Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 892 / 2020    (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


Αριθμός 892/2020

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Α1' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο Λέκκα Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Αθανάσιο Καγκάνη, Αλτάνα Κοκκοβού, Ιωάννη Μπαλιτσάρη και Αγγελική Τζαβάρα, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 20 Νοεμβρίου 2017, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Δημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης Αποχέτευσης Ναυπλίου με το διακριτικό τίτλο "ΔΕΥΑ ΝΑΥΠΛΙΟΥ", που εδρεύει στο … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Ροϊνιώτη και κατέθεσε προτάσεις. Της αναιρεσιβλήτου: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία "... Α.Ε.", που εδρεύει στην ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Χατζηιωάννου και κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 27/9/2012 προσφυγή της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκε στο Πενταμελές Εφετείο Ναυπλίου.
Εκδόθηκε η 105/2014 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, την αναίρεση της οποίας ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 2/1/2015 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Αγγελική Τζαβάρα ανέγνωσε την από 10/11/2017 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αιτήσεως αναιρέσεως. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως, ο πληρεξούσιος της αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η εκδοθείσα κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 77 του ν.3669/2008 υπ'αριθμ.105/2014 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Ναυπλίου, το οποίο, δεχόμενο την από 27-9-2012 προσφυγή - αγωγή της αναιρεσίβλητης, ακύρωσε το προσβαλλόμενο...9.11.2011 έγγραφο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας - Τεχνικής Υπηρεσίας της καθ'ης η προσφυγή - αναιρεσείουσας, αναγνώρισε, ότι η προσωρινή και οριστική παραλαβή του αναφερόμενου στο αιτιολογικό της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασής του έργου "ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΥΔΡΕΥΣΗΣ ΔΗΜΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ - ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗ ΑΚΑΘΑΡΤΩΝ ΚΑΙ ΟΜΒΡΙΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΔΗΜΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ", που ανέλαβε ως ανάδοχος η προσφεύγουσα δυνάμει του από 2.2.2006 εργολαβικού συμφωνητικού των διαδίκων, έχει συντελεσθεί αυτοδικαίως από την άπρακτη πάροδο της 29.8.2011, αναγνώρισε την αυτοδίκαιη έγκριση του 22ου τελικού λογαριασμού του έργου (μηδενικού ποσού) από την άπρακτη πάροδο της 14.11.2011, καθώς επίσης ότι η καθ'ης η προσφυγή υποχρεούται να επιστρέψει στην προσφεύγουσα την υπ'αριθμ..../23.12.2005 εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης του έργου της Τράπεζας Κύπρου και ότι η καθ'ης η προσφυγή υποχρεούται να καταβάλει στην προσφεύγουσα το υπόλοιπο οφειλής εκ του 21ου λογαριασμού, ποσού εκατόν δέκα τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων πενήντα ευρώ και ενενήντα τεσσάρων (114.550,94) λεπτών, με το νόμιμό τόκο υπερημερίας κατ'αρθρο 4 ΠΔ 166/2003, από 26-11-2011 και μέχρις εξοφλήσεως. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρ.552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ.1 ΚΠολΔ), είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθρ.577 παρ.1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τους λόγους της (άρθρ.577 παρ.3 ΚΠολΔ).
Κατά την έννοια του αρθρ. 559 αριθ 1 ΚΠολΔ, παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που ιδρύει τον προβλεπόμενο από τη διάταξη αυτή λόγο αναίρεσης, υπάρχει, όταν ο κανόνας δικαίου είτε ερμηνεύτηκε εσφαλμένα, δηλαδή το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σ' αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε δεν εφαρμόσθηκε, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, είτε εφαρμόσθηκε, ενώ αυτές δεν συνέτρεχαν ή εφαρμόσθηκε εσφαλμένα (Ολ ΑΠ 4/2005 7/2006 2/2013).
Συνεπώς, κατά τις παραπάνω διακρίσεις, η παράβαση του κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που οδηγεί σε εσφαλμένο νομικό συλλογισμό και κατ' επέκταση σε εσφαλμένη εφαρμογή του δικαίου, εκδηλώνεται είτε ως ψευδής ερμηνεία του κανόνα δικαίου είτε ως εσφαλμένη υπαγωγή σ' αυτόν των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης, που καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού της απόφασης. Έτσι, με τον παραπάνω λόγο αναίρεσης, ο οποίος για να είναι ορισμένος, πρέπει να καθορίζονται στο αναιρετήριο τόσο η διάταξη του ουσιαστικού δικαίου που παραβιάσθηκε, όσο και το αποδιδόμενο στην προσβαλλόμενη απόφαση νομικό σφάλμα (ΑΠ 325/2004), ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής ή των ισχυρισμών (ενστάσεων) των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς (ΑΠ 1947/2006), οπότε πρέπει να παρατίθενται στο αναιρετήριο και οι αντίστοιχες παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά και υπό τα οποία συντελέσθηκε η επικαλούμενη παράβαση του κανόνα ουσιαστικού δικαίου (Ολ ΑΠ 20/2005). Αντίθετα, η έλλειψη μείζονος πρότασης στην απόφαση ή οι εσφαλμένες κρίσεις του δικαστηρίου σ' αυτή, ως προς την έννοια διάταξης ουσιαστικού δικαίου, δεν αρκούν από μόνες τους για να ιδρύσουν το λόγο αναίρεσης από τον αριθμό 1 του αρθρ. 559 ΚΠολΔ, αν κατά τα λοιπά δεν συνέχονται με την ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου, αφού το διατακτικό της απόφασης δεν στηρίζεται στις νομικές αναλύσεις του δικαστηρίου, αλλά. στις ουσιαστικές παραδοχές του, που διατυπώνονται στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού του. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσίαν την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται εν όψει των πραγματικών περιστατικών, που ανελέγκτως δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν και της υπαγωγής αυτών στο νόμο και ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης, αν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν φανερή την παραβίαση. Τούτο συμβαίνει, όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται.
Περαιτέρω, κατά την έννοια του λόγου αναίρεσης από τον αριθμό 19 του αρθρ. 559 ΚΠολΔ, η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και υπάρχει συνεπώς, εκ πλαγίου παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου, όταν από τις παραδοχές της, που περιλαμβάνονται στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού της και αποτελούν το αιτιολογικό της, δεν προκύπτουν καθόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικώς τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του για ζήτημα με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, με αποτέλεσμα έτσι να μην μπορεί να ελεγχθεί, αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου που
εφαρμόσθηκε (ΟλΑΠ 1/1999, 26/2004, ΑΠ 2267/2013). Δηλαδή, ο λόγος αυτός αναίρεσης ιδρύεται μόνον όταν η πλημμέλεια αφορά παράβαση κανόνων ουσιαστικής φύσης και όχι δικονομικών διατάξεων, που ρυθμίζουν τη διαδικασία. Αντιφατικές αιτιολογίες έχει η' απόφαση, όταν τα πραγματικά περιστατικά που στηρίζουν το αποδεικτικό πόρισμα της για κρίσιμο ζήτημα, δηλαδή για ζήτημα αναφορικά με ισχυρισμό των διαδίκων που τείνει στη θεμελίωση ή στην κατάλυση του επίδικου δικαιώματος, συγκρούονται μεταξύ τους και αλληλοαναιρούνται, αποδυναμώνοντας έτσι^ την κρίση της απόφασης για την υπαγωγή ή μη της ατομικής περίπτωσης στο πραγματικό συγκεκριμένου κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που συνιστά και το νομικό χαρακτηρισμό της ατομικής περίπτωσης, Αντίστοιχα, ανεπάρκεια αιτιολογίας υπάρχει, όταν από την απόφαση δεν προκύπτουν σαφώς τα περιστατικά που είτε είναι, κατά το νόμο, αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση της διάταξης ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε στην ένδικη περίπτωση είτε αποκλείουν την εφαρμογή της, όχι δε και όταν υφίστανται ελλείψεις στην ανάλυση, στάθμιση και γενικώς στην εκτίμηση των αποδείξεων, εφόσον το πόρισμα από την εκτίμηση αυτή εκτίθεται με σαφήνεια και πληρότητα (ΟλΑΠ 15/2006).
Δηλαδή, δεν υπάρχει ανεπάρκεια αιτιολογίας, όταν η απόφαση περιέχει συνοπτική, αλλά πλήρη αιτιολογία, αφού αναγκαίο να εκτίθεται σαφώς στην απόφαση είναι μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε και όχι ο λόγος για τον οποίο αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε. Συνακόλουθα, τα επιχειρήματα η οι κρίσεις του δικαστηρίου, που σχετίζονται με την εκτίμηση απλώς των αποδείξεων, δεν συνιστούν παραδοχές διαμορφωτικές του αποδεικτικού πορίσματος του και επομένως, αιτιολογία της απόφασης ικανή να ελεγχθεί αναιρετικά, με τον παραπάνω λόγο, για ανεπάρκεια ή αντιφατικότητα, ούτε ιδρύεται ο λόγος αυτός αναίρεσης, αν το δικαστήριο της ουσίας δεν ανέλυσε ιδιαιτέρως ή διεξοδικά τα επιχειρήματα των διαδίκων που δεν συνιστούν αυτοτελείς ισχυρισμούς τους (ΑΠ 1266/2011). Για να είναι δε ορισμένος και άρα παραδεκτός ο προβλεπόμενος από το άρθρο 559 αρ.19 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης, πρέπει να αναφέρεται στο αναιρετήριο α)ότι η απόφαση στερείται παντελώς αιτιολογιών ή έχει ανεπαρκείς ή αντιφατικές αιτιολογίες, στην περίπτωση δε της ανεπάρκειας των αιτιολογιών, ποιες επιπλέον αιτιολογίες έπρεπε να περιέχει, ενώ στην περίπτωση των αντιφατικών αιτιολογιών, που εντοπίζεται η αντίφαση, β)ο πραγματικός ισχυρισμός (αγωγικός, ένσταση κλπ) και τα περιστατικά που προτάθηκαν προς θεμελίωση του, καθώς και η σύνδεσή του με το διατακτικό, γ)η νόμιμη βάση, ήτοι η διάταξη του ουσιαστικού δικαίου, που παραβιάστηκε και μάλιστα ενάριθμα και δ)οι παραδοχές του δικαστηρίου, με πληρότητα και όχι αποσπασματικά, υπό τις οποίες συντελέστηκε η παραβίαση (ΑΠ 1206/2008, ΑΠ 130/2009, ΑΠ 1438/2009). Εξάλλου, με τις διατάξεις του άρθρου 75 παρ.2 ν.3669/2008 "Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων" και υπό τον τίτλο "Οριστική παραλαβή", ορίζονται τα εξής: Η οριστική παραλαβή γίνεται μετά την προσωρινή παραλαβή και την πάροδο του χρόνου υποχρεωτικής από τον ανάδοχο συντήρησης. Πρέπει να διενεργηθεί μέσα σε δύο (2) μήνες από τότε που λήγει ο χρόνος εγγύησης, σύμφωνα με το άρθρο 74 του παρόντος. Αν η οριστική παραλαβή δεν διενεργηθεί μέσα σε αυτήν την προθεσμία, θεωρείται ότι έχει συντελεστεί αυτοδικαίως τριάντα (30) ημέρες μετά την υποβολή από τον ανάδοχο σχετικής όχλησης για τη διενέργειά της....". Κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων, καθώς και των αντίστοιχων του προϊσχύσαντα ν.1418/1984 "Δημόσια έργα και συναφείς ρυθμίσεις", σε συνδυασμό και με τις διατάξεις των άρθρων 52, 54 και 55 του εκτελεστικού του ανωτέρω νόμου π.δ.609/1985 "Κατασκευή δημοσίων έργων", εάν η παραλαβή του έργου που κατασκευάστηκε δεν συντελεσθεί μέσα στις προθεσμίες που διαγράφονται από το νόμο, αυτή, κατά ρητή πρόβλεψη των ως άνω διατάξεων, συντελείται αυτοδικαίως μετά την παρέλευση των προθεσμιών που ορίζονται και ειδικά για την οριστική παραλαβή θεωρείται ότι έχει συντελεστεί αυτοδίκαια τριάντα (30) ημέρες μετά την υποβολή από τον ανάδοχο σχετικής όχλησης για την διενέργειά της. Η κατά τα άνω όχληση αποτελεί μονομερή και ανακοινωτέα σε άλλον δήλωση βουλήσεως και έχει ισχύ και παράγει τα αποτελέσματά της μόνο εφόσον γίνει όπως την εννοεί και απαιτεί ο νόμος. Ειδικότερα η όχληση πρέπει, κατά το περιεχόμενο της, να είναι ακριβής, ορισμένη, σαφής, απαλλαγμένη από αίρεση ή άλλο όρο και να προκύπτει απ' αυτήν, κατά τρόπο αναμφίβολο, το είδος και τα άλλα προσδιοριστικά στοιχεία της παροχής, της οποίας ζητείται η εκπλήρωση (ΑΠ 376/2008, ΑΠ 1796/2008 , AΠ 488/2015). Τέλος, στο άρθρο 77 παρ.1 του ως άνω ν.3669/2008, υπό το τίτλο "Δικαστική επίλυση διαφορών", ορίζονται μεταξύ άλλων και τα εξής: Κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών που προκύπτει από τη σύμβαση κατασκευής δημόσιου έργου επιλύεται με την άσκηση προσφυγής ή αγωγής στο αρμόδιο δικαστήριο κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ή του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, με την επιφύλαξη των επόμενων παραγράφων. Η κατά τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας διάκριση μεταξύ των ενδίκων βοηθημάτων της προσφυγής και της αγωγής (άρθρα 63 και 71) ισχύει και στις διαφορές του παρόντος Κώδικα.
Αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση των διαφορών αυτών είναι το διοικητικό ή πολιτικό εφετείο της περιφέρειας στην οποία εκτελείται το έργο.
Της προσφυγής στο εφετείο προηγείται υποχρεωτικά αίτηση θεραπείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 76, διαφορετικά η προσφυγή κηρύσσεται απαράδεκτη. Η προσφυγή στο εφετείο ασκείται μέσα σε ανατρεπτική Προθεσμία δύο (2) μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης που εκδόθηκε επί της αιτήσεως θεραπείας ή από τη λήξη της τρίμηνης Προθεσμίας της παραγράφου 14 του άρθρου 76 του παρόντος. Δεν απαιτείται η τήρηση ενδικοφανούς προδικασίας στις περιπτώσεις που ασκείται από τον ενδιαφερόμενο αγωγή, στο δικόγραφο της οποίας δεν σωρεύεται αίτημα ακύρωσης ή τροποποίησης διοικητικής πράξης ή παράλειψης.
Στην προκείμενη περίπτωση από την παραδεκτή, κατ'άρθρο 561 παρ.2 ΚΠολΔ, εκτίμηση του περιεχομένου των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης, προκύπτουν τα ακόλουθα: Η αναιρεσίβλητη με την από 27-9-2012 ενώπιον του Πενταμελούς Πολιτικού Εφετείου Ναυπλίου προσφυγή της κατά της ήδη αναιρεσείουσας ανέφερε, όπως δέχθηκε και το Εφετείο, ότι δυνάμει του από 2-2-2006 εργολαβικού συμφωνητικού ανέλαβε ως ανάδοχος, μετά από την διενέργεια δημόσιου μειοδοτικού διαγωνισμού, το αποτέλεσμα του οποίου είχε κατακυρωθεί υπέρ της εταιρείας της, με την 83/2005 απόφαση του Δ.Σ. της καθ'ης, με τους ειδικότερους όρους που συμφωνήθηκαν, την εκτέλεση για λογαριασμό της καθ'ης Δημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης Αποχέτευσης Ναυπλίου (ΔΕΥΑ Ναυπλίου), του έργου "Ολοκλήρωση ύδρευσης Δήμου Ναυπλίου - Αποχέτευση ακαθάρτων και ομβρίων υδάτων Δήμου Ναυπλίου", προϋπολογισμού δαπάνης, (με την προσφερθείσα έκπτωση εκ μέρους της ίδιας) 7.777.763,95 ευρώ πλέον ΦΠΑ και κατόπιν σχετικής τροποποίησης λόγω της διαπιστωθείσας ανάγκης εκτέλεσης πρόσθετων εργασιών 10.008.433,53 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ). Ότι το έργο περαιώθηκε εμπροθέσμως και κατά τρόπο άρτιο και έντεχνο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.1418/1984 (και των εκτελεστικών του προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων), λειτουργεί δε κανονικά από την ημερομηνία περαίωσής του την 15-12-2008. Ότι η βεβαίωση περαίωσης του έργου εκδόθηκε αρμοδίως την 9-1-2009, χωρίς οποιεσδήποτε παρατηρήσεις, εντός δε διμήνου απ'αυτήν υποβλήθηκε στην Διευθύνουσα Υπηρεσία η τελική επιμέτρηση του συνόλου των εργασιών. Ότι η προσωρινή παραλαβή του έργου δεν διενεργήθηκα εντός εξαμήνου από της περαιώσεώς του, χωρίς να επιστραφεί στην ίδια το μέρος εκείνο των εγγυητικών επιστολών καλής εκτέλεσης του έργου που ορίζει ο νόμος, ούτε δε η οριστική παραλαβή του έργου έλαβε χώρα εντός των νομίμων αναφερομένων προθεσμιών, μετά την πάροδο των οποίων η ίδια κοινοποίησε στην καθ' ης η προσφυγή, όχληση, αφενός για την διενέργεια προσωρινής και οριστικής παραλαβής του, αφετέρου για την καταβολή του υπολοίπου αναφερομένου τμήματος του προτελευταίου εγκεκριμένου λογαριασμού του έργου (21ου) και εκ τρίτου για την καθυστέρηση μείωσης της εγγυητικής επιστολής της, ενώ παρελθούσας της νόμιμης προθεσμίας των τριάντα ημερών από της κοινοποιήσεως της οχλήσεώς της, χωρίς και πάλι να διενεργηθεί η παραλαβή και η έγκριση του σχετικού πρωτοκόλλου, θεωρείται ως αυτοδικαίως συντελεσθείσα, τόσο η προσωρινή όσο και η οριστική παραλαβή του έργου, ήτοι με την άπρακτη πάροδο της 29.8.2011, με συνακόλουθο αποτέλεσμα την, κατά πλάσμα του νόμου, ποιοτική και ποσοτική παραλαβή του και χωρίς ο τυχόν διενεργούμενος έκτοτε έλεγχος να έχει οποιεσδήποτε συνέπειες σε βάρος της ιδίας. 'Ότι στη συνέχεια εγγράφως δυνάμει της από 12.10.2011 νέας όχλησής της που επέδωσε στην αντίδικο της την 13.10.2011, επισήμανε σ' αυτήν την αυτοδίκαιη συντέλεση της παραλαβής του έργου και διαμαρτυρήθηκε πάλι, τόσο για την μη εξόφληση του ανωτέρω εγκεκριμένου λογαριασμού, όσο και για την καθυστέρηση μείωσης της εγγυητικής επιστολής της, ως προς την οποία πλέον ανέφερε ότι έπρεπε να επιστραφεί, για να μη συνεχίζεται άνευ αιτίας η χρέωσή της από την εγγυήτρια Τράπεζα με προμήθειες διατήρησής της σε ισχύ, ενώ ταυτόχρονα υπέβαλε και τον τελικό (22°) λογαριασμό του έργου ζητώντας την έγκριση του. Ότι την 11.11.2011 έλαβε, (μετά την πάροδο των ανωτέρω νομίμων προθεσμιών), το αναφερόμενο έγγραφο του Προϊσταμένου της Τεχνικής Υπηρεσίας της καθ'ης, που την πληροφορούσε ότι το έργο βρίσκεται σε διαδικασία παραλαβής του και ότι στην αρμόδια Επιτροπή παραλαβής που έχει οριστεί 0α τεθούν και τα σχετικά με ορισμένες βλάβες του έργου (θραύσεις δύο αγωγών και ανάγκη στεγανοποίησης κάποιων φρεατίων), ούτως ώστε με την διαδικασία της παραλαβής να διευθετηθούν και οι εκκρεμότητες αυτές. Στο έγγραφο δε αυτό της καθ' ης, από το περιεχόμενο του οποίου συνάγεται ότι η τελευταία δεν αναγνώριζε, αφενός μεν την αυτοδίκαιη οριστική παραλαβή του έργου και αφετέρου την υποχρέωσή της να επιστρέψει την εγγυητική επιστολή της ιδίας (προσφεύγουσας) για την καλή τήρηση του έργου, δεν γινόταν περαιτέρω κάποια αναφορά ως προς τον μη εξοφληθέντα και ρητώς εγκριθέντα 21° λογαριασμό και ως προς τον υποβληθέντα τελικό (22°) λογαριασμό, (που ήταν μηδενικός κατά τα οριζόμενα στην παρ. 9 του αρθ.40 του ΠΔ 609/1985, ώστε να πληρούνται οι τυπικές προϋποθέσεις επιστροφής της εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης του έργου). Επίσης, ανέφερε ότι ήδη τηρήθηκε η προβλεπόμενη προδικασία για την άσκηση της ένδικης προσφυγής, ήτοι η υποβολή κατ' αρχήν σχετικής ενστάσεως κατά του άνω εγγράφου και εν συνεχεία αίτησης θεραπείας, με τις οποίες ζητούσε την ανάκληση άλλως ακύρωση του προσβαλλομένου υπ' αριθμ. ...9.11.2011 εγγράφου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας στις οποίες αναφερόταν ότι ήδη έχει συντελεστεί η αυτοδίκαιη παραλαβή του έργου - και επιπλέον, μετά την πάροδο της νόμιμης προθεσμίας από της υποβολής του τελικού λογαριασμού, και η αυτοδίκαιη έγκριση αυτού, ότι οι φερόμενες ως επουσιώδεις βλάβες του έργου δεν βεβαιώθηκαν αρμοδίως από την επιτροπή παραλαβής στο πρωτόκολλο που όφειλε να έχει συντάξει, ότι καθυστερεί η καθ' ης στην επιστροφή της εγγυητικής επιστολής της ιδίας με συνέπεια τις οικονομικές της επιβαρύνσεις από την εγγυήτρια Τράπεζα και ότι επιφυλάσσεται παντός δικαιώματος αποζημίωσής της, αιτούμενη (πλην της ανάκλησης και ακύρωσης του προσβαλλομένου εγγράφου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας), επιπλέον την αναγνώριση της αυτοδίκαιης προσωρινής και οριστικής παραλαβής του έργου από την άπρακτη πάροδο της 29ης Αυγούστου 2011, όπως ακριβώς έχει εκτελεστεί, την αυτοδίκαιη έγκριση του τελικού λογαριασμού από την άπρακτη πάροδο της 14ης Νοεμβρίου 2011, την επιστροφή της εγγυητικής επιστολής της και την εξόφληση του ρητώς εγκεκριμένου 21ου λογαριασμού νομιμοτόκως. Ότι, μετά την άπρακτη πάροδο των εκ του νόμου τασσομένων προθεσμιών, εντός των οποίων δεν απήντησαν οι αρμόδιες αρχές, (εκπροθέσμως της κοινοποιήθηκε έγγραφο απορριπτικό της ενστάσεώς της από την Διευθ/σα Υπηρεσία), δικαιούται στην άσκηση της ένδικης προσφυγής της, αφού μέχρι τότε, παρά την, εν τω μεταξύ, καταβολή ενός μέρους του οφειλομένου υπολοίπου του 21ου λογαριασμού εκ μέρους της καθ' ης, η τελευταία εξακολουθούσε να οφείλει το υπόλοιπο ποσό των 114.550,94 ευρώ. Με βάση δε το ιστορικό αυτό και επικαλούμενη προφανές έννομο συμφέρον, ενόψει των διαλαμβανόμενων στο δικόγραφο της προσφυγής της πραγματικών περιστατικών, ζήτησε κατά τη δέουσα εκτίμηση του αιτητικού της, α) να ακυρωθεί το προσβαλλόμενο αριθμ. ...9.11.2011 έγγραφο της Διευθύνουσας Υπηρεσίας-Τεχνική: Υπηρεσίας της καθ' ης, β) να αναγνωριστεί ότι έχει συντελεστεί αυτοδικαίως η προσωρινή και οριστική παραλαβή του έργου από την άπρακτη πάροδο της 29ης.8.2011, γ) να αναγνωριστεί η αυτοδίκαιη έγκριση του τελικού λογαριασμού (22ου) του έργου (μηδενικού ποσού) από την άπρακτη πάροδο της 14ης. 11.2011, δ) να αναγνωριστεί η υποχρέωση της καθ' ης να επιστρέφει στην ίδια την εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης του έργου και ε) να αναγνωριστεί η υποχρέωση της καθ' ης να εξοφλήσει το υπόλοιπο οφειλής της εκ του 21ου λογαριασμού, ποσού 114.550,94 ευρώ και δη νομιμοτόκως από την επομένη της οχλήσεώς της (26.11.2011), με τον κατ' άρθρο 4 ΠΔ 166/2003 τόκο υπερημερίας, μέχρι εξοφλήσεως.
Εκδόθηκε συναφώς η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με την οποία το Εφετείο, αφού έκρινε παραδεκτή και νόμιμη την ανωτέρω προσφυγή - αγωγή, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 (παρ.7,8) και 11 του ν.1418/1984, 27 (παρ.1, 4, 5), 53 (παρ.4), 54 (παρ.1), 55 (παρ.2) του π.δ.609/1985, που ίσχυαν στο χρόνο διενέργειας του σχετικού διαγωνισμού και κατάρτισης της επίδικης σύμβασης, ερευνώντας στη συνέχεια την υπόθεση κατ'ουσία, δέχθηκε, μετά από εκτίμηση των αποδείξεων που προσκομίστηκαν, τα ακόλουθα: "Δυνάμει του από 2.2.2006 εργολαβικού συμφωνητικού που συνήφθη μεταξύ του Προέδρου του Δ.Σ. της καθ' ης η προσφυγή Δημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης - Αποχέτευσης Ναυπλίου (ΔΕΥΑ Ναυπλίου) που εδρεύει στο Ναύπλιο....και του νομίμου εκπροσώπου της προσφεύγουσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "... Α.Ε." που εδρεύει στο .........η τελευταία ανέλαβε ως ανάδοχος την εκτέλεση του έργου της καθ' ης με τον τίτλο "ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΥΔΡΕΥΣΗΣ ΔΗΜΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗ ΑΚΑΘΑΡΤΩΝ ΚΑΙ ΟΜΒΡΙΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΔΗΜΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ", κατόπιν της ανακήρυξης της ως μειοδότριας σε σχετικώς διενεργηθέντα δημόσιο διαγωνισμό που είχε προκηρύξει η καθ' ης, στον οποίον η προσφεύγουσα είχε προσφέρει μέση έκπτωση 50,62% επί τον τιμών του τιμολογίου της μελέτης της Υπηρεσίας της καθ' ης και μετά την λήψη της σχετικής υπ' αριθμ. …2005 απόφασης του διοικητικού συμβουλίου της καθ' ης. Το έργο συνίστατο στην εκτέλεση εργασιών στην πόλη του Ναυπλίου για την ολοκλήρωση των δικτύων αποχέτευσης, ακαθάρτων και ομβρίων και είχε προϋπολογισμό δαπάνης κατά την μελέτη της Υπηρεσίας της καθ' ης 15.750.000,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α. και 7.777.763,95 ευρώ πλέον ΦΓΙΑ κατά την συναφθείσα σύμβαση (μετά την προαναφερθείσα έκπτωση). Κατά τη διάρκεια λειτουργίας της σύμβασης τροποποιήθηκαν μερικώς οι όροι της, εξ' αιτίας της διαπίστωσης της ανάγκης εκτέλεσης πρόσθετων εργασιών, απαραιτήτων για την αρτιότητα και λειτουργικότητα του έργου, με συνακόλουθη αύξηση της συνολικής του δαπάνης στο ποσό των 10.008.433.53 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ), κατόπιν της σχετικής σύνταξης και έγκρισης των 1ου και 2ου ανακεφαλαιωτικών πινάκων εργασιών (ΑΠΕ). Το έργο περαιώθηκε ολικώς εκ μέρους της αναδόχου εμπροθέσμως, την 15.12.2008, έκτοτε δε λειτουργεί κανονικά, η δε βεβαίωση της περαίωσης του συνόλου των συμφωνηθεισών εργασιών εκδόθηκε αρμοδίως από την Τεχνική Υπηρεσία της ΔΕΥΑ Ναυπλίου την 9.1.2009, μετά την σχετική από 7.1.2009 αναφορά του επιβλέποντος μηχανικού, χωρίς οποιεσδήποτε παρατηρήσεις, ενώ την 15.12.2008, ήτοι προ της παρόδου διμήνου, συντάχθηκε και υποβλήθηκε εμπροθέσμως εκ μέρους της προσφεύγουσας, στην Διευθύνουσα το έργο Υπηρεσία, η τελική επιμέτρηση του συνόλου των εκτελεσμένων εργασιών, Η ημερομηνία δε αυτή, αποτελεί την αφετηρία υπολογισμού των τασσομένων εκ του νόμου προθεσμιών, για την αυτοδίκαιη διενέργεια της προσωρινής και οριστικής παραλαβής του έργου. Ειδικότερα, η αρμόδια προς παραλαβή του έργου, Υπηρεσία της καθ' ης, ουδέποτε προέβη σε προσωρινή και εν συνεχεία οριστική παραλαβή του, ούτε εντός εξαμήνου από την βεβαιωμένη, ως άνω, περαίωση του έργου, επέστρεψε στην προσφεύγουσα το προβλεπόμενο εκ του νόμου μέρος της με αριθμό .../23.12.2005 εγγυητικής επιστολής καλής εκτέλεσης του έργου της Τράπεζας Κύπρου. Συνεπεία της ανωτέρω παράλειψης της Υπηρεσίας της καθ' ης επήλθε αυτοδίκαιη οριστική παραλαβή του έργου, μετά την πάροδο των τασσομένων εκ του νόμου προθεσμιών και συγκεκριμένα μετά την πάροδο κατ' αρχήν του χρόνου εγγύησης των εργασιών που επήλθε την (1 5.3.2010) ήτοι δέκα πέντε (15) μήνες μετά την περαίωση του έργου (15.12.2008) και εν συνεχεία μετά την πάροδο του επιπλέον χρονικού διαστήματος των δύο (2) μηνών που ορίζει ο νόμος, η οποία επήλθε την 15.5.2010. Εφόσον λοιπόν η οριστική παραλαβή δεν διενεργήθηκε τελικώς μέσα σ' αυτή την προθεσμία, θεωρείται ότι έχει συντελεσθεί αυτοδίκαια τριάντα μέρες μετά την υποβολή από την ανάδοχο σχετικής όχλησης για τη διενέργεια της και στη προκειμένη περίπτωση, ενόψει της κοινοποίησης της οικείας από 29.7.2011 όχλησης εκ μέρους της προσφεύγουσας στην καθ' ης, την ίδια ημέρα (αρ. πρωτοκ. εισερχομένων της ΔΕΥΑ Ναυπλίου …29.7.2011), θεωρείται ως αυτοδικαίως συντελεσθείσα μετά την άπρακτη πάροδο της 29.8.2011, όπως βάσιμα υποστηρίζει η προσφεύγουσα. Περαιτέρω πρέπει να επισημανθεί ότι, η οριστική παραλαβή, είτε πραγματική είτε αυτοδίκαιη (πλασματική), όπως στην προκειμένη περίπτωση, έχει ως αποτέλεσμα ότι: (1) Παύει η ευθύνη του αναδόχου για τυχόν πλημμέλειες του έργου (2) Όλες οι εργασίες που αναφέρονται στην τελική επιμέτρηση θεωρούνται ως πραγματικές και οριστικά παραληφθείσες, ανεξάρτητα αν εκτελέσθηκαν έντεχνα και σύμφωνα με την σύμβαση (3) ο κύριος του έργου έχει την υποχρέωση να πληρώσει τις εργασίες αυτές και να επιστρέφει τις εγγυητικές επιστολές. Η πάροδος, των άνω προθεσμιών δεν επιφέρει την αυτοδίκαιη (πλασματική) συντέλεση της παραλαβής στην περίπτωση που μέχρι την πάροδο τους η κατά τα αρ. 53 και 55 ΠΔ 476/1976 επιτροπή παραλαβής εκδώσει, κατά την διαδικασία του αρ. 53 παρ. 6 του ίδιου δ/τος, πρωτόκολλο, με το οποίο διαπιστώνεται η ύπαρξη πλημμελειών και είτε το υπογράφει ο ανάδοχος είτε τούτο του κοινοποιηθεί νόμιμα (αν αυτός αρνηθεί να το υπογράψει ή δεν παραστεί κατά την διενέργεια της παραλαβής, καίτοι νομίμως κλητευθείς), καθώς επίσης (δεν επέρχεται η αυτοδίκαιη συντέλεση της παραλαβής) και σε περίπτωση που είχε απευθυνθεί (εντός των αυτών προθεσμιών) από την προϊσταμένη υπηρεσία ειδική εντολή (αρ. 41 παρ. 2 του αυτού δ/τος) προς τον ανάδοχο για την αποκατάσταση των διαπιστωθεισών πλημμελειών, επαγομένη παράταση των προθεσμιών εκτέλεσης.
Ειδικότερα, κατ' αρ. 41 παρ. 9 του ΠΔ 475/1976, αν κατά την παραλαβή του έργου αποκαλυφθούν πλημμέλειες, η παραλαβή αναβάλλεται προκειμένου να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του ίδιου άρθρου, μεταξύ δε αυτών και η διάταξη της παρ. 2, κατά την οποία ο προϊστάμενος της διευθύνουσας υπηρεσίας απευθύνει στον ανάδοχο ειδική διάταξη προς άρση των πλημμελειών ή ειδική διαταγή που περιέχει μείωση της αμοιβής του αναδόχου. Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών (α) για την αναβολή της παραλαβής δεν αρκεί η διαπίστωση των πλημμελειών από την επιτροπή παραλαβής και η διατύπωση των σχετικών παρατηρήσεων για την άρση τους ή την μείωση της αμοιβής του αναδόχου, αλλά απαιτείται και η έκδοση της ειδικής προς τούτο διαταγής από τον προϊστάμενο της διευθύνουσας υπηρεσίας, η διαταγή δε αυτή δεν μπορεί να εκδοθεί, κατά την παρ. 1 του ίδιου άρθρου του ως άνω Π.Δ., μετά την συντέλεση της οριστικής παραλαβής, είτε η παραλαβή συντελέσθηκε με έγκριση του οικείου πρωτοκόλλου παραλαβής είτε αυτοδίκαια, (β) κατά την συντελουμένη ως άνω αυτοδίκαιη παραλαβή του έργου δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του αρ. 41 παρ.1 ΠΔ 475/1976, γιατί η διάταξη αυτή προϋποθέτει, ότι κινήθηκε η διαδικασία για πραγματική παραλαβή του έργου, κατά την οποία και υφίσταται στάδιο διαπίστωσης ενδεχομένων πλημμελειών του, ενώ τέτοιο στάδιο δεν υφίσταται στην μη πραγματική (πλασματική), λόγω παρόδου των νομίμων προθεσμιών, παραλαβή του έργου...Στην προκειμένη περίπτωση, η κατά τα αρ. 53 και 55 ΠΔ 476/1976 επιτροπή παραλαβής δεν έχει εκδώσει, κατά την διαδικασία του αρ. 53 παρ. 6 του ίδιου δ/τος, πρωτόκολλο, με το οποίο διαπιστώνεται η ύπαρξη πλημμελειών, ούτε είχε απευθυνθεί (εντός των αυτών προθεσμιών) από την προϊσταμένη υπηρεσία της καθ' ης η προσφυγή ειδική εντολή (αρ. 41 παρ. 2 του αυτού δ/τος) προς την ανάδοχο για την αποκατάσταση διαπιστωθεισών πλημμελειών. Η δε αναφορά σε ορισμένες πλημμέλειες του έργου (θραύσης δύο αγωγών και μη στεγανοποίησης κάποιων φρεατίων) εκ μέρους της καθ' ης στο, μεταγενέστερο της αυτοδίκαιης οριστικής παραλαβής αυτού (επελθούσης κατά τα άνω μετά την άπρακτη πάροδο της 29.8.2011), υπ' αριθμ. ...9.11.2011 και ήδη προσβαλλόμενο έγγραφο του Προϊσταμένου της Τεχνικής Υπηρεσίας της καθ'ης, ουδεμία έννομη επιρροή ασκεί, σύμφωνα με τα ως άνω οριζόμενα στο ΠΔ 475/1976. Περαιτέρω, με την από 29.7.2011 όχλησή της, η προσφεύγουσα είχε διαμαρτυρηθεί στην αντισυμβαλλόμενή της και για την καθυστέρηση εξόφλησης του απλήρωτου μέρους των 304.648,28 ευρώ, του 21ου λογαριασμού του έργου, ο οποίος και είχε ρητώς εγκριθεί από την καθ' ης την 16.12.2008 για πληρωμή δαπάνης εκτελεσμένων εργασιών ποσού 1.264.735,73 ευρώ πλέον ΦΓΙΑ ποσού 240.299,79 ευρώ και συνολικού ποσού 1.505.035,52 ευρώ. Η ζημία της προσφεύγουσας ήταν προφανής, ενόψει του ότι η ίδια, είχε ήδη αποδώσει το αναλογούν ΦΠΑ ολοκλήρου του λογαριασμού αυτού, Ταυτόχρονα διαμαρτυρήθηκε και για την καθυστέρηση περαιτέρω μείωσης της εις χείρας της καθ' ης εγγυητικής επιστολής της Τράπεζας Κύπρου για την καλή εκτέλεση του έργου, ποσού 2.900.000,00 ευρώ, το οποίο μετά την 4η απόφαση της καθ' ης περί μείωσής της σε 1.306.100,00 ευρώ δεν μειώθηκε περαιτέρω παρά την σχετική αίτηση της προσφεύγουσας (με τα υπ' αριθμ. πρωτ. ΔΕΥΑ Ναυπλίου ...10.62009 και ....7.2010 έγγραφα). Στη συνέχεια, μετά την αυτοδίκαιη συντέλεση της οριστικής παραλαβής του έργου, η προσφεύγουσα απέστειλε στην καθ' ης την από 12.10.2011 (αρθ. Πρωτ. ΔΕΥΑ Ναυπλίου ....10.2011) εξώδικη όχληση στην οποία - αφού διαμαρτυρήθηκε εκ νέου τόσο για την μη εξόφληση του εγκριθέντος, ως άνω, λογαριασμού όσο και για την καθυστέρηση μείωσης της ως άνω εγγυητικής επιστολής της Τράπεζας Κύπρου, επισημαίνοντας ότι ήδη, μετά την συντέλεση της οριστικής παραλαβής του έργου πρέπει να της επιστραφεί ούτως ώστε να μην χρεώνεται χωρίς νόμιμη αιτία εκ μέρους της εγγυήτριας Τράπεζας με προμήθειες διατήρησης της ισχύος της- ταυτόχρονα υπέβαλε τον τελικό, 22° λογαριασμό του έργου (μηδενικό) αιτούμενη την έγκριση του. Μετά ταύτα η καθ' ης της κοινοποίησε το προαναφερόμενο, με αρ. ...9.11.2011 έγγραφο της από την επισκόπηση του περιεχομένου του οποίου, προκύπτει ότι αρνείται την συντέλεση της αυτοδίκαιης παραλαβής του έργου, ενώ ταυτόχρονα προβάλλει αξιώσεις λόγω πλημμελειών αυτού. Στο εν λόγω προσβαλλόμενο έγγραφο η Τεχνική Υπηρεσία της καθ' ης, ισχυρίζεται ότι το επίδικο έργο βρίσκεται σε εκκρεμή διαδικασία παραλαβής για την οποία αναφέρει ότι ολοκληρώνεται με την έγκρισή της από το ΔΣ της ΔΕΥΑΝ. Σχετικά ανέφερε ότι με το υπ' αριθμ. πρωτ. ...18.10.2011 έγγραφο της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου ορίστηκε η αρμόδια επιτροπή παραλαβής και ότι μέσω της διαδικασίας παραλαβής θα διευθετηθούν οι μεταξύ των συμβαλλομένων εκκρεμότητες που αφορούν σε βλάβες του έργου (α. θραύσεις αγωγών στις περιοχές ... και β. έλλειψη στεγανοποίησης - μόνωσης των φρεατίων της περιοχής Πρόνοιας). Πλην όμως, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, το έγγραφο αυτό πάσχει ακυρότητας, καθόσον, αφενός μεν μετά την πάροδο των νομίμων προθεσμιών έχει επέλθει αυτοδίκαιη οριστική παραλαβή του έργου, αφετέρου η επιτροπή παραλαβής (που εξάλλου ήταν υπό σύσταση κατά τα διαλαμβανόμενα στο έγγραφο αυτό) δεν είχε εκδώσει, κατά την διαδικασία του αρ. 53 παρ. 6 του ίδιου δ/τος, πρωτόκολλο, με το οποίο διαπιστώθηκε η ύπαρξη πλημμελειών, ούτε είχε απευθυνθεί από την προϊσταμένη υπηρεσία της καθ' ης η προσφυγή, ειδική εντολή προς την ανάδοχο για την αποκατάσταση διαπιστωθεισών πλημμελειών. Στο έγγραφο της δε αυτό η καθ' ης δεν έκανε ουδεμία αναφορά στον ανεξόφλητο και ρητώς εγκριθέντα υπ' αριθμ…. λογαριασμό καθώς και στον τελικό υπ' αριθμ…. μηδενικό (κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις της παρ. 9 του αρθ. 40 του ΠΔ 609/1985) λογαριασμό, αλλά και στην επιστροφή της εγγυητικής επιστολής της Τράπεζας Κύπρου. Μετά ταύτα η προσφεύγουσα υπέβαλε την από 25.11.2011 σχετική ένστασή της προς την Προϊσταμένη Αρχή της καθ' ης δια της Διευθύνουσας Υπηρεσίας αυτής (αρ. πρωτ. ΔΕΥΑ Ναυπλίου .../25.11.2011), ζητώντας την ανάκληση και ακύρωση του άνω εγγράφου και την πλήρη εκκαθάριση της σύμβασης, με τα ως άνω αιτήματα της αναγνώρισης αυτοδίκαιης συντέλεσης της οριστικής παραλαβής του έργου, όπως ακριβώς περαιώθηκε από άποψη ποσοτική και ποιοτική, της επιστροφής της εγγυητικής επιστολής και της εξόφλησης του 21"' λογαριασμού, ενώ επιφυλάχθηκε και για τις αξιώσεις της αποζημίωσης για κάθε θετική και αποθετική ζημία της. Στην ίδια ένσταση εξέθετε και το προκύψαν γεγονός ότι από την υποβολή του τελικού υπ' αριθμ. … λογαριασμού την 13.10.2011 (δυνάμει της με αρθ. πρωτ. ΔΕΥΑ Ναυπλίου ....10.2011 όχλησης της) είχε ήδη παρέλθει το προβλεπόμενο εκ του νόμου (αρθ. 40 παρ. 7 ΠΔ 609/1985) χρονικό διάστημα του ενός (1) μηνός, ήτοι της εκ του νόμου τασσομένης προθεσμίας για τον έλεγχο, διόρθωση, έγκριση κλπ., του λογαριασμού και ως εκ τούτου ο λογαριασμός αυτός θεωρείται αυτοδικαίως εγκεκριμένος-, Μετά την άπρακτη πάροδο της δίμηνης προθεσμίας από της υποβολής της ενστάσεως της αναδόχου (26.1.2012) αυτή θεωρείται ως σιωπηρώς απορριφθείσα. Τούτο δε ισχύει ανεξαρτήτως της μεταγενέστερης, εκπρόθεσμης και άνευ εννόμου επιρροής, απορριπτικής απάντησης επί της ενστάσεως, δυνάμει του υπ' αριθμ. ....3.2012 εγγράφου της Διευθύνουσας Υπηρεσίας της καθ' ης με το οποίο κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα η με αριθμό …/2012 σχετική απορριπτική απόφαση του ΔΣ της καθ' ης. Ακολούθησε κατά της τεκμαιρόμενης σιωπηρής απόρριψης της ενστάσεως η άσκηση της από 25.4.2012 εμπρόθεσμης (εντός τριμήνου) αίτησης θεραπείας της προσφεύγουσας ενώπιον του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και δικτύων που επιδόθηκε την 27.4.2012 τόσο προς τον Υπουργό όσο και προς την καθ' ης, το Διοικητικό της Συμβούλιο και την Τεχνική της Υπηρεσία (ως Διευθύνουσα Υπηρεσία) με τη οποία η προσφεύγουσα ζητούσε να αναγνωριστεί, ότι• έπρεπε να γίνει δεκτή η ένστασή της με τα εν αυτή αιτήματα. Ήδη όπως προαναφέρθηκε ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως μετά την τεκμαιρόμενη απόρριψη της αιτήσεως θεραπείας (δια της απράκτου παρόδου της νόμιμης προθεσμίας) η ένδικη προσφυγή με τα ανωτέρω αιτήματά της, δεδομένης δε της εν τω μεταξύ καταβολής μέρους της αρχικής οφειλής της καθ' ης, αυτή περιορίζεται πλέον, κατά ομολογία της προσφεύγουσας στο ποσό των 114.550,94 ευρώ. Με βάση τα προαναφερόμενα περιστατικά που προέκυψαν από τα αντίστοιχα προσκομιζόμενα εκ μέρους της προσφεύγουσας έγγραφα, πιθανολογείται η ουσιαστική βασιμότητα των αιτημάτων της προσφεύγουσας. Πρέπει συνεπώς να γίνει δεκτή κατ' ουσίαν η προσφυγή, σύμφωνα με τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό.....". Ήδη με τον πρώτο λόγο της υπό κρίση αίτησής της, η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την από το άρθρο 559 αρ.1 ΚΠολΔ πλημμέλεια της ευθείας παραβίασης του άρθρου 75 παρ.2 ν.3669/2008, υποστηρίζοντας, κατ'εκτίμηση των ισχυρισμών της, ότι το Εφετείο, που την εξέδωσε, εσφαλμένα δέχτηκε στην προκείμενη υπόθεση τη συντέλεση της αυτοδίκαιης οριστικής παραλαβής του επίδικου έργου, με την άπρακτη πάροδο τριάντα (30) ημερών μετά την υποβολή της περιεχόμενης στο από 29-7-2011 έγγραφο της αναιρεσίβλητης σχετικής προς τούτο όχλησης της, καθόσον με το έγγραφο αυτό δεν είχε υποβληθεί τέτοια όχληση του άρθρου 75 παρ.2 ν.3669/2008, αλλά το αίτημα για αυτοδίκαιη προσωρινή και οριστική παραλαβή είχε περιληφθεί ως ένα επιμέρους αίτημα στο σχετικό με "εκκρεμότητες του έργου" συγκεκριμένο έγγραφο (από 29-7-2011), και δεν μπορεί να θεωρείται ότι εμπεριέχεται τέτοια όχληση στο έγγραφο αυτό της αναιρεσίβλητης "που παρακαλεί για τις απαιτούμενες ενέργειες". Υπό τις ανωτέρω όμως ουσιαστικές παραδοχές του και όχι όσες αποσπασματικά, κατ'επιλογή της αναιρεσείουσας, διαλαμβάνονται στην κρινόμενη αίτησή της, για τη συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων της αυτοδίκαιης παραλαβής του επίδικου έργου, το Εφετείο δεν παραβίασε τις διατάξεις του άρθρου 75 παρ.2 ν.33669/2008, με το οποίο κωδικοποιήθηκαν οι όμοιου περιεχομένου διατάξεις των άρθρων 11 παρ.1, 2 ν.1481/1984 και 55 παρ.2 Π.Δ.609/1985, που ίσχυαν στο χρόνο της μεταξύ των διαδίκων κατάρτισης της από 2-2-2006 σύμβασης κατασκευής του (ΣτΕ 3468/2013, ΑΠ 488/2015, ΑΠ 1275/2017).
Ειδικότερα, το Εφετείο ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις παραπάνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις με το να δεχτεί ότι συντελέστηκε η αυτοδίκαιη οριστική παραλαβή του επίδικου έργου στις 29-8-2011, ήτοι μετά τη βεβαίωση της περάτωσης των εργασιών από την Τεχνική Υπηρεσία της ΔΕΥΑ - Ναυπλίου (αναιρεσείουσας), την τελική επιμέτρηση των εργασιών από την ανάδοχο του έργου (αναιρεσίβλητη) εντός διμήνου από τη βεβαίωση περάτωσης των εργασιών, την πάροδο από το χρόνο περάτωσης του έργου, αφενός της προθεσμίας των έξι μηνών χωρίς να γίνει προσωρινή παραλαβή αυτού, αφετέρου δε της προθεσμίας των δεκαπέντε μηνών της εγγύησης, χωρίς να διενεργηθεί μέσα σε δύο μήνες από τη λήξη της η οριστική παραλαβή του και τέλος (μετά τη λήξη των άνω προθεσμιών) την άπρακτη πάροδο των (30) ημερών από την εξώδικη όχληση της αναιρεσίβλητης στις 29-7-2011. Όσον δε αφορά την τελευταία (σχετική εξώδικη όχληση), το Εφετείο ορθά έκρινε ότι με την επικαλούμενη στο αναιρετήριο διατύπωση του προαναφερόμενου από 29-7-2011 εγγράφου της αναιρεσίβλητης διαλαμβάνεται σε αυτό και η κατά τις εφαρμοσθείσες ως άνω διατάξεις προβλεπόμενη "σχετική όχληση", καθόσον το περιεχόμενό της πληρούσε όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις και ειδικότερα τον κατά τρόπο ορισμένο, σαφή και απαλλαγμένο αιρέσεως ή άλλου όρου προσδιορισμό της αιτούμενης παροχής, συνισταμένης στη μη συντελεσθείσα μέχρι τότε οριστική παραλαβή του ένδικου έργου χωρίς να έχει οποιαδήποτε σημασία το γεγονός, ότι αυτή (όχληση) δεν είχε κάποιον (περισσότερο) πανηγυρικό χαρακτήρα, αφού αρκεί η όχληση να είναι έγγραφη και χωρίς βέβαια η χρήση του ρήματος "παρακαλώ" να αναιρεί την ύπαρξή της στο περιεχόμενο του ως άνω εγγράφου, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η αναιρεσείουσα. Επομένως ο πρώτος από το άρθρο 559 αρ.1 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος. Περαιτέρω, οι αναιρετικές πλημμέλειες από το άρθρο 559 αρ. 1 και 19 ΚΠολΔ ιδρύονται μόνο σε περίπτωση που ο φερόμενος ως παραβιαζόμενος κανόνας είναι ουσιαστικού δικαίου, δηλ. κανόνας που ρυθμίζει τις βιοτικές σχέσεις, την κτήση των δικαιωμάτων και τη γένεση των υποχρεώσεων και επιβάλλει κυρώσεις για την μη τήρηση αυτών, ενώ δεν ιδρύονται οι λόγοι των αριθ. 1 και 19 επί παραβιάσεως κανόνων του δικονομικού δικαίου, ήτοι κανόνων που καθορίζουν τον τρόπο, τα όργανα και την μορφή της ένδικης προστασίας (ΑΠ 1140/2005). Τέτοιας δε φύσης, (δικονομικού χαρακτήρα), είναι και οι κανόνες του άρθρου 77 ν.3669/2008, κατά το μέρος που ρυθμίζουν τη διαδικασία εκδίκασης της ενώπιον του πολιτικού Εφετείου προσφυγής ή αγωγής από τη σύμβαση κατασκευής δημόσιου έργου.
Στην προκείμενη περίπτωση, με το δεύτερο λόγο της αίτησής της, η αναιρεσείουσα μέμφεται την προσβαλλόμενη απόφαση για πλημμέλειες από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, υποστηρίζοντες ότι το Εφετείο που την εξέδωσε, δεχόμενο "την προσφυγή της αναιρεσίβλητης και ως αγωγής, ενώ το δικόγραφο ήταν μόνο προσφυγή", παραβίασε ευθέως και εκ πλαγίου τις διατάξεις του άρθρου 77 ν.3669/2008, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 63 και 71 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, επειδή, κατά τους ισχυρισμούς της, αν και δέχτηκε την ουσιαστική βασιμότητα της προσφυγής, ως προσφυγής, στο διατακτικό της περιλαμβάνει διάταξη που μόνο στην περίπτωση άσκησης αγωγής μπορούσε να περιληφθεί, χωρίς να περιέχεται σε αυτή (απόφαση) οποιαδήποτε αιτιολογία "περί της παραδοχής της προσφυγής και ως αγωγής, ώστε να είναι δυνατή η συμπερίληψη και διάταξη περί αναγνώρισης και χρηματικής οφειλής".
Με τέτοιο όμως περιεχόμενο ο λόγος αυτός του αναιρετηρίου, ανεξαρτήτως της αοριστίας του, είναι κατά εκτιθέμενα στην αμέσως παραπάνω μείζονα σκέψη, απαράδεκτος, προεχόντως γιατί οι φερόμενοι ως παραβιασθέντες κανόνες είναι δικονομικού και όχι ουσιαστικού δικαίου. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει η κρινόμενη αίτηση, που δεν περιέχει άλλους λόγους αναίρεσης, να απορριφθεί στο σύνολο της και να διαταχθεί κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, που προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012, η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου των τριακοσίων (300,00) ευρώ, το οποίο καταβλήθηκε από την αναιρεσείουσα, όπως προκύπτει από την υπ' αριθ.4/2015 έκθεση κατάθεσης της αίτησης αναίρεσης. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, που κατέθεσε προτάσεις, πρέπει, κατά το σχετικό νόμιμο αίτημά της, να επιβληθούν σε βάρος της αναιρεσείουσας, λόγω της ήττας της, (άρθρα 176, 183, 189, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) μειωμένα όμως κατά το μέτρο των άρθρων 276 παρ.1 και 281 παρ.2 Ν.3463/2006 (ΑΠ 1091/2018), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 2/1/2015 αίτηση της Δημοτικής Επιχείρησης Ύδρευσης - Αποχέτευσης Ναυπλίου για αναίρεση της υπ' αριθ. 105/2014 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Ναυπλίου.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου των τριακοσίων (300,00) ευρώ στο Δημόσιο Ταμείο.
Επιβάλλει στην αναιρεσείουσα τα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων τριακοσίων πενήντα (1350) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 21 Μαΐου 2018.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 4 Αυγούστου 2020.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή