Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1931 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Υπέρβαση εξουσίας, Εφέσεως ανυποστήρικτο.




Περίληψη:
Απόρριψη αιτήματος αναβολής λόγω σημαντικών αιτίων. Η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία απαιτείται για όλες τις αποφάσεις ανεξάρτητα αν αυτές είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες, διαφορετικά δημιουργείται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ λόγος αναιρέσεως. Απόρριψη αιτήματος αναβολής και στη συνέχεια απόρριψη έφεσης ως ανυποστήρικτης. Αιτιάται με αναίρεση εκτός από την έλλειψη αιτιολογίας και υπέρβαση εξουσίας και απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας. Απορρίπτει αίτηση.




Αριθμός 1931/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο-Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 14 Ιανουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Κοντογιάννη, για αναίρεση της 3953/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος, ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 18 Ιουνίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1152/2007.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 τταρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚποινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στο σύνολο τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κλπ.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η ο εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 349 και 501 παρ. 1 ΚποινΔ προκύπτει ότι παρέχεται δικαίωμα στον εκκαλούντα κατηγορούμενο να ζητήσει την αναβολή της δίκης όταν δεν μπορεί να εμφανισθεί στο δικαστήριο και να υποστηρίξει την έφεσή του, λόγω σημαντικών αιτίων. Εξάλλου, η κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ; ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, απαιτείται όχι μόνον για την απόφαση περί της ενοχής, δηλαδή την καταδικαστική ή απαλλακτική για την κατηγορία απόφαση του δικαστηρίου, αλλά για όλες τις αποφάσεις, ανεξάρτητα αν αυτές είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες ή αν η έκδοσή τους αφήνεται στη διακριτική, ελεύθερη ή ανέλεγκτη κρίση του δικαστή που τις εξέδωσε. Έτσι, η παρεμπίπτουσα απόφαση που απορρίπτει την αίτηση του κατηγορουμένου περί αναβολής της δίκης λόγω σημαντικών αιτίων, κατά το άρθρο 349 ΚΠοινΔ, πρέπει να είναι ιδιαίτερα αιτιολογημένη, παρά το ότι η παραδοχή ή απόρριψη τέτοιας αιτήσεως έχει αφεθεί στην ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου, δηλαδή να αναφέρει στο αιτιολογικό της τα αποδεικτικά μέσα που εκτιμήθηκαν, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και τις σκέψεις, βάσει των οποίων το δικαστήριο κατέληξε στην απορριπτική της αιτήσεως αυτής κρίση του. Στην
προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών που δίκασε κατ' έφεση, όπως προκύπτει από την παρεμπίπτουσα απόφασή του, η οποία προηγήθηκε της προσβαλλόμενης 3953/2007 κυρίας αποφάσεως του και θεωρείται ότι συμπροσβάλλεται με την τελευταία (άρθρο 504 παρ. 4 ΚΠοινΔ), απέρριψε αίτηση του μη εμφανισθέντος αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου, για αναβολή της δίκης κατ' άρθρο 349 ΚΠοινΔ, λόγω ασθενείας του, υποβληθέν από τον ίδιο, με αποστολή στο δικαστήριο του από 2-5-2007 FAX, που αναγνώστηκε και έχει το ακόλουθο περιεχόμενο: "Επειδή λόγω αιφνίδιας ασθένειας και εισαγωγής μου ... στο Νοσοκομείο ΝΙΜΤΣ, δεν δύναμαι να παραστώ στο Δικαστήριό σας που δικάζεται ... παρακαλώ θερμότατα μια σύντομη αναβολή. Συνημμένα σας αποστέλλω 1ον την εισαγωγή μου και 2ον τη βεβαίωση νοσηλείας και παρακαλώ μερίμνη της γραμματείας του ως άνω Δικαστηρίου να μπεί εγκαίρως στο φάκελλό μου- Αθήνα ...". Από την παραδεκτή επισκόπηση της επίσης με FAX συνημμένα αποσταλείσας βεβαίωσης νοσηλείας του νοσοκομείου ΝΙΜΤΣ., προκύπτει ότι ο Χ (αναιρεσείων) "από .... νοσηλεύεται ακόμα ...", χωρίς να αναφέρεται το είδος ασθενείας ή κάτι άλλο σχετικά με αυτή. Στη συνέχεια, το άνω Δικαστήριο εξέδωσε την παρακάτω παρεμπίπτουσα απόφαση: "Κατά τη διάταξη του άρθρου 349 παρ.1 εδ.α Κ.Π.Δ. το δικαστήριο, μετά από πρόταση του εισαγγελέα ή αίτηση κάποιου από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτους, μπορεί να διατάξει την αναβολή της δίκης για σημαντικά αίτια που προσδιορίζονται ειδικά στην απόφαση. Στην προκειμένη περίπτωση από τα έγγραφα που ανεγνώσθησαν και από όλη γενικά τη διαδικασία δεν αποδείχτηκε ότι συντρέχουν σημαντικά αίτια τα οποία δικαιολογούν την αναβολή της δίκης και συγκεκριμένα ότι ο κατηγορούμενος Χ αδυνατεί σήμερα να εμφανισθεί στο δικαστήριο λόγω αιφνίδιας ασθενείας του και εισαγωγής του για το λόγο αυτό για νοσηλεία στο νοσοκομείο Ν.Ι.Μ.Τ.Σ, όπως ισχυρίζεται με την αίτησή του προς το δικαστήριο. Η αναγνωσθείσα από ... βεβαίωση νοσηλείας του πιο πάνω νοσοκομείου, με την οποία βεβαιώνεται ότι ο κατηγορούμενος εισήχθη σ' αυτό για νοσηλεία στις 27-4-2007 και νοσηλεύεται μέχρι σήμερα, δεν αναφέρει καν το είδος της ασθενείας του, κατά μείζονα δε λόγο δεν αναφέρει αν εισήχθη εκτάκτως ή επρόκειτο για προγραμματισμένη εισαγωγή ούτε αν αδυνατεί να εμφανισθείσήμερα στο παρόν δικαστήριο. Ενόψει όλων των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί το αίτημα αναβολής ως κατ' ουσίαν αβάσιμο. Ακολούθως, το Δικαστήριο, αφού απέρριψε το παραπάνω αίτημα αναβολής, προέβη στην έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασής του και απέρριψε την έφεση ως ανυποστήρικτη. Η προαναφερόμενη αιτιολογία είναι η επιβαλλόμενη από τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού αναφέρονται σ' αυτήν τα αποδεικτικά μέσα που εκτιμήθηκαν, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και οι σκέψεις, με βάση τις οποίες το δικαστήριο κατέληξε στην απορριπτική περί της αιτήσεως αναβολής κρίση του. Κατά συνέπεια, ο σχετικός από το άρθρο 510 § 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ συναφής λόγος της κρινόμενης αιτήσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Ενόψει αυτών, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι οι ισχυρισμοί -λόγοι αναιρέσεως, που προβάλλει με το αυτό δικόγραφο ο αναιρεσείων και έχουν κατά λέξη ως εξής: "Η απόρριψη του αιτήματος για αναβολή του απόντος κατηγορουμένου στην συγκεκριμένη περίπτωση παραβιάζει τις αναφερόμενες υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 1 και 3γ' της ΕΣΔΑ και ειδικότερα το συστατικό της δίκαιης δίκης δικαίωμα δικαστικής ακροάσεως και υπερασπίσεως του κατηγορουμένου και συνεπώς το Εφετείο παραβίασε το δικαίωμα υπερασπίσεως αυτού και υπέπεσε σε απόλυτη ακυρότητα (άρθρο 171 παρ. 1 δ' ΚΠΔ), που ιδρύει το λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 Α' του ΚΠΔ. Ακολούθως με την απόρριψη της εφέσεως ως ανυποστήρικτης, το Δικαστήριο υπερέβη την εξουσία του, και υπέπεσε στην πλημμέλεια από το άρθρο 510 παρ. 1 Η' του ΚΠΔ.
Επειδή λόγο των προαναφερθέντων παραλείψεων και παρατυπιών έχει δημιουργηθεί κατά την διαδικασία στο ακροατήριο απόλυτη ακυρότητα (άρθρο 171) και η απόφαση είναι αναιρετέα κατ' άρθρο 510 παρ, 1 εδ. α' του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και κατ' άρθρο 510 παρ. 1 εδ. η' του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για υπέρβαση εξουσίας".
Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 § 1).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 18 Ιουνίου 2007 (υπ'αριθμ. πρωτ. 264 ενώπιον του γραμματέα του Εφετείου Αθηνών/2007) αίτηση του Χ, για αναίρεση της με αριθμό 3953/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Και

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 26 Μαΐου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 13 Οκτωβρίου 2009.

<< Επιστροφή