, έστω και αν για κάποιο από αυτά προβλέπεται διαφορετικός τρόπος περάτωσης της ανάκρισης.
Επομένως η υπό κρίση αναίρεση ασκήθηκε κατά βουλεύματος για το οποίο δεν προβλέπεται διότι στο άρθρο 7 του Ν. 2928/2001 δεν γίνεται διάκριση μεταξύ των κακουργημάτων της παραγράφου 1 και της παραγράφου 3 του άρθρου 187 του Π.Κ., αλλά γίνεται αναφορά γενικά στα κακουργήματα του εν λόγω άρθρου (187 Π.Κ.) και πρέπει για τον λόγο αυτό να κηρυχθεί απαράδεκτη? και τα δικαστικά έξοδα να επιβληθούν σε βάρος του αναιρεσείοντος κατ' άρθρο 476 παρ. 1 του Κωδ. Ποιν. Δικ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Προτείνω : Α) Να κηρυχθεί απαράδεκτη η υπ' αριθμ. 5/15-6-2009 αίτηση αναιρέσεως του ..., κατά του υπ' αριθμ. 931/14-5-2009 αμετακλήτου βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Β) Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του αναιρεσείοντος.
Αθήνα
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΣΑΓΓΑΣ
Αφού άκουσε
τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε, και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκε, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, ο αντίκλητος του αναιρεσείοντος.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρεται προς συζήτηση η κρινόμενη αίτηση κατά του υπ' αριθμ. 931/14-5-2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με το οποίο, το Συμβούλιο Εφετών επελήφθη της προκειμένης υποθέσεως κατ' εφαρμογή του άρθρου 7 του Ν. 2928/2001 αμέσως μετά το πέρας της κύριας ανακρίσεως, καθόσον η αρχική κατηγορία, τόσο κατά του ήδη αναιρεσείοντος όσο και κατά των άλλων δύο συμπαραπεμπομένων κατηγορουμένων, ... και ..., αφορούσε: α) συγκρότηση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, β) ληστεία, γ) ηθική αυτουργία σε ληστεία, δ) απλή συνεργεία σε ληστεία, ε) απόπειρα εκβιάσεως από κοινού και κατά μόνας, κατ' εξακολούθηση, κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, στ) παράνομη είσοδο στη χώρα και ζ) παράνομη οπλοφορία (άρθρα 1, 12, 13 στ, 14, 26 παρ.1α, 27 παρ. 1, 42 παρ.1, 45,46 παρ 1α , 47 παρ 1, 94 παρ.1, 98, 187 παρ.1, 380 παρ. 1, 385 παρ. 1α και β Π.Κ., όπως το άρθρο 187 αντικ. με το άρθρο 1 του Ν. 2928/2001, άρθρο 83 παρ.1α του Ν. 3386/2005 και 1 παρ. 1γ, 10 παρ. 1 και 13 β του Ν. 2168/1993)? πλην με το προσβαλλόμενο βούλευμα (931/2009) ο αναιρεσείων (και οι λοιποί κατηγορούμενοι) παραπέμπεται στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών για τις ανωτέρω αξιόποινες πράξεις, αλλά αντί για παράβαση του άρθρου 187 παρ. 1 παραπέμπεται μετά των λοιπών για παράβαση του άρθρου 187 παρ.3 του Π.Κ. (συμμορία) όπως αντικ. με το άρθρο 1 του Ν. 2928/2001.
Κατά το άρθρο 476 παρ. 1 (όπως αντικ. με το άρθρο 2 παρ. 18 του Ν. 2408/1996), όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα ή εναντίον απόφασης ή βουλεύματος για τα οποία δεν προβλέπεται ή όταν ασκήθηκε εκπρόθεσμα ή χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις που ορίζονται από το νόμο για την άσκησή του, καθώς και όταν έγινε νόμιμη παραίτηση από το ένδικο μέσο ή σε κάθε άλλη περίπτωση που ο νόμος ρητά προβλέπει ότι το ένδικο μέσο είναι απαράδεκτο, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο) που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα και, αφού ακούσει τους διαδίκους που εμφανιστούν, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση της απόφασης ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο.
Σύμφωνα δε με τις διατάξεις του άρθρου 7 του Ν. 2928/2001 ή περάτωση της κυρίας ανακρίσεως για τα κακουργήματα του άρθρου 187 του Π.Κ. κηρύσσεται από το Συμβούλιο Εφετών. Για το σκοπό αυτό η δικογραφία διαβιβάζεται αμέσως μετά την τελευταία ανακριτική πράξη από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών στον Εισαγγελέα Εφετών, ο οποίος, αν κρίνει ότι η ανάκριση δεν χρειάζεται συμπλήρωση, την εισάγει με πρότασή του στο Συμβούλιο Εφετών, που αποφαίνεται αμετάκλητα ακόμη και για τα συναφή εγκλήματα, ανεξάρτητα από τη βαρύτητά τους, έστω και αν για κάποιο από αυτά προβλέπεται διαφορετικός τρόπος περάτωσης της ανάκρισης. Στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη αναίρεση ασκήθηκε κατά βουλεύματος για το οποίο δεν προβλέπεται διότι στο άρθρο 7 του Ν. 2928/2001 δεν γίνεται διάκριση μεταξύ των κακουργημάτων της παραγράφου 1 και της παραγράφου 3 του άρθρου 187 του Π.Κ., αλλά γίνεται αναφορά γενικά στα κακουργήματα του εν λόγω άρθρου (187 Π.Κ.) και πρέπει, για τον λόγο αυτό, μετά την ειδοποίηση προς τούτο του αντικλήτου δικηγόρου του, σύμφωνα με την επισημείωση του αρμοδίου Γραμματέα επί του φακέλλου της υποθέσεως, να κηρυχθεί απαράδεκτη? και τα δικαστικά έξοδα να επιβληθούν σε βάρος του αναιρεσείοντος κατ' άρθρο 476 παρ. 1 του Κωδ. Ποιν. Δικ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Κηρύσσει απαράδεκτη την υπ' αριθμ. 5/15-6-2009 αίτηση αναιρέσεως του ..., κατά του υπ' αριθμ. 931/14-5-2009 αμετακλήτου βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του αναιρεσείοντος, από διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 23 Φεβρουαρίου 2010. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 24 Φεβρουαρίου 2010.-
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ