Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Αοριστία λόγου αναιρέσεως, Βούλευμα παραπεμπτικό.
Περίληψη:
Αίτηση αναίρεσης κατά παραπεμπτικού βουλεύματος. Απόρριψη σχετικής αίτησης λόγω του ότι δεν περιέχει κάποιο ορισμένο λόγο αναίρεσης.
Αριθμός 1685/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, ο οποίος ορίσθηκε με την υπ' αριθμό 42/2009 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Γρηγορίου Μάμαλη), Νικόλαου Ζαΐρη και Παναγιώτη Ρουμπή - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 8 Απριλίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση τoυ αναιρεσείoντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ... που δεν παρέστη, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 1605/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 4 Δεκεμβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1977/2008.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ανδρέας Ζύγουρας εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου - Πριάμου Λεκκού με αριθμό 52/03.02.2009, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Εισάγων, μετά της σχετικής δικογραφίας, την από 4-12-2008 αίτηση αναιρέσεως του κατηγορουμένου Χ κατά του υπ'αριθμ. 1605/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, εκθέτω τα εξής:
Από τις διατάξεις των άρθρ. 148 έως 153, 473 παρ. 2, 474 παρ. 2, 476 παρ. 1 και 509 παρ. 1 ΚΠΔ προκύπτει, ότι διά το κύρος και κατ'ακολουθία το παραδεκτό της αιτήσεως αναιρέσεως κατά βουλευμάτων και αποφάσεων πρέπει στη δήλωση ασκήσεώς της να περιέχωνται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο οι λόγοι διά τους οποίους ασκείται. Αν δεν περιέχεται σ'αυτή ένας τουλάχιστον ορισμένος λόγος από τους αναφερομένους περιοριστικώς στα άρθρα 484 και 510 ΚΠΔ λόγους αναιρέσεως, η αίτηση αναιρέσεως είναι απαράδεκτη και ως τέτοια απορρίπτεται (βλ. ΑΠ 417/2006, ΑΠ 406/2006, εις ΠΧ/ΝΣΤ'/909, 906). Εξ άλλου, η κρίση του δικαστηρίου και του δικαστικού συμβουλίου περί την εκτίμηση των αποδείξεων και τα πράγματα είναι ανέλεγκτη αναιρετικώς, οι δε αιτιάσεις διά των οποίων πλήττεται αυτή δεν ιδρύουν λόγο αναιρέσεως και είναι απαράδεκτες (βλ. ΑΠ 1615/2005 εις ΠΧ/ΝΣΤ'/971, ΑΠ 23/2007).
Στην προκειμένη περίπτωση, ως προκύπτει από την έκθεση της υπό κρίση αιτήσεως αναιρέσεως, ο αναιρεσείων ουδένα ορισμένο λόγο αναιρέσεως, εκ των υπό του άρθρ. 484 ΚΠΔ προβλεπομένων, προβάλλει, αλλ' αρκείται στην διατύπωση αιτιάσεων, διά ων οποίων πλήττεται απαραδέκτως η ανέλεγκτη αναιρετικώς κρίση του συμβουλίου περί τα πράγματα και την εκτίμηση των αποδείξεων, υποστηρίζων ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις κατ'αυτού και ότι η παραπομπή του είναι άδικη.
Επομένως, η κρινομένη αίτηση αναιρέσεως, μη περιέχουσα αναιρετικό λόγο, πρέπει να απορριφθή ως απαράδεκτη. Τέλος, πρέπει ο αναιρεσείων να καταδικασθή στα δικαστικά έξοδα.
Για τους λόγους αυτούς - Π ρ ο τ ε ί ν ω -
Να απορριφθή η από 4-12-2008 αίτηση αναιρέσεως του Χ, κατοίκου ..., κατά του υπ'αριθμ. 1605/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και
Να καταδικασθή ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα.
Αθήναι 22 Ιανουαρίου 2009
Ο Αντεισαγγελεύς του Αρείου Πάγου
Δημήτριος-Πρίαμος Λεκκός"
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέως της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκε, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, ο αντίκλητος του αναιρεσείοντος.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 148-153, 473 παρ. 2, 474 παρ. 2, 476 παρ. 1, 509 παρ. 1 και 510 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι για το κύρος και κατ' ακολουθίαν το παραδεκτό της αιτήσεως αναιρέσεως κατά βουλευμάτων και αποφάσεων πρέπει στη δήλωση ασκήσεώς της να περιέχονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο οι λόγοι, για τους οποίους ασκείται. Αν δεν περιέχεται σ'αυτήν ένας τουλάχιστον ορισμένος από τους αναφερομένους περιοριστικά στα άρθρα 484 και 510 ΚΠΔ λόγους αναιρέσεως, η αίτηση αναιρέσεως είναι απαράδεκτη και ως τέτοια απορρίπτεται (άρθρα 476 παρ. 1 και 513 ΚΠΔ). Εξάλλου, απλή επανάληψη των διατάξεων των άρθρων 484 και 510 ΚΠΔ, που προβλέπουν τους λόγους αναιρέσεως, χωρίς αναφορά των περιστατικών που θεμελιώνουν την επικαλουμένη αιτίαση και χωρίς προσδιορισμό της νομικής πλημμέλειας, δεν αρκεί (Ολ. ΑΠ 19/2001), πολύ δε περισσότερο όταν περιέχεται στην αίτηση αναιρέσεως λόγος που δεν περιλαμβάνεται στους περιοριστικά αναφερομένους στα άρθρα 484 και 510 ΚΠΔ, όπως είναι οι αιτιάσεις, με τις οποίες πλήττεται η περί την εκτίμηση των αποδείξεων και τα πράγματα αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου ή δικαστικού συμβουλίου αντίστοιχα.
Στην προκειμένη περίπτωση με την κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πλήττεται το υπ' αριθμ. 1605/2008 Βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με το οποίο απορρίφθηκε κατ' ουσίαν η από 2 Μαΐου 2007 έφεση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου κατά του υπ' αριθμ. 487/2007 Βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, με το οποίο παραπέμπεται αυτός ενώπιον του ακροατηρίου του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών για να δικασθεί ως υπαίτιος για τα εγκλήματα της ηθικής αυτουργίας σε απόπειρα εκβίασης από κοινού κατ' εξακολούθηση και της ηθικής αυτουργίας σε επικίνδυνη σωματική βλάβη (άρθρα 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1, 42 παρ. 1, 45, 46 παρ. 1α, 94 παρ. 1, 98, 309-308 παρ. 1 και 385 παρ. 1α ΠΚ). Όπως, όμως προκύπτει από την έκθεση της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, η οποία επιτρεπτώς επισκοπείται από το Δικαστήριο τούτο κατά την έρευνα του παραδεκτού των προβαλλομένων λόγων αναιρέσεως, ο αναιρεσείων ουδένα ορισμένο λόγο αναιρέσεως εκ των από το άρθρο 484 ΚΠΔ προβλεπομένων προβάλλει, αλλά αρκείται στη διατύπωση αιτιάσεων, με τις οποίες πλήττεται απαραδέκτως η ανέλεγκτη αναιρετικώς κρίση του συμβουλίου περί τα πράγματα και την εκτίμηση των αποδείξεων, υποστηρίζων ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις κατ' αυτού για συμμετοχή του με οποιαδήποτε μορφή στα γεγονότα της 23-1-2004 και 4-2-2004 (τότε που φέρεται ότι συνέβησαν οι σε βάρος του αναιρεσείοντος αξιόποινες πράξεις κατά την κρίση του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών που εξέδωσε το προσβαλλόμενο βούλευμα) και ότι η παραπομπή του είναι άδικη. Επομένως, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, μη περιέχουσα κάποιο αναιρετικό λόγο, πρέπει, μετά την ειδοποίηση του αντικλήτου του δικηγόρου του αναιρεσείοντος (κατά την επί του φακέλου της δικογραφίας σχετική επισημείωση του αρμοδίου γραμματέα), να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρα 476 παρ. 1 και 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 4-12-2008 αίτηση του Χ, κατοίκου ..., για αναίρεση του υπ' αριθμ. 1605/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 6 Μαΐου 2009. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 21 Ιουλίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ