Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1258 / 2019    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Αριθμός 1258/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αγγελική Αλειφεροπούλου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δημήτριο Γεώργα, Ιωάννη Μαγγίνα, Ερωτόκριτο Ερωτοκρίτου και Γεώργιο Κόκκορη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημα του στις 3 Απριλίου 2019, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Προβατάρη, (κωλυομένης της Εισαγγελέως) και της Γραμματέως Ευθυμίας Καλογεροπούλου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Ι. Χ. του Σ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Δημήτριο Ρίζο, για αναίρεση της υπ' αριθμ. 2953/2018 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών. Με πολιτικώς ενάγον το Ελληνικό Δημόσιο, νομίμως εκπροσωπούμενο, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Δέσποινα Γάκη.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος, ζητάει την αναίρεση της αποφάσεως αυτής για τους λόγους που αναφέρονται στην από 13 Φεβρουαρίου 2019 αίτησή του, η οποία ασκήθηκε με δήλωση που επιδόθηκε στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στις 14 Φεβρουαρίου 2019 και έλαβε αριθμό πρωτοκόλλου 2099/14.02.2019, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με αριθμό 364/2019.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος και την εκπροσωπούσα Πάρεδρος του Ν.Σ.Κ. του Ελληνικού Δημοσίου, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η από 13 Φεβρουαρίου 2019 αίτηση για αναίρεση της απόφασης 2953/2018 του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Το άρθρο 61 του Ν. 4194/2013 "Κώδικας Δικηγόρων" ορίζει στις παρ. 1 και 4, όπως αυτές αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 7 παρ. 8 εδ. α' και γ' του Ν. 4205/2013, ότι: "1. Ο δικηγόρος για την άσκηση κάθε είδους ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων και για την παράσταση του ενώπιον των δικαστηρίων και των δικαστικών συμβουλίων .... υποχρεούται να προκαταβάλει στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο εισφορές, αποκλειστικά και μόνον στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο Παράρτημα III (τέτοια περίπτωση αποτελεί, κατά το Παράρτημα τούτο, και η άσκηση αίτησης αναίρεσης κατά αποφάσεων Πλημμελειοδικείου και Εφετείου ενώπιον του Αρείου Πάγου). 4. Ο δικηγόρος για την κατάθεση κάθε είδους ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων, καθώς και για την παράσταση του κατά τη συζήτηση των ανωτέρω ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων ενώπιον των δικαστηρίων και δικαστών οφείλει, στο πλαίσιο της υποχρέωσης προκαταβολής της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, να καταθέσει το σχετικό γραμμάτιο καταβολής, αλλιώς η αντίστοιχη διαδικαστική πράξη είναι απαράδεκτη". Η προκαταβολή αυτή, για την άσκηση αίτησης αναίρεσης κατ' αποφάσεων Πλημμελειοδικείου και Εφετείου, υπολογίζεται σύμφωνα με το παράρτημα 1 κεφάλαιο Α αρ.1 στροιχ. 9 περ. α'Ν. 4194/2013 επί ποσού αμοβής 534 ευρώ, οφείλεται δε (για την ταυτότητα του νομικού λόγου) και για την άσκηση πρόσθετων λόγων αναίρεσης, εφόσον για την περίπτωση αυτή δεν προβλέπεται διαφορετικό ποσό, ενώ για την υποβολή υπομνήματος επί αίτησης αναίρεσης η εν λόγω προκαταβολή υπολογίζεται, κατά την περ. δ', επί ποσού αμοιβής 406 ευρώ. Αν δεν τηρηθούν οι διατυπώσεις αυτές, η αίτηση αναίρεσης απορρίπτεται ως απαράδεκτη, κατά τα άρθρα 476 παρ. 1 και 513 παρ. 1 του ΚΠοινΔ.
Περαιτέρω, με το άρθρο 31 του Ν. 4509/2017 (ΦΕΚ 201/22-12-2017 τεύχ. Α'), προστέθηκε, μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 61 του Ν. 4194/2013, δεύτερο εδάφιο, το οποίο ορίζει ότι "Η υποχρέωση προκαταβολής της παράστασης κατά τη συζήτηση κάθε είδους ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων θεωρείται τυπική παράλειψη η οποία μπορεί να καλυφθεί μετά τη συζήτηση και πριν από την έκδοση της απόφασης, ύστερα από σχετική ειδοποίηση του πληρεξούσιου δικηγόρου από το δικαστήριο". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει με σαφήνεια, ότι αυτή αναφέρεται στην υποχρέωση προκαταβολής της παράστασης για τη συζήτηση κάθε είδους ένδικων μέσων ή βοηθημάτων, με αποτέλεσμα η μη εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής να μην θεωρείται ως τυπική παράλειψη που μπορεί να καλυφθεί μετά τη συζήτηση και πριν από την έκδοση της απόφασης. Περαιτέρω, τα άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 της κυρωθείσας με το ΝΔ 53/1974 Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ) δεν αποκλείουν στον κοινό νομοθέτη να θεσπίζει δικονομικές προϋποθέσεις και γενικότερα διατυπώσεις για την πρόοδο της δίκης, αρκεί αυτές να συνάπτονται με τη λειτουργία των δικαστηρίων και την ανάγκη αποτελεσματικής απονομής της δικαιοσύνης και, περαιτέρω, να μην υπερβαίνουν τα όρια εκείνα, πέραν των οποίων επάγονται την άμεση ή έμμεση κατάλυση του προστατευόμενου από τις ανωτέρω διατάξεις ατομικού δικαιώματος παροχής έννομης δικαστικής προστασίας. Το δικαίωμα πρόσβασης στο δικαστήριο δεν είναι απόλυτο, αλλά υπόκειται σε περιορισμούς, ιδίως όσον αφορά τις προϋποθέσεις του παραδεκτού του ένδικου μέσου, αφού απαιτείται από τη φύση του η ρύθμισή του από το κράτος, το οποίο έχει τη σχετική διακριτική ευχέρεια, αρκεί μόνο οι τιθέμενοι περιορισμοί και οι τιθέμενες προϋποθέσεις να μην περιορίζουν την πρόσβαση του διαδίκου κατά τέτοιο τρόπο ή σε τέτοιο βαθμό, ώστε το δικαίωμα της προσφυγής στο δικαστήριο να πλήττεται στον ίδιο τον πυρήνα του. Έτσι, οι πιο πάνω αναφερόμενες διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 61 του Κώδικα Δικηγόρων, δεν προσκρούουν στις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ, δεδομένου ότι με αυτές επιδιώκεται η εξυπηρέτηση σκοπών που συνάπτονται με την απονομή της δικαιοσύνης και δεν υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο (ΟλΣτΕ 1858/2015).Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπ' αρ.2953/2018 απόφαση του Ζ'Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών (δικάσαντος σε δεύτερο βαθμό), ο αναιρεσείων κηρύχθηκε ένοχος με το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ.2α ΠΚ, για την αξιόποινη πράξη της έκδοσης εικονικών φορολογικών στοιχείων, που αφορούσαν ανύπαρκτες συναλλαγές στο σύνολό τους και των οποίων η αξία υπεβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ τελεσθείσα κατ' εξακολούθηση και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τεσσάρων (4) ετών ανασταλείσα επί τριετία υπό επιτήρηση Επιμελητή Κοινωνικής Αρωγής επί τριετία και με του περιοριστικούς όρους α)της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και β) της εμφάνισης του το πρώτο πενθήμερο κάθε μήνα στο Α.Τ. του τόπου κατοικίας του. Κατά της απόφασης αυτής ο Δικηγόρος Αθηνών Δημήτριος Ρίζος, με την ιδιότητά του ως παραστάντος στο Εφετείο συνηγόρου του κατηγορουμένου Ι. Χ. του Σ., άσκησε την από 13.2.2019 αίτηση αναίρεσης με δήλωσή του, η οποία επιδόθηκε στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στις 14.2.2019 και έλαβε αριθμ. πρωτ.1099/14.2.2019. Όμως, για την άσκηση της εν λόγω αίτησης αναίρεσης, ο πληρεξούσιος Δικηγόρος του αναιρεσείοντος δεν προσκόμισε το επιβαλλόμενο από τις πιο πάνω αναφερόμενες διατάξεις σχετικό γραμμάτιο καταβολής εισφορών επί ποσού (αμοιβής) 534 ευρώ, όπως προβλέπεται για την άσκηση αίτησης αναίρεσης κατ' απόφασης Εφετείου, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, αλλά προσκόμισε το μη κανονικό (ελλιπές ως προς το ποσό) υπ' αρ. γραμμάτιο Π1879098/13.2.2019, που αντιστοιχεί σε ποσό(αμοιβής) 406 ευρώ. Έτσι, όμως, δεν τηρήθηκαν οι ως άνω επιβαλλόμενες νόμιμες διατυπώσεις για την άσκηση της αίτησης αναίρεσης, αφού η μη εκπλήρωση της υποχρέωσης κατάθεσης του σχετικού γραμματίου καταβολής των εισφορών για την κατάθεση αυτής δεν αποτελεί, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, τυπική παράλειψη που μπορεί να καλυφθεί μετά τη συζήτηση και πριν από την έκδοση της απόφασης. Με τα δεδομένα αυτά και, εφόσον οι διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 61 του Κώδικα Δικηγόρων δεν προσκρούουν στις διατάξεις των άρθρων 20 παρ.1 του Συντάγματος και 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ), σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη, η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης είναι απαράδεκτη.
Κατ' ακολουθίαν τούτων, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, λόγω μη τήρησης της προαναφερθείσας νόμιμης διατύπωσης , η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρα 476 παρ.1, 583 παρ. 1. ΚΠΔ), καθώς και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος, Ελληνικού Δημοσίου(άρθρα 176 και 183 Κ.Πολ.Δ), μειωμένη σύμφωνα με το άρθρ. 22παρ. 1 του Ν. 3693/1957, όπως ισχύει, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 13.2.2019 αίτηση του Ι. Χ. του Σ. και της Κ., κατοίκου ..., για αναίρεση της υπ' αρ. 2953/2018 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, η οποία ασκήθηκε με την υπ' αριθ. πρωτ. 1099/14.2.2019 δήλωσή του, που επιδόθηκε στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, τα οποία ανέρχονται στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ, καθώς και στη δικαστική δαπάνη του πολιτικώς ενάγοντος, Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 20 Ιουνίου 2019.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 24 Ιουνίου 2019.

Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή