Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 410 / 2011    (Δ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Αριθμός 410/2011

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δ' Πολιτικό Τμήμα -----

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Σπυρίδωνα Ζιάκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, Γεωργία Λαλούση, Βασιλική Θάνου - Χριστοφίλου, Ιωάννα Λούκα και Βασίλειο Λαμπρόπουλο, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 28 Ιανουαρίου 2011, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Μ. θυγ. Γ. Κ., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σπήλιο Δεληγιάννη και κατέθεσε προτάσεις.
Της αναιρεσιβλήτου: Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρίας με την επωνυμία "ΕΘΝΙΚΗ Α.Ε.Γ.Α.", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Αρνέλλο και κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 25/11/2004 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 3126/2005 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 1925/2006 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε η ως άνω αναιρεσίβλητη με την από 6/7/2006 αίτησή της, επί της οποίας εκδόθηκε η 774/2007 απόφαση του Αρείου Πάγου που αναίρεσε εν μέρει την 1925/2006 απόφαση του Εφετείου Αθηνών και παρέπεμψε την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο συντιθέμενο από άλλους δικαστές.
Εκδόθηκε η 6716/2008 απόφαση του ιδίου δικαστηρίου, την αναίρεση της οποίας ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 21/9/2009 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ιωάννα Λούκα ανέγνωσε την από 18/1/2011 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή του λόγου αναιρέσεως από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ και την απόρριψη των λοιπών. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος της αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά τη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ "η αναπηρία ή η παραμόρφωση, που προξενήθηκε στον παθόντα, λαμβάνεται υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημίωσης, αν επιδρά στο μέλλον του¨. Ως αναπηρία θεωρείται κάποια έλλειψη της σωματικής νοητικής ή ψυχικής ακεραιότητας του προσώπου, ενώ ως παραμόρφωση νοείται κάθε ουσιώδης αλλοίωση της εξωτερικής εμφανίσεως του προσώπου, η οποία καθορίζεται όχι αναγκαίως κατά τις απόψεις της ιατρικής, αλλά κατά τις αντιλήψεις της ζωής. Περαιτέρω, ως μέλλον νοείται η επαγγελματική, οικονομική και κοινωνική εξέλιξη του προσώπου. Δεν απαιτείται βεβαιότητα δυσμενούς επιρροής της αναπηρίας ή παραμορφώσεως στο μέλλον του προσώπου. Αρκεί και απλή δυνατότητα κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Στο επαγγελματικό-οικονομικό τομέα η αναπηρία ή παραμόρφωση του ανθρώπου, κατά τη διδάγματα της κοινής πείρας, αποτελεί αρνητικό στοιχείο στα πλαίσια του ανταγωνισμού και της οικονομικής εξελίξεως και προαγωγής του. Οι δυσμενείς συνέπειες είναι περισσότερο έντονες σε περιόδους οικονομικών δυσχερειών και στενότητας στην αγορά εργασίας. Ο βαρυνόμενοι με αναπηρία ή παραμόρφωση μειονεκτούν και κινδυνεύουν να βρεθούν εκτός εργασίας έναντι των υγιών συναδέλφων τους. Η ΑΚ 931 προβλέπει επιδίκαση από το δικαστήριο χρηματικής παροχής στον παθόντα αναπηρία ή παραμόρφωση, εφόσον συνεπεία αυτών επηρεάζεται το μέλλον του. Η χρηματική αυτή παροχή δεν αποτελεί αποζημίωση, εφόσον η τελευταία εννοιολογικώς συνδέεται με την επίκληση και απόδειξη ζημίας περιουσιακής, δηλαδή διαφοράς μεταξύ της περιουσιακής καταστάσεως μετά το ζημιογόνο γεγονός και εκείνης που θα υπήρχε χωρίς αυτό. Εξάλλου, η συνέπεια της αναπηρίας ή παραμορφώσεως ανικανότητα προς εργασία, εφόσον προκαλεί στον παθόντα περιουσιακή ζημία αποτελεί βάση αξιώσεως προς αποζημίωση, που στηρίζεται στην ΑΚ 929 (αξίωση διαφυγόντων εισοδημάτων).
Όμως, η αναπηρία ή παραμόρφωση ως τοιαύτη δεν σημαίνει κατ' ανάγκη πρόκληση στον παθόντα περιουσιακής ζημίας. Προέχον και κρίσιμο είναι το γεγονός της αναπηρίας ή παραμορφώσεως ως βλάβης του σώματος ή της υγείας του προσώπου, ως ενός αυτοτελούς έννομου αγαθού, που απολαύει και συνταγματικής προστασίας, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 6 του άρθρου 21 του Συντάγματος, όχι μόνο στις σχέσεις των πολιτών προς το Κράτος, αλλά και στις μεταξύ τους σχέσεις, χωρίς αναγκαίως η προστασία αυτή να συνδέεται με αδυναμία πορισμού οικονομικών ωφελημάτων ή πλεονεκτημάτων. Έτσι, ορθότερη κρίνεται η ερμηνεία της ΑΚ 931, που την καθιστά εφαρμόσιμη, σύμφωνα με την οποία προβλέπεται από τη διάταξη η επιδίκαση στον παθόντα αναπηρία ή παραμόρφωση ενός εύλογου χρηματικού ποσού ακριβώς λόγω της αναπηρίας ή παραμορφώσεως, χωρίς σύνδεση με συγκεκριμένη περιουσιακή ζημία, η οποία άλλωστε και δεν δύναται να προσδιοριστεί. Το ποσό του επιδικαζόμενου κατά την ΑΚ 931 εύλογου χρηματικού ποσού εξευρίσκεται κατ' αρχήν με βάση το είδος και τις συνέπειες της αναπηρίας ή παραμορφώσεως αφενός και την ηλικία του παθόντος αφετέρου. Είναι πρόδηλο, ότι η κατά την ΑΚ 931 αξίωση είναι διαφορετική: α) από την ΑΚ 929 αξίωση για διαφυγόντα εισοδήματα του παθόντος, που κατ' ανάγκη συνδέεται με επίκληση και απόδειξη συγκεκριμένης περιουσιακής ζημίας, λόγω της ανικανότητας του παθόντος προς εργασία, και β) από την κατ' άρθρο 932 χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Είναι αυτονόητο ότι όλες οι παραπάνω αξιώσεις δύνανται να ασκηθούν είτε σωρευτικώς, είτε μεμονωμένως, αφού πρόκειται για αυτοτελείς αξιώσεις και η θεμελίωση κάθε μιας από αυτές δεν προϋποθέτει αναγκαίως την ύπαρξη μιας των λοιπών (βλ. Ολ ΑΠ 18/2008).
Στην προκειμένη περίπτωση η ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα ιστορούσα στην αγωγή της και το δικαστήριο δέχθηκε για το κονδύλιο από το άρθρο 931 ΑΚ ότι σε τροχαίο αυτοκινητικό ατύχημα, που συνέβη στις 28-07-2001 και οφείλεται στην αποκλειστική υπαιτιότητα του συζύγου της ενάγουσας Δ. Δ., οδηγού και κυρίου ασφαλισμένου για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία, τραυματίστηκε σοβαρά η ενάγουσα. Κατά το ένδικο αυτό ατύχημα η ενάγουσα υπέστη συντριπτικά κατάγματα προσωπικού κρανίου τραυματισμό του αριστερού οφθαλμού με πλήρη καταστροφή αυτού (διαμπερές τραύμα αριστερού οφθαλμού), κάταγμα αρ. μηριαίου, κάταγμα ιερού οστού με βλάβη του ιερού πλέγματος, συνεπεία των οποίων νοσηλεύτηκε επί μακρό χρόνο στα νοσοκομεία α) Ιωαννίνων "Τ. ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΑ", β) Αθηνών "ΚΑΤ" και γ) "ΕΡΡΙΚΟΣ ΝΤΥΝΑΝ". Η κατάσταση της υγείας της, μετά τη θεραπεία, στην οποίαν υποβλήθηκε στα παραπάνω νοσοκομεία, παρουσίαζε στις 10.9.2002 τα εξής ευρήματα: α) απώλεια του αριστερού οφθαλμού και ύπαρξη συρρικνωμένου λειτουργικού βολβού, β) μετατραυματική δυσμορφία του αριστερού οφθαλμού, γ) μετατραυματικό ενόφθαλμο σημαντικού βαθμού αριστερά, δ) μετατραυματική δυσμορφία περιοχής αριστερού ζυγωματικού οστού - τόξου, ε) μετατραυματική δυσμορφία της ρινός και ζ) ύπαρξη μετατραυματικών ουλών. Για την αποκατάσταση δε των παραπάνω βλαβών απαιτούνται περισσότερες από μία χειρουργικές επεμβάσεις και δη α) χειρουργική αποκατάσταση των προβλημάτων του σκελετού, β) αποκατάσταση του αριστερού οφθαλμού με τη χρήση προθέματος και γ) ρινοπλαστική, βλεφαροπλαστική, καθώς και αποκατάσταση των ουλών. Ότι η ενάγουσα εξακολουθεί να πάσχει από τις προαναφερόμενες σωματικές βλάβες, εμφανίζει παλαιά κακώς πωρωθέντα κατάγματα αριστερού ζυγωματοκογχικού συμπλέγματος, παλαιά κακώς πωρωθέντα κατάγματα ρινοηθμοειδικού συμπλέγματος με έντονο μετατραυματικό τηλέκανθο, βαρύ μετατραυματικό ενόφθαλμο (Αρ) με φθίση και απώλεια οράσεως του αριστερού οφθαλμού, παλαιό κάταγμα άνω γνάθου κακώς επίσης πωρωθέν, καθώς και δύσμορφες αυλές του δέρματος του προσώπου. Πρέπει δε να υποβληθεί σε πλαστικές χειρουργικές επεμβάσεις για τη διόρθωση του αριστερού κόγχου και τοποθέτηση τεχνικού οφθαλμού, διόρθωση μύτης, διόρθωση βλεφάρων και διόρθωση ουλών στο αριστερό άνω άκρο, πρόσθια επιφάνεια δεξιάς κνήμης, αριστερού μηρού, βουβωνικής χώρας άμφω. Πρέπει επίσης να υποβληθεί σε γναθοχειρουργικές επεμβάσεις, όπως αφαίρεση των παλαιών υλικών οστεοσύνθεσης, που χρησιμοποιήθηκαν σε παλαιότερες επεμβάσεις, κατασκευή και τοποθέτηση εξατομικευμένου προθέματος από πολυκιθυλένιο βάσει τρισδιάστασης αξονικής και κηρυλικού μοντέλου σπλαχνικού κρανίου, οστεοτομία άνω γνάθου προς αποκατάσταση της έντονης συγκλεισιακής διαταραχής, η οποία προϋποθέτει προεγχειρητική και μετεγχειρητική ορθοδοντική θεραπεία. Η ενάγουσα πρέπει να υποβληθεί στις προαναφερόμενες χειρουργικές επεμβάσεις αποκαταστάσεως της δυσμορφίας αφ' ενός του προσώπου της και αφ' ετέρου των ουλών στο υπόλοιπο σώμα της, καθώς και του αριστερού οφθαλμού της, με αφαίρεση αυτού και τοποθέτηση τεχνητού. Περαιτέρω, ότι η ενάγουσα πρέπει να υποβληθεί στις προαναφερόμενες γναθοχειρουργικές επεμβάσεις, το συνολικό κόστος των οποίων (αμοιβών χειρουργών, αναισθησιολόγων, εξόδων χειρουργείων, εξόδων νοσηλείας, κόστος υλικών οστεοσυνθέσεως) θα ανέλθει στο ποσό των 50.000 ευρώ. Ότι εξ αιτίας του προαναφερόμενου τραυματισμού και της αναπηρίας της η ενάγουσα απουσίαζε ένα και πλέον έτος με αναρρωτική άδεια από την Υπηρεσία της, στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας, με αποτέλεσμα, αν και πληρούσε τις λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις, να καταλάβει επί 13 υποψηφίων τη 13η θέση, κατά τις κρίσεις τον Υπηρεσιακού Συμβουλίου για τη θέση του Διευθυντή, που έγιναν στις 11.11.2002 και έτσι παρέμεινε στάσιμη στη θέση του Τμηματάρχη. Ότι εξαιτίας του ενδίκου ατυχήματος διασπάσθηκε ο έγγαμος βίος της και ότι λόγω της ως άνω αναπηρίας της έχουν διαταραχθεί οι προσωπικές και κοινωνικές της σχέσεις. Σημειωτέον ότι στην ενάγουσα, για τις ανωτέρω αιτίες, έχει επιδικασθεί, με τις ανωτέρω αναφερόμενες αποφάσεις, ποσό 100.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που αυτή υπέστη εξ αιτίας του ανωτέρω κατά το ένδικο ατύχημα τραυματισμού της και δαπάνη για ιατρικές εξετάσεις και τις απαιτούμενες προς αποκατάσταση της παραμορφώσεως του προσώπου και του υπολοίπου σώματος πλαστικές και άλλες εγχειρήσεις, συνολικού ποσού 95.498,10 ευρώ. Από τα ως άνω όμως αποδεικτικά στοιχεία δεν αποδείχθηκαν, κατ'ουσίαν βάσιμοι, οι αγωγικοί ισχυρισμοί, σύμφωνα με τους οποίους η ενάγουσα, εξαιτίας του ανωτέρω ένδικου τραυματισμού της και της εξ αυτού ως άνω μόνιμης αναπηρίας και παραμορφώσεως της θα υποστεί δυσμενείς συνέπειες στην μελλοντική της ζωή επαγγελματική-οικονομική και κοινωνική, αφού δεν αποδείχθηκαν, ούτε άλλωστε επικαλείται η ίδια, περαιτέρω ιδιάζοντα περιστατικά, εκτός και πέραν εκείνων που απαιτούνται για την στοιχειοθέτηση αξιώσεων με βάση τις διατάξεις των άρθρων 929, 932 ΑΚ, και τα οποία περιστατικά να αποτελούν στοιχεία θεμελιωτικά, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην μείζονα νομική σκέψη, της αιτουμένης με την αγωγή αξιώσεως εκ της ΑΚ 931, ύψους 100.000 ευρώ, καθόσον τα ανωτέρω επικληθέντα, υπό της ενάγουσας με την κρινόμενη αγωγή της, δυσμενή, εξ αιτίας του ένδικου τραυματισμού και της αναπηρίας της περιστατικά, τα αναφερόμενα στην κοινωνική, οικογενειακή, προσωπική, οικονομική και επαγγελματική της κατάσταση, δύνανται να θεμελιώσουν αξιώσεις αυτής και να καλυφθούν εντελώς από τις παροχές των άρθρων 929 και 932 ΑΚ.
Συνεπώς, έσφαλε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο περί την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων, το οποίο, κατά μερική αποδοχή του σχετικού αγωγικού κονδυλίου, αναγνώρισε ότι η εναγομένη οφείλει, να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 80.000 ευρώ εκ της ΑΚ 931 και επομένως πρέπει να γίνει δεκτός, ως κατ'ουσίαν βάσιμος, ο σχετικός λόγος έφεσης της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας και να απορριφθεί, ως κατ' ουσίαν αβάσιμος, ο αντίστοιχος της έφεσης της ενάγουσας, με τον οποίο αυτή ζητά την μεταρρύθμιση της εκκαλουμένης και την επιδίκαση ολόκληρου του αιτούμενου για την αιτία αυτή ποσού των 100.000 ευρώ. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει, κατά παραδοχή του σχετικού με τα παραπάνω λόγου της από 30-08-2005 (αρ. κατ. 7389/05) έφεσης της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας, ως κατ'ουσίαν βάσιμου, να γίνει δεκτή η έφεση αυτή, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, μόνον κατά το μέρος της με το οποίο έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγική αξίωση εκ της ΑΚ 931, να διακρατηθεί, κατά το ίδιο ως άνω μέρος η υπόθεση στο Δικαστήριο τούτο και να δικασθεί κατ' ουσίαν (ΚΠολΔ 535 παρ.1). Ακολούθως, και με βάση όλα όσα αναφέρθηκαν, πρέπει να απορριφθεί η από 25-11-2004 αγωγή, ως προς το κονδύλιο της, ύψους 100.000 ευρώ, εκ της ΑΚ 931, ως κατ' ουσίαν αβάσιμη.
Από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης αποφάσεως του Εφετείου προκύπτει ότι παρά τη χρησιμοποιούμενη σ'αυτή διατύπωση κατά την οποία η αγωγή της αναιρεσείουσας πρέπει να απορριφθεί ως κατ'ουσία αβάσιμη, αυτή αληθώς απορρίφθηκε γιατί δεν εκτίθενται στην αγωγή περαιτέρω ιδιάζοντα περιστατικά εκτός και πέραν εκείνων που απαιτούνται για την στοιχειοθέτηση αξιώσεων με βάση τις διατάξεις των άρθρων 929 και 932 του ΑΚ και ότι τα εκτιθέμενα στην αγωγή περιστατικά θεμελιωτικά της εκ της αναπηρίας και παραμορφώσεως της ενάγουσας επιδράσεως του επαγγελματικού, οικογενειακού, κοινωνικού και οικονομικού μέλλοντος αυτής τα οποία κατά βάση αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση, με ιδιαίτερο τονισμό εξ αυτών του ότι η ενάγουσα σε ηλικία 45 ετών μόνιμη υπάλληλος του Δημοσίου κατέστη τυφλή από τον αριστερό οφθαλμό και ότι συνεπεία της παραμορφώσεως του προσώπου της που δεν θα αποκατασταθεί με οποιεσδήποτε πλαστικές χειρουργικές επεμβάσεις έχει περιέλθει εκτός των άλλων αναφερομένων στην αγωγή συνεπειών σε κοινωνική απομόνωση και αντιμετωπίζει έντονα οικογενειακά προβλήματα λόγω της αντιδικίας με τον σύζυγό της από υπαιτιότητα του οποίου κατά την οδήγηση του αυτοκινήτου προκλήθηκε το ατύχημα, δεν αρκούσαν μόνα τους να στηρίξουν την εκ του άρθρου 931 ΑΚ αξίωση. Δηλαδή το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του απέρριψε κατ' ακρίβεια την ένδικη αγωγή ως προς το εκ του άρθρου 931 ΑΚ αγωγικό κονδύλιο αφού όμως, αξίωσε περισσότερα στοιχεία από αυτά που πράγματι απαιτούνται για την εφαρμογή της άνω διατάξεως ενώ πράγματι τα εκτιθέμενα στην αγωγή στοιχεία αναφορικά με την αναπηρία και την παραμόρφωσή της και την επίδραση στο μέλλον της, όπως περιγράφεται κατά τρόπο ορισμένο στην αγωγή, αρκούσαν προς τούτο. Επομένως το Εφετείο με την άνω απόφασή του υπέπεσε στην αναιρετική πλημμέλεια του αριθμού 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ μέσω του οποίου ελέγχεται η νομική αοριστία της αγωγής. Επομένως είναι βάσιμος ο σχετικός πρώτος λόγος αναιρέσεως. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων αναιρέσεως πρέπει ν' αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, εφόσον είναι δυνατή η συγκρότηση του από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ) και να καταδικασθεί η αναιρεσίβλητη λόγω της ήττας της στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας (άρθρα 176 και 183 του ΚΠολΔ) όπως στο διατακτικό.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 6716/2008 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Αθηνών.

Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο συντιθέμενο από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως. Και

Καταδικάζει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας που ορίζει σε τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 11 Μαρτίου 2011.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 18 Μαρτίου 2011.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή