Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Βούλευμα παραπεμπτικό.
Περίληψη:
Δεν υπόκειται σε αναίρεση βούλευμα παραπεμπτικό για πλημμέλημα κατηγορουμένου. Απορρίπτεται η αίτηση αναίρεσης κατ' αυτού ως απαράδεκτη και επιβάλλονται τα δικαστικά έξοδα στον αναιρεσείοντα. Επί περισσοτέρων του ενός αναιρεσειόντων απορρίπτεται καθεμία αίτηση αυτών και καταδικάζεται καθένας, στα δικαστικά έξοδα.
ΑΡΙΘΜΟΣ 1969/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού και Παναγιώτη Ρουμπή-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 22 Σεπτεμβρίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για τις αιτήσεις των αναιρεσειόντων-κατηγορουμένων 1. Χ1, 2. Χ2, κατοίκων .... που δεν παραστάθηκαν στο συμβούλιο, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 82/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιά.
Το Συμβούλιο Εφετών Πειραιά, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 13 Μαρτίου 2009 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 507/2009.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Νικόλαος Μαύρος εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα με αριθμό 185/18-5-2009, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: Φέρομεν ενώπιον του Δικαστηρίου υμών τας από 13 Μαρτίου 2009 αιτήσεις αναιρέσεως των 1) Χ1 και 2) Χ2, κατοίκου ομοίως ..., κατά του υπ'αριθμ. 82/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς και εκθέτομεν τα εξής: Κατά την διάταξιν του άρθρου 482 παρ. 1 Κ.Π.Δ. ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να ζητήση την αναίρεσιν του βουλεύματος όταν: α) τον παραπέμπη εις το ακροατήριον διά κακούργημα. Εις έγκληματα που συρρέουν ή είναι συναφή, ο κατηγορούμενος δύναται να ζητήση την αναίρεσιν δι'όλα, έστω και εάν το ένδικον αυτό μέσον επιτρέπεται μόνον δι'ένα από αυτά και β) παύη προσωρινώς την ποινικήν δίωξιν εναντίον του. Εκ της διατάξεως αυτής προκύπτει, ότι δεν υπόκειται εις αναίρεσιν βούλευμα του συμβουλίου εφετών, απορρίπτον κατ'ουσίαν, κατά το άρθρον 322 παρ. 3 ιδίου Κώδικος, προσφυγήν προσώπου ιδιαζούσης δωσιδικίας, κατά της απ'ευθείας κλήσεώς του διά κλητηρίου θεσπίσματος ενώπιον του τριμελούς εφετείού, διά να δικασθή διά πλημμέλημα (Α.Π. 269/2008, 1927/2007 Π Λογ 2008 σελ. 196, ΠοινΔικ 2008 σελ. 544 αντιστ. κ.ά.). Εις την προκειμένην περίπτωσιν ο Εισαγγελεύς Εφετών Πειραιώς διά του υπ'αριθμ. 1230/2008 κλητηρίου θεσπίσματός του παρέπεμψε τους ήδη αναιρεσείοντας κατηγορουμένους 1) Χ1, πρώην Δήμαρχον ... και 2) Χ2 ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς, διά να δικασθούν διά το πλημμέλημα της ψευδούς βεβαιώσεως και της αμέσου εις ταύτην συνεργείας (άρθρα 242 παρ. 1 και 46 παρ. 1 εδ. β' Π.Κ.) αντιστοίχως. Κατ'αυτών οι ανωτέρω κατηγορούμενοι ήσκησαν ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς τας υπ'αριθμ. 7/2008 και 6/2008 αντιστοίχως προσφυγάς των. Το άνω Συμβούλιον διά του υπ'αριθ. 82/2009 βουλεύματός του απέρριψε κατ'ουσίαν 1) εξ ολοκλήρου την προσφυγήν του Χ2 και 2) εν μέρει την προσφυγήν του Χ1. Κατά του βουλεύματος τούτου, σχετικώς με τας απορριπτικάς του διατάξεις, οι κατηγορούμενοι ήσκησαν τας προαναφερθείσας αιτήσεις αναιρέσεως. Εν όψει όσων ελέχθησαν καθίσταται σαφές, ότι οι αναιρεσείοντες δεν εδικαιούντο εις άσκησιν αναιρέσεως κατά του ανωτέρω βουλεύματος και αι κατ'αυτού ασκηθείσαι αιτήσεις αναιρέσεως τούτων τυγχάνουν απαράδεκτοι.
Συνεπώς πρέπει, κατά τα άρθρα 476 παρ. 1 και 583 παρ. 1 Κ.Π.Δ., να κηρυχθούν απαράδεκτοι αι προαναφερθείσαι αιτήσεις αναιρέσεως και να καταδικασθή έκαστος των αναιρεσειόντων εις τα δικαστικά έξοδα εκ 220 ευρώ.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ Προτείνομεν:
Ι. Να κηρυχθούν απαράδεκτοι αι από 13 Μαρτίου 2009 αιτήσεις αναιρέσεως των κατηγορουμένων 1) Χ1, κατοίκου ...και 2) Χ2, κατοίκου ομοίως ..., κατά του υπ'αριθμ. 82/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς.
ΙΙ. Να καταδικασθή έκαστος των αναιρεσειόντων εις τα δικαστικά έξοδα εκ 220 ευρώ.
Αθήνα 1 Μαΐου 2009
Ο Αντεισαγγελεύς του Αρείου Πάγου
Ανδρέας Ι. Ζύγουρας
Αφού άκουσε
τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε, και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκε, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, ο αντίκλητος του αναιρεσείοντος,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Εισάγονται ενώπιον του Συμβουλίου τούτου οι από 13 Μαρτίου 2009 δύο αιτήσεις αναίρεσης των: 1) Χ1 και 2) Χ2, κατοίκων αμφοτέρων ..., κατά του υπ'αριθμ. 82/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς. Οι ως άνω αιτήσεις, πρέπει να συνεκδικαστούν και να εξεταστούν περαιτέρω για το παραδεκτό τους.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111 παρ.7, 322 παρ.2 και 3, 463 εδ.α', 476 παρ.2 και 482 παρ.1 του ΚΠΔ, προκύπτει, ότι ο κατηγορούμενος που απολαμβάνει ιδιάζουσας δικαιοδοσίας και που κλητεύθηκε απ'ευθείας στο ακροατήριο, με κλητήριο θέσπισμα, έχει δικαίωμα να ασκήσει κατά της εν λόγω κλητεύσεως του προσφυγή, που αποτελεί οιονεί ένδικο μέσο και να ζητήσει την αναίρεση του βουλεύματος, που εκδίδεται επ'αυτής, μόνο αν το συμβούλιο την απέρριψε ως απαράδεκτη και όχι κατ'ουσίαν, για το επί παραπομπής για πλημμέλημα δεν συγχωρείται από το νόμο το ένδικο μέσο της αναίρεσης. Περαιτέρω, εναντίον βουλεύματος με το οποίο το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο δεν εκφέρει κρίση για την ουσία της υπόθεσης, αλλά επιλύει προδικαστικό ή παρεμπίπτον ζήτημα, δεν επιτρέπεται στον κατηγορούμενο η άσκηση του ενδίκου μέσου της αναίρεσης, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 482 παρ.1 του ΚΠΔ, αυτός έχει δικαίωμα να ζητήσει την αναίρεση του βουλεύματος, που τον παραπέμπει στο ακροατήριο για κακούργημα και επί συρρεόντων ή συναφών εγκλημάτων για όλα ή παύει προσωρινά την ποινική δίωξη εναντίον του. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο με τις δύο κρινόμενες αιτήσεις αναίρεσης βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς, ο Εισαγγελέας Εφετών Πειραιώς με το υπ'αριθμ. 1230/2008 κλητήριο θέσπισμα τον παρέπεμψε τους ήδη δύο αναιρεσείοντες κατηγορουμένους ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς για να δικασθούν ο μεν πρώτος αυτών (Χ1), με την ιδιότητά του ως πρώην Δήμαρχος ... για το πλημμέλημα της ψευδούς βεβαίωσης (άρθρο 242 παρ.1 του ΠΚ) ο δε δεύτερος (Χ2), λόγω συναφείας (άρθρα 128 και 129 περ.α' ΚΠΔ) για άμεση συνέργεια στο ως άνω πλημμέλημα που φέρεται ότι τέλεσε ο πρώτος (άρθρα 46 παρ.1 εδ.β' και 242 παρ.1 του ΠΚ) για άμεση συνέργεια στο ως άνω πλημμέλημα που φέρεται ότι τέλεσε ο πρώτος (άρθρα 46 παρ.1 εδ.β'και 242 παρ.1 του ΠΚ). Κατά του προαναφερομένου κλητηρίου θεσπίσματος οι κατηγορούμενοι άσκησαν ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς τις υπ'αριθμ. 7/2008 και 6/2008 αντίστοιχα προσφυγές τους. Το ως άνω Συμβούλιο με το υπ'αριθμ. 82/2009 βούλευμα του απέρριψε κατ'ουσίαν: 1) καθ' ολοκληρίαν την προσφυγή του Χ2 και 2) εν μέρει την προσφυγή του Χ1 (αποφάνθηκε να μη γίνει κατηγορία σε βάρος του για μία μερικότερη πράξη του εγκλήματος της ψευδούς βεβαίωσης κατ'εξακολούθηση για το οποίο παραπέμφθηκε στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς). Κατά του βουλεύματος αυτού, σχετικώς με τις απορριπτικές του διατάξεις, αμφότεροι οι κατηγορούμενοι άσκησαν τις δύο κρινόμενες αιτήσεις αναίρεσης ζητώντας την αναίρεση και την εξαφάνισή του στο σύνολό του. Κατόπιν όμως όσων έχουν αναφερθεί καθίσταται σαφές ότι οι αναιρεσείοντες, που παραπέμπονται στο ακροατήριο του αρμοδίου Δικαστηρίου ως υπαίτιοι τέλεσης μόνο πλημμελήματος κατ'εξακολούθηση, δεν δικαιούνταν σε άσκηση αναίρεσης κατά του παραπεμπτικού εν μέρει ως άνω βουλεύματος (ως προς το απαλλακτικό μέρος του δε ο αναιρεσείων Χ1 δεν έχει και δεν επικαλείται έννομο συμφέρον κατ'άρθρο 463 ΚΠΔ για την άσκηση της αναίρεσής του) και οι κατ'αυτού ασκηθείσες δύο αιτήσεις αναίρεσης αυτών είναι απαράδεκτες. Μετά από αυτά και την ειδοποίηση του αντικλήτου των αναιρεσειόντων (κατά την επί του φακέλου σχετική σημείωση του αρμόδιου Γραμματέα) οι υπό κρίση αιτήσεις αναίρεσης πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτες και να καταδικασθεί καθένας των αναιρεσειόντων στα δικαστικά έξοδα (άρθρα 476 παρ.1 και 583 παρ.1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τις από 13 Μαρτίου 2009 δύο αιτήσεις των: 1) Χ1 και 2) Χ2, για αναίρεση του υπ'αριθμ. 82/2009 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πειραιώς. Και
Καταδικάζει καθένα των αναιρεσειόντων στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Οκτωβρίου 2009. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 15 Οκτωβρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ