Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Απάτη, Βούλευμα παραπεμπτικό, Αναιρέσεων συνεκδίκαση.
Περίληψη:
Συνεκδίκαση δύο αιτήσεων αναίρεσης κατά παραπεμπτικού βουλεύματος για τις πράξεις της διευκόλυνσης αλλότριας ακολασίας ανηλίκων κατ’ επάγγελμα (348 παρ. 1 και 3 ΠΚ), πορνογραφία ανηλίκων (348Α ΠΚ), απάτη κατ’ επάγγελμα με ζημία άνω των 15.000 ευρώ, συκοφαντική δυσφήμηση, παραβάσεις άρθρων 22 παρ. 4 και 6 ν. 2472/97, 29 και 30 ν. 5060/31, 66 παρ. 1, 2 ν. 2121/93. Λόγος αναίρεσης για έλλειψη αιτιολογίας και απόρριψή του ως αβάσιμου
Αριθμός 2139/2007
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ΄ Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο, Βασίλειο Λυκούδη - Εισηγητή και Ανδρέα Τσόλια, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κυριάκου Καρούτσου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 2 Οκτωβρίου 2007, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: 1) Χ1 και 2) Χ2 περί αναιρέσεως του υπ΄ αριθμ. 1845/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με συγκατηγορουμένους τους 1. ..... και 2. Χ3. Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ΄ αυτό, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στις από 22 Δεκεμβρίου 2006, δύο χωριστές αιτήσεις τους αναιρέσεως, οι οποίες καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 92/2007.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Κυριάκος Καρούτσος εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Χρυσού με αριθμό 158/17.04.2007, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Εισάγω κατ' άρθρ. 485 & 1 ΚΠΔ τις 177 και 178/22-12-2006 με αριθμ. 20/2006 αιτήσεις αναίρεσης των Χ1 και Χ2 του με αριθμ. 1845/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Αθηνών, με το οποίο απορρίπτονται κατ ουσία οι με αριθμ. 576/2005 και 567/2005 εφέσεις τους κατά του με αριθμ. 3276/2005 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών που τους παραπέμπει στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου για να δικαστούν για α) διευκόλυνση ακολασίας ανηλίκων κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση από δράστες που ενεργούν κατ' επάγγελμα και από κερδοσκοπία β) της πορνογραφίας ανηλίκων κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη, την πνευματική αδυναμία την κουφότητα, και την απειρία των ανηλίκων γ) της απάτης κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση από υπαιτίους που διαπράττουν απάτες κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια με συνολικό όφελος και ζημία που υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ δ) της συκοφαντικής δυσφήμησης από κοινού κατά συρροή και μη, ε) της παράβασης των άρθρων 1, 2 εδ. α ,β ,γ ,δ ,θ, ι ,ια, 7, 22 & 4, 6, του Ν 24721997 στ) Παράβ. άρθρων 29, 30 του Ν.5060/1931 και της παράβ. του άρθρου 66 & 1,2 Ν.2121/1993, και εκθέτω τα ακόλουθα:
Οι υπό κρίση αιτήσεις αναιρέσεων έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα από κατηγορούμενους και στρέφονται κατά βουλεύματος που τους παραπέμπει στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου για κακουργηματικές πράξεις και συρρέουσες πλημμεληματικές και περιέχουν συγκεκριμένους λόγους και οι δύο τους ίδιους λόγους α) έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και β) η μη παράθεση του άρθρου του σχετικού (άρθρ. 484 & 1, δ, ΚΠΔ).
Είναι συνεπώς παραδεκτές και πρέπει να ερευνηθούν οι προβαλλόμενοι λόγοι.
Οι προβαλλόμενοι λόγοι συνίστανται όπως αναφέρονται στην αίτηση αναίρεσης.
Στο ότι το προσβαλλόμενο βούλευμα με γενικόλογη αναφορά στα πραγματικά περιστατικά δεν αιτιολογεί με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις την παραπεμπτική του κρίση, ότι στο προσβαλλόμενο βούλευμα δεν υφίστανται θεμελιωτικά περιστατικά σχετικά με την τοποθέτηση του προγράμματος Dialer και περί του ποσού της πράξης της απάτης που φέρονται να τέλεσαν και ότι επίσης ότι στο προσβαλλόμενο βούλευμα γίνεται επαναδιατύπωση της κατηγορίας για την πρώτη πράξη και παραλείπεται η παράθεση του άρθρου του σχετικού ποινικού νόμου.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 348 παρ. 1 και 3 ΠΚ, όπως η παρ. προστέθηκε με το άρθρο 5 του Ν 3064/2002 κατά την & 1 "όποιος κατ' επάγγελμα διευκολύνει με οποιοδήποτε τρόπο την ασέλγεια μεταξύ άλλων, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους". Κατά δε την & 3 "όποιος κατ' επάγγελμα ή από κερδοσκοπία επιχειρεί να διευκολύνει, έστω και συγκαλυμμένα με τη δημοσίευση αγγελίας, εικόνας, αριθμού τηλεφωνικής σύνδεσης ή με την μετάδοση ηλεκτρονικών μηνυμάτων ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο την ασέλγεια με ανήλικο τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή" και περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 13 περίπτωση στ' ΠΚ που προστέθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 Ν. 2408/1996, "κατ' επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης της πράξης προκύπτει σκοπός του δράστη για πορισμό εισοδήματος".
Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του προβλεπόμενου από την παραπάνω διάταξη (άρθρ. 348 παρ. 1 και 3 ΠΚ) εγκλήματος είναι η κατ' επάγγελμα, με την προεκτεθείσα έννοια, με σκοπό τον πορισμό εισοδήματος διευκόλυνσης τέλεσης ασελγών πράξεων μεταξύ άλλων , και κατά την δεύτερη η με οποιονδήποτε τρόπο έστω και συγκεκαλυμμένο κατ' επάγγελμα ή κερδοσκοπίας διευκόλυνση ασέλγειας με ανήλικο.
Με την διατύπωση αυτή, στην έννοια του οποιουδήποτε τρόπου εκτός της μετάδοσης ηλεκτρονικών μηνυμάτων υπάγεται στην διάταξη αυτή διευκόλυνση και η δημιουργία ιστοσελίδας στην οποία μπορούν να έχει πρόσβαση αόριστος αριθμός προσώπου και στην οποία η κερδοσκοπία προκύπτει από το καταβολή από μέρους των επισκεπτών της σελίδας χρηματικού ποσού το οποίο καταβάλλεται ή εισπράττεται σε κάποια μέσω καταβολής αυξημένων τηλεφωνικών επιβαρύνσεων που βαρύνουν τους χρήστες και καταβάλλονται μέσω πιστωτικών καρτών τον αριθμό των οποίων δίδουν προκειμένου να καθίσταται δυνατή η σύνδεσης τους με τον διαθέτη της ηλεκτρονικής ιστοσελίδας του ενεργούντα την διευκόλυνση.
Περαιτέρω κατά τις διατάξεις του άρθρου 348 Α ΠΚ που προστέθηκε με το άρθρο του Ν. 3064 κατά την οποία "& 1 οποίος από κερδοσκοπία παρασκευάζει, κατέχει, προμηθεύεται, αγοράζει, μεταφέρει διακινεί, διαθέτει πωλεί ή θέτει με οποιονδήποτε τρόπο σε κυκλοφορία πορνογραφικό υλικό τιμωρείται........& 2 Πορνογραφικό υλικό κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, συνιστά κάθε περιγραφή ή πραγματική ή εικονική αποτύπωση σε οποιονδήποτε υλικό φορέα του σώματος του ανηλίκου που αποσκοπεί στην γενετήσια διέγερση καθώς και η καταγραφή ή αποτύπωση σε οποιονδήποτε υλικό φορέα, πραγματικής προσποιητής ή εικονικής ασελγούς πράξης που ενεργείται για τον ίδιο σκοπό από ή με ανήλικο και & 3 Αν κάποια από τις πράξεις της πρώτης παραγράφου αφορά πορνογραφικό υλικό που συνδέεται με την εκμετάλλευση της ανάγκης, της πνευματικής αδυναμίας, της κουφότητας, η της απειρίας ανηλίκου ή άσκηση βίας κατ' αυτού επιβάλλεται κάθειρξη ......" προκύπτει ότι η παρασκευή, κατοχή, προμήθεια αγορά, μεταφορά, διακίνηση, διάθεση πώληση ή θέση σε κυκλοφορία του πορνογραφικού υλικού της δεύτερης παραγράφου τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον........, και αν η πράξη τελέστηκε υπό τις συνθήκες τις παραγράφου τρία τότε στον δράστη επιβάλλεται κάθειρξη .......και ότι για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος αυτού μεταξύ των άλλων στοιχείων απαιτείται και η καθ' οιονδήποτε τρόπο διακίνηση πώληση, διάθεση, η θέση σε κυκλοφορία πορνογραφικού υλικού με περιεχόμενο την πραγματική ή εικονική αποτύπωση του σώματος του ανηλίκου που αποσκοπεί στην γενετήσια διέγερση όπως και την καταγραφή ή αποτύπωση σε οποιονδήποτε υλικό φορέα πραγματικής ή εικονικής ασελγούς πράξης που ενεργείται για τον ίδιο σκοπό από τον ίδιο ή με ανήλικο.
Κατά τις διατάξεις του άρθρου 22 & 4 και 6 του Ν 2472/1997 "& 4 όποιος χωρίς δικαίωμα επεμβαίνει σε αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή λαμβάνει γνώση των δεδομένων αυτών ή τα αφαιρεί, αλλοιώνει, βλάπτει, καταστρέφει, επεξεργάζεται, μεταδίδει, ανακοινώνει, τα καθιστά προσιτά σε μη δικαιούμενα ή επιτρέπει στα πρόσωπα αυτά να λάβουν γνώση των εν λόγω δεδομένων ή τα εκμεταλλεύεται με οποιονδήποτε τρόπο τιμωρείται.....και & 6 " αν ο υπαίτιος των πράξεων των 1 έως 5 του παρόντος άρθρου είχε σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος ή να βλάψει τρίτον επιβάλλεται κάθειρξη .."Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 2 στ. β του ίδιου Νόμου "ευαίσθητα δεδομένα νοούνται τα δεδομένα που αφορούν τη φυλετική ή εθνική προέλευση, τα πολιτικά φρονήματα, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε ένωση, σωματείο και συνδικαλιστική οργάνωση, την υγεία, την κοινωνική πρόνοια και την ερωτική ζωή καθώς και τα σχετικά με ποινικές διώξεις και καταδίκες ........"προκύπτει ότι θεωρούνται σαν προσωπικά δεδομένα και προστατεύονται μεταξύ των άλλων σαν τέτοια και όλα εκείνα τα δεδομένα που για κάποιον λόγο περιήλθαν στην κατοχή τρίτου με την θέληση κάποιου άλλα ή αυτά του δόθηκαν ή αφέθηκαν στην κατοχή του για αποκλειστική του χρήση λόγω της εμπιστοσύνης η οποία υπήρχε κατά τον χρόνο της παράδοσης αυτών και τα οποία εναπέμειναν στην κατοχή του είτε γιατί ξεχάστηκαν από τον δικαιούχο τους ή γιατί εξέλειπε η αιτία για την οποία του δόθηκαν ή περιήλθαν στην κατοχή του και αυτός δεν τα επέστρεψε.
Στην συγκεκριμένη στην προκειμένη περίπτωση από έρευνα της αρμόδιας υπηρεσίας δίωξης του ηλεκτρονικού εγκλήματος κατόπιν καταγγελιών διαπιστώθηκε ότι στο διαδυκτίου είχε δημιουργηθεί ιστοσελίδα με την ονομασία "...." μέσω της οποίας διακινούνταν μηνύματα για ερωτική συνεύρεση του .... και της συντρόφου του αλλά και άλλα μηνύματα και πορνογραφικής φύσης υλικό. Επίσης προέκυψε από την καταγγελία της Θ1 ότι στην ίδια ιστοσελίδα διακινούνταν γυμνές φωτογραφίες της οι οποίες απεικόνιζαν άκρως προσωπικές στιγμές ,τις οποίες κατείχε ο αρραβωνιαστικός της με τον οποίο είχε προ επταμήνου διακόψει τις σχέσεις της. Περαιτέρω από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι στην ίδια ιστοσελίδα διακινούνταν υλικό, παιδικής πορνογραφίας σχετιζόμενο με φωτογραφίες ανηλίκων που είχαν ληφθεί με τη χρήση κρυφής κάμερας και στις οποίες απεικονίζονταν ακόμη και στιγμές ερωτικής συνεύρεσης. Από την επίσκεψη και τον έλεγχο της ιστοσελίδας από όργανα της υπηρεσίας δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματος διαπιστώθηκε ότι οι κατασκευαστές της ιστοσελίδας χρησιμοποιούσαν τους κωδικούς .... και ... και προέτρεπαν τους επισκέπτες του διαδυκτιακού τόπου να εκθέτουν σε κοινή θέα ερωτικού περιεχομένου φωτογραφίες, βραβεύοντας ανά μήνα την καλύτερη και επιπρόσθετα με ελεύθερη πρόσβαση στο άσεμνο υλικό της ιστοσελίδας των λοιπών επισκεπτών αντί χρηματικού ποσού. Περαιτέρω διαπιστώθηκε ότι ο επισκέπτης της ιστοσελίδας ... μπορούσε να δει δωρεάν κάποιο μικρό περιεχόμενο της ιστοσελίδας με πορνογραφικό υλικό δειγματικού χαρακτήρα, όμως για να έβλεπε το υπόλοιπο έπρεπε να μπει στο αρχείο του .... με συνδρομή 90 δολλαρίων ΗΠΑ ετησίως. Η καταβολή της συνδρομής γινόταν μέσω της πιστωτικής κάρτας του συνδρομητή. Για την αποφυγή εντοπισμού του δημιουργού της ιστοσελίδας διαπιστώθηκε ότι το site .... φιλοξενούνταν σε διακομιστή (server) ο οποίος διαπιστώθηκε ότι βρισκόταν στην Αμερική. Προκειμένου να διαπιστωθεί το πρόσωπο που βρίσκονταν πίσω από τα προγράμματα αυτά ακολουθήθηκε η διαδικασία που ακολουθούσε ο επισκέπτης της ιστοσελίδας αυτής. Διαπιστώθηκε ότι ο επισκέπτης έμπαινε στην ιστοσελίδα αυτή έβλεπε κάποιες φωτογραφίες ή βίντεο μόνο εφ' όσον αποδεχόταν την εγκατάσταση στον ηλεκτρονικό υπολογιστή του ενός ειδικού προγράμματος dialer το οποίο υπήρχε στην ιστοσελίδα και εγκαθίστατο στον υπολογιστή του χρήστη με μόνο το πάτημα του σένσορα στην ένδειξη "Yes" και στην συνέχεια η σύνδεση του εκτρέπονταν σε άλλη διεύθυνση χωρίς καμιά ενημέρωση του χρήστη. Ο χρήστης μέχρι εκείνη τη στιγμή χρεωνόταν με την αστική μονάδα τηλεφωνικής χρέωσης όμως από τη στιγμή που αποδεχόταν την εγκατάσταση του ειδικού προγράμματος η χρέωση της σύνδεσης γινόταν με υπεραστική χρέωση η οποία ήταν κατά πολύ μεγαλύτερη αυτής που μέχρι την στιγμή εκείνη επιβαρύνονταν ο χρήστης ποσό από το οποίο οι δικαιούχοι της ιστοσελίδας εισέπρατταν τα ποσοστά του από τον διαχειριστή από το διαχειριστή της ιστοσελίδας ο οποίος όπως διαπιστώθηκε ήταν μια διεθνής τηλεφωνική εταιρεία στα νησιά Πούκ ή Κούκ. Προέκυψε περαιτέρω ότι από αυτή την ιστοσελίδα στάλθηκε διαφημιστικό πορνογραφικό υλικό σε διάφορους χρήστες και επισκέπτες διαδικτυακών τόπων μέσω διαδικτυακής διεύθυνσης .... "μεταξύ των οποίων και ο αστυνομικός Μ1 ο οποίος διερευνούσε την βασιμότητα των καταγγελιών. Το μήνυμα (e-mail )που έλαβε ο παραπάνω αστυνομικός και είχε σαν περιεχόμενο την εγγραφή του σαν μέλους της συγκεκριμένης ιστοσελίδας το έλαβε μέσω της ελληνικής εταιρείας παροχής υπηρεσιών "Ιντερνετ" "...." Από τα ηλεκτρονικά ίχνη που ακολουθήθηκαν προέκυψε ότι από τις ιστοσελίδες .... και .... η πρώτη είχε κατοχυρωθεί από πρόσωπο που βρισκόταν στην Βραζιλία, τον ..... και η δεύτερη στον κατηγορούμενο Χ3 ο οποίος χρησιμοποιούσε σαν username σύνδεσης στο διαδίκτυο τους κωδικούς .... και .... και Password .... όπως και ότι ο Χ3 χρησιμοποιούσε το ίδιο username για να ελέγχει την αλληλογραφία στην ιστοσελίδα της .... που διαφήμιζε το υλικό των ιστοσελίδων. Περαιτέρω προέκυψε ότι για την συντήρηση του υλικού των ιστοσελίδων χρησιμοποιήθηκαν οι τηλεφωνικές συνδέσεις των αναιρεσειόντων οι οποίοι χρησιμοποίησαν το πρόγραμμα αυτό και τις ιστοσελίδες για να διαφημίσουν την κατασκευή πορνογραφικών ιστοσελίδων επ' αμοιβή έχοντας ιδρύσει προς τούτου και εταιρεία .... com με διεύθυνση την ..... . Από την εκτύπωση του υλικού των ιστοσελίδων των οποίων το περιεχόμενο τους ήταν εκτεθειμένο σε δημόσια θέα και κάθε στιγμή βρισκόταν στην διάθεση αγνώστου αριθμού χρηστών και επισκεπτών προκύπτει ότι στο υλικό αυτό που αποτελείται από το άσεμνο υλικό των φωτογραφιών της Θ1 υπήρχαν και πλήθος άλλων φωτογραφιών που αφορούσε φωτογραφίες πλήθους αγοριών και νεαρών κοριτσιών σε θέσεις και στάσεις που αποσκοπούσαν στην γενετήσια διέγερση αυτών που θα τις έβλεπαν και οι οποίες από τον τρόπο λήψης δείχνουν ότι τα άτομα αυτά φωτογραφήθηκαν χωρίς να γνωρίζουν ή χωρίς να έχουν την αίσθηση ότι φωτογραφίζονταν για τον σκοπό αυτό. Περαιτέρω από την ανάλυση των αρχείων φωτογραφιών και τα αποθηκευτικά μέσα που βρέθηκαν στην κατοχή των κατηγορουμένων προκύπτει ότι στην κατοχή των κατηγορουμένων βρέθηκε αποθηκευμένο φωτογραφικό υλικό ίδιο με αυτό που βρέθηκε στις ιστοσελίδες. Ωσαύτως από την κατάθεση του αστυνομικού Μ1 προκύπτει ότι σ' αυτό το φωτογραφικό εκτός αυτών των φωτογραφιών υπάρχουν και άλλες φωτογραφίες που συνοδεύονται από επιγραφές του τύπου " Ελ... και Μα.... 18 χρονες λεσβίες από Ελλάδα" "Ελληνίδες και Μαθήτριες λεσβίες από την Ελλάδα ..." και άλλα ομοίου περιεχομένου . Εκτός από τα παραπάνω οι κατηγορούμενοι διακινούσαν εκτός από το πορνογραφικού περιεχομένου υλικό και άλλο άσεμνο και πορνογραφικού περιεχομένου υλικό το όποιο το αποκτούσαν με κρυφές κάμερες ή φωτογραφικές μηχανές εν αγνοία των προσώπων τα οποία απεικονίζονταν και ότι το οικονομικό όφελος που είχαν οι παραπάνω συνίστατο στην είσπραξη ποσοστού, 80%, από τα τηλεφωνικά τέλη τα οποία πλήρωναν οι επισκέπτες των ιστοσελίδων εν αγνοία τους γιατί αυτοί πίστευαν ότι πλήρωναν τέλη σύνδεσης με βάση της αστική μονάδα ενώ οι κατηγορούμενοι εξέτρεπαν την σύνδεση για να εισπράττουν μεγαλύτερα ποσά από τα υπεραστικά τέλη τα οποία επιβαρύνονταν οι χρήστες και οι επισκέπτες της ιστοσελίδας και στα οποία απέβλεπαν γιατί η υπεραστική χρέωση προς τα Νησιά Πούκ ή Κούκ όπου είχε την έδρα της η διεθνής τηλεφωνική εταιρεία που διαχειριζόταν τις εισπράξεις της ιστοσελίδας και της οποίας την τηλεφωνική υποστήριξη είχε η ιστοσελίδα ήταν κατά πολύ ακριβότερη ανερχόταν μάλιστα σε πολύ μεγάλα ύψη , υπολογίζεται σε ποσά άνω των 120 δολλαρίων ανά περίπτωση και από το οποίο οι κατηγορούμενοι λάμβαναν το 80%.
Από τα παραπάνω εκτεθέντα προκύπτει ότι το προσβαλλόμενο βούλευμα έχει πλήρη και σαφή αιτιολογία όσον αφορά τους αναιρεσείοντες, και για τον λόγο αυτό ο πρώτος προβαλλόμενος λόγος πρέπει να απορριφθεί.
Ωσαύτως και ο δεύτερος λόγος πρέπει ν' απορριφθεί καθ' όσον το προσβαλλόμενο βούλευμα απορρίπτει κατ' ουσία τις εφέσεις των αναιρεσειόντων και επικυρώνει το πρωτόδικο βούλευμα κάνοντας απλή επαναδιατύπωση της κατηγορίας χωρίς μεταβολή ή αλλοίωση της νομικής της βάσης της ή νομική πρόβλεψη της οποίας γίνεται από το πρωτόδικο βούλευμα στο οποίο εκτίθενται και οι διατάξεις που προβλέπουν την κατηγορία αυτή. Άλλωστε όπως έχει διατυπωθεί ο λόγος αυτός δημιουργούνται προβληματισμοί στο νομικό παραδεκτό του λόγου αυτού λόγω της ασαφούς διατύπωσής του.
Για τους λόγους αυτούς
Προτείνω:
Να απορριφθούν οι με αριθμ 177 και 178/22-12-2006 με αριθμ. 20/2006 αιτήσεις αναιρέσεως των Χ1 και Χ2 κατά του με αριθμ. 1845/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Αθηνών, με το οποίο απορρίπτεται κατ ουσία η με αριθμ. 576/05 και 567/05 εφέσεις τους κατά του με αριθμ. 3276/2005 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα εις βάρος του αναιρεσείοντος.
Αθήνα την 26-3-2007
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Ιωάννης Χρυσός"
Αφού άκουσε
τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι κρινόμενες 177/22-12-2006 και 178/22-12-2006 αιτήσεις αναίρεσης των Χ1 και Χ2 αντίστοιχα, στρεφόμενες κατά του 1845/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Αθηνών, με το οποίο απορρίφθηκαν κατ' ουσία οι με αριθμ. 576/2005 και 567/2005 εφέσεις τους κατά του με αριθμ. 3236/2005 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, που τους παραπέμπει στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου για να δικαστούν για τις πράξεις α) της διευκόλυνσης ακολασίας ανηλίκων κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση από δράστες που ενεργούν κατ' επάγγελμα και από κερδοσκοπία, β) της πορνογραφίας ανηλίκων κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση, εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη, την πνευματική αδυναμία την κουφότητα, και την απειρία των ανηλίκων, γ) της απάτης κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση από υπαιτίους που διαπράττουν απάτες κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια με συνολικό όφελος και ζημία που υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ, δ) της συκοφαντικής δυσφήμησης από κοινού κατά συρροή και μη, ε) της παράβασης διατάξεων του ν. 2472/97 περί προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και, στ) της παράβασης. του άρθρου 66 & 1, 2 Ν. 2121/1993, έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως, από πρόσωπα που δικαιούνται προς τούτο και κατά βουλεύματος υποκειμένου σε αναίρεση, γι΄αυτό και πρέπει να γίνουν τυπικά δεκτές και να συνεκδικασθούν, ως συναφείς. Η απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία του παραπεμπτικού βουλεύματος, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναίρεσης, κατά το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. δ' ΚΠΔ, υπάρχει όταν περιέχονται σε αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ανάκριση ή την προανάκριση, τα οποία θεμελιώνουν την ύπαρξη επαρκών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου για το έγκλημα για το οποίο ασκήθηκε ποινική δίωξη, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν τα περιστατικά και, τέλος, οι σκέψεις και οι συλλογισμοί, βάσει των οποίων το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι από τα περιστατικά αυτά προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, ικανές να στηρίξουν την κατηγορία. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό του βουλεύματος, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να μνημονεύονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατ' είδος, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα. Ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους, ούτε απαιτείται να προσδιορίζεται ποιο βαρύνει περισσότερο για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης. Απαιτείται μόνο να προκύπτει ότι το συμβούλιο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε, για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης, όλα τα αποδεικτικά στοιχεία και όχι κατ' επιλογή μερικά εξ αυτών. Στην προκείμενη περίπτωση το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το προσβαλλόμενο βούλευμά του, με επιτρεπτή (μερική) αναφορά του στην ενσωματωμένη σ' αυτό πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών και μετά από την εκτίμηση και την αξιολόγηση των αναφερομένων σ' αυτό κατ' είδος αποδεικτικών μέσων, και ειδικότερα, όπως κατά λέξη αναφέρει, "εκ του συνόλου του, εκ της διενεργηθείσης και νομίμως περατωθείσης κυρίας ανακρίσεως (και προανακρίσεως) συγκομισθέντος, αποδεικτικού υλικού, και ειδικότερον εκ των καταθέσεων των νομίμως εξετασθέντων μαρτύρων, των εγγράφων της δικογραφίας, της διενεργηθείσης πραγματογνωμοσύνης, των απολογιών των κατηγορουμένων και των, στα υπ'αυτών υποβληθέντα υπομνήματα, διαλαμβανομένων", δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, τα λεπτομερώς αναφερόμενα σε αυτό και εκτιθέμενα, κατά κύρια αυτών σημεία, στην πιο πάνω εισαγγελική πρόταση πραγματικά περιστατικά. Με βάση δε τα περιστατικά αυτά, το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών έκρινε ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή των αναιρεσειόντων κατηγορουμένων στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, προκειμένου να δικαστούν ως υπαίτιοι των αξιόποινων πράξεων: 1) διευκόλυνσης ακολασίας με ανήλικο, κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση, που τελέστηκε από υπαίτιους που ενεργούν κατ' επάγγελμα και κερδοσκοπία (ΠΚ 45, 98, 348 παρ. 1, 3), 2) πορνογραφίας ανηλίκων κατά συναυτουργία και κατ' εξακολούθηση, που συνδέεται με την εκμετάλλευση της ανάγκης, της πνευματικής αδυναμίας, της κουφότητας και της απειρίας των ανηλίκων (ΠΚ 45, 98, 348 Α παρ. 3, 1), 3) απάτης από κοινού και κατ' εξακολούθηση, που τελέστηκε από υπαίτιους που διαπράττουν απάτες κατ' επάγγελμα και κατά συνήθεια, από την οποία το συνολικό περιουσιακό όφελος και η αντίστοιχη βλάβη υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ (ΠΚ 45, 98, 386 παρ. 1-3α', όπως η παρ. 3 αντικ. από αρθρ. 14 παρ. 4 Ν. 2721/1999), 4) παράβασης άρθρων 1, 2 εδ. α', β', γ', δ', θ', ι', ια', 7, 22 παρ. 4, 6 Ν. 2472 της 9/10-4-1997 (Φ.Ε.Κ. 50, τ. Α'), "περί προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα", 5) συκοφαντικής δυσφημήσεως από κοινού κατ' εξακολούθηση, απλή και κατά συρροή (ΠΚ 45, 98, 94 παρ. 1, 362-363), και 6) παράβασης άρθρου 66 παρ. 1, 2 Ν. 2121 της 3/4-3-1993 (Φ.Ε.Κ. 25, τ. Α') "περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων". Σχετικά με την αποδιδόμενη "μετ' αποχρωσών ενδείξεων ενοχής", όπως στο προσβαλλόμενο βούλευμα αναφέρεται, πράξη της παράβασης άρθρων 29, 30 Ν. 5060/1931 "περί ασέμνων δημοσιευμάτων", το Συμβούλιο Εφετών δέχθηκε ότι η πράξη αυτή, συρρέει φαινομενικώς κατ' ιδέαν με την 2η πιο πάνω πράξη της παράβασης του άρθρου 348 Α παρ. 3 ΠΚ, η οποία, ως ειδική, εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση. Ακολούθως το Συμβούλιο Εφετών προέβη μόνο στην επαναδιατύπωση της κατηγορίας σχετικά με την παράβαση των άρθρων 29 και 30 του ν. 5060/31 και απέρριψε κατά τα λοιπά ως ουσιαστικά αβάσιμες τις εφέσεις των αναιρεσειόντων κατά του πρωτοδίκου 3236/2005 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών. Με τις συνεκδικαζόμενες, ταυτόσημες κατά το περιεχόμενό τους, αιτήσεις τους, οι ήδη αναιρεσείοντες προβάλλουν, κατά της εν λόγω κρίσεως του Συμβουλίου, τους διαλαμβανόμενους σε αυτές δύο λόγους αναίρεσης, δηλαδή τις αιτιάσεις της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και της μη παράθεσης του άρθρου του σχετικού του ποινικού νόμου που εφαρμόστηκε. Συγκεκριμένα, όπως οι αναιρεσείοντες εκθέτουν στις αιτήσεις τους, η έλλειψη της ειδικής αιτιολογίας, συνίσταται στο γεγονός ότι δεν παρατίθενται στο προσβαλλόμενο βούλευμα με σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις και λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά τα οποία προέκυψαν από την προδικασία και θεμελιώνουν την υποκειμενική και αντικειμενική πλευρά των αξιοποίνων πράξεων, αλλά, αντί αυτού, "αναφέρεται εις την πραγματογνωμοσύνη και τις ένορκες καταθέσεις κάποιων μαρτύρων, ο δε νομικός συλλογισμός του προσβαλλόμενου βουλεύματος είναι ελλιπής και μη αιτιολογημένος και καθ' όλα αόριστος, καθώς κάνει αόριστα λόγο και αναφέρει ότι οι ισχυρισμοί των κατηγορουμένων δεν λαμβάνονται υπ' όψιν και λαμβάνονται υπ' όψιν μόνον η τεχνική πραγματογνωμοσύνη και οι καταθέσεις των μαρτύρων". Οι αιτιάσεις αυτές, με τις οποίες, κατ' εκτίμηση του περιεχομένου τους, προβάλλεται, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, μόνο το ότι το Συμβούλιο δεν έλαβε υπόψη του, για την περί παραπομπής των δύο αυτών αναιρεσειόντων κρίση του, όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, αλλά μόνο την πραγματογνωμοσύνη και τις καταθέσεις των μαρτύρων, είναι αβάσιμες, αφού, όπως και πιο πάνω αναφέρθηκε, για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης το Συμβούλιο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε όλα τα ειδικώς μνημονευόμενα σ' αυτό αποδεικτικά στοιχεία, μεταξύ των οποίων και τις απολογίες των δύο κατηγορουμένων - αναιρεσειόντων και όσα αυτοί διαλαμβάνουν στα υπομνήματά τους. Κατά τα λοιπά, οι εμπεριεχόμενες στις αιτήσεις αιτιάσεις των αναιρεσειόντων, ότι το προσβαλλόμενο βούλευμα εντελώς λανθασμένα δέχτηκε ότι το πρόγραμμα Dialer τοποθετήθηκε από αυτούς και εντελώς συμπερασματικά αναφέρει ότι αυτοί εισέπρατταν "και κάποια ποσοστά από τους χρήστες της ιστοσελίδας από την διεθνή τηλεφωνική εταιρεία (Νήσοι Πούα ή Κουκ), πράγμα εξωπραγματικό και αναπόδεικτο", απαραδέκτως προβάλλονται, καθόσον, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται απαραδέκτως η περί τα πράγματα εκτίμηση του Συμβουλίου Εφετών. Περαιτέρω, απαραδέκτως προβάλλεται με τον δεύτερο λόγο αναίρεσης η αιτίαση ότι, με το προσβαλλόμενο βούλευμα, "το Συμβούλιο αρκείται στην επαναδιατύπωση των σχετικών άρθρων του νόμου και παραλείπει να αναφέρει το άρθρο του σχετικού Ποινικού Νόμου που εφαρμόζεται (άρθρο 484 παρ. δ' Κ.Π.Δ.)". Τούτο δε, διότι, αφού, μετά την κατάργηση ως λόγου αναίρεσης, με το άρθρο 42 παρ. 1 του ν. 3160/2003, της μη παράθεσης του άρθρου του ποινικού νόμου που εφαρμόσθηκε, η αναφερόμενη παράλειψη δε συνιστά λόγο αναίρεσης, ανεξάρτητα από το αβάσιμο του εν λόγω ισχυρισμού, αφού, όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο βούλευμα, παρατίθενται σ'αυτό οι σχετικές διατάξεις. Ακολούθως, μετά την απόρριψη των λόγων αναίρεσης, πρέπει οι κρινόμενες αιτήσεις να απορριφθούν και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα (583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει τις 177/22-12-2006 και 178/22-12-2006 αιτήσεις αναίρεσης των Χ1 και Χ2, στρεφόμενες κατά του 1845/2006 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ για τον καθένα.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 13 Νοεμβρίου 2007. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα, στις 4 Δεκεμβρίου 2007.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ