Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2033 / 2010    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Πολιτική αγωγή, Βούλευμα απαλλακτικό.




Περίληψη:
Βούλευμα, που αποφαίνεται να μη γίνει κατηγορία. Δεν δικαιούται ο πολιτικώς ενάγων ν' ασκήσει αίτηση αναίρεσης κατά τέτοιου βουλεύματος. Απορρίπτει αιτήσεις, ως απαράδεκτες, λόγω άσκησης τούτων από τους πολιτικώς ενάγοντες.




Αριθμός 2033/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αιμιλία Λίτινα, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος στη σύνθεση και σύμφωνα με την 101/21.7.10 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ανδρέα Τσόλια και Αθανάσιο Γεωργόπουλο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέα Πελαγίας Λόζιου.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 7 Δεκεμβρίου 2010, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση των αναιρεσειόντων - πολιτικώς εναγόντων, 1/ Χ1 και 2. Χ2 συζ. Χ1, κατοίκων ..., που δεν παρέστησαν στο συμβούλιο, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 158/2010 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιά,
με κατηγορούμενους τους: 1.Ψ1, 2. Ψ2 και 3. Ψ3.
Το Συμβούλιο Εφετών Πειραιά, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και οι αναιρεσείοντες - πολιτικώς ενάγοντες ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 11 Ιουνίου 2010 δυο αιτήσεις τους, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 901/2010.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Μιλτιάδης Ανδρειωτέλλης, εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Χατζίκου με αριθμό 350/18.10.10, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "Εισάγω, κατ' άρθρ. 513 §1 εδ. α', σε συνδ. προς άρθρ. 476 §1 εδ. α' Κ.Π.Δ., τις υπ' αριθμ. 10/10 και 11/10 αιτήσεις αναιρέσεως των πολιτικώς εναγόντων Χ1 και Χ2, κατοίκων ..., κατά του υπ' αριθμ. 158/10 Βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς και εκθέτω τα εξής:α) Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 513 §1α' και 476 §1α' ΚΠΔ, προκύπτει ότι, όταν υπάρχει περίπτωση απαραδέκτου, το δικαστήριο του Αρείου Πάγου απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης ως απαράδεκτη. Είναι δε απαράδεκτη (μεταξύ άλλων) η αίτηση αναίρεσης, όταν ο ασκών αυτή δεν έχει εκ του νόμου το δικαίωμα (δεν νομιμοποιείται) να την ασκήσει. Οπότε το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου (σε Συμβούλιο), ύστερα από πρόταση του Εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους, απορρίπτει την αναίρεση ως απαράδεκτη, καταδικάζοντας στα έξοδα εκείνον που την άσκησε (Α.Π. 2124/02, Π.Χρ. ΝΓ' 751). Επί πλέον δε μπορεί το ίδιο (σε συμβούλιο) Δικαστήριο, να καταδικάσει τον ασκήσαντα την αίτηση αναίρεσης σε χρηματική ποινή έως 100 ευρώ. β) Κατά το άρθρ. 482 §1 εδ. Β' Κ.Π.Δ., (πριν την αντικατάστασή του με τον Ν. 3160/03), ο πολιτικώς ενάγων νομιμοποιούνταν ν' ασκήσει αναίρεση κατά βουλεύματος, που αποφαίνονταν να μην γίνει κατηγορία κατά του κατ/νου, ή που κήρυττε την κατ' αυτού ποινική δίωξη απαράδεκτη, ή που έπαυε οριστικά ή προσωρινά την εναντίον του ποινική δίωξη. Με το άρθρο 41 §1 Ν. 3160/03 όμως, αντικαταστάθηκε το ανωτέρω άρθρο (482 §1 Κ.Π.Δ.) και έτσι πλέον παρέχεται αυτό το δικαίωμα μόνον στον κατ/νο ν' ασκήσει αναίρεση κατά βουλεύματος, που τον παρέπεμψε στο ακροατήριο για κακούργημα, ή που έπαυσε προσωρινά την κατ' αυτού ποινική δίωξη. Με βάση τα ανωτέρω, ο πολιτικώς ενάγων σήμερα, δεν νομιμοποιείται (δεν δικαιούται) ν' ασκήσει αναίρεση κατά βουλεύματος του συμβουλίου εφετών, που αποφάνθηκε να μην γίνει κατηγορία κατά του κατ/νου, ή που κήρυξε την κατ' αυτού ποινική δίωξη απαράδεκτη, ή που έπαυσε οριστικά (Α.Π. 1700/09, Π.Χρ. Ξ' 575) ή προσωρινά την εναντίον του ποινική δίωξη. γ) Από τα στοιχεία της δικογραφίας που επιτρεπτώς επισκοπούνται, προέκυψαν τα εξής: Το Συμβούλιο Πλημ/κών Πειραιώς με το 737/09 βούλευμά του, αποφάνθηκε να μην γίνει κατηγορία κατά των κατ/νων Ψ1, Ψ2 και Ψ3, δικηγόρου, για απάτη στο δικαστήριο, με προξενηθείσα ζημία άνω των 73.000 ευρώ (οι δύο πρώτες) και για ηθική σ' αυτήν αυτουργία (ο τρίτος). Δηλαδή για παράβαση των άρθρων 45, 46 §1α, 386 §3 β' Π.Κ. Οι τότε πολιτικώς ενάγοντες Χ1 και Χ2, κατά του βουλεύματος αυτού άσκησαν τις υπ' αριθμ. 63/09 και 64/09 εφέσεις, κατ' άρθρ. 480 Κ.Π.Δ., το δε Συμβούλιο Εφετών Πειραιώς με το 158/10 βούλευμά του, απέρριψε στην ουσία αυτές, επικυρώνοντας το πρωτόδικο (737/09 - εκκαλούμενο) βούλευμα. Κατά του εφετειακού τούτου βουλεύματος (158/10) στρέφονται οι και σήμερα πολιτικώς ενάγοντες Χ1 και Χ2 με τις υπό κρίση 10/10 και 11/10 αναιρέσεις τους, ζητώντας την αναίρεση τούτου. δ) Με βάση τα ανωτέρω υπό β' εκτεθέντα, πρέπει, κατ' άρθρ. 476 §1 ΚΠΔ, οι υπό κρίση αιτήσεις αναιρέσεως των ανωτέρω πολιτικώς εναγόντων ν' απορριφθούν ως απαράδεκτες, αφού ακουσθούν αυτοί ως διάδικοι, διότι αυτές ασκήθηκαν από πρόσωπα που δεν δικαιούνται σε τούτο. Τέλος πρέπει, αφενός μεν να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα στους ανωτέρω αναιρεσείοντες, αφετέρου δε να επιβληθεί σ' αυτούς και χρηματική ποινή εξ 100 ευρώ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ - ΠΡΟΤΕΙΝΩ
Α) Ν' απορριφθούν ως απαράδεκτες οι υπ' αριθμ. 10/10 και 11/10 αιτήσεις αναιρέσεως των πολιτικών εναγόντων Χ1 και Χ2, κατοίκων ..., κατά του υπ' αριθμ. 158/10 Βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς.
Β) Να επιβληθούν, αφενός μεν τα δικαστικά έξοδα στον καθένα αναιρεσείοντα, αφετέρου δε να επιβληθεί ομοίως στον καθένα χρηματική ποινή εξ 100 ευρώ. Αθήνα 7-10-2010
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Χατζίκος".

Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Το άρθρο 482 ΚΠΔ πριν από την τροποποίηση του α' εδαφίου της παραγράφου 1αυτού με το άρθρο 41 παρ. 1 του Ν. 3160/30.6.2003, η ισχύς του οποίου άρχισε από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της κυβερνήσεως (άρθρο 61 αυτού), μεταξύ των προσώπων που είχαν το δικαίωμα να ασκήσουν αναίρεση κατά βουλευμάτων περιελάμβανε και τον πολιτικώς ενάγοντα, ο οποίος δικαιούνταν να ασκήσει το ένδικο αυτό μέσο, κατά τους όρους του άρθρου 480 παρ. 2 ΚΠΔ, κατά των βουλευμάτων: α) που έπαυαν προσωρινά ή οριστικά την ποινική δίωξη κατά του κατηγορουμένου, β) αποφαίνονταν ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία εναντίον του ή κήρυσσαν την ποινική δίωξη απαράδεκτη. Μετά την αντικατάσταση, όμως, του α' εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού με το άρθρο 41 παρ. 1 του Ν. 3160/2003, μόνον ο κατηγορούμενος δικαιούται πλέον, από την έναρξη της ισχύος του (30.6.2003), να ασκήσει αναίρεση κατά βουλευμάτων, με τις διακρίσεις που τάσσει η νέα διατύπωση της εν λόγω διάταξης. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 463 εδ. α' ΚΠΔ, ένδικο μέσο μπορεί να ασκήσει μόνον εκείνος στον οποίο ο νόμος δίνει ρητά αυτό το δικαίωμα, ενώ κατά το άρθρο 476 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, όταν, μεταξύ άλλων περιπτώσεων, το ένδικο μέσο ασκήθηκε από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα ή εναντίον απόφασης ή βουλεύματος για τα οποία δεν προβλέπεται, το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο ή δικαστήριο (σε συμβούλιο), ύστερα από πρόταση του Εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που τυχόν θα εμφανιστούν (μετά από προηγούμενη ειδοποίηση, προ 24 ωρών, από τον Γραμματέα της Εισαγγελίας), κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση της απόφασης ή του βουλεύματος που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου, που άσκησε το ένδικο μέσο.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Πειραιώς με το 737/2009 βούλευμά του αποφάνθηκε ότι δεν πρέπει να γίνει κατηγορία κατά των κατηγορουμένων, 1) Ψ1, 2) Ψ2 και 3) Ψ3 για την πράξη της απάτης στο δικαστήριο, με προξενηθείσα ζημία άνω των 73.000 ευρώ (οι δυο πρώτες) και για την πράξη της ηθικής αυτουργίας σ' αυτή (ο τρίτος). Κατά του βουλεύματος αυτού άσκησαν, ξεχωριστά, οι αναιρεσείοντες - πολιτικώς ενάγοντες Χ1 και Χ2 συζ. Χ1 έφεση ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς, το οποίο με το 158/2010 βούλευμά του απέρριψε τις εφέσεις, ως αβάσιμες κατ'ουσίαν, και επικύρωσε στο σύνολό του το προδιαληφθέν (απαλλακτικό) πρωτόδικο βούλευμα. Οι πιο πάνω αναιρεσείοντες, με την ιδιότητά τους ως πολιτικώς ενάγοντες, κατά του παραπάνω 158/2010 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς, άσκησαν, αντιστοίχως, τις με αριθμό 10/11.6.2010 και 11/11.6.2010 αιτήσεις αναίρεσης. Οι αιτήσεις, όμως, αυτές ασκούμενες από διαδίκους που δε δικαιούνται πλέον, κατά τα προεκτεθέντα, ν' ασκήσουν το ένδικο τούτο μέσο κατά του προαναφερθέντος βουλεύματος, πρέπει ν' απορριφθούν ως απαράδεκτες, και να καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 476 παρ.1, 583 παρ.1).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει τις με αριθμό 10/11.6.2010 και 11/11.6.2010 αιτήσεις των 1) Χ1και 2)Χ2 συζ. Χ1, κατοίκων ..., αντιστοίχως, για αναίρεση του 158/2010 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται, για τον καθένα, σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 21 Δεκεμβρίου 2010.
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 21 Δεκεμβρίου 2010.

Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή