Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 132 / 2010    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Απάτη, Βούλευμα παραπεμπτικό, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία.




Περίληψη:
Απόρριψη εφέσεως αναιρεσειόντων κατά παραπεμπτικού βουλεύματος για κακουργηματική πράξη απάτης - αρθ. 386 § 1, 3β ΠΚ. Απάτη από κοινού, ποσού οφέλους - ζημίας, υπερβαίνει τις 73.000 ευρώ. Είναι απορριπτέοι ως κατ' ουσίαν αβάσιμοι οι από το άρθρο 484 § 1 στοιχ. Β΄ και Δ΄ του ΚΠΔ 5 λόγοι αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των άνω ουσιαστικών ποινικών διατάξεων.




Αριθμός 132/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' Ποιν. Τμήμα-ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Συγκροτήθηκε από τους δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο-Εισηγητή και Ιωάννη Παπαδόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κατσιρώδη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 18 Νοεμβρίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων-κατηγορουμένων 1)Χυ και 2)Ψ συζ. Χ, κατοίκων ..., περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 830/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με πολιτικώς ενάγουσα την Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία "ΕΜΠΟΡΙΚΗ FACTORING ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ", που εδρεύει στο ... και εκπροσωπείται νόμιμα. Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό και οι αναιρεσείοντες-κατηγορούμενοι, ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 9 Ιουνίου 2009 αίτησή του, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 945/2009. Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αθανάσιος Κατσιδώρης, εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου, με αριθμό ..., στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:

Εισάγω ενώπιον του Δικαστηρίου σας, σύμφωνα με το άρθρο 485 § 1 Κ.Π.Δ. τις υπ' αριθ.125 και 126/9-6-2009 αντίστοιχες αιτήσεις αναίρεσης των κατηγορουμένων Χ, κατοίκου ... και Ψ συζ. Χ, κατοίκου ..., κατά του υπ' αριθ. 830/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών και εκθέτω τα ακόλουθα : Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών με το υπ' αριθ. 2007/2006 βούλευμά του, παρέπεμψε τους αναιρεσείοντες ενώπιον του ακροατηρίου του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, για να δικασθούν ως υπαίτιοι απάτης κατά συναυτουργία, κατ' επάγγελμα, από την οποία προέκυψε ζημία ιδιαίτερα μεγάλη υπερβαίνουσα το ποσό των 73.000 ευρώ. Κατά του βουλεύματος αυτού άσκησαν οι αναιρεσείοντες τις υπ' αριθμ.... αντίστοιχες εφέσεις τους επί των οποίων εκδόθηκε το υπ' αριθ. 1370/2007 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, το οποίο δέχθηκε τυπικά και απέρριψε κατ' ουσία τις εφέσεις αυτές. Κατά του βουλεύματος αυτού άσκησαν οι αναιρεσείοντες την υπ' αριθ.150/ 16-7-2007 κοινή αναίρεσή τους, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθ. 1570/2008 απόφαση (σε Συμβούλιο) του Ζ' ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου η οποία ανήρεσε το βούλευμα αυτό και παρέπεμψε την υπόθεση για νέα κρίση ενώπιον του ιδίου Συμβουλίου Εφετών, συντιθέμενου από άλλους δικαστές, το οποίο με το προσβαλλόμενο υπ' αριθ. 830/2009 βούλευμά του απέρριψε κατ' ουσία τις υπ' αριθ.4009 και 551/2006 αντίστοιχες εφέσεις των αναιρεσειόντων, επικύρωσε το εκκαλούμενο βούλευμα και χαρακτήρισε την πράξη των ως απάτη από κοινού, από την οποία προέκυψε ζημία ιδιαίτερα μεγάλη που υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ (άρθρο 386 § 1 β και 3β Π.Κ). Κατά του βουλεύματος αυτού άσκησαν οι αναιρεσείοντες τις κρινόμενες αιτήσεις αναίρεσης εμπροθέσμως, νομοτύπως και παραδεκτώς, αφού ασκήθηκαν από τον νομίμως εξουσιοδοτηθέντα γι' αυτό δικηγόρο τους Χρήστο Κακαρούνα στις 9-6-2009 ενώπιον Γραμματέα του Τμήματος Ενδίκων Μέσων του Εφετείου Αθηνών και η επίδοση σ' αυτόν, ως αντίκλητο, του προσβαλλομένου βουλεύματος, έγινε στις 11 - 6 - 2009 και 5 - 6 - 2009 αντίστοιχα. Περιέχουν δε οι αιτήσεις αυτές αναίρεσης συγκεκριμένους λόγους αναίρεσης και δη αυτούς της εσφαλμένης εφαρμογής του άρθρου 386 §§ 1β και 3β Π.Κ. και της έλλειψης της απαιτούμενης από τις διατάξεις των άρθρων 93 § 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ. ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Κατά το άρθρο 386 §§ 1β και 3β του Π.Κ. "όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν η ζημία που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών α)...ή β) αν το περιουσιακό όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των είκοσι πέντε εκατομμυρίων (25.000.000) δραχμών (73.000€). Εξ' άλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 45 Π.Κ., αν δύο ή περισσότεροι τέλεσαν από κοινού αξιόποινη πράξη, καθένας τους τιμωρείται ως αυτουργός της πράξης. Από τα άρθρα 93 § 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Π.Δ., όπως το δεύτερο εξ αυτών συμπληρώθηκε με το άρθρο 2 παρ. 5 του ν. 2408/1996, προκύπτει ότι έχει βούλευμα την υπό τούτων απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον προβλεπόμενο από το άρθρο 484 παρ. 1στ. δ' του Κ.Π.Δ. λόγο αναιρέσεως, όταν εκτίθεται σ' αυτό, με πληρότητα σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ανάκριση ή την προανάκριση σχετικά με τις αποδιδόμενες στον κατηγορούμενο αξιόποινες πράξεις, τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία συνήγαγε το Συμβούλιο τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έκρινε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Για την πληρότητα της αιτιολογίας του βουλεύματος αυτού δεν απαιτείται χωριστή αναφορά καθενός αποδεικτικού μέσου και τι προέκυψε από το καθένα από αυτά, αλλά αρκεί η αναφορά του είδους των αποδεικτικών μέσων, που έλαβε υπ' όψη του και αξιολόγησε το Συμβούλιο. Η επιβαλλόμενη από τις παραπάνω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, υπάρχει και όταν το Συμβούλιο Εφετών αναφέρεται εν μέρει ή εξ ολοκλήρου στην ενσωματωμένη στο βούλευμα πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών, αφού η τελευταία αποτελεί τμήμα του ίδιου βουλεύματος και το Συμβούλιο αποδέχεται τα διαλαμβανόμενα σ' αυτήν, με την προϋπόθεση ότι εκτίθενται σ' αυτήν, με σαφήνεια και πληρότητα, τα προκύψαντα από την ανάκριση ή την προανάκριση πραγματικά περιστατικά, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις και οι συλλογισμοί, που στηρίζουν την εισαγγελική πρόταση, με την οποία συντάσσεται και η κρίση του Συμβουλίου, ώστε θα ήταν άσκοπη και τυπολατρική η επανάληψη από το Συμβούλιο των ίδιων περιστατικών, αποδείξεων και συλλογισμών (ΑΠ 656/2007 Π. Χρ. ΝΗ/1150 και ΑΠ 570/2007 Π. Χρ. ΝΗ/139). Ακόμη κατά το άρθρο 484 § 1 στοιχ. β' του Κ.Π.Δ. λόγο αναιρέσεως του βουλεύματος συνιστά και η εσφαλμένη εφαρμογή ποινικής ουσιαστικής διατάξεως. Εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν το δικαστικό συμβούλιο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στην εφαρμοσθείσα διάταξη. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η παραβίαση αυτής γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμά του έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε το βούλευμα δεν έχει νόμιμη βάση. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο υπ' αριθ. 830/2009 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, το Συμβούλιο που το εξέδωσε, με καθολική αναφορά στην εισαγγελική πρόταση της παρ' αυτώ Εισαγγελέως Εφετών, δέχθηκε ότι από την διενεργηθείσα και νομότυπα περατωθείσα κύρια ανάκριση και την προηγηθείσα αυτής προκαταρκτική εξέταση και ειδικότερα τις μαρτυρικές καταθέσεις, τα έγγραφα της δικογραφίας και τις απολογίες των εκκαλούντων κατηγορουμένων προέκυψαν τα εξής ουσιώδη και κρίσιμα πραγματικά περιστατικά: Ο πρώτος εκκαλών και ο πατέρας του ... στις 8-1-1976 συνέστησαν ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία "Χ καν Σια ΟΕ", με έδρα την ..., εκπρόσωπο και διαχειριστή τον πρώτο εκκαλούντα και σκοπό την εκμετάλλευση βιοτεχνίας γυναικείων εσωρούχων. Στις 11-3-1985 εισήλθε στην εταιρεία αυτή, ως ομόρρυθμος εταίρος, η δευτέρα εκκαλούσα, σύζυγος του πρώτου εκκαλούντος, στην οποία (δεύτερη εκκαλούσα) ο Χ μετεβίβασε την εταιρική του μερίδα, ανερχόμενη σε ποσοστό 5% επί του εταιρικού κεφαλαίου απεχώρησε δε από την εταιρεία ο τελευταίος (η συμμετοχή του πρώτου διατηρήθηκε στο ποσοστό 95% επί του εταιρικού κεφαλαίου). Με την από 28-1-1994 τροποποίηση του καταστατικού ο σκοπός της εταιρείας τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την κατασκευή και εμπορία ανδρικών και παιδικών ενδυμάτων, διενέργεια εισαγωγών, εξαγωγών, αγορά και μεταπώληση εμπορευμάτων τρίτων, ενώ με την από 25-2-1997 τροποποίηση ορίσθηκε ότι διευθυντές, διαχειριστές, ταμίες και εκπρόσωποι της εταιρείας θα είναι και οι δύο ομόρρυθμοι εταίροι, οι οποίοι θα μπορούν να ενεργούν μεμονωμένως τις πράξεις εκπροσώπησης και διαχείρισης της εταιρείας και να δεσμεύουν την εταιρεία με την υπογραφή τους κάτω από την εταιρική επωνυμία. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το από 3-10-2000 απόσπασμα πρακτικών αυτόκλητης συνέλευσης εταίρων, αμφότεροι οι εκκαλούντες εξουσιοδότησαν τον πρώτο εκκαλούντα, εκπροσωπώντας την εταιρεία, να υπογράψει σύμβαση factoring με την εταιρεία "ΕΜΠΟΡΙΚΉ FACTORING ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ". Ακολούθως στις 6-10-2000 μεταξύ των εκπροσώπων της εγκαλούσας εταιρείας "ΕΜΠΟΡΙΚΗ FACTORING ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ", αφενός και της εταιρείας "Χ και Σια ΟΕ" αφετέρου συνήφθη η με αριθ. 359/2000 σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (Factoring), σύμφωνα με την οποία ανατέθηκε στην εγκαλούσα εταιρεία, κατ' αποκλειστικότητα, έναντι αμoιβής, η διαχείρηση παρακολούθηση και είσπραξη του συνόλου των βραχυπροθέσμων επιχειρηματικών απαιτήσεων της εταιρείας των εκκαλούντων έναντι όλων των πελατών της, που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα ή σε χώρες της αλλοδαπής. Έτσι η εγκαλούσα εταιρεία ανέλαβε την υποχρέωση να καλύπτει τον πιστωτικό κίνδυνο σε περίπτωση οικονομικής αδυναμίας του πελάτη να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, καθώς και τη χρηματοδότηση της εταιρείας "Χ και Σια ΟΕ" με χορήγηση προκαταβολών έναντι απαιτήσεων ή με προεξόφληση τέτοιων απαιτήσεων. Σε εκτέλεση της ως άνω σύμβασης οι εκκαλούντες εκχώρησαν στην εγκαλούσα εταιρεία τις απαιτήσεις της εταιρείας "Χ και Σια ΟΕ" παριστάνοντας εν γνώσει τους ψευδώς ότι οφείλεται από την εδρεύουσα στην ... εταιρεία με την επωνυμία "ARCADIA GROUP BRAND LTD", συνολικό ποσό 322.236 λιρών Αγγλίας, σύμφωνα με τα κάτωθι τιμολόγια: Τιμολόγιο ... ποσού 22.656 GBP (λίρες Αγγλίας). Τιμολόγιο ... ποσού 28.320 Τιμολόγιο ... ποσού 11.904 Τιμολόγιο ... ποσού 8.928 Τιμολόγιο ... ποσού 8.92S Τιμολόγιο ... ποσού 7.200 Τιμολόγιο ... ποσού 7.488 Τιμολόγιο ... ποσού 8.496 Τιμολόγιο ... ποσού 10.195,20 Τιμολόγιο ... ποσού 4.320 Τιμολόγιο ... ποσού 1.416 Τιμολόγιο ... ποσού 4.248 Τιμολόγιο ... ποσού 7.080 Τιμολόγιο ... ποσού 7·080 Τιμολόγιο ... ποσού 4.248 Τιμολόγιο ... ποσού 7.200 Τιμολόγιο ... ποσού 3.456 Τιμολόγιο ...ποσού 4.320 Τιμολόγιο ... ποσού 7.440 Τιμολόγιο ... ποσού 5.952 Τιμολόγιο ... ποσού 5.952 Τιμολόγιο ... ποσού 5·760 Τιμολόγιο ... ποσού 2.832 Τιμολόγιο ... ποσού 5.664 Τιμολόγιο ... ποσού 4.896 Τιμολόγιο ... ποσού 6.528 Τιμολόγιο ...ποσού 5.664 Τιμολόγιο ... ποσού 5.664 Τιμολόγιο ... ποσού 4.464 Τιμολόγιο ... ποσού 4.464 Τιμολόγιο ... ποσού 5.760 Τιμολόγιο ... ποσού 5·760 Τιμολόγιο ... ποσού 2.880 Τιμολόγιο ...ποσού 4.248 Τιμολόγιο ... ποσού 6.230,40 Τιμολόγιο ...2 ποσού 5·947,20 Τιμολόγιο ... ποσού 5.664 Τιμολόγιο ... ποσού 4.896 Τιμολόγιο ... ποσού 5.760 Τιμολόγιο ... ποσού 4.320 Τιμολόγιο ... ποσού 4.761,60 Τιμολόγιο ... ποσού 5.356,80 Τιμολόγιο ... ποσού 6.513,60 Τιμολόγιο ... ποσού 6.088,80 Τιμολόγιο ... ποσού 5·380,80 Τιμολόγιο ... ποσού 5.472 Τιμολόγιο ... ποσού 6.048 Τιμολόγιο ... ποσού 4·752 Τιμολόγιο ... ποσού 5.803,20 Η εγκαλούσα εταιρεία για την πληρωμή των εκχωρουμένων σ' αυτήν απαιτήσεων απευθύνθηκε κατά τα συμφωνηθέντα στην εταιρεία "EUROFACTOR LTD", ως ανταποκριτή της πράκτορα της χώρας του εισαγωγέα των προϊόντων (πράκτορας εισαγωγής), και ζήτησε πληροφορίες για τη φερεγγυότητα του εισαγωγέα, δηλαδή της εταιρείας "ARCADIA GROUP BRAND LTD". Όταν η "EUROFACTOR LTD" διαβεβαίωσε την εγκαλούσα για τη φερεγγυότητα της "ARCADIA GROUP BRAND LTD" και ανέλαβε την κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου, ύψους 300.000 λιρών Αγγλίας και την είσπραξη της απαίτησης, η εγκαλούσα, πεισθείσα ότι η εταιρεία "Χ και Σια ΟΕ" είχε συμβληθεί με την εταιρεία "ARCADIA GROUP BRAND LTD ", χρηματοδότησε την εταιρεία που εκπροσωπούν οι εκκαλούντες προκαταβάλλοντας το 80% της αξίας των ανωτέρω τιμολογίων, δηλαδή ποσό 257.788,80 λιρών Αγγλίας. Ακολούθως και συγκεκριμένα στις 12-7-2002 η "EUROFACTOR LTD" ενημέρωσε την εγκαλούσα εταιρεία ότι ο πραγματικός πελάτης της εταιρείας "Χ και Σια ΟΕ" δεν ήταν η "ARCADIA GROUP BRAND LTD", για τη φερεγγυότητα της οποίας είχε εγγυηθεί, αλλά η εταιρεία με την επωνυμία "IBM LTD", η οποία ως αντισυμβαλλομένη της εταιρείας "Χ και Σια ΟΕ" παραγγέλλει τα προϊόντα και καταβάλλει τις πληρωμές, στη συνέχεια δε προμηθεύει την "ARCADIA GROUP BRAND LTD ", με την οποία απλώς συνεργάζεται, χωρίς να υπάρχει μεταξύ τους σχέση θυγατρικής προς μητρική εταιρεία. Περαιτέρω η εγκαλούσα εταιρεία ενημερώθηκε από την εταιρεία "EUROFACTOR LTD" ότι η εταιρεία "Χ και Σια ΟΕ" έλαβε εντολή από την εταιρεία "IBM LTD" να αποστείλει τα προϊόντα απευθείας στην "ARCADIA GROUP BRAND LTD" και έτσι εξηγείται το γεγονός της έκδοσης των τιμολογίων στο όνομα της τελευταίας ("ARCADIA GROUP BRAND LTD"). Κατόπιν τούτου η εταιρεία "EUROFACTOR LTD" απέσυρε την κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου και αρνήθηκε να προβεί στην είσπραξη των απαιτήσεων για λογαριασμό της εγκαλούσας εταιρείας, αφού ο φερόμενος ως πελάτης δεν ήταν υπόχρεος προς πληρωμή των τιμολογίων. Η εγκαλούσα εταιρεία με τις από 15-7-2002 και 16-7-2002 επιστολές της προς την εταιρεία "Χ και Σια OE" ενημέρωσε αυτήν για τα διαπιστωθέντα και την κάλεσε να διευθετήσει την οφειλή της για τα τιμολόγια, για τα οποία είχε λάβει, προκαταβολή από την εγκαλούσα. Οι εκκαλούντες δεν αρνήθηκαν την οφειλή της εταιρείας "Χ και Χια ΟΕ", κατέβαλαν ένα μέρος αυτής, ενώ, σχετικά με το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό των 220.900 Αγγλικών λιρών, με την από 24-2-2003 επιστολή τους προς την εγκαλούσα πρότειναν σχέδιο αποπληρωμή της οφειλής τους, παράλληλα δε με την από 31-3-2003 επιστολή τους προς αυτή ζήτησαν την μετατροπή σε Ευρώ του οφειλομένου ποσού των 220.900 λιρών. Έτσι το ανωτέρω οφειλόμενο ποσό μετετράπη στο ποσό των 321.778,42 Ευρώ και ακολούθως υπεγράφη το από 7-4-2003 ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ της εγκαλούσας εταιρείας και της εταιρείας "Χκαι Σια ΟΕ", με το οποίο συμφωνήθηκε η τμηματική καταβολή του οφειλομένου ποσού, με ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης στις 31-12-2003. Πλην όμως σε ουδεμία καταβολή προέβησαν και μέχρι και σήμερα οφείλεται το ανωτέρω ποσό. Οι κατηγορούμενοι στις απολογίες τους και στις εφέσεις τους αρνούνται την πράξη για την οποία κατηγορούνται, ισχυριζόμενοι ο μεν πρώτος ότι η εταιρεία "IBM LTD " ήταν ο εμπορικός αντιπρόσωπος στην Ελλάδα της εταιρείας "ARCADIA GROUP BRAND LTD", γεγονός που γνώριζε η εγκαλούσα, και ότι εν πάση περιπτώσει πρόκειται για αστική διαφορά, η δε δεύτερη ότι η συμμετοχή της στην εταιρεία ήταν τυπική, ουδεμία συμμετοχή είχε στην ανωτέρω πράξη, ενώ διαχειριστής και εκπρόσωπος ήταν ο αποκλειστικά ο πρώτος εκκαλών, με τον οποίο από την άνοιξη του έτους 2001 τελεί σε διάσταση. Πλην όμως οι ισχυρισμοί αυτοί των εκκαλούντων δεν επιβεβαιώνονται από κανένα στοιχείο της δικογραφίας. Συγκεκριμένα εάν δεν είχε γίνει η ως άνω παράσταση των ψευδών γεγονότων, η εγκαλούσα δεν θα προέβαινε στην προκαταβολή στην εταιρεία που εκπροσωπούν οι εκκαλούντες μέρους της αξίας των τιμολογίων, ύψους 80% και έτσι δεν θα επέρχονταν η προαναφερθείσα βλάβη στην περιουσία της. Επίσης από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν επιβεβαιώνεται ο ισχυρισμός του πρώτου εκκαλούντος περί του ότι η εταιρεία "IBM LTD " ήταν ο εμπορικός αντιπρόσωπος στην Ελλάδα της εταιρείας "ARCADIA GROUP BRAND LTD". Εξάλλου δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ο ισχυρισμός της δευτέρας εκκαλούσας περί μη ουσιαστικής της ανάμιξης στα της εταιρείας, αν ληφθεί μάλιστα υπόψη και το γεγονός ότι η από 6-10-2000 σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring) έχει υπογραφεί από αμφότερους τους εκκαλούντες ως νομίμους εκπροσώπους της εταιρείας "Χ και Σια ΟΕ". Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής των εκκαλούντων, πλην όμως δεν συντρέχει στην συγκεκριμένη περίπτωση το στοιχείο της υποδομής, δεδομένου ότι δεν διαπιστώνεται εν προκειμένω ότι η εταιρεία που εκπροσωπούν οι εκκαλούντες έχει οργανωθεί από αυτούς έτσι, ώστε κάτω από νομιμοφανή αιτία, να αποβλέπει στην τέλεση αξιοποίνων πράξεων με απώτερο σκοπό τον πορισμό εισοδήματος.
Συνεπώς δεν συντρέχει η διακεκριμένη μορφή απάτης του άρθρου 386&3 α) Π.Κ., αλλά μόνο αυτή της περ. β της αυτής παραγράφου του άρθρου 386 Π.Κ., δεδομένου ότι το περιουσιακό όφελος και η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 73.000 Ευρώ. Κατόπιν τούτου θα πρέπει η πράξη, κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, να χαρακτηρισθεί ως απάτη από κοινού, από την οποία η προξενηθείσα ζημία είναι ιδιαίτερα μεγάλη υπερβαίνουσα συνολικά το ποσό των 73.000 Ευρώ. Με αυτά που δέχθηκε το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών σε σχέση με την αποδιδόμενη στους αναιρεσείοντες αξιόποινη πράξη, διέλαβε στο βούλευμά του την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 § 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται στο βούλευμα με σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν, τα οποία ορθώς υπήγαγε στην ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 386 §§1β και 3β του Π.Κ. και οι αποδείξεις από τις οποίες πείσθηκε το Συμβούλιο ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή των αναιρεσειόντων στο ακροατήριο να δικασθούν για την πιο πάνω αξιόποινη πράξη. Δεν ήταν δε αναγκαία η αναφορά του Συμβουλίου και στα απολογητικά υπομνήματα των αναιρεσειόντων αφού αυτά μνημονεύονται στις απολογίες τους οι οποίες ως σύνολο μετ' αυτών ελήφθησαν υπόψη.
Συνεπώς οι αντίθετοι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας στο προσβαλλόμενο βούλευμα και της εσφαλμένης εφαρμογής του άρθρου 386§§1β και 3β Π.Κ., είναι αβάσιμοι και πρέπει ως εκ τούτου να απορριφθούν οι κρινόμενες αιτήσεις αναίρεσης ως ουσία αβάσιμες και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 § 1 Κ.Π.Δ.).Να απορριφθεί δε το αίτημά τους για αυτοπρόσωπη εμφάνιση ενώπιον του Δικαστηρίου σας, καθ' όσον με το περιεχόμενο της αναίρεσής τους, πλήρως εξέθεσαν τις απόψεις τους και ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Προτείνω: Α) Να γίνουν τυπικά δεκτές και να απορριφθούν κατ' ουσία οι υπ' αριθ. 125 και 126/9-6-2009 αντίστοιχες αιτήσεις αναίρεσης των κατηγορουμένων Χ και Ψ συζ. Χ, κατά του υπ' αριθ. 830/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών και να καταδικασθούν αυτοί στα δικαστικά έξοδα και Β) Να απορριφθεί το αίτημά τους για αυτοπρόσωπη εμφάνιση ενώπιον του Δικαστηρίου σας. Αθήνα 2-9-2009 Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΥΡΟΣ
Αφού άκουσε τον παραπάνω Αντεισαγγελέα που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση έπειτα αποχώρησε.

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι κρινόμενες με αριθ. εκθ. 125,126/9-6-2009 αιτήσεις αναιρέσεως, στρεφόμενες κατά του ιδίου με αριθ. 830/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με το οποίο, μετ'αναίρεση προηγούμενου απορριπτικού βουλεύματος, απορρίφθηκε και πάλι κατ' ουσίαν η έφεση των αναιρεσειόντων κατά του 2007/2006 παραπεμπτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών και επικυρώθηκε το πρωτόδικο αυτό βούλευμα, με το οποίο παραπέμφθηκαν οι αναιρεσείοντες κατηγορούμενοι, στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, για να δικασθούν σε βαθμό κακουργήματος, για απάτη από κοινού, με σκοπό οφέλους ποσού υπερβαίνοντος τις 73.000 ευρώ, έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως και από πρόσωπα που δικαιούνται προς τούτο και κατά βουλεύματος υποκειμένου σε αναίρεση, γι'αυτό και πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές. ( άρθρα 482 περ. α, 484 ΚΠοινΔ).
Από τη διάταξη του άρθρου 386 παρ. 1 του ΠΚ, προκύπτει ότι για την στοιχειοθέτηση του από αυτήν προβλεπομένου εγκλήματος της απάτης απαιτείται: 1) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος, χωρίς να προσαπαιτείται και η πραγματοποίησή του, 2) εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση των αληθινών, από την οποία, ως παραγωγό αιτία, παραπλανήθηκε ο απατώμενος να προβεί σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή, που ενέχει περιουσιακή διάθεση και συνεπάγεται περιουσιακή βλάβη. και 3) βλάβη ξένης περιουσίας, η οποία να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τη συμπεριφορά (πράξη, παράλειψη ή ανοχή), στην οποία παραπείστηκε ο παθών. Κατά την παρ. 3 εδ. β του άρθρου 386 ΠΚ όπως αντικ. με το αρθ. 14 παρ. 4 του Ν. 2721/1999 η απάτη έχει κακουργηματικό χαρακτήρα αν το περιουσιακό όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ. Κατά το άρθρο 45 ΠΚ "αν δύο ή περισσότεροι τέλεσαν από κοινού αξιόποινη πράξη, καθένας τους τιμωρείται ως αυτουργός της πράξης". Με τον όρο "από κοινού" νοείται αντικειμενικά σύμπραξη στην εκτέλεση της κυρίας πράξεως και υποκειμενικά κοινός δόλος, δηλαδή ότι ο κάθε συμμέτοχος θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικής υποστάσεως του διαπραττόμενου εγκλήματος, γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί συμμέτοχοι πράττουν με δόλο τελέσεως του ιδίου εγκλήματος. Η σύμπραξη στην εκτέλεση της κυρίας πράξεως μπορεί να συνίσταται ή στο ότι καθένας πραγματώνει την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος ή ότι το έγκλημα πραγματώνεται με συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις των συμμετόχων, ταυτόχρονες ή διαδοχικές. Για τον έλεγχο από τον Άρειο Πάγο της πληρότητας της αιτιολογίας κατά την εφαρμογή του άρθρου 45 του ΠΚ πρέπει να αναφέρονται στην απόφαση τα πραγματικά περιστατικά, βάση των οποίων το δικαστήριο δέχθηκε ότι ο δράστης συμμετέσχε στην τέλεση του εγκλήματος ως συναυτουργός. Δεν απαιτείται η εξειδίκευση των ενεργειών κάθε δράστη.
Περαιτέρω, το παραπεμπτικό βούλευμα έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. δ' του ιδίου Κώδικα, όταν αναφέρονται σε αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν, από την ανάκριση ή προανάκριση και θεμελιώνουν την ύπαρξη επαρκών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου για το έγκλημα για το οποίο ασκήθηκε κατ' αυτού ποινική δίωξη, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις και οι συλλογισμοί βάσει των οποίων το Συμβούλιο έκρινε ότι από τα περιστατικά αυτά προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο του αρμόδιου δικαστηρίου. Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα, πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα, ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνον από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε από καθένα. Είναι όμως επιβεβλημένη η λήψη υπόψη υπό του δικαστηρίου και συνεκτίμηση, όλων των αποδεικτικών μέσων και προκειμένου περί εγγράφων, όλων των εγγράφων που προσκομίσθηκαν και αναγνώσθηκαν και όχι ορισμένων μόνον από αυτά, κατά παράλειψη άλλων. Εξάλλου, λόγο αναιρέσεως του βουλεύματος αποτελεί, κατά το άρθρο 484 § 1 στοιχ. β' Κ.Ποιν.Δ και εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως που εφαρμόσθηκε στο βούλευμα. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει, όταν το Συμβούλιο αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν το Συμβούλιο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, υπάρχει και όταν η παραβίαση αυτής γίνεται εκ πλαγίου, δηλαδή όταν δεν αναφέρονται στο βούλευμα κατά τρόπο σαφή, πλήρη και χωρίς λογικά κενά τα προκύψαντα πραγματικά περιστατικά ή κατά την έκθεση αυτών υπάρχει αντίφαση, είτε στην ίδια την αιτιολογία, είτε μεταξύ αυτής και του διατακτικού, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο για την ορθή ή μη εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως που εφαρμόσθηκε, οπότε το βούλευμα στερείται νόμιμης βάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο 830/2009 βούλευμα, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών που το εξέδωσε, με επιτρεπτή καθολική αναφορά στην ενσωματωμένη σε αυτό Εισαγγελική πρόταση, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση του συλλεγέντος από τη διενεργηθείσα κυρία ανάκριση αποδεικτικού υλικού και δη από τα αναφερόμενα σε αυτό κατ'είδος αποδεικτικά μέσα (καταθέσεις μαρτύρων, έγγραφα και απολογίες κατηγορουμένων), δέχθηκε κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι προέκυψαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά : "Ο πρώτος εκκαλών και ο πατέρας του ... στις 8-1-1976 συνέστησαν ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία "Χ καν Σία ΟΕ", με έδρα την ..., εκπρόσωπο και διαχειριστή τον πρώτο εκκαλούντα και σκοπό την εκμετάλλευση βιοτεχνίας γυναικείων εσωρούχων. Στις 11-3-1985 εισήλθε στην εταιρεία αυτή, ως ομόρρυθμος εταίρος, η δευτέρα εκκαλούσα, σύζυγος του πρώτου εκκαλούντος, στην οποία (δεύτερη εκκαλούσα) ο Χ μετεβίβασε την εταιρική του μερίδα, ανερχόμενη σε ποσοστό 5% επί του εταιρικού κεφαλαίου απεχώρησε δε από την εταιρεία ο τελευταίος (η συμμετοχή του πρώτου διατηρήθηκε στο ποσοστό 95% επί του εταιρικού κεφαλαίου). Με την από 28-1-1994 τροποποίηση του καταστατικού ο σκοπός της εταιρείας τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την κατασκευή και εμπορία ανδρικών και παιδικών ενδυμάτων, διενέργεια εισαγωγών, εξαγωγών, αγορά και μεταπώληση εμπορευμάτων τρίτων, ενώ με την από 25-2-1997 τροποποίηση ορίσθηκε ότι διευθυντές, διαχειριστές, ταμίες και εκπρόσωποι της εταιρείας θα είναι και οι δύο ομόρρυθμοι εταίροι, οι οποίοι θα μπορούν να ενεργούν μεμονωμένως τις πράξεις εκπροσώπησης και διαχείρισης της εταιρείας και να δεσμεύουν την εταιρεία με την υπογραφή τους κάτω από την εταιρική επωνυμία. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το από 3-10-2000 απόσπασμα πρακτικών αυτόκλητης συνέλευσης εταίρων, αμφότεροι οι εκκαλούντες εξουσιοδότησαν τον πρώτο εκκαλούντα, εκπροσωπώντας την εταιρεία, να υπογράψει σύμβαση factoring με την εταιρεία "ΕΜΠΟΡΙΚΗ FACTORING ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ". Ακολούθως στις 6-10-2000 μεταξύ των εκπροσώπων της εγκαλούσας εταιρείας "ΕΜΠΟΡΙΚΗ FACTORING ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ", αφενός και της εταιρείας "Χ και Σία ΟΕ" αφετέρου συνήφθη η με αριθ. 359/2000 σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (Factoring), σύμφωνα με την οποία ανατέθηκε στην εγκαλούσα εταιρεία, κατ' αποκλειστικότητα, έναντι αμoιβής, η διαχείρηση παρακολούθηση και είσπραξη του συνόλου των βραχυπροθέσμων επιχειρηματικών απαιτήσεων της εταιρείας των εκκαλούντων έναντι όλων των πελατών της, που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα ή σε χώρες της αλλοδαπής. Έτσι η εγκαλούσα εταιρεία ανέλαβε την υποχρέωση να καλύπτει τον πιστωτικό κίνδυνο σε περίπτωση οικονομικής αδυναμίας του πελάτη να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, καθώς και τη χρηματοδότηση της εταιρείας "Χ και Σια ΟΕ" με χορήγηση προκαταβολών έναντι απαιτήσεων ή με προεξόφληση τέτοιων απαιτήσεων. Σε εκτέλεση της ως άνω σύμβασης οι εκκαλούντες εκχώρησαν στην εγκαλούσα εταιρεία τις απαιτήσεις της εταιρείας "Χ και Σία ΟΕ" παριστάνοντας εν γνώσει τους ψευδώς ότι οφείλεται από την εδρεύουσα στην ... εταιρεία με την επωνυμία "ARCADIA GROUP BRAND LTD", συνολικό ποσό 322.236 λιρών Αγγλίας, σύμφωνα με τα κάτωθι τιμολόγια:
Τιμολόγιο ... ποσού 22.656 GBP (λίρες Αγγλίας).
Τιμολόγιο ... ποσού 28.320 Τιμολόγιο ... ποσού 11.904 Τιμολόγιο ... ποσού 8.928 Τιμολόγιο ... ποσού 8.92S Τιμολόγιο ... ποσού 7.200 Τιμολόγιο ... ποσού 7.488 Τιμολόγιο ... ποσού 8.496 Τιμολόγιο ... ποσού 10.195,20 Τιμολόγιο ... ποσού 4.320 Τιμολόγιο ... ποσού 1.416 Τιμολόγιο ... ποσού 4.248 Τιμολόγιο ... ποσού 7.080 Τιμολόγιο ... ποσού 7·080 Τιμολόγιο ... ποσού 4.248 Τιμολόγιο ... ποσού 7.200 Τιμολόγιο ... ποσού 3.456 Τιμολόγιο ... ποσού 4.320 Τιμολόγιο ... ποσού 7.440 Τιμολόγιο ... ποσού 5.952 Τιμολόγιο ... ποσού 5.952 Τιμολόγιο ... ποσού 5·760 Τιμολόγιο ... ποσού 2.832 Τιμολόγιο ... ποσού 5.664 Τιμολόγιο ... ποσού 4.896 Τιμολόγιο ... ποσού 6.528 Τιμολόγιο ... ποσού 5.664 Τιμολόγιο ... ποσού 5.664 Τιμολόγιο ... ποσού 4.464 Τιμολόγιο ... ποσού 4.464 Τιμολόγιο ...ποσού 5.760 Τιμολόγιο ... ποσού 5·760 Τιμολόγιο ... ποσού 2.880 Τιμολόγιο ... ποσού 4.248 Τιμολόγιο ... ποσού 6.230,40 Τιμολόγιο ... ποσού 5·947,20 Τιμολόγιο ...2 ποσού 5.664 Τιμολόγιο ... ποσού 4.896 Τιμολόγιο ... ποσού 5.760 Τιμολόγιο ... ποσού 4.320 Τιμολόγιο ... ποσού 4.761,60 Τιμολόγιο ... ποσού 5.356,80 Τιμολόγιο ... ποσού 6.513,60 Τιμολόγιο ... ποσού 6.088,80 Τιμολόγιο ...ποσού 5·380,80 Τιμολόγιο ... ποσού 5.472 Τιμολόγιο ... ποσού 6.048 Τιμολόγιο ...ποσού 4·752 Τιμολόγιο ... ποσού 5.803,20 Η εγκαλούσα εταιρεία για την πληρωμή των εκχωρουμένων σ' αυτήν απαιτήσεων απευθύνθηκε κατά τα συμφωνηθέντα στην εταιρεία "EUROFACTOR LTD", ως ανταποκριτή της πράκτορα της χώρας του εισαγωγέα των προϊόντων (πράκτορας εισαγωγής), και ζήτησε πληροφορίες για τη φερεγγυότητα του εισαγωγέα, δηλαδή της εταιρείας "ARCADIA GROUP BRAND LTD". Όταν η "EUROFACTOR LTD" διαβεβαίωσε την εγκαλούσα για τη φερεγγυότητα της "ARCADIA GROUP BRAND LTD" και ανέλαβε την κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου, ύψους 300.000 λιρών Αγγλίας και την είσπραξη της απαίτησης, η εγκαλούσα, πεισθείσα ότι η εταιρεία "... και Σία ΟΕ" είχε συμβληθεί με την εταιρεία "ARCADIA GROUP BRAND LTD ", χρηματοδότησε την εταιρεία που εκπροσωπούν οι εκκαλούντες προκαταβάλλοντας το 80% της αξίας των ανωτέρω τιμολογίων, δηλαδή ποσό 257.788,80 λιρών ....
Ακολούθως και συγκεκριμένα στις 12-7-2002 η "EUROFACTOR LTD" ενημέρωσε την εγκαλούσα εταιρεία ότι ο πραγματικός πελάτης της εταιρείας "Χ και Σία ΟΕ" δεν ήταν η "ARCADIA GROUP BRAND LTD", για τη φερεγγυότητα της οποίας είχε εγγυηθεί, αλλά η εταιρεία με την επωνυμία "IBM LTD", η οποία ως αντισυμβαλλομένη της εταιρείας "Χ και Σία ΟΕ" παραγγέλλει τα προϊόντα και καταβάλλει τις πληρωμές, στη συνέχεια δε προμηθεύει την "ARCADIA GROUP BRAND LTD ", με την οποία απλώς συνεργάζεται, χωρίς να υπάρχει μεταξύ τους σχέση θυγατρικής προς μητρική εταιρεία. Περαιτέρω η εγκαλούσα εταιρεία ενημερώθηκε από την εταιρεία "EUROFACTOR LTD" ότι η εταιρεία "Χ και Σία ΟΕ" έλαβε εντολή από την εταιρεία "IBM LTD" να αποστείλει τα προϊόντα απευθείας στην "ARCADIA GROUP BRAND LTD" και έτσι εξηγείται το γεγονός της έκδοσης των τιμολογίων στο όνομα της τελευταίας ("ARCADIA GROUP BRAND LTD"). Κατόπιν τούτου η εταιρεία "EUROFACTOR LTD" απέσυρε την κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου και αρνήθηκε να προβεί στην είσπραξη των απαιτήσεων για λογαριασμό της εγκαλούσας εταιρείας, αφού ο φερόμενος ως πελάτης δεν ήταν υπόχρεος προς πληρωμή των τιμολογίων. Η εγκαλούσα εταιρεία με τις από 15-7-2002 και 16-7-2002 επιστολές της προς την εταιρεία "Χ και Σια OE" ενημέρωσε αυτήν για τα διαπιστωθέντα και την κάλεσε να διευθετήσει την οφειλή της για τα τιμολόγια, για τα οποία είχε λάβει, προκαταβολή από την εγκαλούσα. Οι εκκαλούντες δεν αρνήθηκαν την οφειλή της εταιρείας "Χ και Σία ΟΕ", κατέβαλαν ένα μέρος αυτής, ενώ, σχετικά με το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό των 220.900 Αγγλικών λιρών, με την από 24-2-2003 επιστολή τους προς την εγκαλούσα πρότειναν σχέδιο αποπληρωμή της οφειλής τους, παράλληλα δε με την από 31-3-2003 επιστολή τους προς αυτή ζήτησαν την μετατροπή σε Ευρώ του οφειλομένου ποσού των 220.900 λιρών. Έτσι το ανωτέρω οφειλόμενο ποσό μετετράπη στο ποσό των 321.778,42 Ευρώ και ακολούθως υπεγράφη το από 7-4-2003 ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ της εγκαλούσας εταιρείας και της εταιρείας "Χ και Σία ΟΕ", με το οποίο συμφωνήθηκε η τμηματική καταβολή του οφειλομένου ποσού, με ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης στις 31-12-2003. Πλην όμως σε ουδεμία καταβολή προέβησαν και μέχρι και σήμερα οφείλεται το ανωτέρω ποσό. Οι κατηγορούμενοι στις απολογίες τους και στις εφέσεις τους αρνούνται την πράξη για την οποία κατηγορούνται, ισχυριζόμενοι ο μεν πρώτος ότι η εταιρεία "IBM LTD " ήταν ο εμπορικός αντιπρόσωπος στην Ελλάδα της εταιρείας "ARCADIA GROUP BRAND LTD", γεγονός που γνώριζε η εγκαλούσα, και ότι εν πάση περιπτώσει πρόκειται για αστική διαφορά, η δε δεύτερη ότι η συμμετοχή της στην εταιρεία ήταν τυπική, ουδεμία συμμετοχή είχε στην ανωτέρω πράξη, ενώ διαχειριστής και εκπρόσωπος ήταν ο αποκλειστικά ο πρώτος εκκαλών, με τον οποίο από την άνοιξη του έτους 2001 τελεί σε διάσταση. Πλην όμως οι ισχυρισμοί αυτοί των εκκαλούντων δεν επιβεβαιώνονται από κανένα στοιχείο της δικογραφίας. Συγκεκριμένα εάν δεν είχε γίνει η ως άνω παράσταση των ψευδών γεγονότων, η εγκαλούσα δεν θα προέβαινε στην προκαταβολή στην εταιρεία που εκπροσωπούν οι εκκαλούντες μέρους της αξίας των τιμολογίων, ύψους 80% και έτσι δεν θα επέρχονταν η προαναφερθείσα βλάβη στην περιουσία της. Επίσης από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν επιβεβαιώνεται ο ισχυρισμός του πρώτου εκκαλούντος περί του ότι η εταιρεία "IBM LTD " ήταν ο εμπορικός αντιπρόσωπος στην Ελλάδα της εταιρείας "ARCADIA GROUP BRAND LTD". Εξάλλου δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ο ισχυρισμός της δευτέρας εκκαλούσας περί μη ουσιαστικής της ανάμιξης στα της εταιρείας, αν ληφθεί μάλιστα υπόψη και το γεγονός ότι η από 6-10-2000 σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring) έχει υπογραφεί από αμφότερους τους εκκαλούντες ως νομίμους εκπροσώπους της εταιρείας "Χ και Σία ΟΕ".
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής των εκκαλούντων, πλην όμως δεν συντρέχει στην συγκεκριμένη περίπτωση το στοιχείο της υποδομής, δεδομένου ότι δεν διαπιστώνεται εν προκειμένω ότι η εταιρεία που εκπροσωπούν οι εκκαλούντες έχει οργανωθεί από αυτούς έτσι, ώστε κάτω από νομιμοφανή αιτία, να αποβλέπει στην τέλεση αξιοποίνων πράξεων με απώτερο σκοπό τον πορισμό εισοδήματος.
Συνεπώς δεν συντρέχει η διακεκριμένη μορφή απάτης του άρθρου 386 & 3 α)Π.Κ., αλλά μόνο αυτή της περ. β της αυτής παραγράφου του άρθρου 386 Π.Κ., δεδομένου ότι το περιουσιακό όφελος και η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των 73.000 Ευρώ. Κατόπιν τούτου θα πρέπει η πράξη, κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας, να χαρακτηρισθεί ως απάτη από κοινού, από την οποία η προξενηθείσα ζημία είναι ιδιαίτερα μεγάλη υπερβαίνουσα συνολικά το ποσό των 73.000 Ευρώ".
Με τις παραδοχές αυτές, το Συμβούλιο Εφετών, που απέρριψε κατ'ουσία τις εφέσεις των δύο κατηγορουμένων κατά του πρωτοβαθμίου παραπεμπτικού βουλεύματος, διέλαβε την απαιτουμένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται στο προσβαλλόμενο βούλευμά του με σαφήνεια και πληρότητα, χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν, τα οποία συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της κακουργηματικής απάτης κατά συναυτουργία, για το οποίο παραπέμπονται οι αναιρεσείοντες κατηγορούμενοι σύζυγοι, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 386 παρ. 1, 3 β ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις από τις οποίες πείσθηκε ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την παραπομπή των αναιρεσειόντων κατηγορουμένων στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, για να δικασθούν για την παραπάνω αξιόποινη πράξη. Όσον αφορά τις ειδικότερες αιτιάσεις των αναιρεσειόντων, α) αναφέρονται ποίες ήσαν οι ψευδείς παραστάσεις των δύο κατηγορουμένων ομορρύθμων εταίρων - εκπροσώπων της εταιρείας " Χ και Σία ΟΕ", από κοινού ενεργησάντων, προς τους εκπροσώπους της εγκαλούσας εταιρείας, ότι δηλαδή έχουν πραγματική απαίτηση ύψους 322.236 λιρών ...ς από πώληση εμπορευμάτων κατά της αγοράστριας Αγγλικής εταιρείας "ARCADIA GROUP BRAND LTD", βάσει τιμολογίων, με συνέπεια, η εγκαλούσα εταιρεία, μετά από λήψη πληροφοριών για τη φερεγγυότητα της αγοράστριας αυτής εταιρείας, να χρηματοδοτήσει την εταιρεία των κατηγορουμένων με ποσό 257.788,80 λιρών .., καλύπτοντας τον πιστωτικό κίνδυνο και να υπογράψει σύμβαση εκχωρήσεως αναλαβούσα η ιδία, αντί αμοιβής, την είσπραξη της άνω απαιτήσεως, πλην η αλήθεια ήταν ότι αγοράστρια ήταν άλλη μη ελεγθείσα από αυτήν, .. εταιρεία, με αποτέλεσμα η εγκαλούσα να μην εισπράξει κανένα ποσό και να ζημιωθεί κατά το καταβληθέν ποσό, ήδη μετά από καταβολή μέρους, ζημιώθηκε κατά ποσό 220.900 λιρών ..., (μετατραπεισών, κατόπιν εγγράφου συμφωνίας τους στις 7-4-2003, στο οφειλόμενο ακόμη ποσό των 321.778,42 ευρώ), β) αναφέρεται στο παραπεμπτικό και στο προσβαλλόμενο βούλευμα ως παραπάνω η ζημία της εγκαλούσας εταιρείας σε ευρώ και όχι σε λίρες ..., ποσόν υπερβαίνον τις 73.000 ευρώ, γ) αναφέρεται ότι η εγκαλούσα εταιρεία παραπλανήθηκε ως προς την πραγματική αγοράστρια - οφειλέτρια των κατηγορουμένων ... εταιρεία, για την οποία και μόνο έλαβε πληροφορίες για τη φερεγγυότητά της και μετά προέβη σε σύμβαση και χρηματοδότηση και αν γνώριζε την παραπάνω αλήθεια ως προς το πρόσωπο της πραγματικής οφειλέτριας ... εταιρείας, της "IMD LTD", για την οποία δεν είχε πληροφορίες και δεν είχε εγγυήσεις, δε θα συμβαλλόταν με την εταιρεία των κατηγορουμένων με σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων "factoring" και δε θα χρηματοδοτούσε αυτή, δ) από τη μη ειδική αναφορά του βουλεύματος στα απολογητικά υπομνήματα των κατηγορουμένων, δε συνάγεται μη συνεκτίμηση και αυτών, αφού αυτά μνημονεύονται στις απολογίες τους, οι οποίες ως σύνολο μετ'αυτών λήφθηκαν ρητά υπόψη.
Συνεπώς, όλοι οι από το άρθρο 484 παρ.1 στοιχ. β, δ του ΚΠοινΔ λόγοι αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως των άρθρων 45 και 386 παρ. 1, 3β του ΠΚ, λόγω ασαφειών και ελλείψεως νόμιμης βάσεως, πρέπει να απορριφθούν.
Το υπό των αναιρεσειόντων υποβαλλόμενο αίτημα, από τη διάταξη του άρθρ. 309 παρ. 2 του ΚοινΔ, για αυτοπρόσωπη εμφάνισή τους ενώπιον του Συμβουλίου τούτου, καίτοι νόμιμο, πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμο κατ' ουσίαν, αφού οι αναιρεσείοντες εκτενώς και επαρκώς ανέπτυξαν με τις κρινόμενες αιτήσεις αναιρέσεως τους υπερασπιστικούς τους ισχυρισμούς και εξέθεσαν τις απόψεις τους για τα κρίσιμα στην υπόθεση στοιχεία και ως εκ τούτου δεν κρίνεται αναγκαία η εμφάνισή τους στο Συμβούλιο για την παροχή περαιτέρω διευκρινίσεων επί της ουσίας της κατηγορίας.
Μετά ταύτα, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως για να εξετασθεί, πρέπει, να απορριφθούν οι κρινόμενες αιτήσεις αναιρέσεως και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 583 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ.)

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει το αίτημα των αναιρεσειόντων Χ και Ψ συζ. Χ για αυτοπρόσωπη εμφάνισή τους ενώπιον του Συμβουλίου τούτου.

Απορρίπτει τις με αριθ. εκθ. 125 και 126/9-6-2009 αιτήσεις των άνω αναιρεσειόντων περί αναιρέσεως του 830/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα, εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ, τον καθένα.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Δεκεμβρίου 2009. Και

Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 20 Ιανουαρίου 2010.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή