Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1905 / 2009    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Απάτη, Βούλευμα παραπεμπτικό.




Περίληψη:
Αίτηση αναιρέσεως κατά παραπεμπτικού βουλεύματος για απάτη σε βαθμό κακουργήματος. Λόγος αναιρέσεως: έλλειψη αιτιολογίας. Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως.




ΑΡΙΘΜΟΣ 1905/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα και Ανδρέα Τσόλια - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Χρυσού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 3 Μαρτίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1. Χ1 και 2.Χ2, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 161/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Θράκης.

Το Συμβούλιο Εφετών Θράκης, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 2 Σεπτεμβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1479/2008.

Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ιωάννης Χρυσός εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα με αριθμό 488/17.10.2008, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Φέρομεν ενώπιον του Δικαστηρίου υμών, συμφώνως με το άρθρον 485 παρ. 1 Κ.Π.Δ., τας παραδεκτώς, κατά τας διατάξεις των άρθρων 465 παρ. 1, 473 παρ. 1, 474 και 482 παρ. 1 ιδίου Κώδικος, ασκηθείσας υπό των κατηγορουμένων 1)Χ2 και 2) Χ1 από 2 Σεπτεμβρίου 2008 αιτήσεις αναιρέσεως, κατά του υπ'αριθμ. 161/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Θράκης και εκθέτομεν τα εξής:
Ι. Διά του πληττομένου βουλεύματος απερρίφθησαν κατ'ουσίαν αι εφέσεις των ανωτέρω κατηγορουμένων κατά του υπ'αριθμ. 9/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ξάνθης και επεκυρώθη το βούλευμα τούτο που τους παρέπεμψεν εις το ακροατήριον διά να δικασθούν 1) η Χ2 διά απάτην κατ'εξακολούθησιν, εκ της οποίας το περιουσιακόν όφελος και η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνουν συνολικώς το ποσόν των 73.000 ευρώ και 2) ο Χ1, δι'ηθικήν αυτουργίαν εις την ανωτέρω πράξιν (άρθρα 46 παρ. 1 εδ. α' και 386 παρ. 1 και 3 εδ. β' Π.Κ.). Κατά του βουλεύματος τούτου παραπονούνται ήδη οι αναιρεσείοντες, προβάλλοντες τους υπό του άρθρου 484 παρ. 1 στοιχ. β' και δ' Κ.Π.Δ. λόγους αναιρέσεως.

ΙΙ. 'Ελλειψις της απαιτουμένης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας του παραπεμπτικού βουλεύματος, η οποία ιδρύει τον υπό του άρθρου 484 παρ. 1 στοιχ. δ' προβλεπόμενον λόγον αναιρέσεως, υπάρχει όταν εις το βούλευμα του Συμβουλίου δεν εκτίθενται με πληρότητα, σαφήνειαν και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκρισιν ή προανάκρισιν σχετικώς με την αποδιδομένην εις τον κατηγορούμενον αξιόποινον πράξιν, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και αι σκέψεις με τας οποίας έκρινεν, ότι υφίστανται αποχρώσαι ενδείξεις ενοχής διά την παραπομπήν του κατηγορουμένου εις το ακροατήριον (Α.Π. 1348/2008 Πραξ Λογ ΠΔ 2008 σελ. 289 κ.ά.). Εσφαλμένη δε ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει, όταν ο δικαστής αποδίδη εις αυτήν διαφορετικήν έννοιαν από εκείνην που πραγματικώς έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται εις την περίπτωσιν που ο δικαστής δεν υπήγαγεν ορθώς τα πραγματικά περιστατικά που εδέχθη ότι προέκυψαν εις την ουσιαστικήν ποινικήν διάταξιν που εφηρμόσθη. Περίπτωσις εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, που αποτελεί λόγον αναιρέσεως, υπάρχει και όταν η παραβίασις εγένετο εκ πλαγίου. Η παραβίασις αυτή υπάρχει, όταν εις το πόρισμα του βουλεύματος, που περιλαμβάνεται εις τον συνδυασμόν του αιτιολογικού και του διατακτικού και ανάγεται εις τα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος διά το οποίον πρόκειται, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειαι, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να μη είναι εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος της εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως (Α.Π. 1187/2008 Πραξ Λογ ΠΔ 2008 σελ. 317 κ.ά.).

ΙΙΙ. Εκ της διατάξεως του άρθρου 386 παρ. 1 Π.Κ. προκύπτει, ότι προς στοιχειοθέτησιν του εγκλήματος της απάτης απαιτείται: α) σκοπός του δράστου να αποκομίση ο ίδιος ή άλλος παράνομον περιουσιακόν όφελος, όχι δε και πραγματοποίησις του οφέλους αυτού, β) εν γνώσει παράστασις ψευδών γεγονότων ως αληθών ή αθέμιτος απόκρυψις ή παρασιώπησις αληθών, εκ της οποίας παρεπλανήθη άλλος και γ) βλάβη ξένης περιουσίας, τελούσης εις αιτιώδη συνάφειαν με τας παραπλανητικάς ενεργείας ή παραλείψεις (ολ. Α.Π. 5/2008 με σύμφωνον αίτησιν αναιρέσεώς μας, Πραξ Λογ ΠΔ 2008 σελ. 364). Περαιτέρω κατά την παρ. 3 εδ. β' ιδίου άρθρου 386, όπως αντικατεστάθη δι'άρθρου 14 παρ. 4 ν. 1721/1999, η απάτη προσλαμβάνει κακουργηματικόν χαρακτήρα, εάν το περιουσιακόν όφελος ή η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει συνολικώς το ποσόν των 73.000 ευρώ (Α.Π. 1027/2007 Ποιν Δικ 2007 σελ. 1475 κ.ά.). Τέλος εκ της διατάξεως του άρθρου 46 παρ. 1 εδ. α' Π.Κ., κατά την οποίαν με την ποινήν του αυτουργού τιμωρείται επίσης, ο εκ προθέσεως προκαλέσας εις άλλον την απόφασιν προς εκτέλεσιν της υπό τούτου διαπραχθείσης αδίκου πράξεως, προκύπτει ότι διά την ύπαρξιν αξιοποίνου ηθικής αυτουργίας απαιτείται αντικειμενικώς, η πρόκλησις υπό του ηθικού αυτουργού εις άλλον της αποφάσεως προς τέλεσιν ωρισμένης αδικοπραγίας, η οποία συγκροτεί την αντικειμενικήν υπόστασιν ωρισμένου εγκλήματος ή τουλάχιστον συνιστά αρχήν εκτελέσεως αυτής, την οποίαν και ετέλεσε. Η πρόκλησις της αποφάσεως αυτής δύναται να γίνη με οιονδήποτε τρόπον ή μέσον, όπως με συμβουλάς, απειλήν ή με εκμετάλλευσιν οιασδήποτε πλάνης, πραγματικής ή νομικής ή περί τα παραγωγικά της βουλήσεως αίτια ή με την διέγερσιν μίσους κατά του θύματος, με πειθών ή φορτικότητα, ή με την επιβολήν ή την επιρροήν προσώπου, λόγω της ιδιότητος και της θέσεώς του ή και της σχέσεώς του με τον φυσικόν αυτουργόν. Υποκειμενικώς δε απαιτείται δόλος, ο οποίος συνίσταται εις την συνείδησιν του ηθικού αυτουργού, ότι παράγει εις άλλον την απόφασιν προς τέλεσιν αδίκου πράξεως και εις την συνείδησιν της ωρισμένης πράξεως εις την οποίαν παρακινεί τον φυσικόν αυτουργόν, χωρίς να είναι αναγκαίος ο καθορισμός της πράξεως αυτής μέχρι λεπτομερειών, αρκεί δε και ενδεχόμενος, εκτός εάν διά την υποκειμενικήν θεμελίωσιν του οικείου εγκλήματος απαιτείται άμεσος ή υπερχειλής δόλος, οπότε ο δόλος αυτός πρέπει να συντρέχη και εις το πρόσωπον του ηθικού αυτουργού (Α.Π. 2193/2007 Π Λογ 2007 σελ. 1623 κ.ά.). Εξ άλλου, εις την περίπτωσιν της ηθικής αυτουργίας διά να έχη η καταδικαστική απόφασις την απαιτουμένην υπό των άρθρων 93 παρ. 3 Συντ. και 139 Κ.Π.Δ. ειδικήν και εμπεριστατωμένην αιτιολογίαν, πρέπει να αναφέρωνται εις αυτήν ο τρόπος και τα μέσα, με τα οποία ο ηθικός αυτουργός προεκάλεσεν εις τον φυσικόν αυτουργόν την απόφασιν να εκτελέση την άδικον πράξιν που διέπραξε, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία συνήγαγεν ότι ο ηθικός αυτουργός παρήγαγε με τον τρόπον και τα μέσα αυτά εις τον φυσικόν αυτουργόν την απόφασιν, να εκτελέση την άδικον πράξιν που διέπραξεν (Α.Π. 2193/2007 ενθ'ανωτ. κ.ά.).

ΙV. Εις την προκειμένην περίπτωσιν το Συμβούλιον Εφετών, που εξέδωσε το πληττόμενον βούλευμα, εδέχθη κατά την ανέλεγκτον περί πραγμάτων κρίσιν του, ότι από την εκτίμησιν των αναφερομένων αποδεικτικών στοιχείων, ήτοι ανωμοτί καταθέσεως πολιτικώς ενάγοντος, μαρτυρικών καταθέσεων, εγγράφων της δικογραφίας και απολογιών των κατηγορουμένων προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που κατά τα ουσιώδη εν σχέσει με την υπόθεσιν σημεία των έχουν ως εξής:
1) Η πρώτη κατηγορουμένη Χ2, στην ... κατά το χρονικό διάστημα 17-7-2003 έως 5-5-2004, με σκοπό να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος έβλαψε, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, ξένη περιουσία πείθοντας τρίτους σε πράξη με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών, η δε προξενηθείσα ζημία - και το ισόποσο όφελος - ήταν άνω των 73.000 ευρώ. Ειδικότερα, η ανωτέρω με την ιδιότητα της λογίστριας της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΟΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΕ", εδρεύουσας στο Εύμοιρο Ξάνθης με δραστηριότητα την εμπορία λατομικών προϊόντων (μαρμάρων, σχιστολίθων, γρανιτών), παρέστησε ψευδώς προς τον Ο1, αντιπρόσωπο της εδρεύουσας στη ... της Σαουδικής Αραβίας εταιρίας "Τ1" η οποία ήταν πελάτισσα της ως άνω "ΜΑΡΜΑΡΟΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΕΠΕ", ότι για εξόφληση οφειλών της προς την τελευταία μπορεί να αποστείλει χρήματα στον υπ'αρ. ... τραπεζικό λογαριασμό της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας ο οποίος, δήθεν, χρησιμοποιούνταν δοσοληπτικά από την ανωτέρω ΕΠΕ, ενώ στην πραγματικότητα ήταν κοινός λογαριασμός με τον πατέρα της και χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά από αυτούς. Έτσι ο Ο1 κατέθεσε στον υπόψη λογαριασμό των, την 17-7-2003 12.000 ευρώ, την 25-7-2003 8.000 ευρώ, την 8-9-2003 20.000 ευρώ, την 6-10-2003 10.000 ευρώ, την 11-12-2003 20.000 ευρώ, την 19-12-2003 10.000 ευρώ και την 30-1-2004 10.000 ευρώ, συνολικά δε κατέθεσε 90.000 ευρώ. Περαιτέρω την 5-5-2004 παρέστησε ψευδώς προς τον εκτελωνιστή και συνεργάτη της εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΟΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΕ" Κ1 να καταθέσει στον προδιαληφθέντα τραπεζικό λογαριασμό το ποσό των 46.395 ευρώ που αποτελούσε μέρος του ποσού των 55.245 ευρώ, το οποίο ο παραπάνω είχε εισπράξει για λογαριασμό της εγκαλούσας εταιρίας ως επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης καυσίμων δυνάμει της υπ'αρ. ... επιταγής της Τράπεζας της Ελλάδος, παραπείθοντάς τον ότι, δήθεν, πρόκειται για λογαριασμό που εξυπηρετεί τα συμφέροντα της εταιρίας, κάτι που ήταν αναληθές. Από την προπεριγραφείσα συμπεριφορά της προσπορίστηκε παράνομο περιουσιακό όφελος ύψους 136.395 ευρώ (90.000+46.395) με ισόποση περιουσιακή βλάβη της εγκαλούσας εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΟΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΕ", 2) ο δεύτερος Χ1 κατά τον αυτόν ως άνω τόπον και χρόνον, με πρόθεση προκάλεσε στην συγκατηγορούμενη του Χ2, την απόφαση προς εκτέλεση της άδικης πράξης της απάτης σε βάρος της εγκαλούσης εταιρίας "ΜΑΡΜΑΡΟΕΜΠΟΡΙΚΗ Ε.Π.Ε.". Συγκεκριμένως δε, διά της ψυχικής ενθαρρύνσεως και παρακινήσεως ταύτης, λόγω και της συγγενικής των ιδιότητος δοθέντος ότι ετύγχανε κόρη του, έπεισεν αυτήν να προβή εις την εκτέλεσιν της προαναφερομένης πράξεως της απάτης, εκ της οποίας προεκλήθη εις την εγκαλούσαν εταιρίαν περιουσιακή ζημία συνολικής αξίας 136.395 ευρώ, ήτοι άνω των 73.000 ευρώ και προσεπορίσθη εις αυτούς αντίστοιχον παράνομον περιουσιακόν όφελος. Ειδικώτερον έπεισεν αυτήν να παραπλανήση τους ανωτέρω 1) εκπρόσωπον της "Τ1" και 2) Κ1, όπως καταθέσουν τα ως άνω χρηματικά ποσά εις τον υποδειχθέντα τραπεζικόν λογαριασμόν της Ε.Τ.Ε. με αριθμόν...με μόνους δικαιούχους αυτούς, δηλώνουσα ψευδώς εις τούτους ότι δικαιούχος του λογαριασμού αυτού ήτο η εγκαλούσα εταιρία.
V. Με αυτά που εδέχθη το Συμβούλιον Εφετών διέλαβεν εις το πληττόμενον βούλευμα την απαιτουμένην ειδικήν και εμπεριστατωμένην αιτιολογίαν, σχετικώς με το ανωτέρω έγκλημα υπό την συμμετοχικήν μορφήν του, που αποδίδεται εις τους αναιρεσείοντας κατηγορουμένους, αφού εκθέτει εις το εν λόγω βούλευμά του, με σαφήνειαν, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αρχικώς διενεργηθείσαν προκαταρκτικήν εξέτασιν και την επακολουθήσασαν κυρίαν ανάκρισιν, τας αποδείξεις από τας οποίας επείσθη ότι υπάρχουν αποχρώσαι ενδείξεις ενοχής διά την παραπομπήν των αναιρεσειόντων εις το ακροατήριον, καθώς και τας σκέψεις με τας οποίας υπήγαγε τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά εις τας προαναφερθείσας ποινικάς διατάξεις που εφήρμοσε, τας οποίας ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου παρεβίασεν. Ειδικώτερον εκ των παραδοχών του βουλεύματος προκύπτει, ότι παθούσα εκ της προαναφερθείσης αξιοποίνου πράξεως ήτο η εγκαλούσα εταιρία "ΜΑΡΜΑΡΟΕΜΠΟΡΙΚΗ Ε.Π.Ε." και όχι 1) ο εκπρόσωπος της "Τ1" και 2) ο Κ1 που κατέβαλον τα ανωτέρω ποσά και είναι αβάσιμος η σχετική αιτίασις των αναιρεσειόντων. Περαιτέρω εκτίθενται ο τρόπος και τα μέσα διά των οποίων ετελέσθη η ηθική αυτουργία, ήτοι διά της υπό του ηθικού αυτουργού ψυχικής ενθαρρύνσεως και παρακινήσεως της φυσικής αυτουργού, λόγω και της συγγενικής των ιδιότητος, δοθέντος ότι η φυσική αυτουργός ετύγχανε κόρη του ηθικού αυτουργού. Περί της ηθικής αυτουργίας γίνεται εκτενής αναφορά εις το βούλευμα και δεν δημιουργείται αντίφασις εκ του ότι εις την προσθίαν πλευράν του 3ου φύλλου και εις τον 28ον στίχον εκ παραδρομής γίνεται μνεία περί "συναποφάσεως" των κατηγορουμένων. Εξ άλλου εις το πόρισμα του βουλεύματος δεν έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειαι, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να μη είναι εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος της εφαρμογής των προδιαληφθεισών ποινικών διατάξεων.
Συνεπώς είναι αβάσιμοι οι σχετικοί λόγοι αναιρέσεως περί α) ελλείψεως ειδικής αιτιολογίας και β) εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως.
Κατ'ακολουθίαν αυτών πρέπει να απορριφθούν αι υπό κρίσιν αιτήσεις αναιρέσεως και να καταδικασθή έκαστος των αναιρεσειόντων εις τα δικαστικά έξοδα εκ 220 ευρώ.

Δ Ι Α Τ Α Υ Τ Α
Π ρ ο τ ε ί ν ο μ ε ν: Ι. Να απορριφθούν αι από 2 Σεπτεμβρίου 2008 αιτήσεις αναιρέσεως των 1) Χ2, κατοίκου ... και 2) Χ1, κατά του υπ'αριθμ. 161/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Θράκης.
ΙΙ. Να καταδικασθή έκαστος των αναιρεσειόντων εις τα δικαστικά έξοδα εκ 220 ευρώ.-
Αθήνα 13 Οκτωβρίου 2008
Ο Αντεισαγγελεύς του Αρείου Πάγου
Ανδρέας Ι. Ζύγουρας

Αφού άκουσε
τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, από το άρθρο 386 παρ. 1 του Ποινικού Κώδικα προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης απαιτείται: α) σκοπός του δράστη να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος, όχι δε και πραγματοποίηση του οφέλους αυτού, β) εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθών ή αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθών από την οποία παραπλανήθηκε άλλος και γ) βλάβη ξένης περιουσίας, που τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις. Περαιτέρω, κατά την παράγραφο 3 εδάφ. β' του ίδιου ως άνω άρθρου, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 14 παρ. 4 του ν. 1721/1999, η απάτη προσλαμβάνει κακουργηματικό χαρακτήρα, εάν το περιουσιακό όφελος ή η ζημία που προξενήθηκε υπερβαίνει συνολικώς το ποσό των 73.000 ευρώ. Τέλος, από τη διάταξη του άρθρου 46 παρ. 1 εδ. α' του Ποινικού Κώδικα, κατά την οποία με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται επίσης εκείνος που με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση για την εκτέλεση της άδικης πράξεως που τέλεσε εκείνος, προκύπτει ότι για την ύπαρξη αξιόποινης ηθικής αυτουργίας απαιτείται αντικειμενικώς, η πρόκληση από τον ηθικό αυτουργό σε άλλον της αποφάσεως για τέλεση ορισμένης αδικοπραγίας, η οποία συγκροτεί την αντικειμενική υπόσταση ορισμένου εγκλήματος ή τουλάχιστον συνιστά αρχή εκτελέσεως αυτής, την οποία και τέλεσε, Η πρόκληση της αποφάσεως αυτής μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο, όπως με συμβουλές, απειλή ή με εκμετάλλευση οποιασδήποτε πλάνης, πραγματικής ή νομικής ή περί τα παραγωγικά αίτια της βουλήσεως ή με τη διέγερση μίσους κατά του θύματος, με πειθώ ή φορτικότητα ή με την επιβολή ή την επιρροή προσώπου, λόγω της ιδιότητας και της θέσεως του ή και της σχέσεως του με τον φυσικό αυτουργό. Υποκειμενικώς δε απαιτείται δόλος, ο οποίος συνίσταται στη συνείδηση του ηθικού αυτουργού ότι παράγει σε άλλον την απόφαση για την τέλεση άδικης πράξεως στην οποία παρακινεί τον φυσικό αυτουργό, χωρίς να είναι αναγκαίος ο καθορισμός της πράξεως αυτής μέχρι λεπτομερειών, αρκεί δε και ενδεχόμενος, εκτός εάν για την υποκειμενική θεμελίωση του οικείου εγκλήματος απαιτείται άμεσος ή υπερχειλής δόλος, οπότε ο δόλος αυτός πρέπει να συντρέχει και στο πρόσωπο του ηθικού αυτουργού. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 484 παρ, 1 στοιχ. β' ΚΠΔ, εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει, όταν το συμβούλιο αποδίδει στον νόμο έννοια διαφορετική από εκείνη που πράγματι έχει, ενώ εσφαλμένη είναι η εφαρμογή της όταν το συμβούλιο δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι προέκυψαν, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, λόγω εμφιλοχωρήσεως στο πόρισμα του βουλεύματος, που περιλαμβάνεται στο σκεπτικό η στον συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασαφειών, αντιφάσεων ή λογικών κενών, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε το βούλευμα στερείται νόμιμης βάσεως. Περαιτέρω, για την πληρότητα της αιτιολογίας του βουλεύματος δεν απαιτείται χωριστή αναφορά κάθε αποδεικτικού μέσου, αλλά αρκεί η κατά είδος αναφορά αυτών. Πρέπει όμως να προκύπτει ότι το δικαστικό συμβούλιο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα και όχι μερικά μόνο από αυτά. Η αιτιολογία αυτή επιτρεπτώς γίνεται με αναφορά στην ενσωματωμένη στο βούλευμα πρόταση του εισαγγελέα και καλύπτει και το στοιχείο της μνείας των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στην πρόταση αυτή. Στην περίπτωση της ηθικής αυτουργίας, για να έχει η καταδικαστική απόφαση ή το βούλευμα την απαιτούμενη από τις ως άνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει να αναφέρονται σ' αυτήν ο τρόπος και τα μέσα, με τα οποία ο ηθικός αυτουργός προκάλεσε στον φυσικό αυτουργό την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία συνήγαγε ότι ο ηθικός αυτουργός παρήγαγε με τον τρόπο και τα μέσα αυτά στον φυσικό αυτουργό την απόφαση να τελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο βούλευμα το Συμβούλιο Εφετών Θράκης που το εξέδωσε, με καθολική αναφορά στην ενσωματωμένη στο βούλευμα εισαγγελική πρόταση, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη ουσιαστική κρίση του, ότι από την εκτίμηση των αναφερομένων στην εισαγγελική πρόταση αποδεικτικών μέσων τα οποία προσδιορίζονται κατά το είδος τους, προέκυψαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: "Στην ..., την 29.7.1988 συστήθηκε με τη με αρ. .... συμβολαιογραφική πράξη της συμβολαιογράφου της περιφέρειας του Ειρηνοδικείου Καβάλας Ανδρονίκης Μουτσουκάπα - Μαλακασιώτου η εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία "ΜΑΡΜΑΡΟΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΕ", με έδρα την Καβάλα και ήδη το Εύμοιρο του Νομού Ξάνθης και με σκοπό την ίδρυση και λειτουργία εργοστασίου επεξεργασίας λατομικών προϊόντων, ήτοι μαρμάρων, σχιστολίθων και γρανιτών και εντεύθεν εμπορίας αυτών με εταίρους το νόμιμο εκπρόσωπο της εγκαλούσας εταιρίας Ν1, κάτοικο ... και τον ..., ο οποίος στη συνέχεια δυνάμει του με αρ. ... συμβολαίου της αυτής συμβολαιογράφου πώλησε τα ανήκοντα σ' αυτόν εταιρικά μερίδια στον Χ1, κάτοικο ..., αδελφό του πρώτου των εταίρων και δεύτερο των κατηγορουμένων - εκκαλούντων. Διαχειριστής της ανωτέρω εταιρίας, της οποίας μοναδικοί εταίροι κατέστησαν οι ως άνω αδελφοί Ν1 και Χ1 και δη από κοινού, εξ αδιαιρέτου κατ' ισομοιρίαν μετά τη σύνταξη της με αρ. ...συμβολαιογραφικής πράξεως της ως άνω συμβολαιογράφου, δυνάμει της οποίας η εκ των επί σειρά ετών προηγουμένως - εταίρων ... πώλησε τα ανήκοντα σ' αυτήν εταιρικά μερίδια στους ανωτέρω αδελφούς - εταίρους, ορίσθηκε κατόπιν της από 31.3.2001 αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως των μετόχων ο εκ των εταίρων Ν1 ενώ ο δεύτερος των εταίρων Χ1 είχε ως αποκλειστικά απασχόληση του τη διακίνηση εμπορευμάτων και αυτή του οδηγού. Στο μεταξύ, από το έτος 1993 η πρώτη των κατηγορουμένων Χ2, κάτοικος ...ανιψιά του διαχειριστή της εγκαλούσας εταιρίας και θυγατέρα του δευτέρου κατηγορουμένου, προσελήφθη στην εταιρία αυτήν ως βοηθός λογιστηρίου με καθήκοντα αυτά της διεκπεραίωσης των εργασιών του τμήματος αυτού της επιχειρήσεως και δη της τήρησης βιβλίων, της έκδοσης παραστατικών και της επιμέλειας περί των πληρωμών και εισπράξεων της εταιρίας αυτής, ενώ τις εργασίες του λογιστηρίου "παρακολουθούσε" ταυτόχρονα ως εξωτερικός συνεργάτης του τμήματος αυτού της ως άνω επιχειρήσεως ο λογιστής..., και δη από το έτος 1989 μέχρι και το Μάιο 2005. Με βάση τη δομή αυτή λειτουργίας του λογιστηρίου της εταιρίας, λογικώς επόμενο ήταν τα χρηματικά διαθέσιμα και τους τραπεζικούς λογαριασμούς της εταιρίας να διαχειρίζεται ο Ν1 ως εκ της προαναφερόμενης ιδιότητας του, εκπροσωπώντας την εταιρία αυτή σ' όλες της οικονομικής φύσεως δοσοληψίες της, υπογράφοντας αξιόγραφα και αναλαμβάνοντας για λογαριασμό της εταιρίας αυτής τις αντίστοιχες οικονομικές υποχρεώσεις. Κατά το χρονικό διάστημα των μηνών Ιουνίου 2003 έως και Ιουλίου 2004 και ενώ μέχρι τότε η ανωτέρω εταιρία ως επιχείρηση σε οικονομικό επίπεδο λειτουργούσε υπό την προδιαλαμβανόμενη οργανωτική διάρθρωση, ο διαχειριστής της εγκαλούσας εταιρίας Ν1 ασθένησε και μάλιστα σοβαρά και για τον λόγο αυτό "ανωτέρας βίας", αδυνατώντας να ασκήσει ουσιαστική διαχείριση της εταιρίας αυτής, απουσίαζε από τον τόπο της έδρας της επιχειρήσεως με μόνη την ευχέρεια να διατυπώνει μέσω τηλεφωνικής επικοινωνίας εντολές διαχείρισης της εταιρίας αυτής. Ενόψει του δεδομένου αυτού της συνεχούς απουσίας του νόμιμου εκπροσώπου της εγκαλούσας εταιρίας από τα γραφεία της επιχειρήσεως, οι κατηγορούμενοι (θυγατέρα και πατέρας αντιστοίχως) επωφελούμενοι αυτής της καταστάσεως της λειτουργίας της διαχειρίσεως, δηλαδή της μηδενικής εποπτείας και ανύπαρκτης ελεγκτικής διαδικασίας, συναποφάσισαν να παραπλανήσουν οφειλέτες της εταιρίας αυτής σε σχέση με τον τρόπο εξόφλησης των χρεών - οφειλών τους προς αυτή, με σκοπό ν' αποκομίσουν για λογαριασμό τους και αθέμιτα, εταιρικά χρήματα, υποδεικνύοντας αυτούς να καταθέσουν χρηματικά ποσά σε κοινό - δικό τους τραπεζικό λογαριασμό και όχι σε λογαριασμό της εταιρίας ατής. Ειδικότερα, κατά το χρονικό διάστημα 17.7.2003 έως και 30.1.2004, η πρώτη των κατηγορουμένων Χ2 στην ..., παρακινούμενη και ενθαρρυνόμενη ψυχικά από τον πατέρα της - δεύτερο των κατηγορουμένων Χ1, παρέπεισε τον οφειλέτη της εταιρίας αυτής Ο1 κάτοικο ..., αντιπρόσωπο της εταιρίας "Τ1" στην Ελλάδα, που έχει την έδρα της στην... της Σαουδικής Αραβίας και προμηθευόταν αιτία αγοράς ποσότητες μαρμάρου από την εταιρία "ΜΑΡΜΑΡΟΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΕ", να καταθέσει στο με αρ. ... τραπεζικό λογαριασμό της Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος, που ήταν κοινός με τον πατέρα της - δεύτερο των κατηγορουμένων, τα χρηματικά ποσά: α. των 12.000 ευρώ τη 17.7.2003, β. των 8.000 ευρώ την 25.7.2003, γ. των 20.000 ευρώ την 8.9.2003, δ. των 10.000 ευρώ την 6.10.2003, ε. των 20.000 ευρώ την 11.12.2003, στ. των 10.000 ευρώ την 19.12.2003 και ζ. των 10.000 ευρώ την 30.1.2004, ήτοι συνολικώς το ποσό των 90.000 ευρώ (βλέπετε τις οικείες επτά τον αριθμό αποδείξεις εισπράξεως της ΕΤΕ και την από 15.6.2005 βεβαίωση της εταιρείας "Τ1"), έναντι οφειλών της "Τ1" προς την εγκαλούσα εταιρία, τις οποίες, οφειλές, είχε την πεποίθηση πως εξοφλούσε με την ως άνω μορφή καταβολής. Περαιτέρω, την 5.5.2004, ο Κ1, εκτελωνιστής - κάτοικος ..., συνεργαζόμενος με την εγκαλούσα εταιρία από το έτος 1997 και εντεύθεν σε σχέση με τις επιστροφές, όταν ανέκυπτε αντικείμενο, προς την εγκαλούσα εταιρία του ειδικού φόρου κατανάλωσης καυσίμων από εξαγωγές μαρμάρων, επιστροφές που γίνονταν κατά κανόνα - συνήθη πρακτική με την παράδοση απ' αυτόν στην εταιρία της τραπεζικής επιταγής και την είσπραξη από την εταιρία της συμφωνηθείσας αμοιβής του, ήλθε σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ν1 - διαχειριστή της εταιρίας, προκειμένου να ενημερώσει αυτόν για το ότι κατείχε τη με αρ. ... επιταγή της Τράπεζας της Ελλάδος χρηματικού ποσού 55.245 ευρώ, που εκδόθηκε από το... Τελωνείο Θεσσαλονίκης σε διαταγή της εγκαλούσας εταιρίας προς επιστροφή ειδικού φόρου κατανάλωσης καυσίμων. Ο ανωτέρω εκτελωνιστής, έχοντας άμεση ανάγκη χρημάτων, συνεννοήθηκε τηλεφωνικά, σε συνέχεια της ως άνω ενημερώσεως του διαχειριστή της εταιρίας, μ' αυτόν να εισπράξει ο ίδιος την επιταγή αυτή και παρακρατώντας την αμοιβή του, ύψους 8.850 ευρώ, να καταθέσει το υπόλοιπο χρηματικό ποσό των 46.395 ευρώ σε τραπεζικό λογαριασμό που θα υποδείκνυε η ανιψιά του - πρώτη των κατηγορουμένων και βοηθός του λογιστηρίου της εγκαλούσας εταιρίας, μετά από δική τους - πρώτης των κατηγορουμένων και του εκτελωνιστή - διαπροσωπική επικοινωνία. Η ανωτέρω βοηθός του λογιστηρίου της εγκαλούσας εταιρίας και πρώτη των κατηγορουμένων υπέδειξε στον εκτελωνιστή τον προσημειούμενο κοινό - στο όνομα της και στο όνομα του πατέρα της - λογαριασμό της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, προκειμένου αυτός να καταθέσει το προαναφερόμενο χρηματικό ποσό των 46.395 ευρώ, όταν όμως ο τελευταίος μετέβη στην Τράπεζα για τον προδιαλαμβανόμενο σκοπό, διαπίστωσε ότι στο λογαριασμό αυτόν, ήτοι τον τηρούμενο με αριθμό... στην ΕΤΕ, δεν ήταν δικαιούχος η εγκαλούσα εταιρία ή ο νόμιμος εκπρόσωπος της και για το λόγο αυτόν επικοινώνησε με την πρώτη των κατηγορουμένων, προκειμένου να ενημερωθεί και να λάβει πλήρη και ακριβή στοιχεία του τραπεζικού αυτού λογαριασμού, Η πρώτη των κατηγορουμένων - εκκαλούντων, με σκοπό να παραπλανήσει τον εκτελωνιστή, ισχυρίσθηκε πως και στον τραπεζικό αυτόν λογαριασμό δεχόταν χρήματα για οφειλές προς την εγκαλούσα εταιρία, με άμεση συνέπεια να πεισθεί αυτός και να καταθέσει το χρηματικό ποσό των 46.395 ευρώ στον, κατά τα προλεχθέντα, υποδειχθέντα τραπεζικό λογαριασμό της ΕΤΕ, ήτοι αυτόν με αρ. ...με μόνους δικαιούχους τους κατηγορουμένους, ενώ σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή γνώριζε ο ως άνω καταθέτης - εκτελωνιστής πως αυτός ο λογαριασμός δεν χρησιμοποιείται για τις τρέχουσες και συνεχείς οικονομικές συναλλαγές της εγκαλούσας εταιρίας και σε κάθε περίπτωση ότι τηρείται εν αγνοία του διαχειριστή της, δεν θα ενεργούσε την τραπεζική αυτήν υλική πράξη της καταθέσεως του ως άνω χρηματικού ποσού για την εξόφληση οφειλής τους προς την εταιρία αυτήν (βλέπετε την από... απόδειξη εισπράξεως της ΕΤΕ ποσού 46.395 ευρώ με δικαιούχους τους κατηγορουμένους). Οι κατηγορούμενοι εναντιώνονται στα πραγματικά αυτά περιστατικά, διατυπώνοντας την άρνηση τους για την τέλεση αυτών, αιτιώμενοι στο κοινό απολογητικό υπόμνημα τους πως το όλο επίδικο ποσό των 136.395 ευρώ χρησιμοποιήθηκε από την πρώτη - βοηθό λογιστή για εξόφληση οφειλών της εγκαλούσας - εταιρίας προς τρίτους ή κατατέθηκε σε λογαριασμούς της εταιρίας αυτής, πλην όμως η υπερασπιστική αυτή θέση δεν ενισχύεται από το αποδεικτικό υλικό, δεδομένου ότι οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί που συνοδεύουν αυτήν είναι αόριστοι και ασαφείς, χωρίς να εξειδικεύονται με συγκεκριμένα παραστατικά έγγραφα εξοφλήσεων ή καταθέσεων χρηματικών ποσών προερχομένων από τους επίμαχους λογαριασμούς που διαμόρφωσαν κατά τα προεκτεθέντα, οι καταθέσεις του Ο1 και η κατάθεση του Κ1, με εντεύθεν συναγόμενο συμπέρασμα πως η εναντίωση αυτή των κατηγορουμένων στερείται ουσιαστικής βασιμότητας και συνεπώς δεν είναι ικανή να κλονίσει τα ως άνω προκύψαντα πραγματικά περιστατικά. Ενόψει του ανωτέρω αναπτυσσόμενου ιστορικού, ως προκύπτοντος σύνθετου γεγονότος, πρόδηλο καθίσταται ότι η συμπεριφορά: α. της πρώτης των κατηγορουμένων - εκκαλούντων στοιχειοθετεί τη νομοτυπική μορφή του κακουργήματος της απάτης κατ' εξακολούθηση, από την οποία προξενήθηκε ζημία υπερβαίνουσα συνολικά το ποσό των 73.000 ευρώ, καθόσον επιβεβαιώνεται αποδεικτικά πως η κατηγορουμένη αυτή στην ... κατά το χρονικό διάστημα 17.7.2003 έως και 5.5.2004, με σκοπό να αποκομίσει παράνομο περιουσιακό όφελος, έβλαψε με περισσότερες - μερικότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος ξένη περιουσία πείθοντας τρίτους σε πράξη με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών, προξενώντας ζημία 136.395 ευρώ και προσποριζόμενη ισόποσο παράνομο περιουσιακό όφελος και β. του δευτέρου των κατηγορουμένων - εκκαλούντων συνιστά ηθική αυτουργία στην πρώτη των μερικότερων πράξεων που αποδίδονται στην πρώτη των κατηγορουμένων, δεδομένου ότι τα σε βάρος του αποδεικτικά στοιχεία συνηγορούν υπέρ της παραδοχής πως αυτός, εκμεταλλευόμενος την απουσία - λόγω ασθενείας - του διαχειριστή της εγκαλούσας εταιρίας, ενθάρρυνε ψυχικά και παρακίνησε την πρώτη των κατηγορουμένων και θυγατέρα του στην ... τη 17.7.2003 να προβεί στην εκτέλεση της ως άνω σε βάρος της εγκαλούσας εταιρίας αξιόποινης πράξεως της απάτης, ως ωφελούμενος απ' αυτήν με πρόσκτηση παράνομου περιουσιακού οφέλους από την εκτέλεση της. Υπό τα δεδομένα αυτά, ορθώς το προσβαλλόμενο βούλευμα αποφάνθηκε ότι προέκυψαν σοβαρές - επαρκείς ενδείξεις ενοχής των εκκαλούντων - κατηγορουμένων για τη στήριξη δημόσιας κατηγορίας σε βάρος τους και αποφάσισε, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 309 παρ. 1ε'και 313 ΚΠΔ, την παραπομπή τους στο ακροατήριο του αρμόδιου καθ' ύλη και κατά τόπο Δικαστηρίου, ήτοι του Τριμελούς Εφετείου Α' Βαθμού (Κακουργημάτων) Θράκης (άρθρα 1ε' 111 παρ. 1 και 122 παρ. 1 ΚΠΔ), προκειμένου να δικασθούν ως υπαίτιοι της προδιαληφθείσης αξιόποινης πράξεως με την κύρια και συμμετοχική μορφή της, που προβλέπεται και τιμωρείται από τη διάταξη του άρθρου 386 παρ. 3β'- 1 ΠΚ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 11 ν. 2408/1996 και με το άρθρο 14 παρ. 4 ν.2721/1999, σε συνδυασμό ε τις γενικές διατάξεις των άρθρων 1, 14, 16, 17, 18α', 26 παρ. 1°", 27, 46 παρ. 1α, 51, 52, 60, 63, 79 και 98 του ίδιου Κώδικα". Με τις παραπάνω παραδοχές του, το Συμβούλιο Εφετών Θράκης διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμα την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, σχετικώς με το ανωτέρω έγκλημα υπό τη συμμετοχική του μορφή, που αποδίδεται στους αναιρεσείοντες -κατηγορουμένους, αφού εκθέτει στο εν λόγω βούλευμα του με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την αρχικώς διενεργηθείσα προκαταρκτική εξέταση και την κυρία ανάκριση, που επακολούθηση, τις αποδείξεις από τις οποίες πείσθηκε ότι υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις ενοχής για την παραπομπή των αναιρεσειόντων στο ακροατήριο, καθώς και τις σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά στις παραπάνω ουσιαστικές ποινικές διατάξεις, που εφάρμοσε χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου. Ειδικότερα από τις παραδοχές του βουλεύματος προκύπτει ότι παθούσα από την προαναφερόμενη αξιόποινη πράξη ήταν η εγκαλούσα εταιρία "ΜΑΡΜΑΡΟΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΕ" και όχι ο εκπρόσωπος της "Τ1" και ο Κ1 που κατέβαλαν τα ανωτέρω ποσά και είναι αβάσιμη η σχετική αιτίαση των αναιρεσειόντων. Περαιτέρω εκτίθεται ο τρόπος και τα μέσα με τα οποία τελέσθηκε η ηθική αυτουργία, ήτοι με την ψυχική ενθάρρυνση και παρακίνηση της φυσικής αυτουργού από τον ηθικό αυτουργό, λόγω της συγγενικής τους ιδιότητας, αφού, όπως προαναφέρθηκε η φυσική αυτουργός είναι κόρη του ηθικού αυτουργού. Για την ηθική αυτουργία γίνεται εκτενής αναφορά στο βούλευμα και δεν δημιουργείται αντίφαση από το ότι από παραδρομή γίνεται λόγος για συναπόφαση των κατηγορουμένων. Εξάλλου, στο πόρισμα του βουλεύματος δεν έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος της εφαρμογής των παραπάνω ποινικών διατάξεων.
Επειδή, ενόψει των ανωτέρω πρέπει να απορριφθούν οι από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β' και δ' του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας λόγοι αναιρέσεως και ενόψει του ότι οι αναιρεσείοντες δεν επικαλούνται άλλους λόγους πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της η κρινόμενη αίτηση και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα (άρθρου 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την 34/2.9.2008 αίτηση των 1) Χ1 και 2) Χ2, κατοίκου ... για αναίρεση του 161/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Θράκης. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα τα οποία ανέρχονται στο ποσό των διακοσίων είκοσι (220 €) ευρώ για κάθε αναιρεσείοντα.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 30 Ιουνίου 2009. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 7 Οκτωβρίου 2009.-

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή