ΑΡΙΘΜΟΣ 1249/2016
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου (κωλυομένης της Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Βιολέττας Κυτέα, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 38/2016 πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου), Αγγελική Αλειφεροπούλου, Δημήτριο Χονδρογιάννη, Διονυσία Μπιτζούνη και Ιωάννη Μπαλιτσάρη-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Μαρτίου 2016, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κατσιρώδη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Γεράσιμου Βάλσαμου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντα - κατηγορουμένου Γ. Β. του Α., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ευάγγελο Σταμκόπουλο, περί αναιρέσεως της υπ’ αριθ.46, 47/2015 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 23 Σεπτεμβρίου 2015 αίτησή του αναίρεσης, επιδοθείσα στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την 25 Σεπτεμβρίου 2015, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1067/2015.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντα, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά μεν την διάταξη του άρθρου 302 παρ. 1 του Π Κ, "Όποιος επιφέρει από αμέλεια τον θάνατο άλλου τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών". Κατά δε την διάταξη του άρθρου 28 ΠΚ "από αμέλεια πράττει όποιος από έλλειψη της προσοχής, την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει, είτε δεν προέβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του, είτε το προέβλεψε ως δυνατό, πίστεψε όμως ότι δεν θα επερχόταν". Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, ότι για τη θεμελίωση της αξιοποίνου πράξεως της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, απαιτείται αντικειμενικώς μεν πρόκληση θανατώσεως άλλου, υποκειμενικώς δε, α) μη καταβολή από το δράστη της επιβαλλομένης κατ’ αντικειμενική κρίση, προσοχής, την οποία κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος οφείλει υπό τις ίδιες περιστάσεις να καταβάλει, βάσει των νομικών κανόνων, των συνηθειών που επικρατούν στις συναλλαγές και της κοινής πείρας και λογικής και με βάση τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων και β) δυνατότητα αυτού, βάσει των προσωπικών περιστάσεων, γνώσεων και ικανοτήτων του, να προβλέψει και αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο, από έλλειψη της προαναφερομένης προσοχής, είτε δεν προέβλεψε (μη συνειδητή αμέλεια), είτε το προέβλεψε ως δυνατό, πίστευε όμως ότι δεν θα επερχόταν (συνειδητή αμέλεια) και γ) να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της πράξεως ή παραλείψεως του δράστη και του επελθόντος αποτελέσματος. Η παράλειψη ως έννοια, ενυπάρχει σε κάθε είδος αμέλειας, αφού το ένα σκέλος της ευθύνης συνίσταται, στην μη καταβολή της προσοχής, δηλαδή σε παράλειψη. Η τυχόν συντρέχουσα συνυπαιτιότητα του παθόντος ή και τρίτου, δεν αναιρεί την ύπαρξη αμελείας του δράστη και την ποινική ευθύνη του, εκτός εάν αυτή συνετέλεσε αποκλειστικώς στο αποτέλεσμα που επήλθε, οπότε αίρεται ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ενεργείας ή της παραλείψεως του δράστη και του αποτελέσματος. Όταν το έγκλημα είναι απότοκο της συγκλίνουσας αμέλειας περισσοτέρων προσώπων, το καθένα από αυτά ευθύνεται αυτοτελώς και ανεξαρτήτως των άλλων, μέσα στα πλαίσια της αμέλειας που επέδειξε και εφ’ όσον το επελθόν αποτέλεσμα τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο προς αυτήν. Κατά την επικρατούσα δε απόλυτα στο ποινικό δίκαιο αρχή του ισοδύναμου των όρων, (conditio sine qua non), κάθε όρος του αποτελέσματος είναι χαρακτηριστέος ως αιτία.
Συνεπώς, αν μεταξύ των παραγωγικών όρων του αποτελέσματος στη συγκεκριμένη περίπτωση περιλαμβάνεται και η ανθρώπινη ενέργεια ή αποχή από συγκεκριμένη ενέργεια, τότε υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ ενέργειας ή παράλειψης και αποτελέσματος, έστω και αν σύγχρονα η μεταγενέστερα συνέτρεξε προς παραγωγή του αποτελέσματος και άλλη, ανθρώπινη ενέργεια ή παράλειψη. Έτσι και εκεί που υπάρχει συντρέχουσα αμέλεια του παρεμβαλλομένου, που συχνά μάλιστα είναι ο παθών, το γεγονός αυτό δεν εμποδίζει τον καταλογισμό ευθύνης στον πράττοντα. Μόνο δε όταν η αμέλεια του παθόντος ή τρίτου συνετέλεσε αποκλειστικά στην επέλευση του ζημιογόνου γεγονότος διακόπτεται ο αντικειμενικός αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της πράξεως ή παραλείψεως του δράστη και του αποτελέσματος. Περαιτέρω, η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, υπάρχει προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, όταν εκτίθενται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, και αναφέρονται οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους υπήχθησαν τα περιστατικά (που απεδείχθησαν) στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωσις του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει από την απόφαση με βεβαιότητα, ότι έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί όλα στο σύνολο τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για την βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, κατά το είδος τους, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα από αυτά, δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα, ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται η αποδεικτική βαρύτητα εκάστου. Ούτε αποτελούν λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμησις των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμησις εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγησις των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψις αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου κεχωρισμένως και η παράλειψις της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίσις του δικαστηρίου της ουσίας (ΟλΑΠ 1/2005). Η κατά τα ανωτέρω επιβαλλομένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, πρέπει να εκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, εκείνους δηλαδή που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τα άρθρα 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 ΚΠΔ, από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ή της ικανότητας για καταλογισμό ή στη μείωση αυτής ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξης ή τη μείωση της ποινής, εφ’ όσον, όμως, αυτοί προβάλλονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία είναι αναγκαία κατά την οικεία διάταξη για τη θεμελίωσή τους. Διαφορετικά, το δικαστήριο της ουσίας δεν υπέχει υποχρέωση να απαντήσει αιτιολογημένα στην απόρριψή τους. Όμως, η υπό του κατηγορουμένου άρνηση του νομικού χαρακτηρισμού της πράξεως που του αποδίδεται, δεν συνιστά αυτοτελή ισχυρισμό, αλλά άρνηση της κατηγορίας, όπως κατά τα αντικειμενικά και υποκειμενικά της στοιχεία εξειδικεύεται στο κατηγορητήριο (ΑΠ 175/2014). Επομένως, ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου, περί μεταβολής της κατηγορίας από ανθρωποκτονία από αμέλεια σε απλή σωματική βλάβη από αμέλεια, δε συνιστά αυτοτελή ισχυρισμό, υπό της εκτεθείσα έννοια, αλλά αρνητικό της κατηγορίας ισχυρισμό. Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει, όταν το δικαστήριο αποδίδει σ’ αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται, όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι απεδείχθησαν, στην εφαρμοσθείσα διάταξη, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για τον λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στον συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως. Περαιτέρω, ενόψει της διακρίσεως της αμέλειας σε συνειδητή και άνευ συνειδήσεως, το δικαστήριο της ουσίας όταν απαγγέλλει καταδίκη για έγκλημα από αμέλεια, πρέπει να εκθέτει στην απόφασή του με σαφήνεια ποιο από τα είδη αμέλειας συνέτρεξε στη συγκεκριμένη περίπτωση, γιατί, αν δεν εκθέτει τούτο σαφώς ή δέχεται και τα δύο είδη, δημιουργείται ασάφεια και αντίφαση, η οποία καθιστά ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή της ανωτέρω ουσιαστικής ποινικής διατάξεως και ιδρύεται απ` αυτό λόγος αναιρέσεως για έλλειψη νομίμου βάσεως, κατά το ως άνω άρθρο 510 παρ 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠΔ.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 46-47/2015 απόφασή του, το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, δέχθηκε, κατά λέξη, τα εξής: "Επειδή από την χωρίς όρκο κατάθεση της πολιτικώς ενάγουσας, από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας και της υπεράσπισης του κατηγορουμένου, που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχονται στα κατωτέρω αναφερόμενα πρακτικά της δημόσιας συνεδριάσεως, από την ανάγνωση όλων ανεξαιρέτως των προαναφερομένων εγγράφων, που λεπτομερώς αναφέρονται στα ταυτάριθμα, με την παρούσα απόφαση, πρακτικά της δημόσιας συνεδριάσεως του παρόντος Δικαστηρίου και που βρίσκονται στην παρούσα δικογραφία, την απολογία του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, καθώς και από την όλη, εν γένει, αποδεικτική διαδικασία αποδείχθηκε και το Δικαστήριο τούτο πείσθηκε ότι: Στις 13 Αυγούστου 2008 τις μεσημβρινές ώρες ο κατηγορούμενος Β. Γ. του Α., δικηγόρος Θεσσαλονίκης από τις 12-10-2001, είχε σταθμεύσει, ανάμεσα σε άλλα σταθμευμένο οχήματα, το υπ’ αριθμό κυκλοφορίας ... 1ΧΚ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του, επί της οδού ... στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και στο ύψος του αριθμού …, μετά τη διασταύρωση αυτής με την οδό ..., δίπλα από το δεξιό πεζοδρόμιο αυτής, έξω από το κτήριο της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά τη φορά κίνησης των οχημάτων προς τη παραλιακή οδό .... Το γεγονός ότι το αυτοκίνητο ήταν σταθμευμένο δίπλα από το δεξιό πεζοδρόμιο και όχι δίπλα από το αριστερό πεζοδρόμιο κατά τη φορά κίνησης των επ’ αυτής οχημάτων, όπως εσφαλμένως εμφαίνεται στο μετά τη πάροδο σαράντα ημερών περίπου συνταχθέν σχεδιάγραμμα της Τροχαίας, καταθέτουν τόσο η πολιτικώς ενάγουσα, όσο και οι εξετασθέντες μάρτυρες, σύζυγος και μητέρα του κατηγορουμένου και δέχεται ο κατηγορούμενος στην απολογία του. Η οδός ..., στο ύψος του αριθμού …, όπου έλαβε χώρα το τροχαίο ατύχημα, είναι μονόδρομος με κατεύθυνση τη παραλιακή οδό ... και έχει πλάτος οδοστρώματος 9 μέτρων, με τρεις λωρίδες κυκλοφορίας, εκ των οποίων η προς τα αριστερά και η προς τα δεξιά λωρίδες καταλαμβάνονται κατά το μεγαλύτερο τμήμα τους από σταθμευμένα αυτοκίνητα. Στο σημείο αυτό δεν περιορίζεται η ορατότητα, ενώ οι καιρικές συνθήκες ήταν καλές, η δε κατάσταση του οδοστρώματος ξηρά. Η κίνηση επί της οδού αυτής, ειδικά όταν ανάβει το πράσινο φως του σηματοδότη στη διασταύρωση αυτής με την οδό ... για τα κινούμενα στην οδό ... οχήματα, είναι πυκνή. Περί ώρα 15.15 μμ. ο κατηγορούμενος επιχείρησε να εξέλθει από τη θέση που ήταν σταθμευμένο το αυτοκίνητο του για να συνεχίσει τη πορεία του προς τη παραλιακή οδό ..., Κατά την έξοδό του από τη θέση στάθμευσης, όπου βρισκόταν προηγουμένως, η οποία ήταν βεβιασμένη προκειμένου να προλάβει να μην ανάψει το πράσινο φως του σηματοδότη για τα κινούμενα σε αυτήν οχήματα στη ανωτέρω διασταύρωση των οδών ... και ..., ο κατηγορούμενος κινήθηκε προς τα αριστερά και προς τη μόνη ελεύθερη λωρίδα κυκλοφορίας (τη μεσαία), χωρίς όμως προηγουμένως, από έλλειψη της προσοχής του που όφειλε σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 1 του Ν, 2696/1999 (ΚΟΚ) και μπορούσε κατά τις πιο πάνω περιστάσεις να καταβάλει, να βεβαιωθεί ότι μπορούσε να πράξη τούτο χωρίς κίνδυνο των χρηστών της οδού που κινούντο πίσω του στην ιδία προς αυτόν κατεύθυνση, λαμβάνοντας υπόψη
τη θέση, κατεύθυνση και ταχύτητα των όπισθεν αυτού κινούμενων οχημάτων, με συνέπεια, τη στιγμή που το αυτοκίνητό του σχεδόν είχε ευθυγραμμισθεί με τον άξονα της οδού, να παρεμβληθεί στη πορεία της όπισθεν αυτού κινούμενης με ταχύτητα περίπου 45 - 50 χιλιομέτρων την ώρα υπ’ αριθμό κυκλοφορίας ... δίκυκλης μοτοσυκλέτας, που βρισκόταν τη στιγμή εκείνη σε απόσταση δέκα περίπου μέτρων πριν το αυτοκίνητο και κινείτο επίσης με κατεύθυνση τη παραλιακή οδό ..., με επιβαίνοντα τον Ζ. Ν. του Μ., ηλικίας 35 ετών. Ο οδηγός της μοτοσυκλέτας, ο οποίος επίσης δεν είχε τεταμένη τη προσοχή του κατά την οδήγηση ώστε να μπορεί να αντιδρά έγκαιρα σε κάθε αναφαινόμενο εμπόδιο επί της οδού και ειδικότερα στη συγκεκριμένη περίπτωση με τον κατάλληλο προς τα αριστερά ελιγμό να προσπεράσει από τα αριστερά, όπου είχε χώρο, με ασφάλεια το εξερχόμενο από τη θέση στάθμευσης αυτοκίνητο του κατηγορουμένου, ούτε είχε περαιτέρω μειώσει τη ταχύτητα της μοτοσυκλέτας ώστε να μπορεί με τη χρήση της πέδης να διακόψει τη πορεία του ενόψει της ύπαρξης πολλών σταθμευμένων οχημάτων δεξιά και αριστερά της οδού, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο πρόσκρουσης της μοτοσυκλέτας στο αυτοκίνητο του κατηγορουμένου και προκειμένου να αποφύγει τη σύγκρουση, προσπάθησε να ελιχθεί προς τα αριστερά με ταυτόχρονη χρήση της πέδης, πλην όμως λόγω της εγγύτητας των οχημάτων ανεπιτυχώς, κατά δε τη προσπάθειά του αυτή απώλεσε την ισορροπία του και έπεσε στο οδόστρωμα με τη μοτοσυκλέτα, χωρίς τα δυο οχήματα να έλθουν σε επαφή μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να τραυματισθεί στο αριστερό πόδι του. Λόγω της πτώσης αυτής ο παθών Ζ. Ν. υπέστη κάκωση αριστερής ποδοκνημικής, ταρσού και αγκώνα χωρίς κάταγμα, καθώς και θλάση αριστερής γαστροκνημιαίας και διακομίσθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης "Άγιος Παύλος", απ’ όπου εξήλθε την ίδια ημέρα για κατ’ οίκον νοσηλεία, αφού προηγουμένως του έγινε περιποίηση των τραυμάτων, του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή και του δόθηκαν οδηγίες. Ακολούθησε ιατρική παρακολούθηση της υγείας του από ιατρούς του ασφαλιστικού του φορέα κατά την οποία του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή που περιείχε τη λήψη του φαρμάκου Cyclo 3 fort caps, φάρμακο που χορηγείται για τη βελτίωση της φλεβικής κυκλοφορίας και των οιδημάτων. Στις 21-8-2008 ο παθών υποβλήθηκε σε μαγνητική τομογραφία από την οποία διαπιστώθηκε διάχυτο οίδημα του ινολιπώδους στρώματος της άρθρωσης και εικόνα θλάσης των καμπτήρων του μεγάλου δακτύλου και των δακτύλων, όπισθεν της κνήμης, παθολογική συλλογή προς το έξω διαμέρισμα και μικρή συλλογή στο έλυθρο του οπισθίου κνημιαίου, χωρίς εμφάνιση εικόνας κατάγματος, οστεοπόρωσης ή λυτικής βλάβης. Συνέπεια όμως του πιο πάνω τραυματισμού του, της κάκωσης δηλαδή που υπέστη στο αριστερό του άκρο, ο Ζ. Ν. υπέστη στη συνέχεια φλεβική θρόμβωση των κάτω άκρων και ειδικότερα θρόμβωση του εν τω βάθει φλεβικού δικτύου της αριστερής κνήμης. Ακολούθως υπήρξε αποκόλληση του θρόμβου αυτού, ο οποίος έφθασε στη πνευμονική αρτηρία του παθόντος προκαλώντας του μαζική πνευμονική εμβολή. Ειδικότερα τις βραδινές ώρες της 5ης Σεπτεμβρίου 2008, ήτοι είκοσι τρεις (23) ημέρες μετά το συμβάν, ο Ζ. Ν. αισθάνθηκε έντονη δύσπνοια και πόνο στο στήθος και μεταφέρθηκε επειγόντως στο Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης "Γ. Παπανικολάου", όπου μετά από λίγο εξέπνευσε λόγω της μαζικής πνευμονικής εμβολής που υπέστη από την αποκόλληση του θρόμβου που είχε δημιουργηθεί στο εν τω βάθει φλεβικό δίκτυο της αριστερής του κνήμης, συνεπεία της κάκωσης που υπέστη από το προαναφερθέν τροχαίο ατύχημα, εκ του οποίου ως μόνης ενεργού αιτίας επήλθε ο θάνατος αυτού (βλ. την υπ’ αριθ. .../9-9- 2008 ιατροδικαστική έκθεση του ιατροδικαστή Π. Μ. που αναγνώσθηκε). Στο ίδιο ουσιαστικό συμπέρασμα, καθόσον αφορά την αιτία θανάτου του παθόντος, κατέληξε μετά από μελέτη όλων των σχετικών στοιχείων του ιατρικού φακέλου και ο ορισθείς στο πλαίσιο της αστικής δίκης πραγματογνώμων ιατρός (ορθοπεδικός χειρούργος) Ε. Κ., ο οποίος στην αναγνωσθείσα από 14-5-2010 έκθεση ιατρικής πραγματογνωμοσύνης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι από μία σχετικά επιπόλαιη κάκωση στο επίπεδο της γαστροκνημίας και χωρίς να υπάρχουν τεκμηριωμένα άλλοι προδιαθεσιακοί παράγοντες, ο παθών Ζ. Ν. ανέπτυξε αθόρυβη και ασυμπτωματική εν τω βάθει φλεβοθρόμβωση, που εγκαταστάθηκε πιθανότατα το πρώτο δεκαήμερο από την ημέρα του ατυχήματος, επεκτάθηκε κατά μήκος του εν τω βάθει φλεβικού δικτύου της γαστροκνημίας και ταχύτητα προκάλεσε τη θανατηφόρα επιπλοκή της μαζικής πνευμονικής εμβολής. Επίσης και ο ιατρός χειρούργος - τραυματιολόγος Ε. Τ. στην από 27-1-2009 ιατρική του γνωμάτευσή που αναγνώσθηκε καταλήγει ότι υφίσταται άμεση σχέση αιτίου και αποτελέσματος μεταξύ του προηγηθέντος ατυχήματος με κάκωση κάτω άκρου, δημιουργίας φλεβικής θρόμβωσης της γαστροκνημίας, που εμφανίζεται συνήθως επί τραυματισμών μετά από μεγάλες ή έστω και μικρές κακώσεις των κάτω άκρων, και επακολουθήσασας πνευμονικής εμβολής, ως αιτίας θανάτου του παθόντος. Αλλά για τη παραπάνω αιτία θανάτου του παθόντος αποφάνθηκε θετικά, μετά από μελέτη των ίδιων ιατρικών εγγράφων, και ο ιατρός χειρουργός ορθοπεδικός Δ. Π. με σχετική από 2-11-2009 ιατρική του γνωμοδότηση προς την ασφαλιστική εταιρεία στην οποία ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη το ΙΧΕ αυτοκίνητο του κατηγορουμένου, όπου διαλαμβάνεται ότι οποιαδήποτε συνθλιπτική κάκωση της μάζας της γαστροκνημίας, άλλοτε άλλου βαθμού βαρύτητας, οποιοσδήποτε αιτιολογίας, είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει θρόμβωση του εν τω βάθει φλεβικού δικτύου της, όπως στη προκειμένη περίπτωση η περιγραφείσα θλάση από το ατύχημα και για το λόγο αυτό επισημαίνεται η παράλειψη των θεραπόντων ιατρών να χορηγήσουν στον παθόντα για το μετά τον τραυματισμό του χρονικό διάστημα και αντιπηκτική αγωγή. Οι αντίθετες καταθέσεις των εξετασθέντων στο ακροατήριο μαρτύρων υπεράσπισης Θ. Γ., ιατρού αγγειοχειρουργού και Γ. Η., ιατρού παθολόγου, καθηγητών ιατρικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης, ως και η από 25-8-2011 ιατροδικαστική γνωμοδότηση του καθηγητή της ιατροδικαστικής του ιδίου Πανεπιστημίου Ψ. Δ. που χαρακτηρίζει παρακινδυνευμένο το πόρισμα της ιατροδικαστικής έκθεσης, ότι η σχηματισθείσα θρόμβωση, λόγω έλλειψης συμπτωμάτων (οιδήματος, πόνων" ερυθήματος στη πάσχουσα περιοχή) και έλλειψης σχετικής ένδειξης στη μαγνητική τομογραφία δεν μπορεί να έχει σχέση με τη προηγηθείσα κάκωση, αλλά μπορεί να οφείλεται σε άλλους παράγοντες, όπως λχ στην έλλειψη πρωτεΐνης C και S ή στην επιδείνωση της κατάστασης λόγω κινήσεων του παθόντος ή στη φυσικοθεραπεία (σημειώνεται ότι ο παθών έκανε μία μόνο φυσιοθεραπεία) ή σε παρατεταμένο κλινοστατισμό ή ακινησία του ασθενούς ή σε νεώτερο τραυματισμό του, δεν κρίνονται πειστικές, ενόψει των όσων προαναφέρθηκαν και του γεγονότος ότι από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε η συνδρομή κάποιου εκ των πιο πάνω προδιαθεσιακών παραγόντων στο πρόσωπο του παθόντος. Αλλά και οι ίδιοι οι ως άνω εξετασθέντες μάρτυρες δέχονται ότι η θρόμβωση μπορεί να μην δημιουργηθεί αμέσως μετά τη κάκωση, αλλά μετά τη παρέλευση κάποιου χρονικού διαστήματος που δεν μπορεί να υπερβαίνει την μια εβδομάδα περίπου, στη δε προκειμένη περίπτωση η μαγνητική τομογραφία διενεργήθηκε ακριβώς μία εβδομάδα μετά το ατύχημα και για το λόγο αυτό προφανώς δεν απεικόνισε σημεία φλεβικής θρόμβωσης. Από κανένα στοιχείο συνεπώς δεν αποδείχθηκε ότι ο θάνατος του παθόντος θα επερχόταν και εάν ακόμη δεν μεσολαβούσε ο ανωτέρω περιγραφείς τραυματισμός αυτού που προκλήθηκε κατά το πιο πάνω τροχαίο ατύχημα. Με βάση τα προεκτεθέντα αποδείχθηκε ότι ο έστω ελαφρύς τραυματισμός του παθόντος Ν. Ζ. κατά το προαναφερθέν τροχαίο ατύχημα, που προκάλεσε η προπεριγραφείσα συμπεριφορά του κατηγορουμένου, τελεί σε αιτιώδη σχέση με τον θάνατο του παθόντος εξαιτίας μαζικής πνευμονικής εμβολής" απορριπτομένου του αρνητικού της κατηγορίας ισχυρισμού του κατηγορουμένου περί διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της (αμελούς) συμπεριφοράς αυτού και του επελθόντος αποτελέσματος (θανάτου). Ο κατηγορούμενος, ως μέσος συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος, θα μπορούσε να προβλέψει το επελθόν αποτέλεσμα, το οποίο δεν συνιστά ασυνήθιστο και απρόβλεπτο γεγονός, αφού οι τραυματισμοί και ειδικότερα τα κακώσεις των κάτω άκρων αποτελούν την συνήθη αιτία δημιουργίας φλεβικών θρόμβων που μπορούν να επιφέρουν ακόμη και το θάνατο του παθόντος, έστω και εάν η επιπλοκή αυτή δεν είναι συνήθης σε άτομα μικρής ηλικίας, όπως ο παθών. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω και ανεξαρτήτως της μικρής συνυπαιτιότητας του παθόντος στη πρόκληση του πιο πάνω ατυχήματος" αποδείχθηκε ότι ο παρών κατηγορούμενος οδηγώντας το υπ’ αριθμό κυκλοφορίας ... ΙΧΕ αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας του, από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει προκάλεσε με τη συμπεριφορά του το θάνατο του παθόντος, χωρίς να προβλέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η ανωτέρω συμπεριφορά του και ειδικότερα στον ανωτέρω τόπο και κατά τον προαναφερθέντα χρόνο, κατά την εκτέλεση από τον κατηγορούμενο προς τα αριστερά ελιγμού, προκειμένου να εξέλθει από θέση στάθμευσης, παρέλειψε να βεβαιωθεί ότι μπορούσε να πράξει τούτο χωρίς κίνδυνο ή παρακώλυση των όπισθεν αυτού κινούμενων οδηγών, με αποτέλεσμα λόγω της βεβιασμένης εξόδου του να αποκόψει τη πορεία της κινούμενης πίσω από αυτόν και σε μικρή απόσταση με αριθμό κυκλοφορίας ... δίκυκλης μοτοσυκλέτας με επιβαίνοντα τον παθόντα Ζ. Ν., ο οδηγός της οποίας, προκειμένου να αποφύγει τη σύγκρουση, επιχείρησε ανεπιτυχώς αποφευκτικό προς τα αριστερά ελιγμό με ταυτόχρονη χρήση της πέδης, με συνέπεια να απωλέσει τη ισορροπία του και να πέσει στο οδόστρωμα μαζί με τη μοτοσυκλέτα και να τραυματισθεί στη περιοχή της αριστερής ποδοκνημικής, εξαιτίας του οποίου τραυματισμού προκλήθηκε στη συνεχεία θρόμβωση του εν τω βάθει φλεβικού δικτύου της αριστερής ποδοκνημικής και συνεπεία της θρόμβωσης αυτής μαζική πνευμονική εμβολή, από την οποία επήλθε ο θάνατος αυτού στις 5-9-2008, του οποίου (θανάτου) επομένως ως μόνη ενεργός αιτία υπήρξε ο πιο πάνω τραυματισμός του παθόντος κατά το εν λόγω ατύχημα.
Συνεπώς ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος της πράξης της ανθρωποκτονίας από αμέλεια που του αποδίδεται με το κλητήριο θέσπισμα, με το ελαφρυντικό του ότι μέχρι τη τέλεση της πράξης του έζησε έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και εν γένει κοινωνική ζωή (άρθρο 84 παρ. 2 στοιχείο α ΠΚ), το οποίο ήδη του αναγνωρίσθηκε με την προσβαλλομένη απόφαση του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου.". Στην συνέχεια εκήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα, ωσαύτως κατά λέξη, του ότι: "Στον παρακάτω τόπο και χρόνο με παράνομη πράξη την οποία τέλεσε πραγμάτωσε έγκλημα (πλημμέλημα) που τιμωρείται κατά το νόμο με πρόσκαιρη στερητική της ελευθερίας ποινή και συγκεκριμένα: Στη Θεσσαλονίκη και στις 13-8-2008 και περί ώρα 15:15, από αμέλεια του, δηλαδή από την έλλειψη της προσοχής που όφειλε από τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλλει, προκάλεσε το θάνατο άλλου, χωρίς να προβλέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα που παρήχθη από την παρακάτω πράξη του και ειδικότερα: στον ως άνω τόπο και χρόνο και αφού είχε σταθμεύσει το υπό στοιχεία κυκλοφορίας ... Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του επί της οδού ..., και στο ύψος του οικοδομικού αριθμού 11 αυτής στο δεξιό πεζοδρόμιο της οδού κατά τη φορά της νόμιμης κίνησης των οχημάτων, ήτοι προς την λεωφόρο ..., αφού έθεσε σε κίνηση τον κινητήρα του οχήματος του, επεχείρησε να εξέλθει από τη θέση στάθμευσης κινούμενος μπροστά και αριστερά, χωρίς όμως, όπως όφειλε και μπορούσε από τις περιστάσεις, να βεβαιωθεί αν μπορούσε να πράξει τούτο χωρίς κίνδυνο ή άλλη όχληση των υπολοίπων χρηστών της οδού με αποτέλεσμα η όπισθεν κινούμενη υπό στοιχεία κυκλοφορίας ... δίκυκλη μοτοσικλέτα την οποία οδηγούσε ο θανών Ν. Ζ. και κινείτο επί της οδού ..., με νόμιμη κίνηση προς τη λεωφόρο ..., λόγω του αιφνιδιασμού του Ν. Ζ., ο οποίος πραγματοποίησε μεν αποφευκτικό ελιγμό, προκειμένου να αποφύγει τη σύγκρουση με το όχημα του κατηγορουμένου, πλην όμως λόγω της εγγύτητας των δύο οχημάτων και του ελάχιστου χρόνου που είχε στη διάθεση του ο θανών για να αντιδράσει δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την κίνηση του, να εκτραπεί και να πέσει και μαζί με αυτήν και ο θανών στο οδόστρωμα της οδού .... Λόγω της πτώσεως αυτής ο θανών Ν. Ζ. τραυματίστηκε αρχικώς στην αριστερή ποδοκνημική άρθρωση και κνήμη και νοσηλεύτηκε αυθημερόν στο Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης "Άγιος Παύλος" στην ορθοπεδική και στην χειρουργική κλινική αυτού με αιτιολογία κάκωση (αρ) ποδοκνημικής - ταρσού - αγκώνα, χωρίς κάταγμα, καθώς και θλάση γαστροκνημιαίας και εξήλθε του Νοσοκομείου την ίδια ημέρα. Συνεπεία όμως του τραυματισμού του αυτού, της κάκωσης δηλαδή που υπέστη στο αριστερό του άκρο, ο Ν. Ζ. υπέστη φλεβική θρόμβωση των κάτω άκρων και ειδικότερα θρόμβωση του εν τω βάθει φλεβικού δικτύου της αριστερής κνήμης. Ακολούθως υπήρξε αποκόλληση του θρόμβου αυτού ο οποίος έφθασε στην πνευμονική αρτηρία του θανόντος προκαλώντας του πνευμονική εμβολή. Ειδικότερα ο Ν. Ζ. τις βραδινές ώρες της 05-9-2008, ήτοι είκοσι τρεις (23) ημέρες μετά το συμβάν, μεταφέρθηκε με το ΕΚΑΒ στο Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης "Παπανικολάου", όπου μετά από λίγο εξέπνευσε λόγω της πνευμονικής εμβολής που υπέστη από την αποκόλληση του θρόμβου που δημιουργήθηκε στο εν τω βάθει φλεβικό δίκτυο της αριστερής του κνήμης συνεπεία της κάκωσης που υπέστη από το προαναφερθέν τροχαίο ατύχημα, εκ του οποίων ως μόνης ενεργού αιτίας επήλθε ο θάνατος του.". Με αυτά που δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, που επιβάλλουν οι ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, αφού εκθέτει σ’ αυτήν, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία απεδείχθησαν κατά την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της πράξεως για την οποία καταδικάσθηκε ο κατηγορούμενος, τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1 εδ. β’ , 28 και 302 παρ. 1 του ΠΚ, που εφάρμοσε, τις οποίες, ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου, με ελλιπείς ή ασαφείς ή αντιφατικές παραδοχές παραβίασε. Ειδικότερα, στο αιτιολογικό, συμπληρούμενο παραδεκτώς από το διατακτικό, εκτίθενται οι ακριβείς συνθήκες του εν λόγω τροχαίου ατυχήματος και ο κατ’ αυτό θάνατος του παθόντος, και ειδικότερον εκτίθεται, ότι στις 13 Αυγούστου 2008 και περί ώρα 15.15’ , ενώ επικρατούσαν καλές καιρικές συνθήκες, η ορατότητα δεν περιοριζόταν και η κίνηση οχημάτων ήταν πυκνή, ο αναιρεσείων οδηγώντας το αυτοκίνητό του επεχείρησε να εξέλθει από την θέση, που το είχε σταθμεύσει, παρά το δεξιό πεζοδρόμιο και στο ύψος του αριθμού…, της οδού ... της πόλεως της Θεσσαλονίκης, η οποία κατά τον χρόνο αυτόν ήταν μονής κατευθύνσεως, με πλάτος οδοστρώματος 9 μέτρων και με τρεις λωρίδες κυκλοφορίας, εκ των οποίων η δεξιά και η αριστερά ήσαν κατειλημμένες από σταθμευμένα αυτοκίνητα, με συνέπεια μόνον η μεσαία λωρίδα να είναι ελεύθερη για την κίνηση των οχημάτων, προκειμένου να κατευθυνθεί προς την παραλιακή οδό ..., ότι πραγματοποίησε βεβιασμένα την έξοδό του αυτή (θέση σταθμεύσεως), προκειμένου να προλάβει να μην ανάψει το πράσινο φως του σηματοδότη για τα κινούμενα σε αυτήν οχήματα στη ανωτέρω διασταύρωση των οδών ... και ..., και κινήθηκε προς τα αριστερά, προς την μεσαία λωρίδα κυκλοφορίας, ως ούσα η μόνη ελεύθερη λωρίδα κυκλοφορίας, χωρίς προηγουμένως, καταβάλλοντας την προσοχή που όφειλε κατά το άρθρο 21 παρ. 1 του ν. 2696/1999 (ΚΟΚ) και μπορούσε υπό τις ως άνω περιστάσεις να καταβάλει, να βεβαιωθεί ότι μπορούσε να πράξη τούτο χωρίς κίνδυνο των χρηστών της οδού που κινούντο πίσω του στην ιδία με αυτόν κατεύθυνση, λαμβάνοντας υπόψη του την θέση, κατεύθυνση και ταχύτητα αυτών (όπισθεν αυτού κινούμενων οχημάτων), ότι συνέπεια της μη καταβολής υπ’ αυτού της οφειλόμενης αυτής προσοχής, ήταν, κατά την στιγμή που το αυτοκίνητό του σχεδόν είχε ευθυγραμμισθεί προς τον άξονα της οδού, να παρεμβληθεί στην πορεία της όπισθεν αυτού κινούμενης με ταχύτητα περίπου 45 - 50 χιλιομέτρων την ώρα υπ’ αριθμό κυκλοφορίας ... δίκυκλης μοτοσυκλέτας, που βρισκόταν τη στιγμή εκείνη σε απόσταση δέκα περίπου μέτρων πριν το αυτοκίνητο και εκινείτο επίσης με κατεύθυνση τη παραλιακή οδό ..., με οδηγό τον Ζ. Ν. του Μ., ότι ο οδηγός αυτός της μοτοσυκλέτας, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο πρόσκρουσης της μοτοσυκλέτας στο προπορευόμενο αυτοκίνητο του αναιρεσείοντος και προκειμένου να αποφύγει τη σύγκρουση, επεχείρησε ελιγμό προς τα αριστερά με ταυτόχρονη χρήση της πέδης, πλην όμως λόγω της εγγύτητας των οχημάτων ανεπιτυχώς, κατά δε την προσπάθειά του αυτή απώλεσε την ισορροπία του και κατέπεσε στο οδόστρωμα μαζί με τη μοτοσυκλέτα, χωρίς τα δυο οχήματα να έλθουν σε επαφή μεταξύ τους, ότι αποτέλεσμα της πτώσεώς του αυτής ήταν ο ως άνω οδηγός να τραυματισθεί στο αριστερό πόδι του, υποστάς κάκωση αριστερής ποδοκνημικής, ταρσού και αγκώνα χωρίς κάταγμα, καθώς και θλάση αριστερής γαστροκνημιαίας και λόγω των τραυμάτων του αυτών να διακομισθεί στο Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης "Άγιος Παύλος", απ’ όπου εξήλθε την ίδια ημέρα για κατ’ οίκον νοσηλεία, αφού προηγουμένως του έγινε περιποίηση των τραυμάτων, του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή και του εδόθησαν οδηγίες, ότι μετά τούτο η υγεία του παθόντος αυτού παρακολουθείτο από ιατρούς του ασφαλιστικού του φορέα, κατά δε την διάρκεια της ιατρικής αυτής παρακολουθήσεως του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή, συνισταμένη εκτός άλλων και στην λήψη υπ’ αυτού (ως άνω παθόντος) του φαρμάκου Cyclo 3 fort caps,, το οποίο χορηγείται για τη βελτίωση της φλεβικής κυκλοφορίας και των οιδημάτων, ότι στις 21-8-2008 ο παθών υποβλήθηκε σε μαγνητική τομογραφία από την οποία διαπιστώθηκε διάχυτο οίδημα του ινολιπώδους στρώματος της άρθρωσης και εικόνα θλάσης των καμπτήρων του μεγάλου δακτύλου και των δακτύλων, όπισθεν της κνήμης, παθολογική συλλογή προς το έξω διαμέρισμα και μικρή συλλογή στο έλυθρο του οπισθίου κνημιαίου, χωρίς εμφάνιση εικόνας κατάγματος, οστεοπόρωσης ή λυτικής βλάβης, ότι ένεκα της ως άνω κάκωσης που υπέστη στο αριστερό του άκρο, ο εν λόγω παθών υπέστη στη συνέχεια φλεβική θρόμβωση των κάτω άκρων και ειδικότερα θρόμβωση του εν τω βάθει φλεβικού δικτύου της αριστερής κνήμης, ότι ακολούθως αποκολλήθηκε ο θρόμβος αυτός και έφθασε στη πνευμονική αρτηρία του (παθόντος) προκαλώντας του μαζική πνευμονική εμβολή, με αποτέλεσμα τις βραδινές ώρες της 5ης Σεπτεμβρίου 2008, εκ τούτου ως μόνης ενεργού αιτίας να επέλθει ο θάνατός του στο Γενικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης "Γ. Παπανικολάου", όπου μεταφέρθηκε επειγόντως. Περαιτέρω το δικαστήριο στην προσβαλλομένη απόφαση εκθέτει, ότι η αμέλεια του καταδικασθέντος κατηγορουμένου - αναιρεσείοντος στην πρόκληση του τροχαίου αυτού ατυχήματος και της, κατά τον εκτεθέντα τρόπο, συνεπεία αυτού προκλήσεως της θανατώσεως του παθόντος, συνίσταται στο ότι, κατά την εκτέλεση υπ’ αυτού του προς τα αριστερά ελιγμού, προκειμένου να εξέλθει από θέση στάθμευσης, παρέλειψε να βεβαιωθεί, ελέγχοντας την κίνηση επί της εν λόγω οδού, όπως όφειλε και μπορούσε να πράξει, ως μετρίως συνετός οδηγός υπό τις εν λόγω συνθήκες και περιστάσεις, ότι μπορούσε να εκτελέσει την ενέργειά του αυτή χωρίς κίνδυνο ή παρακώλυση των όπισθεν αυτού κινούμενων οδηγών, η ανέλεγκτη δ’ αυτή έξοδός του είχε ως αποτελέσματα, που δεν προέβλεψε, να αποκόψει τη πορεία της κινούμενης πίσω από αυτόν και στην μικρή απόσταση των δέκα μέτρων, ως άνω δίκυκλης μοτοσυκλέτας που οδηγούσε ο παθών, να προκαλέσει, κατά την διάρκεια του αποφευκτικού της συγκρούσεως ελιγμού που ο τελευταίος επιχείρησε, την πτώση του (παθόντος) στο οδόστρωμα και εκ τούτου τον ως άνω τραυματισμό του, και εξαιτίας του τραυματισμού αυτού να προκληθεί θρόμβωση του εν τω βάθει φλεβικού δικτύου της αριστερής ποδοκνημικής του και, συνεπεία της θρόμβωσης αυτής, μαζική πνευμονική εμβολή, από την οποία επήλθε ο θάνατος του παθόντος αυτού στις 5-9-2008. Επίσης ειδικώς εκτίθεται, ότι ο αναιρεσείων, ως μέσος συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος, μπορούσε να προβλέψει τον εκ της ανωτέρω αμελούς συμπεριφοράς του, επελθόντα εκ της θρομβώσεως, κατά ανωτέρω, θάνατο του παθόντος, αφού το αποτέλεσμα αυτό δεν συνιστά ασυνήθιστο και απρόβλεπτο γεγονός, δεδομένου ότι οι τραυματισμοί και ειδικότερα οι κακώσεις των κάτω άκρων αποτελούν την συνήθη αιτία δημιουργίας φλεβικών θρόμβων, που μπορούν να επιφέρουν ακόμη και το θάνατο του παθόντος, έστω και εάν η επιπλοκή αυτή δεν είναι συνήθης σε άτομα μικρής ηλικίας, όπως ο παθών, εκτιθεμένου, κατά τον τρόπο αυτόν, και του αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της αμελούς, κατά τα εκτεθέντα, συμπεριφοράς του αναιρεσείοντος και του επελθόντος θανάτου του παθόντος. Ο αναιρεσείων προβάλλει την αιτίαση, ότι το δικαστήριο της ουσίας απέρριψε, χωρίς την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, τον, χαρακτηριζόμενο από τον ίδιο ως αυτοτελή, ισχυρισμό του, περί μεταβολής της εναντίον του ως άνω κατηγορίας από ανθρωποκτονία εξ αμελείας σε απλή σωματική βλάβη εξ αμελείας, καθ’ όσον, όπως περαιτέρω διατείνεται, η μεταβολή αυτή οδηγεί σε διαφορετικό χαρακτηρισμό της πράξεως που ασκεί επίδραση στον αντικειμενικό αιτιώδη σύνδεσμο. Η αιτίαση αυτή είναι αβάσιμη και απορριπτέα, αφ’ ενός μεν γιατί ο προβληθείς στο δικαστήριο της ουσίας ισχυρισμός αυτός, συνιστά άρνηση του νομικού χαρακτηρισμού της πράξεως, ήτοι της κατηγορίας, όπως τα αντικειμενικά και υποκειμενικά αυτής στοιχεία αυτής εξειδικεύονται στο κατηγορητήριο και δεν κατατείνει στην άρση του άδικου χαρακτήρα της αποδιδόμενης στον αναιρεσείοντα πράξης ή της ικανότητας για καταλογισμό ή στη μείωση αυτής ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξης ή την μείωση της ποινής, προκειμένου, όπως προαναφέρεται, κατά τα άρθρα170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 ΚΠΔ, να συνιστά αυτοτελή ισχυρισμό και εξ αυτού να τίκτεται υποχρέωση του δικαστηρίου να αιτιολογήσει ειδικώς και εμπεριστατωμένως την απορριπτική του κρίση. Αφ’ ετέρου δε (είναι απορριπτέα ως αβάσιμη η αιτίαση αυτή) γιατί το δικαστήριο της ουσίας με τις εκτεθείσες παραδοχές του, διέλαβε, κατά τα προεκτεθέντα, την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, εκθέτοντας τους λόγους, για τους οποίους κατά την κρίση του, η ανωτέρω αμελής συμπεριφορά του (αναιρεσείοντος) τελεί σε αντικειμενικό αιτιώδη σύνδεσμο προς τον επελθόν αποτέλεσμα του θανάτου του παθόντος, ο οποίος (αντικειμενικός αιτιώδης σύνδεσμος), κατά τις παραδοχές αυτές, ουδέποτε διεκόπη. Η περαιτέρω αιτίαση, που προβάλει ο αναιρεσείων, ότι το δικαστήριο δεν διευκρινίζει με την προσβαλλομένη απόφασή του εάν ο ίδιος (ο αναιρεσείων) ως μετρίως συνετός οδηγός μπορούσε να προβλέψει ότι ο παθών δεν είχε τεταμένη την προσοχή του κατά την οδήγηση της μοτοσυκλέτας του, ώστε στην συγκεκριμένη περίπτωση να ενεργήσει αποφευκτικό ελιγμό προς τα αριστερά, όπου υπήρχε χώρος για να προσπεράσει το αυτοκίνητο, που οδηγούσε ο ίδιος (αναιρεσείων), ούτε ότι δεν είχε μειώσει την ταχύτητα με την οποίαν εκινείτο εν όψει της υπάρξεως πολλών σταθμευμένων αυτοκινήτων, προκειμένου με πέδηση να διακόψει την πορεία του αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο προσκρούσεως της μοτοσυκλέτας του στο προπορευόμενο αυτοκίνητο αυτού (αναιρεσείοντος), είναι αβάσιμη και απορριπτέα, δεδομένου ότι στην παραδοχή της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι ο ίδιος δεν πρόβλεψε το ανωτέρω αποτέλεσμα, από έλλειψη της προσοχής την οποία, εν όψει των ανωτέρω συνθηκών και περιστάσεων, όφειλε και μπορούσε να καταβάλει ως μετρίως συνετός οδηγός, περιλαμβάνεται αυτονοήτως και εκείνη ότι δεν προέβλεψε την ανωτέρω συμπεριφορά του παθόντος, την οποίαν επίσης όφειλε και μπορούσε να προβλέψει και να ενεργήσει κατά τον επιβαλλόμενο επιμελή τρόπο προς αποφυγή του εν λόγω αποτελέσματος. Η επίσης προβαλλόμενη από τον αναιρεσείοντα αιτίαση, ότι η παραδοχή της αναιρεσιβαλλομένης απόφασης ότι "........ο κατηγορούμενος, ως μέσος συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος, θα μπορούσε να προβλέψει το επελθόν αποτέλεσμα, το οποίο δεν συνιστά ασυνήθιστο και απρόβλεπτο γεγονός, αφού οι τραυματισμοί και ειδικότερα οι κακώσεις των κάτω άκρων αποτελούν την συνήθη αιτία δημιουργίας φλεβικών θρόμβων που μπορούν να επιφέρουν ακόμη και το θάνατο του παθόντος" αντιφάσκει προς την περαιτέρω εκείνη (παραδοχή) ότι "έστω και εάν η επιπλοκή αυτή δεν είναι συνήθης σε άτομα μικρής ηλικίας, όπως ο παθών", είναι επίσης αβάσιμη και απορριπτέα, αφού σαφώς με τις παραδοχές αυτές διαλαμβάνεται και αιτιολογείται επαρκώς το αυτονοήτως συναγόμενο ότι η πρόκληση κακώσεων των κάτω άκρων αποτελούν μεν την συνήθη αιτία δημιουργίας φλεβικών θρόμβων, που μπορούν να επιφέρουν ακόμη και το θάνατο του παθόντος, όμως η επιπλοκή αυτή ναι μεν δεν είναι συνήθης σε άτομα μικρής ηλικίας, όπως ήταν ο παθών, όμως δεν αποκλείεται να συμβεί, όπως, κατά τις αυτές παραδοχές, συνέβη και στην περίπτωση του παθόντος. Τέλος αβάσιμη και απορριπτέα είναι και η αιτίαση του αναιρεσείοντος ότι δεν εκτίθεται στην προσβαλλομένη απόφαση το είδος της αμελείας του αναιρεσείοντος, δεδομένου ότι τόσον στο σκεπτικό -αιτιολογικό αυτής όσον και στο διατακτικό αυτής, σαφώς διαλαμβάνονται οι παραδοχές, ότι ο αναιρεσείων ενήργησε από έλλειψη της προσοχής, την οποίαν όφειλε, κατά τις ανωτέρω περιστάσεις, και μπορούσε να καταβάλει ως μετρίως συνετός οδηγός υπό τις προαναφερόμενες συνθήκες, χωρίς να προβλέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα της αμελούς αυτής συμπεριφοράς του, εξ των οποίων (παραδοχών αυτών) συνάγεται σαφώς η περαιτέρω παραδοχή του δικαστηρίου της ουσίας ότι ο αναιρεσείων ενήργησε με μη συνειδητή αμέλεια και προκάλεσε τον θάνατο του παθόντος. Επομένως, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ και Ε’ του ΚΠΔ, συναφείς πρώτος και δεύτερος λόγοι αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, με τους οποίους πλήττεται η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Τέλος απορριπτέες είναι οι λοιπές αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, που αναφέρονται στην αναιρετικώς ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων από το δικαστήριο της ουσίας. Μετά ταύτα, ελλείψει άλλου λόγου αναιρέσεως για έρευνα, η κρινόμενη από 23-9-2015 δήλωση αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα.(άρθρο 583 παρ.1 ΚΠΔ) και τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την επιδοθείσα την 25-9-2015 στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, από 23-9-2015 δήλωση του Γ. Β., για αναίρεση της υπ’ αριθμό 46-47/2015 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.-
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Ιουνίου 2016.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 17 Ιουνίου 2016.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ