Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 498 / 2013    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Δωροδοκία.




Περίληψη:
Ενεργητική Δωροδοκία (άρθρο 236 Π Κ.) 1. Αβάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας και για εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης. 2. Ανακριτική Διείσδυση. Το δικαστήριο για να καταλήξει στην ενοχή του κατηγορουμένου λιμενικού υπαλλήλου για ενεργητική δωροδοκία, νόμιμα στηρίχθηκε στη μαρτυρική κατάθεση του ανωτέρω λιμενικού υπαλλήλου, που δεν ανήκε στο προσωπικό του ειδικού Γραφείου Εσωτερικών Υποθέσεων του YEN, δεν ενήργησε κατ' εντολήν του ανωτέρου Γραφείου και κεκαλυμμένα ως agent provocateur, αλλά κατά τις παραδοχές μόνος ο κατηγορούμενος με δική του πρωτοβουλία τον ανεύρε και του υποσχέθηκε αμοιβή για να παραλείψει τα καθήκοντά του, γι' αυτό και δε χρειαζόταν σύμφωνη γνώμη εισαγγελέα και έκδοση σχετικού βουλεύματος για την παραπάνω ενέργεια και στάση του απλού μάρτυρα λιμενικού υπαλλήλου, δεν πρόκειται για ανακριτική διείσδυση υπαλλήλου για ανακάλυψη του ανωτέρω ήδη τελειωμένου εγκλήματος [που δεν συνιστά ανακριτική διείσδυση] και το δικαστήριο δε χρησιμοποίησε παράνομα αποδεικτικά μέσα. Έτσι δεν προκλήθηκε η επικαλούμενη από τον αναιρεσείοντα απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, από τη χρησιμοποίηση των ανωτέρω στοιχείων που κατέθεσε ο μάρτυρας λιμενικός υπάλληλος και γι' αυτό ο σχετικός λόγος αναιρέσεως, από τα άρθρα 171 παρ.1 α, 510 παρ.1 στοιχ. Α ΚΠΔ και 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.




Αριθμός 498/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Ζαΐρη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Γεώργιο Αδαμόπουλο, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη και Μαρία Γαλάνη-Λεοναρδοπούλου, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Φεβρουαρίου 2013, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ξένης Δημητρίου-Βασιλοπούλου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Α. Κ. του Θ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Τσοβόλα, για αναίρεση της υπ' αριθ. 54/2011 αποφάσεως του Πενταμελούς Αναθεωρητικού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης.
Το Πενταμελές Αναθεωρητικό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 18 Ιουνίου 2012 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 858/2012.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 235 και 236 του ΠΚ, όπως αντικ. το δεύτερο με το άρθρο 2 του ν. 2802/2000 και το άρθρο 2 παρ.1 του ν. 3666/10-6-2008, προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του υπαλλακτικώς μικτού εγκλήματος της ενεργητικής δωροδοκίας, το οποίο προβλέπεται και τιμωρείται από τη δεύτερη από αυτές, απαιτείται υπόσχεση ή παροχή από οποιοδήποτε πολίτη, σε υπάλληλο, κατά την έννοια των άρθρων 13 περ. α' και 263 Α' του ΠΚ, άμεσα ή με τη μεσολάβηση τρίτου, οποιασδήποτε φύσης ωφελημάτων, για τον εαυτό του ή τρίτο και η υπόσχεση ή η παροχή τους να γίνεται για μελλοντική ενέργεια ή παράλειψη του υπαλλήλου,(και όχι τελειωμένη), που ανάγεται στα καθήκοντά του ή αντίκειται σε αυτά, όπως διαγράφονται ή προκύπτουν από το νόμο, ή τους υπηρεσιακούς κανονισμούς, τις διατάξεις και τις οδηγίες των προϊσταμένων του, την υπηρεσιακή του σχέση ή τη φύση της υπηρεσίας του. Κάθε τρόπος τελέσεως είναι αυτοτελής και αρκεί για την ολοκλήρωση της εγκληματικής πράξεως. Υποκειμενικά απαιτείται δόλος, δηλαδή γνώση του δράστη ότι ο υπάλληλος που του απαιτεί ή δέχεται τα παρεχόμενα ωφελήματα ή την υπόσχεση αυτών, αφορούν για ενέργεια ή παράλειψη του υπαλλήλου αναγόμενη ή αντικείμενη στα καθήκοντά του, μέσα στον κύκλο ενάσκησης της λειτουργικής του αρμοδιότητας και θέληση αυτού να πράξει ο υπάλληλος τούτο, χωρίς να ενδιαφέρει αν πραγματοποιήθηκε ή όχι η σκοπούμενη μέλλουσα ενέργεια ή παράλειψη του υπαλλήλου ή αν ο υπάλληλος σκοπούσε σπουδαίως να εκτελέσει ή να μην εκτελέσει την εν λόγω αιτηθείσα ενέργεια.
Εξάλλου, η κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ προβλεπόμενο λόγο αναιρέσεως υπάρχει όταν, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, αναφέρονται σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι σκέψεις με βάση τις οποίες υπήχθησαν τα περιστατικά αυτά στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα απ' αυτά χωριστά. Ως προς τα αποδεικτικά μέσα, αρκεί να αναφέρονται γενικώς και κατά το είδος τους, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από το καθένα, ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται η αποδεικτική βαρύτητα εκάστου. Στην απόφαση που καταδικάζει κάποιον υπάλληλο για ενεργητική δωροδοκία πρέπει να διαλαμβάνεται, για να υπάρχει ειδική αιτιολογία, ότι η ενέργεια ή παράλειψη του υπαλλήλου ανάγεται στις υπηρεσιακές υποχρεώσεις του και περιλαμβάνεται μέσα στον κύκλο της αρμοδιότητάς του, όπως αυτά διαγράφονται ή προκύπτουν από το νόμο ή τους υπηρεσιακούς κανονισμούς, τις διατάξεις και τις οδηγίες των προϊσταμένων του, την υπηρεσιακή του σχέση ή τη φύση της υπηρεσίας του, και πόθεν τούτο προκύπτει, μη αρκούντος ότι ανάγεται στην υπηρεσία ή τα καθήκοντά του, άνευ άλλου τινός. Επομένως, δεν καταλαμβάνονται από τις παραπάνω διατάξεις πράξεις που βρίσκονται έξω από τα υπηρεσιακά καθήκοντα του υπαλλήλου, όπως εκείνες που γίνονται με χρησιμοποίηση της υπηρεσιακής επιρροής του ή με ανεπίτρεπτη δραστηριότητα αυτού, σε άλλο υπάλληλο, ο οποίος έχει την αρμοδιότητα να ενεργήσει για την πραγματοποίησή τους.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Πενταμελές Αναθεωρητικό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό και καταδίκασε τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο, για την πράξη της ενεργητικής δωροδοκίας και του επέβαλε ποινή φυλακίσεως εννέα μηνών, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης 54/2011 αποφάσεώς του, δέχθηκε, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα, κατά πιστή αντιγραφή, πραγματικά περιστατικά: "Από τα πρακτικά της πρωτοβάθμιας δίκης, απ' όλη τη σχετική με την απόδειξη κύρια διαδικασία, τις καταθέσεις των νομίμως εξετασθέντων μαρτύρων, τα έγγραφα και τις μαρτυρικές καταθέσεις, που νόμιμα αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο, καθώς και την απολογία του κατηγορουμένου, προέκυψαν τα εξής: Ο κατηγορούμενος, Κελευστής (Λ.Σ.), υπηρετούσε από το Μάρτιο του 2000, στο Κ. Λ. Λαυρίου, όπου κατά το χρονικό διάστημα 2001-2004 υπηρέτησε και ο τότε Κελευστής (Λ.Σ.) Κ. Ν.. Την 18-10-2008 και περί ώρα 23:30' ο κατηγορούμενος (ο οποίος τότε υπηρετούσε στο Τμήμα Ασφαλείας του Κ.Λ. Λαυρίου) τηλεφώνησε από κινητό τηλέφωνο με αριθμό κλήσεως ..., στα κινητό τηλέφωνο του Κ. (ο οποίος τότε υπηρετούσε με το βαθμό του Αρχικελευστή, ως Κυβερνήτης στο ΠΛΣ 123 στη Λέρο) και, αφού μίλησαν για γενικά θέματα, του είπε ότι τον θέλει για μια "δουλειά". Ο Κ., αστειευόμενος τον ρώτησε "Θα βγάλουμε φράγκα;", οπότε ο κατηγορούμενος απαντώντας του θετικά, του ζήτησε σταθερό τηλέφωνο για να μιλήσουν. Ο Κ. δεν του έδωσε τέτοιον αριθμό, οπότε η συνομιλία τους διεκόπη. Την επομένη μέρα (19-10-2008, ημέρα Κυριακή) και περί ώρα 12.30', ο κατηγορούμενος ξανατηλεφώνησε στον Κ., οπότε ο τελευταίος τον ρώτησε για ποια δουλειά τον ήθελε. Τότε ο κατηγορούμενος του εξήγησε ότι, εφόσον επέτρεπε στους λαθρομετανάστες να περνάνε από τα Τουρκικά παράλια στο Φαρμακονήσι, κάνοντας τα "στραβά μάτια", θα του έδινε χίλια (1.000) ευρώ. Ο Κ. αμέσως τον έβρισε και έκλεισε το τηλέφωνο, ζητώντας του να μην τον ξανακαλέσει, ενώ παράλληλα ενημέρωσε τους προϊσταμένους του (βλ την με στοιχεία 191250/10-08 ατομική αναφορά του προς Λ/Χ Λέρου). Του συμβάντος έλαβε γνώση άμεσα το Γραφείο Εσωτερικών Υποθέσεων ΥΕΝΑΝΠ, ο Προϊστάμενος του οποίου έδωσε αμέσως εντολή στον Κ. να επικοινωνήσει εκ νέου με τον κατηγορούμενο και να προσποιηθεί ότι δέχεται την "πρόταση". Πράγματι, ο Κ. επικοινώνησε περί ώρα 13.15' της ίδιας μέρας (19-10-2008) με τον κατηγορούμενο, οπότε ο τελευταίος του έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες για το σχέδιο". Αρχικά του είπε ότι πρέπει να προμηθευτεί μία σύνδεση "What's Uρ", την οποία θα αλλάζει κατά τακτά χρονικά διαστήματα. Στη συνέχεια, του εξήγησε ότι θα πρέπει να τον ενημερώνει μία μέρα πριν, για το πότε έχει περιπολία με το σκάφος και ο ίδιος (Κ.) θα τον ειδοποιεί το πότε θα ξεκινούν οι λαθρομετανάστες, στους οποίους θα πρέπει να επιτρέπει να αποβιβάζονται ανενόχλητα στο Φαρμακονήσι. Του υποσχέθηκε δε ότι για κάθε διακίνηση θα του στέλνει ταχυδρομικώς χίλια (1.000) ευρώ, ενώ του έδωσε έναν άλλο αριθμό κλήσης κινητού τηλεφώνου (τον ...) για να τον καλεί (βλ. την με στοιχεία 191400/10-08 ατομική αναφορά του προς Λ/Χ Λέρου). Τις επόμενες δύο μέρες (Δευτέρα 20/10 και Τρίτη 21/10/2008) συνεχίστηκαν τα εκατέρωθεν τηλεφωνήματα, στα οποία ο κατηγορούμενος ζήτησε από το Κ. να βιαστεί γιατί "...αυτοί (υπονοώντας τους λαθρομετανάστες) είναι έτοιμοι για Πέμπτη - Παρασκευή" και του είπε επίσης πως "... είναι κρίμα να χαθεί η δουλειά" (βλ. την από 21-10-2008 ατομική αναφορά Κ. προς Λ/Χ Λέρου). Έτσι, περί ώρα 08.50' της 24-10-2008 (και κατόπιν προσυνεννόησης με το Γραφείο Εσωτερικών Υποθέσεων ΥΕΝΑΝΠ) οι δύο άντρες συναντήθηκαν στην Ακτή Βασιλειάδη, στον Πειραιά, όπου ο μεν Κ. παρέδωσε στον κατηγορούμενο αντίγραφο ψευδούς σήματος με το πρόγραμμα περιπολιών του Λ/Χ Λέρου, ο δε κατηγορούμενος, αφού του έδειξε το κινητό του τηλέφωνο με τη θαλάσσια περιοχή και τις πορείες των λαθρομεταναστών, που συνήθως αυτοί ακολουθούν, του έδωσε τριακόσια πενήντα (350) ευρώ έναντι του υπεσχημένου ποσού των χιλίων (1.000) ευρώ, που θα ελάμβανε με την ολοκλήρωση της διακίνησης. Αμέσως μόλις ολοκληρώθηκε η συναλλαγή, επενέβησαν όργανα του Γραφείου Εσωτερικών υποθέσεων και συνέλαβαν τον Κ., ο οποίος δεν έφερε καμία αντίσταση κατά τη σύλληψη του, ενώ κατασχέθηκαν α) δύο κινητά τηλέφωνα του κατηγορουμένου (SHARP GX25 και SONY ERICSON με αριθμούς κλήσης ... και ..., αντίστοιχα), με τα οποία επικοινωνούσε ο κατηγορούμενος όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα με τον Κ. και β) φ/φο σήματος Λ/Χ Λέρου με ΩΠ220855/10-08, παραδόθηκαν δε από τον Κ. και α) επτά (7) χαρτονομίσματα των πενήντα (50) ευρώ (με αριθμούς 521583147264, 521583147273, 521583147282, 521583147291, 521583147309, 521583147318 και 522187358952) τα οποία, όπως προαναφέρθηκε, είχε δώσει ο κατηγορούμενος στον Κ. και β) η κάρτα SΙΜ "CΟSΜΟΤΕ What's Uρ", με αριθμό κλήσης ..., την οποία είχε αγοράσει, καθ' υπόδειξη του κατηγορουμένου ο Κ. . Επισημαίνεται, τέλος, ότι για όλες τις παραπάνω ενέργειες είχε ενημερωθεί ο Εισαγγελέας του Ναυτοδικείου Πειραιώς (βλ. κατάθεση στο ακροατήριο Κ. Ν., τις από 24-10-2008 προανακριτικές, μαρτυρικές: καταθέσεις των Λ. Μ. και Π. Γ., την από 24-10-2008 έκθεση κατάσχεσης και παράδοσης, την από 24-0-2008 έκθεση παράδοσης (σε προανάκριση), την από 24-10-2008 έκθεση εγχειρίσεως (σε προανάκριση) με τις συνημμένες σε αυτή τρεις (3) Ατομικές αναφορές του Αρχικελευστή ΛΣ Κ. Ν. προς το Λιμενάρχη Λέρου, την από 24-10-2008 έκθεση σύλληψης επ' αυτοφώρω εγκλήματος, δύο (2) φωτογραφίες της οθόνης κινητού τηλεφώνου (στις οποίες απεικονίζεται τμήμα του χάρτη της Ελλάδος), το Αντίγραφο Φύλλο Μητρώου του κατηγορουμένου και το αριθμ. πρωτ. 673/31908/23-10-2008 έγγραφο του Γραφ. Εσωτ. Υποθέσεων/ΥΕΝΑΝΠ). Απολογούμενος ενώπιον του ακροατηρίου ο κατηγορούμενος ουσιαστικά αποδέχτηκε τις ως άνω κατηγορίες σε βάρος του και ισχυρίστηκε ότι αναζήτησε τηλεφωνικά τον Κ., κατόπιν παροτρύνσεως ως κάποιου γνωστού του (με το όνομα Β. Ε.) να βρει κάποιο συνάδελφο του στη Λέρο, ο οποίος θα τους διευκολύνει στη διακίνηση λαθρομεταναστών έναντι χρηματικής αμοιβής. Επικαλέστηκε δε σοβαρά οικογενειακά και οικονομικά προβλήματα, υποστήριξε όμως ότι τηλεφωνώντας στον Κ., ήθελε απλώς να επιβεβαιώσει αν, όσα του είχε πει ο Β., περί χρηματισμού λιμενικών προκειμένου να διευκολύνουν λαθρεμπόρους, ήταν αληθινά. Ομοίως και ο μάρτυρας υπεράσπισης - πατέρας του κατηγορουμένου, Κ. Θ., υποστήριξε ότι ο γιος του μετά το γάμο του αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα και γι' αυτό πήρε τηλέφωνο τον Κ., απλώς για να διερευνήσει αν ίσχυε το γεγονός ότι κάποιοι συνάδελφοι του βγάζουν χρήματα από τη διακίνηση λαθρομεταναστών. Οι ως άνω όμως ισχυρισμοί του κατηγορουμένου και του πάτερα του δεν βρίσκουν έρεισμα σε κανένα στοιχείο της δικογραφίας και πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Συγκεκριμένα, ο τρόπος με τον οποίο προσέγγισε από την αρχή ο κατηγορούμενος τον Κ. καθώς και ή εν γένει συμπεριφορά του δεν δείχνουν άνθρωπο, ο οποίος έχει απλώς περιέργεια για το πώς γίνεται η διακίνηση των λαθρομεταναστών και προσπαθεί να διερευνήσει αν μπορεί και ο ίδιος να αποκομίσει κάποιο οικονομικό όφελος από τέτοιου είδους δραστηριότητες. Αντίθετα δείχνουν άτομο, το οποίο γνώριζε πάρα πολύ καλά τι έκανε, δίνοντας σαφείς οδηγίες δράσης στον Κ. (αγορά σύνδεσης "What's Uρ", την οποία θα άλλαζε κατά τακτά χρονικά διαστήματα), ζητώντας συγκεκριμένα πράγματα, (πρόγραμμα περιπολιών πλωτού), υποσχόμενος την καταβολή χιλίων ευρώ για κάθε ολοκληρωμένη διακίνηση, δίνοντας προκαταβολή 350 ευρώ (παρόλο που επικαλείται οικονομικά προβλήματα), έχοντας σαφή γνώση της θαλάσσιας περιοχής και της" εντός αυτής πορείας που ακολουθούν οι λαθρομετανάστες (τα οποία στοιχεία μάλιστα έχει αποτυπωμένα και στο κινητό του τηλέφωνο και τα δείχνει στον Κ.) και γενικότερα εμφανίζεται ότι έχει διαμορφώσει ήδη υποδομή για την τέλεση παρανόμων πράξεων, η απόφαση για την τέλεση των οποίων είναι ήδη ειλημμένη. Επομένως, ο κατηγορούμενος, υποσχόμενος, την 19-10-2008, στον Αρχικελευστή ΛΣ Κ. Ν. (ο οποίος τότε υπηρετούσε, ως Κυβερνήτης, στο ΠΛΣ 123 στη Λέρο και είχε σαφώς την ιδιότητα του υπαλλήλου του άρ. 13 περ. α' ΠΚ, όπως προεκτέθηκε) το οικονομικό ωφέλημα των χιλίων (1.000) ευρώ, προκειμένου ο τελευταίος να του γνωστοποιεί τις ημέρες που θα είχε περιπολία με το σκάφος του (πράγμα, δηλαδή, απόρρητο, που γνώριζε μόνο λόγω της υπηρεσίας του) και, εφόσον ειδοποιείτο προς τούτο, να αφήνει σκάφη με λαθρομετανάστες, που θα έρχονταν από τα τουρκικά παράλια, να προσεγγίζουν ανενόχλητα το Φαρμακονήσι, διευκολύνοντας έτσι την παράνομη είσοδο στη χώρα υπηκόων τρίτων χωρών, κατά παράβαση του υπηρεσιακού του καθήκοντος, είχε ήδη ολοκληρώσει τον ένα τρόπο τελέσεως της εγκληματικής πράξης της ενεργητικής δωροδοκίας (δηλαδή την υπόσχεση της αθέμιτης ωφέλειας), οι δε ανωτέρω ενέργειες του σαφώς δεν συνιστούν προπαρασκευαστικές πράξεις του εγκλήματος που του αποδίδεται, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα πρόταση της παρούσης. Κατόπιν των ανωτέρω εκτεθέντων, κατά την ομόφωνη γνώμη των μελών του Δικαστηρίου, ο κατηγορούμενος θα πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για την πράξη που του αποδίδεται, καθόσον τέλεσε αύτη τόσο κατά τα αντικειμενικά όσο και κατά τα υποκειμενικά της στοιχεία".
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, το δικάσαν σε δεύτερο βαθμό Πενταμελές Αναθεωρητικό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης, διέλαβε στην προσβαλλόμενη 54/2011 απόφασή του, την απαιτούμενη από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σε αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης της ενεργητικής δωροδοκίας, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1α, 27 παρ 1 και 236 του ΠΚ, τις οποίες διατάξεις ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και δε στερείται η απόφαση νόμιμης βάσης. Ειδικότερα, όσον αφορά τις επί μέρους αιτιάσεις και τον πρώτο λόγο αναιρέσεως του αναιρεσείοντος, στο εν λόγω αιτιολογικό: α) αναφέρονται με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης της ενεργητικής δωροδοκίας, β) αναφέρεται στο αιτιολογικό, συμπληρούμενο παραδεκτά και από το διατακτικό, ότι η εκ μέρους του κατηγορουμένου Κελευστή του Λ.Σ. υπόσχεση ωφελήματος 1.000 ευρώ και προκαταβολή 350 ευρώ προς το συνάδελφό του Αρχικελευστή του Λ.Σ. Ν. Κ., Κυβερνήτη περιπολικού λιμενικού σκάφους στη Λέρο, για μελλοντική ενέργεια, ήτοι για να του γνωστοποιήσει, κατά παράβαση του υπηρεσιακού του καθήκοντος, τις ημέρες που θα είχε περιπολία με το σκάφος του, πράγμα απόρρητο, και για να αφήνει σκάφη με λαθρομετανάστες, που θα έρχονταν από τα Τουρκικά παράλια, να προσεγγίσουν ανενόχλητα το Φαρμακονήσι και το Αγαθονήσι, διευκολύνοντας έτσι την παράνομη είσοδο στη χώρα υπηκόων τρίτων χωρών που ήταν αντίθετη στα καθήκοντά του, ήτοι αναφέρεται σαφώς ότι ο κατηγορούμενος ζήτησε από το συνάδελφό του να προβεί σε παράλειψη των καθηκόντων της υπηρεσίας του ως Λιμενικού υπαλλήλου και δη ως κυβερνήτη περιπολικού σκάφους του Λιμενικού Σώματος στη Λέρο, που μέσα στον κύκλο ενάσκησης της λειτουργικής του αρμοδιότητας και τη φύση της υπηρεσίας του αυτής αναγόταν το καθήκον του για την πρόληψη και την καταστολή των εγκλημάτων και την τήρηση εχεμύθειας για απόρρητα γεγονότα κινήσεως της υπηρεσίας του, όπως της περιπολίας του σκάφους και ειδικότερα ζήτησε εκ μέρους του Ν. Κ. παράλειψη του γενικού του υπηρεσιακού καθήκοντος, που ήταν, με την περιπολία του λιμενικού σκάφους που κυβερνούσε, να εμποδίζει την προσέγγιση στα Ελληνικά νησιά σκαφών με λαθρομετανάστες και την παράνομη είσοδο στη χώρα υπηκόων τρίτων χωρών.
Επομένως, ο συναφής από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ, πρώτος λόγος της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις των παρ. 1, 3, 4 και 5 του άρθρου 253 Α του ΚΠΔ, όπως τροπ. με το άρθρο 6 του Ν. 2928/2001 και 42 του Ν. 3251/2004 ορίζονται τα ακόλουθα: "Ειδικά για τις αξιόποινες πράξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 187 και για τις αξιόποινες πράξεις του άρθρου 287 Α του ΠΚ η έρευνα μπορεί να συμπεριλάβει και τη διενέργεια α) ανακριτικής διείσδυσης, με την τήρηση των εγγυήσεων και τις διαδικασίες των επόμενων παραγράφων και όπως κατά τα λοιπά η διείσδυση προβλέπεται στην παρ.1 του άρθρου 25 Β του Ν. 1729/1987 και στην παρ.1 του άρθρου 5 του Ν. 2713/1999, εφόσον η ανακριτική διείσδυση περιορίζεται στις πράξεις που είναι απολύτως αναγκαίες για τη διακρίβωση εγκλημάτων, την τέλεση των οποίων τα μέλη της οργάνωσης είχαν προαποφασίσει, β) ελεγχόμενων μεταφορών κλπ, γ) άρσης απορρήτου κλπ, δ) καταγραφής δραστηριότητας ή άλλων γεγονότων εκτός κατοικίας με συσκευές ήχου και εικόνας ή με άλλα ειδικά μέσα κλπ, ε) συσχέτισης ή συνδυασμού δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κλπ (παρ.1). Για τη διενέργεια των αναφερομένων στην παρ. 1 ανακριτικών πράξεων, καθώς και για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα που απαιτείται για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού, αποφαίνεται με ειδικά αιτιολογημένο βούλευμά του, το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο μετά από πρόταση του εισαγγελέα κλπ (παρ.3). Κάθε στοιχείο ή γνώση που αποκτήθηκε κατά τη διενέργεια των αναφερόμενων στην παρ.1 ανακριτικών πράξεων μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για τους λόγους που όρισε το δικαστικό συμβούλιο κλπ (παρ.4). Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και κατά τη διενέργεια των αντίστοιχων ερευνών που προβλέπονται σε ειδικούς ποινικούς νόμους των οποίων οι ρυθμίσεις εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις του παρόντος(παρ.5). Επίσης, με το άρθρο 49 παρ.1 και 2 του Ν. 2935/2001 "Προσωπικό Λιμενικού Σώματος και άλλες διατάξεις" συστάθηκε στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας αυτοτελές ειδικό γραφείο, ονομαζόμενο "Γραφείο Εσωτερικών Υποθέσεων ΥΕΝ", το οποίο έχει ως αποστολή τη διερεύνηση, εξιχνίαση και δίωξη συγκεκριμένων εγκλημάτων, στα οποία περιλαμβάνεται και αυτό του άρθρου 235 και 236 του ΠΚ και τα οποία διαπράττουν ή συμμετέχουν σε αυτά προσωπικό του Λιμενικού Σώματος όλων των βαθμών ή πολιτικοί υπάλληλοι του ΥΕΝ και των εποπτευόμενων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, ενώ στην παράγραφο 9 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι η προανάκριση και η προκαταρκτική εξέταση που ενεργείται από το ανωτέρω Γραφείο εποπτεύεται είτε από τον αρμόδιο Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών είτε από τον αρμόδιο Εισαγγελέα του Ναυτοδικείου είτε από τους υφισταμένους τους Εισαγγελείς και Αντεισαγγελείς. Ακολούθως στο άρθρο 51 παρ.1 του ανωτέρω νόμου ορίζεται ότι δεν είναι άδικη η πράξη προσωπικού του Γραφείου Εσωτερικών Υποθέσεων ΥΕΝ που, με εντολή του προϊσταμένου του και με σκοπό την ανακάλυψη ή τη σύλληψη προσώπου εμπλεκόμενου σε αξιόποινη πράξη, από αυτές που αναφέρονται στο νόμο αυτό, εμφανίζεται ως συμμέτοχος της πράξης, για την περίπτωση δε αυτή απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του κατά το άρθρο 49 εισαγγελικού λειτουργού (εισαγγελέα Πρωτοδικών ή Ναυτοδικείου), ενώ στο άρθρο 52 του ίδιου νόμου προβλέπεται η άρση του απορρήτου της ανταπόκρισης, η άρση του απορρήτου των τραπεζικών λογαριασμών, η απαγόρευση κινήσεως λογαριασμών ή του ανοίγματος των θυρίδων και η καταγραφή των σχετικών πράξεων με συσκευές ήχου ή εικόνας ή άλλα ειδικά τεχνικά μέσα και η χρησιμοποίηση του υλικού ως αποδεικτικού στοιχείου ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου, ανακριτικής ή άλλης δημόσιας αρχής, σε όλες όμως τις ανωτέρω περιπτώσεις του άρθρου 52 απαιτείται έκδοση βουλεύματος του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου.
Στην προκειμένη περίπτωση, από τα πρακτικά και το προπαρατεθέν αιτιολογικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, αλλά και από τα έγγραφα της δικογραφίας, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται για τη βασιμότητα προβαλλόμενου σχετικού για ακυρότητα διενεργηθείσας κατά τον αναιρεσείοντα ανακριτικής διείσδυσης λόγου αναιρέσεως, δεν προκύπτει ότι στα πλαίσια διενεργούμενης από το Γραφείο Εσωτερικών Υποθέσεων του ΥΕΝ προανάκρισης ή προκαταρκτικής εξετάσεως, διατάχθηκε και διενεργήθηκε ανακριτική διείσδυση του καταθέσαντος ως μάρτυρος Αρχικελευστή του Λ.Σ. Ν. Κ., ο οποίος και δεν ανήκε στο προσωπικό του ανωτέρω ειδικού Γραφείου Εσωτερικών Υποθέσεων του ΥΕΝ, ώστε να απαιτείται κατά το νόμο η σύμφωνη γνώμη εισαγγελικού λειτουργού (εισαγγελέα Πρωτοδικών ή Ναυτοδικείου) και η έκδοση βουλεύματος του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου. Αντίθετα προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος Λιμενικός υπάλληλος, υπηρετών στο Λιμεναρχείο Λαυρίου, με δική του πρωτοβουλία ζήτησε την 19-10-2008 από τον ανωτέρω γνωστό σε αυτόν συνάδελφό του Κυβερνήτη περιπολικού σκάφους του Λιμενικού Σώματος στη νήσο Λέρο, να παραλείψει τα καθήκοντά του αντί αμοιβής 1.000 ευρώ και δη να του αναφέρει το χρόνο που αυτός περιπολούσε στην περιοχή του και να αφήνει σκάφη με λαθρομετανάστες, που θα έρχονταν από τα Τουρκικά παράλια, να προσεγγίζουν ανενόχλητα το Φαρμακονήσι και το Αγαθονήσι, διευκολύνοντας έτσι την παράνομη είσοδο στη χώρα υπηκόων τρίτων χωρών, γεγονός που ο Ν. Κ. κατήγγειλε με έγγραφη αναφορά του στην υπηρεσία του, τελεσθέντος ήδη και ολοκληρωθέντος του εγκλήματος της ενεργητικής δωροδοκίας στις 19-10-2008, για το οποίο και καταδικάστηκε, στηριχθέν το δικαστήριο κυρίως στη μαρτυρική κατάθεση του ανωτέρω καταγγείλαντος τη δωροδοκία υπαλλήλου. Η αναφορά στο αιτιολογικό, ότι κατά την 20-10-2008 και την 21-10-2008, ο κατηγορούμενος επανέλαβε τα τηλεφωνήματα και την υπόσχεση αμοιβής για τις ανωτέρω διευκολύνσεις και μάλιστα ότι, ο καταγγείλας λιμενικός υπάλληλος Λέρου, κατόπιν προσυνεννοήσεως με το Γραφείο Εσωτερικών Υποθέσεων του ΥΕΝ, και αφού ενημερώθηκε σχετικά ο εισαγγελέας του Ναυτοδικείου Πειραιώς, συνάντησε τον κατηγορούμενο στις 24-10-2008 στον Πειραιά, ο οποίος και του έδωσε προκαταβολή 350 ευρώ, έναντι του υπεσχημένου ποσού 1.000 ευρώ που θα του έδινε με την ολοκλήρωση της διακίνησης των λαθρομεταναστών, δε σημαίνει ότι πρόκειται για ανακριτική διείσδυση υπαλλήλου για ανακάλυψη του ανωτέρω ήδη τελειωμένου εγκλήματος και το δικαστήριο για να καταλήξει στην ενοχή του κατηγορουμένου υπαλλήλου για ενεργητική δωροδοκία που διεπράχθη στις 19-10-2008, νόμιμα στηρίχθηκε και στη μαρτυρική κατάθεση του ανωτέρω λιμενικού υπαλλήλου, που δεν ανήκε στο προσωπικό του ειδικού Γραφείου Εσωτερικών Υποθέσεων του ΥΕΝ και δεν ενήργησε κατ' εντολή του ανωτέρου Γραφείου και κεκαλυμμένα ως agent provocateur, αλλά κατά τις παραδοχές μόνος ο κατηγορούμενος με δική του πρωτοβουλία τον ανεύρε και του υποσχέθηκε αμοιβή για να παραλείψει τα καθήκοντά του, γι' αυτό και δε χρειαζόταν σύμφωνη γνώμη εισαγγελέα και έκδοση σχετικού βουλεύματος για την παραπάνω ενέργεια και στάση του απλού μάρτυρα λιμενικού υπαλλήλου Ν. Κ., που κατέθεσε και βεβαίωσε την τέλεση της ενεργητικής προς αυτόν δωροδοκίας και το δικαστήριο δε χρησιμοποίησε παράνομα αποδεικτικά μέσα. Έτσι, δεν προκλήθηκε η επικαλούμενη από τον αναιρεσείοντα απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, από τη χρησιμοποίηση των ανωτέρω στοιχείων που κατέθεσε ο μάρτυρας λιμενικός υπάλληλος και από τη συνεκτίμηση αυτών από το δικαστήριο της ουσίας και γι' αυτό ο σχετικός δεύτερος λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, από τα άρθρα 171 παρ.1 α, 510 παρ.1 στοιχ. Α του ΚΠΔ και 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Μετά ταύτα, ελλείψει άλλου παραδεκτού λόγου αναιρέσεως για έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα(άρθρο 583 παρ.1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 18-6-2012 αίτηση - δήλωση του Α. Κ. του Θ., περί αναιρέσεως της με αρ. 54/2011 αποφάσεως του Πενταμελούς Αναθεωρητικού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης. Και.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Μαρτίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 26 Μαρτίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή